15 Σεπτεμβρίου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σημαντική για την κατανόηση μιας ιστορικής περιόδου είναι η καταγραφή και ερμηνεία των γεγονότων που σημάδεψαν και επηρέασαν αποφασιστικά την ιστορική της εξέλιξη. Στο κεφάλαιο της πολιτικής ιστορίας της Ύστερης Βυζαντινής περιόδου εξιστορούνται οι εξωτερικές και εσωτερικές εξελίξεις στο βυζαντινό κράτος και η πολιτική των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά την περίοδο αυτή.

Τα χρονολογικά όρια για το χωρισμό της βυζαντινής ιστορίας σε περιόδους είναι κατά γενική ομολογία συμβατικά. Αρκετοί ιστορικοί τοποθετούν την έναρξη της Ύστερης Βυζαντινής περιόδου στον 11ο αιώνα, όταν συντελέστηκαν ριζικές μεταβολές στην εσωτερική ζωή της αυτοκρατορίας (διοίκηση, δικαιοσύνη, οικονομία, στρατό), καθώς και στο εδαφικό της status quo. Παρ' όλα αυτά επιλέχτηκε ως χρονολογία έναρξης της Υστεροβυζαντινής περίοδου το 1204, έτος κατά το οποίο συνέβη το σημαντικότερο ίσως μέχρι τότε γεγονός για την αυτοκρατορία. 

Η Κωνσταντινούπολη, το κέντρο της αυτοκρατορίας, χάθηκε πρώτη φορά για τους Βυζαντινούς, η βυζαντινή αυτοκρατορία καταλύθηκε από τους λατίνους σταυροφόρους και αντικαταστάθηκε από μια νέα, λατινική, για 57 χρόνια. Επιπλέον, η περίοδος της Λατινοκρατίας επηρέασε ασφαλώς την εσωτερική εξέλιξη της αυτοκρατορίας με την εισαγωγή φεουδαρχικών στοιχείων σε όλους τους τομείς της βυζαντινής ζωής. Τη σταδιακή εξασθένιση των δομών του βυζαντινού κράτους αφενός και τη μείωση των εδαφών του από τις τουρκικές εισβολές αφετέρου ακολούθησε η πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας στα χέρια των Οθωμανών το 1453, οπότε και τοποθετούμε το τέλος της Βυζαντινής περιόδου.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ (1204 – 1222)

Ίδρυση της αυτοκρατορίας της Νίκαιας

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους λατίνους σταυροφόρους το 1204 ενίσχυσε τα αντιδυτικά αισθήματα του βυζαντινού λαού λόγω της ξένης κατοχής και κυρίως λόγω της διαφοράς δόγματος με τους κατακτητές. Παρόλο που αρκετοί βυζαντινοί αριστοκράτες και ο λαός στην πλειοψηφία του παρέμειναν στον τόπο τους και ενσωματώθηκαν στο νέο κρατικό μόρφωμα δυτικού τύπου πολλοί κατέφυγαν σε ελεύθερες ακόμη περιοχές. Έτσι, ένας πυρήνας βυζαντινών ισχυρών ακολούθησε το Θεόδωρο Λάσκαρη στη Μικρά Ασία, όπου ο τελευταίος ίδρυσε την "εξόριστη" αυτοκρατορία της Nίκαιας.

Ο Θεόδωρος αντλούσε τα δικαιώματά του στον αυτοκρατορικό θρόνο κυρίως από το γεγονός ότι έφερε τον τίτλο του δεσπότη που θεωρούνταν ο επίδοξος διάδοχος. Αν και αρχικά αντιμετώπισε την εχθρότητα του ντόπιου πληθυσμού που θεωρούσε τους κωνσταντινοπολίτες φυγάδες υπεύθυνους για την οικονομική κυρίως εξαθλίωσή του, έγινε τελικά δεκτός στην πόλη της Νίκαιας, πρωτεύουσας της νέας βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Πρώτο μέλημα του Θεόδωρου ήταν η σταθεροποίηση των συνόρων του νέου κράτους. Αρχικά ηττήθηκε στο Ποιμανηνό το Δεκέμβριο του 1204 από τον αδελφό του λατίνου αυτοκράτορα Ερρίκο της Φλάνδρας, που σύμφωνα με τη συνθήκη διαμελισμού της αυτοκρατορίας έπρεπε να καταλάβει την περιοχή της Νίκαιας. Ωστόσο, γρήγορα απαλλάχτηκε από το λατινικό κίνδυνο, όταν οι αριστοκράτες της Θράκης σε συνεργασία με το βούλγαρο ηγεμόνα Καλογιάννη επιτέθηκαν κατά των Λατίνων στην Αδριανούπολη. Οι τελευταίοι εγκατέλειψαν τη Μικρά Ασία και έσπευσαν στη Θράκη, όπου όμως ηττήθηκαν στις 14 Απριλίου 1205. 

Ο λατίνος αυτοκράτορας Βαλδουίνος συνελήφθη αιχμάλωτος και η δύναμη των Φράγκων περιορίστηκε σημαντικά. Μπόρεσε έτσι ο Θεόδωρος να στραφεί εναντίον των ελλήνων αντιπάλων του στη Μικρά Ασία και του σελτζούκου σουλτάνου του Ικονίου. Σταδιακά κατάφερε να υποτάξει τους έλληνες ηγεμόνες της Μικράς Ασίας και να εδραιώσει την κυριαρχία του στη δυτική Μικρά Ασία. Την άνοιξη του 1206 αναγορεύτηκε αυτοκράτορας και το Πάσχα του 1207 στέφθηκε στη Νίκαια από το νεοεκλεγμένο πατριάρχη Μιχαήλ Δ' Αυτωρειανό (1207-14).

Η εκλογή νέου πατριάρχη και η αναγόρευση και στέψη νέου αυτοκράτορα επισφράγισαν την ίδρυση της εξόριστης αυτοκρατορίας και κατέστησαν τη Νίκαια πολιτικό και εκκλησιαστικό κέντρο της. Τότε μόνο μπόρεσε ο Θεόδωρος Α' Λάσκαρης να προχωρήσει στην οργάνωση του νέου κράτους.

ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΣΥΝΟΡΩΝ

Πρωταρχικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής του Θεόδωρου Α' ήταν η αύξηση των ορίων της αυτοκρατορίας της Νίκαιας εις βάρος των Λατίνων, αλλά και των Τούρκων στη Μικρά Ασία και κατ' επέκταση η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης, που από το 1204 βρισκόταν στα χέρια των Δυτικών. Στην επίτευξη λοιπόν αυτού του στόχου επικεντρώθηκαν όλες οι επιχειρήσεις του Θεόδωρου.

Μετά τη συντριβή των Λατίνων στην Αδριανούπολη και τη σύλληψη του αυτοκράτορα Βαλδουίνου τον Απρίλιο του 1205, ο Θεόδωρος Α' κατάφερε να διώξει τους Φράγκους από τη Μικρά Ασία. Ο Ερρίκος όμως που διαδέχτηκε το Βαλδουίνο στο αυτοκρατορικό αξίωμα αποκατέστησε σε μεγάλο βαθμό τη λατινική κυριαρχία στη Θράκη και ανέλαβε πάλι εκστρατεία στη Μικρά Ασία το 1206. Με τη μεσολάβηση μάλιστα της Βενετίας οι Λατίνοι ανέλαβαν δράση από κοινού με τους Τούρκους του Ικονίου εναντίον του Θεόδωρου. 

Ο Λάσκαρης έχοντας με το μέρος του μόνο το βασιλιά της Μικρής Αρμενίας Λέοντα (1198/9-1219) κατάφερε να νικήσει το σουλτάνο του Ικονίου την άνοιξη του 1211 στην Αντιόχεια του Μαιάνδρου. Λίγο αργότερα όμως, στις 15 Οκτωβρίου 1211, ηττήθηκε από τις δυνάμεις του Ερρίκου στη μάχη του ποταμού Ρυνδακού.

Οι αψιμαχίες Λατίνων-Βυζαντινών συνεχίστηκαν και επειδή και οι δύο παρατάξεις είχαν εξαντληθεί αποφάσισαν να συνάψουν τελικά ειρήνη. Υπέγραψαν έτσι στα τέλη του 1214 τη συνθήκη του Νυμφαίου, η οποία καθόριζε τα σύνορα ανάμεσα στη βυζαντινή και τη λατινική αυτοκρατορία. Οι Λατίνοι περιορίστηκαν στη ΒΔ γωνιά της Μικράς Ασίας μέχρι το Αδραμύττιο και η υπόλοιπη περιοχή ως τα σύνορα με τους Σελτζούκους έμεινε στην κατοχή των Βυζαντινών της Νίκαιας. 

Η συνθήκη του Νυμφαίου σήμαινε την αναγνώριση του status quo από τις δύο αυτοκρατορίες και την έναρξη μιας περιόδου σταθερότητας για την αυτοκρατορία της Νίκαιας, που ολοκλήρωσε επιπλέον την κυριαρχία της στην Παφλαγονία των Μεγάλων Κομνηνών.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

Βασική προϋπόθεση για να πετύχει ο Θεόδωρος Α' τον κύριο στόχο της εξωτερικής πολιτικής, την ανακατάληψη δηλαδή της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, ήταν η σωστή οργάνωση της αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Παρόλο που οι νέες συνθήκες, που προέκυψαν μετά την πτώση της πρωτεύουσας, επέβαλαν κάποιες αλλαγές στη διάρθρωση του κράτους η διοίκηση και η αυτοκρατορική αυλή οργανώθηκαν σύμφωνα με τις παλιές βυζαντινές παραδόσεις.

Η σύγκλητος αποκαταστάθηκε παράλληλα με την εκκλησιαστική ιεραρχία στη Νίκαια, ενώ αναβίωσαν και οι αυλικές τελετουργίες. Η διοίκηση και ο στρατός στελεχώθηκαν από αριστοκράτες πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης που ήταν εξοικειωμένοι με τη διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων, εφόσον είχαν υπηρετήσει σε ανάλογες θέσεις στο παρελθόν, αλλά και από πρόσφυγες άλλων περιοχών που κατέφυγαν στη Νίκαια. Για να τους ανταμείψει για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν ο Θεόδωρος τους διέθετε μόνο γη. 

Έτσι, όλος ο διοικητικός και στρατιωτικός μηχανισμός της νέας αυτοκρατορίας στηρίχτηκε στην αγροτική πολιτική των Λασκάρεων. Ο Θεόδωρος ενίσχυσε τους τομείς αυτούς με την παραχώρηση προνοιών σε ευρεία κλίμακα. Oι πρόνοιες ήταν εκτάσεις γης που παρέχονταν σε ένα άτομο για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η οποία συνήθως ταυτιζόταν με τη διάρκεια της ζωής του, ως αντάλλαγμα για υπηρεσίες που είχε προσφέρει ή που θα πρόσφερε.

ΙΩΑΝΝΗΣ Γ’ ΒΑΤΑΤΖΗΣ (1222 -1254)

Επιχειρήσεις κατά των Λατίνων

Ο Θεόδωρος Α' διαδέχτηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο γαμπρός του Ιωάννης Γ' Βατάτζης. Στην εξωτερική πολιτική ο Ιωάννης συνέχισε το έργο του προκατόχου του, που είχε ως τελικό στόχο την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους. Παρόλο που ο Ιωάννης δεν κατάφερε να πετύχει το στόχο αυτό κατόρθωσε με τη σωστή αξιοποίηση των πολιτικών εξελίξεων της εποχής να αναδείξει την αυτοκρατορία της Νίκαιας σε μεγάλη δύναμη.

Αμέσως μετά την άνοδό του στο θρόνο ο Ιωάννης Γ' έπρεπε να αντιμετωπίσει ανταρσία των αδελφών του Θεόδωρου Α', που με τη βοήθεια των Λατίνων επιχείρησαν να σφετεριστούν τον αυτοκρατορικό θρόνο. Νίκησε τις δυνάμεις των Δυτικών στο Ποιμανηνό το 1225 και με τη συνθήκη ειρήνης που επακολούθησε τους στέρησε από όλες τις μικρασιατικές τους κτήσεις εκτός από τη Νικομήδεια και την ακτή απέναντι από την Κωνσταντινούπολη.

Παράλληλα, ο στόλος της Νίκαιας ανακατέλαβε τα νησιά Λέσβο, Σάμο, Χίο, Ικαρία και Κω, ενώ λίγο αργότερα υποχρέωσε σε υποτέλεια και το Λέοντα Γαβαλά της Ρόδου. Στη συνέχεια, ο Ιωάννης ανέλαβε επιχειρήσεις στο ευρωπαϊκό έδαφος. Τα στρατεύματα της Νίκαιας κατέλαβαν αρκετές παράλιες πόλεις και εισέβαλαν στην Αδριανούπολη (πιθανότατα το 1225). Αναγκάστηκαν ωστόσο από τις δυνάμεις του αυτοκράτορα της Θεσσαλονίκης Θεόδωρου Δούκα Αγγέλου (1224-30) να υποχωρήσουν.

Η αποτυχία των στρατευμάτων της Νίκαιας στην Αδριανούπολη έκανε το Βατάτζη να στραφεί προς την Ανατολή. Ανέλαβε μια επιτυχή εκστρατεία εναντίον των Τούρκων στη Μικρά Ασία (περίπου 1225-31) με την οποία εξασφάλισε τα ανατολικά σύνορα του κράτους. Μόνο μετά το πέρας της εκστρατείας αυτής και την ταυτόχρονη σχεδόν ήττα του Θεόδωρου Δούκα από το βούλγαρο τσάρο Ιωάννη Ασάν Β' στην Κολοκοτνίτσα την άνοιξη του 1230, που απάλλαξε οριστικά το Βατάτζη από το δυτικό του αντίπαλο, μπόρεσε ο αυτοκράτορας της Νίκαιας να αναλάβει δράση εναντίον της λατινικής Κωνσταντινούπολης.

Προσπάθειες ανάκτησης της Κωνσταντινούπολης

Ο Ιωάννης Γ' Βατάτζης προσπάθησε αρχικά να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη μέσω της διπλωματικής οδού. Προώθησε για το λόγο αυτό ενωτικές διαπραγματεύσεις με τη Δυτική Εκκλησία το 1234. Ως αντάλλαγμα για την Ένωση των Εκκλησιών ο Βατάτζης ζητούσε από τον πάπα, που στήριζε τη λατινική αυτοκρατορία, την επιστροφή της Κωνσταντινούπολης στους Βυζαντινούς της Νίκαιας.

Οι διαπραγματεύσεις ωστόσο δεν κατέληξαν σε συμφωνία και ο Ιωάννης Γ' ανέλαβε στρατιωτική δράση εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Για να ενισχύσει μάλιστα τις δυνάμεις του ο Βατάτζης δέχτηκε τη συμμαχία που του πρόσφερε ο Ιωάννης Ασάν Β' της Βουλγαρίας, προκειμένου να επιτεθούν από κοινού κατά της Κωνσταντινούπολης. Τη συνθήκη της συμμαχίας (1235) επισφράγισε ο γάμος του διαδόχου του Βατάτζη Θεόδωρου Λάσκαρη με την κόρη του Ασάν Ελένη, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίστηκε από την εκκλησιαστική και πολιτική ηγεσία της Νίκαιας το αυτοκέφαλο της Βουλγαρικής Εκκλησίας και ο τίτλος του πατριάρχη στον προκαθήμενό της.

Τις δύο πολιορκίες της Κωνσταντινούπολης το 1235 και το 1236 απέκρουσαν οι Λατίνοι με τη βοήθεια των ναυτικών ιταλικών δυνάμεων την πρώτη και του φράγκου πρίγκηπα της Αχαΐας τη δεύτερη, ενώ πνοή στη ζωή της λατινικής αυτοκρατορίας έδωσε η διάλυση της βουλγαρο-βυζαντινής συμμαχίας μετά το θάνατο του Ιωάννη Ασάν το 1241.

ΚΑΤΑΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης, συρρικνωμένη μετά την ήττα του Θεόδωρου Δούκα στην Κολοκοτνίτσα το 1230, πέρασε στα χέρια του αδελφού του Μανουήλ. Ο Μανουήλ αναζητούσε πλέον τη συμμαχία του αυτοκράτορα της Νίκαιας, γι' αυτό και αποκατέστησε το 1233 τις εκκλησιαστικές σχέσεις με το Πατριαρχείο της Νίκαιας που είχαν διακοπεί μετά τη στέψη του Θεόδωρου Δούκα σε αυτοκράτορα. Λίγο αργότερα, το 1242, ο Ιωάννης Βατάτζης ανάγκασε το διάδοχο του Μανουήλ, Ιωάννη Δούκα (1237-44) να παραιτηθεί από τον αυτοκρατορικό τίτλο, να αναγνωρίσει τον αυτοκράτορα της Νίκαιας ως επικυρίαρχο και να περιοριστεί στον τίτλο του δεσπότη.

Την τελική κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τις δυνάμεις της Νίκαιας καθυστέρησε λίγο η επιδρομή των Μογγόλων που απασχόλησε το Βατάτζη στη Μικρά Ασία. Η μογγολική προέλαση ωστόσο άφησε άθικτη την αυτοκρατορία της Νίκαιας, ενώ ταυτόχρονα την απάλλαξε από τον τούρκο αντίπαλό της που κατέστη φόρου υποτελής στους Μογγόλους το 1243 και αποδυνάμωσε αισθητά το βουλγαρικό κράτος. Επενέβη τότε πάλι ο Βατάτζης στα Βαλκάνια και επωφελούμενος από το θάνατο του βούλγαρου τσάρου Κολιμάν (1241-46) εξέτεινε την κυριαρχία του στη Θράκη ως τις πηγές του ποταμού Έβρου και στη Μακεδονία ως τον Αξιό. Τέλος, στράφηκε κατά της Θεσσαλονίκης, όπου τον κάλεσαν οι δυσαρεστημένοι με το διάδοχο του Ιωάννη Αγγέλου, το δεσπότη Δημήτριο (1244-46) και την κατέλαβε οριστικά το 1246.

ΣΧΕΣΕΙΣ ΝΙΚΑΙΑΣ – ΗΠΕΙΡΟΥ

Η Ήπειρος μετά την ήττα του Θεόδωρου Δούκα στη μάχη της Κολοκοτνίτσας το 1230 αποσχίστηκε από τη Θεσσαλονίκη και αποτέλεσε χωριστό κράτος με ηγεμόνα το Μιχαήλ Β', εξώγαμο γιο του Μιχαήλ Α'. Ο Βατάτζης έκλεισε συμμαχία με το Μιχαήλ Β' την οποία επισφράγισε ο γάμος της εγγονής του Ιωάννη Μαρίας με το γιο του Μιχαήλ Νικηφόρο το 1249. Το 1251 ωστόσο ο Μιχαήλ διέλυσε τη συμμαχία και επιχείρησε να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Η έκβαση του πολέμου όμως δεν ήταν ευνοϊκή για τον ηγεμόνα της Ηπείρου. Οι στρατηγοί του προσχώρησαν στο Βατάτζη και έτσι αναγκάστηκε να δεχθεί την ειρήνη στη Λάρισα (1252) και να παραδώσει στον Ιωάννη Γ' τα Βελεσά και τον Πρίλαπο. Σε αντάλλαγμα για τις παραχωρήσεις ο ηγεμόνας της Ηπείρου και ο γιος του πήραν από το Βατάτζη τον τίτλο του δεσπότη.

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΙΕΣ

Το πλαίσιο των διπλωματικών ενεργειών του Ιωάννη Γ' Βατάτζη για την ενίσχυση της δύναμής του εναντίον των Λατίνων τοποθετείται η συνεννόηση και η συμμαχία με τον εχθρό του πάπα, Φρειδερίκο Β' Hohenstaufen της Γερμανίας. Τη συμμαχία επισφράγισε ο γάμος του Ιωάννη Γ' Βατάτζη με τη δωδεκάχρονη εξώγαμη κόρη του Φρειδερίκου Β' Κωνσταντία που έγινε πιθανότατα το 1244. Η συμμαχία αυτή ωστόσο δεν προσπόρισε σημαντικά οφέλη στην αυτοκρατορία της Νίκαιας. 

Μετά λοιπόν το θάνατο του Φρειδερίκου (1253) συνεχίστηκαν οι συζητήσεις για την εκκλησιαστική Ένωση με τη Ρώμη που είχαν οδηγηθεί σε αδιέξοδο το 1234. Ο πάπας Ιννοκέντιος Δ' (1243-54) φαινόταν τώρα πρόθυμος να θυσιάσει την εξασθενημένη λατινική αυτοκρατορία, προκειμένου να πετύχει την Ένωση με τη Βυζαντινή Εκκλησία και ο Βατάτζης την ανεξαρτησία της, προκειμένου να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη.

Οι πολιτικές συνθήκες όμως δεν ευνόησαν και αυτή τη φορά την πραγματοποίηση της Ένωσης, ενώ τις διαπραγματεύσεις τερμάτισε ο ταυτόχρονος σχεδόν θάνατος του Ιωάννη Γ' από επιληψία, του Ιννοκέντιου Δ' και του βυζαντινού πατριάρχη Μανουήλ Β' (1244-55) το 1254. Με την αποτελεσματική εξωτερική πολιτική ο Ιωάννης Γ' Βατάτζης κατάφερε να διπλασιάσει τα εδάφη της αυτοκρατορίας, συνέτριψε τους εξωτερικούς εχθρούς της, αποδυνάμωσε τους έλληνες αντιπάλους της και προλείανε το έδαφος για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης. 

Παρόλο που τον τελικό θρίαμβο έμελλε να πραγματοποιήσει κάποιος άλλος μπορούμε να πούμε ότι η τιμή για την αποκατάσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας ανήκει σ' αυτόν τον αυτοκράτορα κυρίως.
____________________________
Αύριο η συνέχεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: