19 Μαρτίου, 2016

Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΓΙΟΠΑΥΛΙΤΗΣ (1904 - 1987)

 

γούμενος νδρέας γιοπαυλίτης γεννήθηκε στν νγκώνα Κεφαλληνίας στς 22 ανουαρίου τ τος 1904. Ο γονες του Γρηγόριος Εαγγελτος κα Βασιλικ Παγουλάτου στν βάπτιση το δωσαν τ νομα γγελος. Δν μειναν πολ στ χωρι πο γεννήθηκε, λλ μετώκησαν πι νότια.

γγελος ταν ελαβς κα ζωή του πολ προσεκτική. Εχε πόθο ν γίνει καλόγερος κα ν φιερωθ στν Θεό. ς λαϊκός, ξερε τος χαιρετισμος τς Παναγίας π’ ξω κα τος λεγε κάθε μέρα. ταν δύνατο ν κοιμηθ, ση δουλει κα ν εχε, σο κουρασμένος κα ν ταν, χωρς ν π τος Χαιρετισμούς. 

ταν νηλικιώθηκε γινε στυνομικός. γαποσε πολ τν κκλησία κα τν προσευχή. πεφάσισε πλέον ν γίνει μοναχός, κα τ πραγματοποίησε. ν κα Κεφαλλονι εχε Μοναστήρια, ατς προτιμοσε ν μονάσει μακρυ γι λόγους ξενητείας, γι ν μν τν ξέρουν κα τν νοχλον ο δικοί του.

κουσε τι πάρχει να μεγάλο Μοναστήρι στν Λειβαδιά, το σίου Λουκ. πεφάσισε ν πάει κε.  Δν ξερε πο εναι, λλ ταν ποφασισμένος τν Δευτέρα ν φύγει γι τν Λειβαδιά. Τν προηγούμενη μέρα, τν Κυριακή, λειτουργήθηκε στ Ληξούρι σ μία κκλησία. Πγε π νωρίς.

Μόλις μπκε στν να βλέπει ναν νέο ψηλ μ ωμαλέο σμα. Εχε στρατιωτικ νδυμασία μ χλαμύδα σν ρχαος. Δν περιεργάστηκε ποις εναι ατς νέος, λλ κενος το κανε νόημα ν πάει κοντά του. Δν δωσε σημασία. φυγε νέος, πγε πίσω π τν γία Τράπεζα κα το ξανάκανε νόημα ν πλησιάσει.

γγελος πάλι δν δωσε σημασία κα δν μπκε στ ερό. Κάθησε στν θέση του κα ταν τελείωσε Λειτουργία πγε σπίτι του. Τν Δευτέρα ξεκίνησε γι τν Λιβαδειά. Πγε πρτα στν Πάτρα κα απ κε στν θήνα.

Στν Πάτρα συνάντησε ναν καλόγερο, τν χαιρέτησε κα το κμυστηρεύτηκε τν σκοπό του, τι δηλαδ πάει κα ατς ν γίνει μοναχς στν σιο Λουκ Λειβαδις.

Καλόγερος το επε: Τί θ κάνεις κε; λα στ γιον ρος, στ Περιβόλι τς Παναγίας, τ γιον ρος να εναι. τσι πεφάσισε ν πάει μαζί του στ γιον ρος. φθασαν στν Πειραι, μ καράβι στν Θεσσαλονίκη κα π κε στν Δάφνη. καλόγερος ταν π το σφιγμένου.

γγελος πγε ν προσκυνήσει στν Σιμωνόπετρα. ώτησε ν χει λλο Μοναστήρι κοντ κα πγη στο Γρηγορίου, κα π κε Διονυσίου κα ν συνεχεί γίου Παύλου. λα ατ τ προσκύνησε σ μία μέρα μ τ πόδια. ταν Σεπτέμβριος το 1934

Στν γιο Παλο φθασε την ρα το σπερινο. Μπκε στν κκλησία ν προσκυνήσει κα βλέπει τν εκόνα το γίου Γεωργίου στ τέμπλο δεξιά. Κοιτάει προσεχτικά, ξανακοιτάει, ναρωτιέται: -

Πο τν εδα ατν τν εκόνα; Θυμται. –

Τν εκόνα δν τν εδα, λλ ατ τ παλληκάρι τ εδα!

Ατς ταν στν εκκλησία, στν Παντοκράτορα στ Ληξούρι. Ατς ταν! Δν θ φύγω. δ θ μείνω. τσι μεινε κα βαλε μετάνοια γι δόκιμος

γούμενος τότε ταν Σεραφείμ. Βλέποντας τν ριμότητά του, τν ελάβεια, τν πρόθυμη πακο κα τν γωνιστικό του ζλο, μετ π τέσσερις μνες, στς 16 Ίανουαρίου 1935, τν καναν ασοφόρο κα στς 25 το ατο μηνός, τν κριναν ξιο ν λάβει τ Μέγα κα γγελικ Σχμα μ τ νομα Άνδρέας.

Μετ π ναν μνα τν καναν δικο κα σ ξι μνες, στς 28 Ίουλίου, τ χειροτόνησαν ερέα μέσα σ δέκα μνες γιναν λα κα ταν τότε ερομόναχος νδρέας 31 τν. Τότε κατάλαβε γιατ γιο γεώργιος τν καλοσε κοντά του. Πρτα τν κάλεσε στ Μοναστήρι του κα μετ μέσα στ γιο Βμα. λα εχαν ναν προϊδεασμό.

ν γωνιζόταν κα ναλωνόταν στ διακονήματα παπα-νδρέας νιωθε μία λξη πρς τν συχία. Τότε στν ρημο σκετο π. Γεράσιμος Μενάγιας. ταν Κεφαλλινίτης κα ρχόταν στν γιο Παλο. παπα-νδρέας γνωρίστηκε μ τν Μενάγια κα πεθύμησε ν ζήσει μαζί του στν ρημο το γίου Βασιλείου.

Παρεκάλεσε πολ τν γούμενο Σεραφείμ, κα το δωσε τελικ ελογία. Τ 1938 πγε στν γιο Βασίλειο κα ζησε δυόμισι χρόνια μ τν σκητ π. Γεράσιμο Μενάγια. κε γνώρισε κα λλους σκητς κα τν γερω-ωσφ τν συχαστή. Τν εχε σ ελάβεια. Τν θεωροσε γιο κα τν περασπιζόταν ταν κουγε ν τν κατηγορον.
 
Τ θεώρησε ετύχημα πο γνώρισε κα τν π. Σωφρόνιο τν ώσσο μ τν ποον κα συνδέθηκε πνευματικά. Κατενόησε τν πνευματικ πλοτο, τν θεία χάρη πο εχε τότε διακο-Σωφρόνιος· τν εχε σ μεγάλη ελάβεια κα πεδίωκε τν πικοινωνία μαζί του.

Κατ τ τος 1939, κάποια μέρα μετ τ μεσημέρι, εχαν βγ παπα-νδρέας κα διάκο-Σωφρόνιος ν μαζέψουν σαλιγκάρια. Ξαφνικά, βλέπουν μία σκι νθρώπου σ πόσταση κα παρατήρησαν τι εναι σχεδν γυμνός. Κατάλαβαν τι εναι νας π τος γυμνος σκητς και τρεξαν ν τν προλάβουν.

Ατς μως τος ντιλήφθηκε κα τρεξε ν κρυφθ. διακο-Σωφρόνιος κουράστηκε κα παπα-νδρέας πο ταν νεώτερος, τν ώτησε:

τρέξω ν τν προλάβω;
-ν μπορς τρέξε, το επε. τρεξε κα ταν φθασε στ δύο μέτρα τν φώναξε:
-Στάσου νθρωπέ μου, ν μ ευλογήσεις, ν δν εσαι δαίμων, δσέ μου τν εχή σου. Τν φθασε κα τν πιασε π τ χέρι.
-ν γαπς τν Θεό, σε μου, το επε σκητής.
-πειδ γαπ τν Θεό, γι’ ατ τρεχα ν σ προλάβω.
Εδε ν φορ στν μέση σκητς να τσουβάλι τρίχινο φθαρμένο, κα τίποτε λλο, οτε παπούτσια οτε κάλτσες, κα ταν Μάρτιος μνας. Το λέει:
ς εσαι τσι; Ν σο φέρω οχα;
ν θέλω.
ς παξιμάδι τίποτα λλο;
-χι.
σο φέρω κάτι; τσι γι ελογία.
-Φέρε μου λίγο λάτι.
-Πο ν σο τ φέρω;
-στο σ κείνη τν πέτρα.

Τν λλη μέρα πγαν τ λάτι, τ φησαν στν πέτρα κα παραφύλαγαν. Τ λάτι μενε κε κα σκητς δν ξαναφάνηκε.

παπα-νδρέας διηγήθηκε κα τ ξς: Μενάγιας ταν προσωπικς φίλος το γίου Νεκταρίου, ποος το εχε χαρίσει μία φωτογραφία του κα να κομποσχοίνι.Τότε κε στν γιο Βασίλειο μερικο μφισβητοσαν τν γιότητα το γίου Νεκταρίου.

Μενάγιας γι ν τος ποδείξει τι εναι γιος Πενταπόλεως Νεκτάριος, πρε μία λεκάνη, βαλε λεύρι κα νερό, τ άνακάτεψε, π πάνω βαλε τ κομποσχοίνι το γίου Νεκταρίου κα άπ μόνο του χωρς προζύμι φούσκωσε.

γ λλη πόδειξη δν θέλω, λεγε παπα-νδρέας. παπα-νδρέας στν γιο Βασίλειο γνώρισε τότε πολλος μεγάλους σκητές, φελήθηκε π τ παράδειγμά τους κα διος γωνιζόταν πολύ. Εχε πικοινωνία μ τ Μοναστήρι του λο ατ τ διάστημα κα μετ π δυόμιση χρόνια πάλι πέστρεψε στν μετάνοιά του.

Επε τότε στν γούμενο Σεραφείμ: - 

κε πολλος γίους γνώρισα, λλ κα ναν γιο δικο. ν τν καταφέρουμε ν τν φέρουμε δ γι Πνευματικ θ μς βοηθήσει πολύ.  

γούμενος συμφώνησε: -Βεβαίως, φο τ λς σύ, θ τ κάνουμε.Πγαν κα τν παρεκάλεσαν. διακο-Σωφρόνιος θελε τν συχία. μως θεώρησε τι ταν π τν θεία Πρόνοια ατ πρόταση, διότι γιος Σιλουανς το εχε πε: -

ταν σο ζητήσουν βοήθεια ν μν ρνηθς. ς πνευματικός, ν εσαι διακριτικός, ν μν κάνεις περβολές. τσι θεώρησε τι ρθε ρα ν πραγματοποιηθ ατό. Τς παπαντς το το 1941 τν χειροτόνησαν ερέα, μεινε λλον ναν χρόνο στ Καρούλια κα μετ ρθε κα μεινε στν γία Τριάδα.

Τ Μοναστήρι το δινε κουμπάνια, ατς δινε τς εκόνες πο κανε κα ξωμολογοσε τος πατέρες. Βοήθησε πολ κα σωσε τ Μοναστήρι π πολλος κινδύνους τότε στ δύστυχα χρόνιας τς Κατοχς π τος Γερμανούς. Κα ατ χάρη στν διορατικότητα το παπα-νδρέα.

παπα-νδρέας μετ πο πέστρεψε π τν ρημο ταν γι εκοσι χρόνια φημέριος στ Μοναστήρι μόνος του. Στν διακοπ πρν π τν Θεία Λειτουργία δν κοιμόταν σ κρεββάτι λλ καθήμενος στν καρέκλα γι ν μν το συμβ πειρασμός. 

Λειτουργοσε κάθε μέρα κα στερα κατέβαινε στν γιο Τρύφωνα, στν μπελικιά, κα ργωνε μ τ βόδια μ τ ξυλάλετρο. σπεριν κανε νας λλος λικιωμένος ερέας.  

λη τν μέρα ργωνε πήγαινε στ βουν στος λοτόμους.πέστρεφε ργά, πρν σουρουπώσει κα τ πρωΐ πάλι κολουθία κα Λειτουργία. Θυσίασε τν ζωή του γι τ Μοναστήρι, γι’ ατ τν γαποσαν λοι ο πατέρες κα ργότερα, ταν παρέστη νάγκη, τν ξέλεξαν δύο φορς γούμενο.

παπα-νδρέας, αφότου ρθε γι καλόγερος, δν στειλε μήνυμα στος δικούς τους ν τος νημερώσει πο βρίσκεται. κενοι νόμιζαν τι χάθηκαν. μάννα του π διαίσθηση λεγε: -

Τ παιδι μου δν χαθηκε, λλ εναι σ καλ τόπο. 

Μετ π κάποια χρονια ξεμπάρκαρε στν ρσαν να καράβι, πο μέσα του ταν νας πατριώτης του. Τν ναγνώρισε κα το μίλησε. παπα-νδρέας το επε ν μν π τίποτε κα ς τν ψάχνουν. 

Ατς μως νημέρωσε τος δικούς του κα μάννα του το στειλε χαρούμενη γράμμα. Το γραψε τι θέλει ν τν δ γιατι εναι στ τελευταά της. Ατς τν ώτησε μ γράμμα: -

δ θέλεις ν μ δς στν λλη ζωή; -Στν λλη ζωή, παιδί μου. Κα τσι κοιμήθη χωρς ν τν δ. φο κοιμήθη μητέρα του, ρθε πατέρας του ν τν δ γι ν παρηγορηθ. ταν γεροντάκι κα εχε σκοπ ν μείνει λίγες μέρες κα στερα ν βγ ν κάνει τ σαράντα τς γυναίκας του. Πέρασαν ο μέρες κα τν ώτησε παπα-νδρέας: -

Δν θ φύγεις; -χι, δ θ μείνω, γιατ μο ρέσει. Εχε μία κόρη κόμη κα εχε λόγους ν γυρίσει στν κόσμο, λλ ταν ελαβς κα εχε καλλιεργημένη ψυχή. ταν μαθε γούμενος Σεραφεμ τν πόφασή του ν μείνει, τν ώτησε: -
Μήπως θέλεις ν σ κάνουμε καλόγερο; -

ν θ μ κάνετε ατν τν δωρεά, τη πλεστα,πάντησε.

τσι τν καναν μοναχ σ λικία 88 τν μετονομάσαντες ατν Συμεών. Πα  λη τν λικία του πήγαινε πρτος στν κκλησία. Στν νάγνωση, πειδ δν κουγε καλά, πήγαινε δίπλα στ δισκέλι ν μν χάσει καμμία λέξη. Τ διο κα στν θεία Μετάληψη.

γούμενος λεγε γι τν π. Συμεών: -Βλέπεις ατ τ κούτσουρο; Θ μς περάσει λους.

Τ 1960 κοιμήθη γούμενος Σεραφείμ, κα γούμενος γινε παπα-νδρέας. Τν πόμενο χρόνο ἀῤῥώστησε π. Συμεών, κα τν πγαν στ γηροκομεο σ λικία 96 τν.

Τν ώτησε παπα-νδρέας: -Δν σ βλέπω καλά. Ν σ κοινωνήσουμε; -πως νομίζετε, πάντησε. Πρε παπα-νδρέας γιο ρτο, κατάφερε μ δυσκολία ν π τό· Πάτερ μν  π. Συμεν κα κοινώνησε. Τν ώτησε: -

Πς ασθάνεσαι; -

Σν ν πάω σ γάμο. ταν παπα-νδρέας κατέβασε τ γιο Ποτήριο στν κκλησία κα έπέστρεψε στ γηροκομεο, π. Συμεν εχε δη κοιμηθή.

παπα-νδρέας πγε κάποτε ν πισκεφθ τν γερω-νθιμο πο ταν στ τελευταά του στ νοσοκομεο τς Μονς. Τν ώτησε: -

Θέλεις ν σο φέρουμε κάτι; Θέλεις ν σο φέρουμε Πνευματικό; Τν γιατρό; Ατς δν καταλάβαινε. κούμπησε τότε στ σίδερο το κρεββατιο κα ρχισε νοερς ν λέγει τος Χαιρετισμος τς Παναγίας.

Μόλις φθανε στό· Χαρε Νύμφη νύμφευτε, κανε τ σταυρό του τ γεροντάκι. Μόλις τελείωσε τος Χαιρετισμούς, κανε γερω-νθιμος τν σταυρό του τρες φορές, κα κοιμήθη ερηνικά.

ταν γερω-Γρηγόριος ταν στ τελευταα του, δν μιλοσε. Εχε χάσει τς ασθήσεις του κα εδοποίησαν τν παπα-νδρέα ν τν κοινωνήσει. Τν κοινώνησε, λλ δν κατάπινε τν Θεία Κοινωνία. Τότε επε ν τοιμάσουν να τσάϊ κα σιγ-σιγ μ τ κουταλάκι το δινε λίγο-λίγο, μέχρι πο τν κατάπιε.

Τότε μίλησε γερω-Γρηγόριος κα επε στν παπα-νδρέα: -Εχαριστ πολύ, Θες ν στ πληρώσει.

λεγε παπα-νδρέας γι τος πατέρες πο κοιμήθηκαν στ Μοναστήρι, σο ατς ταν κε: Μόνο γι δύο-τρες δν ξέρω πο πγαν, λλ λοι ο λλοι πο πρόλαβα, πγαν στν Βασιλεία τν Ορανν.

Δυόμισι χρόνια μετ τν κλογή του σ γούμενο, παπα-νδρέας γι μία συμφωνία γι να διοικητικ θέμα παραιτήθηκε λέγοντας: -Τί θελα κα μπλεξα;

νέλαβε γούμενος παπα-Εσέβιος. ταν ελαβής, νάρετος κα σκητικός. λλ δν κανε καθόλου οκονομίες στος λλους. παπα-Εσέβιος μετ π ξι χρόνια παραιτήθηκε κα ο πατέρες τν ουλιο το 1969 ξέλεξαν πάλι γι γούμενό τους τν παπα-νδρέα.

ταν πρ τς οκονομίας, λλ ακριβς στν συνείδησή του. διος ταν αστηρς στν αυτό του κα γι τος λλους ξαντλοσε κάθε οκονομία.

γούμενος νδρέας ταν κλασικός, πρακτικς γιορείτης. Συμβούλευε τος πατέρες ν μν φήνουν τν κανόνα τους, ν κάνουν καθαρ ξομολόγηση κα ταν πρ τς συχνς Θείας Μεταλήψεως. λεγε: -

« κοινοβιάτης, ν κάνει πακοή, εναι φιλακόλουθος, ν κάνει καθαρ ξομολόγηση κα δν κατακρίνει, εναι γι τν παράδεισο. 

Κατήργησε τ τριήμερο χωρς λάδι πρν π τν Θεία Κοινωνία κα βαλε Πέμπτη κα Σάββατο Θεία Μετάληψη. ταν πρτος γιοπαυλίτης γούμενος πο ρχισε ν δέχεται πατέρες γι ξομολόγηση. Καθε  μέρα 1:30-3:00 μ.μ. δεχόταν στ γουμενείο.

Τν ξομολόγηση τν κουγε ρεμα. ν το λεγε κάποιος: -

Γέροντα, πεσα κε, παντοσε: -Τί ν κάνουμε; Στ λεος το Θεο ν αποβλέπουμε. λλ ν το λεγε κάποιος τι κατακρίνει, τότε γινόταν πολ αστηρός. Το λεγε ντονα: -

γινες Θεός; Δν ντρέπεσαι;, κα στερα μ ρεμα λόγια δηγοσε τν μοναχ σ μετάνοια. Εχε πολ μεγάλη μπιστοσύνη στν παπα-Διονύσιο τν Μικραγιαννανίτη, στν ποον κα ξωμολογετο, ν κα ταν κατ πολ νεώτερός του.

γάπη του γι τος πατέρες ταν περιόριστη χωρς ν ξεχωρίζει καλος π κακούς. ταν πολ λεήμων. ν κα τ χρόνια τότε ταν δύσκολα κα τ λικ γαθ λιγοστά, ατς δινε πλόχερα. Το ζητοσε κάποιος να ζευγάρι κάλτσες, δύο το δινε, να παντελόνι, δύο δινε. λεγε: -

ν πλύνεις τ να, ν φορς τ λλο. δωσε εύλογία στν τραπεζάρη ν δίνει λεύθερα λεημοσύνη σ γνωστος κα γνώστους πατέρες. λεγε: -

Διότι, ταν χουν νάγκη πο θ βρον; θ ζητήσουν π τος κατ σάρκα συγγενες θ τρέχουν απ δ κα π κε;

ταν εγενής, τιμοσε τος λλους κα θελε ν τος βοηθ. ωτοσε, πρν το ζητήσουν: -

Σο λείπε κάτι μάτια μου;  συνήθης κφρασή του ταν λέξη παιδάκι μου κα μ’ ατν ξέφραζε λη τν σωτερική του διάθεση πρς τος πατέρες. Εχε πολλ γάπη κα οκονομοσε τος πατέρες.

που μως δν πρεπε, γινόταν αστηρός, λλ ατ αστηρότητά του βγαινε π τν γάπη του κα τ ενδιαφέρον του γι ν βοηθήσει τος πατέρες. ν κουγε ργολογίες στ μαγειρεο, πλησίαζε κα μ αστηρότητα λεγε ν σταματήσουν. Δν πίστευε εκολα σ φτα κα γγέλους, ν δν ξακρίβωνε καλά.

λεγε γι τν μνήμη το Θεο: - 

σία Μαρία Αγυπτία εδε μία φορ τν εκόνα τς Παναγίας πο δν τν πέτρεψε ν μπ στν ναό, κα αύτ μνήμη τς εκόνας τν νίσχυσε γι σαράντα χρόνια, μόνη της στν ρημο. μες θέλουμε ν δομε κα τ να κα τ λλο κα πάλι δν χουμε μνήμη το Θεο.

Τν Σαρακοστ το 1970 εχε πάθει γαστροῤῥαγία. π. Δημόκλητος, γιατρός, το επε τι εναι πολ σοβαρ κα πρέπει ν πάει ξω. Ατ τν σθένεια πρέπει ν τν αντιμετωπίσει πιστήμη. -

πιστήμη εναι Παναγία. γ δν βγαίνω π τ γιον ρος. Εχε τριάντα ξι χρόνια στν καλογερικ κα δν εχε βγ ποτέ. Το λέει γιατρός: -

μες πρέπει ν σ κάνουμε πακο φ’ ρου ζως κα σ ν μς κάνεις ατν τν ρα. ν δν πμε στν γιατρό, δν πάρχει προοπτική. –Γι τν πακοή σας εμαι στ χέρια σας. ,τι νομίζετε σες θ κάνω. Τν πγαν στν Θεσσαλονίκη, γχειρήγθηκε κα πέστρεψε γιής.

Τν κτώβριο το 1974 γούμενος νδρέας παραιτήθηκε π τν γουμενία κα πγε ν συχάσει στ μετόχι τς Μονς ντς το γίου ρους στν Μονοξυλίτη, το ποίου νας τιμται στν γιο Νικόλαο κα τν ποον περευλαβετο Προηγούμενος νδρέας.

κε τ τος 1975 τν πισκέπτονταν κάποιοι ζηλωτς π τν σφιγμένου. Εχε κοιμηθ γούμενός τους κα πειδ φοβοντο μν τος διώξουν π τ σφιγμένου, τν κλιπαροσαν ν ναλάβει ατς γούμενος.

Σν νθρωπος ταλαντευόταν μ τ τόσα πο κουσε κα τς παρακλήσεις τν ζηλωτν, λλ δν τ’ πεφάσιζε. Φοβόταν φ’ νς μν μήπως χει κρμα ν δν βοηθήσει τ σφιγμένου, λλ πάλι σκεφτόταν πς ν φήσει τν μετάνοιά του σ τέτοια λικία. 

Παρακαλοσε τν Παναγία κα τν γιο Νικόλαο ν τν φωτίσουν.πότε κάποια μέρα βλέπει ναν παπ, να γεροντάκι, ν νεβαίνει π κάτω π τν θάλασσα. ταν φθασε, τν χαιρέτησε, ζήτησε ν μάθει τν δρόμο πρς τς Καρυές, κα το δειξε. 

Τν ώτησε μως Προηγούμενος π πο εναι κα πς νομάζεται, κα πάντησε τι εναι π τν Κύπρο κα τι τ νομά του εναι Πάτερ Νικόλας.

παπα-νδρέας ταν περίεργος νθρωπος γι ν κάνει τέτοια ρώτηση, λλ π θεία νεύση τν κανε. Τ γεροντάκι συνέχισε τν δρόμο του γι τς Καρυές, κα παπα-νδρέας μόλις κανε ν πάει μέσα, σκέφτηκε: -

Βρέ, μεσ’ τ μεσημέρι δν επα στν νθρωπο ν καθήσει ν φάει. Πο θ πάει πεινασμένος! Γυρίζει ν τν φωνάξει κα δν τν βλέπει.

δρόμος γι τς Καρυές, τολάχιστον γι να δεκάλεπτο ταν κάλυπτος. Θ τν βλεπε. μως δν φαινόταν πουθενά. Παίρνει τν δρόμο φωνάζοντας. φαντος. –

Κρμα πο δν τν πρόλαβα. Μπκε μέσα, δν δωσε σημασία, κάθησε ν φάει κα στερα κοιμήθηκε. Ξύπνησε γς λίγο μέσα στν χαρ κα ποφασιμένος τι: -

γ εμαι γι τν γιο Παλο, οτε γι γούμενος εμαι οτε γι σφιγμένου οτε γι δεύτερες οτε γι τρίτες γουμενίες εμαι. Πγε στν κκλησία, κοιτάει τν εκόνα το γίου Νικολάου κα διαπιστώνει κπληκτος τι εναι διος γιος Νικόλαος μ τν παπ πο πέρασε κα ξαφανίστηκε. Λέει: -

Μά, ν μν νοίξει τ μυαλό μου πι μπροστά. νέφερε τ γεγονς στερα στν παπα-Διονύσιο τν Πνευματικό του κα κενος το επε: - 

γιος Νικόλαος ταν. ρθε κα πρε τ βάρος πο εχες πάνω σου.

Μετ π λίγο διάστημα, κάποια μέρα ν σύχαζε στν Μονοξυλίτη, γινε φοβερ θαλασσοταραχή. Σκέφθηκε τν πομένη ν κατέβει στν θάλασσα ν μαζέψει ξύλα πο θ εχε βγάλει θάλασσα γι τν φωτιά, λλ κα μήπως κάποιος εχε νάγκη π τν βοήθειά του.

ν συνέλεγε τ κβρασθέντα ξύλα, εδε μία νθρώπινη σκι καθισμένη σ ναν βράχο. μέσως σκέφθηκε τι εναι κάποιος περαστικς ναυαγς πο σώθηκε κα τρεξε ν βοηθήσει.

ταν πλησίασε, βλέπει κπληκτος μία μοναχ καθισμένη στν βράχο ν κρατ βιβλίο νοιχτ κα γραφίδα. κπληκτος κα μ πορία τν ρωτ:

-Τί θς σ δ, κυρά μου; Θέλεις καμμία βοήθεια;

-χι, δν θέλω βοήθεια, το παντ φαινόμενη μοναχή. γ εμαι Κυρ το τόπου κα αύτ τν δουλει κάνω π τν μία κρη το γίου ρους ως τν λλη.

-Κα τί εναι, κυρά μου, τ βιβλία ατ πο κρατς;

βιβλία εναι εσόδου, ξόδου κα παραμονς τν Πατέρων το γίου ρους. λλ κα σ’ ατ τ βιβλίο πο βλέπεις, εναι γραμμένα τ νόματα ατν πο παραμένουν κα τελειώνουν στ γιον ρος, κα ατ εναι γραμμένα στ βιβλίο τς ζως.

Μετ τν στιχομυθία, κα φο φαινομένη μοναχ δν θελε βοήθεια, παπα-νδρέας νηφόρισε πρς τ Μετόχι. Τ πόγευμα πγε στν να ν διαβάσει τν σπερινό, κα ταν ντίκρυσε τν εκόνα τς Θεοτόκου στ τέμπλο κάτι μέσα του συνέβη κα ρχισε ν ασθάνεται χαρ κα γαλλίαση σκεπτόμενος τν μοναχ μ τ βιβλία.

Εδε κα τ καντήλι της ν κουνιέται π μόνο του κα κατέβηκε γρήγορα μήπως προλάβει τν μοναχή, γι τν ποία τώρα νοιξε νος του κα βεβαιώθηκε τι ταν Παναγία. μως δν τν βρκε πως πολόγιζε κα μία λύπη κατέλαβε τν ψυχή του.

Σκεφτόταν τι γι τς μαρτίες του δν ξιώθηκε ν τν ξαναδ, κα τότε πλησιάζποντας στν βράχο πο ταν καθισμένη ασθάνθηκε εωδία οράνια ν πλημμυρίζει τν τόπο λο.

τσι πιβεβαίωσε τν παρουσία τς Παναγία κα τν πληροφόρησε τι ατ ταν μ τν ποία συνομίλησε πρόσωπο πρς πρόσωπο. στερα κάλεσε στν Μονοξυλίτη τν Πνευματικό του παπα-Διονύσιο, διηγήθηκε τν φοβερ πτασία κα κενος πιβεβαίωσε τι ταν Παναγία. Παρακάλεσε τν παπα-Διονύση: -

Κοίταξε μν πς τίποτα σ κανέναν κα μ περάσουν γι γιο, κα πάει κα ρχεται κόσμος!

παπα-νδρέας νταμείφθηκε γι τν ελάβειά του πρς τν Παναγία ν τν δ σ’ ατ τν ζω κα ν συνομιλήση μαζί της. ταν πολ γωνιστής. Στν Μονοξυλίτη ργαζόταν πολύ, κουραζόταν παρ τν λικία του, λλ ποτ δν φηνε τν κολουθία κα τν κανόνα του.

ν καμμία φορ δν διάβαζε ψαλτήρι στν κολουθία, τ διάβαζε στ κελλί του. Εχε τ στομάχι του. ταν τν πονοσε, καθότα, λλ τ ψαλτήρι πάντα τ διάβαζε.

-Κάποτε, διηγετο γερω-Δαυΐδ, ργωνα στν Μονοξυλίτη κα ἀῤῥώστησε να βόδι. Κάλεσα τν παπα-νδρέα, διάβασε τν εύχ κα μέσως σηκώθηκε.

παπα-νδρέας, ταν παραιτήθηκε, ξελέγη γούμενος Παρθένιος. Τν στήριξε πολ παπα-νδρέας κα λεγε: -Μάτια μου, χουμε γούμενο κατάφορτο π τν χάρη το γίου Πνεύματος.

ταν ταν γεροντάκι κα μενε γκλειστος στ κελλί του, χωρς ν μπορ πλέον ν κατεβαίνει στν κολουθία, πγε ν τν δ γούμενος κα τν ώτησε ν θέλει κάτι. πάντησε: -

κουσε παιδί μου. Δν χω νάγκη π τίποτε, τ χω λα, δν μο λείπει τίποτε. Σ’ εχαριστ πάρα πολύ, κα νας λόγος παραπάνω πο δν μπορ ν ζητήσω κάτι, εναι γιατ φοβομαι μν μ κολάσει Χριστός, γιατ θ εμαι χάριστος πο θ ζητ πράγματα πο δν μο χρειάζονται.

Διηγήθηκε παπα-νδρέας τι στ Μοναστήρι ταν κάποιος ργάτης λαϊκός, πολ νάρετος. Ἀῤῥώστησε βαρειά, κα παπα-νδρέας πο τότε ταν φημέριος κα Οκονόμος, το πρότεινε ν τν κάνουν καλόγερο κα κοιμήθη τν μέρα τς παπαντς πο πανηγυρίζει τ Μοναστήρι. λεγε συχν παπα-νδρέας: -

Ατς ργάτης γι ν τν πάρει Παναγία τν μέρα τς παπαντς, ταν πολ νάρετος.

μως κα διος ς νάρετος πο ταν ξιώθηκε ν κοιμηθ κα ατς κατ τν διάρκεια τς γρυπνίας τς παπαντς.

Τ τος 1987, τν μέρα τς παπαντς πο πανηγύριζε τ Μοναστήρι, ποβραδς διακονητς πηγε τ φαγητ στν παπα-νδρέα. φαγε, πειτα σταύρωσε τ χέρια του κα κοιμήθη καθιστός. Μετ τν γρυπνία γινε κηδεία του.

Εδοποίησαν τν φίλο του κα συνασκητή του Γέροντα Σωφρόνιο το σσεξ τι κοιμήθη παπα-νδρέας κα πάντησε: -

Τ ξέρω, μουν κε.

Στν κηδεία του σοι φίλησαν τ χέρι του εχαν τν ασθηση τι σπάζονταν χέρι γίου. 

ταν σν γιο λείψανο. Κατ τν ξόδιο κολουθία Πνευματικός του, παπα-Διονύσιος Μικραγιαννανίτης, διηγήθηκε μ κάθε λεπτομέρεια τν μφάνιση της Παναγίας στν Μονοξυλίτη. Μέχρι τότε ο πατέρες δν γνώριζαν τίποτε.

Κατ τν νακομιδ το λειψάνου του, στς 3 Αγούστου 1994, τ δεξί του χέρι εωδίαζε σν ν κρατοσε λιβάνι.

Τ ασθάνθηκε παπα-Σωφρόνιος γιοπαυλίτης κα λλοι πατέρες. Φαίνεται, π τς πολλς λεημοσύνης πο δινε, Θες το δωσε ατ τν χάρη.




Δεν υπάρχουν σχόλια: