24 Μαρτίου, 2016

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΦΙΛΟΥΝ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΘΑ ΛΥΣΟΥΝ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ;

 

Ο Μητροπολίτης Περγάμου και η αιρετική του διδασκαλία περί «ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ»: Η συνέντευξη που παραχώρησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου, κ. Ιωάννης Ζηζιούλας, με ημερομηνία 26-02-2014, για λογαριασμό της ιστοσελίδας «VATICAN INSIDER».

Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που ένας Ορθόδοξος ερευνητής προσέχει ιδιαίτερα, καθότι γνωρίζει εκ των προτέρων πως, κατά κανόνα, σε συνεντεύξεις προς ετερόδοξα κέντρα, η γλώσσα των «δικών μας» λύνεται πιο εύκολα, και έτσι γίνονται γνωστά στοιχεία των περίφημων διαχριστιανικών διαλόγων, που εσκεμμένα αποκρύπτονται προς τους λοιπούς Ορθοδόξους που ενδιαφέρονται.

Η αιρετική διδασκαλία περί «ευχαριστιακής εκκλησιολογίας»
Εν αρχή λοιπόν, στον πρόλογο της συνεντεύξεως, ο δημοσιογράφος του Βατικανού Gianni Valente, πλέκει το εγκώμιο του αγίου Περγάμου, τονίζοντας ιδιαιτέρως «το έργο του.Ή Εκκλησιολογία της Θείας Ευχαριστίας’’,το οποίο, όπως μας υπενθυμίζει, «χαίρει εκτίμησης και είναι αποδεκτό και από τον Πάπα Φραγκίσκο και από τον προηγούμενό του Βενέδικτο XVI». 

 Τον χαρακτηρίζει μάλιστα ως «τον καλύτερο εν ζωή Χριστιανό Θεολόγο», τίτλο που, ως γνωστόν, του έχει αποδώσει σύμπασα η οικουμενιστική κοινότητα, από το Π.Σ.Ε. και το Βατικανό μέχρι την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου.  

Η συστημική ανακήρυξη του Μητροπολίτου Περγάμου σε «καλύτερο εν ζωή Χριστιανό θεολόγο», δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, καθότι μια τέτοια αυθαίρετη εκτίμηση αποτελεί το κυριότερο γνώρισμα του πλανεμένου «χριστιανικού κόσμου», δηλαδή τόσο των αιρετικών, όσο και των «προβατόσχημων λύκων»: αγνοούν εμπειρικά την έννοια του θεολόγου, εξ απόψεως ορθοδόξου!

Κι αυτό κάθε άλλο από παράλογο είναι, διότι όταν κινείται κανείς στο χώρο της στοχαστικής θεολογίας και της «κτιστής χάριτος», ομοιάζει περισσότερο με αιρετικούς διαστροφείς της Δύσης και της Ανατολής, όπως ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός ή ο εξωμότης Βησσαρίωνας, παρά προς τους Αγίους Θεοφόρους Πατέρες της Ορθοδοξίας που διέπρεψαν σε Δύση και Ανατολή, αντίστοιχα.

Η δέ έπαρση που εκπηγάζει σε αυτή την περίπτωση, από την σκοτισμένη διάνοια ενός σύγχρονου δυτικοτραφούς θεολόγου, ποτέ δεν θα τον άφηνε να διακρίνει τους πραγματικούς θεολόγους του καιρού μας, δηλαδή όλους όσους έπαθαν τα θεία, όλους όσους είχαν γεύση του Ακτίστου Φωτός, όπως ήσαν κατά τον 20ο αιώνα κάτι αγράμματοι και ασήμαντοι κατά κόσμον άνθρωποι, σαν τον γέροντα Άγιο Παΐσιο ή τον παπα-Εφραίμ τον Κατουνακιώτη!

Πώς να εξηγήσεις άλλωστε σε εμπαθείς και κενόδοξους ανθρώπους του ακαδημαϊκού χώρου, πως άλλο πράγμα είναι να μιλάς για το Θεό και άλλο πράγμα είναι το να μιλάς με το Θεό;

Το πρόβλημα του αγίου Περγάμου, δεν είναι πως τον αποκαλούν οι άλλοι ως τον «μεγαλύτερο θεολόγο», αλλά πως το έχει πιστέψει κιόλας! Για αυτό ασφαλώς φροντίζει και κινείται εκ του ασφαλούς, σε οικεία ακαδημαϊκά περιβάλλοντα, εις τρόπον ώστε να μη «τσαλακώνεται» η κοσμική υστεροφημία του, ή εκφράζεται με μία δυσνόητη για τον απλό πιστό θεολογική γλώσσα.

Εις τρόπον ώστε να κερδίζει τίτλους και βραβεία, από ανθρώπους που ποτέ δεν κατάλαβαν τι εννοεί, ενώ στην πραγματικότητα ως καταλυτικός φορέας της μεταπατερικής θεολογίας, ολοκληρώνει σιγά σιγά και ανεμπόδιστα, τη άμβλυση της Χριστιανικής Ορθοδοξίας!

Το Βατικανό από την άλλη γνωρίζει γιατί πρέπει να τιμά τον Μητροπολίτη Περγάμου! Και μόνο η αιρετική διδασκαλία του περί «ευχαριστιακής εκκλησιολογίας», την οποία αποδέχθηκε και υιοθέτησε ενθουσιωδώς η Β΄ Βατικάνειος Σύνοδος, αρκεί για να τον τιμά δεόντως.

Όπως αναφέρει ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, κ. Γεώργιος Μαρτζέλος, «ιδιαίτερα μετά τη Β΄ Βατικανή Σύνοδο η ευχαριστιακή Εκκλησιολογία της αρχαίας Εκκλησίας, κυρίως όπως αναπτύχθηκε και προβλήθηκε από το Σεβασμιώτατο, άρχισε να βρίσκει πρόσφορο έδαφος μεταξύ σημαντικών ρωμαιοκαθολικών θεολόγων, όπως ο J. M. Tillard και ο Em. Lanne, που υπήρξαν και μέλη της Μεικτής Θεολογικής Επιτροπής του διαλόγου, ή ακόμη ο H. Legrand, ο J. Rigal κ.ά.

Γι’ αυτό ακριβώς και η εκκλησιολογική σκέψη του διατρέχει και τα τέσσερα μέχρι στιγμής κοινά κείμενα του θεολογικού αυτού διαλόγου, από το Κείμενο του Μονάχου (1982) μέχρι και το Κείμενο της Ραβέννας (2007)». Για να είμαστε βέβαια δίκαιοι, για λόγους ιστορικούς, η καινοφανής αυτή διδασκαλία δεν ήταν έμπνευση δική του, αλλά ενός Ρώσου πρεσβυτέρου, του π. Νικολάου Afanassieff, ο οποίος στις αρχές του 20ου αιώνα καθιέρωσε πρώτος τον όρο “ευχαριστιακή εκκλησιολογία”. 

Αυτός υποστήριζε ότι όλες οι εκκλησίες που έχουν αποστολική διαδοχή (άρα και οι Ρωμαιοκαθολικοί!) και τελούν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας έχουν την πληρότητα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, και ότι είναι ενωμένες μεταξύ τους με την αγάπη, την αγάπη όλων των Εκκλησιών για την κάθε τοπική και της κάθε τοπικής για όλες τις άλλες

Τη θεωρία αυτή την επεξέτεινε ο γνωστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν, ο οποίος προσπάθησε να αναδείξει τη λειτουργική κρίση στο χώρο της Εκκλησίας και τους τρόπους με τους οποίους αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η «ευχαριστιακή εκκλησιολογία» επομένως, ερχόταν να δώσει λύση στο ακανθώδες πρόβλημα των θεολογικών δογμάτων, που οδηγήσαν στο Σχίσμα του 1054, και που δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να γίνουν δεκτά από καμμία πλευρά.

Η θεωρία αυτή συμβίβασε τα ασυμβίβαστα, και έδωσε έτσι την ευκαιρία στον Πατριάρχη Αθηναγόρα να δηλώνει προκλητικά τη δεκαετία του ’60, όπως παραμεριστούν τα δόγματα προς χάριν του «διαλόγου της αγάπης».

Το εντυπωσιακό στην όλη υπόθεση είναι πως, δεκαετίες πριν τον Αθηναγόρα, την ίδια εκτίμηση έκανε και ο π. Νικόλαος Afanassieff, ο οποίος εφηύρε το στοιχείο της ενότητας μέσα από την Θεία Ευχαριστία, με την κάθε Εκκλησία να κρατάει τα δόγματα για τον εαυτό της.

Άρα απώτερος σκοπός της εμπνεύσεως του π. Afanassieff ήταν να διευκολυνθεί – κατ’ αυτόν τον αντιπαραδοσιακό τρόπο- η «ένωση των εκκλησιών»! Η συμβολή του Ιωάννη Ζηζιούλα έγκειται στο γεγονός ότι έρχεται σε μια κρίσιμη καμπή, αμέσως μετά την αποδοχή της θεωρίας από τη Β΄ Βατικανή Σύνοδο, να ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε ο π. Afanassieff, προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε το Βατικανό. 

Δηλαδή στο κενό που άφησε η θεωρία του π. Afanassieff και αφορούσε το (παγκόσμιο) πρωτείο του Πάπα, την εργολαβική διεκπεραίωση του οποίου ανέλαβε προθύμως (οποία έκπληξη!) ένας Ορθόδοξος Επίσκοπος! Κι αυτό φαίνεται ιδιαιτέρως στο περίφημο Κείμενο της Ραβέννας (2007), το οποίο μπορεί να έχει ως βάση του τη θεωρία του π. Afanassieff, η τελική διαμόρφωσή του όμως οφείλεται στον άγιο Περγάμου. 

Που με τη σειρά του, με μια έξοχη μεταπατερική, ή μάλλον μετα-αποστολική μαεστρία, και με ένα εντελώς αυθαίρετο τρόπο μεταβάλλει τη διάταξη του 34ου Αποστολικού Κανόνα που κάνει λόγο για «πρώτο τη τάξει σε επαρχιακό (τοπικό) επίπεδο», και την επεκτείνει σε διοίκηση «παγκοσμίου επιπέδου».

Οι αιρετικές όμως εκτροπές στο συγκεκριμένο θέμα του Ιωάννου Ζηζιούλα δεν περιορίζονται μόνο στους διμερείς θεολογικούς διαλόγους με τους Ρωμαιοκαθολικούς, αλλά προεκτείνονται και στους πολυμερείς θεολογικούς διαλόγους με τους Προτεστάντες του Π.Σ.Ε. για παράδειγμα.

Η θέση του πως, όπου τελείται το μυστήριο της Ευχαριστίας και γίνεται επίκληση της ενεργού παρουσίας του Αγ. Πνεύματος, εκεί υπάρχει Εκκλησία, δεν εξαιρεί για τον ίδιο ούτε τους κατακερματισμένους Προτεστάντες!

Όπως μας πληροφορεί ξανά ο, εκ των θερμών υποστηρικτών του, καθηγητής κ. Γεώργιος Μαρτζέλος, τόσο η θέση της Επιτροπής (ενν. «Πίστις και Τάξις» του Π.Σ.Ε.) ότι η παγκόσμια Εκκλησία δεν είναι άθροισμα ή ομοσπονδία τοπικών εκκλησιών ή ακόμη παράθεση της μιας Εκκλησίας δίπλα στην άλλη.

Αλλά όλες μαζί είναι η ίδια η Εκκλησία του Θεού και ότι το θέμα αυτό είναι στην ουσία του εκκλησιολογικό και όχι θέμα διοικητικής οργάνωσης, όσο και εκείνη ότι από την Πεντηκοστή και εξής η Εκκλησία τελεί την Ευχαριστία ως μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία.

Έτσι ώστε η τέλεση της Ευχαριστίας να αγκαλιάζει όλη την Εκκλησία τόσο στην τοπική όσο και στην παγκόσμια διάστασή της, θέσεις που περιέχονται και οι δύο στο κείμενο της Επιτροπής «Πίστη και Τάξη» του ΠΣΕ «The Church: Local and Universal» (Νο 150, 1990), αναπαράγουν μέσα στο κείμενο αντίστοιχες θέσεις του Σεβασμιωτάτου. 

 Που απαντούν στο έργο του Being as Communion, στο οποίο γίνονται άλλωστε και οι σχετικές παραπομπές. Εξάλλου στο κείμενο «Church and World. The Unity of the Church and the Renewal of Human Community» (Νο 151,1990).

Προκειμένου να τονισθεί η προφητική μαρτυρία της Εκκλησίας ως τοπικής κοινότητας, στα πλαίσια της οποίας υπερβαίνονται οι ποικίλες κοινωνικές και πολιτισμικές διαφορές, παρατίθεται προς τεκμηρίωση εντός πλαισίου χαρακτηριστικό απόσπασμα από τη μελέτη του Σεβασμιωτάτου «The local Church in a eucharistic Perspective. An orthodox Contribution». 

Από τα ανωτέρω γίνεται κατανοητό και μια άλλη λεπτομέρεια, που ίσως διαφεύγει προς στιγμήν της προσοχής: ότι για τον Μητροπολίτη Περγάμου, δεν έχει καμμία σημασία το τυπικό με το οποίο τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αν για παράδειγμα οι Λατίνοι χρησιμοποιούν άζυμα ή οι Προτεστάντες χυμό αντί για κρασί!

Όλα αυτά τα «τεχνικά στοιχεία» εντάσσονται στις «ποικίλες κοινωνικές και πολιτισμικές διαφορές» που υπερβαίνονται πανεύκολα, αρκεί να δηλώνεται πως τελείται η «θεία ευχαριστία» και ότι γίνεται επίκληση στο όνομα του Αγίου Πνεύματος.

Το ότι το σύνολο των Αγίων Πατέρων έδωσε μεγάλες μάχες με τους Λατίνους για το θέμα των «αζύμων», αλλά και για όλες τις υπόλοιπες δογματικές διαφορές, οι οποίες κρίνουν, κατά τους Πατέρες την σωτηριολογική πορεία του ανθρώπου, για τον Ιωάννη Ζηζιούλα, όπως και για τους περισσότερους Οικουμενιστές, είναι εμφανές πως αποτελεί ένα πεδίο παρωχημένο και αδιάφορο.

Κλείνοντας αυτή τη σύντομη ανάλυση για την «ευχαριστιακή εκκλησιολογία», καλό θα ήταν να σημειώσουμε πως όλοι οι σύγχρονοι «θεολόγοι του γραφείου», στις αναφορές που κάνουν για την «ευχαριστιακή εκκλησιολογία», δεν παραπέμπουν φυσικά στους Αγίους Πατέρες, αλλά παραπέμπουν κυρίως στον μέντορά τους, Ιωάννη Ζηζιούλα.

Κάτι που δείχνει πολλά. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, πως όσο και να ψάξει ένας ερευνητής στους Αγίους Πατέρες, σε κανέναν από αυτούς δεν θα συναντήσει αυτό τον (μεταπατερικό) όρο! 

Οι μόνες παραπομπές που κάνουν στους Πατέρες, όλοι αυτοί οι γνωστοί αποδομητές του χώρου, είναι κάποιες αποσπασματικές εκφράσεις που χρησιμοποιούν οι Άγιοι για να τονίσουν τη σπουδαιότητα του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.

Αυτές λοιπόν τις υπέροχες εκφράσεις του Αγίου Μάξιμου του Ομολογητή, του Αγίου Νικολάου Καβάσιλα κ.α. σπουδαίων Πατέρων, οι μεταπατερικοί θεολόγοι του καιρού μας τις ακρωτηριάζουν από τη συνολική συνάφεια ενός κειμένου.

Και εν συνεχεία τις προσαρμόζουν και τις χρησιμοποιούν ως «πατερική κάλυψη» στις εισηγήσεις τους, εις τρόπον ώστε να μπερδεύουν άλλους Επισκόπους και θεολόγους, που διατηρούν κάποιες επιφυλάξεις, ή τους απλούς πιστούς, που συνήθως δεν αντιλαμβάνονται τη πονηρία του πράγματος.


Ακολουθεί η Συνέντευξη

Πλησιάζει η μέρα της συνάντησης του Πάπα και του Πατριάρχη στα Ιεροσόλυμα. Τι να περιμένουμε απ’ αυτήν;

«Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Η συνάντηση  αυτή γίνεται εις ανάμνηση/μνημόσυνο της συνάντησης ανάμεσα στον Πάπα Παύλο VI και τον Αθηναγόρα πριν 50 χρόνια, τότε που ήταν η πρώτη φορά που ένας Πάπας και ένας Οικουμενικός Πατριάρχης συναντήθηκαν από τότε που έγινε το σχίσμα.

Ο εναγκαλισμός τους άναψε ελπίδες για μια επερχόμενη ένωση ανάμεσα στην Καθολική και την Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτή η ένωση όμως δεν έγινε ακόμη. Αλλά είναι σημαντικό να δείξουμε στον κόσμο ότι συνεχίζουμε να κινούμαστε υπομονετικά και αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση (της ένωσης) και οδεύουμε  για να το πετύχουμε. Δεν έχουμε σταματήσει να το επιδιώκουμε.

Γι’ αυτό και η συνάντηση του Φραγκίσκου με τον Βαρθολομαίο δεν θα είναι απλά εις ανάμνηση του αντίστοιχου γεγονότος στο παρελθόν  αλλά  αντιπροσωπεύει και μια πόρτα που ανοίγει στο μέλλον»

Ένα χρόνο μετά την εκλογή του Πάπα Φραγκίσκου ποια  πιστεύετε ότι είναι η επικρατούσα άποψη/εντύπωση των Ορθόδοξων  πιστών και αρχηγών των Ανατολικών Εκκλησιών γι’ αυτόν;    

«Ο Πάπας Φραγκίσκος μας εξέπληξε θετικά, όχι μόνο με το στυλ του, το ταπεραμέντο του, την ταπείνωσή του  αλλά και με τις ενέργειες που κάνει ως Πάπας για να φέρει την Καθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία πιο κοντά. Οι Ορθόδοξοι πάντα έβλεπαν τον Πάπα ουσιαστικά σαν τον Αρχιερέα της Ρώμης και ο Πάπας Φραγκίσκος συχνά αναφέρεται σ’ αυτόν τον τίτλο ως ένα τίτλο που του επιτρέπει να ασκήσει το ιερατικό του έργο.

Οι Ορθόδοξοι  επίσης  πάντα βλέπανε το Πάπα ως ένα άτομο που έβαζε τον εαυτό του σε βάθρο και την παπική εξουσία ως ένα είδος εκκλησιαστικού  ιμπεριαλισμού/ αυτοκρατορίας  και θεωρούσαν ότι σκοπός του Πάπα ήταν να τους καθυποτάξει και να ασκήσει την εξουσία του πάνω τους.

Τώρα όμως βλέπουμε ότι υπάρχουν ενδείξεις για το ότι ισχύει το αντίθετο, αφού για παράδειγμα ο Πάπας έχει αρκετές φορές τονίσει το ότι η Καθολική Εκκλησία μπορεί να μάθει πολλά πράγματα από την Ορθόδοξη κυρίως σε ότι αφορά συνόδους και την συνοδική φύση της Εκκλησίας.»

Η δημιουργία του Συμβουλίου των 8 Καρδιναλίων και η καινούρια ώθηση που δόθηκε στην Σύνοδο των Καθολικών αρχιερέων  έχει σχέση μ’ αυτό;  Πείτε μας γι’ αυτό το θέμα.

«Ναι, όντως αυτές είναι σημαντικές αποφάσεις. Μερικοί παρεξηγούν την λέξη συνοδικότητα, παρουσιάζοντάς την σαν την εφαρμογή κοσμικών πολιτικών μεθόδων στην ζωή της Εκκλησίας. Αλλά ο θεολογικός διάλογος ανάμεσα στην  Καθολική  και στην  Ορθόδοξη Εκκλησία ξεκαθάρισε τον σωστό τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή η συνοδικότητα.  

Στη διακήρυξη της Ραβέννας του 2007 αναγνωρίσαμε όλοι ότι το πρωτείο είναι απαραίτητο αλλά είναι και βαθιά ριζωμένο στην Εκκλησιαστική παράδοση των κανόνων της Εκκλησίας. Κι αυτό δεν γίνεται απλά και μόνο για τον ανθρώπινο ‘οργανισμό’, αλλά πρέπει να το δούμε σε σχέση με την συνοδικότητα. Η Εκκλησία είναι μια σύνοδος  και σε μια σύνοδο υπάρχει πάντα ο πρώτος, ο νούμερο ένα,  το πρωτείο. 

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι υπάρχει διείσδυση του κοσμικού στοιχείου ή του κοσμικού τρόπου σκέψης  για το τι είναι δημοκρατία ή μοναρχία μέσα στην Εκκλησία. Θεολογία μόνο υπάρχει, η οποία πηγάζει από την πίστη μας στην Αγία Τριάδα. Και επιπλέον από την αρχή - αρχή , η Εκκλησιαστική παράδοση είχε κανόνες.  

Που ορίζανε το εξής: «στην Εκκλησία δεν υπάρχει ποτέ Πρώτος χωρίς την Σύνοδο και δεν υπάρχει ποτέ Σύνοδος  χωρίς τον Πρώτο. Η αρμονία δε ανάμεσα στον Πρώτο και την Σύνοδο είναι δώρο της Αγίου Πνεύματος. Αυτή υπήρξε η εκκλησιολογία μας απ’ την αρχή.»

Το Πατριαρχείο της Μόσχας όμως απέρριψε τα συμπεράσματα της διακήρυξης της Ραβέννας  που αναφέρατε. Διαβάσατε την δήλωση απόρριψης της Ρώσικης  Εκκλησίας;

«Ναι, την διάβασα. Και δεν συμφωνώ με την δήλωση της Ρώσικης Εκκλησίας  εκφράζοντας την προσωπική μου άποψη αλλά και την άποψη του οικουμενικού Πατριαρχείου.

Η δήλωση της Ρώσικης Εκκλησίας  ισχυρίζεται ότι το πρωτείο υπάρχει μεν και έχει θεολογικό υπόβαθρο αλλά όχι σε παγκόσμιο, καθολικό επίπεδο.

Και ξέρουμε τον πραγματικό λόγο που λέγεται αυτό: θέλουν να αρνηθούν ότι μετά το σχίσμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία επίσης ο οικουμενικός Πατριάρχης είναι αυτός που άσκησε το παγκόσμιο πρωτείο. 

Για να το πετύχουν αυτό, δε, απορρίπτουν την πιθανότητα αναγνώρισης του ρόλου του Πάπα ως παγκόσμιου πρώτου με τέτοιο τρόπο που να είναι αποδεκτό  επίσης και από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Στη διακήρυξη της Ραβέννας κατάφεραν  να αποδεχτούν ομόφωνα το εξής συγκεκριμένο σημείο:  την αναγνώριση ότι το πρωτείο στην Εκκλησία ασκείται σε τρία επίπεδα: σε τοπικό, περιφερειακό και παγκόσμιο.»

Πιστεύεται ότι οι εσωτερικές διαφορές στην Ορθόδοξη πίστη θέτουν σε κίνδυνο τον οικουμενικό διάλογο;

«Δυστυχώς  φοβάμαι πως θα δημιουργηθούν  διάφορα προβλήματα, και πιο συγκεκριμένα εξαιτίας  της θέσης που κατέχει το Πατριαρχείο Μόσχας  στην Σύνοδο με μια τέτοια βαριά δήλωση. 

Γιατί οι θέσεις αυτές δεν εκφράζονται από ένα μεμονωμένο άτομο από τον Μητροπολίτη Ιλαρίων, για παράδειγμα ή από τον Πατριάρχη Κύριλλο. Με μια τέτοια δήλωση, γίνεται εξαιρετικά δύσκολη η ανταλλαγή απόψεων αφού ο διάλογος που γίνεται έχει αυτόν ακριβώς  τον στόχο: την ανταλλαγή απόψεων.

Φανταστείτε δηλαδή  να ήθελε η Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα να πάρει μέρος στον διάλογο με την Καθολική Εκκλησία ενώ προηγουμένως  να έχει συνοδικά απορρίψει το πρωταρχικό θέμα το οποίο αποτελεί και το κεντρικό θέμα  της  συζήτησης. Τι άλλο θα σήμαινε αυτό εκτός από το ότι δεν  θα άφηνε χώρο για συζήτηση και άρα ουσιαστικά ο διάλογος θα είχε λήξει.  

Οπότε αυτό που έκανε το Πατριαρχείο της Μόσχας θα μπορούσε να έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις, και για την ακρίβεια θα μπορούσε να οδηγήσει στο τέλος του θεολογικού διαλόγου Ορθόδοξων και Καθολικών ο οποίος αρχικά ξεκίνησε για να μπορέσουν να  ξεπεραστούν τα εμπόδια που παρεμβάλλονταν για την ύπαρξη μιας  πλήρους κοινωνίας κι επαφής μεταξύ των δύο εκκλησιών.»

Θα υπάρξουν διευκρινίσεις στην Σύναξη των Αρχιεπισκόπων  των Ορθοδόξων Εκκλησιών  τον Μάρτιο;

«Χρειάζεται να συζητηθούν θέματα που αφορούν  τις  Ορθόδοξες Εκκλησίες στο πλαίσιο  της μεγάλης Πανορθοδόξου  συνόδου. Οι προπαρασκευαστικές εργασίες γι’ αυτή την σύνοδο έχουν αρχίσει χρόνια πριν και το γεγονός αυτό θα μπορούσε να ανακοινωθεί για του χρόνου. 

Ελπίζω πως θα συζητηθεί επίσης και το θέμα του οικουμενικού διαλόγου αν όχι επίσημα τουλάχιστον ανεπίσημα. Θέλω να ρωτήσω τον Πατριάρχη Μόσχας αν γνωρίζει τις επιπτώσεις των δηλώσεων που έχει κάνει.  Γιατί μπορεί να μην είχε καταλάβει  πόσο καταστροφικές μπορούσαν να είναι για τον διάλογο μεταξύ των εκκλησιών.»

Ο Πάπας Φραγκίσκος λέει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που διατρέχει η εκκλησία είναι η αυτό-αναφορά. Λίγο καιρό πριν εσείς μιλήσατε για μια ‘ναρκισσιστική αυτό-ικανοποίηση’ που έχει μολύνει τους περισσότερους εκκλησιαστικούς κύκλους. Γιατί αυτή η εκκλησιαστική εσωστρέφεια είναι τόσο ύπουλη;  

«Ο Πάπας Φραγκίσκος λέει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η εκκλησία είναι η  αυτό-αναφορά της. Κι αυτό το λέει γιατί η Εκκλησία υπάρχει για τον κόσμο κι όχι για τον εαυτό της. Η Εκκλησία φωτίζεται από τον Χριστό όπως το φεγγάρι απ’ τον ήλιο.

Αλλά το φως που εκπέμπει η εκκλησία δεν είναι μόνο για τον εαυτό της , αλλά για τον κόσμο, για να δώσει ζωή στον κόσμο. Αυτό που βλέπω όμως τώρα σε πολλούς εκκλησιαστικούς κύκλους είναι ένας ανερχόμενος πειρασμός να τεθεί η Εκκλησία ενάντια στον αμαρτωλό κόσμο και τους αμαρτωλούς ανθρώπους.

Ο Χριστός όμως έτρωγε μαζί με τους αμαρτωλούς. Τους αγκάλιαζε δηλαδή. Η Εκκλησία λοιπόν καλείται κι αυτή σαν τον Χριστό να δώσει αγάπη και συγχώρεση  στον κόσμο και όχι απλά να προσφέρει μια ιδεολογία καλυμμένη με Χριστιανικές λέξεις».

Η Συνέντευξη στα Αγγλικά:

 “Theological dialogue with Catholics risks failure” (26/2/2014)

The theological dialogue between Catholic and Orthodox Churches which was launched with the aim of achieving full sacramental communion, risks stalling permanently. And one of the main reasons for this would appear to be the divisions that exist between the Orthodox Churches and those influential circles within the Orthodox faith – the Patriarchate of Moscow above all – that are refusing to recognise one universal primate as the leader of the Church, founded on a shared and canonical and ecclesial tradition. The alarm was raised by none other than the Metropolitan of Pergamon, Ioannis Zizioulas, a former member of the Synod of the Ecumenical Patriarchate of Constantinople, co-President of the International Joint Commission for Theological Dialogue Between the Catholic Church and the Oriental Orthodox Churches.

Zizioulas, whom many consider to be the greatest living Christian theologian (his “Eucharistic ecclesiology” is appreciated both by Pope Francis and his predecessor Benedict XVI) restores faith in the upcoming meeting between the Bishop of Rome and the Ecumenical Patriarch Bartholomew in Jerusalem next May. He sees unity among Christians as much more than just an alliance between Church hierarchies to form a “common front” to deal with ethical and sex-related issues.

Meanwhile, the direction the Ukrainian crisis has taken raises questions once again over the control the Patriarchate of Moscow exercises over the majority of Orthodox parishes in the Ukraine.

The date of the Pope and the Patriarch’s meeting in Jerusalem is nearing. What can we expect from this meeting?

“It’s going to be a very important event. The intention is to commemorate the meeting between Paul VI and Athenagoras 50 years ago, the first time a Pope and an ecumenical Patriarch had met since the days of the schism. Their embrace sparked hopes of forthcoming unity between the Catholic and Orthodox Churches. This has not yet happened. But it is important to show the world that we are continuing to move patiently and determinedly towards unity.

We are on our way to achieving this. We haven’t stopped. This is why the upcoming meeting between Francis and Bartholomew in Jerusalem will not just be a commemorative act looking to the past but represents a door that is open to the future.”

A year on from his election, what is the prevailing impression Orthodox faithful and leaders of the Eastern Churches have of Pope Francis?

“Pope Francis surprised all of us in a positive way, because of his style, his temperament, his humility and also because the actions he is taking as Pope could bring the Catholic and Orthodox Churches closer together. The Orthodox have always essentially seen the Pope as the Bishop of Rome. And Pope Francis often refers to this title as the title which allows him to exercise his ministry.

The Orthodox used to see the Pope as a figure who put himself on a pedestal and the papacy as a form of ecclesiastical imperialism. They thought the Pope’s intention was to subjugate them and exercise power over them. Now there are many signs which are pointing in the opposite direction. For example, the Pope has stressed on more than one occasion that the Catholic Church can learn from the Orthodox Church when it comes to synodality and the synodal nature of the Church.

Does the creation of the Council of 8 Cardinals and the new impetus given to the Synod of Catholic bishops have anything to do with this? Come into this

“Yes, these are important decisions. Some misunderstand synodality, presenting it as the application of worldly political methods to Church life. But the theological dialogue between the Catholic and Orthodox Churches clearly set out the correct way in which synodality should be understood. In the Ravenna document of 2007 we recognised that the primacy is necessary and is deeply rooted in the Church’s canonical tradition. This is not just for human “organisation” reasons. It must always be seen in the context of synodality.

The Church is always a synod and in the synod there is always a protos, a number one, a primate. This does not mean a penetration of secular thought on democracy or the monarchy into the Church. Only theology. It derives from the faith in our Holy Trinity. Ever since the very beginning, Church tradition has had canons which state the following: in the Church there is never a Primus without the Synod and there is never a Synod without the Primus. Harmony between the Primus and the Synod is a gift of the Holy Spirit. This has been our ecclesiology right from the start.”

The Patriarchate of Moscow rejected the conclusions of the Ravenna document you mentioned. Did you read the Russian Church’s pronouncement?

“Yes I did read it. I speak for myself and on behalf of the ecumenical Patriarchate when I say that we do not agree with that document. It claims that the primacy exists and has theological grounding at the local and regional Church level but not on a universal level. We know what the real reason for this is: they want to deny that after the schism in the Orthodox Church too the ecumenical Patriarchate exercised universal primacy.

In order to achieve this, they reject the possibility of recognising the Pope’s role as universal primate in a way that is acceptable to the Orthodox Churches as well. In the Ravenna document they managed to reach a consensus on this very point: we recognised that in the Church the primacy is always exercised on three levels: a local level, a regional level and a universal level.”

Are internal divisions within the Orthodox faith compromising ecumenical dialogue?

“I fear that there are going to be problems. Particularly because the position of the Patriarchate of Moscow holds as much weight as a pronouncement by the Synod. These are not positions expressed by single individuals, by Metropolitan Hilarion or by Patriarch Kirill. With a pronouncement like that, it becomes difficult for an exchange of views to take place and this is what dialogue is all about. Imagine if the Orthodox Church today wished to enter into dialogue with the Catholic Church having already made certain synodal pronouncements on the primacy issue, which is the issue currently at the centre of discussion: it would mean there was no room for discussion and that dialogue had ended. The step taken by the Patriarchate of Moscow could have very negative consequences.

 It could in fact lead to the end of theological dialogue between the Catholic and Orthodox Churches which was launched in order to overcome the obstacles that are standing in the way of full communion. I hope this will not happen.”

Will clarifications be made at the sinaxis (assembly) of the Primates of the Orthodox Churches in March?

“We also need to discuss issues relating to the Orthodox Churches in the context of the great pan-Orthodox synod. Preparation work for this began several years ago and the event could be announced next year. I hope ecumenical dialogue will also be discussed, if not officially, then at least in private. I want to ask the Patriarch of Moscow whether he is aware of the consequences of the step he has taken. He may not have realised just how catastrophic it could be for dialogue.”

Pope Francis says that the greatest danger the Church faces is self-referentialism. A while back you talked about a “narcissistic self-satisfaction” that has contaminated many ecclesial circles. Why is ecclesial introversion so insidious?

Pope Francis says that the greatest danger the Church faces is self-referentialism. The Church is there for the world not for itself. The Church gets its light from Christ, as the moon gets its light from the sun. But the light which beams out from the Church is not just for itself: it is for the world, for the life of the world. But what I see now in many ecclesial circles is a growing temptation to set the Church against the sin-filled world and sinful humans. But Jesus ate with sinners. 

He embraced them. The Church is called to give the same love and forgiveness and not to serve people an ideology caked in Christian words.” 
 


Δεν υπάρχουν σχόλια: