07 Μαρτίου, 2010

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ ΤΩΝ «ΝΕΩΝ ΧΩΡΩΝ» ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ 1928

agios_georgios

Τό Οικουμενικόν Πατριαρχείον διεμόρφωσε τήν πολιτικήν του επί του θέματος των Εκκλησιαστικών Επαρχιών, αί όποίαι περιελαμβάνοντο εις τά αποσπώμενα από την Όθωμανικήν Αυτοκρατορίαν εδάφη, βάσει της απαντήσεως του Ιερού Φωτίου πρός τόν Πάπαν Νικόλαον Α' τό 861: «Τά εκκλησιαστικά καί μάλιστα γε τά τών ενοριών δίκαια ταις πολιτικαίς έπικρατείαις τε καί διοικήσεσι συμμεταβάλλεσθαι είωθεν». Δηλαδή αί έκκλησιαστικαί δικαιοδοσίαι, καί μάλιστα αί σχετικαί μέ τά επισκοπικά όρια, έχει επικρατήσει νά μεταβάλλωνται μαζί μέ τάς πολιτικάς επικρατείας καί διοικήσεις.

Αυτοί οί λόγοι του Φωτίου στηρίζονται εις τους κανόνας 17 της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου καί 39 της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Κατ' αυτήν τήν πρακτικήν τό Πατριαρχείον απέδωσε τήν Αυτοκεφαλίαν εις όλας τάς Εκκλησίας τών Βαλκανικών Χωρών, αί όποίαι προηγουμένως ανήκον εις τήν δικαιοδοσίαν του.

Πρώτη έλαβε τήν Αυτοκεφαλίαν ή Εκκλησία της Ελλάδος, διά του Πατριαρχικού καί Σννοδικού Τόμου του 1850. Περιελάμβανε δέ ή Εκκλησία αυτή τάς επισκοπικάς επαρχίας τών τότε έλευθέρων περιοχών. Έν σννεχεία υπήχθησαν εις αυτήν ως αναπόσπαστα τμήματα αυτής δι' ιδίων πράξεων αί έπισκοπαί της Έπτανήσου καί τής Θεσσαλίας μετά τμήματος τής Ήπείρου, ευθύς μετά τήν προσάρτησίν των εις τό Έλληνικόν Κράτος.

Μετά τήν άπελενθέρωσιν τών «Νέων Χωρών», όπως λέγονται (Ήπείρου, Μακεδονίας, Δυτικής Θράκης, Νήσων Αιγαίον), κατά τά έτη 1912, 1913 καί 1918, τό Πατριαρχείον, αν καί λόγω τών συνθηκών δέν ήτο εις θέσιν νά διοίκηση τάς εκκλησιαστικάς των επαρχίας, δέν προέβη εις τήν έκδοσιν πράξεων περί αποδόσεώς των εις τήν Έκκλησίαν τής Ελλάδος, όπως είχε συμβή προηγουμένως, προφανώς ή παράλειψις οφείλεται εις τήν άναμονήν εξελίξεων, αί όποίαι δυνατόν νά καθιστών περιττήν τοιαύτην διευθέτησιν.

Αλλ΄ αί εξελίξεις απέβησαν αντίστροφοι.Τό 1928, κατόπιν συνεννοήσεως μεταξύ τής Ελλαδικής Εκκλησίας καί του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εξεδόθη πρώτον μέν ό Νόμος 3615 του 1928, έπειτα δέ ή Πατριαρχική καί Συνοδική Πράξις του 1928. Αυτή ή Πράξις διαφέρει από τάς προηγούμενας κατά τούτο, ότι έκείναι μέν μετεβίβαζον τάς έν αναφορά επαρχίας εις τήν κανονικήν διοίκησιν τής Εκκλησίας τής Ελλάδος, ενώ αυτή αναθέτει «έπιτροπικώς» τήν διοίκησιν τών επαρχιών τών «Νέων Χωρών» εις τήν Έκκλησίαν τής Ελλάδος.

Υπάρχουν δύο σημαντικαί παρανοήσεις έπί του προκειμένου, αί όποίαι χρειάζονται έξέτασιν. Ή πρώτη είναι ότι δήθεν ή άνάθεσις τών επαρχιών τούτων εις τήν Έλλαδικήν Έκκλησίαν είναι προσωρινή καί συμφώνως πρός τό διαρκώς έπαναλαμβανόμενον υπό πολλών αδαών, θά ίσχύη «άχρι καιρού». Αλλ΄ ή φράσις αυτή, «άχρι καιρού» δέν απαντάται εις τό κείμενον τής Πράξεως καί δέν είναι ορθόν νά χρησιμοποιήται εις επισήμους ανακοινώσεις, ως συνέβη προσφάτως.

Επομένως, οιοσδήποτε καί αν ήτο ό λόγος αυτής τής διατυπώσεως, δέν πρόκειται περί προσωρινής αναθέσεως, άλλά περί διαρκούς παραχωρήσεως. Καί ναί μέν, ή λέξις «έπιτροπικώς» γεννά τήν ύπόθεσιν ότι ή άνάθεσις δύναται κάποτε νά άνακληθή, άλλ' ή ύπόθεσις αύτη αποκλείεται εξ αυτής ταύτης τής Πράξεως, ή οποία εις τό άρθρον Ε΄ διαλαμβάνει ότι υπάγονται «εφεξής έν πάσιν υπό τούς νόμους τής έν Ελλάδι Όρθοδόξου Αυτοκέφαλου Εκκλησίας οι έν Ελλάδι Αρχιερείς του Πατριαρχικού Θρόνου». Ή λέξις «εφεξής» σημαίνει «άπό τώρα καί εις τό εξής διαπαντός» .

Έπί πλέον δέ καί μόνον τό γεγονός ότι τό καθεστώς τούτο ισχύει έπί 62 συνεχή έτη καί προχωρεί πρός τόν αιώνα, σημαίνει ότι είναι «αίώνιον» καί δέν δύναται νά άνατραπή.Δευτέρα παρανόησις είναι ότι τάχα τό έκκλησιαστικόν καθεστώς τών «Νέων Χωρών» διαχωρίζει τάς Μητροπόλεις αυτών από τών λοιπών εις τοιούτο σημείον, ώστε ή Εκκλησία τής Ελλάδος νά άποτελήται σήμερον έκ δύο διακεκριμένων τμημάτων. Τούτο είναι έσφαλμένον καί έπικίνδυνον. Ή Πατριαρχική καί Συνοδική Πράξις του 1928 αναθέτει τάς «Νέας Χώρας» υπό συγκεκριμένους γενικούς όρους, οί οποίοι είναι 13.

Έν τούτοις ό Νόμος 3615/1928 δέν περιλαμβάνει έξ αυτών ει μή μόνον πέντε, επειδή δέ έν Ελλάδι ισχύει πάν ό,τι ό Νόμος ορίζει, μόνον αυτοί οί πέντε όροι έπρεπε νά ισχύουν. Είναι δέ οί όροι ούτοι οί έξης: α) Ή συμμετοχή τών Μητροπολιτών τών Νέων Χωρών εις τήν Ίεράν Σύνοδον κατ' ίσον αριθμόν πρός τούς τής Εκκλησίας τής Ελλάδος,

β) Ή επίσης κατ' ίσον αριθμόν συμμετοχή εις τό Διοικητικόν Συμβούλων του Γενικού Εκκλησιαστικού Ταμείου καί εις τό Έποπτικόν Συμβούλιον τής Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως,

γ) Ή συμμετοχή εις τήν Σύνοδον τής Ιεραρχίας,

δ) Τό άμετάθετον τών Μητροπολιτών,

ε) Ή κατάργησις του θεσμού τών Βοηθών Επισκόπων.

Έκ τών όρων τούτων έπαυσαν νά ισχύουν οί ύπ' αριθμόν δ) καί ε) κατόπιν μεταγενέστερας νομοθεσίας, έφ' όσον κατά τον Νόμον 3615/1928 ( άρθρο 1, έδάφ. 2) «οί Μητροπολίται τών «Νέων Χωρών» τής Ελλάδος έξομοιούνται κατά πάντα πρός τούς Μητροπολίτας τής Αυτοκέφαλου Εκκλησίας τής Ελλάδος, επεκτεινομένου γενικώς καί έπ' αυτών του Καταστατικού Νόμου». Ή διάταξις αυτή αποδίδει τά λεγόμενα εις τό άρθρον Α' τής Πατριαρχικής καί Συνοδικής Πράξεως, κατά τό όποιον ή Εκκλησία τής Ελλάδος επεκτείνει καί εις τάς «Νέας Χώρας» «έν πάσι τό σύστημα τής διοικήσεως καί τήν τάξιν τών ιδίων αυτής επαρχιών».

Ό όρος ύπ' αριθμ. β) έπαυσε επίσης νά ίσχύη, διότι έπαυσαν νά υφίστανται οι αντίστοιχοι οργανισμοί. Απομένουν λοιπόν οί όροι ύπ' αριθμ. α) καί γ), οί όποιοι θά ισχύον ακόμη καί άνευ τής μνείας αυτών εις τήν Πράξιν, καθ' όσον όλοι οί έν ενεργεία Μητροπολίται τής Ελλαδικής Εκκλησίας μετέχουν εις τά αναφερόμενα σώματα. Ήδέ ειδική όιάταξις νά μετέχουν κατ΄ ίσον αριθμόν εις αυτά οί Ιεράρχαι τών «Νέων Χωρών» πρός τούς τών Παλαιών Επαρχιών διετυπώθη κατά παράκλησιν αυτών τών ιδίων, ώστε νά μή τυχόν παραθεωρηθούν εις περίπτωσιν διορισμού τών μελών κατ' έκλογήν υπό τής Κυβερνήσεως. Καί πάντως πρόκειται περί λεπτομέρειας άνευ σημασίας.

Τό μοναδικόν σημείον τό όποιον διακρίνει σήμερον τούς Μητροπολίτας τών «Νέων Χωρών» άπό τούς λοιπούς Μητροπολίτας τής Ελλάδος, είναι ή μνημόνευσις τού ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου, ή οποία υφίσταται μέν ώς όρος εις τήν Πράξιν, άλλ' απουσιάζει άπό τόν Νόμον. Καλώς έχει τηρηθή ή μνημόνευσις, θά ήτο δέ καλύτερον αν έγενικεύετο αύτη, ώστε νά τονίζεται ή μητρότης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αύτη όμως δέν δύναται νά σημαίνη κυριαρχικήν έξάρτησιν αποτελεί απλώς δείγμα πνευματικής άφοσιώσεως.

Οπως τό γεγονός, ότι εις τήν πλειονότητα τών έν Άγίω 'Όρει τελουμένων λειτουργιών παραλείπεται ή μνεία του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου, δέν σημαίνει ότι τό "Αγιον "Όρος δέν ανήκει εις τήν κυριαρχικήν δικαιοδοσίαν του Πατριαρχείου, ούτω τό γεγονός, ότι ύπό τών Μητροπολιτών τών «Νέων Χωρών» μνημονεύεται το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχου, δέν σημαίνει ότι ούτοι υπάγονται καθ' οίονδήποτε τρόπον εις τήν δικαιοδοσίαν αυτού. "Άλλωστε πολλοί κατά καιρούς διέκοψαν τήν μνημόνευσιν.

Θεωρούμεν πάντως ύποχρέωσιν νά έπισημάνωμεν καί ένα φοβερόν έν προκειμένω κίνδυνον. Εις όλας τάς Βαλκανικός Χώρας αί Έκκλησίαι συμπίπτουν μέ τά όρια τής οικείας επικρατείας. Οταν δημιουργούνται συνθήκαι αύτονομήσεως κατά γεωγραφικά όρια, ακολουθεί εκκλησιαστική αντονόμησις, όπως συνέβη μέ τά Σκόπια, τά όποια απέκτησαν τήν λεγομένην «Μακεδονικήν Εκκλησίαν». Αυτό αποδεικνύει ότι υφίσταται γενικώς ή συνείδησις, ότι ή εκκλησιαστική αυτονομία ακολουθεί τήν έθνικήν αύτονομίαν.

Αλλά δύναται νά συμβή καί τό άντίστροφον ή εθνική αυτονομία νά άκολουθήση τήν έκκλησιαστικήν αύτονομίαν. Δέν πρέπει ποτέ νά διαφύγει τήν προσοχήν μας τό γεγονός ότι αί περιοχαί τής χώρας μας, αί όποίαι ευρίσκονται ύπό συνεχή άμφισβήτησιν, σιωπηράν ή φανεράν, παρά τών γειτόνων είναι αί τών λεγομένων «Νέων Χωρών», όπως καί έκείναι αί όποίαι υπάγονται άπ' ευθείας εις τό Οίκουμενικόν Πατριαρχείον: Μακεδονία, Θράκη, Νήσοι του Αιγαίου, Δωδεκάνησος.

Τώρα θά έλθωμεν εις έν τελευταίον σημείον. Συμφώνως πρός τήν έκκλησιολογίαν τής Όρθοδόξου Εκκλησίας, εις έκάστην έπισκοπήν απόλυτος κυρίαρχος είναι ό οικείος επίσκοπος ή Μητροπολίτης, υποκείμενος μόνον εις τήν προϊσταμένην του αρχήν, ή οποία έν Ελλάδι είναι ή Ιερά Σύνοδος. Τό Οίκουμενικόν Πατριαρχείον, άν καί απολαύει πολλού σεβασμού, δέν είναι προϊσταμένη άρχή.

Πάς επίσκοπος έχει τριπλά καθήκοντα - διδακτικά, αρχιερατικά, ποιμαντικά. Αυτά τά καθήκοντα ασκεί ελευθέρως ώς κυρίαρχος επίσκοπος καί κανείς δέν δύναται νά ύπεισέλθη εις αυτά καί νά άσκηση αυτά έν συνόλω ή έν μέρει. Πάς Επίσκοπος ή Μητροπολίτης, ή καί Πατριάρχης ακόμη, δύναται νά μεταβή εις έτέραν έπισκοπικήν περιφέρειαν διά βιωτικούς λόγους πάσης φύσεως, άλλά δέν δύναται έπ' ούδενί λόγω νά άσκηση αυτά τά καθήκοντα (τά διδακτικά, τά λειτουργικά, τά ποιμαντικά) ή μέρος αυτών, εί μή μόνον, αν προσκληθή άπό τόν οίκείον Μητροπολίτην, ή λάβη τήν άδειαν αυτού.

Ημείς τέλος θέλομεν τό Οίκουμενικόν Πατριαρχείον νά είναι άξιοσέβαστον καί ν' άσχολήται μέ τά Οικουμενικά, δηλαδή μέ τά μεγάλα προβλήματα τής Όρθοδοξίας καί του Χριστιανισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: