Ο Μέγας Αγιασμός τελείται μόνο κατά την εορτή των Φώτων (και την παραμονή. Επίσης κάθε φορά που γίνεται βάπτισμα). Τις δύο αυτές ημέρες η χρήση του για ραντισμό και μετάληψη είναι ελεύθερη. Ραντίζουμε τα πάντα, «πάσα η κτίσις αρδεύεται». Κατά τη ζώσα παράδοση της Εκκλησίας, πίνουμε τον Μεγάλο Αγιασμό συνήθως ανήμερα της εορτής των Φώτων, αφού πρώτα κοινωνήσουμε. Και μετά τον Αγιασμό τρώμε το αντίδωρο.
Από τη δύση του ηλίου της 6ης Ιαν. η χρήση του παύει. Επιστρέφουμε (πριν τη δύση του ηλίου) τον Αγιασμό που τυχόν μας έχει περισσέψει στον ναό, ή, καλύτερα, τον φυλάσσουμε για ευλογία στο σπίτι μας, τοποθετώντας τον συνήθως στα εικονίσματα, μέσα σε ασφαλώς κλεισμένο δοχείο ή φιαλίδιο.
Στο εξής η χρήση του
γίνεται όχι σε καθημερινή βάση (όπως του Μικρού Αγιασμού), αλλά μόνο σε
εξαιρετικές περιπτώσεις (σε κίνδυνο μεγάλο, φυσική καταστροφή, ασθένεια, σε
περίπτωση αποχής από τη Θεία Κοινωνία λόγω επιτιμίων κ. λ. π.). Όπου είναι
δυνατόν, καλό είναι να γίνεται και αυτό με γνώμη του πνευματικού.
Επειδή πίνουμε τον Μεγάλο Αγιασμό συνήθως την ημέρα των Θεοφανείων, έχει συνδυασθεί η χρήση του με τη νηστεία της παραμονής (5 Ιαν.). Οι ειδικοί λειτουργιολόγοι διατείνονται, ότι η νηστεία αυτή δεν έχει σχέση με τον Μεγάλο Αγιασμό, αλλά με την μεγάλη δεσποτική εορτή των Φώτων και τη Θεία Μετάληψη.
Ίσως δεν έχουν άδικο σε αυτό, αλλά η πάνδημη συνείδηση του χριστιανικού πληρώματος έχει συνδέσει και τη χρήση του Μεγάλου Αγιασμού με τη νηστεία. Η άτυπη αυτή παράδοση (που θέλει διαφορά μεταξύ Μικρού και Μεγάλου Αγιασμού) έχει διατηρηθεί ζώσα μέχρι των ημερών μας και φρονούμε ότι δεν συντρέχει λόγος να αλλάξει, εφόσον η διατήρησή της δεν παραβλάπτει σε τίποτε την ευσέβεια του πιστού, αλλά αντιθέτως την ενισχύει.
Η σύνδεση της χρήσης του Μεγάλου Αγιασμού με μικρή νηστεία φαίνεται επίσης και στην περίπτωση των εν επιτιμίοις όντων. Παραλάβαμε διά ζώσης από τους προ ημών πατέρες, να επιτρέπουμε σε όσους για κάποιο λόγο έχουν επιτίμιο (κανόνα) από τον πνευματικό τους και κωλύονται να κοινωνήσουν, να πίνουν Μεγάλο Αγιασμό κάποιες φορές, αφού κάμουν μια μικρή νηστεία.
Όπως χαρακτηριστικά παραδίδει η ζώσα παράδοση (που περιφρονείται συχνά από την ακαδημαϊκή θεολογία), ο Μέγας Αγιασμός εξισούται σε ευλογία και δύναμη με το ήμισυ της Θείας Κοινωνίας. Σεβόμαστε ιδιαιτέρως και την παράδοση αυτή και όλες τις άλλες, που διαπνέουν στη συνείδηση των πιστών σεβασμό και ευλάβεια προς τα θεία και δεν έχουμε κανένα λόγο να τις καταργήσουμε. «Ευλαβείς γαρ έσεσθαι τους υιούς Ισραήλ, το ιερόν εδίδαξε λόγιον».
Η ποικιλία των εθών ευνοείται, εφόσον δεν θίγεται ο κανόνας της πίστεως.Πληθώρα παρομοίων περιπτώσεων μας δίνει η άγραφη κατά τόπους και κατ’ έθος παράδοση. Π. χ. στην 29η Αυγ. επεκτείνουν μερικοί την αυστηρή νηστεία (ξηροφαγία) και σε αποχή από καθετί κόκκινο (ντομάτα, καρπούζι, σταφύλι, βατόμουρο κ. λ. π.).
Επίσης στα χωριά μας τηρούνταν από 1ης έως 8ης Σεπτ. το λεγόμενο «οχτωήμερο», νηστεία προς τιμήν της Παναγίας (8 Σεπτ.), κάτι αντίστοιχο προς τον δεκαπενταύγουστο. Κάποιοι άλλοι παύουν την ιχθυοφαγία στις 12 και όχι στις 17 Δεκ. κ. ο. κ.
Τί θα πούμε; Θα αποτρέψουμε εκείνους που θέλουν να τα τηρούν, επειδή κάποια τέτοια εκκλησιαστικά έθη δεν είναι γραμμένα ρητώς στο επίσημο νηστειολόγιο της Εκκλησίας; Όχι βέβαια! Δεν διαγράφουμε τους αγαπητούς μας λειτουργιολόγους, αλλά αφουγκραζόμαστε, όπου δει, και τον παλμό της ζώσας Εκκλησίας. Είναι απολύτως σεβαστή και η άγραφη παράδοση, αρκεί να μην παραβλάπτει τα της ευσεβείας δόγματα και την κατά Χριστόν ζωή.
Η Εκκλησία παραλαμβάνει άλλα εκ της εγγράφου και άλλα εκ της αγράφου παραδόσεως, «άπερ αμφότερα την αυτήν ισχύν έχει προς την ευσέβειαν».Άλλωστε και οι θεολόγοι για κάποια πράγματα μιλούν μόνο συμπερασματικά, γνώμη δίδουν απλώς, μια και ελλείπουν οι ρητές μαρτυρίες για όλα. Έχει τον λόγο της λοιπόν και η ακόμη διασωζόμενη άγραφη παράδοση. Δεν είναι πάντα σκουριά που πρέπει να φύγει.
Ο Μέγας Αγιασμός και η χρήση του
Πολλοί εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι ρωτοῦν ἄν
ὁ Μέγας Ἁγιασμός πίνεται, χρησιμοποιεῖται
γιά ραντισμό, φυλάσσεται στά σπίτια καί
ἄν ἀντικαθιστᾶ
τή θεία Κοινωνία.
1.Ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στό Μεγάλο Ἁγιασμό πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἐκεῖνον τῆς κύριας ἡμέρας τῆς ἑορτῆς; Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος. Ἐσφαλμένα κάποιοι θεωροῦν ὅτι δῆθεν τελεῖται τήν παραμονή ὁ «μικρός Ἁγιασμός» καί τήν ἑπόμενη ὁ «Μέγας». Καί στίς δύο περιπτώσεις τελεῖται ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός.
Μικρός Ἁγιασμός τελεῖται τήν πρώτη μέρα κάθε μήνα, καθώς καί ἐκτάκτως ὅταν τό ζητοῦν οἱ χριστιανοί σέ διάφορες περιστάσεις (ἐγκαίνια οἰκιῶν, καταστημάτων καί ἱδρυμάτων, σέ θεμελίωση κτισμάτων κ.λπ.). Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός τελεῖται μόνο δύο φορές τό χρόνο (τήν 5η καί 6η Ἰανουαρίου) στό Ναό.
2. Ποῦ φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός καί
γιά ποιό λόγο;
Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός φυλάσσεται ὅλο τό χρόνο στό Ναό. Φυλάσσεται ὄχι ἄνευ λόγου. Καί ὁ λόγος δέν εἶναι ἄλλος, παρά γιά νά «μεταλαμβάνεται» ἀπό τούς πιστούς ὑπό ὁρισμένες συνθῆκες καί προϋποθέσεις. Συνηθισμένη εἶναι η περίπτωση πού ἀφορᾶ στούς διατελοῦντες ὑπό ἐπιτίμιο τοῦ Πνευματικοῦ, πού ἐμποδίζει τή συμμετοχή τους στη θεία Κοινωνία, γιά ὁρισμένο καιρό, καί εἴθισται νά δίδεται σέ αὐτούς, γιά εὐλογία καί παρηγοριά τους, Μέγας Ἁγιασμός.
Κανένα κώλυμα δέν ὑφίσταται πρός τοῦτο, ἐφ’ ὅσον μάλιστα βρίσκονται "ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογησει". Ἀπαραίτητα ὅμως πρέπει νά συνειδητοποιοῦν ὅτι ὁ Μέγας Ἁγιασμός δέν ὑποκαθιστᾶ οὔτε ἀντικαθιστᾶ τή θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ὀφείλουν μέ τή μετάνοια νά προετοιμάζονται, γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τά κωλύματα τῆς ἁμαρτίας, ὥστε νά ἀξιωθοῦν νά κοινωνήσουν τό ταχύτερο.
3. Μπορεῖ ὁ Μέγας Ἁγιασμός νά φυλάσσεται
στό σπίτι καί νά πίνουν ἀπ’ αὐτόν σέ καιρό ἀσθένειας
ἤ γιά ἀποτροπή
βασκανίας καί κάθε σατανικῆς ἐνέργειας;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι θετική. Παρέχεται ἀπ’ αὐτό τοῦτο τό ἱερό κείμενο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, πού προβλέπει «ἵνα πάντες οἱ ἀρυόμενοι καί μεταλαμβάνοντες ἔχοιεν αὐτό (τό ἡγιασμένον ὕδωρ…) πρός ἰατρείαν παθῶν, πρός ἁγιασμόν οἴκων, πρός πᾶσαν ὠφέλειαν ἐπιτήδειον», καί δή καί «δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον» (πρβλ. καί τή συναφή εὐχή σέ βασκανία• «φυγάδευσαν καί ἀπέλασαν πᾶσαν διαβολικήν ἐνέργειαν, πᾶσαν σατανικήν ἔφοδον καί πᾶσαν ἐπιβουλήν… καί ὀφθαλμῶν βασκανίαν τῶν κακοποιῶν ἀνθρώπων»).
Ἀναντίρρητα χειραγωγεῖται μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ πιστός νά ἀποφεύγει ἄλλες διεξόδους («ξόρκια», μαγεῖες καί ἄλλες μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ), καί νά καταφεύγει στά ἔγκυρα «ἁγιάσματα» τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ὁ Μέγας Ἁγιασμός, ἀλλά καί ὁ «μικρός» λεγόμενος Ἁγιασμός, ὡς συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ταμειούχου τῆς θείας χάριτος, καί μέτοχος τῶν ἁγιαστικῶν της μέσων.
Προϋποτίθεται βέβαια ὅτι στίς οἰκίες ὅπου φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός, καί τό καντήλι θά ἀνάβει καί θά καίει ἐπιμελῶς, καί ἡ εὐλάβεια θά ὑπάρχει στά μέλη τῆς οἰκογενείας, τούς συζύγους καί τά παιδιά, καί θά ἀποφεύγεται κάθε αἰτία πού ἀποδιώχνει τή θεία χάρη (ὅπως βλασφημίες ἤ ἄλλες ἀσχημοσύνες).
4. Ποιά ἡ σχέση
νηστείας καί Μεγάλου Ἁγιασμοῦ;
Ἡ ἱστορική ἀρχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ εἶναι ἡ ἑξῆς: Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων -ὅπως τήν παραμονή τοῦ Πάσχα καί τῆς Πεντηκοστῆς- γινόταν ἡ βάπτιση τῶν Κατηχουμένων, δηλ. τῶν νέων χριστιανῶν.
Τά μεσάνυχτα τελοῦνταν ὁ ἁγιασμός τοῦ ὕδατος γιά τήν τελετή τοῦ Βαπτίσματος•τότε εἰσήχθη ἡ συνήθεια -ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος- οἱ χριστιανοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό καί νά πίνουν ἤ νά τό μεταφέρουν στά σπίτια τους γιά εὐλογία καί νά τό διατηροῦν ὁλόκληρο τό χρόνο•
«Διά τοῦτο καί ἐν μεσονυκτίῳ κατά τήν ἑορτήν ταύτην ἅπαντες ὑδρευσάμενοι, οἴκαδε τά νάματα ἀποτίθενται, καί εἰς ἐνιαυτόν ὁλόκληρον φυλάττουσιν» (Λόγος εἰς τό ἅγιον βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος• ΡG 49, 366). Ἀργότερα ὅμως, σέ καιρούς λειτουργικῆς παρακμῆς, ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ ἀπομονώθηκε ἀπό αὐτή τοῦ Βαπτίσματος, παρόλο πού διατήρησε πολλά στοιχεῖα του.
Παρέμεινε ἡ συνήθεια ὥστε οἱ πιστοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό «πρός ἁγιασμόν οἴκων», ὅπως ἀναφέρει ἡ καθαγιαστική εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμού. Νωρίς ἐπίσης ἐπικράτησε ἡ συνήθεια τῆς νηστείας πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, γιά δύο λόγους:
Πρῶτον, οἱ δύο μεγάλες ἑορτές τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ἦταν ἑνωμένες σέ μία, αὐτή τῶν Θεοφανείων ἤ Ἐπιφανείων, πού τελοῦνταν τήν 6η Ἰανουαρίου (συνήθεια πού διατηρεῖται στήν Ἀρμενική Ἐκκλησία μέχρι σήμερα) ὅμως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (4ος αἰ.) χώρισε τίς δύο γιορτές καί ὅρισε ἡ μέν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ νά γιορτάζεται τήν 25η Δεκεμβρίου, ἡ δέ Βάπτιση καί φανέρωση τῆς ἁγίας Τριάδας τήν 6η Ἰανουαρίου.
Πρίν ἀπό κάθε Δεσποτική ἑορτή προηγοῦνταν νηστεία γιά τήν ψυχική καί σωματική κάθαρση τῶν πιστῶν. Ἄς θυμηθοῦμε πώς ἡ νηστεία ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τοῦ πένθους γιά τίς ἁμαρτίες. Ἔτσι ὅταν χώρισαν οἱ δύο ἑορτές, ἡ νηστεία πού προηγοῦνταν ἀκολούθησε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων• γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία ὅρισε νά νηστεύουμε μόνο τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων σάν προετοιμασία γιά τήν ἑορτή, καί ὄχι περισσότερες ἡμέρες, γιατί βρισκόμαστε σέ ἑορταστική περίοδο, τό ἅγιο Δωδεκαήμερο.
Καί δεύτερον• ἀρχαία συνήθεια ἦταν ἐπίσης αὐτοί πού θά βαπτίζονταν νά νηστεύουν καί μαζί μέ αὐτούς οἱ Ἀνάδοχοι, οἱ συγγενεῖς, ἀλλά καί ἄλλοι χριστιανοί οἱ ὁποῖοι τηροῦσαν ἐθελοντικά νηστεία «ὑπέρ τῶν βαπτιζομένων». Δέν ἦταν λοιπόν δύσκολο στή συνείδηση τῶν χριστιανῶν νά συνδεθοῦν ἡ πόση τοῦ ἁγιασμοῦ καί ἡ νηστεία, χωρίς νά ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ αὐτῶν.
Ἔτσι, λοιπόν, μεταφέροντας τό ζήτημα στή σημερινή ἐποχή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ τακτικῶς μεταλαμβάνοντες τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τηροῦντες τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως καί τῆς 5ης Ἰανουαρίου, εἶναι ἤδη ἕτοιμοι ὥστε νά πιοῦν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό τῆς 5ης καί 6ης Ἰανουαρίου. Σέ ἄλλη περίπτωση, ἐνδείκνυται νά τελοῦν σχετική νηστεία, ὅπως ὁρίζει σ’ αὐτούς ὁ Πνευματικός τους.
Τέλος ὅσοι ἐκτάκτως πίνουν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό πού φυλάσσουν στό σπίτι τους, σέ ὧρες ἀσθενειῶν καί κινδύνων κ.λπ., μετά ἤ ἄνευ νηστείας, ἄς μήν ὑστεροῦν στήν πνευματική νηστεία ἀπέχοντες «ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός τε καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 7,1).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου