03 Αυγούστου, 2016

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΑΙ ΕΘΝΑΡΧΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΤΟΥ Γ΄

 
 

Ο Αρχιεπίσκοπος  Μακάριος γεννήθηκε στο χωριό Παναγιά της Επαρχίας Πάφου με το κοσμικό όνομα Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκος στις 13 Αυγούστου του 1913 έμελε να γράψει το όνομα του με χρυσά γράμματα στην Κυπριακή Ιστορία.

Ο Aρχιεπίσκοπος Μακάριος σε ηλικία 13 ετών εισήλθε, ως δόκιμος στην Ιερά Μονή Παναγίας του Κύκκου. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να φοιτήσει στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και μετέπειτα στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και αποφοίτησε το 1942. 

Μετά μετέβη στις ΗΠΑ όπου παρακολούθησε μαθήματα κοινωνιολογίας της θρησκείας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Επιστρέφοντας στην Κύπρο το 1948 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου και το 1950 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου διαδεχόμενος τον εκλιπόντα Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β'. 

Συνέβαλε  στον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ 55-59 ενώ είχε εξοριστεί από τους Βρετανούς στις Σεϋχέλλες και μετέπειτα αυτοεξόριστος στην Αθήνα επέστρεψε στην Κύπρο με το τέλος του αγώνα. Ως εθνάρχης ανέλαβε το δύσκολο έργο της υπογραφής της συμφωνίας Ζυρίχης - Λονδίνου. Αρκετοί αυτοί που τον κατηγορούν για το γεγονός της υπογραφής.

Απόπειρα δολοφονίας  του.Στις 8 Μαρτίου 1970 στον περίβολο της Αρχιεπισκοπής στη Λευκωσία έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του Μακαρίου, ο οποίος επέβαινε ελικοπτέρου, που θα τον μετέφερε στην ιερά Μονή Μαχαιρά για το ετήσιο μνημόσυνο του ήρωα της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου.

Μόλις το ελικόπτερο απογειώθηκε, χτυπήθηκε από ομάδα ενόπλων που καραδοκούσαν στην ταράτσα του Παγκυπρίου Γυμνασίου, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την Αρχιεπισκοπή.

Ο Μακάριος δεν έπαθε τίποτε, αλλά τραυματίστηκε σοβαρά ο Έλληνας ταγματάρχης Ζαχαρίας Παπαδογιάννης, χειριστής του ελικοπτέρου. Ήταν το πρώτο καλά οργανωμένο σχέδιο δολοφονίας του Μακαρίου, που είχε τεθεί σε εφαρμογή, όχι όμως και το πρώτο που είχε εκπονηθεί. 

Η εισβολή στην Κύπρο.Στις 15 Ιουλίου η Χούντα συμπληρώνει το έγκλημα της στην Κύπρο με το πραξικόπημα. Ο Μακάριος μετά το πραξικόπημα κατέφυγε στο Τρόοδος και μετέπειτα στην Πάφο όπου έκανε και το γνωστό διάγγελμά του.

Ο Μακάριος βρέθηκε στο Λονδίνο και μετέπειτα στην Νέα Υόρκη συνεχίζοντας της προσπάθειες για πτώση του παράνομου καθεστώτος που τοποθέτησε η Χούντα στην Κύπρο. 

Η Τουρκία πραγματοποιεί εισβολή στην Κύπρο.Ο Μακάριος επιστρέφει στην πατρίδα του τον Δεκέμβριο του 1974. Βρίσκει μια Κύπρο διαλυμένη. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ' εκοιμήθη στις  3 Αυγούστου του 1977 σε ηλικία 63 ετών. 

Απόρρητα έγγραφα για την εξορία του Αρχ. Μακαρίου στις Σεϋχέλλες 

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα έγγραφα που αποδέσμευσε το Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών και αφορούν την περίοδο κατά την οποία ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος βρισκόταν εξόριστος στις Σεϋχέλλες. 

Ο Μακάριος εξορίστηκε από το αποικιακό καθεστώς στις 9 Μαρτίου 1956, μαζί με τους, Μητροπολίτη Κερύνειας Κυπριανό, παπα-Σταύρο Παπαγαθαγγέλου και Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Αφέθηκαν ελεύθεροι στις 17 Απριλίου 1957.

Τα έγγραφα παρουσιάζουν ενδιαφέρον όσον αφορά λεπτομέρειες που αφορούν τόσο την απόφαση για εξορία του Μακαρίου και των συνεργατών του, όσο και για το τι σκεφτόταν αναφορικά με το κυπριακό την περίοδο εκείνη.

Τερματισμός της δράσης της ΕΟΚΑ.Στα έγγραφα περιέχονται σημαντικές αποκαλύψεις οι οποίες δυστυχώς πέρασαν απαρατήρητες σχεδόν από όλα τα Μέσα Ενημέρωσης της Κύπρου, που ασχολήθηκαν με τα αποκαλυφθέντα έγγραφα.

Σχεδόν στο σύνολο του το περιεχόμενο των εγγράφων είναι λίγο πολύ γνωστό. Απλώς επιβεβαιώνονται τα όσα ήδη γνωρίζαμε. Επομένως το ενδιαφέρον δεν επικεντρώνεται σ’ αυτά τα στοιχεία. 

Το νέο στοιχείο που βλέπει το φως της δημοσιότητας είναι η αναφορά ότι ο Μακάριος προβληματιζόταν ως προς τα αποτελέσματα της δράσης της ΕΟΚΑ. 

Στα έγγραφα γίνεται αναφορά στην κοινή επίσκεψη εκεί του Κρίτωνα Τορναρίτη και του Ντέηβιντ Πήαρσον, Γραμματέα του Βρετανού συνταγματολόγου Ράντκλιφ με σκοπό να εξηγήσουν στον Μακάριο οποιαδήποτε σημεία των συνταγματικών προτάσεων του Βρετανού συνταγματολόγου τα οποία πιθανόν να μην ήταν σαφή σε αυτόν.

Ο Μακάριος σύμφωνα με το έγγραφο, είπε στους δύο επισκέπτες ότι η έκθεση για τις συνταγματικές αλλαγές ήταν σαφής αλλά υπέδειξε ότι ο τόπος εξορίας στις Σεϋχέλλες δεν ήταν ο πλέον κατάλληλος για να τις αξιολογήσει.

Γι’ αυτό εισηγήθηκε αλλαγή χώρου ή ακόμη και επιστροφή στη Κύπρο αίτημα το οποίο απορρίφθηκε. Αντίθετα γνωστοποιήθηκε στον Μακάριο ότι ο Υπουργός Εσωτερικών ήταν πρόθυμος να επιτρέψει σε οποιουσδήποτε Κύπριους ή Έλληνες επιθυμούσε να δει, να επισκεφθούν τις Σεϋχέλλες και να συνομιλήσουν μαζί του.

Το έγγραφο καταλήγει με τα συμπεράσματα της επίσκεψης Τορναρίτη και Πήαρσον και όσον αφορά την αλλαγή χώρου για διαβουλεύσεις παρατηρεί ότι έφυγαν με την εντύπωση πως ο Αρχιεπίσκοπος θα ήταν πρόθυμος να προβεί σε κάποια ενέργεια για ειρήνευση σε περίπτωση αλλαγής του χώρου για διαβουλεύσεις.

Ο Αρχιεπίσκοπος θα ήταν απρόθυμος να προβεί σε οποιεσδήποτε κινήσεις ενόσω εκκρεμούσε προσφυγή της Ελλάδας στον ΟΗΕ γιατί φοβόταν , εκτιμά το έγγραφο, την αντίδραση του Ελλαδικού τύπου και την επίδραση του επί του Κυπριακού λαού.

Σύμφωνα με το έγγραφο, ο Μακάριος είχε συνάντηση με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα Κρίτωνα Τορναρίτη όπου του αποκάλυψε ότι η κατάσταση στην Κύπρο τον στενοχωρούσε πολύ και αν του διδόταν η ευκαιρία θα χρησιμοποιούσε όλη του την επιρροή να την τερματίσει. 

Η μέθοδος θα έπρεπε να αφεθεί στο χέρι του. Μια απλή καταδίκη της βίας θα αποτύγχανε λόγω του πατριωτικού αισθήματος των τρομοκρατών. Θα ξεκινούσε λοιπόν με έκκληση κάτω από τους κατάλληλους όρους και αν αποτύγχανε θα συνέχιζε με άλλα μέτρα στη διάθεσή του. 

Η εντύπωση που πήρε ο Τορναρίτης ήταν ότι ο Μακάριος ήθελε να τερματιστεί η βία στην Κύπρο, ανεξάρτητα από το αν έφθανε σε λύση ή όχι, αλλά ήθελε πρώτα να δει το αποτέλεσμα της ελληνικής προσφυγής στα Ηνωμένα Έθνη και δεύτερον να μετρήσει τον παλμό του λαού στην Κύπρο. 

Τα πρακτικά λένε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των απεσταλμένων, ότι ο Μακάριος δεν έβλεπε με καλό μάτι την ελληνική ανάμιξη στο Κυπριακό και κάπως δεν συμφωνούσε με τον Μητροπολίτη Κερύνειας και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη. 

Πίστευε ότι κανένας Ελληνοκύπριος δεν θα τολμούσε να διαπραγματευτεί εν τη απουσία του, όμως φοβόταν ότι τα πράγματα θα ξέφευγαν του ελέγχου αν συνεχιζόταν η βία... Υποσχόταν να έκανε ό,τι μπορούσε αν τερματιζόταν η εξορία.

Διαφωνίες με τους συνεξόριστους. 
Ο Αρχιεπίσκοπος, συνεχίζει το έγγραφο, δεν φαινόταν να τα πήγαινε καλά με τους δύο συνεξορίστους του, τον Μητροπολίτη Κυρηνείας και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη, οι οποίοι προσπαθούσαν να τον πείσουν να φτάσει στα άκρα προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι.

Ο Αρχιεπίσκοπος καταλήγει το έγγραφο γνήσια επιθυμεί να κάνει μια κίνηση για ειρήνευση, όχι όμως από τις Σεϋχέλλες, αν δεν πραγματοποιείτο η προσφυγή της Ελλάδας στον ΟΗΕ. 

Για τις συνταγματικές αλλαγές παρά το γεγονός ότι ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε να τις συζητήσει με τον κ. Τορναρίτη απεκάλυψε ότι τις είχε μελετήσει προσεκτικά και φαινόταν να είχε εντυπωσιασθεί.

Ο κ. Τορναρίτης είχε επίσης την εντύπωση ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα συνέχιζε να αρνείται να διαβουλευθεί για τις συνταγματικές αλλαγές μέχρι που να του δινόταν η ευκαιρία να σφυγμομετρήσει προσωπικά τη δημόσια γνώμη στη Κύπρο.

Οι τελευταίες τρεις μέρες του Εθνάρχη Μακάριου. 
Ήταν ένα ακόμα θερμό καλοκαίρι, που ο Μακάριος το περνούσε δουλεύοντας σκληρά, όπως πάντα. 

Τις ελάχιστες ώρες που μπορούσε ν΄ απουσιάζει από το Προεδρικό Γραφείο και από την Αρχιεπισκοπή, τις χρησιμοποιούσε για να ξεφύγει λίγο από τη Πρωτεύουσα, για να βρίσκεται για λίγο μόνος, κοντά στη φύση, που τόσο την αγαπούσε και τόσο την είχε ανάγκη.

Λίγα χιλιόμετρα έξω από το κέντρο της Λευκωσίας το οποίο παρέμενε κλειστό από το καλοκαίρι του 1974, υπήρχαν χωράφια. Συνήθιζε να πηγαίνει εκεί και να περπατά μόνος, αυτό τον τελευταίο καιρό, για καμιά ώρα κάθε φορά.

Οι αστυνομικοί της φρουράς που τον πρόσεχαν, άνθρωποι απόλυτα αφοσιωμένοι σ΄ αυτόν, δεν τον πλησίαζαν. Διακριτικά παρέμεναν μακρυά, αφήνοντας τον μόνο, με τις σκέψεις του. Ποιος ξέρει ποιες ήταν οι σκέψεις αυτές.

Τα Σαββατοκύριακα εξακολουθούσε ν΄ ανεβαίνει στο Τρόοδος, στο βουνό, που ήταν πάντα η μεγάλη του αγάπη. Όμως και σ αυτό είχε τώρα αλλάξει. Δεν ανέβαινε στο βουνό τόσο τακτικά όπως προηγούμενα. Αντίθετα, πράγμα περίεργο, στράφηκε προς την θάλασσα, προς την οποία ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε ιδιαίτερη συμπάθεια.

Κοντά στο χωριό Μαρί, μεταξύ Λευκωσίας και Λεμεσού, είχε βρει μια όμορφή κι άγρια παραλιακή τοποθεσία, που την αξιοποίησε. Γύρω ήταν ερημιά κι η ξηρά συναντιόνταν απότομα με την θάλασσα. 

Εκεί στο βράχο έστησε ένα λυόμενο μικρό σπιτάκι και τριγύρω έφτιαξε έναν όμορφο κήπο στον οποίο είχε φυτέψει από λαχανικά μέχρι εξωτικά λουλούδια. Περιποιόταν ο ίδιος τον κήπο αυτό και θύμωνε αν τύχαινε κάποιος να πατήσει κατά λάθος ένα λουλουδάκι.

Ο ίδιος με την βοήθεια συγγενών του και μελών της φρουράς του, έφτιαξε και μια ξύλινη σκάλα, στριφογυριστή, στερεωμένη στον απότομο βράχο, που κατηφόριζε μέχρι την θάλασσα.

Εκεί σ΄ εκείνο το μοναχικό σπιτάκι που ταίριαζε απόλυτα με την δική του προσωπική μοναξιά, περνούσε κάθε τόσο μερικές όμορφες και γαλήνιες ώρες. Ωστόσο, πολλές φόρες καλούσε εκεί τους συγγενείς του να του κρατήσουν λίγη συντροφιά, βάζοντας τους σαν όρο να έχουν μαζί και τα παιδιά τους. 

Συνήθως οι συγγενείς του ήταν διστακτικοί στο να παίρνουν μαζί τα παιδιά τους όταν πήγαιναν να δουν τον Μακάριο, νομίζοντας πως τα πιτσιρίκια, με τις φωνές και τα παιγνίδια τους, θα τον ενοχλούσαν και θα τον κούραζαν. Δεν καταλάβαιναν πως ο Αρχιεπίσκοπος ήθελε περισσότερο την συντροφιά των αθώων παιδιών, παρά την συντροφιά των μεγάλων. 

Κατά κανόνα, οι μεγάλοι τον απογοήτευαν. Τα παιδιά δεν τον είχαν απογοητεύσει ποτέ. Στο παραθαλάσσιο σπιτάκι του καλούσε, επίσης, συνεργάτες του για να περάσουν μαζί την Κυριακή. Μια φορά φιλοξένησε και τους γιατρούς του, κάνοντας τους το τραπέζι. 

Δεν κολυμπούσε.Στεκόταν όμως και κοίταζε με προσοχή την θάλασσα. Κι΄ ήταν παράξενη αυτή η στροφή του, από το βουνό στη θάλασσα. Ίσως υπάρχει κι εδώ κάποιος συμβολισμός. Το βουνό, που πάντα του άρεσε, σήμαινε ανάταση, σήμαινε πορεία προς τα πάνω, σήμαινε πεζοπορία προς κάποια κορυφή.


Και προς τα ύψη περπατούσε πάντα, σ΄ όλη του τη ζωή, ο Αρχιεπίσκοπος. Κάποια μυστηριώδης κι ανεξερεύνητη κορυφή ήταν ο στόχος της πνευματικής του πορείας. Η θάλασσα όμως;

Η θάλασσα προς την οποία στράφηκε ο Μακάριος την τελευταία περίοδο της γήινης ζωής του; Η θάλασσα σήμαινε ταξίδι. Και ο Μακάριος ετοιμαζόταν για το στερνό, το πιο μεγάλο του ταξίδι.

Στις 20 του Ιούλη του 1977, τρίτη επέτειο της Τουρκικής εισβολής, μίλησε για τελευταία φορά στο λαό του, που είχε συγκεντρωθεί στην πλατεία Ελευθερίας, στη Λευκωσία.

Και παρέδωσε, στους Ελληνοκύπριους την εντολή για ένα καινούργιο, μακροχρόνιο αγώνα, που θα άρχιζε και θα διαρκούσε μέχρι την τελική και πλήρη απελευθέρωση της Πατρίδας.

Έντεκα μέρες αργότερα, στις 31 του Ιούλη του 1977, μέρα Κυριακή, στο Τρόοδος, έπαθε μια ακόμα καρδιακή προσβολή. Όμως την κράτησε μυστική απ΄ όλους, ακόμα κι από τος γιατρούς του!

Η κρίση, που διάρκεσε 45 λεπτά περίπου, ήταν οδυνηρή. Πήρε ένα χάπι και φάνηκε πως την είχε ξεπεράσει. Την αποκάλυψε αργότερα ο ίδιος στους γιατρούς του, όταν έπαθε την μοιραία, την τελευταία καρδιακή προσβολή.

Είπε πως την απέκρυψε από τους γιατρούς του γιατί φοβόταν ότι θα τον ανάγκαζαν πάλι να ξαπλώσει για κάμποσες μέρες στο κρεββάτι η να μείνει περιορισμένος στην Αρχιεπισκοπή. Την επόμενη μέρα 1 του Αυγούστου του 1977,κάλεσε στο γραφείο του πρωί-πρωί, τον αρχιτέκτονα του Ανδρέα Φιλίππου.

Βιαζόταν πια, γνώριζε πως δεν είχε καιρό μπόλικο μπροστά του για να περιμένει, ήθελε να τελειώσει τον τάφο. Αφού συζήτησε μαζί με τον αρχιτέκτονα του πάνω στα σχέδια για ένα μεγάλο Νοσηλευτικό Ίδρυμα που σκόπευε να κτίσει, κι αφού τέλειωσε με το ζήτημα αυτό, τον ρώτησε τι γινόταν με το ζήτημα του τάφου.

-Η δουλειά προχωρεί Μακαριότατε....

-Ωραία. Την Κυριακή θ΄ ανέβουμε να δούμε τι κάνετε εκεί πάνω...

Πραγματικά, οι εργασίες στο ΄΄Θρονί΄΄ προχωρούσαν και το έργο ήταν προς το τέλος του. Εκτός βέβαια, από τον αρχιτέκτονα του και τα μέλη της Ιερέας Συνόδου, κανένας ούτε και οι εργάτες που δούλευαν εκεί, δεν γνώριζε πως το ΄΄Θρονί΄΄ χτιζόταν ένας τάφος. Στα σχέδια το έργο ονομαζόταν Παρεκκλήσι-Μνημείον εις Θρονί΄΄.

Το υπόλοιπο της μέρας το πέρασε δουλεύοντας κι ακολουθώντας το συνηθισμένο του πρόγραμμα. Την επαύριον, Τρίτη 2 του Αυγούστου, πήγε κανονικά στο Προεδρικό Γραφείο, στη συνηθισμένη του ώρα, στις 7.30 το πρωί.

Η μέρα επρόκειτο να είναι πολύ κουραστική. Ήταν γεμάτο το πρόγραμμα του από ραντεβού, με διάφορους συνεργάτες του, με διάφορες αντιπροσωπείες και με άλλους ανθρώπους.

Ανάμεσα σε κείνους που συνάντησε το πρωί και είχε μαζί τους συνεργασία, ήταν κι ο Ελλαδίτης γλύπτης και χαράκτης Βάσος Δαληρέας, ο οποίος επρόκειτο να φτιάξει τα σχέδια για το κόψιμο χρυσών νομισμάτων με τη μορφή του Αρχιεπισκόπου.

Το κόψιμο και η διάθεση των χρυσών νομισμάτων, θ΄ απέφεραν τα απαιτούμενα χρήματα για την ανέγερση του Νοσηλευτικού Ιδρύματος που ήθελε να κτίσει. Ήταν η τελευταία μέρα της ζωής του και ένα μέρος της το αφιέρωσε για αγαθοεργίες.

Κι ακριβώς για ένα αγαθοεργό σκοπό-που θα βοηθούσε, μάλιστα ένα παιδάκι  προοριζόταν και η τελευταία τραπεζική επιταγή που υπέγραψε. Η επιταγή αυτή, με αριθμό Δ591372 της Τράπεζας Κύπρου, εκδόθηκε στο όνομα του Δήμου Χριστοφίδη και αντιπροσώπευε το ποσό των 100 Λιρών.

Το ποσό αυτό επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για κάλυψη μέρους των εξόδων για θεραπεία ενός παιδιού, της 7χρονης Βέρας Χριστοφίδη, που έπασχε από οστεομυελίτιδα. Η μικρή βρισκόταν από καιρό στην Ελλάδα, όπου είχε σταλεί με φροντίδα και έξοδα του Μακαρίου (όπως τόσοι και τόσοι άλλοι) και είχε υποβληθεί σε εγχείρηση.

Ας αναφερθεί, παρεμπιπτόντως, πως η μικρή αυτή πήγε στην Αθήνα για θεραπεία ύστερα από ενέργειες του Μακαρίου, τις οποίες ο Εθνάρχης είχε κάμει ενώ βρισκόταν στο κρεββάτι, καθηλωμένος και με καλώδια στο στήθος, μετά την καρδιακή προσβολή της 3 του Απρίλη.

Η περίπτωση αυτή είναι ένα μόνο παράδειγμα από τις χιλιάδες περιπτώσεις (κι όταν λέμε χιλιάδες εννοούμε, πραγματικά, πολλές χιλιάδες) όπου ο Μακάριος βρέθηκε αρωγός και βοήθησε να ξεπεραστεί ο ανθρώπινος πόνος.

Στις 2.30 μετά το μεσημέρι έφυγε από το Προεδρικό Γραφείο για την Αρχιεπισκοπή. Εκεί γευμάτισε και ξεκουράστηκε για λίγο. Κι από τις 4 η ώρα το απόγευμα, άρχισε πάλι να δέχεται επισκέψεις στην Αρχιεπισκοπή και να έχει συνεργασία μαζί τους.

Στις 4 δέχτηκε τον Μανώλη Πλαιτάκη, εκδότη του περιοδικού ΄΄The Greek World΄΄ της Νέας Υόρκης.

Στις 5 δέχτηκε την Φανή Πεταλλίδου, εκδότρια της εφημερίδας ΄΄Πρωϊνή΄΄ της Νέας Υόρκης, και τον Γεώργιο Λεωνίδα, του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Στις 6 δείχτηκε τον Ζήνωνα Ζαννέτο, καθηγητή στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης.

Στις 7 το βράδυ δείχτηκε τελευταίον, τον Πρεσβευτή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Παρίσι Πόλυ Μοδινό.

Οι περισσότεροι από τους απογευματινούς επισκέπτες του, τον ρώτησαν βέβαια και για την κατάσταση της υγείας του. Τους χαμογελούσε και τους καθησύχαζε:

-Μην πιστεύετε τις εφημερίδες και τους γιατρούς.

Δεν είμαι άρρωστος.

Είμαι μια χαρά...

Η Φανή Πεταλλίδου τον ρώτησε επίσης πως αισθανόταν τόσο κοντά στη γραμμή αντιπαράταξης με τους Τούρκους, μια και η Αρχιεπισκοπή δεν απέχει πολύ από τη γραμμή Αττίλα.

Απάντησε: - Α! Την επόμενη φορά, ότι και να συμβεί, δεν πρόκειται να φύγω.... Το μεγάλο μου παράπονο είναι ότι έφυγα την πρώτη φορά με το πραξικόπημα. Δεν πρόκειται να ξαναφύγω....

Κι όμως! Θα έφευγε σε λίγες ώρες. Πραγματικά, φαινόταν καλά στην υγεία, παρά το ότι ήταν περισσότερο γερασμένος. Ήταν ευδιάθετος και συνοδευόταν ακόμα από τον αχώριστο σύντροφο του το χιούμορ, όταν συνάντησε την Φανή Πεταλλίδου και τον Γεώργιο Λεωνίδα.

Ο επόμενος επισκέπτης του όμως, ο καθηγητής Ζαννέτος, τον βρήκε καταβεβλημένο. Ο Εθνάρχης προθυμοποιήθηκε να ξεναγήσει ο ίδιος τον επισκέπτη του στο κτίριο της Αρχιεπισκοπής.

Ο καθηγητής πρόσεξε, όπως είπε αργότερα ο ίδιος, ότι το βάδισμα του ήταν αργό και σχεδόν κοπιαστικό. Κι ότι συχνά, έφερνε το χέρι στο μέρος της καρδιάς...΄΄

Τον ρώτησε:

-Πως είναι η υγεία σας Μακαριότατε;

-Μην πιστεύετε σ΄ αυτά που λέγονται.

Δεν είχα ποτέ προβλήματα με την καρδία μου, απάντησε χαμογελώντας.

Κι αμέσως μετά, πρόσθεσε σοβαρά παραδεχόμενος τα προβλήματα:

-Νιώθω καλά τώρα.....

Δεν ένιωθε όμως και τόσο καλά. Κατά την διάρκεια της συνάντησης του με τον τελευταίο του επισκέπτη, τον Πρεσβευτή Μοδινό, σηκώθηκε κι έκλεισε το σύστημα κλιματισμού, για να μη σκεπάζει την φωνή του ο ασήμαντος θόρυβος. Τόσο σιγά μιλούσε.

Στους τελευταίους αυτούς επισκέπτες του, ανάφερε πως σχεδίαζε να ταξιδεύσει στην Αμερική τον Σεπτέμβρη, για να μιλήσει στα Ηνωμένα Έθνη και να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Κάρτερ. Στον καθηγητή Ζαννέτο είπε, σχετικά με το Κυπριακό πρόβλημα:

-Δεν πάμε καθόλου καλά. Οι Τούρκοι θα εποικίσουν την Αμμόχωστο κι εμείς θα στέλνουμε τηλεγραφήματα και ψηφίσματα διαμαρτυρίας τα οποία δεν θα λαμβάνει κανένας υπ΄ όψιν.

Το ίδιο θα συμβεί και όταν ο Ντενκτάς ανακηρύξει Τουρκοκυπριακό ανεξάρτητο Κρατος, όπως μας απειλεί.
Κανένας δεν λαμβάνει υπ΄ όψιν τις διαμαρτυρίες μας. Ναι δεν πάμε καλά.....

Στον Πρεσβευτή Μοδινό εξομολογηθηκε:

Προτού φύγω, θα ήθελα να δω το Κυπριακό πρόβλημα λυμένο κατά τρόπο δίκαιο, κατά τρόπο που θα έκανε το λαό της Κύπρου πραγματικά ευτυχισμένο....

Ο τελευταίος του επισκέπτης έφυγε στις 8.30 το βράδυ.

Ο Αρχιεπίσκοπος έμεινε μόνος.

Ζήτησε να του σερβίρουν το δείπνο.

Έφαγε ελάχιστα, κάτι ελαφρό και αποσύρθηκε στο δωμάτιο του.

Λίγα λεπτά μετά τις 10 η ώρα το βράδυ εκείνο, ήρθε να χτυπήσει, για τρίτη φορά, η καρδιακή προσβολή.

Ήταν η δυνατότερη και η μοιραία.

Τα ξημερώματα ο Μακαριώτατος εκοιμήθη.

Τομέας Ενημέρωσης: Voiotosp.blogspot.gr
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: