01 Ιουνίου, 2015

«Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ»

 

(ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ): •Οι συμπροσευχές τών 'Ορθοδόξων μέ τούς Παπικούς είναι σήμερα μιά συνηθισμένη πρακτική στά πλαίσια τών διμερών συναντήσεων. Οι ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας, όμως, απαγορεύουν αυστηρά, μέ ποινές καθαιρέσεως καί αφορισμού, τίς συμπροσευχές μέ τούς αιρετικούς. 

Καί τούτο, γιατί, καθώς έξηγεί ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης, οι συμπροσευχές φανερώνουν ότι οι 'Ορθόδοξοι αποδέχονται τήν αιρετική πίστη καί είναι απρόθυμοι νά έλευθερώσουν τούς αιρετικούς από τήν κακοδοξία τους. Δυστυχώς, οι απλές συμπροσευχές τών Διαλόγων μεταλλάχθηκαν μέ τόν καιρό σέ λειτουργικές συμπροσευχές. 

'Αναφέρουμε ειδικότερα  τήν   έτήσια  αμοιβαία  συμμετοχή 'Ορθοδόξων  καί Παπικών στίς θρονικές έορτές Ρώμης καί Κωνσταντινουπόλεως αντίστοιχα, γιατί αυτή, όπως επίσημα έχει όμολογηθεί, «δέν είναι της κατά κόσμον εθιμοτυπικης τάξεως· είναι συνεορτασμός εκκλησιαστικός»[34]. Σ' αυτούς τούς συνεορτασμούς καθιερώνονται συγκεκριμένες λειτουργικές πράξεις, πού δίνουν τήν ψευδή εντύπωση ένότητας καί δημιουργούν σύγχυση καί σκανδαλισμό στίς απλές ψυχές.  

Γιά παράδειγμα, τό 2006 ό πάπας έγινε δεκτός στό Οικουμενικό Πατριαρχείο μέ εκκλησιαστικές τιμές, ώς ορθόδοξος πρωθιεράχης, καί συμμετέσχε στή θεία Λειτουργία φορώντας ώμοφόριο, απαγγέλλοντας τό «Πάτερ ήμών...», ανταλλάσσοντας ασπασμό μέ τόν πατριάρχη στό «'Αγαπήσωμεν αλλήλους...», ευλογώντας τό ορθόδοξο εκκλησίασμα. Αυτές οί πράξεις, όμως, είναι πρωτοφανείς στήν αποστολική, πατερική καί συνοδική μας παράδοση. 

Μέ τέτοιου είδους λειτουργικούς συγχρωτισμούς τό Βατικανό αναγνωρίζεται στήν πράξη, από κορυφαίους εκπροσώπους της 'Ορθοδοξίας, ώς κανονική 'Εκκλησία καί ό αίρεσιάρχης πάπας ώς κανονικός επίσκοπος Ρώμης, αποκαλούμενος μάλιστα απ' αυτούς ώς «ό πρώτος της ανά τόν κόσμον Χριστιανωσύνης επίσκοπος»[35]. Η 'Ορθοδοξία, δηλαδή, φαίνεται νά παραιτείται από τήν αλήθεια της καί νά ταυτίζεται μέ τήν αίρεση! 

•'Ορθόδοξοι εκκλησιαστικοί ήγέτες υποστηρίζουν ένθερμα τή θολή θεωρία τών αδελφών Εκκλησιών. Σύμφωνα μ' αυτήν, ή Λατινική «'Εκκλησία», παρ' όλες τίς αίρέσεις της, είναι πλήρης καί αληθινή 'Εκκλησία, μέ κανονική "Ιερωσύνη καί έγκυρα Μυστήρια, γι' αυτό καί θεωρείται αδελφή της 'Ορθόδοξης 'Εκκλησίας. Οί τολμηρές αυτές απόψεις διατυπώθηκαν τό 1993 στό κοινό Κείμενο πού υπέγραψαν Ορθόδοξοι καί Παπικοί στή Ζ' Συνέλευση της Μεικτής 'Επιτροπής τού επίσημου Διαλόγου (Μπαλαμάντ Λιβάνου). 

Λίγο αργότερα, τό 1995, ό οικουμενικός πατριάρχης καί ό πάπας, σέ Κοινό 'Ανακοινωθέν, παραπέμπουν στό Κείμενο τού Μπαλαμάντ καί αναφέρουν· «'Εξορκίζομεν τούς πιστούς μας, Καθολικούς καί Ορθοδόξους, νά ενισχύσουν τό πνεύμα αδελφωσύνης, τό όποίον προέρχεται εκ τού μοναδικού Βαπτίσματος καί της συμμετοχής εις τήν μυστηριακήν ζωήν»[36]. Σύμφωνα μέ τήν ορθόδοξη εκκλησιολογία, όμως, «όσοι δέν αναγεννήθηκαν από τή θεία χάρη, πού ενεργεί μόνο στή Μία, Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία, δέν συγκροτούν καμιά Εκκλησία, ούτε όρατή ούτε αόρατη» (άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως). 

Οί 'Εκκλησίες Ανατολής καί Δύσεως ήταν αδελφές Εκκλησίες πρίν από τό Σχίσμα, όταν είχαν τήν ίδια πίστη. Μετά τό Σχίσμα, αυτή ή αδελφότητα δια σπάσθηκε. Παπικοί καί 'Ορθόδοξοι εξακολουθούν, ασφαλώς, νά είναι αδελφοί ώς έμψυχα δημιουργήματα τού ίδιου Θεού, όχι όμως καί αδελφοί «εν τή πίστει». Μετά τό Σχίσμα, αδελφές Εκκλησίες είναι μεταξύ τους μόνο οί επιμέρους Ορθόδοξες Εκκλησίες. Γι' αυτό «ή αναγνώριση χωρισμένων εκκλησιαστικών όμολογιών ώς "αδελφών Εκκλησιών" είναι παραπλανητική. Δέν προωθεί αλλά φαλκιδεύει τήν ένότητα τών πιστών».  

•Χαρακτηριστικό παράδειγμα ατολμίας, συμβιβαστικής νοοτροπίας καί υποχωρητικότητας στίς αξιώσεις τού Βατικανού αποτελεί ή στάση ορθοδόξων προκαθημένων καί θεολόγων στό πρόβλημα της Ουνίας[37]. Οί 'Ορθόδοξοι είχαν θέσει ώς απαραίτητο όρο γιά τήν έναρξη τού Διαλόγου τήν κατάργηση τών Ουνιτικών «'Εκκλησιών» καί τήν ενσωμάτωση τών μελών τους, ύστερα από ελεύθερη επιλογή, είτε στήν Ορθόδοξη Εκκλησία είτε στή Λατινική. «Ουνία καί Διάλογος είναι ασυμβίβαστα ταυτοχρόνως», τονίστηκε μέ κατηγορηματικό τρόπο στήν Γ' Πανορθόδοξη Διάσκεψη της Ρόδου (1964). 

"Ωστόσο, μολονότι ή Ουνία όχι μόνο δέν καταργήθηκε αλλά καί ενισχύθηκε ποικιλοτρόπως, οί Ορθόδοξοι, μέ τά παράτολμα βήματα τού πατριάρχη 'Αθηναγόρα, σύρθηκαν στόν Διάλογο της 'Αγάπης. Καί τόν συνέχιζαν αδιαμαρτύρητα, όταν τό 1968 οί Ουνίτες της Τσεχοσλοβακίας εξαπέλυσαν εναντίον τών 'Ορθοδόξων «ένα διωγμό, πρό τού όποίου ώχριά ό διωγμός τού Δεκίου»[38]. Όταν, πάλι, τό 1980 ξεκίνησε ό Θεολογικός Διάλογος, οί Ορθόδοξοι ζήτησαν από τή Ρώμη νά μή συμπεριλάβει Ουνίτες στήν αντιπροσωπεία της. Τό Βατικανό, όμως, στά 28 μέλη της αντιπροσωπείας του συμπεριέλαβε καί 8 Ουνίτες. Καί οί 'Ορθόδοξοι τό δέχθηκαν. 

Τό 1993, παρ' όλες τίς ουνιτικές βιαιότητες στήν Ανατολική Ευρώπη, έκπρόσωποι Ορθοδόξων Εκκλησιών στόν Διάλογο έβαλαν τήν υπογραφή τους στό Κείμενο τού Μπαλαμάντ. Σ' αυτό τό διάτρητο Κείμενο, έκτός τών άλλων, αναγνωρίζεται καί δικαιώνεται πανηγυρικά ή ύπαρξη καί δραστηριοποίηση τών Ουνιτικών «Εκκλησιών»... Τό  2000   ό  Διάλογος  διακόπηκε   έξαιτίας  τών   Ουνιτών,   καί συμφωνήθηκε τό πρόβλημα της Ουνίας νά είναι τό πρώτο καί μοναδικό θέμα συζητήσεως σέ πιθανή έπανέναρξή του.

Τό 2006 ό Διάλογος άρχισε καί πάλι, παρακάμπτοντας όμως τό πρόβλημα της Ουνίας καί ακολουθώντας διαφορετική θεματολογία. Αυτή ή απαράδεκτη  καί αναξιοπρεπής γιά τούς Ορθοδόξους υπαναχώρηση πιστοποιεί ότι ή γραμμή πού ακολουθεί ό Διάλογος χαράσσεται από τό Βατικανό, σύμφωνα μέ τόν παποκεντρικό οικουμενισμό του· οι Ορθόδοξοι απλώς ακολουθούν... Ή πολλαπλή κρίση, πού μαστίζει τόν σημερινό Διάλογο της Ορθοδοξίας μέ τόν Παπισμό, είναι πλέον κοινή διαπίστωση. 

Ή συμμετοχή της Εκκλησίας μας σ' αυτόν έχει νόημα, έφόσον οι 'Ορθόδοξοι έκθέτουν αυθεντικά τήν αλήθεια της πίστεώς μας καί έφόσον οι Παπικοί προτίθενται νά έπιστρέψουν σ' αυτήν τήν πίστη, πού μέχρι τό Σχίσμα ήταν καί δική τους. Δυστυχώς, όμως, ούτε αυθεντική καί έπαρκής ορθόδοξη μαρτυρία δίνεται πάντοτε ούτε ή Ρώμη είναι διατεθειμένη νά απορρίψει τίς πλάνες της*****. Τό Βατικανό μέ τόν Διάλογο δέν αποβλέπει στήν ένότητα της αληθινής πίστεως αλλά στήν αναγνώρισή του από τούς 'Ορθοδόξους ως πραγματικής 'Εκκλησίας. Καί αυτό έπιτυγχάνεται χάρη στήν παπική διπλωματία καί τήν περίεργη ένδοτικότητα τών 'Ορθοδόξων.  

Δίχως   καθαρά   θεολογικά   κριτήρια   καί   δίχως ειλικρίνεια,  ό  Διάλογος  είναι  παραπλανητικός  καί αποβαίνει έπιζήμιος γιά τό ορθόδοξο πλήρωμα, ένώ απεναντίας αποτελεί τό καλύτερο στήριγμα τού χρεωκοπημένου Βατικανού. 'Ενδεικτικό, τέλος, της κρίσεως πού αντιμετωπίζει ό Διάλογος, είναι καί τό γεγονός της παραιτήσεως τού επικεφαλής της ορθόδοξης   αντιπροσωπείας   καί   συμπροέδρου   της   Διεθνούς 'Επιτροπής    τού    Διαλόγου,    σεβασμιωτάτου    αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Στυλιανού. 

«Μετά τήν 20ετή έπίπονη προεδρία μου εις τόν "Επίσημο Θεολογικό Διάλογο" Ορθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικών, παραιτήθηκα οικειοθελώς, διά νά μήν έχω πλέον ουδεμίαν σχέση μέ ένα τέτοιο "ανούσιο παίγνιο"»[39], δήλωνε χαρακτηριστικά τό 2007. Καί, ώς καλός γνώστης τών όσων συμβαίνουν στά ενδότερα τού Βατικανού, συμπλήρωνε: «Μετά τήν όλως απροσδόκητη, επί Βενεδίκτου 16ου, κλιμάκωση τών προκλήσεων τού Βατικανού έναντι τών λοιπών Χριστιανών (ιδιαιτέρως δέ τών 'Ορθοδόξων!), καθίσταται ήλίου φαεινότερον ότι, δυστυχώς, εισερχόμεθα σέ περίοδο πλήρους αβεβαιότητος, γιά νά μή πούμε περιέργου συσκοτισμού. 

Πρέπει λοιπόν νά τό πούμε απερίφραστα, ότι φαίνεται νά έχει επικρατήσει πλήρως ή γραμμή τών σκληροπυρηνικών Καρδιναλίων της Ρωμαϊκής Κουρίας, ή όποία καθιστά πλέον τόν Παπισμόν  όχι ώς Πρωτείον ένός επισκόπου αλλά ώς ιδεολογίαν αφορήτου όλοκληρωτισμού  τό όντως ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟ ΕΜΠΟΔΙΟ πρωτίστως γιά επανένωση τών διηρημένων Χριστιανών, εξ ίσου δέ καί γιά απλώς ειρηνική ένότητα μεταξύ των, πόσο μάλλον μέ τούς μή Χριστιανούς ή καί αθέους»[40]. Η συνέχεια και το τέλος της μελέτης αύριο....

Δεν υπάρχουν σχόλια: