
Τα δύσκολα ερωτήματα του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με τους δασμούς του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ δημιούργησαν χθες ελπίδες ότι ορισμένοι από τους δασμούς ενδέχεται να καταργηθούν. Υπενθυμίζουμε ότι ο Τραμπ επέβαλε τους σαρωτικούς δασμούς του βάσει του Νόμου Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης -IEEPA - που επιτρέπει σε γενικές γραμμές στον Πρόεδρο να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις κατά τη διάρκεια εθνικών έκτακτων αναγκών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ εξετάζει ακριβώς τη νομιμότητα της χρήσης του νόμου IEEPA από τον πρόεδρο Tραμπ για την επιβολή δασμών. Χθες εξετάζοντας μια υπόθεση σχετικά με τους «αμοιβαίους» δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ, τόσο οι φιλελεύθεροι όσο και οι συντηρητικοί δικαστές φάνηκαν επιφυλακτικοί ως προς τη νομική βάση αυτών των δασμών, καθώς ο Νόμος των Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης, επιτρέπει στον Πρόεδρο να ρυθμίζει το διεθνές εμπόριο αλλά δεν εξουσιοδοτεί ρητά τους δασμούς.
Οι μικρές επιχειρήσεις και οι Πολιτείες υπό την ηγεσία των Δημοκρατικών πίσω από τις αγωγές, έχουν υποστηρίξει ότι ο Τραμπ δεν μπορεί να επιβάλει τους δασμούς του βάσει του νόμου IEEPA, καθώς δεν υπάρχει εθνική έκτακτη ανάγκη που να τους δικαιολογεί. Το Ανώτατο Δικαστήριο καλείται λοιπόν να αποφασίσει εάν οι δασμοί που βασίζονται στον νόμο IEEPA μπορούν να ισχύσουν, ενώ να σημειώσουμε ότι ήδη δύο κατώτερα δικαστήρια αποφάνθηκαν κατά του Τραμπ.
Αν και δεν είναι σαφές πότε θα εκδοθεί η τελική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με τη νομιμότητα των δασμών, καθώς συνήθως χρειάζεται τουλάχιστον μερικούς μήνες για να συζητήσει τις υποθέσεις που εκδικάζει πριν εκδώσει μια τελική απόφαση, εντούτοις η προθυμία των δικαστών να ασχοληθούν χθες με τη δασμολογική διαφορά τόσο γρήγορα, έχει εγείρει εικασίες ότι θα μπορούσαν να αποφανθούν ταχύτερα σε αυτήν την υπόθεση.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η απόφαση θα πρέπει να εκδοθεί το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2026, όταν λήγει η θητεία του Δικαστηρίου. Ποια θα είναι όμως; Θα καταργήσει το Δικαστήριο εντελώς τους δασμούς και θα αναγκάσει την αμερικανική διοίκηση να εκδώσει εκπτώσεις στους εισαγωγείς που έπρεπε να πληρώσουν τους δασμούς; Θα επιτρέψει να παραμείνουν οι εισφορές, επεκτείνοντας έτσι τις εκτελεστικές εξουσίες σε εμπορικά ζητήματα;
Ή θα βρει μια μέση λύση, διατηρώντας ορισμένους από τους δασμούς, που απευθύνονται σε χώρες που προσδιορίζονται ως παραγωγοί φαιντανύλης, ενώ θα απορρίψει άλλους; Η Wall προσπαθεί αν «ζυγίσει» τα παραπάνω σενάρια, καθώς η όποια απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου θα έχει ευρείες επιπτώσεις στη δραστηριότητα, τον πληθωρισμό, την πολιτική της Fed, τα επιτόκια και το δολάριο.
Ένας μεγάλος «πονοκέφαλος» για τον Τραμπ
Ο Τραμπ και οι αξιωματούχοι του σε κάθε ευκαιρία υπεραμύνονται των δασμών μιλώντας για «έκτακτη οικονομική ανάγκη» και ότι «η εθνική ασφάλεια είναι οικονομική ασφάλεια», προειδοποιώντας για δυσοίωνες επιπτώσεις στην περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο ανατρέψει τους δασμούς IEEPA. Για παράδειγμα, στην εκπομπή 60 Minutes, ο Τραμπ δήλωσε ότι «η χώρα μας θα πληγεί ανυπολόγιστα...Νομίζω ότι η οικονομία μας θα πάει στην κόλαση».
Το σενάριο μιας ανατροπής των δασμών είναι πράγματι ένας μεγάλος πονοκέφαλος για την αμερικανική κυβέρνηση, καθώς αν επικυρωθούν οι αποφάσεις των δικαστηρίων με μια ανάλογη απόφαση από το Ανώτατο Δικαστήριο, τότε οι επιπτώσεις στα κυβερνητικά έσοδα θα είναι μεγάλες. Όλα αυτά συμβαίνουν μια περίοδο που η κυβέρνηση διανύει την 37η πλέον μέρα του shutdown, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ιστορικά παύση κυβερνητικών λειτουργιών που κοστίζει αρκετά δισ. δολάρια κάθε εβδομάδα.
Γι’αυτό άλλωστε και ο πρόεδρος Τραμπ επανέφερε την πρόταση κατάργησης της διαδικασίας «filibuster» στη Γερουσία, επιδιώκοντας επανεκκίνηση της κυβέρνησης χωρίς τη συναίνεση των Δημοκρατικών, ενώ ξεκαθάρισε ότι ακόμα και τα επισιτιστικά επιδόματα θα παραμείνουν «παγωμένα» όσο διαρκεί η αναστολή λειτουργίας της κυβέρνησης. Το αποτύπωμα των τελευταίων εξελίξεων είναι έκδηλο και στην πολιτική σκηνή και στις αγορές.
Όσον αφορά το πολιτικό αποτύπωμα, χθες πήραμε μια γεύση από τις πολιτειακές εκλογές, περιλαμβανομένων της Νέας Υόρκης, του Νιου Τζέρσεϊ και της Βιρτζίνια, όπου οι Δημοκρατικοί επικράτησαν, υποδηλώνοντας πιθανή μεταστροφή του εκλογικού κλίματος ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026. Όσον αφορά όμως το αποτύπωμα στην οικονομία, έχουμε δύο όψεις.
Νικητές και ηττημένοι από το τέλος των δασμών
Μετά τη χθεσινή ακρόαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, οι επενδυτές στην αγορά προβλέψεων Polymarket πιστεύουν ότι υπάρχει μόνο 26% πιθανότητες να διατηρηθούν οι δασμοί του Τραμπ, από περίπου 50% πριν από μια ημέρα. Ως εκ τούτου, οι αγορές σημείωσαν άνοδο μετά την ακρόαση, με τους βασικούς αμερικανικούς δείκτες να ανακάμπτουν από τις απώλειες της Τρίτης.
Ωστόσο, ένα πιθανό τέλος των δασμών θα έχει και νικητές και ηττημένους. Στους νικητές θα είναι τα εισαγόμενα καταναλωτικά αγαθά, οι μικρές επιχειρήσεις, οι κατασκευές και η τεχνολογία, ενώ ο μεγάλος ηττημένος θα είναι οι εγχώριοι κατασκευαστές, όπως οι προστατευόμενες βιομηχανίες χάλυβα και αλουμινίου.
Εάν επιπλέον το Ανώτατο Δικαστήριο υποχρεώσει τον Λευκό Οίκο να επιστρέψει δισεκατομμύρια από τους εισπραχθέντες δασμούς — μια κίνηση που για την Wolfe Research δεν έχει «μεγάλα νομικά επιχειρήματα υπέρ» — αυτό θα επιβαρύνει τα έσοδα και το χρέος της κυβέρνησης των ΗΠΑ επιβαρύνοντας την αγορά των ομολόγων. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το συνολικό ποσό της αποπληρωμής θα μπορούσε να πλησιάσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Γενικά η αγορά των ομολόγων δεν αντέδρασε θετικά χθες σε ένα ενδεχόμενο αναίρεσης των δασμών. Βλέπετε, οι ΗΠΑ εισέπραξαν ήδη περίπου 195 δισεκατομμύρια δολάρια σε τελωνειακούς δασμούς, υπερδιπλασιάζοντας το σύνολο του προηγούμενου έτους. Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις οι δασμοί θα μπορούσαν να ανέλθουν σε 1 τρισ. δολάρια μέχρι τον επόμενο Ιούνιο, ποσό σημαντικό σε μια εποχή που το αυξανόμενο έλλειμμα των ΗΠΑ ανησυχεί τους επενδυτές των ομολόγων.
Αυτός είναι ο λόγος που μπροστά σε ένα σενάριο κατάργησης των δασμών τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου χθες δέχθηκαν πιέσεις, με την αμερικανική 10ετία να κινείται πλέον πέριξ του 4,15%. Αν λοιπόν το Ανώτατο Δικαστήριο αποφανθεί και υπέρ της κατάργησης και υπέρ της επιστροφής των δασμών που έχουν εισπραχθεί μέχρι τώρα, τότε σύμφωνα με τη Wall Street Journal αυτό θα προκαλούσε μια «τρύπα» στα οικονομικά των ΗΠΑ που θα ανερχόταν από 0,6% έως 0,7% του ΑΕΠ, ενώ η επιστροφή των ήδη καταβληθέντων δασμών θα προσέθετε ένα εφάπαξ πλήγμα 0,3%.
Αυτός είναι ο λόγος που πολλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι «Εάν οι προφορικές διαφωνίες δημιουργήσουν προσδοκίες ότι οι δασμοί θα κριθούν παράνομοι, αναμένουμε ότι οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων θα αυξηθούν, καθώς οι επενδυτές θα απαιτήσουν μεγαλύτερη απόδοση για τη διακράτηση αμερικανικού χρέους και το δολάριο θα αποδυναμωθεί».
Γιατί η θετική αντίδραση των μετοχών μπορεί να αντιστραφεί
Ο Tραμπ δεν πρόκειται να καταθέσει τα όπλα εύκολα και είναι βέβαιο ότι θα υπεραμυνθεί της δασμολογικής πολιτικής του. Ένα πιθανό σενάριο είναι ότι θα μπορούσε να επικαλεστεί άλλες εκτελεστικές εξουσίες για να επαναφέρει τους δασμούς του, προκαλώντας έτσι αβεβαιότητα στις επιχειρήσεις και κατ’ επέκταση στις αγορές, καθώς κανείς δεν θα ξέρει που βρίσκομαστε.
Μια απόφαση άλλωστε κατά της κυβέρνησης Τραμπ θα μπορούσε να προκαλέσει «φόβους για μια συνταγματική αντιπαράθεση», κάτι που θα επιβάρυνε τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων με extra δόσεις αβεβαιότητας. Επιπλέον, πολλά στελέχη της αγοράς εκφράζουν τους φόβους τους ότι ακόμα και εάν το Ανώτατο Δικαστήριο αποφανθεί κατά της κυβέρνησης, πιθανότατα αυτό να μη σημάνει το τέλος της τιμολογιακής πολιτικής.
Η κυβέρνηση Τραμπ θα προσπαθήσει να επιβάλει νέους δασμούς χρησιμοποιώντας άλλους νόμους εάν καταργηθούν οι νόμοι του IEEPA. Γι’αυτό ο Μπέσεντ έσπευσε να δηλώσει στο Reuters αυτή την εβδομάδα ότι οι επιχειρήσεις και οι ξένες κυβερνήσεις «θα πρέπει να υποθέσουν ότι οι δασμοί ήρθαν για να παραμείνουν».
Πράγματι, υπάρχουν άλλα νομικά κείμενα που δίνουν στον εκάστοτε πρόεδρο των ΗΠΑ πιο σαφή εξουσία να επιβάλλει δασμούς. Άλλωστε αυτά τα κείμενα τα έχει ήδη χρησιμοποιήσει ο Τραμπ για να επιβάλει δασμούς σε συγκεκριμένους τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και ο χάλυβας. Βέβαια αυτές οι εναλλακτικές δίοδοι έχουν περισσότερους περιορισμούς και είναι πιο χρονοβόρες στην εφαρμογή τους.
Αυτό καθιστά ασαφές πόσο χρόνο θα μπορούσε να χρειαστεί η κυβέρνηση Τραμπ για να αντικαταστήσει τους δασμούς του IEEPA και στο τέλος της ημέρας, η ασάφεια αυτή δεν θα είναι ευνοϊκή ακόμα και για τις επιχειρήσεις που θα είχαν σημαντική ωφέλεια από το τέλος των δασμών. Βλέπετε, αν κάτι δεν αγαπούν οι επενδυτές είναι η αβεβαιότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου