10 Δεκεμβρίου, 2015

ΕΚΤΑΚΤΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΙΔΟΜΕΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΕΥΓΕΛΗ

 

Ειδομένη:«Εδώ όλα αλλάζουν γρήγορα. Από τη μια στιγμή στην άλλη. Δεν μπορείς να προβλέψεις. Μόνο να αντιδράσεις». Και είχαν δίκιο. Η εικόνα που ξεδιπλώνεται μπροστά σου τη μια στιγμή δεν έχει καμία σχέση με αυτό που μπορεί να δεις τρεις ή τέσσερις ώρες μετά. 

Ίσως το μόνο πράγμα που μένει αναλλοίωτο να είναι το ανεξάντλητο κουράγιο όσων φτάνουν μέχρι εκεί. Μαζί μάλλον με το πείσμα τους να αφήσουν πίσω τους αυτή τη γωνιά της Ελλάδας περνώντας στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας για να συνεχίσουν το ταξίδι. Προς τα επόμενα σύνορα, και μετά τα επόμενα και τα επόμενα…

Το «τοπίο» στην Ειδομένη αλλάζει ξανά τώρα μετά την επιχείρηση της αστυνομίας την Τετάρτη για την απομάκρυνση όσων παρέμεναν στην περιοχή χωρίς όμως ποτέ η πόρτα του συρμάτινου φράχτη να ανοίγει γι' αυτούς. Η σιδηροδρομική γραμμή μπορεί να λειτουργεί ξανά και οι εντάσεις να μειωθούν για κάποιο διάστημα. Αλλά το τί θα γίνει αύριο είναί μια άλλη ιστορία, όταν πρέπει να δίνεται ένας καθημερινός αγώνας εξυπηρέτησης των αναγκών χιλιάδων ανθρώπων που καταφθάνουν κάθε 24ωρο και περνούν τα σύνορα προς τη Γευγελή της πΓΔΜ.

"Για το κράτος αυτός ο καταυλισμός είναι σαν να μην υπάρχει. Πρέπει να κοιτάει αλλού. Δεν είναι πύλη εισόδου αλλά εξόδου και η εμπλοκή του θα σήμαινε και την αποδοχή μιας παράνομης κατάστασης"
  
Μετά τα σοβαρά επεισόδια της περασμένης εβδομάδας που μάλλον έστρωσαν το χαλί για την επέμβαση της ΕΛΑΣ που όμως η αποτελεσματικότητα της θα κριθεί όχι τώρα αλλά αρκετές μέρες αργότερα. Ο άτυπος καταυλισμός προσφύγων, ειδικά από όταν «κατά λάθος» μετατράπηκε σε μια περιοχή στην οποία εγκλωβίστηκαν όλοι οι «φτωχοδιάβολοι» που δεν έχουν συριακό, αφγανικό ή ιρακινό διαβατήριο, έμοιαζε με μια τεράστια τρύπα. 

Μέσα σε αυτή ήταν σαν κάποιος να είχε πετάξει ανθρώπους και πράγματα μαζί. Έβλεπες κατεστραμμένα κοντέινερ των ΜΚΟ και μέλη τους να τρέχουν πάνω - κάτω συζητώντας αν πρέπει να αποχωρήσουν από την περιοχή ή να ανασυντάσσουν τις δυνάμεις και να επιδιορθώνουν ό,τι απέμεινε. Δεξιά και αριστερά των γραμμών του τρένου και πάνω σε αυτές, σκηνές αναποδογυρισμένες. Κόσμος να περπατά πάνω σε πεταμένες κουβέρτες, ρούχα, παπούτσια, παιδικά παιχνίδια, και χρησιμοποιημένα είδη προσωπικής υγιεινής όλα βουτηγμένα μέσα στις λάσπες.  

Κανείς δεν θα ήθελε να εγκλωβιστεί εδώ...ούτε καν να περάσει για λίγες ώρες. Και αυτό το νιώθεις από την πρώτη στιγμή. Η υπέροχη φύση και το όμορφο χωριουδάκι της Ειδομένης που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το πέρασμα, σε ξεγελά για λίγο. Αλλά για πολύ λίγο.  «Μήνες πριν οι άνθρωποι έρχονταν με τα πόδια, έμεναν μέσα στο δάσος και ήταν στο έλεος εκατοντάδων αδίστακτων διακινητών που δρούσαν στην περιοχή. Ευτυχώς αυτό άλλαξε. Αλλά τώρα η Ειδομένη έχει γίνει πια το στενό μέρος του μπουκαλιού από όπου πρέπει όλοι να μπορέσουν να περάσουν απέναντι. 

Μέσα σε τρεις εβδομάδες όμως και πάλι άλλαξαν όλα. Ο χώρος από σημείο τράνσιτ για τους πρόσφυγες μετατράπηκε και σε χώρο διαμονής όσων δεν μπορούν να περάσουν στην πΓΔΜ εξαιτίας της αυθαίρετης και παράλογης κατηγοριοποίησης τους ανά εθνικότητα»  μας λέει ο Αντώνης Ρήγας, επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα που είναι από τις πρώτες ΜΚΟ που έφτασαν στην περιοχή τον περασμένο Μάρτιο και σήμερα αριθμεί 72 άτομα στην περιοχή.

 «Τον πρώτο καιρό έβλεπες στο δάσος έως και 1.000 άτομα και τώρα υπάρχουν μέρες που μπορεί να φτάνουν εδώ ακόμη και 9.000. Αυτοί που δεν μπορούν να πάνε στην άλλη πλευρά από αυτό το σημείο, είναι θέμα χρόνου να αναζητήσουν άλλα αφύλαχτα περάσματα και να αρχίσουν και πάλι να δρουν τα κυκλώματα των διακινητών». 
 
Όσο σκληρός τόπος όμως και αν είναι η Ειδομένη όλες αυτές τις μέρες βλέπαμε πρόσφυγες ή οικονομικούς μετανάστες, ανάλογα με το πόσο politically correct θέλει να είναι κανείς, να αποβιβάζονται καθημερινά κατά χιλιάδες από τα δεκάδες πούλμαν που φτάνουν στο σημείο. Όλοι μπαίνουν μέσα σε «αυτό». Άνδρες και γυναίκες με παιδιά στην αγκαλιά ή από το χέρι, ηλικιωμένοι με μπαστούνια, ανάπηροι με καροτσάκια που αναρωτιέσαι πως κατάφεραν να φτάσουν ως εδώ. 

Και όλοι θέλουν να περάσουν από ένα στενό άνοιγμα, στο μέγεθος μια πόρτας διαμερίσματος, που ανοίγουν στο συρμάτινο φράχτη οι γείτονες. Τις περισσότερες φορές μάλιστα με το πάσο τους και για μόλις πέντε-έξι άτομα τη φορά προκαλώντας συνθήκες ασφυξίας στη «δική μας» πλευρά. Φτάνει δε ακόμη και μια μικρή αναστάτωση για να κλείσει η πόρτα για κάποιες ώρες, να φτάσει ένα μεγάλο «καραβάνι» και να μπλοκάρει ξανά όλο το σύστημα. Και όλες οι προσπάθειες για να μπει μια τάξη έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή. 

Ένας υπέροχος νεαρός από τη Συρία .Μέσα σε αυτό το χάος γνώρισα στον Μοχάμεντ Σουλεϊμάν. Ένα ευγενικό και συγκροτημένο νεαρό από τη Συρία. Είναι 25 ετών και το πλεονέκτημα να μιλά εξαιρετικά αγγλικά τον έχει κάνει ιδιαίτερα δημοφιλή μεταξύ των συμπατριωτών του αλλά και πολλών Λιβανέζων συνταξιδιωτών, που δεν έχουν την ίδια δυνατότητα. Με πλησιάζει νομίζοντας πως είμαι από κάποια οργάνωση ή «υπεύθυνη εδώ» όπως ήταν η αρχική ερώτηση για να ζητήσει βοήθεια για έναν φίλο του Λιβανέζο. 

Κάτι που θα γίνει πολλές φορές ακόμη με πολλούς ανθρώπους στην περιοχή που ούτε τα μέλη των ΜΚΟ δεν προλαβαίνουν να εξυπηρετήσουν χωρίς πολύωρη αναμονή. Κρατάει στα χέρια ένα παιδί και το ταϊζει μπανάνα. «Δεν είναι δικό μου» μου λέει. «Είναι ενός φίλου και προσπαθώ να βοηθήσω. Να τον ξεκουράσω λίγο τον ίδιο και τη γυναίκα του. Εγώ ταξιδεύω μόνος». Σε κοιτάει μέσα στα μάτια και σου χαμογελά με μια αβίαστη ευγένεια. «Είμαι από τη Συρία αλλά εργαζόμουν στον Λίβανο ως ρεσεψιονίστ σε ξενοδοχείο. Με όλα όσα συνέβαιναν όμως γύρισα πίσω για τους γονείς. 

Αλλά δεν υπήρχε τίποτα για μένα εκεί. Δουλεία μέσα στον πόλεμο που να βρεις. Κάθε μέρα όλα γίνονταν και πιο δύσκολα και στο Λίβανο επίσης η κατάσταση χειροτερεύει. Οι γονείς μου με έπεισαν να πάω και εγώ στη Γερμανία όπως ο αδερφός μου που έχει φύγει εδώ και χρόνια».Η οικογένεια μάζεψε ότι χρήματα είχε και ο Σουλεϊμάν πέρασε τα σύνορα με την Τουρκία, έφτασε στην Αλικαρνασσό και από εκεί στη Κω. Για το ταξίδι μέχρι εκεί δεν θέλει να μιλήσει. «Ας  μην πούμε τίποτα καλύτερα. 

Είναι πίσω μου τώρα». Το Σάββατο που συναντηθήκαμε στη μέση των χωραφιών δίπλα στις γραμμές του τρένου, ήταν η 32 μέρα του ταξιδιού του. «Αυτό που μου έλειψε πιο πολύ είναι τα βιβλία. Μου αρέσει πολύ η αγγλική λογοτεχνία αλλά δεν μπορούσα να κουβαλήσω και πολλά σε ένα σάκο». Αφού του εξηγώ πως ακόμη και αν η αναμονή στην Ειδομένη μπορεί να είναι μακρά δεν πρόκειται να τον σταματήσουν αφού είναι από τη Συρία μου λέει ανακουφισμένος: «Δηλαδή σε μερικές μέρες μπορεί και να χω φτάσι Γερμανία». Το πρώτο πράγμα που θα ήθελε να κάνει φτάνοντας εκεί, είναι να πάει σε μια σχολή και να γίνει μηχανικός. «Βέβαια εάν δεν ήμουν πολύ μεγάλος πια θα ήθελα να γίνω πιλότος…». 

Η συνάντηση με τον Σουλεϊμαν είναι από τις ελάχιστες στιγμές που δεν μου προκάλεσαν θλίψη. Αντιθέτως. Ήμουν τυχερή ώστε περίπου οκτώ ώρες αργότερα, με τη διαδικασία διέλευσης να έχει κάπως ομαλοποιηθεί, να το δω να περνά τον φράχτη και να εισέρχεται στην πΓΔΜ όπου ήδη βρισκόμουν- δίπλα στα φυλάκια της όμορης με την Ειδομένη, Γευγελή. Και όταν τον είδα να περνά χαμογελαστός και ανακουφισμένος, ήταν από τις πιο δυνατές στιγμές αυτής της αποστολής. Για δεύτερη φορά μέσα στην ίδια μέρα μιλήσαμε για το τι πρέπει να περιμένει τώρα που ήταν πια σε μια άλλη χώρα και οι δρόμοι μας χώρισαν.

Απόψε αυτοσχεδιάζουμε και αύριο βλέπουμε.Πίσω στην Ειδομένη η αστυνομία προσπαθούσε να βάλει μια τάξη. Η παρουσία της είχε γίνει κάτι παρά πάνω από αισθητή ήδη από τη περασμένη εβδομάδα με διμοιρίες να φτάνουν από τις γύρω περιοχές. Αλλά και πάλι οι σοβαρές δυσλειτουργίες που υπήρχαν δύσκολα μπορούσαν να εξαλειφθούν. Μέρα με τη μέρα γινόταν αντιληπτό πως μια επέμβαση της αστυνομίας ήταν θέμα χρόνου. Επί μέρες οι δυνάμεις της ΕΛΑΣ έμοιαζαν να λειτουργούν σαν μαθητευόμενοι μάγοι κατά παραδοχή και των ίδιων των αστυνομικών που βρίσκονται στην περιοχή. 

Και το πρόβλημα δεν ήταν μόνο αυτοί που παρέμεναν στην περιοχή αλλά και η διαχείριση ενός τεράστιου όγκου ανθρώπων που μπορούσαν να περάσουν στην πΓΔΜ. «Δεν έχουμε συγκεκριμένες εντολές ή ένα βασικό σχεδιασμό για το πως πρέπει να δράσουμε. Τα δεδομένα αλλάζουν γρήγορα βέβαια αλλά και πάλι. Θα ήταν πιο διαχειρίσιμη η κατάσταση αν οι άνθρωποι που δεν μπορούν να περάσουν τα σύνορα  δεν έφταναν μέχρι την Ειδομένη. 

Αλλά και αυτό είναι δύσκολο να γίνει. Χρειάζεται όμως και να κοντρολάρουμε και τη ροή όσων φτάνουν μέχρι εδώ και μπορούν να περάσουν τα σύνορα. Και για να μην ταλαιπωρούνται οι άνθρωποι αλλά και για να μην δημιουργούνται πρόσθετα προβλήματα στην περιοχή που σίγουρα δεν τα έχει ανάγκη» παραδέχεται αξιωματικός της ΕΛΑΣ προσπαθώντας να μου δώσει μια απάντηση για όσα βλέπω γύρω μου και απορώ. 

Έδειξαν ένα χαρτί αυτό το χαρτί γραμμένο στα ελληνικά. Δεν μπορώ να το διαβάσω. Οι αστυνομικοί βιάζονταν και δεν μου εξήγησαν Αλήθεια δηλαδή μπορώ να μείνω; Δεν θα με διώξουν;" Και δεν ήμουν βέβαια η μόνη που απορούσα και ένιωθα να παρακολουθώ σκηνές ιλαροτραγωδίας. Πριν οι αρχές αποφασίσουν τελικά την Κυριακή να σταματούν τα πούλμαν σε βενζινάδικα αρκετά χιλιόμετρα από τα σύνορα -για να μην προκαλείται συνωστισμός στην περιοχή με συνέπεια την πολύωρη ταλαιπωρία  που γεννά εντάσεις- όλοι κατευθύνονταν άναρχα προς τις γραμμές του τρένου και έφτιαχναν ένα μπουλούκι εκατοντάδων ανθρώπων  μπροστά στον φράχτη. 

Άνδρες της αστυνομίας με ασπίδες και κράνη περικύκλωναν τους πρόσφυγες για να μην σπρώχνονται προς την "πύλη" εξόδου.Τις περισσότερες ώρες χωρίς μεταφραστή προσπαθούσαν να επιβάλουν την τάξη φωνάζοντας στα αγγλικά «λέξεις - κλειδιά». Το…πρόσταγμα «make line» που άκουγε κανείς ξανά και ξανά δεν έτυχε ανταπόκρισης. Το «sit down» ωστόσο που συνοδευόταν και από την αντίστοιχη χειρονομία απέδιδε περισσότερο. Και οι πρόσφυγες κάθονταν στη λάσπη, τις πεταμένες κουβέρτες και ότι είχε απομείνει από το πέρασμα των προηγούμενων αφού οι κάδοι απορριμμάτων στο σημείο αυτό ήταν μόλις δύο!

«Κάτσε κάτω Ali baba» και λοιπά προστάγματα.Δεν έλειπαν όμως και εκφράσεις που έδειχναν παντελή έλλειψη σεβασμού προς αυτούς τους ανθρώπους και πλήρη άγνοια διαχείρισης όχι μόνο ατόμων από διαφορετικές κουλτούρες αλλά και απλά ανθρώπων«Κάτσε κάτω Ali Baba!» ήταν το πρόσταγμα - και δήθεν ευφυολόγημα - ενός αστυνομικού όταν ένας πρόσφυγας σηκώθηκε για να διαμαρτυρηθεί για την αναμονή ενώ και άλλες εκφράσεις που ακούγονταν στο σημείο ήταν χαρακτηριστικές πως κάποιοι άνθρωποι δεν έπρεπε να ήταν εκεί.

Ακόμη όμως και οι ίδιοι οι αστυνομικοί σχολίαζαν την εικόνα που έδιναν. «Κύριε διοικητά τι κάνουμε εδώ; Είμαστε περισσότεροι από το γκρουπ των προσφύγων που ετοιμάζονται να περάσουν. Δεν κάνουν τίποτα. Γυναίκες και παιδιά είναι» έλεγε πίσω μου ένα αστυνομικός. Μεταφέροντας αυτό το σκηνικό σε συνάδελφό τους που υπηρετεί στην περιοχή μου απαντά: «Εμείς εδώ είμαστε διακοσμητικοί. Για βιτρίνα και μόνο. Να λέμε ότι κάτι κάνουμε. Δικαιοδοσία δεν έχουμε. 

Τα περισσότερα θέματα τα χειρίζονται οι ΜΚΟ και επεμβαίνουμε μόνο για την τήρηση της τάξης. Και πάλι όμως αυτό είναι δύσκολο. Έχεις ανθρώπους από διάφορες χώρες που συχνά δεν τα πάνε καλά μεταξύ τους. Τα πούλμαν ξεφορτώνουν συνέχεια, φρακάρει το σύστημα και αρχίζουν οι εντάσεις».
 
Τελικά ποιος είναι υπεύθυνος εδώ; Εκτός όμως από την αστυνομία άλλη παρουσία από πλευράς του ελληνικού κράτους δεν υπάρχει. Σε γενικές γραμμές οι δεκάδες ΜΚΟ που είναι στην περιοχή κάνουν μια αυτοδιαχείριση. Παρέχουν, στο βαθμό που είναι αυτή η αποστολή τους, ιατρική φροντίδα, ψυχολογική υποστήριξη, δυνατότητα διερμηνείας, πληροφορίες. 

Όσοι προσφέρουν τρόφιμα, είτε ΜΚΟ είτε εθελοντές- εφόσον το επιθυμούν - παραδίδουν προμήθειες στην Praksis που έχει αναλάβει, όπως ανέφερε στη HuffPost Greece η υπεύθυνη κ. Φωτεινή Κελεκτσόγλου, τη διανομή και λαμβάνει και σχετική χρηματοδότηση από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες για τη σίτιση.

Παράλληλα στην περιοχή δραστηριοποιούνται και πολλές ξένες ΜΚΟ - αν και αρκετές αποχώρησαν μετά τα επεισόδια της περασμένης εβδομάδας- ενώ υπάρχει πάντα η σταθερή δύναμη των ξένων και Ελλήνων εθελοντών όχι μόνο από τις πόλεις του Κιλκίς αλλά και από άλλες περιοχές της Β.Ελλάδας και φυσικά τη Θεσσαλονίκη.

"Η Ειδομένη έχει γίνει το στενό μέρος του μπουκαλιού από όπου πρέπει όλοι να μπορέσουν να περάσουν απέναντι" Ωστόσο δεν υπάρχει κάποιος κρατικός φορέας που να λειτουργεί ως «ομπρέλα» σε όλες αυτές τις δραστηριότητες, να συντονίζει και να λαμβάνει αποφάσεις. «Για το κράτος αυτός ο καταυλισμός είναι σαν να μην υπάρχει. Πρέπει να κοιτάει αλλού. 

Δεν είναι πύλη εισόδου αλλά εξόδου και η εμπλοκή της πολιτείας θα σήμαινε και την αποδοχή μιας παράνομης κατά βάση κατάστασης που έχει δημιουργηθεί από τις ανάγκες που βέβαια δημιουργήθηκαν» εξηγεί στη HuffPost Greece o επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, Δανιήλ Εσδρα. Ωστόσο η Frontex έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της...

Όταν η δυστυχία «γεμίζει» τσέπες.Στο μεταξύ γύρω από τον καταυλισμό κάποιοι άλλοι οργανώνονται και μάλιστα άριστα. Γιατί ως γνωστόν εκεί που θριαμβεύει η δυστυχία, κάποιες τσέπες γεμίζουν και κάποιοι βλέπουν ευκαιρίες. Δίπλα στις γραμμές του τρένου βρίσκει κανείς καντίνες που μετακινούνται μαζί με τους πρόσφυγες. Όταν περνούσαν οδοιπορώντας μέσα από το δάσος ήταν κάπου μέσα στα χωράφια.Τώρα πολλαπλασιάστηκαν και οι ιδιοκτήτες- προφανώς χωρίς σχετική άδεια- έχουν πιάσει τα πόστα στο σημείο που τέμνεται ο δρόμος με τις γραμμές.

Πλανόδιοι πουλάνε ακόμη και κάρτες με μονάδες για το κινητό ενώ ξενοδοχείο της ευρύτερης περιοχής έχει θησαυρίσει αλλά, όπως καταγγέλλουν κάτοικοι που έχουν κάνει και σχετική αναφορά στο ΣΔΟΕ, όχι πάντα με νόμιμες διαδικασίες. Εστιατόριο πουλάει σε άλλες τιμές στους Έλληνες ή σε μέλη των ΜΚΟ και σε άλλες στους πρόσφυγες. 

Στα βενζινάδικα που πλέον σταθμεύουν για ώρες τα πούλμαν και διαθέτουν σνακ και είδη μίνι μάρκετ, κυρίως οι Σύριοι αφήνουν ζεστό χρήμα, ενώ για να καλυφθούν οι ανάγκες μετακίνησης από τον Πειραιά στην Ειδομένη  έχουν «επιστρατευθεί» ακόμη και πούλμαν και οδηγοί από την Κρήτη. Τα δε ταξί κάνουν πιάτσα κατά μήκος του δρόμου περιμένοντας να μεταφέρουν κυρίως όσους θέλουν να πάνε στην πιο κοντινή πόλη το Πολύκαστρο ενώ ακούγονται αρκετά για την ταρίφα που τους χρεώνουν. 

Όλοι βέβαια γκρινιάζουν. Οι οδηγοί των πούλμαν διαμαρτύρονται περισσότερο από όλους γιατί «μας τα βρομίζουν όταν οι επιβάτες πρέπει να μείνουν μέσα για τόσες ώρες. Φτάνουμε έξω από την Ειδομένη και μένουμε σταματημένοι μέχρι δοθεί εντολή από την αστυνομία», λένε όλοι μαζί. «Κάτι πρέπει να γίνει. Δεν μπορούμε να δουλεύουμε έτσι υπό αυτές τις συνθήκες. Από την άλλη βέβαια λυπάσαι κιόλας έτσι που τους βλέπεις με μωρά παιδιά.Και εγώ από την Αλβανία είμαι και έχω ένα γιο.Καταλαβαίνω» μου λέει αμφιταλαντευόμενος ένας οδηγός στην Ειδομένη.  

Βέβαια υπάρχουν και πιο «κατασταλαγμένοι» όπως ένας οδηγός από την Κρήτη που δήλωνε απολύτως βέβαιος πως «αν ήταν ο Παπαδόπουλος τώρα δεν θα είχαμε αυτά τα χάλια με τους μετανάστες»."Ταξιδεύω 32 μέρες. Αυτό που μου έλειψε πιο πολύ είναι τα βιβλία. Μου αρέσει η αγγλική λογοτεχνία αλλά δεν μπορούσα να κουβαλήσω και πολλά σε ένα σάκο…και όταν κάποιοι θέλουν να «γνωρίσεις» τον χριστιανισμό

Και μέσα σε όλα αυτά, ενώ περπατώ στις γραμμές του τρένου βλέπω τρία σταντ με φυλλάδια και καλοβαλμένους κύριους και κυρίες να στέκονται δίπλα. Παίρνω ένα φυλλάδιο στα αγγλικά το διαβάζω αλλά θέλω να σιγουρευτώ πως δεν έχω κάνει λάθος. 

-Συγγνώμη, διαβάζω σωστά; Είστε Μάρτυρες του Ιεχωβά;
-Μάλιστα κυρία μου, μου απαντά ένας εκ των παρευρισκομένων
-Και τι κάνετε εδώ; Ήρθατε να παραδώσετε κάποια βοήθεια;
-Όχι. Μας ενδιαφέρει να γαληνέψει η ψυχή των ανθρώπων και να γνωρίσουν τον Χριστό για τον οποίο ξέρουν τόσο λίγα ή και τίποτα.
Γι αυτό έχουμε και αυτά τα φυλλάδια τυπωμένα στα αγγλικά και στα αραβικά. Για όσους ενδιαφέρονται.

Δεν κατάφερα να μάθω τι συνέβη αλλά η παραμονή τους ήταν σύντομη. Όσο απότομα εμφανίστηκαν τόσο γρήγορα τους είδα μετά από αυτή τη συνομιλία να ξεστήνουν και να φεύγουν. 

Ένας μποξέρ από την Τεχεράνη και ένα… περίεργο χριστουγεννιάτικο δέντρο.Συνεχίζοντας το περπάτημα κατά μήκος των γραμμών βλέπει κανείς πάντα κάποιον που πλησιάσει για να σου ζητήσει τσιγάρο. Έχοντας πάρει το μάθημα μου από την πρώτη ημέρα της αποστολής- πως δεν πας ποτέ σε «φυλακισμένους» χωρίς τσιγάρα- έχω εφοδιαστεί καταλλήλως. Μαροκινοί και Αλγερινοί μου κάνουν παρέα ρωτώντας αν άκουσα κάτι για το εάν θα ανοίξουν τα σύνορα και γι αυτούς.

Καθώς περπατάμε συναντώ έναν ακόμη εγκλωβισμένο στην Ειδομένη που δεν θέλει να ρωτήσει κάτι. Θέλει απλά να μιλήσει. Ένας πιτσιρικάς 21 ετών, ψηλός και με ωραία χαρακτηριστικά. Είναι ο Άλι από την Τεχεράνη. Αφού συστηθήκαμε με ρωτά εάν χορεύω και αρχίζει να μου εξηγεί πως ένα ταλέντο του είναι το Breakdance.

Σπεύδει να ενισχύσει τα λεγόμενά του δείχνοντας μου ένα βίντεο στο κινητό του τηλέφωνο όπου επιδίδεται σε ξέφρενες φιγούρες. «Χορεύω τρία χρόνια τώρα και έχω πάει σε διαγωνισμούς. Αλήθεια σου λέω είμαι πολύ καλός» λέει με ενθουσιασμό. 

Ωστόσο το όνειρό του δεν είναι να γίνει χορευτής. «Είμαι μποξέρ. Προπονούμε καθημερινά και έχω μετάσχει στο πρωτάθλημα του Ιράν. Αλλά θέλει χρήματα. Δεν μπορώ να κάνω μόνο αυτό και να μην δουλεύω. Δεν μπορώ όμως και να τα παρατήσω». Αυτός ήταν και το βασικό κίνητρο για να εγκαταλείψει την Τεχεράνη και να αφήσει πίσω του τη μητέρα του και την αδερφή του. 

«Ο δάσκαλός μου στο μποξ κατάφερε να πάει τη Σουηδία. Έχουμε επικοινωνία. Μου γράφει πως ξέρει ότι έχω ταλέντο και πως μπορώ να γίνω ακόμη καλύτερος.Αν καταφέρω να φτάσω στη Σουηδία θα με αναλάβει. Του είπα ότι ξεκίνησα το ταξίδι μου και με περιμένει». Η μητέρα του δεν ήθελε να φύγει. «Δεν ήθελε να είμαι μόνος. 

Νομίζει πως είμαι ακόμη μικρός αλλά δεν είμαι. Μπαίνω στο ρινγκ και βγάζω νοκ άουτ παλιότερους αθλητές του μποξ. Θα τα καταφέρω».Συνεχίζω το περπάτημα μέχρι που σταματάω μπροστά σε ένα περίεργο δημιούργημα που μοιάζει με χριστουγεννιάτικο δέντρο βγαλμένο από ταινία του Τίμ Μπάρτον. Κλαδιά «στολισμένα» με παιδικά παπούτσια, λούτρινα αρκουδάκια, μια παιδική ζωγραφιά κα. 

Πολιτική συζήτηση στην αφρικανική συνοικία.Πιο δίπλα μια ομάδα αφρικανών καθαρίζει ένα είδος ξηρών καρπών που μοιάζουν με τα δικά μας φιστίκια. Χαμογελούν πλατιά, ανοίγουν τις παλάμες τους για να προσφέρουν.  Θέλουν παρέα αλλά και εξηγήσεις.

 Για όλα. Ο Φράνσις μιλά πολύ καλά αγγλικά και αναλαμβάνει το ρόλο του μεταφραστή για τους συνοδοιπόρους του που μέσα σε δευτερόλεπτα μας περικυκλώνουν. «Θα ανοίξουν τα σύνορα; Γιατί τα έκλεισαν; Γιατί δεν μας αφήνουν να περάσουμε όπως μέχρι πριν λίγες μέρες;».

Δυστυχώς τα νέα που τους μεταφέρουμε δεν είναι καλά. Μας δείχνουν τα χαρτιά που τους έδωσαν στα αστυνομικά τμήματα των νησιών όπου έφτασαν περνώντας από την Τουρκία. Για τον Μάικλ, που η γυναίκα και τα παιδιά του ζουν στο Δουβλίνο και έχει να τα δει τέσσερα χρόνια αλλά και για τον Φελίς που ταξιδεύει μόνος και θέλει να φτάσει στη Νορβηγία, έχουν απομείνει περί τις 15 μέρες. Μετά θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη χώρα.

Τα νέα όμως είναι καλά για τον Φράνσις. Του μεταφράζουμε στα αγγλικά το έγγραφο της αστυνομίας. Έχει δικαίωμα να μείνει στην Ελλάδα για έξι μήνες καθώς εκτιμάται πως στη χώρα του, τη Σομαλία, υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή του. Μετά η υπόθεση του θα επανεξεταστεί ενώ στο μεσοδιάστημα θα πρέπει να μείνει στον καταυλισμό του Ελαιώνα. Εκείνος όμως δεν το γνωρίζει. «Μου έδωσαν αυτό το χαρτί γραμμένο στα ελληνικά. Δεν μπορώ να το διαβάσω. 

Οι αστυνομικοί βιάζονταν και δεν μου εξήγησαν Αλήθεια δηλαδή μπορώ να μείνω; Δεν θα με διώξουν;» μας λέει και συνεχίζει ρωτώντας πως μπορεί να πάει στην Αθήνα, πότε έχει πούλμαν χωρίς εισιτήριο και πως είναι η κατάσταση στον Ελαιώνα. Αφού όμως του εξηγούμε πως πλέον πρέπει να απευθυνθεί στους αρμόδιους οργανισμούς για να μάθει ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα θέλει να κατανοήσει τι συμβαίνει στην Ευρώπη. 

«Γιατί η Ευρώπη και ο ΟΗΕ, που ξέρουν για όλα όσα συμβαίνουν σε χώρες της Αφρικής νομίζουν πως μπορούμε να ζούμε εκεί; Έχουν τόση δύναμη στα χέρια τους και δεν κάνουν κάτι. Αυτή δεν είναι η αποστολή τους; Να προστατεύουν αυτούς που το έχουν ανάγκη; Δεν είναι όπως οι πολιτικοί στις χώρες μας».

«Ναι, αλλά φοβούνται να κάνουν πολλά. Είστε πολλοί, φοβούνται πως δεν υπάρχουν δουλειές για όλους, χρήματα για να σας φροντίσουν και υπάρχουν και πολίτες που αντιδρούν» του απαντώ. «Ναι ξέρω. Φοβούνται τους Αφρικανούς, τους μουσουλμάνους, ότι θα τους πάρουμε τις δουλειές ή ότι θα τους βλάψουμε μετά από όσα έγιναν στη Γαλλία...Αλλά ξέρεις και εγώ φοβάμαι. Συνέχεια. Και εκεί και εδώ...».

Ταξιδεύοντας με ένα επίσημο έγγραφο που δεν ξέρεις τι λέει.Τα έγγραφα που δίνονται σε όσους αλλοδαπούς εισέρχονται στη χώρα από τα γνωστά «περάσματα» αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που φαίνεται να αντιμετωπίζουν. Η περίπτωση του Φράνσις δεν είναι μοναδική. Κάθε άλλο. Κανείς από όσους διαμαρτύρονται για τα έγγραφα που εκδίδουν τα αστυνομικά τμήματα δεν ζητά να είναι στη γλώσσα τους αλλά η αγγλική θα ήταν μια καλή λύση. Ή έστω ένα συνοδευτικό έγγραφο, μετάφραση του πρωτότυπου.

Πολλές όμως είναι και οι περιπτώσεις που τα έγγραφα που εκδίδονται έχουν λάθη. Αρκετοί από τους κατόχους τέτοιων εγγράφων μας δείχνουν τα διαβατήριά τους και τα έγραφα της αστυνομίας και υπάρχουν αναγραμματισμοί στα ονόματα ή λάθος στις ημερομηνίες γέννησης. Για όσους θέλουν να τα διορθώσουν αλλά έχουν ήδη φτάσει στην 

Ειδομένη, η μόνη λύση είναι να κάνουν εκατοντάδες χιλιόμετρα και να επιστρέψουν στην Αθήνα - όπως πλέον τους ενημερώνουν- αφού σε μια προσπάθεια αποσυμφόρησης της περιοχής στην Ειδομένη, το οικείο αστυνομικό τμήμα δεν διεκπεραιώνει πλέον τέτοιες υποθέσεις. 

Η γεύση που τελικά αφήνει σε κάποιον η Ειδομένη είναι «πικρή». Πολύ περισσότερο εάν βρεθείς εκεί από ανάγκη αλλά ακόμη και εάν περάσεις για να καταγράψεις την κατάσταση. Τί γίνεται όμως sτην άλλη πλευρά του φράχτη και τι συναντούν όσοι καταφέρνουν να περάσουν αυτό το μικρό πορτάκι.

ΓΕΥΓΕΛΗ.

Η Γευγελή όπως και η Ειδομένη είναι δυο περιοχές ελάχιστα γνωστές, για όσους τουλάχιστον δεν γνωρίζουν καλά τη βόρεια Ελλάδα. Η προσφυγική κρίση όμως τους χάρισε παγκόσμια...φήμη. Έξω από την πόλη των 15.000 κατοίκων της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα, έχει στηθεί ένας προσφυγικός καταυλισμός. 

Εκεί οδηγούνται όσοι καταφθάνουν κατά χιλιάδες κάθε μέρα στην Ειδομένη, περνώντας έξω από το ομώνυμο χωριουδάκι, και θέλουν να κάνουν το βήμα από τη μια πλευρά στην άλλη. Οι αυθαίρετες αποφάσεις χωρών να μπλοκάρουν τη διέλευση προσφύγων μη συριακής, αφγανικής και ιρακινής καταγωγής από το δυτικό βαλκανικό «πέρασμα» και στη συνέχεια η ανέγερση του συρμάτινου φράχτη άλλαξαν διαδοχικά την δυναμική και στις δύο περιοχές.

Στρατός και συνοριακή αστυνομία της πΓΔΜ επικρίθηκαν σφόδρα όταν δημοσιοποιήθηκαν εικόνες ξυλοδαρμού προσφύγων, χρήσης δακρυγόνων κοκ σε βάρος προσφύγων που παρακαλούσαν τους ένστολους να τους επιτραπεί η διέλευση. Μετά όμως από την ανέγερση του φράχτη, που πλέον έχει μήκος άνω των 7χιλ., η Ειδομένη έγινε ξανά το επίκεντρο. Οι όροι αντιστράφηκαν και το πρόβλημα επέστρεψε στην ελληνική πλευρά με μεγαλύτερη ένταση.

Τη στιγμή που οι έλληνες αστυνομικοί προσπαθούν να επιβάλουν την τάξη σε ένα ταλαιπωρημένο και αγανακτισμένο πλήθος που θέλει να περάσει τα σύνορα, οι συνάδελφοί τους πίσω από το φράχτη έκαναν ήρεμα πλέον τη δουλειά τους. Ανοιγοκλείνουν την πόρτα του συρματένιου φράχτη, πέντε με έξι άτομα περνούν - αφού ελεγχθούν τα έγγραφά που έχουν στην κατοχή της- και οι ίδιοι επαναλαμβάνουν με τάξη την ίδια διαδικασία ξανά και ξανά.

Συζητώντας με έναν αστυνομικό της «άλλης πλευράς»,Η ίδια τάξη όμως επικρατεί και στον καταυλισμό της Γευγελής; Ορατότητα στο camp από την πίσω πλευρά του φράχτη δεν υπήρχε. Oι προσφυγές που περνούσαν στην πΓΔΜ έπρεπε να περπατήσουν αρκετά για να το προσεγγίσουν και οι φιγούρες τους χάνονταν.

Mαζί με τον φωτογράφο, Κωνσταντίνο Τσακαλίδη περάσαμε οδικώς τα σύνορα και, έχοντας λάβει τη σχετική άδεια επισκεφθήκαμε τον καταυλισμό των γειτόνων για να διαπιστώσουμε πως η εικόνα στην «άλλη πλευρά» είναι αισθητά διαφορετική. Από την πρώτη κιόλας ματιά. Το έδαφος στρωμένο με χοντρό χαλίκι για να μην αναγκάζεσαι τα τσαλαβουτάς στη λάσπη που δημιουργεί η υγρασία και η βροχή.

Τα κοντέινερ της συνοριακής αστυνομίας και των διεθνών οργανισμών τοποθετημένα κοντά την είσοδο και κάθετα σε αυτά στοιχισμένες αλφαδιά οι σκηνές και τα κοντέινερ ΜΚΟ με πινακίδες που ενημέρωναν σε διάφορες γλώσσες τι μπορούν οι φιλοξενούμενοι να προμηθευτούν σε κάθε ένα από αυτά.

Στο βάθος ξεχώριζαν δύο μεγάλες σκηνές, γεμάτες στασίδια που λειτουργούσαν ως πρόχειροι σιδηροδρομικοί σταθμοί για όσους περίμεναν να έρθει το τρένο που θα τους μετέφερε στο Ταμπανόβτσε, στα σύνορα με τη Σερβία.

«Τα πράγματα εδώ σίγουρα είναι καλύτερα αλλά», όπως προσέθεσε καλοπροαίρετα ανώτερος αξιωματικός της αστυνομίας της πΓΔΜ και υπεύθυνος στον καταυλισμό «ο χώρος φτιάχτηκε για πρόσφυγες που περνούν τράνζιτ. Μένουν κατά μέσο όρο οκτώ ώρες και εάν δεν υπάρξει κάποιο πρόβλημα επιβιβάζονται στα τρένα για τα σύνορα».

Βέβαια το γεγονός πως η αστυνομία συνόρων της γείτονος έχει τη δυνατότητα να ελέγξει τους ρυθμούς διέλευσης από την Ειδομένη στη Γευγελή είναι ένα μεγάλο ατού. «Μπορεί. Αλλά τι να κάνουμε; Και πάλι όμως περνούν χιλιάδες άνθρωποι καθημερινά και έχουμε να κάνουμε και με ένα σωρό προβλήματα όπως τα πλαστά χαρτιά που μας φέρνουν.

Και εσείς τους αφήνετε να περνάνε με αυτά τα χαρτιά και μετά πρέπει εμείς να δούμε τι θα κάνουμε», μου απαντά με κάπως αυστηρό και δασκαλίστικο ύφος. Όταν δε ξεκινά η συζήτηση για τον φράχτη είναι κατηγορηματικός. «Δεν πήραμε εμείς τις αποφάσεις για το ποιος περνά και ποιος όχι. Η Ευρώπη τις πήρε και εσείς είστε μέλος της. Θα πρέπει να κάνετε εκεί τα παράπονά σας». Χαιρετά στα ελληνικά με ένα «γεια σου» και βάζει τις φωνές σε έναν αστυνομικό.

Περπατώντας στον καταυλισμό όλα φαίνεται να λειτουργούν αρμονικά. Μητέρες βγαίνουν από τους παιδικούς σταθμούς που έχει στήσει σε σκηνές η Unicef, άνδρες σχηματίζουν ουρές σε μια άλλη σκηνή περιμένοντας να πάρουν τσάι ή καφέ και τα μέλη των ΜΚΟ φαίνεται να τα έχουν όλα υπό έλεγχο. 

Στο τέρμα του καταυλισμού όσοι δεν είναι στις μεγάλες σκηνές να περιμένουν το τρένο κάθονται έξω από αυτές και μπροστά από τα κάγκελα που αργότερα θα ανοίξουν για τη διέλευση προς τις αποβάθρες.

Οι ενοχές της Μαργκουά για όσα άφησε πίσω της.Εκεί ήταν και η Μαργκουά. Μια γλυκιά και ευαίσθητη γυναίκα νεαρή γυναίκα 29 ετών που κρατούσε στην αγκαλιά της τον εννέα μηνών γιος της, Αλι, ενώ ήταν περιστοιχισμένη από τα τρία παιδιά της φίλης που έκανε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Η Μαρκουά είναι από το Ιράκ όπου εκείνη δούλευε για ένα διάστημα στο βρετανικό ινστιτούτο και ο σύζυγός της, που είναι διερμηνέας, εργαζόταν για μια αμερικανική εταιρεία. «Φυσικά δεν ήθελα να φύγω.

Αλλά δεν μας άφησαν άλλη επιλογή. Είχαν προειδοποιήσει τον άντρα μου αρκετές φορές πως θα τον σκοτώσουν επειδή συνεργαζόταν με τους Αμερικανούς. Δεν ήταν εύκολο όμως και να τα παρατήσει και να βρει άλλη δουλειά. Εγώ είχα μόλις γεννήσει και έπρεπε να μείνω σπίτι μέχρι να μεγαλώσει λίγο ο μικρός». Όταν τη ρωτάω για το ταξίδι μέχρι την Ειδομένη και εκείνη, όπως και οι περισσότεροι, δεν θέλει να πει πολλά.

«Δεν είχαμε τα προβλήματα που ακούγαμε πως είχαν άλλοι που πέρασαν από την Τουρκία στα νησιά. Όλα πήγαν καλά. Απλά στενοχωρήθηκα πολύ γιατί όταν περιμέναμε τη βάρκα στην παραλία, ακούσαμε πως ερχόταν η αστυνομία και αναγκαστήκαμε να αφήσουμε σχεδόν όλα τα πράγματά μας και να μπούμε βιαστικά σε ένα άλλο μικρός σκάφος για να μην προλάβουν να μας συλλάβουν».

Και εκείνη όπως τόσοι άλλοι, θέλει να πάει στη Γερμανία. «Δεν θέλω πολλά. Αλλά ανησυχώ για το πότε θα φτάσουμε. Βλέπεις είμαι έγκυος, τεσσάρων μηνών. Δεν θέλω να γεννήσω στο δρόμο. Ας έχουμε τουλάχιστον μέχρι τότε ένα δωμάτιο, μια κουζίνα και ένα μπάνιο. Και όλα θα πάνε καλά».

Όταν όμως τη ρωτάω αν έχει άλλη οικογένεια πίσω στο Ιράκ δείχνει να συννεφιάζει. Ενώ όση ώρα μιλάμε προσπαθεί να θηλάσει τον Αλι, τον δίνει σε ένα από τα κορίτσια της φίλης της. «Έχω τη μητέρα μου. Είναι δασκάλα και πολύ καλή γυναίκα. Μου έμαθε πολλά. Αλλά ο αδελφός μου πέθανε από ηλεκτροπληξία ενώ μάλιστα η γυναίκα του ήταν στις μέρες της να γεννήσει. Η μητέρα μου αν και έχουν περάσει αρκετοί μήνες πηγαίνει στον τάφο του κάθε μέρα. Δεν μπορεί να συνέλθει. 

Της ζήτησα να μας ακολουθήσει αλλά δεν μπορούσε να σταματήσει να πηγαίνει στον τάφο του. Τελικά έμεινε πίσω με την αδερφή μου», λέει σκουπίζοντας τα δάκρυα της. «Ξέρεις, έχω πολλές ενοχές που την άφησα. Δεν ξέρω αν θα με συγχωρέσει ποτέ, αν και λέει πως έκανα καλά που έφυγα. Εσύ τι λες; Θα με συγχωρέσει;». Εκείνη την ώρα έρχεται και ο άντρας της που μας καλωσορίζει ενώ παίρνει αγκαλιά τον γιο του.

Όταν «σφυρίζουν» τα τρένα.Λίγη ώρα μετά, έχει πέσει σκοτάδι και ο φωτισμός είναι ανεπαρκής. Το πλήθος μέσα και έξω από τις σκηνές έχει μεγαλώσει. Όλοι περιμένουν το τρένο που οι υπεύθυνοι έχουν ενημερώσει πως φτάνει σε λίγα λεπτά. Αλλά κανείς δεν ξέρει εάν θα ανοίξει μόνο η εξωτερική πύλη ή και αυτές που υπάρχουν στις σκηνές και «βλέπουν» προς την αποβάθρα. Επείγονται όμως να μάθουν γιατί ανάλογα με το πόσο καλή θέση θα πιάσουν θα είναι και πιο σίγουρο πως θα μπορέσουν να επιβιβαστούν.

Και περισσότερο αγωνιούν όσοι δεν κατάφεραν να πάρουν το προηγούμενο τρένο. Κάποιοι μάλιστα, βλέποντας πως το πλήθος που περιμένει μεγαλώνει, αναζητούν εναλλακτικές λύσεις, όπως λεωφορεία και ταξί αλλά οι αστυνομικοί δεν τους ενημερώνουν πως σε μικρή απόσταση από τον καταυλισμό μπορούν να βρουν και τα δύο. Για αρκετή ώρα επικρατεί ένας πανζουρλισμός και κάποια στιγμή επιτέλους το τρένο καταφθάνει και όσοι είχαν απομακρυνθεί για λίγο, τρέχουν να προλάβουν.

Αρχίζουν τα σπρωξίματα και τα παρακάλια ηλικιωμένων και γονιών με μικρά παιδιά για να περάσουν κατά προτεραιότητα. Αλλά οι αστυνομικοί δεν υποχωρούν. Σε ομάδες των πέντε - έξι ατόμων και πάλι περνούν στο χώρο προς τις αποβάθρες. Αφού πρώτα πληρώσουν 25 ευρώ για το κάθε εισιτήριο. Ποσό δηλαδή υψηλό για τα δεδομένα της πΓΔΜ και υπερδιπλάσιο των 10 ευρώ που κόστιζε μέχρι πριν μερικούς μήνες.

Η επιβίβαση αρχίζει, πάντα υπό το βλέμμα των αστυνομικών. Μόνο που κάποιοι δεν έχουν χρήματα για τα εισιτήρια. Μια πενταμελής οικογένεια, με ένα άρρωστο αγοράκι, προσπέρασε τον κισσέ έκδοσης και στάθηκε κοντά στον ελεγκτή των εισιτηρίων. Μετά από αρκετή ώρα οι αστυνομικοί τους ρώτησαν τι συμβαίνει. Όπως τους εξήγησε η μητέρα, κυρίως με νοήματα, ήταν από το Αφγανιστάν και ό,τι χρήματα είχαν τους είχαν τελειώσει. 

Τελικά της ζήτησαν να περιμένει να επιβιβαστούν πρώτα όλοι οι επιβάτες και εάν υπήρχε δυνατότητα ίσως να μπορούσαν να τους βολέψουν κάπου σε ένα βαγόνι.Ενώ η επιβίβαση συνεχίζεται, και αναμενόταν να κρατήσει για αρκετή ώρα, βγαίνουμε από τον καταυλισμό και ακολουθούμε την αντίθετη πορεία από αυτή που διαγράφουν οι πρόσφυγες για να φτάσουν από τον φράχτη στις εγκαταστάσεις που αφήναμε πια πίσω μας.

Μια ακόμη μεγάλη σκηνή ορθώνεται μπροστά στην έξω πλευρά του ενός ακόμη συρματένιου φράχτη. Εκεί παραμένουν για αρκετές ώρες όσοι δεν γίνεται να περάσουν στο καταυλισμό, προς αποφυγή συνωστισμού. Η σκηνή όμως δεν φτάνει για να εξυπηρετήσει το πλήθος που έχει συγκεντρωθεί. Πολλοί βρίσκονται έξω ενώ αν και απόγευμα, όλα γύρω είναι σκοτεινά. Το κρύο πια είναι δυνατό και κάποιοι έχουν ανάψει τις πρώτες φωτιές για να ζεσταθούν.

Παντού υπάρχει ένας Έλληνας, ακόμη και στη μέση του πουθενά. Συνεχίζοντας το περπάτημα, στην ουδέτερη πια ζώνη, φτάνουμε μπροστά σε ένα μικρό κτίριο όπου στεγάζεται ένα market, όπως φαίνεται και στη φωτεινή επιγραφή. Όσο πλησιάζουμε νομίζουμε πως ακούμε κάποιον να μιλά ελληνικά, κάτι που δεν είναι παράδοξο στην πΓΔΜ. Προς μεγάλη μας έκπληξη όμως ο ιδιοκτήτης αποδείχθηκε πως είναι ένας Έλληνας, ο κ.Σάκης, όμως μας συστήνεται.

«Τι κάνετε εσείς εδώ πέρα;» ρωτάει και κάπως έτσι ξεκινά η συζήτηση για να μας εξηγήσει πως είναι από την Έδεσσα αλλά έχει παντρευτεί μια Σκοπιανή. Μαζί του είναι και η κόρη του η οποία πηγαίνει σχολείο στην Ελλάδα. Όπως υποστηρίζει το συγκεκριμένο οικοδόμημα- που πέρα από την καντίνα διαθέτει και βοηθητικούς χώρους- είναι δικό του και πρόσφατα του έκανε και ανακαίνιση. Το πως βέβαια έχτισε στην ουδέτερη ζώνη στα σύνορα είναι κάτι που δεν διευκρινίστηκε…Πίνουμε δυο γουλιές από τον καφέ που μας πρόσφερε και ξεκινά πάλι.

Η απόσταση από την καντίνα, που βρίσκεται στη μέση του πουθενά, μέχρι τον στον φράχτη που χωρίζει την Γευγελή από την Ειδομένη είναι ακόμη ένα δεκάλεπτο με τα πόδια. Μόνο που πρέπει να περπατήσεις ανάμεσα στο δάσος και στα χωράφια μέσα στη μαύρη νύχτα. Όταν ξαφνικά ακούω κάτι σαν κλάμα μωρό, «παγώνω» φοβούμενη πως είναι κάποιο ο μωρό που μπορεί η μητέρα του να είχε χτυπήσει και να ήταν μόνο. Βέβαια ήταν αδύνατον να δούμε κάτι αλλά ευτυχώς γρήγορα διαπιστώσαμε πως ήταν γάτες...

Μια ευχάριστη έκπληξη πίσω από τον φράχτη.Φτάνοντας τελικά στο φράχτη διαπιστώσαμε πως η κατάσταση και στην πλευρά της Ειδομένης είχε κάπως ομαλοποιηθεί και ο κόσμος ήταν λιγότερος από το Σάββατο το πρωί αφού - όπως μάθαμε αργότερα - η αστυνομία είχε ξεκινήσει να σταματά χιλιόμετρα μακριά τα πούλμαν, ενώ ανάλογα με τη ροή διέλευσης, έδινε άδεια να προσεγγίσουν την Ειδομένη.

Λίγο πριν φτάσουμε τελικά στον φράχτη άλλη μια έκπληξη. Βλέπουμε κάτι μικρές κουκίδες φωτός και πλησιάζοντας αντικρίζουμε δύο πλανόδιους πωλητές τσιγάρων που περίμεναν τους πρόσφυγες που έρχονταν!

Τελικά φτάνουμε μπροστά από την πόρτα του συρματένιου φράχτη και παρακολουθούμε δεκάδες πρόσφυγες να περνούν σε μικρά γκρούπ, υπό το αυστηρό βλέμμα των αστυνομικών που μάλλον δεν τους καλοάρεσε η ιδέα να μας έχουν εκεί. Και ξαφνικά, ανάμεσα σε αυτούς περνούν βλέπω τη φιγούρα Σουλεϊμάν. 

Του 21χρονου Σύριου που είχαμε γνωρίσει νωρίς το πρωί της ίδια ημέρας και ενώ περίμενε στην Ειδομένη για να μπει και αυτός στην ουρά για να διασχίσει τα σύνορα. «Είναι ωραίο να βλέπεις ξαφνικά σε έναν ξένο τόπο κάποιον που γνωρίζεις». Του ευχόμαστε καλή τύχη και σε λίγο χάθηκε και αυτός μέσα στο σκοτάδι…

Τομέας Ενημέρωσης: Voiotosp.blogspot.gr



 





 


Δεν υπάρχουν σχόλια: