13 Μαρτίου, 2016

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

 
 
(Ματθ. στ΄, 14-21)
Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος˙ εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών , ουδέ ο πατήρ υμών  αφήσει τα παραπτώματα υμων.

Όταν δε νηστεύητε  μη γίνεσθε ώσπερ  οι υποκριταί σκυθρωποί˙ αφανίζουσι γαρ τα πρόσωπα  αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες˙ αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι των μισθόν αυτών. συ δε νηστεύων αλειψαί σου τη κεφαλήν και το πρόσωπον σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, αλλά το πατρί σου τω εν κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ  αποδώσει σοι εν τω φανερώ˙

Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επι της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται  διορύσσουσι  και κλέπτουσι˙ θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς  εν ουρανώ, όπου διορύσουσιν ουδέ κλέπτουσιν˙ όπου γαρ εστίν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών.

ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ. ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

1.Μόνιμες ποκριές: Σήμερα εναι Κυριακή τς Τυροφάγου. πό αριο ρχίζει Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προετοιμασία πνευματική, γιά τήν ορτή τς γίας ναστάσεως καί εκαιρία γιά νά καθαρίσει κανείς τόν αυτό του πό τόν ρύπο τν μαρτιν.

πως φροντίζομε νά καθαρίζομε τό σμα μας καί τά ροχα μας μέ τό πλύσιμο, τσι πρέπει νά φροντίζομε νά καθαρίζομε καί τήν ψυχή μας, μέ να πνευματικό λούσιμο, πό τόν ποιοδήποτε ρύπο τς μαρτίας. περασμένη Κυριακή καί σημερινή, εναι Κυριακές πού χομε πόκριες. πόκριες βέβαια στήν κκλησιαστική γλώσσα σημαίνει τι τρμε γιά τελευταία φορά καταλύσιμα φαγητά καί εδικά γιά σήμερα, ψάρια καί τυριά. πό αριο χομε τήν νηστεία καί τήν περισσότερη προσευχή.

μες μως τίς πόκριες κάνομε καί κάτι λλα. Φορμε διάφορες μάσκες, ντυνόμαστε καί διαφορετικά καί τσι στειευόμαστε μεταξύ μας. Πειράζομε καί κοροϊδεύομε τόν κόσμο, κάνομε στεα σοβαρότερα σαχλότερα καλυπτόμενοι κάτω πό τό προσωπεο πού φορμε. Καί λλος ψάχνει νά δε ποιός ταν ατός πού τόν κορόιδευσε καί δέν μπορε νά τό βρε εκολα, ταν μάλιστα μεταμφιεσμένος παραποιε ξυπνα τήν φωνή του. 

Εναι θιμο, νά γίνονται τέτοιου εδους μασκαρέματα τίς μέρες ατές. λλά τό μεγαλύτερο κακό εναι τι κάποιοι νθρωποι, χουν μασκαρέματα καί πόκριες λο τόν χρόνο. Πς γίνεται ατό δελφοί μου; Νά πομε να παράδειγμα. Τό πιό συνηθισμένο. Μερικές γυνακες βάφονται. Βάφουν τά χείλη. Βάφουν τά μάτια τους, βάφουν τά φρύδια γύρω-γύρω δ. κενες βέβαια πού τά κάνουν. Δέν τά κάνουν λες. Γιατί εναι πολλές καί νεαρές κοπέλες γιες γυνακες.λλες βάφουν τά μαλλιά τους. Εναι γδόντα χρονν καί δέν χουν σπρη τρίχα.

χι γιατί δέν γινε καμία τρίχα σπρη. λλά γιατί δέν τήν φησε ποτέ νά σπρίσει, βάφοντας καί ξαναβάφοντας συνεχς τά μαλλιά τους.Λέγει νας σοφός νθρωπος: «Μς ρέσουν τά ψέματα. Καί γι' ατό μς τά λέγουν». Μς ρέσει νά μς λένε ο νθρωποι εχάριστα λόγια, κολακεες. Καί γι' ατό μς τίς λένε. Μς ρέσει νά μς κοροϊδεύουνε καί γι' ατό μς κοροϊδεύουν· καί καμιά φορά μέ σχημες κοροϊδίες.

νας λλος λέει: «Ξέρετε τί κακό πάθαμε; Μς ρέσει, μς ρέσει ν’ κομε ψεύτικα λόγια. Καί τά συνηθίσαμε τόσο πολύ, στε τήν μάσκα πού φορομε, κούγοντας ψεύτικα λόγια, τήν θεωρομε πραγματικό μας πρόσωπο. Καί δέν μπορομε πιά νά ξεχωρίσουμε, οτε μες ο διοι, ποιός εναι ληθινός αυτός μας καί ποιό εναι τό μασκάρεμά μας μέ να προσωπεο, πού τό «ντυνόμαστε» καί προσπαθομε νά φερνόμαστε σύμφωνα μέ τά λόγια πού μς ρέσει νά κομε. Καί πού ταν μς τά λένε, τρίβομε τό στθος μας καί λέμε, τί ραα, τί καλά».

2.Ο πνευματικές μάσκες: Τό σωστό εναι νθρωπος νά προσπαθε καί νά θέλει νά εναι πέναντι το αυτο του πρτα, σωστός καί ελικρινής. Νά γαπάει γιά τόν αυτό του τήν λήθεια καί νά θέλει νά ξέρει γιά τόν αυτό του τήν λήθεια. Καί τό δεύτερο εναι, νά θέλει νά κούει καί πό τούς λλους τήν λήθεια. χι ψεύτικα λόγια. Γιατί δελφοί μου; ταν κομε τήν λήθεια χομε πρτα π'  λα σωστή εκόνα γιά τόν αυτό μας. Δέν χομε μάσκα, προσωπεο. Καί δεύτερο. ν εναι λήθεια λιγάκι δυσάρεστη, νά φροντίσομε νά διορθωθομε καί νά γίνομε καλύτεροι.

Ξέρετε πιό εναι τό πιό εχάριστο πράγμα στόν νθρωπο; Εναι καθρέφτης. Ετε εμαστε μικρά παιδιά, ετε εμαστε, πολύ περισσότερο, νέοι καί κοπέλες. Ετε χομε μεγαλώσει κόμα, καθρέφτης μς ρέσει. Θέλομε νά κοιτάζομε τόν αυτό μας καί νά βλέπομε τό πρόσωπό μας. Μς ρέσει νά βλέπομε τό πρόσωπό μας, τόν αυτό μας, ραο. Καί προπαντός, κόμη περισσότερο, μς ρέσει νά βλέπομε τό πρόσωπό μας νά χει κάποια καλωσύνη. Κάποια γλύκα. Τά μάτια μας νά εναι καθαρά. Γιατί μς ρέσει νά εναι αυτός μας καλός. Περισσότερο πό μορφος ξωτερικά, μς ρέσει νά εναι αυτός μας καλός.

Καί γι' ατό, εχαριστιόμαστε ταν μς πονε, μοφρόπαιδα καί  μορφοκοπέλες. λλά ταν κούσομε τή λέξη «καλός», εχαριστιόμαστε πολύ περισσότερο. Γιατί τσι μς χει φτειάξει Θεός. μέσα καλωσύνη, νά μς εναι πιό εχάριστη καί πολύ πιό ποθητή πό τήν ξω καλωσύνη, τήν μορφιά καί τήν λεβεντιά. Τί κρίμα μως! πειδή μς εναι πολύ δυσάρεστο νά βλέπομε τόν αυτό μας σχημο σωτερικά, καταντμε νά φορμε να πνευματικό προσωπεο καί νά ποκρινόμαστε. Νά παρουσιάζομε τόν αυτό μας διαφορετικό. πί παραδείγματι: Κάνω ν σωρό μαρτίες. 

λλά ταν μέ ρωτήσουν τίποτε παντ, «γώ δέν ξέρω τίποτε. , μπ. Τί εναι ατά τά πράγματα πού κάνει κενος κε. Ατά εναι παράδεκτα». Μά τά δια κάνεις. Φοράω λοιπόν τό προσωπεο, τς ρετς. Πηγαίνω καί γώ στήν κκλησία καί στέκομαι -πως πρέπει νά γίνεται- μέ ελάβεια. Θά πες «κακό εναι;» ντιθέτως εναι πολύ καλό! πως καί πολύ καλό εναι νά στιγματίζομε τό κακό. λλά χι μέ τή σκέψη τι θά τό συνεχίσω. 

λλά μέ τήν σκέψη τι πό τώρα καί πέρα τό διορθώνω. Γιατί ταν φορ τό προσωπεο γιά νά σκεπάσω τήν μαρτία μου, τό κακό μου, καί νά τό συνεχίσω, τότε εμαι, μέ τό συμπάθειο, μασκαράς. λλά ο μάσκες κάποια ρα θά πέσουν.

3.Κάποτε θά πέσουν:Τί κούσαμε τήν περασμένη Κυριακή; Θά λθη Υός το νθρώπου καί «θά καθήσει πί θρόνου δόξης ατο». Καί θά μαζευτον μπροσθέν του λα τά θνη. λοι ο νθρωποι. πό τήν ποχή το δάμ μέχρι καί τήν δευτέρα Παρουσία. Καί τότε θά ξεχωρίσει καλούς καί κακούς, μέ τήν εκολία πού ξεχωρίζει τσοπάνης τά πρόβατα πό τά κατσίκια. Δηλαδή τί σημαίνει ατό;

Δέν θά μπορέσομε νά το παραστήσομε τόν καλό. Δέν θά γελαστε πό τό τί θά πομε γιά τόν αυτό μας. ταν στίς συναλλαγές μας, μιλμε γιά τόν αυτό μας σχύει:

-Τί εσαι στό ρωμέικο;

- καθένας τι δηλώσει εναι.

Τότε, δέν θά σχύει ατό πού θά δηλώσεις. Θά πέσουν ο μάσκες. Καί τί θά γίνει; Κάποια φορά ταν νας πλανόδιος, πό κείνους πού τούς λέμε ρκουδιάρηδες. Ατός εχε μία μαϊμο, πού τήν εχε κπαιδεύσει καί τήν ντυνε σάν μία ραία κοπέλα. Τς βαζε καί μία μάσκα καί κείνη χόρευε. κανε ραα τσαλιμάκια, γελοσε κόσμος καί πλανόδιος μάζευε λεφτά.

ν λοιπόν εχε βάλει τήν μαϊμο σέ μία ξέδρα καί χόρευε κόσμος εχε μπερδευτε. Τήν νόμιζαν γιά κοπέλα καί χι γιά μαϊμο. «Εναι ποτέ δυνατόν μαϊμο νά χορεύει τόσο ραα;» Τόσο πολύ τούς γοήτευε. πότε νας τί κανε; Πέταξε κοντά της μερικά καρύδια. μαϊμο τρελλαίνεται γιά καρύδια. Γι' ατό ταν τά εδε, ξέχασε τόν χορό, ρμησε καί τά ρπαξε. λλά μέ τή μάσκα πού φοροσε καί φαινόταν μορφοκόριτσο, πς νά τά φάει; Τς δίνει λοιπόν να τράβηγμα καί τήν πέταξε. Καί φάνηκε ποιά εναι.

Γέλασε κόσμος μέ τήν καρδιά του. τσι θά γελάσουν μέ τήν καρδιά τους ο νθρωποι καί ο γγελοι γιά μερικούς, πού θά πέσει μάσκα τους τήν μέρα τήν φοβερά τς δευτέρας Παρουσίας. λλά καί τώρα πέφτει μερικές φορές μάσκα, ταν βλέπεις ναν νθρωπο, νά τρελλαίνεται πό κάποιο πάθος καί νά μήν συγκρατιέται μέ τίποτε. Πο νά μπορέσει νά συγκρατηθε τό ταλαίπωρο τό παιδί ταλαίπωρος γέρος, πό κενα πού λαχταράει καί τά εδε μπροστά του καί χάνει τόν αυτό του. Τότε, πέφτει μάσκα.

σκοπός εναι, νά μήν πέσει μάσκα μέ ξευτελισμό δικό μας, καί μάλιστα νώπιον τν γίων καί τν γγέλων καί τό χειρότερο π' λα, νώπιον το Κυρίου τς δόξης, το Κυρίου μν ησο Χριστο. ποος γινε νθρωπος καί σταυρώθηκε γιά μς. Γιά να καί μοναδικό σκοπό: Νά μς φρονηματίσει. Νά μς συνετίσει. Νά μς καλέσει σέ μετάνοια. Νά μς φωτίσει νά διορθωθομε πό μόνοι μας. Γιά νά γίνει διόρθωσή μας, τό ξεμασκάρεμά μας, χι ξευτελισμός, λλά τιμή καί δόξα. πάρχει μεγαλύτερη τιμή καί δόξα γιά ναν νθρωπο, νά κουβεντιάζουν ο λλοι νθρωποι καί νά λένε: «Εχε μερικά λαττώματα κι ατός, πως λοι μας. λλά, πάρχει να «λλά».

Τί «λλά» εναι ατό; «Διορθώθηκε. Καί πς διορθώθηκε. Δέν μπορες νά φανταστες, τί νθρωπος εναι ατός. κανε γώνα παιδάκι μου, πολύ γώνα. Νήστευσε, προσευχήθηκε, πάλαιψε. τι καί νά τολεγες, πίσω δέν κανε. Λεβεντιά πνευματική εναι. Γενναιότητα, φρόνημα. Σταθερότητα παιδί μου. Θέληση». τσι μιλνε ο πεπειραμένοι νθρωποι, γιά νά περιγράψουν τήν καλωσύνη καί τήν ρετή το νθρώπου πού γωνίστηκε καί νίκησε τό ποιοδήποτε λάθος καί τό ποιοδήποτε πάθος. Ατό εναι τό ζητούμενο.

4. δεκτή νηστεία: Μς επε Κύριος στό Εαγγέλιο πού διαβάσαμε: Πρτα π'  λα, πρέπει νά συγχωρμε νας τόν λλο. ποιος συγχωρέσει κενον πού τοκανε κακό, θά τόν συγχωρήσει καί Πατέρας μας πουράνιος. Καί μετά;

Προσέξετε λέει. Εναι Σαρακοστή; Νά νηστεύετε. λλά νά μήν νηστεύετε πως κάνουν ο ποκριτές. Γιά νά φανον στούς λλους τι εναι καλοί καί τι νηστεύουν. σες νά μήν νηστεύετε γιά νά σς δον ο νθρωποι. λλά νά νηστεύετε, γιά νά σς δε Πατέρας σας πουράνιος. Καί ατός, Πατέρας σας πουράνιος, καί μέσα στό σπίτι νά νηστεύετε, κρυφά, σς βλέπει. Δέν χρειάζεται παινος τν νθρώπων. Τό ζητούμενο εναι νά χομε τόν παινο το Θεο.

Μή τολμήσετε νά πιτρέψετε ποτέ στόν αυτό σας, ξω στούς νθρώπους νά προσποιηθετε εσέβεια, τι νηστεύετε, καί στό σπίτι σας κρυφά νά τρτε. Γιά τόν Θεό νά νηστεύετε, χι γιά τούς νθρώπους, χι γιά τό τί θά πον ο νθρωποι. λλά γιά τό τί θά πε Πατέρας σας πουράνιος. Επε κόμη Χριστός: «που εναι θησαυρός σας, κε εναι καί καρδιά σας». Προσέξτε! Μή κάνετε θησαυρό, τήν γνώμη καί τήν κρίση το κόσμου. Τήν πίγεια πιτυχία. Νά κάνετε θησαυρό σας, τήν πουράνια πιτυχία. Γιατί;

Τί σημασία χει νά πς κάπου καί νά σέ περάσουν γιά σπουδαο, νά σο κάνουν μιά πόκλιση, νά σο πον, «τά σέβη μας», λλά σύ νά εσαι να ταλαίπωρο πλασματάκι; Πού δέν θά κερδίσεις πολύτως τίποτε; Φτωχός σουνα καί φτωχότερος θά μείνεις. Τί σημασία χει; Σημασία χει μόνο λήθεια.

5. βασιλιάς πού γινε μασκαράς: Κάποια φορά, πγε στόν γιο Βενέδικτο, μεγάλο γιο, θαυματουργό καί σκητή, νας νθρωπος, ντυμένος μεγαλοπρεπς, μέ μεγάλη συνοδεία. ταν τόν εδε μπροστά του γιος Βενέδικτος καί το λέει: «Βρέ παιδάκι μου, πς μο λθες τσι; ι παιδί μου, πέταξέ τα πό πάνω τά ροχα πού δέν σο νήκουν, καί λα νά σέ δ, πως εσαι». Τί εχε συμβε;

νας βασιλιάς εχε βάλει να να γελοο ποκείμενο, νά ντυθε βασιλικά, το δωσε καί να πόσπασμα ξιωματικούς καί πισήμους καί πγαν νά κοροϊδέψουν τόν γιο. Πού κόσμος τόν εχε θαυματουργός καί προφήτη.

-δ θά τό δομε τί «βλέπει». Επε βασιλιάς.

Καί περίμενε βασιλιάς τι γιος βλέποντας τόν πλό νθρωπάκο, μέ τήν βασιλική στολή καί τήν συνοδεία θά τόν προσκυνοσε. Καί θά ξευτελιζόταν. λλά γιος το επε: «Πέταξέ τα πό πάνω σου παιδάκι μου ατά τά ροχα πού δέν σο ταιριάζουν». κενος, ταν κουσε τά λόγια ατά, πεσε στά πόδια το γίου, καί το ζήτησε συγγνώμη. Μετά γύρισε στό βασιλιά καί το λέει:

-Βασιλιά μου, κενον πήγαμε νά κοροϊδέψομε, ες βάρος σου βγκε. σύ εσαι μασκαράς. μένα μ’ κανες μασκαρά, σύ ποδείχθηκες μασκαράς. κενος καθαρός καί γιος ταν καί καθαρός καί γιος μεινε.

6.Μάνα μενε πως σέ ξερα: λλο παράδειγμα.  νας νέος, χωριατόπαιδο, γινε καλόγηρος. φυγε πό τό σπίτι του, πγε στό Μοναστήρι, καί ζησε κε, γωνιζόμενος μέ νηστεες καί μέ προσευχές. πειτα γινε καί καλός κληρικός. ταν πέθανε ρχιεπίσκοπος το τόπου, τόν κλέξανε διάδοχό του γιά τίς ρετές του. Καί κούστηκε τι τό παιδί ατό γινε δεσπότης, καί τήν τάδε μέρα νθρονίζεται στό μητροπολιτικό ναό.

Τμαθε καί μητέρα του, πού εχε νά τό δε π'  ταν φυγε καί επε: «Πάω καί γώ νά καμαρώσω τό παιδί μου. λλά πς νά πάω μέ ατά τά παλιόρουχα, φτωχή;» Πγε λοιπόν σέ κάτι φιλενάδες της, πλούσιες γυνακες, καί τίς παρακάλεσε νά τς δώσουν κανά ρουχαλάκι νά βάλει πάνω της. κενες τς δωσαν τά καλύτερα πού εχαν καί ντύθηκε σάν ρχόντισσα. Πγε στήν τελετή, καί ταν Δεσπότης βρισκόταν στό θρόνο του, πγε νά τόν προσκυνήσει. κενος τήν γνώρισε, καί τς λέει:

-Ποιά εσαι;

Το πάντησε μέ λαχτάρα:

- μητέρα σου παιδάκι μου. μητέρα σου.

- μητέρα μου, τς λέει, ταν μιά φτωχή γυνακα. Καί δουλεύει μέρα-νύχτα νά βγάλει λίγα χρηματάκια. Καί γώ βλέποντας τήν ρετή, τήν καλωσύνη, καί τήν θυσία της, γινα καλόγηρος, γιά νά πηρετήσω καί γώ μέ τόν διο τόπο τόν Θεό. πως πηρετοσε κείνη τό σπίτι της καί τούς λλους νθρώπους. σύ ποιά εσαι; Πο τά βρκες ατά τά ροχα;

-Μο τά δωσαν παιδάκι μου, γιά νά φαν καί γώ πίσημα, σέ μιά τέτοια τελετή.

-Πέταξέ τα πό πάνω σου μητέρα μου, τς λέει, νά σέ δ πως σέ ξερα. Νά σέ καμαρώσω, πως σέ καμάρωνα σέ λη μου τή ζωή. Γιά νά θαυμάσω γιά μιά κόμη φορά τήν καλωσύνη σου καί τήν ταπείνωσή σου, πού μέ δίδαξες νά γαπάω τόν Θεό.

Τά πέταξε πό πάνω της κείνη καί τότε κατέβηκε πό τόν θρόνο δεσπότης, τήν γκάλιασε τήν φίλησε καί φίλησε καί τό χέρι της λέγοντας: «σύ μέ κανες ατό πού εμαι. σύ μέ τά μπρακτα διδάγματά σου, ταπείνωσης, γάπης, εσέβειας καί καλωσύνης. Σέ λη σου τή ζωή σουνα κενο πού φαινόσουνα καί κάτι περισσότερο καί κάτι βαθύτερο. Δέν θελα μαννούλα μου νά σέ δ ποτέ μασκαρεμένη».

Καί Χριστός τσι μς θέλει. πλούς καί ταπεινούς. Διαφανες. Νά βλέπει τήν καρδιά μας. Νά το τήν δείχνομε τήν καρδιά μας, μέ τήν προσευχή μας, πού τόν πικαλούμαστε καί λέμε: «Θεέ μου, συγχώρεσέ με τόν μαρτωλό. γώ τά ξέρω τά μαρτήματά μου. σύ τά ξέρεις. Σο τά μολογ καί σέ πικαλομαι. Λυπήσου με». Καί μετά, εναι τάξη τς κκλησίας, ατή τήν γία περίοδο πού λέγεται Σαρακοστή, πμε καί ξομολογούμεθα, γιά νά βγάλομε τήν μάσκα μας νώπιον το Χριστο.

Ατή εναι ξομολόγηση. Βγάζομε τήν μάσκα νώπιον το Χριστο. Λέμε τά μαρτήματά μας στόν πνευματικό. Ζητομε συγχώρηση. Μετά νηστεύομε μέ ταπείνωση. Προσευχόμαστε μέ ταπείνωση. Καί πμε νά συναντήσομε τόν Χριστό, στή Θεία Κοινωνία. Παίρνοντας τό σμα του καί τό αμα του, διαίτερα ατή τήν γία περίοδο τς Σαρακοστς.

Τί λέμε ταν πμε νά κοινωνήσομε; «ρχομαι Χριστέ μου καί γώ πως λθε πόρνη, πως λθε ληστής. πως λθε σέ σένα τελώνης. Δέξου με, σάν τήν πόρνη, σάν τόν ληστή, σάν τόν τελώνη. Δέν ασθάνομαι καλά, γιατί εμαι μαρτωλός. λλά πρε με σύ κοντά σου, καί δέξου τήν μετάνοιά μου καί δυνάμωσέ με νά διορθωθ καί νά γίνω νθρωπος δικός σου, δολος σου ληθινός».

ν κάνομε τσι, ταν θά ρθε μέρα τς γίας ναστάσεως, πού κρατώντας τήν λαμπάδα στό χέρι μας, θά λέμε «Χριστός νέστη», Χριστός δέν θά εναι ναστημένος μόνο πό τόν τάφο του, λλά θά εναι καί ναστημένος μέσα μας. Θά χομε καί μες ναστηθε γιά τόν Χριστό. Καί ταν ψάλλομε: «θανάτ θάνατον πατήσας καί τος ν τος μνήμασι ζωήν χαρισάμενος», θά λέμε: «Καί γώ μουνα μέσ’ στό μνμα». 

Ποιό μνμα; Τς μαρτίας καί το θανάτου. «λλά ναστήθηκα. Καί πρα καί θά πάρω ζωή πό σένα Χριστέ μου. Μέ τήν διόρθωση, μέ τή δύναμη σου, μέ τή χάρη σου καί προπαντός μέ τήν Θεία Κοινωνία.

Νά μς ξιώσει Θεός, νά πετάξομε τήν μαρτία πό πάνω μας.

Νά μήν μείνομε γιά λη μας τή ζωή μασκαράδες. Νά μή χρειαστε νά μς βγάλει τήν μάσκα Χριστός τήν μέρα τς δευτέρας Παρουσίας. Νά τήν βγάλομε τώρα μες. Καί νά παρουσιαστομε νώπιόν του πως εμαστε. Γιά νά μς δώσει στολή δόξης, μορφιά δόξης, τήν χάρη του, τήν γάπη του, τήν ελογία του. 

Εθε τά λόγια ατά νά βρον πήχηση στίς καρδιές λων. Καί μέ τή δύναμη το Χριστο νά βαδίσομε τήν γία Σαρακοστή καί νά φτάσομε στήν γία νάσταση. 


Δεν υπάρχουν σχόλια: