26 Μαΐου, 2015

«Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ»

 

(ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ):Δ.Τόν 13ο αι. διατυπώνεται από τούς σχολαστικούς θεολόγους τό αξίωμα ότι ή εκκλησιαστική ήγεσία είναι αλάθητη. Τήν ίδια εποχή (1233) ό πάπας Γρηγόριος Θ' ίδρύει τόν θεσμό της Ιεράς Εξετάσεως, γιά τήν οργανωμένη καταδίωξη καί εξουδετέρωση όσων αμφισβητούν τήν παπική αυθεντία.

Ένας μηχανισμός τρόμου καί φρίκης απλώνεται σταδιακά σ' όλη τήν Ευρώπη. Ταυτόχρονα ή εξουσία τού κλήρου ενισχύεται, ενώ ό λαός παραγκωνίζεται καί βυθίζεται στήν αμάθεια (κληρικαλισμός).

Ε.Ή βαθιά εκκοσμίκευση της Δυτικής «Εκκλησίας» κλόνισε τήν πίστη μυριάδων Χριστιανών καί δημιούργησε κύματα αντιδράσεων. Τό εμπόριο τού πάπα μέ τά συγχωροχάρτια έδωσε τήν αφορμή, τό 1517, νά ξεσπάσει σάν ηφαίστειο ή απαίτηση γιά αλλαγή. Ό μοναχός Μαρτίνος Λούθηρος ηγήθηκε ένός πολυπληθούς κινήματος, της Μεταρρυθμίσεως, πού αποσχίστηκε από τήν Παπική «'Εκκλησία». Οί αποσχισθέντες ονομάστηκαν Διαμαρτυρόμενοι (Προτεστάντες).

Σύντομα σχηματίστηκαν καί άλλες παρόμοιες προτεσταντικές ομάδες. Μεταξύ Παπικών καί Διαμαρτυρομένων δημιουργήθηκε αγεφύρωτο μίσος, μέ συγκρούσεις, πολέμους καί εγκλήματα. Στή Γαλλία, τή φοβερή Νύχτα τού αγίου Βαρθολομαίου (23 πρός 24 Αυγούστου 1572), οι Παπικοί έσφαξαν χιλιάδες Προτεστάντες. Αποκορύφωμα τών θρησκευτικών πολέμων υπήρξε ό Τριακονταετής Πόλεμος (1618 - 1648), ό όποίος συντάραξε όλόκληρη τή Δυτική Ευρώπη.

ΣΤ. Στό πέρασμα τών αιώνων, οι λαοί της Ευρώπης έζησαν στό πρόσωπο τού Παπισμού έναν Χριστιανισμό πού δέν έλευθερώνει τήν ανθρώπινη ύπαρξη αλλά τήν καταδυναστεύει. Γι' αυτό σύντομα όδηγήθηκαν στόν αγνωστικισμό καί τήν αθεΐα. Ή 'Αναγέννηση αρχικά (14ος - 16ος αι.) καί ό Διαφωτισμός αργότερα (18ος αι.) απορρίπτουν τόν φράγκικο θεό, διατηρούν όμως τόν ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό τού Παπισμού καί διακηρύσσουν τήν αυτοθεοποίηση τού ανθρώπου.

Τόν 19ο αι. ακούγεται πλέον καθαρά τό κήρυγμα τού θανάτου τού Θεού από τόν Νίτσε καί τούς διαδόχους του: «Ό Θεός πέθανε, ή πίστη στόν χριστιανικό Θεό δέν είναι πιά πιστευτή...». Έχει σωστά έπισημανθεί από πολλούς ότι όλα τά σύγχρονα αθεϊστικά συστήματα της Δύσεως  φιλοσοφικά, κοινωνικά, πολιτικά είναι καρποί της σχολαστικής μεταφυσικής καί τού παπικού όλοκληρωτισμού.

Ζ.Τούς δύο τελευταίους αιώνες ή Ρώμη, αντί νά διδαχθεί από τά λάθη τού παρελθόντος, σκληραίνει περισσότερο τή στάση της. Ή Α' Βατικανή Σύνοδος (1870) έπιβάλλει ως απαράβατο δόγμα πίστεως τό πρωτείο έξουσίας καί τό αλάθητο τού πάπα. Πρόκειται γιά τήν τελειωτική πτώση της Δυτικής «Εκκλησίας». Ό Χριστός, ή μόνη αλάθητη Κεφαλή της 'Εκκλησίας, έξορίζεται από τή γη, καί τή θέση Του καταλαμβάνει ό ειδωλοποιημένος ποντίφηκας της Ρώμης!

Στή διαμαρτυρία καρδιναλίου γιά τήν αντιπαραδοσιακότητα τού νέου δόγματος, ό πάπας Πίος Θ' αντιτάσσει τόν παροιμιώδη του λόγο: «Ή παράδοση είμαι έγώ»! 'Από τούς Λατίνους πού διαφωνούν μέ τή δογματοποίηση τού παπικού απολυταρχισμού, μιά σημαντική μερίδα αποσχίζεται καί δημιουργεί τήν «Παλαιοκαθολική Εκκλησία».

Ή Β' Βατικανή Σύνοδος (1962-1965), παρόλο πού έπαγγέλλεται τήν ανακαίνιση, διατηρεί τό αλάθητο τού πάπα καί τό έπεκτείνει σέ όλες τίς αποφάσεις του. Ταυτόχρονα, ή ίδια Σύνοδος καλεί τούς Χριστιανούς όλων τών δογμάτων σέ παγχριστιανική ένότητα μέ κέντρο, όμως, τή Ρώμη καί αρχηγό τόν πάπα (ρωμαιοκεντρικός/παποκεντρικός οικουμενισμός).

Η.Στά τέλη τού 20ού αι. μιά πρωτόγνωρη αποδιοργανωτική κρίση ξεσπάει στούς κόλπους της Παπικής «Εκκλησίας». «Περιμέναμε μετά τή (Β' Βατικανή) Σύνοδο», δήλωνε ό πάπας Παύλος ΣΤ', «νά ξημερώσει μιά μέρα ήλιόλουστη γιά τήν 'Εκκλησία. Βρεθήκαμε, όμως, μέσα στή χειρότερη καταιγίδα»[3]. 'Επιφανείς παπικοί θεολόγοι εκφράζουν ανοιχτά τήν αντίθεσή τους στό παπικό αλάθητο.

Χιλιάδες κληρικοί, ανάμεσά τους καί στελέχη τού Βατικανού, εγκαταλείπουν τήν Ίερωσύνη, πολλοί απ' αυτούς καί τήν πίστη. Οί μοναχικές καί ίερατικές κλίσεις γνωρίζουν φοβερή μείωση. Στό Βέλγιο μόνο, κατά τό διάστημα 1995 - 2007, δέν χειροτονήθηκε ούτε ένας ίερέας![4] Σέ εκκλησιαστικές σχολές, ακόμα καί σέ παπικά μοναστήρια, γιά νά ξεπεραστούν τά υπαρξιακά αδιέξοδα πού δημιουργούν ό ήθικισμός καί ή ύποχρεωτική αγαμία τού κλήρου, εισάγονται ό ύπερβατικός διαλογισμός καί ή ψυχανάλυση. '

Αλλά καί τό παπικό ποίμνιο όδηγείται ραγδαία στόν θρησκευτικό αποχρωματισμό καί γνωρίζει μιά τρομακτική ηθική κρίση. Οί παπικοί ναοί πού κλείνουν ή εκποιούνται, τό 'Ισλάμ καί οί ανατολικές θρησκείες πού κατακτούν έδαφος, ή παραθρησκεία καί ό σατανισμός πού αυξάνουν τούς οπαδούς τους κ.ά.π. μαρτυρούν τή δυσχερή θέση της Λατινικής «'Εκκλησίας».

Θ.Τίς τελευταίες δεκαετίες πληθαίνει ό αριθμός τών Δυτικών πού αναζητούν τή γνησιότητα της χριστιανικής ζωής στήν 'Ορθοδοξία. Τό ενδιαφέρον γιά τήν πατερική θεολογία, τήν ορθόδοξη λειτουργική ζωή, τόν ανατολικό μοναχισμό κ.ά.π., αλλά καί οί μεταστροφές στήν 'Ορθόδοξη 'Εκκλησία, είναι γεγονότα σημαντικά. Ωστόσο, οί εξουσιαστικοί μηχανισμοί τού Βατικανού, έχοντας πιά σκληρυνθεί, δέν φαίνονται πρόθυμοι νά αρνηθούν τό παρελθόν τους.

Τό 2005 ό φιλορθόδοξος καθηγητής Ιωσήφ Ράτσιγκερ ανέβηκε στόν θρόνο της Ρώμης ως πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ', αναπτερώνοντας τίς έλπίδες όσων προσδοκούσαν τήν ανανέωση της Δυτικής «'Εκκλησίας». Σύντομα, όμως, οι σκληροπυρηνικές ένέργειες καί δηλώσεις τού νέου πάπα φανέρωσαν τήν αποκοπή του από τόν βαθύτερο έαυτό του καί τήν αδυναμία του ν' αντιληφθεί τίς απαιτήσεις τών καιρών.

Δυστυχώς, κάθε πάπας είναι υποχρεωμένος νά ακολουθεί τήν «αλάθητη» πορεία τών προκατόχων του καί νά συμμορφώνεται μέ τά θελήματα της πανίσχυρης Παπικής Αυλής (Romano Curia), ή όποία έπίσης κατέχει καί έπιβάλλει τό δικό της «αλάθητο».

ΠΑΠΙΚΕΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ:
1.Τό Φιλιόκβε. Σύμφωνα μέ τή θεία αποκάλυψη, ό Θεός διακρίνεται σέ Τρία Πρόσωπα, τά όποία είναι όμοούσια, ισότιμα καί ισοδύναμα μεταξύ τους. Έτσι δέν υπάρχουν τρείς Θεοί αλλά ένας. Κάθε Πρόσωπο, όμως, έχει ένα ξεχωριστό ιδίωμα, τό όποίο δηλώνει τόν διαφορετικό τρόπο υπάρξεώς Του.

Ό Πατέρας είναι αγέννητος (είναι ή μοναδική αρχή καί πηγή της Θεότητος)· ό Υιός είναι γεννητός (γεννάται από τόν Πατέρα «πρό πάντων τών αιώνων»)· καί το Άγιο Πνεύμα είναι έκπορευτό (ούτε αγέννητο είναι ούτε γεννάται, αλλά έκπορεύεται από τόν Πατέρα «πρό πάντων τών αιώνων»). Τό Σύμβολο της Πίστεως, πού καταρτίστηκε από τίς Α' καί Β' Οικουμενικές Συνόδους (325, 381), όμολογεί πίστη «εις τό Πνεύμα τό Άγιον, τό κύριον, τό ζωοποιόν, τό έκ τού Πατρός έκπορευόμενον», ακολουθώντας τά λόγια τού Χριστού· «Όταν έλθη ό Παράκλητος... τό Πνεύμα της αληθείας, δ παρά τού Πατρός έκπορεύεται...» ('Ιω. 15, 26). Τό 431,ή Γ' Οικουμενική Σύνοδος απαγόρευσε ρητά όποιαδήποτε προσθαφαίρεση στό ιερό Σύμβολο.

Οι Φράγκοι, όμως, θέλοντας νά κατανοήσουν τήν ουσία τού Θεού μέ τή λογική τους, παρερμήνευσαν τά λόγια τού Χριστού, περιφρόνησαν τίς Οικουμενικές Συνόδους καί πρόσθεσαν στό Σύμβολο, μετά τή φράση «.τό έκ τού Πατρός έκπορευόμενον.», τή λέξη Filioque(Φιλιόκβε = καί έκ τού Υιού), πού σημαίνει ότι τό Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται καί από τόν Υϊό. Μέ τήν προσθήκη αυτή δημιουργούνται άλυτα θεολογικά προβλήματα καί σοβαρές αλλοιώσεις στήν πίστη καί τή ζωή της 'Εκκλησίας. Συγκεκριμένα·

•Εισάγονται στήν Αγία Τριάδα δύο αρχές. Δηλαδή, προκύπτουν δύο κύριοι Θεοί (Πατέρας καί Υίός) καί ένας δευτερεύων (τό Άγιο Πνεύμα). Επέρχεται έτσι πλήρης διάλυση τού Τριαδικού δόγματος. Ό «Τριαδικός Θεός» τών Παπικών δέν είναι πλέον ό αληθινός Θεός αλλά ένας πλασματικός καί ανύπαρκτος θεός.

•Τό Άγιο Πνεύμα υποτιμάται καί παραγκωνίζεται από τή ζωή της Εκκλησίας καί τού Χριστιανού. Έτσι ή Εκκλησία στερείται τόν χαρισματικό  άγιοπνευματικό χαρακτήρα της, επιδιώκει τήν κοινωνική επιβολή καί τό κοσμικό κύρος, ύπερτονίζει τήν εγκόσμια οργάνωση καί αποστολή της. Ό Χριστιανός, πάλι, δέν αποσκοπεί στήν εσωτερική του ανακαίνιση καί τή γνώση τού Θεού, πού πραγματοποιούνται μόνο μέ τό Άγιο Πνεύμα, αλλά περιορίζεται στήν ηθική του βελτίωση καί τήν εξωτερική μίμηση τού Χριστού.

•Ή εξάρτηση, τέλος, τού Αγίου Πνεύματος από τόν Υϊό έδωσε τή δυνατότητα στή Ρώμη νά υποστηρίξει μέ κύρος ότι στόν κόσμο μόνο ό πάπας, ώς αντιπρόσωπος τού Χριστού, έχεα τή δυνατότητα νά διαθέτει τίς δωρεές πού χορηγεί τό Άγιο Πνεύμα στήν Εκκλησία**.

2.Οί κτιστές ενέργειες στόν Θεό (κτιστή χάρη). Μία από τις μεγαλύτερες πλάνες τού Παπισμού είναι τό ότι ταυτίζει τήν άκτιστη ουσία τού Θεού μέ τίς άκτιστες ενέργειές Του. Καί, επιπλέον, τό ότι αποδίδει στόν Θεό κτιστές ενέργειες. Κτιστές ενέργειες, όμως, έχουν μόνο τά κτίσματα. Ό άκτιστος Θεός έχει μόνο άκτιστες ενέργειες. Στήν ορθόδοξη θεολογία γίνεται διάκριση της άκτιστης ουσίας τού Θεού από τίς άκτιστες ενέργειές Του.

Μέ τήν ουσία, βέβαια, τού Θεού, ή όποία είναι εντελώς ακατάληπτη καί ανέκφραστη, ό πιστός δέν μπορεί νά έρθει σέ κοινωνία. Επικοινωνεί, όμως, μέ τίς θείες ένέργειές Του (θεία χάρη). Αυτές, όπως καί ή θεία ουσία, είναι άκτιστες καί αδημιούργητες. Είναι δηλαδή κάτι άλλο από τή θεία ουσία, αλλά όχι κάτι άλλο από τή Θεότητα.

Ό πιστός, μέ τή μετάνοια, τήν άσκηση, τήν προσευχή καί τή συμμετοχή του στά Μυστήρια της Εκκλησίας, κοινωνεί μέ τίς άκτιστες θείες ένέργειες, γίνεται «θείας κοινωνός φύσεως» (Β' Πέτρ. 1, 4). Δηλαδή μέ τίς άκτιστες θείες ένέργειες καί κατά τό μέτρο τού πνευματικού του αγώνα καθαρίζεται ή καρδιά του από τά πάθη, φωτίζεται ό νούς του καί αξιώνεται νά «δεί», μέ τρόπο μυστικό καί απόρρητο, τή θεία δόξα, τό άκτιστο Φώς. Αυτή είναι ή ήσυχαστική παράδοση της Εκκλησίας μας.

Οι Παπικοί, αντίθετα, δέν δέχονται άκτιστες ένέργειες στόν Θεό. Πιστεύουν ότι ό Θεός είναι ουσία απρόσιτη καί δέν έπικοινωνεί προσωπικά μέ τόν άνθρωπο. 'Ενεργεί στόν κόσμο όχι άμεσα αλλά μόνο έμμεσα, μέ κτιστές ένέργειες. Γι' αυτούς ή θεία χάρη είναι μέγεθος κτιστό, πού τό δημιουργεί ό Θεός γιά νά σώσει τόν άνθρωπο. Κτιστή είναι έπίσης ή χάρη τών Μυστηρίων, όπως κτιστό ήταν καί τό Θαβώρειο φώς της Μεταμορφώσεως τού Χριστού.

Ή διδασκαλία αυτή έχει ολέθριες συνέπειες στή ζωή τού Χριστιανού. Γιατί, άν ή θεία χάρη είναι πράγματι κτιστή, ό άνθρωπος δέν μπορεί νά φτάσει στόν αγιασμό καί τή θέωση. Κι αυτό έπειδή, απλούστατα, ένα κτίσμα κτιστή ένέργεια (χάρη) δέν είναι δυνατό νά λυτρώσει καί νά θεώσει άλλο κτίσμα τόν άνθρωπο. Έτσι, οι Δυτικοί «δέν όμιλούν περί θεώσεως ως σκοπού της ζωής τού ανθρώπου, αλλά περί ηθικής τελειώσεως· ότι οφείλουμε νά γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, όχι όμως θεοί κατά χάριν.

Κατά συνέπειαν ή 'Εκκλησία δέν ημπορεί νά είναι κοινωνία θεώσεως, αλλά ίδρυμα παρέχον στούς ανθρώπους τήν δικαίωσι κατά ένα νομικιστικό καί δικανικό τρόπο διά μέσου της κτιστής χάριτος. Σέ τελική δηλαδή ανάλυσι, καταλύεται ή ιδία ή αλήθεια της Εκκλησίας ως πραγματικότης θεανθρωπίνης κοινωνίας» [5]. Ή δυτική θεολογία, μέ τήν άρνησή της νά δεχθεί άκτιστες ένέργειες στόν Θεό, αποξενώθηκε από τήν πατερική θεολογία, μέ συνέπεια νά όδηγηθεί καί σέ πολλές άλλες κακοδοξίες.

Κι αυτό γιατί οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν θεολογούσαν, εξέφραζαν μέ ανθρώπινα λόγια τήν εμπειρία πού είχαν αποκτήσει από τήν κοινωνία τους μέ τίς θεουργικές ενέργειες τού Αγίου Πνεύματος (εμπειρία θεώσεως)· ή θεολογία τους, δηλαδή, είναι ή αποκάλυψη τού ίδιου τού Θεού. Οί Παπικοί, όμως, επειδή δέν έχουν δυνατότητα κοινωνίας μέ τίς άκτιστες θείες ενέργειες, θεολογούν μέ βάση τόν ανθρώπινο στοχασμό· ή θεολογία τους, δηλαδή, είναι ένα ανθρώπινο μεταφυσικό ιδεολόγημα πού δέν έχει σχέση μέ τή θεία αλήθεια.

Ή βαθιά αλλοίωση πού επιφέρει στή ζωή της Εκκλησίας ή θεωρία γιά τήν κτιστή χάρη, απασχόλησε έντονα τήν Όρθόδοξη Ανατολή σέ πέντε μεγάλες Συνόδους της Κων/πόλεως (14ος αι.). Σ' αυτές διατυπώθηκε ξεκάθαρα ή ορθόδοξη εμπειρία, μέ κορυφαίο όμολογητή τόν αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά.Η συνέχεια αύριο....

Δεν υπάρχουν σχόλια: