ΞΕΚΙΝΑ ΣΗΜΕΡΑ
Η «ΒΟΥΒΗ» Η «ΚΟΥΦΗ» ΕΒΔΟΜΑΔΑ (11/4/2022)
ΓΙΑΤΙ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΕΤΣΙ: H έκτη και τελευταία εβδομάδα της Μεγάλης Σαρακοστής ονομάζεται «Εβδομάδα των Βαΐων». Στην συνείδηση των πιστών, όμως, έχει μείνει γνωστή ως «βουβή» ή «κουφή». Πώς, προκύπτει αυτός ο χαρακτηρισμός;
Το ότι δεν τελείται η χαρμόσυνη Ακολουθία των Χαιρετισμών την Εβδομάδα αυτή ίσως και να οδήγησε σε αυτή την… παρεξήγηση.Αρκεί μια ματιά στα Λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας για να μας πείσει ότι, μόνο «βουβή» και «κουφή» δεν είναι η Εβδομάδα πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα.
H έκτη και
τελευταία εβδομάδα της Μεγάλης Σαρακοστής ονομάζεται «Εβδομάδα των Βαΐων».Για
έξι μέρες πριν το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαϊων η λατρεία της
Εκκλησίας μας ωθεί ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό, καθώς πρώτος αναγγέλει το θάνατο
του φίλου Του και κατόπιν αρχίζει το ταξίδι Του στη Βηθανία και στην
Ιερουσαλήμ.
Στο κέντρο της
προσοχής είναι ο Λάζαρος – η αρρώστεια του, ο θάνατός του, ο θρήνος των
συγγενών του και η αντίδραση του Χριστού σ’ όλα αυτά.
Η τελευταία εβδομάδα
δηλαδή περνάει με πνευματική περισυλλογή πάνω στην ερχόμενη συνάντηση του
Χριστού με το θάνατο – πρώτα στο πρόσωπο του φίλου Του Λαζάρου, έπειτα στο
θάνατο του ίδιου του Χριστού.
Πλησιάζει η «ώρα του
Χριστού» για την οποία τόσο συχνά μιλούσε και προς αυτήν προσανατολιζόταν όλη η
επίγεια διακονία Του.Η ανάσταση του Λαζάρου έγινε για να
βεβαιωθούμε για «Την κοινήν ανάστασιν». Είναι κάτι το
συναρπαστικό να γιορτάζουμε κάθε μέρα για μια ολοκληρη εβδομάδα αυτή τη
συνάντηση ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο.
Όπου αργά αργά
πλησιάζει, να γινόμαστε μέρος της, να νιώθουμε με όλο το είναι μας αυτό που
υπονοεί ο Ιωάννης με τα λόγια του: Ιησούς ως είδεν αυτήν κλαίουσαν
και τους συνελθόντας… ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν… και
εδάκρυσεν (Ιωάν.11, 33-35).
Μέσα στη λειτουργική
ορολογία, το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαϊων είναι η «έναρξη
του Σταυρού».Παρά ταύτα ο ευσεβής λαός μας αποκαλεί την εβδομάδα αυτή
«κουφή» η «βουβή» με μοναδική δικαιολογία ότι την
Εβδομάδα αυτή δεν τελούνται Ακολουθίες και ως εκ τούτου ούτε η καμπάνα
σημαίνει.
Παλαιότερα αυτό
καλλιεργείτο και από τους ίδιους τους ιερείς ως μια δικαιολογημένη ίσως
προσπάθεια για λίγη ξεκούραση λίγο πριν τον μεγάλο κόπο της Αγίας και Μεγάλης
Εβδομάδος.Το Τυπικό της Εκκλησίας μας, υπαγορεύει και αυτήν την Εβδομάδα τις
Ακολουθίες που τελούνται καθ’ όλη την Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Δηλαδή Μεσονυκτικό
Όρθρο, Ώρες και Εσπερινό το πρωί,το Μεγάλο Απόδειπνο το απόγευμα, την
Προηγιασμένη Θ.Λειτουργία την Τετάρτη και την Παρασκευή καθώς και το Μικρό
Απόδειπνο με τον κανόνα του Αγίου Λαζάρου την Παρασκευή το απόγευμα.
Η μοναδική Ακολουθία
που απουσιάζει είναι η Ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας, η οποία αποτελεί
και την μοναδική χαρμόσυνη νότα στην πένθιμη περίοδο που διανύουμε.Το ότι δεν
τελείται η χαρμόσυνη Ακολουθία των Χαιρετισμών την Εβδομάδα αυτή ίσως και να
οδήγησε σε αυτή την… παρεξήγηση.
Η τελευταία εβδομάδα
της Σαρακοστής, αφού από την Κυριακή ξεκινά η Μεγάλη Εβδομάδα με την δική της
νηστεία, είναι η τελική αποκάλυψη του νοήματος της Μεγάλης Σαρακοστής που είναι
η μετάνοια, η νηστεία από την αμαρτία, η χαρμολύπη και η επαναβίωση του
λατρευτικού στοιχείου της Εκκλησίας!
Ας φροντίσουμε να μην
χάσουμε τα όσα έχει να μας προσφέρει και αυτήν την Εβδομάδα η Εκκλησία μας
ξεφεύγοντας από επιπόλαιες και ανυπόστατες συμβουλές γύρω από την Λατρευτική
μας ζωή. Επίκαιρος και εύστοχος όπως πάντα ο λόγος του
μακαριστού π. Μωυσέως του Αγιορείτου για τις Άγιες Αυτές και
Μεγάλες Ημέρες.
«Πάντα τη
Μεγάλη Παρασκευή, να ‘σαι μόνος σαν το Χριστό προσμένοντας το τελευταίο καρφί,
το ξύδι, τη λόγχη. Τις ζαριές ν’ ακούς ατάραχα στο μοίρασμα των υπαρχόντων
σου, τις βλαστήμιες, τις προκλήσεις, την αδιαφορία.
Πριν την
Παρασκευή δεν έρχεται η Κυριακή, τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της
Μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας. Μην ξαφνιαστείς, μη φοβηθείς στ’ απρόσμενο
σουρούπωμα. Οι μπόρες του ουρανού δε στερεύουν. Η ξαστεριά θα ’ρθεί το
Σαββατόβραδο. Τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της μεγάλης Παρασκευής της
ζωής μας».
Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ
Όταν κάποιος
ξεκινάει
γιά ἕνα
ταξίδι,
θά πρέπει
νά γνωρίζει
ποῦ
πηγαίνει.
Αὐτό
συμβαίνει
καί μέ τήν Μεγάλη
Σαρακοστή.
Ἡ
Μεγάλη
Σαρακοστὴ
εἶναι
ἕνα
πνευματικό ταξίδι,
πού ἔχει
γιά προορισμό του τό Πάσχα.
Τό Πάσχα
εἶναι
τό κέντρο
τῆς
λειτουργικῆς
ζωῆς
τῆς
Ἐκκλησίας
μας. Εἶναι
ἡ
πρόγευση
τῆς
αἰώνιας
χαρᾶς
πού
μᾶς
περιμένει.
Πῶς
ὅμως
μποροῦμε
νά μετανοήσουμε
καί νά ξαναγυρίσουμε
στήν ὑπόσχεση,
πού
μᾶς
δίνεται
κάθε
χρόνο
τό Πάσχα; Ἀκριβῶς τήν στιγμή αὐτή ἐμφανίζεται ἡ Μεγάλη Σαρακοστή.
Αὐτή εἶναι ἡ «χεῖρα βοηθείας» πού ἁπλώνει σ᾽ ἐμᾶς ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι τό σχολεῖο τῆς μετανοίας, πού θά μᾶς δώσει δύναμη νά δεχθοῦμε τό Πάσχα. Όχι σάν μία ἁπλὴ εὐκαιρία γιά νά φᾶμε, νά πιοῦμε, νά ἀναπαυτοῦμε, ἀλλά νά ποῦμε ἕνα ὄχι στόν «παλαιὸ ἄνθρωπο» πού βρίσκεται μέσα μας καί ἕνα ναί στήν «νέα ζωὴ». Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ὁ βασικὸς σκοπός τῆς Σαρακοστῆς ἦταν νά προετοιμαστοῦν οἱ «Κατηχούμενοι», δηλαδὴ οἱ νέοι ὑποψήφιοι χριστιανοί, γιά τό βάπτισμα.
Τήν ἐποχὴ ἐκείνη τό βάπτισμα τῶν Κατηχουμένων γινόταν στήν διάρκεια τῆς ἀναστάσιμης θείας Λειτουργίας. Ἀλλὰ ἀκόμα καί τώρα πού ἡ Ἐκκλησία δέν βαπτίζει τούς χριστιανοὺς σέ μεγάλη ἡλικία καί ὁ θεσμός τῆς Κατηχήσεως δέν ὑπάρχει πιά, τό βασικό νόημα τῆς Σαρακοστῆς παραμένει τό ἴδιο.
Ἂν καί εἴμαστε βαπτισμένοι, ἐκεῖνο πού συνεχῶς χάνουμε εἶναι ἐκεῖνο ἀκριβῶς πού πήραμε στό βάπτισμα, δηλαδή «τήν νέα ζωή», ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται μέ τά ἱερά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καί τῆς θείας Κοινωνίας. Μ᾽ αὐτά ὁ ἄνθρωπος γεννιέται, μορφοποιεῖται καί συνάπτεται μέ τόν Σωτήρα του. Εἰδικά, μέ τό πρῶτο μυστήριο,τό Βάπτισμα, ὁ ἄνθρωπος εἰσάγεται στήν ζωή. Τό χρίσμα, στήν συνέχεια, προσφέρει τήν κατάλληλη ἐνέργεια γι᾽ αὐτή τήν ζωή.
Τέλος, ἡ θεία Εὐχαριστία συντηρεῖ καί διατηρεῖ τήν ζωή. Καί τά τρία δημιουργοῦν σχέση υἱοθεσίας καί φιλίας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ Θεοῦ, καταργώντας μιά γιά πάντα τήν δουλική σχέση. Μέ τήν συμμετοχή σ᾽ αὐτά ἐξευτελίζεται ὁ διάβολος κι ἐγκαινιάζεται ἀγαπητική σχέση μέ τόν Χριστό. Ἡ Σαρακοστή, λοιπόν, εἶναι ἡ προετοιμασία γιά νά ἐπιστρέψουμε στήν «νέα ἐν Χριστῷ ζωή».
Πῶς
θά
διαφυλάξουμε
τήν
ἐν
Χριστῷ
ζωή
πού
λάβαμε
ἀπό
τά
μυστήρια;
Ὁ ἄνθρωπος παίρνει μέ τά Μυστήρια τό δῶρο τῆς ζωῆς. Ἀλλά, γιά νά συνεχίσει νά ζεῖ, χρειάζεται νά καταβάλει καί προσωπική προσπάθεια: εἶναι ἀνάγκη νά τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ ὡς ρυθμιστικό παράγοντα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, νά προσέχει ἀκοιμήτως, νά προσεύχεται ἀδιαλείπτως, νά μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ συνεχῶς.
Κι ὅλα τοῦτα, γιά νά ἐλέγχει τούς λογισμούς καί τίς ἐπιθυμίες του. Γιατί ὁ ἄνθρωπος, ἁμαρτάνοντας, γίνεται ἀχρεῖος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τοῦ ἑαυτοῦ του. Πρότυπο τοῦ κάθε πιστοῦ ἄς εἶναι μονίμως ὁ Χριστός, γιά νά μπορεῖ νά ἐπιδίδεται στήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καταξιώνοντας τόν ἑαυτό του κι ἀφθαρτίζοντάς τον.
Πῶς
καί πότε
ἡ
νηστεία
πρό τοῦ
Πάσχα ἐξελίχτηκε
σέ σαράντα
ἡμέρες;
Η νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, μαζί μέ τήν νηστεία τῆς Τετάρτης καί τῆς Παρασκευῆς, εἶναι οἱ ἀρχαιότερες καί μόνες νηστεῖες, πού ἔχουν καί οἰκουμενική κάλυψη, δηλαδή ἐπικυρώθηκαν μέ Κανόνες
Οἰκουμενικῶν
Συνόδων
(ξθ´
κανόνας τῶν
Ἁγίων
᾿Αποστ.,
ε´
κανόνας τῆς
Α´
Οἰκουμενικῆς
Συνόδου,
β´,
κθ´
καί
πθ´
τῆς
ΣΤ´
Οἰκουμενικῆς
Συνόδου).
Οἱ λοιπές καθιερωμένες νηστεῖες τοῦ ἔτους, βασίζονται στήν ἱερή Παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας μας, πού καί αὐτή εἶναι ἰσότιμη, ἰσχυρή καί ἔγκυρη. ῾Η νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀνάγεται ἤδη στούς Ἀποστολικούς χρόνους καί θεσμοθετήθηκε κατά μίμηση τῆς σαραντάμερης νηστείας τοῦ Κυρίου μας (Ματθ.
δ΄,2).
Καθώς καί τῶν σαραντάμερων νηστειῶν τῶν προφητῶν Μωυσέως (᾿Εξοδ.
λδ´,28)
καί
᾿Ηλιού
(Γ΄ Βασ.ιθ΄8).Ἡ
Μεγάλη Σαρακοστή προκειμένου νά πάρει τήν τελική της
μορφή, πού ἔχει σήμερα, πέρασε ἀπό πολλά μεταβατικά
στάδια. Κατά μία ἄποψη:
Ὑπῆρχε νηστεία πρό τοῦ Πάσχα, πού ξεκίνησε ἀπό μία ἡμέρα, ἔγινε στήν συνέχεια δύο ἡμέρες καί κατέληξε στίς ἕξι ἡμέρες (Μεγάλη ῾Εβδομάδα). Ὑπῆρχε ὅμως καί μιά ἄλλη νηστεία, πού δέν εἶχε καμία σχέση μέ τήν νηστεία πρό τοῦ Πάσχα καί ἀναφερόταν στήν σαραντάμερη νηστεία τοῦ Χριστοῦ στήν ἔρημο μετά τήν Βάπτισή του.
Αὐτή ἡ δεύτερη νηστεία ἦταν συνδεδεμένη μέ τά Θεοφάνεια καί ἄρχιζε στίς 7
Ἰανουαρίου.
Οἱ δύο αὐτές νηστεῖες συγχωνεύτηκαν καί ἀποτέλεσαν μία νηστεία. Ἡ συγχώνευση τῶν δύο νηστειῶν ἔγινε μέ τήν ἐπίδραση τοῦ θεσμοῦ τῶν κατηχουμένων, οἱ ὁποῖοι προετοιμάζονταν πρίν τό Πάσχα, γιά νά βαπτισθοῦν.
Σύφωνα μέ ἄλλη ἄποψη: Ἡ νηστεία πρό τοῦ Πάσχα, σέ συνδυασμὸ μέ τήν προετοιμασία τῶν κατηχουμένων γιά τό βάπτισμά τους, κατά τήν νύκτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, στήν Παννυχίδα – ἀγρυπνία τοῦ Πάσχα, ἐπεκτάθηκε καί ἔγινε τελικά ὁ χρόνος τῆς νηστείας σαράντα ἡμέρες. Κατά τόν 4ο
μέ 5ο αἰώνα, ἡ νηστεία πρό τοῦ Πάσχα ὀνομάστηκε Τεσσαρακοστή
καί πῆρε καθολικό
χαρακτήρα.
Πῶς
ὑπολογίζονται
οἱ
40 ἡμέρες
τῆς
Μεγάλης
Σαρακοστῆς;
Η περίοδος διάρκειας καί ὁ τρόπος ὑπολογισμοῦ τῶν ἡμερῶν τῆς Σαρακοστῆς, μέχρι νά πάρει τήν τελική της μορφή, πού ἔχει σήμερα, πέρασε ἀπό πολλά μεταβατικά
στάδια, ἀπό τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες.
•Πρόκειται
γιά τόν διαφορετικό ὑπολογισμό τῶν
ἡμερῶν
τῆς
μεγάλης
αὐτῆς
νηστείας,
πού
ξεχωρίζει ἀπό
τίς ἄλλες
νηστεῖες
ὡς
πρός τήν διάρκεια καί τήν ἔκτασή
της. Συγκεκριμένα,
ὑπῆρξε
ἀπό
τήν ἀρχή
προβληματισμός
στίς
κατά
τόπους
᾿Εκκλησίες,
γιά τό:
•Ποιές
θά
εἶναι
αὐτές
οἱ
σαράντα
ἡμέρες
νηστείας.
•Ἄν
θά
συμπεριλαμβάνονται
στήν
χρονική
διάρκεια
τό
Σάββατο
καί
ἡ
Κυριακή,
πού
εἶναι
εὐχαριστιακές
καί
καταλύσιμες
ἡμέρες.
•Ἄν
θά
συμπεριλαμβάνεται
στήν
μέτρηση
τῶν
σαράντα
ἡμερῶν
καί ἡ
Μεγάλη
Ἑβδομάδα.
Στήν συνέχεια
θά ἀναφερθοῦμε
σέ δύο
τρόπους ὑπολογισμοῦ.
Πρῶτος
τρόπος ὑπολογισμοῦ.
Σύμφωνα
μέ τόν πρῶτο
τρόπο ὑπολογισμοῦ
τῶν
ἡμερῶν τῆς
Σαρακοστῆς,
αὐτήν
τήν
ἀποτελοῦσαν
ὀκτώ
ἑβδομάδες:
1.Ἡ
ἑβδομάδα
τῆς
Τυροφάγου.
2.Οἱ
ἕξι
ἑβδομάδες
τῶν
νηστειῶν (Α-Β-Γ-Δ-Ε-Βαΐων).
3.Ἡ
Μεγάλη
ἑβδομάδα.
Τό ὅτι ἀρχικά συμπεριλαμβανόταν ἡ Μεγάλη ἑβδομάδα στήν Τεσσαρακοστή, φαίνεται καθαρά στόν κθ´ κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκ.
Συνόδου
(691), σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ἡ Μεγάλη ἑβδομάδα ἀναφέρεται ὡς «ὑστέρα
(ἐσχάτη)
ἑβδομὰς» τῆς Σαρακοστῆς, στόν ν´
κανόνα τῆς
Λαοδικείας
(343 μέ
381, ἴσως
360), καθώς
καί
στό
῾Οδοιπορικό
τῆς
Αἰθερίας
(381 μέ
384).
Κάθε ἑβδομάδα περιελάμβανε πέντε ἡμέρες
νηστείας (5 ἡμέρες
Χ8 ἑβδομάδες
= 40 ἡμέρες).
Δὲν ὑπολογίζονται τά Σάββατα καί οἱ Κυριακές ἐπειδή
τίς ἡμέρες
αὐτές
γίνεται κατάλυση οἴνου καί ἐλαίου.
Δεύτερος
τρόπος ὑπολογισμοῦ.
Από τόν 9ο
αἰώνα,
ὅταν πλέον ὁριστικοποιήθηκε τό νέο νόημα τῆς Σαρακοστῆς, ἡ ὁποία ἀπό περίοδος προετοιμασίας τῶν κατηχουμένων γιά νά δεχθοῦν τό βάπτισμα, ἔγινε περίοδος μετανοίας καί μέ τήν ἐπίδραση τοῦ λειτουργικοῦ βιβλίου τοῦ «Τριωδίου» ἐπικράτησε «ἡ
μορφή
τῆς
Κωνσταντινουπόλεως», δηλαδή
ὁ τρόπος μετρήσεως πού ἐφαρμόστηκε τελικά στήν Κωνσταντινούπολη.
Σύμφωνα
μέ τόν νέο αὐτό τρόπο ὑπολογισμοῦ
τῶν
ἡμερῶν
τῆς
Μεγάλης Σαρακοστῆς, στήν περίοδο αὐτή:
•Δέν
συμπεριλαμβάνεται
ἡ
Μεγάλη
῾Εβδομάδα.
•Προσμετροῦνται
τά
Σάββατα
καί
οἱ
Κυριακές,
πού,
ἄν καί
δέν
εἶναι
ἡμέρες
νηστείας,
ἐντάσσονται
στήν
λειτουργική
περίοδο
τῆς
Μεγάλης Σαρακοστῆς.
•Χρειάζονται
6 ἑβδομάδες
γιά
τήν
συμπλήρωσή
της (οἱ
ἕξι
ἑβδομάδες
τῶν
νηστειῶν,
Α-Β-Γ-Δ-Ε-Βαΐων).
῞Εξι ἑβδομάδες ἐπί ἑπτά ἡμέρες κάνουν σαράντα δύο
ἡμέρες (6χ7 = 42). ᾿Αφαιροῦνται οἱ δύο τελευταῖες ἡμέρες,
τό Σάββατο
τοῦ
Λαζάρου
καί
ἡ
Κυριακή
τῶν
Βαΐων καί
ἔτσι ἔχουμε σαράντα ἡμέρες.
Η Μεγάλη
Σαρακοστή
ἀρχίζει
ἀπό
τήν
Δευτέρα
τῆς
Α´
῾Εβδομάδας τῶν
Νηστειῶν
(Καθαρά
Δευτέρα
– Καθαρά
῾Εβδομάδα)
καί
λήγει τήν
Παρασκευή
τῆς
ΣΤ´῾Εβδομάδας
(πρό
τῶν
Βαΐων). Τά τροπάρια αὐτῆς τῆς τελευταίας ἡμέρας στό «Τριώδιο», φανερώνουν «τήν
πλήρωσιν
τῆς
ψυχοφελοῦς
Τεσσαρακοστῆς» καί τήν ἀναμονή τῆς «ἁγίας
ἑβδομάδος
τοῦ
Πάθους».
Αὐτός ὁ ὑπολογισμός ὑπονοεῖται, σύμφωνα μέ τήν ἐρμηνεία πολλῶν, καί ἀπό τίς ᾿Αποστολικές Διαταγές (κείμενο τοῦ τέλους τοῦ δ´ αἰώνα), πού λέγουν: «Επιτελείσθω
δὲ
ἡ
νηστεία
αὕτη
πρὸ
τῆς
νηστείας
τοῦ
Πάσχα,
ἀρχομένη
μὲν
Δευτέραν,
πληρουμένη
δὲ
εἰς
Παρασκευήν.
Μεθ᾿
ἅς
ἀπονηστεύσαντες
ἄρξασθε
τῆς
ἁγίας
τοῦ
Πάσχα
ἑβδομάδος,
νηστεύοντες
αὐτὴν
πάντες
μετὰ
φόβου
καὶ
τρόμου». (᾿Αποστολικές
Διαταγές,
Ε΄ 18,19)
Δηλαδή, νά γίνεται ἡ νηστεία αὐτή πρίν τή νηστεία τοῦ Πάσχα, ἀρχίζοντας ἀπό τήν Δευτέρα,
καί
τελειώνοντας
τήν
Παρασκευή. Μετά ἀπό αὐτές, τελειώνοντας τήν
νηστεία,
ἀρχίζουμε
τήν
ἁγία
Ἑβδομάδα
τοῦ
Πάσχα,
νηστεύοντας
ὅλοι
μέ
φόβο
καί
τρόμο.
Τό
Σάββατο
τοῦ
Λαζάρου
καί
ἡ
Κυριακή
τῶν
Βαΐων,
εἶναι
Δεσποτικές
ἑορτές. ᾿Εξ αἰτίας τοῦ νέου ὑπολογισμοῦ τῆς Σαρακοστῆς, πού λήγει πρίν τήν Μεγάλη ῾Εβδομάδα, ἡ Λειτουργία τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου, διασώζει κάποια στοιχεῖα βαπτισματικῆς Λειτουργίας, γιά τήν ὁλοκλήρωση τῆς σαραντάμερης προετοιμασίας τῶν κατηχουμένων.
Αὐτό φαίνεται ἀπό τήν ψαλμωδία τοῦ βαπτισματικοῦ ὕμνου. «῞Οσοι
εἰς
Χριστόν
ἐβαπτίσθητε…», σέ ἀντικατάσταση τοῦ Τρισαγίου ὕμνου, κατά τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου καί ἀπό τό β´
Ἀπολυτίκιο
τῆς
Κυριακῆς
τῶν
Βαΐων
«Συνταφέντες
σοι διὰ
τοῦ
Βαπτίσματος,
Χριστὲ
ὁ
Θεός,
τῆς
ἀθανάτου
ζωῆς
ἠξιώθημεν
τῇ
᾿Αναστάσει
σου…», πού φανερώνει τήν ἤδη τελεσθεῖσα Βάπτιση τῶν κατηχουμένων στήν λήξη τῆς Τεσσαρακοστῆς.
Παρά τήν νέα ρύθμιση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Μεγάλη ἑβδομάδα εἶναι ἐκτός Σαρακοστῆς, στίς Προηγιασμένες τῆς Μεγάλης ἑβδομάδας παραμένει ὡς Ὀπισθάμβωνος εὐχή αὐτή πού ἀναφέρεται στήν τεσσαρακονθήμερη νηστεία. Δέν ὑπῆρξε πρόβλεψη γιά ἀλλαγή τῆς εὐχῆς αὐτῆς γιά τίς ἡμέρες πού δέν συμπεριλαμβάνονται στήν Μεγάλη Σαρακοστή.
Κι αὐτό εἶναι δεῖγμα τοῦ παλαιοῦ τρόπου ὑπολογισμοῦ τῶν ἡμερῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς τό ὁποῖο συμπεριλαμβάνει
στήν Σαρακοστή
καί τήν Μεγάλη ῾Εβδομάδα. ῎Αλλωστε στήν συνείδηση τοῦ κόσμου ἡ Μεγάλη ῾Εβδομάδα δέν ξεχωρίζεται ἀπό τήν Σαρακοστή.
Γιατί ἐνῶ
ἀπαγορεύεται
νὰ
τελεσθεῖ
θεία
Λειτουργία
ἡμέρα
νηστείας,
προσφέρεται
τίς μέρες
τῆς
νηστείας
ἡ
θεία
Κοινωνία,
μέ τήν Ἀκολουθία
τῶν
Προηγιασμένων; Αὐτό δέν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τόν ἀπαγορευτικό κανόνα πού ἀναφέραμε παραπάνω, ἀρκεῖ νά ἐξετάσουμε καί τήν ἄλλη πλευρά τοῦ σκοποῦ τῆς θείας Κοινωνίας.
Ἡ θεία Κοινωνία δέν εἶναι μόνο ἡ ἔλευση, ἡ παρουσία καί ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ «ἐν
τῇ
κλάσει
τοῦ
Ἄρτου», καί
ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεό, ἀλλά εἶναι καί ἡ πηγή δυνάμεως πού μᾶς στηρίζει στόν πνευματικό ἀγώνα. Κατά τήν
Μεγάλη Σαρακοστή ὁ κάθε πιστός διεξάγει ἕναν πνευματικό ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ἀκολουθία τῶν Προηγιασμένων Δώρων μᾶς δίδει τήν θεία Κοινωνία σάν βοήθεια καί δύναμη στόν ἀγώνα μας ἐναντίον τοῦ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας. Ἐνῶ ἀπό τήν μιά μεριά ἀπαγορεύεται νά
τελεσθεῖ ἡ θεία Λειτουργία στίς μέρες τῆς νηστείας.
Από τήν ἄλλη μεριά ὅμως ἔχουμε συνέχεια στήν Ἐκκλησία τήν παρουσία τῶν καρπῶν τῆς θείας Εὐχαριστίας μέ τήν τέλεση τῆς
Προηγιασμένης. Ὅπως
ἀκριβῶς καί μέ τόν Χριστό
πού, «ὁρατὰ» μέν
ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς κι ὅμως «ἀόρατα» εἶναι παρών στόν κόσμο.
Ὅπως μέ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού πρόκειται νά ἔρθει, ἀλλά ταυτόχρονα βρίσκεται ἀνάμεσά μας καί τήν βιώνουμε
καθημερινά. Ἔτσι,
λοιπόν, ἡ θεία Εὐχαριστία ὡς μυστήριο καί πνευματικό
πανηγύρι, ὡς γιορτή τῆς Ἐκκλησίας δέν συμβιβάζεται μέ τήν νηστεία καί δέν τελεῖται στήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.
Αλλά ὡς χάρη καί δύναμη πνευματική, πού
δίνει στούς πιστούς τά ὅπλα γιά τόν
πνευματικό τους ἀγώνα,
βρίσκεται στήν καρδιά τῆς νηστείας.Εἶναι στ᾽ ἀλήθεια τό πνευματικό μάνα πού μᾶς διατηρεῖ ζωντανούς στό ταξίδι μας μέσα στήν ἔρημο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.
Ἡ νηστεία, ὡς
προετοιμασία τοῦ πιστοῦ,
γιά
τήν συμμετοχή
του στήν «Ἑσπερινή
θεία
Κοινωνία»
κατά τήν Ἀκολουθία
τῶν
Προηγιασμένων
Δώρων.
Τό πρῶτο καί οὐσιαστικό
χαρακτηριστικό τῆς
Προηγιασμένης
εἶναι ὅτι αὐτή εἶναι μιά «Ἑσπερινή
Ἀκολουθία». Δέν
εἶναι Λειτουργία, εἶναι μιά ἀκολουθία θείας Κοινωνίας, πού τελεῖται συναπτά μέ τόν Ἑσπερινό. Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοση πάντοτε πρό τῆς θείας Κοινωνίας προηγεῖται ἡ Γενική ἤ Εὐχαριστιακή νηστεία.
•Ὅταν ἡ θεία Λειτουργία τελεῖται πολύ ἐνωρίς, τό πρωί,
ἡ ὁλονύκτια ἀγρυπνία πού προηγεῖται ἀναπληρώνει
τό ἔργο τῆς νηστείας καί τῆς προετοιμασίας.
•Στίς Ἐνορίες ὅπου ἡ θεία Λειτουργία δέν τελεῖται πολύ
ἐνωρίς τό πρωί, ἀλλά μετακινεῖται σέ κάποια ὥρα ἀργότερα,
παρατείνεται ἡ Γενική νηστεία μερικές ὧρες ἀργότερα
πρός τό μεσημέρι.
•Τίς ἡμέρες πού τηροῦμε Γενική νηστεία ἡ θεία Κοινωνία προσφέρεται τό ἀπόγευμα συναπτά
μέ τόν Ἑσπερινό. Ἐφ᾽ ὅσον, λοιπόν,
ἡ
Τετάρτη
καί ἡ
Παρασκευή κατά τήν διάρκεια τῆς
Μεγάλης
Σαρακοστῆς
εἶναι
ἡμέρες
γενικῆς
ἀποχῆς –
Γενικῆς νηστείας – ἡ θεία Εὐχαριστία προσφέρεται μέ τήν
Προηγιασμένη τό ἀπόγευμα
συναπτά μετά τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ.
Μέ τήν ἴδια λογική ἐξηγοῦμε καί τό γεγονός ὅτι τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων, πού εἶναι ἡμέρες Γενικῆς Νηστείας, ἡ θεία Λειτουργία τελεῖται συναπτά μέ τόν Ἑσπερινό. Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἴσως ὅλα αὐτά νά μᾶς φαίνονται παράξενα καί ἄσχετα μέ τό τί γίνεται σήμερα. Μᾶς φανερώνουν ὅμως τήν ὀρθόδοξη λειτουργική πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας καί κάτι ἀκόμα πιό σπουδαῖο.
Όπού σήμερα τό ἔχουμε ξεχάσει: «ὅτι ἡ θεία Εὐχαρστία πάντοτε εἶναι τό τέλος τῆς προετοιμασίας, καί οἱ ἡμέρες τῆς Γενικῆς Νηστείας στεφανώνονται μέ τήν Ἑσπερινή Εὐχαριστία».Ἡ Ἐκκλησία γιὰ τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή, στήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ὁρίζει τελεία ἀποχή ἀπό τό φαγητό ὡς τήν ἐνάτη ὥρα.
Γι᾽ αὐτό, τό ξαναλέμε, ὅταν κοινωνοῦμε στήν Προηγιασμένη, πρέπει νά εἴμαστε ὅλη τήν ἡμέρα νηστικοί. Πουθενά ἀλλοῦ δέν ὑπάρχει τό ἀληθινό νόημα τῆς νηστείας καί πουθενά ἡ Σαρακοστή δέν ἀποκαλύπτεται καλύτερα παρά μόνο κατά τίς ἡμέρες ἐκεῖνες πού προσφέρεται ἡ θεία Κοινωνία τό ἀπόγευμα συναπτά μέ τόν ἑσπερινό.
Ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. «Ἕνας τρόπος ζωῆς».
Ο
κάθε χριστιανός στήν διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους καί ἰδιαίτερα κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δέν θά πρέπει νά περιορίζεται ἁπλά καί μόνο στήν παρακολούθηση τῶν ἀκολουθιῶν, στήν τυπικὴ νηστεία καί τήν προσευχή. Θεωρεῖται δεδομένο ὅτι ὅλα αὐτά προβλέπονται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας καί ἀποτελοῦν ἱερό καθῆκον τοῦ κάθε χριστιανοῦ.
Γιά νά ἔχουν ὅμως θετικό ἀποτέλεσμα καί νά ἀποκτήσουν τό πραγματικό
τους νόημα, θά πρέπει νά γίνουν «ἕνας
τρόπος
ζωῆς».Νά
ἀποφύγουμε τήν διάσπαση τῆς ζωῆς μας σέ δύο κομμάτια, στό θρησκευτικὸ καί στό κοσμικό, τήν διάσπαση τῆς ζωῆς μας σὲ δύο τρόπους ζωῆς, στόν τρόπο ζωῆς μέσα στό σπίτι καί στόν τρόπο ζωῆς ἔξω ἀπ' αὐτό.
Στό παρελθόν κατά τήν Μεγάλη Σαρακοστή, ὁλόκληρη ἡ κοινωνία ἀποδεχόταν ἕναν συγκεκριμένο ρυθμό ζωῆς, ὁρισμένους κανόνες πού ὑπενθύμιζαν στά ἄτομα – μέλη τῆς κοινωνίας, τήν περίοδο τῆς Σαρακστῆς καί δημιουργοῦσε ἔτσι ἡ κοινωνία ἕνα εἶδος σαρακοστιανοῦ κλίματος, βοηθώντας τόν χριστιανό στόν προσωπικό του ἀγώνα.
Σήμερα τά πράγματα ἔχουν ἀλλάξει ὄχι μόνο σέ κοινωνικό ἐπίπεδο ἀλλά καί οἰκογενειακό, σέ σημεῖο ὥστε δέν χρειάζεται κανείς νά βγεῖ ἀπό τό σπίτι του γιά νά βρεθεῖ «ἔξω». Ὁλόκληρος ὁ «ἔξω κόσμος» ἔχει ἐγκατασταθεῖ μόνιμα μέσα στό σπίτι μας, μέ τήν ἐπικράτηση καί τήν ἀλλοιωτική ἐπίδραση τῶν μέσων μαζικῆς ἐνημέρωσης, πού ἔχουν διαποτίσει τήν ζωή μας μέσα καί ἔξω ἀπό τό σπίτι.
Ἐκεῖνο
πού ζητάει
ἀπό
μᾶς
ἡ
Ἐκκλησία
νά κάνουμε
στήν διάρκεια
τῆς
Μεγάλης
Σαρακοστῆς
εἶναι:
1.Νά ἐμπλουτίσουμε
τόν πνευματικό καί διανοητικά
ἐσωτερικό κόσμο
μας, νά μελετήσουμε
καί νά στοχασθοῦμε
πάνω
σέ ὅ,τι
μπορεῖ
νά
μᾶς
βοηθήσει
νά ἀνακαλύψουμε
αὐτόν
τόν ἐσωτερικό
κόσμο
καί τίς χαρές
του.
2.Νά ἐλέγξουμε
τόν ἀπίστευτα
ὑπεροπτικὸ
χαρακτῆρα
μας,
στίς σχέσεις
μας μέ τούς ἀνθρώπους,
στά διάφορα
γεγονότα
καί στήν
δουλειά.
3.Μᾶς
δίνει
τήν εὐκαιρία
γιά ἔλεγχο
στά λόγια
μας.
«Ἐκ
γὰρ
τῶν
λόγων
σου δικαιωθήσῃ,
καὶ ἐκ
τῶν
λόγων
σου καταδικασθήσῃ».
(Ματθ. 12, 37)
4.Νά
νιώσουμε
καί νά βιώσουμε
τήν «χαρμολύπη» πού
εἶναι
τό πραγματικό μήνυμα
τῆς
Μεγάλης
Σαρακοστῆς
5.Νά «μαλακώσει»
τήν καρδιά
μας τόσο
ὥστε
νά μπορεῖ
νά ἀνοιχτεῖ
στίς πραγματικότητες
τοῦ
πνεύματος, νά
ἀποκτήσει
τήν ἐμπειρία
τῆς
κρυμμένης
«δίψας
καὶ
πείνας»
γιά ἐπικοινωνία
μέ τόν Θεό.
6.Τέλος,
νὰ
πάρουμε
τήν μεγάλη
ἀπόφαση, ὥστε νά
«συμπορευθῶμεν μετὰ
τοῦ Χριστοῦ,
ἀναβαίνοντες
εἰς Ἱεροσόλυμα, νὰ συσταυρωθῶμεν μετ᾽
αὐτοῦ διὰ την Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Λίγο
πρίν τήν Μεγάλη Εβδομάδα...
Στήν πορεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής βρισκόμαστε λίγο πρίν τήν Μεγάλη Εβδομάδα, τήν οποία χαρακτήρισαν οί Πατέρες μας «Μεγάλη», επειδή μεγάλα είναι τά γεγονότα πού λαμβάνουν χώρα σέ αυτήν. Καί τά γεγονότα αυτά κορυφώνονται μέ τό Πάθος καί τήν Ανάσταση του Χριστού. Γι’ αύτά τά γεγονότα δέν έχουμε κάθε χρόνο μία απλή ανάμνηση, αλλά ένα επαναλαμβανόμενο «ζωντανό» γεγονός, γι' αύτό καί ο ψαλμωδός λέει:«Σήμερον κρεμάται...», ή «Σήμερον γεννάται...» κ.τ.λ.
Εισαγωγικά, πρίν προχωρήσω στό θέμα μου, πού είναι «Τό Πάθος τού Χριστού στήν Παλαιά Διαθήκη», θά ήθελα νά σάς αναφέρω κάτι πού είναι πιό γενικό, αλλά πολύ σημαντικό. Ή Πίστη μας έχει δύο αγκωνάρια, τό ένα είναι ή Αγία Γραφή καί τό αλλο ή Ιερά Παράδοση. Πιό συγκεκριμένα, πιό σωστά, ή Αγία Γραφή είναι ένα μέρος τής Ιεράς αύτής Παράδοσης. Ή Αγία Γραφή είναι τό πιό ίερό βιβλίο τής Πίστης μας, σέ αύτό είναι αποθησαυρισμένα τά λόγια τού Χριστού, των Αποστόλων καί βεβαίως των Προφητών καί των Δικαίων τής Παλαιάς Διαθήκης.
Όλη ή Αγία Γραφή,
Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, στρέφεται γύρω από Ένα Πρόσωπο καί αύτό είναι ο
Χριστός. Πρίν νά σαρκωθεΐ τόν έβλεπαν καί μιλούσαν γι'αύτόν οί Προφήτες καί
λοιποί άγιοι τής Παλαιάς Διαθήκης, ένώ γιά τήν διδασκαλία Του καί τό έργο Του
έπί τής γής αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη οί Ευαγγελιστές, οί Απόστολοι καί οί
συνεργοί τους, αυτοί δηλαδή πού ήταν δίπλα του ώς «αυτόπτες» καί «αυτήκοοι»
μάρτυρες.
Σήμερα θά αναφερθούμε σέ περικοπές καί χωρία περί τού Χριστού στήν Παλαιά Διαθήκη, τού πρώτου μέρους δηλαδή τής Θείας Αποκαλύψεως, καί ειδικά στό πώς περιγράφεται τό Πάθος Του πρίν τήν Ένανθρώπησή Του. Θά εστιάσουμε κατά βάση, σέ έναν χριστολογικό ψαλμό, τόν 21ο, πού θά τόν προσεγγίσουμε μέ μιά ορθόδοξη ερμηνευτική ματιά. Θά γίνει έτσι σαφές, ότι ό ψαλμός, άφορα στό Πρόσωπο τού Χριστού, τού Μεσσία, πού επρόκειτο νά σαρκωθεΐ. Είναι λοιπόν, ό ψαλμός αυτός, όπως θά δούμε, μία προφητεία περί τού Πάθους, άλλά καί τής Ανάστασης τού Μεσσία.
Νά σημειώσουμε άρχικά, ότι οί Ψαλμοί είναι 150, είναι όπως όλα τά κείμενα τής Βίβλου, θεόπνευστο κείμενο, άφού έχει γραφθεί μέ τόν φωτισμό τού αγίου Πνεύματος. Κατά τούς ειδικούς, δέν είναι όλοι έργα τού βασιλιά Δαυίδ, άλλά αποδίδονται σέ αυτόν, γι' αυτό καί επιγράφονται «τώ Δαυίδ». Χωρίζονται ώς πρός τό περιεχόμενό τους σέ ψαλμούς μετανοίας, δοξολογίας, ίεραποδημίας, χριστολογικοί κ.τ.λ. Όλοι όμως έχουν τό ϊδιο κύρος, τήν θεοπνευστία καί τό ύψιστο θεολογικό βάρος.
Πρίν άναφερθούμε στόν ψαλμό 21, νά πούμε ότι γενικά στήν Αγία Γραφή εφαρμόζουμε διάφορες ερμηνευτικές μεθόδους, όπως ή ιστορική, ή κριτική, ή αλληγορική καί άλλες παλαιότερες ή πιό σύγχρονες. Τόν ψαλμό 21 δέν μπορούμε νά τόν ερμηνεύσουμε ιστορικά γενικά, ότι δηλαδή, αναφέρεται σέ αλλο πρόσωπο καί όχι στόν Χριστό, γιατί ό ψαλμός είναι χριστολογικός, μέ βάση τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, άφού σαφώς όμιλεΐ γιά τρυπήματα χεριών καί ποδιών, γιά διασκορπισμούς οστών, γιά διαμελισμό ίματίων καί γιά αλλα παθήματα.
Όλα αυτά «φωτογραφίζουν» καί παραπέμπουν στά Θεία Πάθη. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι πολλές φορές στά κείμενα τής Παλαιάς Διαθήκης δέν υπάρχουν ιστορικά πρόσωπα πού λειτουργούν ώς «προάγγελοι» αλλων προσώπων τής Καινής Διαθήκης. Στόν Ψαλμό πού εξετάζουμε πάντως, γίνεται άναφορά στήν δικαίωση κάποιου πού πάσχει, πού μόνο στήν ζωή τού Ιησού Χριστού μπορεί νά εφαρμοστεί τόσο εύστοχα. Ακόμα, δέν μπορούμε νά πούμε ότι τά όσα λέγονται γιά τόν πάσχοντα στόν ψαλμό, λέγονται γενικά καί άόριστα γιά τόν ενάρετο άνθρωπο.
Οί τόσες λεπτομέρειες τού ψαλμού «απαιτούν» ορισμένο πρόσωπο στό όποΐο αναφέρονται. Ό ψαλμός, όπως τόν ερμήνευσε ή Εκκλησία μας, αναφέρεται ακριβώς στό πρόσωπο τού Μεσσία, στόν Ιησού Χριστό, γιατί μόνο σ' Αυτόν εκπληρώθηκαν τά όσα προφητεύονται, όπως μας πληροφορούν τά Άγια Ευαγγέλια. Καί ή άρχική επιγραφή τού ψαλμού «υπέρ τής άντιλήψεως τής έωθινής», άναφέρεται στόν Ιησού Χριστό καί συγκεκριμένα στήν επιφάνειά Του, στόν ερχομό Του, πού όντως έγινε καί φώτισε αυτούς πού βρίσκονταν στό σκότος.
Στό σημεΐο αυτό πρέπει νά σημειωθεΐ ότι όρισμένες φορές άπό κάποιους έρμηνευτές τών βιβλικών κειμένων γίνεται μιά προσπάθεια να άποδοθούν μεσσιανικά όλα σχεδόν τά χωρία, κάτι όμως πού είναι υπερβολικό καί άντιεπιστημονικό. Ώς πρός τό περιεχόμενο, ό ψαλμός μπορεί νά χωριστεί σε δύο μέρη: α).στίχ. 2-22 στό όποΐο μπορούμε να δώσουμε τό όνομα «Πάσχων» και β).στιχ.23-32 τό όνομα «σεσωσμένος» Θά προσπαθήσουμε μετά τά εισαγωγικά αύτά, μιά σύντομη ερμηνευτική προσέγγιση τού ψαλμού 21.
Ό ψαλμωδός παρουσιάζει κάποιον πού πάσχει νά απευθύνεται στόν Θεό ζητώντας βοήθεια, παραπονούμενος μάλιστα ότι τόν εγκατέλειψε: «Ό Θεός, ο Θεός μου (= Θεέ μου, Θεέ μου) πρόσχες μοι· Ινα τί έγκατέλιπές με;» (στίχ. 2). Είναι γνωστοί οί λόγοι αύτοί. Είναι οί λόγοι πού είπε ο Ιησούς Χριστός στήν αραμαϊκή γλώσσα ώδινόμενος στόν Σταυρό: «Ήλί, ήλί, λαμά σαβαχθανί;».«Μιλάει» κατά τόν Θεοδώρητο ή ανθρώπινη φύση. Αλλά ο επόμενος λόγος τού πάσχοντος είναι μεγαλύτερος σέ δυσκολία στήν ερμηνεία του. Λέει: «Μακράν άπό τής σωτηρίας μου οί λόγοι των παραπτωμάτων μου» (στίχ.2).
Ό
Πάσχων απευθύνει «λόγους» στόν Θεό, τόν Όποιον καλεί «σωτηρία» του (βλ. Ψαλμ. 34,3)·
τού απευθύνει κραυγές καί επικλήσεις, γιατί όδυνάται, αλλά φαίνεται ότι ο Θεός
δέν τόν ακούει, δέν σπεύδει πρός βοήθεια, αλλά είναι μακρυά Του, γι'αύτό καί
λέει, «μακράν άπό τής σωτηρίας μου οί
λόγοι (μου)».
Αλλά, ποιά είναι τά «παραπτώματα» γιά τά όποια λέει στήν συνέχεια, «οί λόγοι τών παραπτωμάτων μου»; (στίχ.2). Είπαν, ότι «παραπτώματα», είναι τά δικά μας αμαρτήματα, τά οποία επιφορτίστηκε ο Ιησούς Χριστός καί πάσχει αντί ήμών. Αύτό βέβαια είναι αλήθεια, αλλά τά «παραπτώματα» τού στίχου μας έδώ δέν πρέπει νά έχουν αύτή τήν ερμηνεία. Γιατί ο Πάσχων ομιλεί γιά δικά του παραπτώματα. Λέει τά «παραπτώματά ΜΟΥ». Αλλά ο Ιησούς Χριστός είναι αναμάρτητος. «Άμαρτίαν ουκ έποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος έν τω στόματι αντον» (Βλ. Ίω. 8,46).
Γι' αύτό πρέπει νά προτιμήσουμε τό πρωτότυπο Εβραϊκό κείμενο (Μ.Κ.) πού λέει: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μέ έγκατέλειψες; Γιατί είσαι μακρυά άπό τήν σωτηρία μου καί από τά λόγια τών βρυχημάτων μου;». Ή «τά λόγια τών όδυρμών μου», όπως μετέφρασε ό Σύμμαχος.Ό Σύμμαχος άναφέρει «οδυρμών μου», ό Θεοδοτίωνας «βοήσεώς μου». Κατά τούς Ο', μπορούμε νά νοήσουμε τά «παραπτώματα» ώς «λάκκο», (άπό τό «πτώση»), στόν όποΐο έπεσε ό Πάσχων καί κράζει πρός τόν Θεό γιά βοήθεια, άλλά δέν βλέπει τήν βοήθειά Του.
Τόν «λάκκο» όμως θά πρέπει νά τόν νοήσουμε μέ τήν μεταφορική έννοια, ώς μία θλιβερή κατάσταση στήν όποία περιέπεσε ό Πάσχων. Στήν συνέχεια, τό βασανιζόμενο πρόσωπο τού ψαλμού εξακολουθεΐ νά εκφράζει παράπονα πρός τόν Θεό, κράζοντας μέρα καί νύκτα πρός Αυτόν, χωρίς αυτό νά θεωρεΐται «ανοια» (στίχ. 3), δηλαδή, άνόητο πράγμα. Γιατί, αν δέν καταφύγει κανείς πρός τόν Θεό στόν πόνο του, πού καί πότε θά καταφύγει;
Καλό είναι τόν Θεό νά τόν έχεις κέντρο τής ζωής σου. Νά είναι Θεός σου σέ χαρές καί λύπες. Έστω όμως καί στήν ύστατη ώρα νά άναζητούμε τόν Θεό. Παρά όμως, τό ότι ό Πάσχων, είπε προηγουμένως, ότι ό Θεός είναι μακράν Του (στίχ. 2), νοιώθει τώρα ότι δέν είναι τόσο μακράν Του, γιατί είναι στόν Ναό, στόν όποΐο καταφεύγουν οί Ισραηλίτες καί Τόν υμνούν: «Σύ δέ εν άγίω κατοικείς ό έπαινος τον Ισραήλ» (στίχ. 4). Τήν λέξη «έπαινος» ερμήνευσαν ώς «ύμνο».
Έχει, λοιπόν, τόν
σώζοντα ό Πάσχων. Αλλά υπάρχουν καί άπό τήν ίστορία παραδείγματα, πού όμιλούν
γιά τήν προστασία τών δικαίων άπό τόν Θεό (στίχ.5-6). Είναι τότε πού ό Θεός
βλέπει τήν άθλιότητα τών άνθρώπων καί κινεΐται ευσπλαγχνικά πρός αυτούς.
Αλλά τί πιό
άξιολύπητο άπό τό νά βλέπεις τόν Θεό νά πάσχει επί τού Σταυρού; Δίνεται στόν
ψαλμό μία δυνατή εικόνα στήν συνέχεια. Ό Ιδιος παριστάνει τόν εαυτό Του ώς «σκώληκα»
λέγοντας: «Έγώ δέ ειμί σκώληξ καί ούκ άνθρωπος· όνειδος ανθρώπων καί έξουθένημα
λαού» (στίχ. 7).
Ό σκώληκας είναι
δείγμα τής εύτελείας καί τής αδυναμίας (βλ. Ίώβ 25,6). Έρπει κατά γής γυμνός
καταπατούμενος από τόν τυχόντα καί μή δυνάμενος νά αμυνθεί. Έτσι παριστάνει καί
ο Ήσαΐας τόν Μεσσία έπί τού Σταυρού: «Καί
εϊδομεν αυτόν καί ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος· άλλά τό είδος αυτού άτιμον καί
έκλείπον παρά τούς υίούς των ανθρώπων» (53,2-3).
Αλλά κατά τήν ερμηνεία τού Μαξίμου τού Όμολογητού ο Ίησούς Χριστός παρομοιάζεται μέ σκώληκα γιά τόν λόγο ότι γεννήθηκε παρθενικά, ανευ σπέρματος, όπως καί οί σκώληκες δέν γεννούνται από σπέρμα, αλλά από τήν γή. Παρομοίως προσεγγίζει καί ο Θεοδώρητος. Περιγράφοντας τά μαρτύριά Του ο Μεσσίας λέει γιά τήν περιφρόνηση τών ανθρώπων έναντίον Του, ή οποία έκφραζόταν μέ λόγους, μέ έκμυκτηρισμούς καί κινήματα τής κεφαλής (στίχ. 8).
Σ' αύτό προστίθεται
καί τό μεγαλύτερο μαρτύριο, ή ύβρις, ότι δήθεν τόν έγκατέλειψε ο Θεός καί άν
τόν υπεράσπιζε πραγματικά, θά τόν έσωζε. Αναφέρει ο ψαλμός: «Ήλπισεν
έπί Κύριον, ρυσάσθω αυτόν, σωσάτω αυτόν, ότι θέλει αυτόν» (στίχ. 9). Αύτά όμως, τά ϊδια
ακριβώς, έφαρμόζονται στόν Μεσσία έπί τού Σταυρού, όπως αναφέρει ο Εύαγγελιστής
Ματθαίος:
«Οί
δέ παραπορευόμενοι έβλασφήμουν αυτόν κινονντες τάς κεφαλάς αυτών» (Μτθ.
27,39). Παρομοίως, αναφέρει καί ο Λουκάς: «Καί είστήκει ο λαός θεωρών.
Έξεμυκτήριζον δέ καί οί άρχοντες σύν αυτοίς λέγοντες· άλλους έσωσε, σωσάτω
εαυτόν, εί ούτός έστιν ο Χριστός, ο του Θεού έκλεκτός» (Λουκ. 23,35).
Στήν συνέχεια αύτοί οί μυκτηρισμοί τών έχθρών κάνουν τόν πάσχοντα, έπί τού Σταυρού ευρισκόμενο, νά σταματήσει το παράπονό Του καί νά στραφεΐ σέ συγκινητικές δεήσεις πρός τόν Θεό.Όσο οί εχθροί Του τόν ενέπαιζαν, επειδή ελπίζει στόν Θεό καί κράζει σ' Αυτόν, τόσο καί ό Πάσχων στρέφεται περισσότερο πρός τόν Θεό καί τού άπευθύνει δέηση (στιχ. 10 έξ.).
Τό πρώτο πού λέει ό
πάσχων γιά νά έλκύσει τήν συμπάθεια τού Θεού είναι ή προέλευσή Του άπό τον Ιδιο
(τόν Θεό): «Σύ εΐ ό εκσπάσας με εκ
γαστρός· ή ελπίς μου άπό μαστών τής μητρός μου. Έπί σέ επερρίχθην εκ μήτρας·
άπό γαστρός μητρός μου Θεός μου εΐ σύ» (στίχ.
10-11). Θέλει νά πεΐ ό πάσχων: Σύ, Θεέ μου, μού έδωσες τήν γέννηση· Σύ
θά μέ διασώσεις καί άπό τόν θάνατο.
Ή, όπως ερμηνεύει ό
Ευσέβιος τήν περικοπή τών στίχων μας: «Ώσπερ
ονν ή σον τον Υψίστου τότε δύναμις συλλαμβανόμενον μέν επεσκίασε, τικτόμενον δέ
εξέσπασεν άπό γαστρός μητρός (δηλαδή, τής Παναγίας), οϋτω πολλή μοι τυγχάνει
παραμυθία, ότι καί τον θανάτου με πολύ μάλλον ανασπάσεις».
Στό παραπάνω επιχείρημα γιά νά έλκυσθεΐ ή «συμπάθεια» τού Θεού, προσθέτει ό πάσχων στήν συνέχεια καί δεύτερο επιχείρημα: Τούς εχθρούς Του παρομοιάζει μέ τήν άγριότητα τών μόσχων καί τών ταύρων: «Περιεκύκλωσάν με μόσχοι πολλοί, τανροι πίονες περιέσχον με» (στίχ. 13). Ή ασχημη συμπεριφορά τών εχθρών του τούς κάνει όμοιους μέ ταύρους. Ή δύναμη τους όμοιους μέ λέοντες καί λέει γι' αυτούς: «Ήνοιξαν επ εμέ τό στόμα αντών ώς λέων ό άρπάζ,ων καί ώρυόμενος» (στίχ. 14).
Ό Θεοδώρητος υποστηρίζει ότι οί ταύροι είναι «οί γραμματείς καί οί φαρισαΐοι». Καί άποτέλεσμα τής θηριωδίας τους είναι νά κατασπαράξουν τό θύμα τους, νά τό φέρουν σέ μαραμένη καί διαλυμένη κατάσταση.Ό Πάσχων περιγράφει τήν κατάστασή αυτή λέγοντας: «Ώσεί ύδωρ έξεχύθην καί διεσκορπίσθη πάντα τά οστά μου, έγεννήθη ή καρδία μου ώσεί κηρός τηκόμενος έν μέσω τής κοιλίας μου. Έξηράνθη ώς δστρακον ή ισχύς μου, καί ή γλώσσα μου κεκόλληται τω λάρυγγί μου καί είς χονν θανάτου κατήγαγές με» (στίχ.15-16). Πιό απλά:
Οί δυνατοί έχθροί μου μέ παρέλυσαν καί μέ διέλυσαν,
έγινα στεγνό κεραμίδι. Δέχεται όμως ο Μεσσίας ότι αύτά έγιναν μέ τήν ανοχή τού
Θεού· γι' αύτό απευθυνόμενος σ' Αύτόν λέει: «Εις χονν θανάτου κατήγαγές με» (στίχ.
16). Έσύ ο Θεός τά έπιτρέπεις καί χωρίς τό θέλημά Σου δέν γίνεται τίποτε.
Είναι
παρόμοιο αύτό μέ όσα ο απόστολος Πέτρος ανέφερε γιά τόν θάνατο τού Ίησού, τόν
οποίον «έπιασαν καί έσταύρωσαν καί θανάτωσαν οί Ιουδαίοι», αλλά αύτό έγινε «σύμφωνα
μέ τήν δρισμένη άπόφαση καί πρόγνωση τον Θεον» (Πράξ. 2,23).
Τούς
έχθρούς στήν συνέχεια ο πάσχων τούς παρομοιάζει μέ τούς ακάθαρτους κύνες (στίχ.
17), απ' αύτούς πού ήταν γεμάτοι οί απόμεροι δρόμοι τής Ανατολής καί
έπιτίθενται έναντίον τών διαβατών.
Συνεχίζουμε τήν ερμηνευτική προσέγγιση τού Ψαλμού, ο οποίος σαφώς αποδεικνύεται χριστολογικός. Οί έχθροί πού προανέφερε «ώρυξαν χείρας καί πόδας» (τον Μεσσία) (στίχ. 17).Ή έκφραση αύτή υπαινίσσεται σταυρικό θάνατο, γιατί «ώρυξαν» σημαίνει «διετρύπησαν». Τόν τρόπο αύτό θανάτωσης χρησιμοποιούσαν όχι μόνο οί Ρωμαίοι, αλλά καί οί Πέρσες, οί Καρχηδόνιοι καί οί Αιγύπτιοι.
Άλλο σημείο πού παραπέμπει στόν θάνατο τού Χριστού είναι οί μαστιγώσεις
καί οί βασανισμοί καί αύτή ή Σταύρωση τού Ίησού Χριστού στήν οποία ακόμα καί τά
πλευρά φαίνονται καί είναι μετρήσιμα. Αναφέρει τό κείμενο: «Έξηρίθμησαν πάντα τά οστά μου» (στίχ. 18).
Ή προφητεία αύτή έκπληρώθηκε κατά γράμμα, γιατί μέ τούς δαρμούς τό
δέρμα τού Ίησού Χριστού αλλοιώθηκε καί φάνηκαν τά όστά Του. Στήν θέα όλων τών
βασανιστηρίων του Μεσσία οί εχθροί του ευχαριστιούνταν καί χαίρονταν, όπως
άναφέρεται στήν συνέχεια τού ψαλμού: «αντοί δέ κατενόησαν καί επείδον με» (στίχ.
18). Όστά κατά τόν Θεοδώρητο είναι κάτι άλλο.
Είναι οί Απόστολοι, οί όποιοι διασκορπίσθηκαν «δίκην ύδατος». Γιά νά συνεχίσουμε όμως τήν προηγούμενη
έρμηνευτική προσέγγιση, όπως κάνουν οί ληστές, όταν άπογυμνώνουν τά θύματά τους
καί έπειτα τά άποτελειώνουν, έτσι καί οί εχθροί τού Μεσσίου διεμέρισαν τά
ίμάτιά Του καί γιά τήν διανομή αυτή έβαλαν κλήρο (στίχ. 19).
«Ίματισμόν»
τού Χριστού θά νοήσουμε τόν άρραφο χιτώνα Του.
(Ζιγαβηνός) Βλέπουμε ότι όχι τυχαία ή Εκκλησία στήν λατρεία της έδωσε στόν
στίχο σαφή χριστολογικό προσδιορισμό καί τόν τοποθέτησε νά ψάλλεται στήν
άκολουθία τών Παθών τής Μεγάλης Εβδομάδας. Στό τέλος τής ίκεσίας του πρός τόν
Θεό ό Πάσχων λέει:
«Σύ
δέ, Κύριε, μή μακρύνης τήν βοήθειάν μου, εις τήν άντίληψίν μου πρόσχες» (στίχ.20).
Καί άκόμη είδικώτερα εύχεται νά τόν σώσει άπό τήν «ρομφαία» (τού εχθρού) καί
άπό τόν «κύνα» (στίχ. 21).
Ύπό τήν «ρομφαία» θά νοήσουμε
εδώ τούς στρατιώτες τού Πιλάτου καί υπό τόν «κύνα» τόν Ιουδαϊκό λαό. Κύνες μπορούν νά χαρακτηριστούν καί
οί «εξ εθνών».
Καί στήν συνέχεια τού Ψαλμού φαίνεται μία εσωτερική δύναμη νά ενισχύει τόν Πάσχοντα: Από τήν άβυσσο τής εγκαταλείψεως καί τής οδύνης Του άναθάλλει καί βλέπει τούς καρπούς τής θυσίας του. Βλέπει τόν Εαυτό Του μεταξύ τών όμοφύλων του νά διηγεΐται τά μεγαλεΐα τού Θεού. Γιατί όντως οί Ισραηλίτες πρώτοι θά άκούσουν τό Ευαγγέλιο τής σωτηρίας. Λέει ό Μεσσίας: «Διηγήσομαι τό όνομά σου τοις άδελφοίς μου, εν μέσω εκκλησίας υμνήσω σε» (στίχ. 23).
Όχι «εν κρυπτώ» άλλά «έν μέσω έκκλησίας», σέ όλες τίς φυλές, θά κηρυχθούν οί εύλογίες από τήν Σταυρική θυσία. Μέ δύναμη καί σιγουριά θά αναφωνεί : «Οί φοβούμενοι τόν Κύριον αίνέσατε αυτόν, άπαν τό σπέρμα Ιακώβ δοξάσατε αυτόν...Ότι ουκ έξουδένωσε ουδέ προσώχθισε τή δεήσει τον πτωχον» (στίχ. 24-25). Καί στρέφοντας τό πρόσωπό Του ο Μεσσίας από τήν συναγωγή τών αδελφών πρός τόν Θεό λέει: «Παρά σου ο έπαινός μου έν έκκλησία μεγάλη. Τάς ευχάς μου αποδώσω ένώπιον τών φοβουμένων αυτόν» (στίχ. 26).
Υπήρχε συνήθεια στούς Ίουδαίους, σέ καιρό κινδύνου νά κάνουν ένα τάμα
πρός τόν Θεό, νά τού προσφέρουν «θυσία
σωτηρίου» (Λευϊτ. 7,11-17). Από τά κρέατα δέ τής θυσίας
αύτής έτρωγε εύχαριστιακά καί ο προσφέρων τήν θυσία μαζί μέ τούς παρόντες σ'
αύτήν.
Αύτή λοιπόν τήν θυσία ο Έσταυρωμένος, λυτρωθείς από τούς έχθρούς Του,
προσφέρει στόν Θεό συνεσθίοντας μέ τούς πένητες, τούς δυστυχείς καί τούς
ταπεινούς. Τό δείπνο αύτό τού πάσχοντος, γιά τό οποίο ομιλεί ο ψαλμός,
προτυπώνει τό Μέγα Δείπνο, τό μέγα μυστήριο τής Έκκλησίας μας, τήν Θεία
Εύχαριστία, όπως φαίνεται καθαρά από τήν αιώνια σωτηρία τήν οποία παρέχει.
Γιατί παρακάτω λέει ο ψαλμός: «Ζήσονται
αί καρδίαι αυτών (τών μετεχόντων στό δείπνο) εις αιώνα αιώνος» (στίχ. 27).
Είναι φανερό ότι ή βρώση καί ή πόση κάνει συγκεκριμένο τόν τρόπο μετοχής τού
κάθε ανθρώπου στό Μυστήριο. Έδώ, φαίνεται, ότι ή πίστη δέν είναι μιά ιδεολογία,
αλλά μετοχή.
Οί θυσίες τής Παλαιάς Διαθήκης δέν παρείχαν «αιωνιότητα καρδίας», τήν
αφεση τών αμαρτιών, πού όλοι οί ανθρωποι αναζητούσαν καί αναζητούν, προσφέρει
μόνο τό Αίμα τού Χριστού καί αύτό ακούμε κάθε φορά πού κοινωνούμε: «Εις αφεσιν αμαρτιών καί εις ζωήν αιώνιον
καί αθάνατον».
Αλλά μόνο οί
Ίσραηλίτες θά λάβουν αύτήν τήν χάρη τής αφέσεως τών αμαρτιών καί τής
αιωνιότητας; Όχι, φυσικά. Καί οί ειδωλολάτρες καί όλοι οί ανθρωποι τής γής πού
θά θελήσουν νά πιστέψουν στόν Χριστό είναι δεκτοί στό τραπέζι τού Θεού, στήν
οικογένειά Του.
Λέει ο ψαλμός: «Μνησθήσονται καί έπιστραφήσονται πρός
Κύριον πάντα τά πέρατα τής γής καί προσκυνήσουσιν ένώπιον αυτον πάσαι αί
πατριαΐ τών έθνών» (στίχ. 28).
Έντύπωση όμως κάνει τό ρήμα «μνησθήσονται», τό οποίο μεταφράζεται, «θά
θυμηθούν».
Άρα δηλώνεται ότι οί
ανθρωποι γνώριζαν τήν πίστη στόν αληθινό Θεό, τήν λησμόνησαν όμως μέ τήν
ειδωλολατρία τους καί τώρα, μέ τό κήρυγμα τού Εύαγγελίου, πάλι θά τήν θυμηθούν.
Αύτό δηλώνει ϊσως καί τήν σωστή έννοια περί τού Ενός καί αληθινού Θεού, τόν Όποίο έχουμε όλοι μέσα μας. Πραγματικά,
από τήν αρχή ή ανθρωπότητα είχε τήν αληθινή πίστη στόν ένα Θεό.
Ή Γραφή λέγει περί τών ειδώλων: «Ουκ ήν άπ' άρχής ταντα, ουδέ εις τόν αιώνα έσται». Μέ τό κήρυγμα τών Αποστόλων όμως, σέ όλα τά έθνη, όλοι θά γνωρίσουν ότι «τού Κυρίου ή βασιλεία καί αύτός δεσπόζει τών έθνών» (στίχ. 29). Καί όλοι καί οί «πίονες τής γής», δηλαδή, οί αρχοντες καί οί μεγιστάνες καί οί «καταβαίνοντες τήν γήν», δηλαδή, οί πένητες καί ταπεινωμένοι (στίχ. 30), όλοι θά προσκυνήσουν τόν Ύψιστο Θεό καί θά παρακαθήσουν όλοι στό Δείπνο τής Έκκλησίας Του σύμφωνα μέ τό «έφαγον καί προσεκύνησαν πάντες οί πίονες τής γής...» (στίχ. 30).
Συγκλονιστική είναι ή φράση πού ακολουθεί στόν στίχο αύτό (30): «καί ή ψυχή μου αυτω ζή». Δηλαδή «θά ζήσει ή ψυχή μου, χάρη σέ αύτόν». Άς το δούμε αύτό παράλληλα μέ τόν Παύλειο λόγο «ζώ δε ουκέτι έγώ, ζεΐ δε έν έμοί Χριστός» (Γαλ. 2,16-20). Οί δύο επόμενοι καί τελευταίοι στίχοι τού ψαλμού περιλαμβάνουν τά αναφερόμενα στήν Αγία Γραφή, περί τού Χριστού καί τής Εκκλησίας Του. (Βλ. Καλλινίκου Κωνσταντίνου, Υπόμνημα εις τόν Ιερόν Ψαλτήρα, Αλεξάνδρεια, 1929, σ.133) Ό Θεοδώρητος άναφέρει ότι Ό Χριστός μέ τήν παρουσία Του «πασαν γάρ γήν καί θάλασσαν ταής θεογνωσίας επλήρωσε».
Εκτός όμως άπό τούς
Ψαλμούς, οί όποιοι άνήκουν στά λεγόμενα διδακτικά βιβλία, καί τά προφητικά
βιβλία άναφέρονται στόν Μεσσία-Χριστό καί είδικά στό Πάθος Του. Από τούς
Προφήτες θά άναφερθούμε μόνο σέ έναν, στόν προφήτη Ησαΐα. Μέ βάση τήν ερμηνεία
τών Πατέρων τής Εκκλησίας καί πάλι, παρατηρούμε ότι σέ διάφορες περικοπές τού
προφητικού αυτού κειμένου γίνεται άναφορά στόν Πάσχοντα παΐδα τού Κυρίου, στόν
Ίησού Χριστό.
Όμως στα κεφ. 52 καί 53 τού Ησαΐα φαίνεται ότι ό προφήτης στέκεται πραγματικά κάτω άπό τόν Σταυρό τού Χριστού, 700 περίπου χρόνια π.Χ., καί περιγράφει τό Πάθος Του. Άλλωστε γι'αυτό έλαβε τό όνομα «5ος Ευαγγελιστής». Πραγματικά, φαίνεται ότι βυθίζει τό προφητικό του όμμα στό μέλλον καί καταγράφει όσα βλέπει. Βλέπει, έναν τραυματισμένο άνθρωπο, τού όποίου δέν άντέχεις νά βλέπεις ούτε τήν μορφή άφού είναι γεμάτος πληγές, άλλά πού μέσα στίς πληγές του αυτές θά βρούν πολλοί τήν γιατρειά.
Είναι πληγωμένος χωρίς όμως νά ευθύνεται ό ϊδιος, δέν υποφέρει δηλαδή γιά τά δικά του λάθη. Θά μού επιτρέψετε νά διαβάσω τό σχετικό κείμενο άπό τήν μετάφραση χωρίς νά προσθέσω τίποτα, γιατί πραγματικά δέν χρειάζεται καμμία προσθήκη. Τό μόνο πού θά ήθελα νά σκεφθούμε είναι ότι ό συγγραφέας είναι ένας προφήτης, πού έζησε καί κατέγραψε όσα τόν φώτισε ό Θεός, περίπου 700 χρόνια πρίν τήν έλευση τού Χριστού.
«Ποιός θά πίστευε
αυτό πού τώρα άκούσαμε; Καί τού Κυρίου ή δύναμη σέ ποιόν μ'αυτόν τόν τρόπο έχει
φανερωθεΐ; Μέ τού Κυρίου τό θέλημα ό δούλος του άναπτύχθηκε σάν τρυφερό φυτό
καί σάν τήν ρίζα πού σέ ξεραμένη γή φυτρώνει. Ελκυστικός δέν ήταν ούτε ώραΐος,
ώστε νά τόν προσέξουμε· ούτε ή παρουσία του ήταν τέτοια, πού νά τόν άγαπήσουμε.
Ήτανε περιφρονημένος
άπ'τούς άνθρώπους καί εγκαταλελειμμένος· άνθρωπος φορτωμένος θλίψεις, τού πόνου
σύντροφος, έτσι πού νά γυρίζουν άπ' άλλού οί άνθρωποι τό πρόσωπό τους. Τόν
άγνοήσαμε σάν να'ταν ένα τίποτα, τού δώσαμε τήν καταφρόνια μας καί εκτίμηση
ούτε μιά στάλα.
Αυτός, όμως,
φορτώθηκε τίς θλίψεις μας καί υπέφερε τούς πόνους τούς δικούς μας. Έμεΐς
νομίζαμε πώς όλα όσα τόν βρήκαν ήταν, πληγές καί ταπεινώσεις άπό τόν Θεό. Μά
ήταν αίτία οί αμαρτίες μας πού αυτός πληγώθηκε, οί άνομίες μας πού αυτός
εξουθενώθηκε.
Γιά χάρη τής δικής
μας σωτηρίας εκεΐνος τιμωρήθηκε καί στίς πληγές του βρήκαμε εμεΐς τήν γιατρειά.
Όλοι εμεΐς πλανιόμασταν σάν πρόβατα· είχε πάρει καθένας μας τόν δικό του δρόμο.
Μά ό Κύριος έκανε νά
πέσει πάνω του όλων μας ή άνομία. Βασανιζόταν καί όμως ταπεινά υπέμεινε, χωρίς
παράπονο κανένα. Σάν πρόβατο πού τ' όδηγούνε στήν σφαγή, καθώς τό άρνί πού
στέκεται άφωνο μπροστά σ'αυτόν πού τό κουρεύει, ποτέ του δέν παραπονέθηκε.
Κακόπαθε,
καταδικάστηκε καί όδηγήθηκε μακριά· ποιός στή γενιά του άνάμεσα σκέφτεται τί ν'
άπόγινε; Τόν εξαφάνισαν άπό τών ζωντανών τόν κόσμο, γιά τίς αμαρτίες μας
χτυπήθηκε άπό τόν θάνατο. Φτιάξαν τόν τάφο του άνάμεσα στούς άσεβεΐς, τό μνήμα
του κοντά στούς παραπεταμένους· καί όμως, δέν είχε πράξει άνομία καμία καί
δόλος δέν είχε βρεθεΐ στό στόμα του.
Ό Κύριος όμως θέλησε
νά τόν συντρίψει μέ τόν πόνο· έκανε τήν ζωή του θυσία εξιλέωσης. Γι' αυτό θά
δεΐ άπογόνους· τά χρόνια του θά είναι πολλά καί θά εκπληρωθεΐ μ'αυτόν τού
Κυρίου τό θέλημα. Ύστερα άπό τήν ταλαιπωρία τής ψυχής του, ή άμοιβή του θά
είναι νά χορτάσει φώς. Λέει ό Κύριος:
«Ό δίκαιος δούλος
μου, μέ τήν γνώση τού θελήματός μου, θά ελευθερώσει πολλούς άπό τήν ενοχή,
γιατί θά πάρει επάνω του τίς άνομίες τους. Γι'αυτό καί θά τού δώσω θέση στούς
μεγάλους άνάμεσα καί θά μοιράσει αυτός τά λάφυρα στούς ίσχυρούς.
Επειδή ό ϊδιος τήν
ζωή στόν θάνατο τήν έδωσε καί δέχτηκε νά συγκαταλεχθεΐ μέ τούς αμαρτωλούς.
Αυτός πολλών τίς αμαρτίες βάσταξε καί μεσιτεύει υπέρ τών αμαρτωλών». Σέ αυτήν τήν προφητική περικοπή, αλλά καί σέ
τόσες άλλες διαζωγραφίζεται τό Πρόσωπο τού Χριστού στήν Παλαιά Διαθήκη.
Άς έχουμε στόν νού μας ότι όλη ή Παλαιά Διαθήκη προετοιμάζει τούς ανθρώπους γιά τήν έλευση τού Χριστού μέ τήν λέξη «έρχεται», ή Καινή Διαθήκη συνεχίζει καί «άπαντα» μέ τό «ήρθε» καί ή «Αποκάλυψη τού Ιωάννη» μας γνωστοποιεί καί προειδοποιεί ότι «θά ξανάρθει».
Η
ΛΟΓΧΗ ΠΟΥ ΤΡΥΠΗΣΕ ΤΑ ΣΠΛΑΧΝΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Άγιος
Λογγίνος: Η λόγχη που χρησιμοποιήθηκε από το Ρωμαίο εκατόνταρχο Λογγίνο για να
τρυπήσει τη δεξιά πλευρά του Χριστού στο σταυρό έγινε δημοφιλής κυρίως χάρη στο
κλασικό πλέον βιβλίο του Τρίβορ Ραβενσκροφτ “the spear of destiny” (λόγχη του
πεπρωμένου).
Τονίζεται ότι ο Άγιος
Λογγίνος έζησε επί Τιβερίου. Καταγόταν από την Καππαδοκία και υπηρετούσε στο
ρωμαϊκό στρατό ως εκατόνταρχος, υπό τις διαταγές του Ποντίου Πιλάτου. Ο
Ρωμαίος εκατόνταρχος Λογγίνος, ήταν αυτός που έλαβε διαταγή να εκτελέσει μαζί με
τους άνδρες του την απόφαση του Πιλάτου, αυτός πού οδήγησε στο άγιο Πάθος του
Κυρίου και Σωτηρος ημών Ιησού Χριστού, και να φυλάξουν τον τάφο του.
Οι θεωρίες για
την λόγχη
Υπάρχουν διάφορες
θεωρίες για το που μπορεί να βρίσκεται σήμερα η λόγχη…Η λόγχη λέγεται ότι
βρίσκεται στο παλάτι του Χόφμπουργκ στη Βιέννη και ανήκε στον
Καρλομάγνο. Ο επίσημος οδηγός για τα εκθέματα του Χόφμπουργκ αναφέρει πως
η λόγχη φτιάχτηκε από ένα από τα καρφιά που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη σταύρωση
του χριστού, και με τα χρόνια, μετά τον Καρλομάγνο, έφτασε να θεωρείται ότι
είναι η αυθεντική λόγχη του Λογγίνου.
Πιο γνωστή κατά το
μεσαίωνα ήταν μια λόγχη που είχε χρησιμοποιήσει μια αντιχριστιανική ομάδα για
να «επιτεθεί» σε έναάγαλμα του Χριστού. Σύμφωνα με την ‘ιστορία’ το άγαλμα
μάτωσε και η λόγχη έγινε αντικείμενο τιμής, αφού θεωρήθηκε η αιτία ενός
θαύματος.
Ύστερα από αυτό έπεσε
στην αφάνεια, για να αποκαλυφθεί σε ένα όραμα αιώνες αργότερα, το 1099, στους
σταυροφόρους που πολιόρκησαν την Αντιόχεια. Μερικοί λένε οτι σήμερα
φυλάσσεται στην καθολική εκκλησία του Εχμιατζίν, στην Αρμενία, αλλες πηγές
αναφέρουν οτι η αυθεντική λόγχη βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ την εποχή του μεγάλου
Κωνσταντίνου τον 4ο αι μ.Χ.
Έπεσε στα χέρια των
Πάρθων τον 7ο αιώνα και ανακαλύφτηκε από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ηράκλειο, ο
οποίος αφαίρεσε τις άκρες της και την έφερε πάλι πίσω στην Κωνσταντινούπολη. Το
μεγαλύτερο μέρος της αιχμής της παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ μέχρι το 715, οπότε
και στάλθηκε στον Πόλη.
Το 1241, μετά την
πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Φράγκους, ο Λουδοβίκος ο 6ος, βασιλιάς της
Γαλλίας, παρουσιάστηκε με ένα κομμάτι της μύτης της λόγχης και μια συλλογή από
θρησκευτικά αντικείμενα, τα οποία στέγασε στο Σεντ Σαπέλ στο Παρίσι.
Το μεγαλύτερο μέρος
της αιχμής ωστόσο, παρέμεινε στην Κων/Πολη κι έπεσε στα χέρια των Τούρκων το
1453. Ο Τούρκος σουλτάνος Βαγιαζήτ ο Β την έστειλε στον Πάπα Ιννοκέντιο τον 8ο
το 1492. Από τότε, βρίσκεται κάτω από τον τρούλο του Αγίου Πέτρου.
Κατά το 18ο αιώνα ο
Πάπας Βενέδικτος ο 14ος είχε μια ακριβή εικόνα της άκρης της λόγχης που
βρισκόταν στο Σεντ Σαπέλ και βρήκε ότι ταίριαζε τέλεια με το δικό του μεγαλύτερο
κομμάτι. Κατά την γαλλική επανάσταση όμως η αιχμή εξαφανίστηκε και κανείς δεν
γνωρίζει από τότε που βρίσκεται.
Τι σχέση μπορεί να
έχει ο Χιτλερ με όλα αυτα; Οι ναζιστές ενδιαφερόντουσαν για τον μυστικισμό
συνέπως ηταν απόλυτα φυσιολογικό ο Αδόλφος Χίτλερ, μετά από εκείνη την πρώτη
επαφή με τη Λόγχη, να αρχίσει μανιωδώς να μελετάει την ιστορία
της. Σύντομα συνδέθηκε με τις ισχυρές αποκρυφιστικές ομάδες που ήκμαζαν
τότε στη Γερμανία.
Και ήταν αυτοί οι
κύκλοι, σύμφωνα με το συγγραφέα Trevor Ravenscroft, που τον ανέδειξαν στην
εξουσία ως όργανό τους, παρέχοντάς του όχι μόνο πολιτική και οικονομική
στήριξη, αλλά και τη βοήθεια των σκοτεινών δυνάμεων που μετέτρεψαν μια ασήμαντη
και μάλλον περιφρονημένη από τον κοινωνικό περίγυρο προσωπικότητα σε έναν ηγέτη
που μαγνήτιζε τα πλήθη. Κι όταν τελικά απέκτησε και τη Λόγχη, ο Χίτλερ
ήταν πια σίγουρος ότι θα κυριαρχήσει στον κόσμο…
ΤΟ ΑΚΑΝΘΙΝΟ ΣΤΕΦΑΝΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ;–ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Άγια Πάθη:
Στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αιγιαλείας, λέγεται ότι δώρισαν οι
Παλαιολόγοι τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Ιησού Χριστού, μεταξύ των οποίων φυσικά
είναι και το ακάνθινο στεφάνι. Τα Άχραντα Πάθη του Χριστού είναι τεμάχια
από το Τίμιο Ξύλο, το ακάνθινο Στεφάνι, τη Χλαμύδα, τον Κάλαμο, τον Σπόγγο, τα
καρφιά, τα οποία σώζονται άθικτα μέχρι σήμερα.
Η ιστορία της Μονής
αρχίζει με τον Όσιο Λεόντιο, ο οποίος υπήρξε και ο κτήτορας της Μονής. Ο Όσιος
Λεόντιος γεννήθηκε περί το 1377 στη Μονεμβασιά. Καταγόταν από αρχοντική
οικογένεια. Ήταν υιός του Ανδρέα Μαμωνά, δούκα της Μονεμβασίας και της Θεοδώρας
Παλαιολογίνης κόρης του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Δ’ Παλαιολόγου.
Μετά το θάνατο
της μητέρας του έγινε μοναχός.
Γύρω στα 1415 – 1420,
φεύγει από Άγιο Όρος και έρχεται στο όρος Κλωκός άνω του Αιγίου και στη θέση,
που σήμερα είναι το «Παλαιομονάστηρο» με τον απότομο βράχο και την αφιλόξενη
γη, όπου κάνει το ασκηταριό του. Στη συνέχεια, με την συμπαράσταση των θείων
του Θωμά και Δημητρίου Παλαιολόγων ιδρύεται μεγαλοπρεπές μοναστήρι περί το
1450.
Ο θαυμασμός των
Παλαιολόγων για την αρετή του οσίου Λεοντίου ήταν μεγάλος και δωρίζουν στην
Μονή τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Χριστού δηλαδή τεμάχια από το Τίμιο Ξύλο, τον
ακάνθινο Στεφάνι, την Χλαμύδα, τον Κάλαμο, τον Σπόγγο, τα καρφιά, τα οποία
σώζονται άθικτα μέχρι σήμερα.
Η αρχική αυτή Μονή
του Αρχάγγελου Μιχαήλ, καταστράφηκε δύο φορές από τους Τούρκους το 1500 και
1620. Μετά τη δεύτερη αυτή καταστροφή κτίζεται η Μονή στη σημερινή επίπεδη
τοποθεσία κοντά στον Σελινούντα, επ’ ονόματι των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ
και γίνεται πλέον γνωστή σαν Μονή των Ταξιαρχών. Καταστρέφεται και πάλι το έτος
1772 από τους Τουρκαλβανούς κατά τα Ορλωφικά.
Σε διάστημα τριών
ετών – δηλαδή το 1775 κτίζεται η σημερινή μορφή της Μονής. Από το σχέδιο του
B.G. Barsky, γνωρίζουμε την προγενέστερη μορφή της Μονής. Το καθολικό της είναι
Σταυρόσχημο, τετρακίονο, καμαρωτό, με οκταγωνικό τρούλο και μαρμαροσκάλιστα
παράθυρα, ενώ στολίζεται με αγιογραφίες των Δ.Κ.Φάνελλη, Α. Μανέλη και Ι.
Οικονόμου.
Οι Πνευματικοί
Θησαυροί Μονής:
«Τα Άχραντα
Πάθη»
Aποτελούν θησαυρό και
καύχημα της μονής. Δώρο των Θωμά και Δημήτριου Παλαιολόγων στον κτήτορα της
μονής, ανιψιό τους, Όσιο Λεόντιο. Μέσα σε υστεροβυζαντινό κιβώτιο φυλάσσονται
μεγάλα τεμάχια τίμιου ξύλου, ακάνθινου στεφάνου, χλαμύδας, λίθων από τον
Πανάγιο τάφο.
Η Κάρα Του
Οσίου Λεοντίου
Κιβώτια επιχρυσωμένα,
ξύλινα έχοντας μέσα μικρότερες λειψανοθήκες, με λείψανα: Αγ. Ιωάννη του
Ελεήμονος, του Αγ. Χαραλάμπους, μέρος της κάρας του Αγ. Ξενοφώντος, του Αγ.
Γεωργίου, Παντελεήμονος, Βασιλείου, Μαρίνης, Αρτεμίου. Λείψανα Αγ. Ιωάννου
Προδρόμου, μέρος της κάρας Αγ. Κυριακής, Αγ. Στεφάνου, μέρος της χείρας Αρέθα
κ.λ.π. Ολα αυτά τα ιερά λείψανα είναι προσφορά πλούσιων μεγάλων μονών σε
λείψανα, όπου η κάθε μία εμπιστευόταν μικρό μέρος του θησαυρού της στη μονή των
Ταξιαρχών, ιδιαίτερα μετά από κάθε καταστροφή της μονής.
Xρυσοκέντητα
Άμφια Και Καλύμματα
Μεγάλης αξίας είναι
τα ιερά άμφια κληρικών όλων των βαθμών που φυλάσσονται στην έκθεση της μονής. Η
ιδέα της περισυλλογής ήταν του αειμνήστου Μητροπολίτη Καλαβρύτων της
Αιγιαλείας, Αγαθονίκου και πρόκειται για: Μια θαυμάσια αρχιερατική στολή
του μαρτυρικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.
Tο Ωμοφόριο και
επιμάνικα Nεοφύτου, ωμοφόριο Μεθόδου Μητροπολίτη Αγκύρας, επιμάνικα Παλαιών
Πατρών Θεοφάνη., κλπ.Επιτάφιος του κεντητή Αρσενίου (1589-90). Παρουσιάζει το
Χριστό νεκρό επάνω σε σινδόνι την Θεοτόκο να κρατεί στην αγκαλιά της την κεφαλή
του Χριστού και δίπλα τους οι δύο Μαρίες να θρηνούν, καθώς επίσης και τον
Ιωάννη, τον Ιωσήφ και Νικόδημο. Η εικονογραφική αυτή σύνθεση παρουσιάζει μεγάλη
φυσικότητα και έμμετρη λειτουργική επιγραφή.
Ο επιτάφιος
της κεντήτριας Δέσποινας (1685).
Το πιο αξιοθαύμαστο
από τα χρυσοκέντητα άμφια της μονής είναι το επιτραχήλιο της κεντήτριας Kοκώνας
(1807), όπου απεικονίζει 33 πρόσωπα και τον Χριστό ευλογώντας όπως Αγ. Τριάδα,
πεντηκοστής, σταύρωσης κ.λ.π..
Συλλογή
σταυρών και ευαγγελίων
Η συλλογή σταυρών της μονής Ταξιαρχών είναι η αρχαιότερη και ιδιαίτερα αξιόλογη. Χαρακτηριστικά αυτών, το μεταλλικό πλαίσιο, τα οξυκόρυφα τοξύλλια, οι στριφτοί κιονίσκοι, οι πολυεδρικοί κόμβοι, τα διακοσμητικά στοιχεία γύρω απ΄τις κεραίες. Στη μονή φυλάσσονται: χρυσοσκάλιστο ενεπίγραφο ευαγγέλιο 1785, ευαγγέλιο αφιερωμένο από τον Αθηνών Προκόπιο 1889 κλπ.
ΠΟΡΕΙΑ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ
Βαδίζουμε με συστολή και δέος προς την εβδομάδα των Αγίων Παθών, τη Μεγάλη Εβδομάδα, όπου μεγάλα, απόρρητα και σωτήρια γεγονότα συνέβησαν κατά τον Άγιο Ιωάννη
το Χρυσόστομο.Τα Άγια Πάθη, η Σταύρωση και η εκ νεκρών
Ανάσταση του Κυρίου μας.Οδεύουμε στις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας με αναφορές
σε γεγονότα πριν, κατά και μετά τα Πάθη του Κυρίου ή στην διδασκαλία Του.
Η ερμηνεία και ο συμβολισμός τους είναι διαχρονικά.
Αγγίζουν το σήμερα.Κυριακή των Βαΐων, και ο Κύριος εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα
μετά βαΐων και κλάδων κάτω απ’ τα ωσαννά των Ιουδαίων.Τα ίδια στόματα που
έψαλλαν τότε στον Χριστό, ωσαννά στα Ιεροσόλυμα, τα ίδια δε φώναξαν με
μοχθηρία «σταύρωσον – σταύρωσον Αυτόν»; Οι υμνητές Του
θα γίνουν αρνητές και διώκτες Του.
Μα μήπως σήμερα δεν γινόμαστε αρνητές Του όταν δεν
μετανοούμε για τις αμαρτίες μας ως έθνος;Και σήμερα η Εκκλησία μας η Ορθόδοξη
ανά τον κόσμο, δε γίνεται αρνητής της αληθείας, αποστρεφόμενη τον
Κύριο; Δεν Τον σταυρώνει όταν εναγκαλίζεται με τους αιρετικούς;Στον όρθρο
της Μεγάλης Δευτέρας (Κυριακή των Βαΐων απόγευμα) κυριαρχεί η
προεικόνιση του Χριστού, ο Πάγκαλος Ιωσήφ, ο ενδέκατος υιός του
Ιακώβ.
Το υπόδειγμα ηθικής, ο υπάκουος μαθητής του Θεού, που
δεν αιχμαλωτίστηκε στα δίχτυα της γυναίκας του Πετεφρή και δεν υπέκυψε στα
θέλγητρά της.Όμως ένας Πατριάρχης του παρελθόντος, υπέκυψε στα θέλγητρα
μιας «πιο φανταχτερής και μοντέρνας γυναίκας απ΄ την σεμνή
Ορθοδοξία», την Παπική «εκκλησία», όπως με
θλίψη τονίζει, σε σχετική επιστολή του στον Πατριάρχη, ο Άγιος Παϊσιος.
Κι αυτή τη βέβηλη παράδοση, ακολούθησαν οι μετέπειτα
προκαθήμενοι της Ορθοδοξίας. Τώρα βέβαια οι γυναίκες πλήθυναν. Προστέθηκαν κι
άλλες «εκκλησίες» πέρα της παπικής.Αλλά και η περικοπή της ξηρανθείσης
συκής μας διδάσκει.
Αυτό το όμορφο δέντρο που δεν διέθετε καθόλου καρπούς
για να θρέψουν τον Κύριο. Συμβόλιζε τον λαό του Ισραήλ που δεν τίμησε την
κλίση του Θεού και αποδείχτηκε ανάξιος της εκλογής Του. Συμβολίζει τον
αμετανόητο αμαρτωλό που διάγει βίο άκαρπο.Σήμερα ο λαός του Θεού είναι οι
απανταχού ορθόδοξοι.
Πόσοι είναι αυτοί; Πόσοι
αγωνιούν για την εφαρμογή του Θείου Λόγου; Πόσοι ελεούν, Πόσοι
προσεύχονται, Πόσοι αγωνίζονται τον καλόν αγώνα των
αρετών; Πόσοι από εμάς διακηρύσσουμε την πίστη όχι μόνο με λόγια
αλλά και με έργα; Πόσοι Έλληνες βάζουμε ως προτεραιότητα το Χριστό;
Ακούμε στον όρθρο της Μεγάλης Τρίτης
(Μεγάλη Δευτέρα απόγευμα) για τις παραβολές των ταλάντων και των
δέκα παρθένων.Μας έδωσε ο Θεός χαρίσματα. Όχι για να αποτελέσουν μέσα καυχήσεως
και υπερηφανείας, αλλά διακονίας και υπηρεσίας στον πλησίον.
Έχουμε χρέος να πολλαπλασιάσουμε τα τάλαντα. Μας
έδωσε και την αλήθεια, το μεγαλύτερο χάρισμα και μας παραγγέλνει να
πολλαπλασιάσουμε τους ακολούθους της. Κι εμείς τουναντίον, τη λασπώνουμε
και συντελούμε όχι μόνο στη συντήρηση, αλλά στη μείωση των υπηκόων της
αληθείας.
Σήμερα προδίδεται ο Κύριος. Σήμερα
η ανθρωπότητα εκτιμά τον Χριστό για τριάντα αργύρια. Σήμερα
δένονται τα χέρια του Κυρίου με δεσμά. Ποια
χέρια; Αυτά που έλυσαν τα δεσμά του θανάτου στον τετραήμερο
Λάζαρο. Μπήγονται στα χέρια του Κυρίου καρφιά.
Σε ποια χέρια; Σ’
αυτά που θεράπευσαν λεπρούς, τυφλούς, δαιμονισμένους. Σ’
αυτά που ανάστησαν νεκρούς. Μπήγονται στα πόδια του Κυρίου καρφιά. Σε
ποια πόδια; Σ ’αυτά που περπάτησαν πάνω στο νερό. Που
όδευσαν στο νεκρό Λάζαρο και στο δαιμονισμένο των Γαδαρηνών. Η
γλώσσα του Κυρίου γεύεται το όξος.
Ποια γλώσσα; Αυτή που συγχώρησε, που είπε την
αλήθεια. Που έδωσε παρηγοριά. Το κεφάλι του Χριστού δέχεται το αγκάθινο στεφάνι. Αυτό το κεφάλι που έλαμπε σαν τον ήλιο. Και
πάνω στο σταυρό ο Κύριος φωνάζει: «Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τί ποιούσι».
Δίνει συγχώρεση στους διώκτες του. Έχει έλεος. Βροντοφωνάζει
για να καταλάβουν οι διώκτες του (οι αμετανόητοι αμαρτωλοί, οι
αιρετικοί, και οι εναγκαλίζοντες αυτούς) και τότε και σήμερα, ότι δεν γνωρίζουν
τι κάνουν. Παρ’ ότι και τότε και σήμερα, παραμένουν μοχθηροί και
ασυγκίνητοι μπροστά στο μαρτύριο του Κυρίου.
«Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έσῃ εν τῳ Παραδείσῳ»Ο Κύριος σώζει τον μετανοημένο ληστή. Αυτόν που
αποτελεί την ελπίδα του κόσμου. Όταν όλοι Τον εγκατέλειψαν αυτός πίστεψε
στον Μεσσία. «Γύναι, ίδε ο υιός σου»Ο Κύριος την ύστατη στιγμή εκπληρώνει την εντολή
Του, «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου».
Πιστός στις εντολές και τον Λόγο Του δίνει το
παράδειγμα σε όλους εμάς. Ότι δεν πρέπει να αποκλίνουμε ποτέ απ’ τις
εντολές Του.«Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλειπες». Ως άνθρωπος δείχνει αδυναμία. Ο Θεός
Πατήρ σίγουρα δεν εγκαταλείπει τον Υιό Του.
Ο αμαρτωλός κι αμετανόητος άνθρωπος είναι
που το κάνει αυτό. «Διψώ».Ο
Κύριος πάνω στο σταυρό διψά ως άνθρωπος. Διψά διότι το αίμα ρέει. Διψά
γιατί ο ήλιος δύει και τον «χτυπά» στο πρόσωπο. Διψά
και ως Θεός. Διψά για αγάπη. Διψά για μετάνοια των αμαρτωλών.
«Πάτερ, εις χείρας σου παρατίθεµαι το πνεύµα µου» Ο
Κύριος παραδίδει το πνεύμα Του στο Θεό Πατέρα. Η ψυχή επιστρέφει στο Δημιουργό. Δεν
μετοικεί ούτε σε άλλο άνθρωπο, ούτε σε ζώο, ούτε σε φυτό, όπως πιστεύουν θρησκείες
που αποτελούν ισότιμα μέλη των ορθοδόξων, στο παγκόσμιο συμβούλιο των
εκκλησιών.
«Τετέλεσται».Η
ζωή δεν τελειώνει. Το βασανιστήριο τελειώνει, αλλά αρχίζει η αιώνια
ζωή. Η
επίγεια δράση του Κυρίου μας λαμβάνει τέλος με επισφράγιση το
Τίμιο Αίμα Του και τον Σταυρικό
Του θάνατο. Ο Κύριος νικά το θάνατο.
Ο Κύριος σταυρώνεται. Η
κόλαση μετοίκισε στη γη. Η ημέρα της κρίσεως δεν θα είναι πιο φοβερή.
Γιατί τότε θα κρίνει ο Θεός τον άνθρωπο. Τώρα κρίνει ο άνθρωπος το
Θεό. Τον
κρίνουμε κάθε τόσο που κάνουμε «κοπτοραπτική στο Ευαγγέλιο» –
κάνοντας κριτική έτσι στο Θείο Λόγο – που υπερτονίζουμε εδάφια που μας
συμφέρουν και μας βολεύουν, υποβαθμίζοντας άλλα που δεν εξυπηρετούν το στόχο
μας.
Κι αυτό λέγεται αίρεση. Η επιλογή-προτίμηση μέρους της
αλήθειας, εις βάρος όλης της αλήθειας. Για παράδειγμα η εντολή «ἀγαπήσεις Κύριον
τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς
σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης
τῆς ἰσχύος σου. αὕτη πρώτη ἐντολή» είναι προϊστάμενη της εντολής
«ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. Μείζων
τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὐκ ἔστι».
Δεν μπορεί η δεύτερη εντολή να παραβιάζει τη
πρώτη. Το
φίλτρο για σωστή χρήση της δεύτερης εντολής είναι η πρώτη.Πως μπορούμε λοιπόν,
χάριν μιας επίπλαστης ουμανιστικής αγάπης – που τοποθετεί στο κέντρο τον
άνθρωπο εξοβελίζοντας το Χριστό – να εναγκαλιζόμαστε με αιρετικούς, να τους
αναγνωρίζουμε αλήθεια, να δεχόμαστε τις βέβηλες θεωρίες τους;
Kαι μάλιστα χρησιμοποιούμε το λόγο του Θεού για να
δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα.Είναι αγάπη προς τον πλησίον αυτό που
προσβάλει τον Θεό; Είναι αγάπη να χαθούμε μαζί του εφαρμόζοντας το λόγο του
Κυρίου – «τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι
εἰς βόθυνον πεσοῦνται» – ή να τον σώσουμε επαναφέροντάς τον στην
Αλήθεια;
Με τη σταύρωση του Κυρίου επιτελέστηκε η μεγαλύτερη
αμαρτία στην ιστορία ουρανού – γης. Ο Αθώος έγινε κατηγορούμενος.Ο παράφρων
άνθρωπος, κριτής. Ντροπιάζεται απ’ τον άνθρωπο, Αυτός που ήρθε να τον
δοξάσει.
Παραδίδεται στον θάνατο Αυτός που έφερε την αιώνια
ζωή.Υπάρχει τέλος σε αυτή την παραφροσύνη; Υπάρχει πυθμένας στην πτώση μας;Τι δώσαμε ως αντάλλαγμα για όλες τις
ευεργεσίες Tου; Το σταυρό. Η μέρα αυτή είναι η ντροπή μας. Η ήττα μας. Αυτή
είναι η τελευταία λέξη μας περί Χριστού; O Ιούδας; Κάθε αμαρτία μας είναι
μία σταύρωση.
Κάθε λογισμός ένα καρφί στο Πανάχραντο Σώμα του
Χριστού. Κάθε πάθος ένα αγκάθι στο Άγιο κεφάλι Του. Η αίρεση αποτελεί από
μόνη της συνειδητή κρίση, δίκη, καταδίκη, ονειδισμός,
μαστίγωμα, σταυρός και σταύρωση του Κυρίου.
Η αποδοχή της αποτελεί προδοσία του Ιούδα. Και όσο ο
καιρός περνά και η προδοσία αυτή που κάποτε ξεκίνησε ως σκέψη, έγινε θέληση,
τώρα πια πράξη, κινδυνεύει να γίνει έξις. Η Ορθοδοξία.Κι
αυτή σταυρώνεται.
Αλλά όπως και ο Θεάνθρωπος, θα αναστηθεί και θα ενωθεί με τη θριαμβεύουσα Εκκλησία.Δύο χιλιετίες σχεδόν πέρασαν και ο άνθρωπος δεν ταυτίστηκε με τον Θεό.Το ερώτημα παραμένει μετέωρο.Είμαστε μαθητές Εκείνου που θυσίασε τον εαυτό Του στον βωμό της αγάπης για τον άνθρωπο;
ΠΡΟ
ΤΩΝ ΠΥΛΩΝ Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
«ΦΘΑΣΑΝΤΕΣ ΠΙΣΤΟΙ ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΠΑΘΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟΥ
ΘΕΟΥ». Για
μια ακόμα φορά, με τη χάρη του Θεού, οδεύουμε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα,
στην ιερότερη εορτολογική περίοδο του έτους. Για μια ακόμη φορά θα
ακολουθήσουμε τα ίχνη του Νυμφίου της Εκκλησίας μας Χριστού και θα γίνουμε
συνοδοιπόροι του Θείου Πάθους Του.
Σύμφωνα με τον ιερό υμνογράφο, καλούμαστε όπως «συμπορευθώμεν
αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι΄αυτόν ταις του βίου ηδοναίς΄ ίνα και
συζήσωμεν αυτώ». Με αυτή την προϋπόθεση θα γίνουμε πραγματικοί
κοινωνοί της Αναστάσεώς Του. Μόνο έτσι θα νοιώσουμε πραγματικά τη χαρά της
Θείας Εγέρσεως. Η αφετηρία αυτής της τόσο σημαντικής εορτολογικής περιόδου
είναι πανάρχαια και ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους.
Η νηστεία και η πνευματική προετοιμασία των πιστών της αρχαίας
Εκκλησίας είναι πιθανόν να έχει καθιερωθεί από τους ίδιους τους Αποστόλους,
σύμφωνα με τους λόγους του Κυρίου προς αυτούς: «Ελεύσονται δε
ημέραι, όταν απαρθή απ΄αυτών ο νυμφίος και τότε νηστεύσουσιν» (Ματθ.9:15).
Ο Άγιος Διονύσιος Αλεξανδρείας(+264) μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τον εορτασμό
της Μεγάλης Εβδομάδος τον 3ο αιώνα. Ιδιαίτερα κατατοπιστική είναι η
προσκυνήτρια Αιθερία (5ος αιώνας), η οποία στο περίφημο
Οδοιπορικό της στους Αγίους Τόπους μας πληροφορεί πώς η Ιεροσολυμίτικη
Εκκκλησία εόρταζε τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα στα πρωτοχριστιανικά
χρόνια. Σύμφωνα με το ιερό Χρυσόστομο
«Μεγάλην καλούμεν την Εβδομάδα, ουκ επειδή πλέον έχει
το μήκος των ωρών΄και γαρ εισί έτεραι πολλώ μείζους ώρας έχουσαι ουκ επειδή
πλείους ημέρας έχει και γαρ ο αυτός αριθμός και ταύτης και ταις άλλαις πάσαις.
Τίνος ουν ένεκεν μεγάλην ταύτην καλούμεν; Μεγάλα τινά και απόρρητα τυγχάνει τα
υπάρξαντα ημίν εν αυτή αγαθά. Εν γαρ ταύτη ο χρόνιος ελύθη πόλεμος, θάνατος
εσβέσθη, κατάρα ανηρέθη, του διαβόλου η τυραννίς κατελύθη, τα σκεύη αυτού
διερπάγη, Θεού καταλλαγή προς ανθρώπους γέγονεν» (Ομιλ.30, Εις
Γένεσιν,P.G.53,273).
Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου και
Θεού μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα σπουδαιότατο σταθμό πλουσίου
πνευματικού ανεφοδιασμού των ψυχών μας. Η μνεία των ιερών γεγονότων μαζί με τις
θεσπέσιες ακολουθίες των αγίων ημερών, δημιουργούν ατμόσφαιρα κατάνυξης και
περισυλλογής. Τα Άγια και Σεπτά Πάθη του Χριστού μας ελάχιστες ψυχές ανθρώπων
αφήνουν ασυγκίνητες.
Μόνο οι πωρωμένοι από την αμαρτία και το κακό
ελάχιστοι άνθρωποι παραμένουν απαθείς τις άγιες αυτές ημέρες. Το μεγάλο πλήθος
των ανθρώπων, οι οποίοι μάλλον θα μπορούσε κάποιος να τους χαρακτηρίσει
αδιάφορους, αυτές τις άγιες ημέρες κατακλύζουν τους ναούς με τη «Σύνοψη» στο
χέρι να σιγοψάλλουν μαζί με τους ψάλτες τους ύμνους των ιερών ακολουθιών.
Πρέπει να επισημάνουμε σε αυτούς που δεν γνωρίζουν την
εκκλησιαστική τάξη, πως η Εκκλησία μας έχει καθιερώσει τη Μ. Εβδομάδα να τελείται
ο Όρθρος της ημέρας το προηγούμενο βράδυ, π.χ. ο Όρθρος της Μ. Δευτέρας
τελείται το βράδυ της Κυριακής, ο Όρθρος της Μ. Τρίτης το βράδυ της Μ. Δευτέρας
κ.ο.κ. Αυτό γίνεται για να μπορούν οι εργαζόμενοι πιστοί να
συμμετέχουν στις ιερές ακολουθίες.
Η δομή της Μεγάλης Εβδομάδος είναι ακριβώς η αναπαράσταση της τελευταίας
εβδομάδος της επί γης παρουσίας του Χριστού μας. Κάθε ημέρα «μνείαν ποιούμεθα»,
όπως αναφέρει το ιερό συναξάρι, κάποιου από εκείνα τα σωτήρια γεγονότα.
Την Μεγάλη Δευτέρα τιμάμε μια μεγάλη προσωπικότητα της Π.Δ.
τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, ο οποίος είναι ο ίδιος, με τα άδικα παθήματά του, τύπος
του Χριστού και επίσης ενθυμούμαστε το γεγονός της «ξηρανθείσης συκής»
από τον Κύριο, ως ζωντανή προτροπή στους πιστούς για παραγωγή πνευματικών
καρπών.
Την Μεγάλη Τρίτη ενθυμούμαστε
τις διδακτικότατες παραβολές των Δέκα Παρθένων και των Ταλάντων, οι οποίες
έχουν υψίστη σημασία για τη σωτηρία μας, υπενθυμίζοντάς μας την φοβερή και
αδέκαστη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.
Την Μεγάλη Τετάρτη τιμάμε
τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναικός, η οποία άλειψε με μύρο από ευγνωμοσύνη τα
πόδια του Κυρίου, λίγο πριν το Πάθος Του και ακόμα τη μέρα αυτή θυμόμαστε την
προδοσία του άθλιου Ιούδα.
Την Μεγάλη Πέμπτη εορτάζουμε τα σωτήρια γεγονότα που
συνέβηκαν κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, τον ιερό Νιπτήρα, την παράδοση
της Θείας Ευχαριστίας, την Αρχιερατική Προσευχή του Κυρίου και την σύλληψη του
Κυρίου.
Την Μεγάλη Παρασκευή προσκυνούμε τα άγια
και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου μας
Ιησού Χριστού.
Το Μέγα Σάββατο τιμάμε τη θεόσωμο Ταφή
του Κυρίου μας και την εις Άδου Κάθοδόν Του.
«Αι μνήμαι και τα γεγονότα των ημερών της Μ.
Εβδομάδος, γράφει σύγχρονος λόγιος κληρικός, έχουν ορισθή κατά την ιστορικήν
των σειράν, ώστε δι’ αυτών να δύνανται οι Χριστιανοί να παρακολουθούν, ως να
είσαν παρόντες, πρώτον την πορείαν του Κυρίου προς το πάθος, έπειτα αυτό το
πάθος και την ταφήν και τέλος την ανάστασίν του».
Οι άγιοι Πατέρες στόλισαν τη Μ. Εβδομάδα με υμνολογικό
περιεχόμενο υψίστης ποιητικής και μουσικής αξίας. Οι μεγαλύτεροι υμνογράφοι της
Εκκλησίας μας, εμπνευσμένοι από το Θεό, με πίστη και ευλάβεια, συνέθεσαν για τη
Μεγάλη Εβδομάδα ύμνους ύψιστης θεολογικής και αισθητικής αξίας.
Η υμνολογία της Μ. Εβδομάδος αποτελεί το απόγειο της
παγκοσμίου ποιήσεως. Μεγάλοι μουσουργοί έντυσαν αυτούς με έξοχη
μελωδία. Ποια ανθρώπινη καρδιά δεν μένει ασυγκίνητη στο άκουσμα του
κατανυκτικού τροπαρίου «Ιδού
ο Νυμφίος έρχεται», ή του άφθαστου δοξαστικού «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις
περιπεσούσα γυνή».
Ή του συγκλονιστικού καθίσματος «Σήμερον Κρεμάται επί ξύλου», ή
του περίφημου δοξαστικού«Εξέδυσάν
με τα ιματιά μου» ή των μελωδικότατων εγκωμίων του Επιταφίου «Η Ζωή εν τάφω»;Η
Αγία μας Εκκλησία μας καλεί αυτές τις ημέρες να βιώσουμε με συντριβή και
κατάνυξη τα άγια και σεπτά Πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Καλούμαστε να γίνουμε συνειδητοί κοινωνοί των
παθημάτων του Λυτρωτή μας, διότι έτσι θα νοιώσουμε το μέγεθος της θείας αγάπης
και φιλανθρωπίας. Μόνο έτσι θα καταλάβουμε πως «ου φθαρτοίς
αργυρίω ή χρυσίω ελυτρώθημεν εκ της ματαίας αναστροφής πατροπαραδότου, αλλά τω
τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού» (Α΄Πέτρ.1:19-20).
Η σωτηρία μας είναι αποτέλεσμα των Παθημάτων και της
αδίκου Θυσίας του Κυρίου μας, καθ ότι «τας αμαρτίας ημών αυτός
ανήνεγκεν εν τω σώματι αυτού επί το ξύλον, ίνα ταις αμαρτίαις απογενόμενοι τη
δικαιοσύνη ζήσωμεν» (Α΄Πετρ.2:24).Ο Χριστός «υπέρ πάντων απέθανεν… ίνα οι
ζώντες μηκέτι εαυτοίς ζώσιν, αλλά τω υπέρ αυτών αποθανόντι και εγερθέντι»
(Ρωμ.5:15).
Αυτό προϋποθέτει η βίωση από μέρους μας των σωτηρίων Παθημάτων του Λυτρωτή μας Χριστού να μην είναι τυπική ή μόνο συναισθηματική, αλλά πρέπει να είναι καθολική οντολογική μέθεξη των σωτηριωδών ενεργειών, οι οποίες απορρέουν από «τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν» (Εβρ.12:2).
ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ἡ λειτουργική περίοδος πού θά διανύσουμε κατ’
αὐτή την ΣΤ΄ Ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς δέν δίδει ἔμφαση
στή δική μας
προσωπική μετά-νοια, ἀλλά στά γεγονότα πού ἔγιναν
γιά μᾶς καί τή σωτηρία μας. Ἡ ἑβδομάδα
πού ἀκολουθεῖ ἔχει ἕνα βασικό παιδαγωγικό χαρακτήρα
1.Νά κλείσει
πνευματικά ἡ Σαρακοστή καί
2.Νά μᾶς ὁδηγήσει στά γεγονότα τῆς
Ἀνάστασης τοῦ
Λαζάρου καί τήν βασιλική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ καί τῶν μαθητῶν Του
στά Ἰεροσόλυμα. Ἀπό τή μία
τά περιεχόμενα τῶν Ἀκολουθιῶν ἀποτελοῦν μιά ἐπανάληψη τῆς
ἁμαρτωλότητας τοῦ ἀνθρώπου.
Γιά νά μπορέσουμε νά ὑπερβοῦμε
τήν ἁμαρτωλότητα αὐτή ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρουσίασε τόν βίο δύο
διαφορετικῶν ἁγίων, ἑνός ἄνδρα καί μιᾶς γυναίκας.
Τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος καί τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς
Αἰγυπτίας .Ἀπό τήν ἄλλη οἱ δύο αὐτές Κυριακές ἀπετέλεσαν
τήν προετοιμασία τῆς συνάντησής μας μέ τόν Σωτήρα. Θά μποροῦσαν
μάλιστα νά θεωρηθοῦν ὡς τά προεόρτια τῆς ἑορτῆς
τοῦ Λαζάρου καί τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων.
Ἡ ἐσχατολογική ἀναμονή καί ἡ ἄσκηση
θά δώσουν τή θέση τους στά γεγονότα πού ἑδραιώνουν
τήν ἴδια τήν ὕπαρξη τῆς Ἐκκλησίας: Θάνατος καί Ἀνάστασις
τοῦ Θεοῦ – Ἀνθρώπου. Στόν Ὄρθρο τῆς Τετάρτης τῆς
Ε´ Ἑβδομάδος ἀκούσαμε μία φορά τόν Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα
τῆς Κρήτης, ἀλλά αὐτή τή φορά ὁλόκληρο.
Ἄν στήν ἀρχή ὁ Κανόνας αὐτός ἦταν ἡ πόρτα
πού μᾶς ὁδήγησε στήν μετάνοια, τώρα στό τέλος
φαίνεται ὡς ἀνακεφαλαίωση. Ἕνα μεγάλο ποίημα ἀπό 24ους
στίχους μᾶς μιλᾶ γιά τήν ἀνθρώπινη ἁμαρτία πού ἔχει
«ἀμαυρώσει» τό κατ’ εἰκόνα.
Τί εἶναι ἁμαρτία; Ἁμαρτία
εἶναι ὅταν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος μεταβάλει
τόν ἑαυτό του σέ εἴδωλο: «Αὐτοείδωλον ἐγενόμην
τοῖς πάθεσι τήν ψυχήν μου, βλάπτων οἰκτίρμον. Ἀλλ’ ἐν
μετανοίᾳ με παράλαβε, καί ἐν ἐπιγνώσει ἀνακάλεσαι.
Μή γένωμαι κτῆμα, μή βρῶμα τοῦ ἀλλοτρίου. Σωτήρ αὐτός με
οἴκτειρον». Ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας δίδει μιά ὀρθόδοξη
μαρτυρία γιά τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου
καί τοῦ Θεοῦ: Προσέξτε, μᾶς λέει, μήν
κάνετε εἴδωλα. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ φωνή τοῦ Μωϋσῆ στήν ἔρημο,
πού φωνάζει τούς Ἰσραηλίτες γιά τήν ἄτακτη
ζωή τους.
Καί εἴδωλα μπορεῖ νά εἶναι ἡ κοινωνία, ἡ ἐλευθερία, ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀπουσιάζει ἀπό αὐτά ὁ θεάνθρωπος
Χριστός. Ἐδῶ ὅμως ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας τῆς Κρήτης μᾶς
λέγει ὅτι «εἰδωλοποιήσαμε» τόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό. Εἶναι
φοβερό νά προσκυνᾶ κανείς τόν ἑαυτό του.
Νά προσκυνᾶς δηλαδή ἕνα ἀνθρώπινο
εἴδωλο, νά ὁδηγεῖς τόν ἑαυτό σου
μακρυά ἀπό τόν ἀληθινό ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου
τήν ἀλήθεια ἀποκάλυψε καί φανέρωσε
αὐτοπροσώπως ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ὡς ἐνανθρώπηση
Θεοῦ, δηλαδή ὡς Ἐκκλησία, πού περιέχει μέσα της τόν ἄνθρωπο
καί τήν κοινωνία.
2.«Ἰδού, ἀναβαίνομεν εἰς Ἰεροσόλυμα
καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι
καί γραμματεῦσι…» (Μάρκ.
10). Ἀπό δῶ καί μπρός θά ἀκολουθήσουμε
μαζί μέ τούς μαθητές τήν πορεία πρός τά Ἰεροσόλυμα.
Συμπόρευση, συσταύρωση, νέκρωση. «Δεῦτε οὖν
καί ἡμεῖς κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθῶμεν
αὐτό καί συσταυρωθῶμεν καί νεκρωθῶμεν δι’ αὐτόν ταῖς
τοῦ βίου ἡδοναῖς».Ἄν στό πρῶτο μέρος τῆς Μεγάλης
Σαρακοστῆς ἡ προσπάθειά μας ἀποσκοποῦσε σέ ἕναν
ἐξαγνισμό μέ τή νηστεία, τήν προσευχή,
τή συμμετοχή μας στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τώρα
πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι αὐτή ἡ κάθαρση δέν εἶναι
αὐτοσκοπός.
Τώρα ὅλα πρέπει νά μᾶς ὁδηγήσουν στήν
οἰκειοποίησή μας μέ τόν σταυρικό θάνατο
καί στή συνέχεια μέ τήν Ἀνάσταση! Ἡ Ἀνάσταση
τοῦ Λαζάρου προεικονίζει ἤδη τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἴδιου
τοῦ Χριστοῦ. «Τήν κοινήν Ἀνάστασιν
πρό τοῦ σοῦ Πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τόν
Λάζαρον» θά ἀκούσουμε στόν Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς
τοῦ Ἁγίου καί Δικαίου Λαζάρου.
Καί ἐνῶ μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ὅτι
τό Σάββατο εἶναι ἡ ἀνάμνηση τῶν ἁπανταχοῦ κεκοιμένων,
τό Σάββατο αὐτό τοῦ Λαζάρου ἑορτάζεται ὡς
μία ἀναστάσιμη ἡμέρα. Μᾶς προετοιμάζει νά κατανοήσουμε
τή νίκη τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στόν αἰώνιο ἐχθρό,
τόν Ἅδη. Μιά νίκη πού κάνει τόν ἴδιο τόν Ἅδη
νά τρέμει καί πικρά νά κλαίει.
Ὁ Ἅδης «κάτωθεν, πικρῶς ὠδύρετο
καί στένων ἔτρεμε» καί «στενάξας, ἀπέλυσε φόβω». Οἱ ἀναφορές
στήν ἀπελπιστική κατάσταση πού βρίσκεται τό πρόσωπο
τοῦ Ἅδη ποικίλες.Ὁ φίλος
τοῦ Χριστοῦ, ὁ Λάζαρος, ἀποτελεῖ τήν
προσωποποίηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί ἡ Βηθανία, ὅπου
βρίσκεται τό σπίτι του, σύμβολο ὁλόκληρης τῆς
οἰκουμένης, ὁ τόπος ὅπου
κατοικεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος.
Ἐκεῖνο ὅμως πού ἔχει ἰδιαίτερη σημασία
σέ ὅλη αὐτή τήν διήγηση εἶναι ἡ μαρτυρία πού μᾶς
παρα-δίδει ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης
καί τήν ἐπαναλαμβάνουν πολλοί ὑμνογράφοι: «Ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς» (Ἰω.
11: 35).Δέν κλαίει, δέν ξεσπᾶ σέ λυγμούς καί ὀλοφυρμούς
(Τρεμπέλας, σελ. 418), ἀλλά ἁπλῶς δακρύζει.
Γιατί ἄραγε; Μπορεῖ ὁ Χριστός
νά δακρύσει, ἀφοῦ γνωρίζει
πολύ καλά τί θά ἀκολουθήσει; Εἶναι
δυνατόν ὁ ἴδιος ὁ Κτίστης τῶν πάντων νά ρωτᾶ «ποῦ
κεῖται ὅν θρηνεῖται; ποῦ τέθαπται Λάζαρος, ὅν
μετ’ ὀλίγων ἐκ νεκρῶν, ζῶντα ἡμῖν ἐξαναστήσω ἐγώ;» (Ὠδή γ´).
Τί κρύβεται ἄραγε
πίσω ἀπό αὐτές τίς θαυμάσιες ἐκφράσεις; Οἱ ὑμνογράφοι
πιστεύουν ὅτι αὐτά τά δάκρυα εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύσις
τοῦ Χριστοῦ καί ἔχουν τή δύναμη νά ἀναστήσουν ἀκόμη
καί τούς νεκρούς. Γνωρίζουμε ὅλοι μας ὅτι κάτι τέτοιο
θά μᾶς ὁδηγοῦσε σέ ἕνα μονοφυσιτισμό.
Αφοῦ οἱ δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα
μέ τήν Δ´Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνας,εἶναι ἑνωμένες «ἀτρέπτως, ἀχωρίστως, ἀδιαιρέτως, ἀσυγχύτω». Τότε
τί μπορεῖ νά εἶναι;Στό σημεῖο
αὐτό θά χρησιμοποιήσω ἕνα
μικρό ἀπόσπασμα ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη
Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος γράφει σχετικά: «οὐδέ ζωοποιεῖ τόν
Λάζαρον ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, οὔτε
δακρύει ἡ θεϊκή ἐξουσία. Τό μέν γάρ δάκρυον,
τῆς ἀνθρωπότητος ἴδιον, ἡ δέ ζωή,
τῆς ἐνυποστάτου ζωῆς.
Ἀλλ’ ὅμως ἔχει δύο φύσεις, τῆς θεότητος
καί τῆς ἀνθρωπότητος αὐτοῦ. ……Τάς μέν γάρ
θεοσημείας ἡ θεότης εἰργάζετο, ἀλλ’ οὐ δίχα τῆς σαρκός.
Τά δέ ταπεινά ἡ σάρξ, ἀλλ’ οὐ χωρίς τῆς θεότητος» (Βιβλίο, ΙΙΙ, 94: 1057 Β, Πρβλ. 87 Γ: 3157 Α
κ. ἑξ.).
Ἄρα, εἶναι ὁ Θεάνθρωπος
πού δακρύζει καί εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος
πού θά ἀναστήσει τόν Λάζαρο. Δακρύζει… καί εἶναι δάκρυα θεϊ-κά…
Δακρύζει γιατί βλέπει τόν θάνατο νά γίνεται πρίγκηπας
τοῦ κόσμου. Ἡ ἀνάσταση δέν γίνεται ἀπό τόν
Θεό γιά τόν Θεό, ἀλλά περικλύει ὁλόκληρη
τήν ἀνθρωπότητα. Ὁ Θεός εἶναι ἡ Ζωή καί ἡ Πηγή τῆς
ζωῆς.
Προσκαλεῖ τόν ἄνθρωπο σέ αὐτήν τήν
πραγματικότητα. Ὁ ἄνθρωπος ὅπως καί ὁ κόσμος
πλάσθηκε ἀπό τά χέρια τοῦ Κτίστη, γιά νά δοξάζει
τόν Δημιουργό καί νά γίνει μέτο-χος τῶν ἔργων
τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό μᾶς τό ἐπιβεβαιώνει καί ὁ ὑμνωδός, ὁ ὁποῖος
γράφει: «Δακρύσας ὡς ἄνθρωπος
Οἰκτίρμον, ἐξανέστησας ὡς Θεός τόν ἐν
τάφῳ καί τοῦ Ἅδου λυθείς, ὁ Λάζαρος ἐβόα.
Εὐλογητός εἶ Κύριε, ὁ Θεός εἰς τούς αἰῶνας» (Ὠδή ´).
Ἀκολουθοῦμε τόν Ἰησοῦ πρός
τά Ἰεροσόλυμα καί ἔχουμε
τή μοναδική τιμή νά Τόν ἀκολουθήσουμε μέχρι τόν τάφο
τοῦ Λαζάρου καί νά ἀκούσουμε τήν
συγκλονιστική ἐντολή Του: «Λάζαρε,
δεῦρο ἔξω». Κατανοοῦμε τώρα τόν λόγο
πού δάκρυσε ὁ Ἰησοῦς. Δακρύζει γιατί ἀγαποῦσε τόν φίλο του
τόν Λάζαρο.
Καί ἡ πράξη του αὐτή δέν εἶναι
προβολή τῆς θεϊκῆς Του δύναμης, ἀλλά τῆς δύναμης
τῆς ἀγάπης, τῆς ἀγάπης πού γίνεται δύναμη
καί μπορεῖ νά νικᾶ τόν θάνατο. Ὁ Θεός
εἶναι Ἀγάπη καί ἡ Ἀγάπη εἶναι Ζωή. Εἶναι ἡ Ἀγάπη
πού δακρύζει στόν
τάφο καί εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἀγάπη πού τόν φέρνει
πίσω στή ζωή.
Εἶναι «Ἡ πάντων χαρά, Χριστός ἡ ἀλήθεια, τό φῶς καί ἡ ζωή, τοῦ κόσμου ἡ ἀνάστασις, τοῖς ἐν γῇ πεφανέρωται, τῇ αὐτοῦ ἀγαθότητι καί γέγονε τύπος τῆς ἀναστάσεως, τοῖς πᾶσιν παρέχων θείαν ἄφεσιν» (Κοντάκιον τῆς ἑορτῆς τοῦ Λαζάρου).
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ο Νυμφίος της Εκκλησίας και κάθε ψυχής Μεγάλη εβδομάδα
Στο τέλος των αποστίχων, πριν από το δοξαστικό των
αποστίχων του όρθρου της Μ. Τρίτης, στο τελευταίο τροπάριο, λέει: «Ο Νυμφίος ο κάλλει ωραίος παρά πάντας ανθρώπους, ο
συγκαλέσας ημάς προς εστίασιν πνευματικήν του νυμφώνός σου, την δυσείμονά μου
μορφήν των πταισμάτων απαμφίασον, τη μεθέξει των παθημάτων σου και στολήν δόξης
κοσμήσας της σης ωραιότητος, δαιτυμόνα φαιδρόν ανάδειξον της βασιλείας σου, ως
εύσπλαγχνος».
Θα λέγαμε ότι κατά κάποιον τρόπο συγκεντρώνονται όλα
πάλι σ’ αυτό εδώ το τροπάριο. Η καθεμιά ψυχή, η χριστιανή ορθόδοξος ψυχή,
τις ημέρες αυτές τις άγιες, τώρα την δεύτερη ημέρα της Μ. Εβδομάδος, καθώς από
το ένα μέρος συγκινείται, κατανύσσεται, συντρίβεται, αλλά από το άλλο μέρος
βλέπει πόσο αμαρτωλή είναι η ψυχή, πόσο ακάθαρτη· από το ένα μέρος πόσο ο
Νυμφίος ο ουράνιος είναι ωραίος Νυμφίος και από το άλλο μέρος πόσο αυτή η ψυχή
ως νύμφη του Χριστού είναι δύσμορφη.
Βρώμικη και καθόλου-καθόλου δεν είναι έτοιμη να
προϋπαντήσει τον Κύριο, να συναντηθεί με τον Κύριο, να καταφύγει στον ουράνιο
Νυμφίο, παρακαλεί, λοιπόν, η όλη Εκκλησία, που είναι η νύμφη του Χριστού, αλλά
παρακαλεί και η καθεμιά ψυχή, που είναι η νύμφη του Χριστού: «Ο Νυμφίος ο
κάλλει ωραίος παρά πάντας ανθρώπους», Συ, ο Νυμφίος, που είσαι ως προς το
κάλλος ωραιότερος απ’ όλους τους ανθρώπους…
Πρέπει να έχουμε κι αυτό υπόψιν μας: άγιες ψυχές που
ήλθαν σε μια κάποια άμεση κοινωνία με τον Χριστό, με τον Νυμφίο, ένιωσαν πόσο
ωραίος είναι, πόσο καλός είναι, πόσο άγιος είναι. Όχι απλώς τ’ άκουσαν αυτά,
όχι απλώς τα διδάχθηκαν, όχι απλώς τα πίστεψαν, αλλά τα ένιωσαν με την ψυχή
τους.
Και ορισμένες απ’ αυτές τις άγιες ψυχές, που πλησίασαν
τον ουράνιο Νυμφίο, ένιωσαν να περνάει κιόλας αυτή η ωραιότης του Κυρίου, η
αγιότης του Κυρίου, η θεϊκή αυτή ομορφιά, να περνάει και στη δική τους ψυχή.
Και εδώ ο υμνογράφος έχει υπόψιν του ασφαλώς και την όλη πείρα της Εκκλησίας
και την πείρα των αγίων, και έτσι μαζί με τον υμνογράφο απευθύνεται η όλη
Εκκλησία και όλοι εμείς απευθυνόμεθα στον ουράνιο Νυμφίο.
Ο Νυμφίος, λοιπόν, συ, που είσαι ως προς το κάλλος
ωραίος πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους, «ο συγκαλέσας ημάς προς εστίασιν
πνευματικήν του νυμφώνός σου»· Συ, που μας κάλεσες «εις εστίασιν πνευματικήν
του νυμφώνός σου», μας κάλεσες, ας πούμε, στους γάμους σου. Από κάποια
πλευρά κάθε ακολουθία, η όλη λατρεία, ιδιαίτερα αυτές τις μέρες, είναι οι γάμοι
του Κυρίου. Τι θα πει κάνουμε την ακολουθία του Νυμφίου; Τι θα πει είναι
Νυμφίος ο Κύριος;
Ναι, είναι ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι
νύμφη και την περιμένει την νύμφη, και η νύμφη περιμένει πότε θα την καλέσει ο
Νυμφίος. Αλλά και καθεμιά ψυχή είναι η νύμφη και μέσα στα μυστήρια μας καλεί ο
ουράνιος Νυμφίος και ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες της Μ. Εβδομάδος.
Βλέπετε δεν είναι μόνον παθήματα, όπως λέγαμε και
χθες, είναι γλυκασμός· όπως θα μας πουν άλλα τροπάρια αύριο την Μ. Τρίτη το
βράδυ· ο γλυκασμός των Αγγέλων. Συ, ο Νυμφίος, που είσαι ως προς το κάλλος
ωραίος πιο πολύ απ’ όλους τους ανθρώπους, που μας κάλεσες σ’ αυτή την εστίαση
την πνευματική του νυμφώνος σου.
Όπου μας κάλεσες σ’ αυτό το πνευματικό τραπέζι των
γάμων σου, «την δυσείμονά μου μορφήν των πταισμάτων απαμφίασον τη μεθέξει των
παθημάτων σου». Ναι, όλα καλά, αλλά όμως εγώ, λέει η ψυχή, είμαι δύσμορφη,
είμαι βρώμικη, έχει καθίσει επάνω μου η αμαρτία και είμαι εντελώς ανέτοιμη και
σε ακατάλληλη κατάσταση για να έρθω στους πνευματικούς αυτούς γάμους, στην
πνευματική εστίαση, στο πνευματικό αυτό συμπόσιο.
Βλέπετε πώς έρχεται το ένα κατόπιν του άλλου; Από το
ένα μέρος, δηλαδή, βλέπει η ψυχή την ωραιότητα, το κάλλος του Κυρίου, του
Νυμφίου του ουρανίου· από το άλλο μέρος βλέπει το δύσμορφο της δικής της
καταστάσεως. Αυτό όμως δεν απωθεί την ψυχή, αυτό δεν απομακρύνει την ψυχή, δεν
την απογοητεύει, αλλά καταφεύγει σ’ Αυτόν.
Καθώς πιστεύει ότι ο Κύριος, ο ουράνιος Νυμφίος,
περιμένει την καθεμιά ψυχή που είναι νύμφη του, την περιμένει να πάει στους
γάμους. Και γι’ αυτό η ψυχή εδώ παίρνει θάρρος και παρακαλεί να βγάλει από πάνω
της ο Κύριος, αυτός ο ωραίος κάλλει παρά πάντας ανθρώπους, να βγάλει από πάνω
της, «απαμφίασον» –σαν να είναι ενδύματα δηλαδή πάνω της– τα πταίσματα, την όλη
αμαρτία.
Και έτσι, από κει που η όλη μορφή μου, λέει η ψυχή, η
όλη ύπαρξή μου είναι σκεπασμένη και γίνεται δύσμορφος από τα πταίσματα, απ’
αυτά τα κουρέλια, απ’ αυτά τα βρώμικα ενδύματα, να μου τα βγάλεις «τη μεθέξει
των παθημάτων σου». Βλέπετε το καταλαβαίνει καλά ο υμνογράφος, αλλά μαζί με τον
υμνογράφο το καταλαβαίνει και η κάθε μια ψυχή.
Το όλο θέμα, σύμφωνα μ’ αυτά που λέγαμε και χθες, δεν
είναι να δούμε από μακριά, δεν είναι απλώς να προσευχηθούμε, δεν είναι απλώς να
παρακαλέσουμε· εδώ πρέπει να συμπορευθούμε με τον Κύριο, να γίνουμε κοινωνοί
των παθημάτων του, που λέει και ξαναλέει ο απόστολος Παύλος (Φιλιπ. 3:10). Εδώ
χρησιμοποιεί μια λέξη ακόμη, πιο εκφραστική, «τη μεθέξει των παθημάτων
σου».
Καθώς θα μ’ αξιώσεις να γίνω κοινωνός των παθημάτων,
να μπω κι εγώ μέσα στα παθήματά σου, να ενωθούν τα παθήματά μου με τα παθήματά
σου, καθώς θα γίνεται αυτό το πράγμα, βγάλε από πάνω μου τα λερωμένα, τα
κουρελιασμένα ενδύματα, που καθιστούν τη μορφή μου, την όλη ψυχή μου, την όλη
κατάστασή μου δύσμορφη.
«Και στολήν δόξης κοσμήσας της σης ωραιότητος», και
αφού με κοσμήσεις με στολήν ένδοξον, με λαμπρά στολή, με ουράνια στολή, με
στολή της σης ωραιότητος –είναι ακριβώς αυτό που λέγαμε πιο μπροστά· ορισμένοι
άγιοι απ’ αυτόν τον κόσμο, προχώρησαν τόσο πολύ, που όχι απλώς είδαν ότι είναι
ωραίος ο Κύριος, πανάγιος ο Κύριος, αλλά ένιωσαν να περνάει αυτή η ωραιότητα,
αυτή η αγιότητα σ’ αυτούς, αφού περνάει η ζωή του Χριστού σ’ αυτούς.
Θα με κοσμήσεις λοιπόν με στολήν ένδοξον, με στολή
λαμπρά «της σης ωραιότητος», στολή τέτοια που έχεις εσύ –με άλλα λόγια, αφού
μου βγάλεις τα κουρέλια, μου πετάξεις από πάνω την αμαρτία, θα με συγχωρήσεις,
θα με καθαρίσεις και θα με στολίσεις με τη δική σου ωραιότητα, με τα δικά σου
στολίδια, με τη θεϊκή ζωή.
«Δαιτυμόνα φαιδρόν ανάδειξον της βασιλείας σου, ως
εύσπλαγχνος». Αφού γίνουν όλα αυτά, τελικά να με αναδείξεις συνδαιτυμόνα, έναν
από αυτούς οι οποίοι συμμετέχουν σ’ αυτή την εστίαση την πνευματική, σ’ αυτό το
συμπόσιο, στους γάμους σου· να μ’ αξιώσεις να είμαι κι εγώ συνδαιτημόνας
φαιδρός, εύχαρις.
Δεν χρειάζεται βέβαια να το πει αυτό, και μόνο του
υπονοείται, αλλά, να, το λέει· διότι άμα καθίσει κανείς στο τραπέζι του Θεού,
άμα καθίσει στους γάμους του ουρανίου Νυμφίου και μάλιστα ως νύμφη –διότι όλη η
Εκκλησία είναι νύμφη του Χριστού, αλλά και καθεμιά ψυχή είναι νύμφη του
Χριστού– δεν χρειάζεται να της πουν ότι θα είναι χαρούμενη. Θα είναι οπωσδήποτε
συνδαιτημόνας φαιδρός.
«Και δαιτυμόνα φαιδρόν ανάδειξον της βασιλείας σου, ως
εύσπλαγχνος». Να με αναδείξεις της βασιλείας αυτής συνδαιτυμόνα φαιδρόν,
χαρούμενο συνδαιτυμόνα, πλήρη χαράς συνδαιτυμόνα της βασιλείας σου, συ, ο
εύσπλαχνος.Διότι όλα στηρίζονται στην ευσπλαχνία. Δεν δικαιούται κανείς τίποτε
και αλίμονο σ’ αυτόν ο οποίος νομίζει ότι τα δικαιούται. Μόνον ο ταπεινός
γίνεται κοινωνός όλων αυτών.
Μόνον αν συντριβεί κανείς μέσα του, εάν συναισθανθεί
όλη τη δυσμορφία αυτή και καθόλου-καθόλου δεν έχει ιδέα καλή για τον εαυτό του,
αλλά ελπίζει στον εύσπλαχνο Κύριο και καταφεύγει στην ευσπλαχνία αυτή του
Κυρίου, μόνο τότε ο Κύριος τον δέχεται και τελικά όντως όλα αυτά δεν είναι μόνο
κάποιοι πόθοι, κάποιες επιθυμίες, μια κάποια ελπίδα, αλλά είναι γεγονός.
Και ο υμνογράφος το παρουσιάζει έτσι αυτό το γεγονός,
και η όλη η Εκκλησία ψάλλει με τον υμνογράφο, και η καθεμιά ψυχή ψάλλει με τον
υμνογράφο. Είναι γεγονός, δεν είναι απλώς μια ελπίδα, δεν είναι απλώς μια
επιθυμία “α, μήπως γίνουν έτσι τα πράγματα”.
Όντως τελικά, εφόσον κανείς θα πάρει μια τέτοια στάση
και εφόσον θα καταφύγει στον Κύριο, στον εύσπλαχνο Κύριο, με ταπείνωση, με
μετάνοια και με ικετευτικό ας πούμε πνεύμα, όντως κανείς θ’ αξιωθεί να γίνει
συνδαιτυμόνας φαιδρός της βασιλείας του Θεού.Είθε όλοι ν’ αξιωθούμε αυτής της
χαράς και αυτής της ευτυχίας.
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ
Σήμερα ο Χριστός εισέρχεται στο μονοπάτι της οδύνης Του αλλά
και της φοβερής εκείνης μοναξιάς που θα τον περιβάλλει καθ’ όλη την εβδομάδα
των Παθών. Η μοναξιά αρχίζει με μια παρεξήγηση: ο λαός περιμένει ότι η είσοδος
του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα θα είναι η θριαμβευτική διέλευση ενός πολιτικού
αρχηγού, ενός ηγέτη που θα ελευθερώσει το λαό του από την καταπίεση και τη
δουλεία, από αυτό που εκείνοι θεωρούν ως «α-θεΐα» – καθώς η λατρεία των ειδώλων
αποτελεί την άρνηση του ζώντος Θεού.
Το αποκορύφωμα της μοναξιάς θα είναι η κραυγή του Χριστού
πάνω στο Σταυρό: « Θεέ μου, Θεέ μου, ινατί με εγκατέλιπες». Εγκαταλειμμένος από
τους ανθρώπους, απορριμένος από το λαό του Ισραήλ, είναι τώρα αντιμέτωπος με τη
ακραία ερημιά και πεθαίνει χωρίς Θεό, χωρίς ανθρώπους, μόνος, με μόνη την αγάπη
Του για τον Θεό και την αγάπη Του για το γένος των ανθρώπων· πεθαίνει για χάρη
του και για τη δόξα του Θεού.
Η σημερινή θριαμβευτική Του είσοδος είναι και η αρχή του
Πάθους Του. Ο κόσμος περίμενε αρχηγό και βασιλιά και βρίσκει το Σωτήρα των
ψυχών τους. Τίποτε δεν χολώνει τον άνθρωπο τόσο πολύ όσο η ελπίδα που χάθηκε,
που διαψεύσθηκε· κι αυτό εξηγεί γιατί οι άνθρωποι που μπόρεσαν να τον
υποδεχθούν με τόση θέρμη, εκείνοι που υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της ανάστασης
του Λαζάρου και είχαν δει τα θαύματά Του, εκείνοι που είχαν ακούσει τη
διδασκαλία Του και θαύμαζαν την κάθε Του λέξη όντες έτοιμοι να γίνουν μαθητές
Του τον «καλό» καιρό, απομακρύνθηκαν από κοντά Του την ώρα του πάθους και του
γύρισαν την πλάτη· λίγες ημέρες δε μετά φώναξαν «Σταύρωσον, σταύρωσον
Αυτόν».
Κι Εκείνος πέρασε όλες αυτές τις μέρες μόνος, γνωρίζοντας τι
Τον περίμενε, εγκαταλειμμένος από όλους εκτός από τη Μητέρα Του, που παράστεκε
σιωπηλά, όπως είχε κάνει σε όλη τη ζωή Της, μετέχοντας στην τραγική άνοδό Του
στο Σταυρό· Εκείνη που είχε δεχθεί τον Ευαγγελισμό, το ευφρόσυνο νέο, αλλά και
που είχε εν σιωπή ακούσει την προφητεία του Συμεών για τη ρομφαία που θα
διαπερνούσε τη μητρική Της καρδιά.
Τις μέρες που έρχονται, δεν θα θυμηθούμε απλώς, αλλά θα
παρασταθούμε στο Πάθος του Χριστού. Θα είμαστε μέρος του πλήθους που θα
περικυκλώσει τον Χριστό, τους Μαθητές και τη Θεοτόκο. Καθώς θα ακούμε τα
αναγνώσματα, καθώς θα παρακολουθούμε τις Ευχές της Εκκλησίας, καθώς οι εικόνες
του Πάθους θα διαδέχονται η μία την άλλη μπροστά στα μάτια μας, ας θέσουμε στον
εαυτό μας το ερώτημα:«Μέσα σ’ αυτό το πλήθος, πού βρίσκομαι εγώ, ποιός είμαι;
Ένας Φαρισαίος; Ένας Γραμματέας; Ένας προδότης; Ένας δειλός; Ποιός; Ή μήπως
στέκομαι ανάμεσα στους Αποστόλους;»…Μα και αυτούς τους κατέβαλε ο φόβος.
Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές, ο Ιούδας τον πρόδωσε, ο
Πέτρος, ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης αποκοιμήθηκαν την ώρα ακριβώς που ο Χριστός είχε
ανάγκη από την ανθρώπινη αγάπη και υποστήριξη· οι άλλοι μαθητές τό ‘βαλαν στα
πόδια· κανείς δεν έμεινε εκτός από τον Ιωάννη και τη Θεοτόκο, εκείνους που ήταν
δεμένοι μαζί Του μ’ εκείνο το είδος της αγάπης που δεν γνωρίζει κανένα φόβο και
είναι έτοιμη να μοιραστεί οτιδήποτε.Ας ρωτήσουμε για άλλη μια φορά τον εαυτό
μας ποιοι είμαστε και ποια είναι η θέση μας μέσα σ’ αυτό το πλήθος.
Είμαστε με την ελπίδα ή με την απόγνωση, με τί; Και αν
είμαστε με την αδιαφορία, τότε είμαστε κι εμείς μέρος του τρομακτικού πλήθους
που περικύκλωνε τον Χριστό, που τον ακολουθούσε και τον άκουγε, αλλά μετά
έφευγε· όπως θα φύγουμε κι εμείς από το ναό. Ο Εσταυρωμένος θα υψωθεί εδώ τη Μ.
Πέμπτη κι εμείς θα διαβάζουμε το Ευαγγέλιο για το Σταυρό και τή Σταύρωση και το
θάνατο – και μετά, τί; Ο Σταυρός θα συνεχίσει να στέκεται εδώ, αλλά εμείς θα
πάμε να ξεκουραστούμε, θα πάμε σπίτι να φάμε, να κοιμηθούμε, να ετοιμαστούμε
για τα έργα της επομένης.
Την ίδια ώρα, ο Χριστός θα είναι στο Σταυρό, θα είναι στον τάφο. Πόσο φοβερό είναι να είμαστε ανήμποροι κι εμείς, όπως τότε οι μαθητές, να περάσουμε έστω μία μέρα, μία ώρα μαζί Του! Ας το σκεφθούμε, κι αν δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε, τουλάχιστον ας αναγνωρίσουμε ποιοι είμαστε και πού βρισκόμαστε, και την τελική ώρα ας στραφούμε προς Αυτόν με την κραυγή, την έκκληση του ληστή: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου».
ΤΟ
ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (Ιωσήφ του Παγκάλου)
Όνομάζεται Μεγάλη, όχι διότι έχει περισσότερες ήμερες ή ώρες, αλλά
διότι μεγάλα είναι τα γεγονότα πού εορτάζουμε και διότι απερίγραπτες υπήρξαν οι
ωφέλειες τις όποιες έλάβαμε αυτή την εβδομάδα: σταμάτησε ο πόλεμος του ανθρώπου
προς τον Θεό, καταργήθηκε ο θάνατος και ή εξουσία του Διαβόλου, εξαφανίστηκε ή
κατάρα και έγινε ή συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους.
Όλα τα ανωτέρω εξυμνούνται με θαυμάσιους ύμνους, «οι
όποιοι ομοιάζουν ωσάν να μεταβαίνουμε από άσματα σε άσματα ασμάτων, από τα ιερά
στα άγια των αγίων και από τον πρώτο ουρανό, όχι στο δεύτερο, αλλά στον τρίτο
και υψηλότατο ουρανό, σ' αυτά τα Λόγια του Θεού». Οι ακολουθίες της Μεγ.
Εβδομάδας είναι πρωινές, δηλ. είναι ο Όρθρος κάθε ημέρας.
Για να μπορεί όμως ο λαός να τις παρακολουθήσει, «κατ'
οίκονομίαν» ψάλλονται το απόγευμα της προηγουμένης. Δηλ. το απόγευμα της
Κυριακής των Βαΐων ψάλλεται ό Όρθρος της Μ. Δευτέρας, απόγευμα της Μ. Δευτέρας,
ψάλλεται ό Όρθρος της Μ. Τρίτης κ.ο.κ. (το πρωί ψάλλονται οι Ώρες και ο
Εσπερινός της επομένης).
Αρχίζει λοιπόν η εβδομάδα του θείου δράματος. Ο Κύριος
έρχεται «προς το εκούσιον πάθος» και παρουσιάζεται στο
προσκήνιο «θείναι την ψυχήν αυτού αντίλυτρον» για τον
άνθρωπο και τις αμαρτίες του. Έρχεται ο Ιησούς προς το πάθος και ο υμνογράφος
μας καλεί να «συμπορευθώμεν» και να «συσταυρωθώμεν» και
να «νεκρωθώμεν δι αυτόν «ταις του βίου ηδοναίς», όχι με
άλλο σκοπό, αλλά και «συζήσωμεν αυτώ» καινά «συνανυψωθώμεν εις την άνω
Ιερουσαλήμ εν τη βασιλεία των ουρανών».
Μας καλεί ακόμα ο ιερός υμνογράφος να δοξάσουμε το θεό
και εκείνος με την ευσπλαχνία του θα μας ανυψώσει, γιατί έχομε νεκρωθεί
εξαιτίας της αμαρτίας και γιατί είναι αγαθός και φιλάνθρωπος. Είναι η ημέρα,
που η Εκκλησία μάς θυμίζει «τον μακάριον Ιωσήφ τον Πάγκαλον» και «την υπό του
Κυρίου καταρασθεισαν και ξηρανθείσαν συκήν».
Ο Ιωσήφ είναι ο πολυγαπημένος από τον πατέρα του Ιακώβ
και από τη ζήλια των αδελφών του πουλημένος, εν αγνοία του πατέρα του.Ο Ιωσήφ,
μπήκε στην υπηρεσία του Πετεφρή, αρχιμαγείρου του Φαραώ στην Αίγυπτο, πήρε
μεγάλα αξιώματα, αφού εξήγησε τα όνειρα του Φαραώ. Ενώ προκλήθηκε από τη
γυναίκα του Πετεφρή λόγω της ομορφιάς του και συκοφαντήθηκε, δεν υποχώρησε, σαν
άλλος Ιππόλυτος.
Λόγω της αθωότητας του, των παθημάτων του και της
δόξας, που πήρε προεικονίζει τον Σωτήρα Χριστόν.Τη Μεγάλη Δευτέρα γιορτάζεται
η μνήμη του Ιωσήφ που εξηγεί το όνειρο του Φαραώ και τη μέρα αυτή εξυμ-νούνται
οι αρετές του από τους υμνογράφους. Στο Κοντάκιο της Μεγάλης Δευτέρας
περιέχεται όλη η υπόθεση: «Ο Ιακώβ ωδύρετο του Ιωσήφ την στέρησιν
και ο γενναίος εκάθητο άρματι ως βασιλεύς τιμώμενος της Αιγύπτιας»
(δηλ. της γυναίκας του Πετεφρή) «ταις ηδοναίς μη δουλεύσας» (=αφού
δεν έγινε δούλος στις ηδονές της Αιγύπτιας), «αντεδοξάζετο παρά του βλέποντος»
(δηλ. του Θεού) «τας των ανθρώπων καρδίας και νέμοντος στέφος άφθαρτον»,
(=που απονέμει, χαρίζει το αθάνατο στεφάνι).
Η Εκκλησία πάλι την ίδια ημέρα μας υπενθυμίζει με την
ευαγγελική περικοπή (Ματθαίου κα'.18-22) την άκαρπη
συκιά. Ενώ πεινούσε ο Χριστός δε βρήκε κανένα καρπό πάνω της, παρά το άφθονο
φύλλωμα της, την καταράστηκε και ξεράθηκε. Μ' αυτό το παράδειγμα μας
υπενθυμίζεται ότι η Συναγωγή των Εβραίων ήταν άκαρπη από πολλά καλά έργα και
μας καλεί να αποφύγουμε την ακαρπία «της ξηρανθείσης συκής» και
να προσφέρουμε στο Χριστό «καρπούς αξίους της μετανοίας».
Το τροπάριο «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν των μέσω της νυκτός...», που ψάλλεται σε μια μυσταγωγική και κατανυκτική ατμόσφαιρα, μάς υπενθυμίζει ότι πρέπει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι και «γρηγορούντες» και όχι «ραθυμούντες» ψυχικά για να μη «παραδοθώμεν τω θανάτω» και εννοεί πάντα τον ψυχικό θάνατο.
Μας προετοιμάζει με όλα αυτά η Εκκλησία να μετανοήσουμε και να απαλλαγούμε από τα πάθη και τις αμαρτίες μας, ώστε καθαροί και προετοιμασμένοι να εορτάσουμε την Ανάσταση του Χριστού.
ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΑ ΣΕΠΤΑ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΗΜΕΡΑ ΩΣ
ΦΩΤΑ ΣΩΣΤΙΚΑ ΑΝΑΤΕΛΛΕΙ ΤΩ ΚΟΣΜΩ
Αυτός ο αριστουργηματικός ύμνος εξαγγέλλει τα «Πάθη τα σεπτά», τα
οποία αρχίζουν σήμερα. Είναι Μεγάλη Δευτέρα. Το ξεκίνημα μιας πορείας ματωμένης
και μαρτυρικής, του πιο μεγάλου μάρτυρα που γνώρισε ποτέ η πλάση. Αφού ο
ίδιος ο Πλάστης της, έρχεται θεληματικά και από αγάπη για να πάθει, για να
λυτρώσει εμάς από τα πάθη μας, τα μικρά και τα μεγάλα μας.
Έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός» και μάλιστα ως
Νυμφίος, με πάθος αγαπητικό προς το εκούσιον πάθος, γιατί όποιος αγαπά
πραγματικά θυσιάζεται, δίχως όρους και όρια, χωρίς υπολογισμούς.Άλλωστε, η
αγάπη είναι ανένταχτη, δεν μπορεί να μπει σε καλούπια και ποσοστιαίες διαβαθμίσεις.
Δεν είναι τυχαία η λέξη «Πάθος», την
οποία χρησιμοποιεί η Εκκλησία για να ορίσει και περιγράψει το μέγεθος της
αγαπητικής παραφοράς του Νυμφίου Χριστού, προς την νύμφη – ψυχή μας.Γι’ αυτό
άλλωστε κι’ ο υμνωδός, της κρούει τόσο ηχηρά τον κώδωνα της εγρήγορσης λέγοντάς
της: «βλέπε ουν ψυχή μου, μη τω ύπνω
κατανεχθείς, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της Βασιλείας έξω κλεισθείς».
Μα ποιος είναι Αυτός που έρχεται μέσα στο σκοτάδι της
νυχτιάς; Η απάντηση συγκλονίζει διότι είναι «ο Μονογενής Υιός και
Λόγος του Θεού» ο Οποίος έρχεται για να πρωταγωνιστεί σ’ ένα
κυριολεκτικό «δράμα», ώστε να καταργήσει μια για πάντα
το δικό μας το δράμα, το αίνιγμα του θανάτου μας.
Έρχεται ο Θεάνθρωπος και πάσχει ως Φιλάνθρωπος, γιατί
λαχταρά να κάνει και πάλι «θεό» τον άνθρωπο, κατά χάριν.Η μορφή Του λαμποκοπά
μέσα στης νύχτας τη σκοτεινιά, και ζητά να φωτίσει πλέρια το σύθαμπο και της
μορφής μας και της ψυχής μας, επειδή ακριβώς μας αγαπά πολύ. Εμείς από τη μεριά
μας, αντίδοτο στην αγάπη Του,
Τον
υποβάλλουμε σε πάθη φρικτά και αδυσώπητα, με τρόπο πέρα για πέρα
ανάλγητο, λες και θέλουμε να αντισταθμίσουμε το μέγεθος του «πάθους»
της δικής Του αγάπης και μακροθυμίας, με πάθη κακίας και εκδίκησης.
Φοβερό! Ιδού
τα κατορθώματά μας! Της προδοσίας το φίλημα. Η
σύλληψη και το δέσιμο, λες κι’ είναι κακούργος, ο
αναμάρτητος. Το φτύσιμο.
Το
ράπισμα. Η κοροϊδία. Το μαστίγωμα. Η απάρνηση. Το
καλάμι. Η χολή. Το ξύδι. Το ακάνθινο στεφάνι. Η
λόγχη. Ο σταυρωμός. Ο θάνατος. Τα πάθη τα αδυσώπητα και τα
μαρτυρικά, πώς και γιατί ονομάσθηκαν «τα Πάθη τα σεπτά»; Τα
«άχραντα Πάθη»;
Τα
«σωτήρια Πάθη»; Τα «Πάθη τα ζωοποιά»; Επειδή ακριβώς ο πάσχων
είναι ο Χριστός, ο Ένας της Τριάδας. Ο Χριστός έπαθε
κυριολεκτικά, ως άνθρωπος. Η θεότητά Του όμως, «απαθής διέμεινε». Η
ανθρώπινη φύση Του υπέστη όλη αυτή την περιπέτεια. Δεν έχουμε Θεοπασχία.Ο
Θεός δεν πάσχει. Δεν μπορεί να υποβληθεί σε παθήματα. Μήτε να
θανατωθεί. Ο άνθρωπος Ιησούς έπαθε και απέθανε, όντας αναμάρτητος και
απέθαντος.
Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το μυστήριο της μακροθυμίας
Του, και το μέγεθος της αγάπης Του, με την οποία τόλμησε τα πάντα.Αυτά όλα θα
τα ζήσουμε για μια ακόμα φορά, όχι σαν μια ιστορική αναδρομή και θύμηση της
ζωής και των παθημάτων του Χριστού, αλλά εμπειρικά μέσα στον αδιάστατο
χωρόχρονο της Εκκλησίας, σήμερα.
Δεν πρέπει ούτε προς στιγμήν να μας διαφεύγει, πως τα
πάντα συμβαίνουν σήμερα, δηλαδή «τα
Πάθη τα σεπτά η παρούσα ημέρα, ως φώτα σωστικά ανατέλλει τω κόσμω.
Χριστός γάρ επείγεται του παθείν αγαθότητι…», σήμερα.Να
μη ξεχνούμε πως «ιδού
ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός», σήμερα. Ναι σήμερα. Όλα συμβαίνουν σήμερα.
Μεγάλη Δευτέρα σήμερα κι εμείς «ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα» πεζοπορούντες αντάμα με Εκείνον που μας αγάπησε
με «πάθος», ιχνηλάτες
και εμείς του πάθους της ερωτικής Του αναζήτησης για μας, γιατί διψούμε τη ζωή
απαλλαγμένη από τα πάθη της κακίας, του ψεύδους και του μίσους.
ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΑ
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΜΑΣ
Φθάσαμε, και πάλι στα σωτήρια πάθη του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού, στη Μεγάλη Εβδομάδα. Η εβδομάδα αυτή λέγεται Μεγάλη, διότι μέσα στις 168 ώρες της, από σήμερα μέχρι τη νύχτα της Αναστάσεως, τιμώνται μεγάλα γεγονότα, μοναδικά και
κοσμοιστορικά, που συγκλόνισαν τα επίγεια και τα ουράνια και τα
καταχθόνια. Γι᾿ αυτό η εβδομάδα αυτή ονομάζεται Μεγάλη·
αλλά και γι᾽ αυτό δεν θα πρέπει να περάσει όπως οι άλλες. Και θέτω το
ερώτημα ποια είναι τα καθήκοντα ενός Χριστιανού τη Μεγάλη Εβδομάδα;
Ποιά είνε λοιπόν τα καθήκοντα που έχουμε την εβδομάδα
αυτή; Το πρώτο καθήκον μας, είνε να ευχαριστήσουμε
απ᾽ την καρδιά μας τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Όλη βέβαια η ζωή
μας πρέπει να είναι ένα ευχαριστώ, ένα «Δόξα σοι, Κύριε», για τις μικρές και μεγάλες ευεργεσίες του, τις φανερές
και αφανείς, για όλα τα καλά, υλικά και πνευματικά, που επιδαψιλεύει η χάρις
του· τον ήλιο, τον αέρα, το νερό, τα λουλούδια, τα ακρογιάλια, όλη την
πλάση.
Να τον ευχαριστούμε ακόμη για τους γονείς και τα
αδέρφια, τη γυναίκα και τα παιδιά, για το χρόνο και τις εποχές, για ο,τι
ευλογημένο και αναγκαίο. Άνθρωπος αγνώμων είνε χειρότερος από ζώο. Ένα
σκύλο έχεις, ένα κομμάτι ψωμί του πετάς, και κουνάει την ουρά του και σού λέει
ευχαριστώ. Κι ο άνθρωπος λοιπόν πρέπει να είνε ευγνώμων στο Θεό. Να
τον ευχαριστούμε για όλα, αλλά προ παντός για τη θυσία του Υιού του,για τα
σεπτά του πάθη.
Ακόμη να τον ευχαριστήσουμε και για κάτι άλλο για
τη μακροθυμία του στα τόσα εγκλήματά μας και μάλιστα στις βλασφημίες, για τις
οποίες θα ᾽πρεπε ν᾽ ανοίξη η γη να μας καταπιή κ᾽ η θάλασσα να
φουσκώση να μας πνίξη, και όμως μας ανέχεται. Γι᾿αυτό τη Μεγάλη Παρασκευή
η Εκκλησία λέει«Δόξα τη μακροθυμία σου, Κύριε, δόξα
σοι».
Το ένα καθήκον μας λοιπόν είνε να ευχαριστούμε το Θεό. Το άλλο είνε να παρακολουθήσουμε τις ιερές
ακολουθίες. Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος δεν είνε όπως οι άλλες·
διαφέρουν πολύ. Οι ύμνοι της, που είνε γλυκύτεροι απ᾽ το μέλι, τα
εμπνευσμένα αυτά ποιήματα όπως π.χ. ο επιτάφιος θρήνος, δεν υπάρχουν σε καμμιά
θρησκεία στον κόσμο.
Και μόνο τα τροπάρια αυτά, που δεν τα έχουν ούτε
φράγκοι ούτε προτεστάντες ούτε κανείς άλλος, φτάνουν ν᾽ αποδείξουν ότι η
Εκκλησία μας δεν είναι από τη γη είναι από τον ουρανό, είναι
θεόπνευστη. Ποιος τα έκανε αυτά; που γράφτηκαν, μέσα σε σχολειά και
πανεπιστήμια; Τα έφτειαξαν μέσα σε σπηλιές άγιοι ασκηταί, πού τό δάκρυ
τους έπεφτε στη γη και την έκανε να λουλουδίζη.
Δεν τα έγραψαν απλώς με το μυαλό και τα γράμματα
που ήξεραν· αυτά είνε το αίμα της καρδιάς τους, συναίσθημα υγιές, έκφραση ζωής,
βιώματα άγια, αλήθειες, που μόνο όσοι αγάπησαν γνησίως το Χριστό μπορούσαν να
έχουν. Πρέπει να είναι αναίσθητος κανείς για να μην τον συγκινούν. Ας
τα παρακολουθήσουμε λοιπόν στην εκκλησία κρατώντας μια Σύνοψη.
Το τρίτο καθήκον μας:Η εβδομάδα
αυτή είναι εβδομάδα νηστείας, αυστηρής νηστείας. Μην
ακούτε τους υλιστάς και ασεβείς εμείς από την παράδοση αποστόλων και
πατέρων της Ορθοδοξίας τηρούμε τις νηστείες της αγίας μας Εκκλησίας και
κατ᾿ εξοχήν τη νηστεία αυτή. Όταν λέμε νηστεία, δεν εννοούμε να
νηστέψει απλώς το στομάχι για να θυμηθεί το όξος του σταυρού· εννοούμε μαζί με
το στομάχι να νηστέψει και το στόμα από κακολογία, η γλώσσα από αισχρολογία, τα
μάτια από αισχρά θεάματα.
Τέτοιες μέρες στο Βυζάντιο οι αυτοκράτορες υπέγραφαν διαταγή· Μεγάλη Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη,
Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή κλειστά τα ιπποδρόμια και όλα τα θέατρα. Πενθεί
η Εκκλησία. Αν ήμασταν χριστιανικό κράτος, θα έπρεπε από χθες
να είνε κλεισμένα τα καταγώγια και τα κέντρα διαφθοράς, και να επικρατή πένθος
γι᾿ Αυτόν που υψώθηκε για μας επάνω στο σταυρό.Αλλά έχουμε κ᾽ ένα
άλλο καθήκον.
Είναι το
καθήκον της εξομολογήσεως και της θείας μεταλήψεως. Επ᾽ αυτού δεν θα επεκταθώ. Τούτο μόνο θα
πω. Τις άγιες αυτές ημέρες και ιδίως τη νύχτα της Αναστάσεως καλούμεθα να
μείνουμε στο ναό μέχρι τέλους με την αναστάσιμη λαμπάδα.
Όποιος ακούει το «Χριστός ανέστη» και
μετά φεύγει, προτιμότερο θα ήταν να μείνει στο σπίτι του. Αυτό που γίνεται, να
αδειάζουν οι εκκλησίες μετά το «Χριστός ανέστη», είναι βεβήλωσις, περιφρόνηση
στο Χριστό. Να μείνουμε λοιπόν μέχρι τέλους και να ετοιμαστούμε για τη
θεία μετάληψη. Η εβδομάδα αυτή είναι κατ᾽ εξοχήν εβδομάδα θείας μεταλήψεως.
Τι είνε η θεία μετάληψις; Το σώμα και το αίμα του Χριστού μας, η φωτιά του
ουρανού. Τι είσαι, σε ρωτώ, άχυρο; μην πλησιάσεις τα άγια, θα καής. Είσαι
χρυσάφι; Αν είσαι χρυσάφι, το χρυσάφι δεν απειλείται από τη φωτιά· όσο
πλησιάζει τη φωτιά, τόσο καθαρίζεται.
Έτσι κ᾽ εσύ ο Χριστιανός αν είσαι αμετανόητος, θα
σε κάψει η φωτιά, όπως έκαψε τον Ιούδα που κοινώνησε αναξίως αν όμως πέρασες
από το καμίνι της Ιεράς εξομολογήσεως, τότε πλησίασε η θεία κοινωνία θα είναι
φάρμακο αθανασίας.Τη Μεγάλη Εβδομάδα έχουμε επίσης ιερό
καθήκον απέναντι των αδελφών μας που πάσχουν και υποφέρουν. Είναι εβδομάδα
αγάπης και ελεημοσύνης.
Ένα εκλεκτό φαγητό σε κάποιον που πεινάει, ένα
καινούργιο ρούχο όχι παλιό σ᾿ έναν που δεν έχει, μια βοήθεια στη
χήρα και τα ορφανά, ένα φάρμακο αναγκαίο, μια επίσκεψη στον ασθενή, ένας λόγος
παρηγορητικός στον θλιμμένο, ο,τι τέλος πάντων μπορεί να σκεφτεί μια καρδιά που
αγαπά.
Αλλά δεν είπα τίποτα υπάρχει κάτι ακόμη, κι αυτό είναι
το δυσκολότερο. Όλα όσα είπα - να τα κάνεις αλλά εάν το τελευταίο αυτό
δεν το κάνεις, Χριστιανός δεν είσαι. Ποιο είναι αυτό; Υπάρχουν
Χριστιανοί που είναι άνθρωποι προσευχής, που έχουν τ᾽ αυτί τους
τεντωμένο στα ιερά λόγια.
Όπου νηστεύουν αυστηρά, που εξομολογούνται, που
κοινωνούν αλλά λίγους Χριστιανούς γνωρίζουμε που έχουν ποιο; το
«Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει» (δοξ.αίν.Πασχ.).Η Μεγάλη Εβδομάδα είνε εβδομάδα συγχωρήσεως. Ποιος,
στη ζωή αυτή δεν έχει αντιπάθειες, ψυχρότητες, αντιθέσεις, ποιος δεν έχει
κάποιον εχθρό; Τις
άγιες αυτές ημέρες ας υψώσουμε το βλέμμα στον Εσταυρωμένο.
Κανείς δεν αδικήθηκε και δεν πόνεσε όπως ο Χριστός
μας. Ενώ έσχιζαν τις σάρκες του τα καρφιά και την καρδιά του οι κατάρες
και τα αναθέματα των φαρισαίων, εκείνος πάνω απ᾽ το σταυρό
προσευχήθηκε·«Πάτερ, άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι
ποιούσι»(Λουκ. 23,34). Κ᾽ εμείς λοιπόν τις άγιες
αυτές ημέρες ας αλληλοσυγχωρηθούμε· Ας πλατύνουμε τις
καρδιές, Ας
αισθανθούμε μέσα μας την αγάπη του Χριστού μας. Χωρίς
την αγάπη πως μπορούμε να γιορτάσουμε;
Μεγάλη Εβδομάδα ίσον: Χέρι
ανοιχτό για έλεος, Μάτια δακρυσμένα από μετάνοια, Πόδια που τρέχουν
στο ναό, Καρδιά συμφιλιωμένη, Γεμάτη λατρεία στον Εσταυρωμένο. Εκτελούμε
τα καθήκοντα αυτά;Ξέρετε
πως μοιάζουμε;Σα να είναι ένας ζητιάνος και όλες τις
μέρες του πετάνε πενταροδεκάρες, κ᾽ έρχεται μια ώρα που περνάει κάποιος
βασιλιάς και του λέει: «Άνοιξε τις φούχτες σου» κι αρχίζει και του
μετράει 1,2,3,…5,…10,…100…168 λίρες και θαμπώνουν τα μάτια του.
Κι αυτός, αντί να πάρει αυτό το θησαυρό να τον
αξιοποιήσει, πάει στο ποτάμι κι αρχίζει να πετάει τις λίρες στο νερό. Δεν είναι᾽ αυτό
παραφροσύνη; Κι αυτές οι ώρες λοιπόν ― έτσι λέει η Εκκλησία, «ώρες» τις
ονομάζει, είναι θησαυρός. Κάθε ώρα, κάθε καμπάνα, κάθε χτύπος, κάθε λεπτό,
είναι σπουδαία ώρα.
Ας εκμεταλλευθούμε τις άγιες αυτές ημέρες. Μην
αφήσουμε να διαρρεύσουν όπως η υπόλοιπη ζωή μας. Ξέρουμε αν θα ζήσουμε να
γιορτάσουμε άλλη Μεγάλη Εβδομάδα; Μήπως η Μεγάλη Εβδομάδα
αυτή είναι η τελευταία της ζωής μας; Πέρυσι πόσοι ήταν
μαζί μας; και που είναι τώρα; Φεύγουμε, σφυρίζει το
τραίνο, μια φορά περνάμε πάνω απ᾽ τη φλούδα αυτή.
Αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα να είναι σημαντικός σταθμός στη ζωή μας. Να δώσει ο Κύριος να είναι εβδομάδα αγίων σκέψεων, ιερών συναισθημάτων, ηρωικών αποφάσεων, αγιασμός ψυχής. Είθε να σφραγίσουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα με τα λόγια «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου