24 Μαρτίου, 2010

ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΟΜΙΛΙΑ ΟΣΟ ΠΟΤΕ ΑΛΛΟΤΕ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΕΡΒΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΖΑΝΗΣ ΚΥΡΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΤΟΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΚΟΖΑΝΗΣ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1986

APOKLEISTIKO_thumb3744

clip_image002

Για την Εκκλησία όλοι σχεδόν στον τόπο μας έχομε μια εγκόσμια και πολιτειο-κρατική αντίληψη, κι όλοι μας λησμονούμε και παραθεωρούμε πώς ή Εκκλησία είναι τό μυστήριο της σωτηρίας. Κι όταν θέλωμε κάτι περισσότερο νά σκεφθούμε και νά πράξουμε για την Εκκλησία, δεν τά καταφέρνομε νά ξεπεράσουμε τά όρια του εύσεβισμού. Τί είναι βέβαια ό εύσεβισμός και τι σχέση έχει μέ την Εκκλησία και την εκκλησιαστική ζωή είναι άλλος λόγος, πού δεν θά μας απασχόληση τώρα: Ό εύσεβισμός είναι άγνωστος στήν Όρθοδοξία, είναι κι αυτός εισαγόμενο άπό τή Δύση.

Τά εκκλησιαστικά μας ζητήματα είναι πολλά και μεγάλα, πού δεν είναι τρόπος νά τά θέσουμε και νά προτείνωμε λύσεις. Άλλα είναι κι αυτό χαρακτηριστικό ότι, σάν και νά πρόκειται για συνήθη και καθημερινά ζητήματα, ομιλούμε γιά προτάσεις και λύσεις. Άς τό ομολογήσουμε λοιπόν ότι σε μια τόσο κρίσιμη εποχή ομιλούμε γιά την Εκκλησία και τό έργο της και κινδυνεύομε νά είμαστε θεολογικά και έκκλησιολογικά ανερμάτιστοι. "Οχι μόνο οί πολιτικοί, άλλά και πολλοί άπό τούς εκκλησιαστικούς καταπιανόμαστε μέ τά εκκλησιαστικά ολωσδιόλου ανέτοιμοι και ανίδεοι, άλλά και επηρεασμένοι άπό πλανεμένες αντιλήψεις και γνώμες γιά την Εκκλησία.

Έτσι συμβαίνει όλοι νά ομιλούν γιά τήν Εκκλησία, άλλοι ώς φίλοι κι άλλοι ώς εχθροί, καί, καθώς γράφει ό Απόστολος, «μή νοούντες μήτε α λέγουσι μήτε περί τίνων διαβεβαιούνται». Δεν είναι υπερβολή αυτό πού λέμε τώρα, καί φτάνει μόνο νά έχωμε λίγη μνήμη καί νά μήν ξεχνάμε, κάθε φορά πού ανακινούνται εκκλησιαστικά ζητήματα, τί γράφεται καί τί λέγεται άπό κάθε άσχετο καί ανεύθυνο.

Γιά όλα τά ζητήματα δεν τολμάνε όλοι νά έχουν γνώμη, γιά τά εκκλησιαστικά όμως τό θεωρεί ό καθένας παράλειψή του νά μήν πή τό δικό του. Τό πράγμα είναι κι ευχάριστο, γιατί θά πή πώς ή Εκκλησία είναι πάντα παρούσα στή ζωή μας, είναι ή Εκκλησία μας, γιά τήν οποία μπορούμε νά λέμε ότι ενδιαφερόμαστε όλοι τό ίδιο. Δεν είναι όμως δύσκολο κάθε φορά νά καταλάβωμε πώς ό καθένας αντιλαμβάνεται τήν Εκκλησία, τι φρονεί καί τί αίσθηματα έχει γιά τήν Εκκλησία.

Τό διαπιστώνομε, καί δεν πρέπει νά διστάζουμε νά τό πούμε, ότι λίγο πολύ έχουν φθαρή τά νοήματα όλων μας γιά τήν Εκκλησία• φτάνομε στο σημείο νά γινώμαστε πολέμιοι καί διώκτες της Εκκλησίας, γιατί ακριβώς αγνοούμε τί είναι ή Εκκλησία καί ποιο είναι τό έργο της στή ζωή μας καί γιατί κυρίως δεν τό σκεφθήκαμε ποτέ πώς εμείς είμαστε ή Εκκλησία.

Κι οί πιο φανεροί καί δεδηλωμένοι εχθροί διατηρούν μέσα τους μιά αμυδρή μνήμη ότι ανήκουν στήν Εκκλησία, αφού τό όνομα τους εξακολουθεί νά είναι εκκλησιαστικό καί δέν σκέφθηκαν ή δέν αποφάσισαν γιά νά τό αλλάξουν. Γι' αυτό καί ή Εκκλησία, πολύ σοφά καί πολύ φιλάνθρωπα, δέν σπεύδει νά άποκόψη πολλούς άπό τό σώμα της, γιά τούς οποίους υπάρχουν αιτίες καί αφορμές, πράγμα πού σκανδαλίζει κάποιους ανυπόμονους καί βιαστικούς.

'Αλλά είναι πάντα χρήσιμο νά θυμούμαστε τήν ιστορία του Ίωνά καί νά μή σπεύδωμε νά προλάβωμε τήν κρίση του Θεού. Εχομε όμως τήν αίσθηση πώς μεγάλη δοκιμασία περιμένει τήν Εκκλησία μας. Αυτός ό θανάσιμος εναγκαλισμός της μέ τά κάθε φορά πολιτειακά καί πολιτικά καθεστώτα καί ή έπανάπαυσή της, όταν ό σεισμός απειλή καί ή καταιγίδα φτάνη, δέν θά της βγη σέ καλό. Ό Θεός νά μήν τό δώση, γιατί φοβούμαστε, όχι γιά τό θεσμό της Εκκλησίας, άλλά γιά τούς ανθρώπους, γιά τούς χριστιανούς έναν έναν, επειδή τό καταλαβαίνομε πώς δέν είμαστ' έτοιμοι γιά δοκιμασία.

'Ομιλούμε γιά τήν Ελλαδική Εκκλησία, όταν έχωμε γιά παράδειγμα τί συμβαίνει στις ομόδοξες γειτονικές μας Εκκλησίες. Τήν Εκκλησία γενικά τήν βαραίνει τό σχίσμα μεταξύ Ανατολής καί Δύσης, άλλά τήν 'Ορθόδοξη 'Εκκλησία είδικώτερα τήν βαραίνει τό κομμάτιασμα, πού άρχισε άπό τις αρχές του περασμένου αιώνα, μετά τήν Ελληνική Επανάσταση.

Σ' αυτό τό κομμάτιασμα άρχή κάμαμε εμείς οί Έλληνες καί γενήκαμε κακοί διδάσκαλοι, γιά νά διδαχθούν άπό μας καί νά μας μιμηθούν οί ομόδοξοι βαλκανικοί λαοί. Τό άντιεκκλησιαστικό σύνθημα του Κοραή, πού δέν είναι λόγος δικός του, «Εκκλησία ελευθέρα έν κράτει ελευθέρω» υιοθετήθηκε άπό τούς ανυποψίαστους κληρικούς καί λαϊκούς αγωνιστές του '21 κι άπό κείνους πού προκατειλημμένοι ήλθαν άπό τήν Ευρώπη, Έλληνες καί Ξένοι, γιά νά διοικήσουν τον τόπο, κι έγινε αιτία γιά νά αποκοπή ή Ελλαδική Εκκλησία άπό τον κορμό της Όρθοδοξίας.

Αυτά είναι πράγματα γνωστά καί χιλιοειπωμένα, πού όμως τά ξεχνάμε καί ζούμε τό δράμα της κομματιασμένης 'Ορθοδοξίας, σάν μιά φυσική κατάσταση, πού μάς οδηγεί πολύ μακρυά καί μάς φέρνει σέ αντίθεση μέ ό,τι πρέπει νά πιστεύωμε γιά τήν παγκοσμιότητα της Εκκλησίας. Τί θά μπορούσε νά κράτηση άδελφωμένους τούς ορθόδοξους βαλκανικούς λαούς παρά ή κοινή τους εκκλησιαστική πίστη καί παράδοση; Κι όμως ό έθνοφυλετισμός κομμάτιασε τήν Εκκλησία καί ώπλισε τούς λαούς εναντίον αλλήλων.

Τό πνεύμα της Δύσης είχε τήν ολέθρια επίδρασή του στήν Ανατολή, κι ό,τι δέν μπόρεσε παλαιότερα τό κατώρθωσε στους δύο τελευταίους αιώνες μέ τό κομμάτιασμα πρώτα καί μέ τήν αιχμαλωσία έπειτα της 'Ορθοδοξίας. Τά λεγόμενα πρεοβυγενή Πατριαρχεία, ή Κωνσταντινούπολη, ή Αλεξάνδρεια, ή Αντιόχεια καί τά Ιεροσόλυμα, διστάζομε καί νά τό πούμε, είναι σάν καί νά μήν υπάρχουν, όταν άγωνίζωνται γιά νά κρατήσουν μόνο τούς ιστορικούς των τίτλους, μέσα σέ μεγάλες καί ανατρεπτικές μεταβολές πού έγιναν στούς χώρους αυτούς.

Έμπερίστατη καί διαιρεμένη, μέσα στήν τελευταία περιπέτεια του νησιού, είναι καί ή Εκκλησία της Κύπρου, καθώς επίσης κομματιασμένη είναι ή Όρθόδοξη Εκκλησία της διασποράς, στήν Ευρώπη καί στήν Αμερική. 'Αλλά τί θά πή διασπορά; Μόνο γιατί μάθαμε νά συνδέωμε τήν Εκκλησία μέ τούς τόπους, ομιλούμε λοιπόν καί γιά Εκκλησίες διασποράς. Όπου είναι Εκκλησίες είναι ή Εκκλησία. Ομιλούμε γιά δράμα της Όρθοδοξίας καί προβλέπομε όχι μέ πολλή αισιοδοξία τό μέλλον της Ελλαδικής Εκκλησίας.

Δέν μάς τρομάζουν τά γεγονότα, όποια κι άν θά είναι, όσο ότι δέν είμαστε έτοιμοι γιά νά τά αντιμετωπίσουμε, καί κυρίως γιατί δέν έχομε ξεκαθαρισμένη πίστη γιά τήν Εκκλησία.Εκατόν εβδομήντα τόσα χρόνια ή Εκκλησία στήν Ελλάδα δέν κατάλαβε τον εαυτό της ελεύθερο, κι άς αποσπάσθηκε άπό τό Οικουμενικό Πατριαρχείο, γιά νά είναι τάχα ελεύθερη μέσα σέ ελεύθερο κράτος. Γιά νά είμαστε όμως απόλυτα δίκαιοι, δέν μπορούμε νά βεβαιώσουμε πόσο ή ίδια θέλησε νά είναι ελεύθερη και πόσο τά πολιτικά καθεστώτα τήν άφησαν.

"Οταν ομιλούμε γιά τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας στήν Ελλάδα, μάθαμε νά λέμε ότι είναι σχέσεις «συναλληλίας», ένώ στ' αλήθεια είναι σχέσεις της «νόμω κρατούσης πολιτείας». Αυτοί είναι οί δυο νομικοί όροι, πού επαναλαμβάνονται διαρκώς άπό εκκλησιαστικούς καί πολιτικούς, μέσα στους οποίους προσπαθούμε νά βρούμε τον εαυτό μας καί νά ορίσουμε τή θέση της Εκκλησίας μέσα στο Κράτος καί τή στάση τού Κράτους απέναντι της Εκκλησίας. Εκατόν εβδομήντα χρόνια μ' αυτό τό πνεύμα σκεφτόμαστε, συζητούμε καί συγγράφομε στην Ελλάδα καί ξεχάσαμε πιά καί πολιτικοί και εκκλησιαστικοί τί πραγματικά είναι ή Εκκλησία.

Πολλοί άπό τούς εκκλησιαστικούς, σέ στιγμές δίκαιης καί ιερής αγανάκτησης φτάνουν καί προτείνουν τό χωρισμό της Εκκλησίας άπό τό Κράτος, χωρίς όμως νά είναι βέβαιο πώς κι αυτοί έχουν ξεκαθαρισμένη όρθή έκκλησιολογική πίστη- οί ίδιοι πού φωνάζουν γιά ελεύθερη Εκκλησία, μέ τον ίδιο τρόπο πού επικαλούνται τούς ιερούς Κανόνες, υστέρα προσφεύγουν στο Συμβούλιο τής Επικρατείας. Ξέρομε εδώ τήν απάντηση πού μάς περιμένει, άλλά δέν ξεχνάμε καί τον Απόστολο- «Ούκ οίδατε ότι... ει έν ύμίν κρίνεται ό κόσμος, ανάξιοί έστε κριτηρίων ελαχίστων;»

Πρέπει νά εξηγήσουμε στους ακροατές μας ότι μέ τις τελευταίες ομιλίες μας, γιά τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας στό Ελληνικό Κράτος, δέν θέλομε νά διδάξουμε Κανονικό ή Εκκλησιαστικό Δίκαιο. Απλώς θέλομε νά περιγράψουμε μερικές όψεις πού παρουσιάζει ή ζωή καί τό έργο τής Εκκλησίας μέσα σέ μιά πολιτεία, πού στό Σύνταγμά της τήν αναγνωρίζει ώς επίσημη ή επικρατούσα θρησκεία τού Κράτους.

Ή συνταγματική αυτή διάταξη είναι άμεση καί πανηγυρική ομολογία ότι τό Ελληνικό Κράτος είναι χριστιανικό καί ορθόδοξο. Τά πιο πέρα, όσα ορίζονται στο ίδιο τό Σύνταγμα καί τούς ειδικούς νόμους γιά τό έργο τής Εκκλησίας μέσα στο Κράτος, δέν μάς ενδιαφέρουν τώρα, ούτε είμαστ' εμείς, πού θά παραστήσουμε τούς νομομαθείς γιά νά τά αναλύσουμε. Αυτά αποτελούν ολόκληρη ειδική επιστήμη, πού διδάσκεται σέ μιά καί δυο πανεπιστημιακές έδρες.

Γενικά όμως, καί γιά νά μήν πή κάποιος πώς όσα μέχρι τώρα είπαμε, άλλά κι εκείνα πού θά πούμε στή συνέχεια, γιά τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας στο Ελληνικό Κράτος, είναι ανακριβή καί υπερβολικά, θά παραθέσουμ' έδώ μιά σελίδα άπό τό βιβλίο «Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας» τού διδάκτορα τού Δικαίου καί Συμβούλου τής Επικρατείας Αναστασίου Μαρίνου. Γράφει λοιπόν ό "Έλλην νομομαθής τά έξης, στά όποια ανακαλύπτομε όσα άπλά καί αναλυτικά είπαμε εμείς στις ομιλίες μας.

«Άπό τής συστάσεως του Ελληνικού Κράτους έθεωρήθη ώς δεδομένον, άγνωστον όμως δια τίνα λόγον, ότι ή Πολιτεία είχεν εν, ούτως ειπείν, δικαίωμα νά έπεμβαίνη είς τήν διοίκησιν τής Εκκλησίας... Ή αντίληψις αύτη κρατήσασα έπι μακρόν, απετέλεσε τήν κυρίαν αίτίαν τής κακοδαιμονίας, ή όποια έπληξε τήν Έκκλησίαν και έπεσώρευσεν εις αυτήν πολλά δεινά... Αποτέλεσμα αυτής τής καταστάσεως ήτο νά δημιουργηθή ή όχι πάντοτε εσφαλμένη έντύπωσις ότι ή Εκκλησία έπεζήτει τήν συμπαράστασιν τής εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, είς αντάλλαγμα τής οποίας προσέφερεν είς αυτήν προθύμως τας υπηρεσίας της».

Αυτή ή σελίδα μάς βοηθεί, γιά νά εξηγήσουμε πολλά πού συμβαίνουν στήν ελλαδική Εκκλησία, γιά τά όποια οί πιστοί λυπούνται, οί όλιγόπιστοι σκανδαλίζονται καί οί άπιστοι χαίρουν. Εμείς φτάσαμε, όχι βέβαια νά προτείνωμε, άλλά νά ομιλούμε γιά χωρισμό Εκκλησίας καί Πολιτείας. Αύτη είναι μιά πράξη εσχάτης ανάγκης, τήν οποία αντιμετωπίζουν μέ δέος οί ποιμένες τής Εκκλησίας.

Είναι μιά πράξη όσο γενναία τόσο καί παράτολμη, γιατί δέν μπορούμε νά σταθμίσουμε τά αποτελέσματά της. Κι αυτό ακριβώς θέλομε νά εννοήσουν οί ακροατές μας, οί ορθόδοξοι χριστιανοί, πού είναι καί οί πολίτες τού Ελληνικού Κράτους. Αν ή Ιεραρχία τής Εκκλησίας φτάνει νά βλέπη τον χωρισμό σάν λύτρωση καί πάλι νά τον φοβήται καί νά τον τρέμη, ό κύριος λόγος είναι ότι οί πολίτες τού Ελληνικού Κράτους είναι ό λαός τού Θεού, οί βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, τά μέλη τής Εκκλησίας, δηλαδή τά μέλη τού σώματος τού Χριστού.

"Αλλος λόγος πόσοι άπό τούς "Ελληνες είναι αληθινοί ορθόδοξοι χριστιανοί καί πόσοι έχουν συνείδηση πώς είναι μέλη τής Εκκλησίας. Τό γεγονός είναι ότι κάποτε βαπτίσθηκαν καί τά ονόματά τους καταγράφηκαν στά βιβλία τής Εκκλησίας, ότι δέν δήλωσαν πώς δέν θέλουνε νά ανήκουν στήν Εκκλησία καί ή Εκκλησία δέν τούς διέγραψε- ό,τι αν χρειασθούν καί τρέξουν στήν Εκκλησία, ή Εκκλησία δέν μπορεί νά τούς τό άρνηθή καί δέν μπορεί νά πή πώς δέν τούς ξέρει. Ποιος τάχα έδώ καταλαβαίνει καί ζή τό δράμα τής Εκκλησίας;

"Ερχονται στιγμές, πού οί ιεροί ποιμένες διερωτώνται αν ή Εκκλησία έχει πιστούς κι άν, όταν όμιλή γιά χωρισμό άπό τήν Πολιτεία, μέ ποιους καί γιά ποιους θά ζήτηση τό χωρισμό. Αλλά ξεκινάμε πάντα μέ τήν προϋπόθεση πώς όλοι σχεδόν οί πολίτες τού Ελληνικού Κράτους είναι καί μέλη τής Εκκλησίας. Τί θά γίνη λοιπόν σ' έναν χωρισμό; Θά πάρη τάχα ή Εκκλησία τούς δικούς της καί θά άποτελέση ένα ξεχωριστό κράτος μέσα στο Κράτος; Θά εξακολούθηση ή Εκκλησία νά ζή στις πόλεις ή μέ τούς ανθρώπους της θά πάρη τά βουνά; Καί ποιοι θά μείνουν στις πόλεις, αφού όλοι είναι χριστιανοί;

Καί σέ ποιόν πλανήτη, σέ ποιά ήπειρο καί σέ ποιά επικράτεια θά είναι τά βουνά; Αυτά βέβαια είναι αδιανόητα καί μόνο παίζοντας μπορεί κανείς νά τά λέγη. Δείχνουν όμως πόσο τά πράγματα δυσκολεύουν καί σέ ποιο αδιέξοδο φτάνομε, όταν ομιλούμε γιά χωρισμό Εκκλησίας καί Πολιτείας. Άλλά ή συνύπαρξη έγινε πιά τόσο προβληματική, πού μάς φέρνει κι αυτή σέ άλλο αδιέξοδο.

Γιατί μιά ακόμα δέσμευση τής Εκκλησίας στο ελεύθερο Κράτος είναι ή αδυναμία της νά άντιταχθή στήν απροκάλυπτη δράση κάθε κοινωνικής καί θρησκευτικής προπαγάνδας ανάμεσα στό λαό. Ή νομοθεσία είναι τέτοια, πού προστατεύει περισσότερο τον προσηλυτισμό παρά τό δικαίωμα τής Εκκλησίας νά φυλάξη τήν πίστη τού λαού. Έτσι σέ κάθε περίπτωση ή Εκκλησία βρίσκεται κατηγορούμενη γιά αντίδραση καί σκοταδισμό κι οί ποιμένες κάθονται στο έδώλειο, εγκαλούμενοι άπό τούς όποιους αιρετικούς, πού ελεύθερα καί ανεξέλεγκτα καί μέ τήν προστασία τών νόμων κινούνται στους δρόμους καί μπαίνουν καί μέσα στά σπίτια μας. Πώς λοιπόν στο σημείο αυτό καί μέ ποιο ενθουσιασμό οί ποιμένες θά κάμουν τό έργο τους;

Πώς θά φυλάξουν τό λαό, πώς θά διδάξουν τούς ανθρώπους, όταν τό Κράτος άφήνη ελεύθερους όλους τούς κακοποιούς νά δρουν σέ βάρος τού λαού, πού άπό τό άλλο μέρος ό λαός αυτός είναι ή Εκκλησία, ό λαός τού Θεού; Κι όχι μόνο αφήνει τούς κακοποιούς, άλλά καί το ίδιο τό Κράτος, μέ τά μέσα πού διαθέτει, δέν αφήνει τήν ευκαιρία νά βλάψη τήν πίστη του λαού, τον ίερό κλήρο καί τήν Εκκλησία.

Αυτό πάει νά πή πώς μάς έπιασε κάποια μανία καί κάποια λύσσα, πού μάς έβαλε νά-τρώμε τις σάρκες μας. Μά, αν τό όποιο Κράτος πιστεύει πώς κάθε φορά εκπροσωπεί τό "Εθνος καί πώς τό Έθνος ήλθε καιρός νά πεθάνη, ή Εκκλησία δέν πεθαίνει, άλλά «ζη τω Θεώ». Θά ξεχωρίση λοιπόν ή Εκκλησία τις ευθύνες της καί θά περάση στήν αντίσταση. "Οταν θέλουνε νά δυσφημήσουν τήν Εκκλησία, τήν χαρακτηρίζουν αντίδραση, άλλά ή Εκκλησία δέν είναι αντίδραση ούτε σκοταδισμός• είναι αντίσταση στις καταλυτικές δυνάμεις του σκότους.

"Οταν λέμε αντίσταση, δέν εννοούμε άντιπαράταξη και μάχη- αυτό είναι ή αντίδραση. Εννοούμε ασάλευτη στάση καί άνύστακτη φύλαξη.Ή Εκκλησία φυλάγει τά περάσματα γιά νά μη διαβή ό εχθρός. Άν είναι νά διαβή, δέν θά τού κάμη τόπο- θά περάση άπό πάνω της. "Οταν λέμε αυτά, δέν θέλομε νά επιδείξουμε ήρωϊσμό. Άλλά επειδή φοβούμαστε, γι' αυτό τά λέμε. Έδώ πού φτάσαμε, φοβούμαστε γιά ό,τι έρχεται καί μάς περιμένει. Καί δέν νομίζομε πώς υπάρχει πιά περιθώριο καί προθεσμία, γιά νά κρύβωμε άπό τό λαό τήν αλήθεια.

Κι εμάς βέβαια δέν μάς ενδιαφέρει άλλη αλήθεια, ούτε πολιτική ούτε οικονομική ούτε κοινωνική, άλλά μόνο ή αλήθεια ώς προς τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας μέσα στο Ελληνικό Κράτος. Θέλομε νά ξεκαθαρίσουμε καί νά μάθη ό λαός μας, πού είναι ή Εκκλησία, ό λαός τού Θεού, τί ειμαστ' εμείς οί χριστιανοί μέσα στο Ελληνικό Κράτος. Συμβαίνει όλοι σχεδόν οί Έλληνες πολίτες νά είμαστε εμείς οί χριστιανοί, πού συγκροτούμε τήν ελλαδική Εκκλησία.

Σάν Έλληνες έκλέγομε τούς αντιπροσώπους μας καί τούς στέλνομε στή Βουλή των Ελλήνων. Αυτή ή Βουλή αρχίζει τις εργασίες της κάθε φορά μέ τήν παρουσία τής Εκκλησίας καί ειδική ίεροπραξία. Καί ή Κυβέρνηση τού Κράτους εγκαθίσταται μέ ορκωμοσία ενώπιον τής Εκκλησίας. Αυτά όλα καί όσα γράφονται στο Σύνταγμα τής χώρας συνιστούν τις σχέσεις Εκκλησίας καί Πολιτείας στήν Ελλάδα καί χαρακτηρίζουν τό Ελληνικό Κράτος ώς χριστιανικό καί ορθόδοξο.

'Εμείς λοιπόν ό ελληνικός λαός, πού είμαστε ή Εκκλησία, δηλαδή ό λαός τού Θεού, δέν έχομε δικαίωμα μόνο ώς Έλληνες πολίτες, άλλά καί ώς χριστιανοί, νά ξέρωμε τί είμαστε μέσα στο Ελληνικό Κράτος. Δηλαδή πόσο τό Κράτος μάς λογαριάζει ώς Εκκλησία καί οί αντιπρόσωποί μας στή Βουλή πόσο μάς θυμούνται, όταν ψηφίζουνε νόμους, πού όχι σπάνια αντιβαίνουν στο Ευαγγέλιο καί τήν πίστη μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: