15 Δεκεμβρίου, 2021

ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΚΟΙΝΑ ΑΠΟ Ο,ΤΙ ΠΙΣΤΕΥΕΤΑΙ Η ΡΩΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ

Το 2021 οι σχέσεις της Ρωσίας με την Ελλάδα εξελίσσονταν με σημείο αναφοράς την επέτειο των 200 χρόνων από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία της χώρας από τον οθωμανικό ζυγό. Οι αφιερωματικές εκδηλώσεις στο πλαίσιο του Κοινού Ετους Ιστορίας για μια ακόμα φορά απέδειξαν ότι και ο ρωσικός και ο ελληνικός λαός βλέπουν την ανάγκη να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες, βασισμένη στις μακραίωνες παραδόσεις φιλίας, αλληλοβοήθειας και πνευματικής εγγύτητας.

Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι από μόνες τους οι ιστορικές και πολιτιστικές σχέσεις δεν αρκούν για να αποκτήσει η συνεργασία τη δυναμική που χάθηκε μέσα στην τελευταία δεκαετία. Οι οικονομικές αναταραχές στην Ελλάδα, η φθίνουσα πορεία του διαλόγου, η αντιπαράθεση κυρώσεων Ρωσίας – Ευρωπαϊκής Ενωσης, η πανδημία COVID-19, όλοι αυτοί και άλλοι παράγοντες είχαν αρνητική επίδραση στις ελληνορωσικές σχέσεις και έδειξαν πόσο εύθραυστες υπήρχαν οι σημειωθείσες νωρίτερα επιτυχίες.

Η ατζέντα διμερών σχέσεων όλο και μίκραινε, μαζί της και το πεδίο του πολιτικού διαλόγου. Παρά ταύτα, τα γεγονότα των τελευταίων ετών έδειξαν ότι οι χώρες μας αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερο αριθμό κοινών προκλήσεων, αποτελεσματικότερη απάντηση στις οποίες δίνεται καλύτερα από κοινού παρά μεμονωμένα. Η πανδημία του κορωνοϊού, που θα έπρεπε να συσπειρώσει την παγκόσμια κοινότητα, στην πραγματικότητα βάθυνε ακόμα περισσότερο το χάσμα. 

Η αυξάνουσα ένταση στις διεθνείς σχέσεις, η ανετοιμότητα ορισμένων χωρών και διεθνών οργανισμών να συντονίσουν τις ενέργειές τους στον αγώνα κατά του θανατηφόρου ιού, ο «πόλεμος των εμβολίων» αποτελούν σοβαρότατες προκλήσεις, που δεν απειλούν μόνο τη ζωή και την υγεία των πολιτών.

Αλλά και τη βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας. Αλλη μια ανησυχητική τάση, που έχει ενταθεί με φόντο τους περιορισμούς λόγω κορωνοϊού, είναι ο σχηματισμός των ανταγωνιζόμενων μεταξύ τους μακροπεριφερειών, οι οποίες, αγνοώντας τη θλιβερή εμπειρία του 20ού αιώνα, επιλέγουν να πορεύονται με βάση την αρχή της οικονομικής αυτάρκειας.

Είναι προφανές ότι οι διαδικασίες που περιγράφηκαν παραπάνω αντιβαίνουν θεμελιωδώς στα συμφέροντα της Ρωσίας και της Ελλάδας, δύο χωρών που βρίσκονται ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία και όπου διασταυρώνονται οι δρόμοι του εμπορίου. Ετσι, η Ελλάδα, αν εστιάσει στις οικονομικές σχέσεις αποκλειστικά και μόνο με την Ε.Ε., κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με ακόμα μεγαλύτερη οικονομική υστέρηση, σημάδια της οποίας φάνηκαν ήδη στα χρόνια της «μεγάλης ύφεσης».

Πιο ελκυστική στρατηγική αποτελεί η αξιοποίηση των δυνατοτήτων διαμετακόμισης και της εμπορικής και επενδυτικής συνεργασίας με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Να σημειωθεί επίσης ότι κάποια μεγάλα επενδυτικά έργα στην Ελλάδα με ρωσική συμμετοχή έχουν δρομολογηθεί ήδη, όπως η ανοικοδόμηση τουριστικών μονάδων στην Κρήτη από την ομάδα εταιρειών Mirum και το άνοιγμα στις πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας των πέντε σούπερ μάρκετ MERE από τη ρωσική αλυσίδα Svetofor.

Σε γενικές γραμμές, όμως, ο όγκος των αμοιβαίων επενδύσεων παραμένει ασήμαντος. Οι άμεσες ρωσικές επενδύσεις στην Ελλάδα ανέρχονται σε 616 εκατομμύρια δολάρια και οι ελληνικές στη Ρωσία σε μόλις 30 εκατομμύρια δολάρια. Προβλήματα εντοπίζονται και στον τομέα του εμπορίου: το 2020 ο όγκος εμπορίου προϊόντων Ρωσίας – Ελλάδας μειώθηκε κατά 35,1%, σε 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια (2,4 δισεκατομμύρια οι ρωσικές εξαγωγές στην Ελλάδα, λίγο πάνω από 200 εκατομμύρια οι εισαγωγές). 

Το 2021 εν μέρει αποκαταστάθηκε, όχι πάντως χάρη στην αύξηση όγκου εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών, αλλά εξαιτίας διακυμάνσεων των τιμών. Eίναι προς το κοινό μας συμφέρον η αποτροπή της επιβαλλόμενης, από μια σειρά χωρών, πολιτικοποίησης του ζητήματος του φυσικού αερίου, αλλά και η αναζήτηση και η εξεύρεση συμβιβαστικών λύσεων. Μία από τις κύριες προκλήσεις της σύγχρονης εποχής είναι η παγκόσμια υπερθέρμανση, που απειλεί την ανθρωπότητα με μη αναστρέψιμες συνέπειες. 

Και εδώ η αμοιβαία επωφελής συνεργασία στον τομέα της οικολογίας και της ενέργειας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Το 2020 οι Ελληνες καταναλωτές έλαβαν από τη Ρωσία πάνω από 3 δισ. κυβικά μέτρα «γαλάζιου καυσίμου» (κατά 25,2% περισσότερο σε σχέση με το 2019). Στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους η άνοδος συνεχίστηκε και η Ρωσία κάλυψε γύρω στο 43% των αναγκών της Ελλάδας στο συγκεκριμένο καύσιμο.

Οι αξιόπιστες και αδιάλειπτες προμήθειες φυσικού αερίου από τη Ρωσία θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να αναπληρώσει τους υπολειπόμενους –λόγω σταδιακής εγκατάλειψης της ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα– όγκους ηλεκτρικής ενέργειας και να κάνει γρηγορότερα την πράσινη στροφή στον ενεργειακό τομέα.

Επομένως, είναι προς το κοινό συμφέρον της Ρωσίας και της Ελλάδας η αποτροπή της επιβαλλόμενης, από μια σειρά χωρών, πολιτικοποίησης του ζητήματος του φυσικού αερίου, αλλά και η αναζήτηση και η εξεύρεση συμβιβαστικών λύσεων που θα ικανοποιήσουν τόσο τους προμηθευτές όσο και τους καταναλωτές.

Αλλος ένας τομέας με πολλά κοινά είναι η αντιμετώπιση περιφερειακών απειλών κατά της ειρήνης και της ασφάλειας. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε, δυστυχώς, μια εξωτερίκευση των διακρατικών αντιθέσεων σε μια σειρά από περιοχές, όπως Νότιος Καύκασος, Εγγύς Ανατολή, Βόρεια Αφρική και, βεβαίως, Ανατολική Μεσόγειος.

Ολο και πιο συχνά σε αυτές τις αντιθέσεις εμπλέκονται εξωτερικοί παίκτες, που ενίοτε δεν ενδιαφέρονται για την επίλυση των αμφιλεγόμενων καταστάσεων, αλλά για την ενίσχυση της δικής τους γεωπολιτικής επιρροής. Οι πολεμικές δηλώσεις από διάφορες πλευρές και η επίδειξη δύναμης δεν οδηγούν απλώς σε αδιέξοδο, αλλά ανοίγουν τον δρόμο για μετατροπή αυτών των περιοχών σε νέες εστίες αστάθειας.

Η Ρωσία πάντα επέμενε ότι οι διαφορές πρέπει να λύνονται μόνο ειρηνικά, σε κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης, με βάση τον πολιτικό διάλογο και με αυστηρή τήρηση των βασικών κανόνων και αρχών του διεθνούς δικαίου. Τη συνέπεια των ρωσικών θέσεων επιβεβαιώνουν οι δηλώσεις του ΥΠΕΞ της Ρωσίας σχετικά με την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Την περίπλοκη κατάσταση γύρω από την περίκλειστη περιοχή των Βαρωσίων της Αμμοχώστου στην Κύπρο και άλλα ζωτικά ζητήματα. Κύριος διαμεσολαβητικός ρόλος πρέπει να ανήκει σε πολυμερείς θεσμούς. Χωρίς την ενίσχυση του αρχηγικού ρόλου των τελευταίων, πρωτίστως του ΟΗΕ ως κύριου οργανισμού-ρυθμιστή διεθνών σχέσεων, δεν είναι εφικτή η διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας.

Υπάρχουν και άλλα επίκαιρα ζητήματα: αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας, των φυσικών καταστροφών (συμπεριλαμβανομένων των πυρκαγιών), παράνομη μετανάστευση, διεθνή ρίσκα λόγω αλλαγής εξουσίας στο Αφγανιστάν, κατάσταση του χριστιανικού πληθυσμού στις χώρες της Εγγύς Ανατολής. 

Και δεν είναι καν πλήρης κατάλογος θεμάτων που άπτονται των ενδιαφερόντων των χωρών μας. Ας ελπίσουμε ότι στην προγραμματισμένη για τις 8 Δεκεμβρίου διμερή συνάντηση κορυφής στη Μόσχα οι πλευρές δεν θα περιοριστούν στη διαπίστωση αυτών και άλλων ζητημάτων, αλλά θα δώσουν νέα ώθηση στις σχέσεις των χωρών μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: