25 Φεβρουαρίου, 2011

Συνέντευξη Γ. Παπακωνσταντίνου, Υπουργού Οικονομικών μετά τα Συμβούλια Eurogroup και Ecofin στις Βρυξέλλες 24/2/2011

image

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Καλησπέρα. Χθες, στο Eurogroup, έγινε μία εκτενής συζήτηση γύρω από το Ελληνικό Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής και την πορεία της οικονομίας της Ελλάδας. Η αποτίμηση, τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όσο και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι θετική, όπως ξέρουμε, εδώ και αρκετές ημέρες.

Πλέον, δίνεται έμφαση στο ζήτημα της υλοποίησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο, που θα δώσει την δυνατότητα στη χώρα μας να μειώσει το έλλειμμά της από τα 17 δισ., που θα είναι στο τέλος του 2011, στα έξι δισ., που θα είναι στο τέλος του 2014. Έγινε μία εκτενής συζήτηση γι’ αυτό.

Εξήγησα πως η ελληνική κυβέρνηση ξεκινά έναν ουσιαστικό διάλογο με τα άλλα πολιτικά κόμματα και με τις κοινωνικές δυνάμεις. Η σημασία του διαλόγου τονίστηκε από πολλούς γύρω από το τραπέζι, έτσι ώστε να επιτευχθεί στο μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό μία συναίνεση γύρω από τις αναγκαίες προσαρμογές και αλλαγές, που πρέπει να γίνουν.

Δυστυχώς, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης έσπευσε, μερικά μόλις λεπτά αφότου πήρε την πρόσκληση σε διάλογο, να απαντήσει ότι δεν σκοπεύει να έρθει σε ένα τραπέζι διαλόγου, για να συζητήσουμε πώς θα μειωθούν τα ελλείμματα τα επόμενα χρόνια και θα ξαναφέρουμε την χώρα σε μία πορεία βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής.

Στην παρέμβασή μου έκανα μία ανασκόπηση της πορείας των τελευταίων μηνών, της πρωτοφανούς προσπάθειας που έχει γίνει, όχι από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά από τους Έλληνες πολίτες. Μία προσπάθεια που αποτυπώθηκε στη μείωση του ελλείμματος κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες, το 2010, κάτι που δεν έχει γίνει από καμία άλλη χώρα της Ευρωζώνης μέσα σε ένα χρόνο και δείχνει ακριβώς τη μεγάλη προσπάθεια, για να μπορέσουμε να χτυπήσουμε το πρόβλημα του ελλείμματος από το πρώτο έτος.

Αναφέρθηκα στις διαρθρωτικές αλλαγές, που ήδη, έχουν νομοθετηθεί, αλλά και αυτές που είναι σε διαδικασία νομοθέτησης και, βέβαια, σε αυτά που έρχονται, από εδώ και πέρα. Ακόμα, στο γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση παραμένει απόλυτα προσηλωμένη στην εφαρμογή ενός ευρέος προγράμματος διαρθρωτικών αλλαγών, όπως επίσης και στο ζήτημα του χειρισμού του μεγάλου επιπέδου του δημοσίου χρέους, όχι μόνο μέσα στην περίοδο του προγράμματος, δηλαδή μέχρι το 2013, αλλά και μετά. Όλοι ξέρουμε ότι το χρέος μειώνεται με πρωτογενή πλεονάσματα. Αυτά δημιουργούμε και θα έχουμε από του χρόνου.

Το χρέος μειώνεται με ανάπτυξη και αυτή προσπαθούμε να δημιουργηθεί, με τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές, που έχουμε ξεκινήσει και, βεβαίως, το χρέος μπορεί να μειωθεί, επίσης, και από ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας.

Έχουμε μιλήσει επανειλημμένα για το ζήτημα αυτό και η κυβέρνηση έχει πάρει αποφάσεις, τις οποίες έχει ανακοινώσει. Αποφάσεις που αφορούν τόσο σε συγκεκριμένες αποκρατικοποιήσεις, όσο και στην αποτύπωση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, για μία σωστή πολιτική αξιοποίησής της, χωρίς βεβαίως να μπαίνουμε στη λογική της πώλησης της δημόσιας γης. Εδώ, ξέρετε ότι η κυβέρνηση έχει αναφερθεί σε ένα στόχο 50 δισ. ευρώ.

Ο στόχος αυτός είναι πέρα από το τέλος του προγράμματος, δεν αφορά συνεπώς στο πρόγραμμα, αφορά στην πολιτική μας, για τα επόμενα χρόνια. Είναι ένας στόχος που σηματοδοτεί τη βούλησή μας να φύγουμε από μία λογική ότι οι προσαρμογές γίνονται μέσα από μειώσεις μισθών και συντάξεων, αυξήσεις φόρων, και να πάμε σε μία λογική που λέει ότι, μεσοπρόθεσμα, η χώρα χρειάζεται βαθιές τομές, διαρθρωτικές αλλαγές και τολμηρές αποφάσεις, για να ελέγξουμε το μεγαλύτερο πρόβλημά της, που είναι το ύψος του δημοσίου χρέους.

Θέλω, επίσης, κλείνοντας το ζήτημα της ελληνικής συζήτησης, να αναφερθώ και σε δύο θέματα που είναι σημερινής επικαιρότητας. Το πρώτο έχει να κάνει με τα μακροοικονομικά στοιχεία, τα οποία ανακοίνωσε σήμερα η ελληνική Στατιστική Αρχή. Αυτά τα μακροοικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι η ύφεση, το 2010, ήταν μεγαλύτερη από αυτήν, η οποία προβλεπόταν, πριν από μερικούς μήνες. Και όμως υπάρχει ένα πάρα πολύ θετικό στοιχείο, στο οποίο πρέπει να σταθούμε.

Αυτό είναι ότι κάθε τρίμηνο περιορίζεται το βάθος της ύφεσης. Το πρώτο τρίμηνο του 2010, το ΑΕΠ μειώθηκε 1,9% , το δεύτερο τρίμηνο μειώθηκε 1,8%, το τρίτο τρίμηνο μειώθηκε 1,7% και το τέταρτο τρίμηνο μειώθηκε 1,4%. Έχουμε, δηλαδή, μία σταδιακή βελτίωση της κατάστασης, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία που έχουμε από τις εξαγωγές, που δείχνουν αύξηση πάνω από 8% για το περασμένο έτος και μία εκρηκτική, θα έλεγα, αύξηση κατά τους τρεις τελευταίους μήνες του 2010.

Επίσης, σήμερα, εκδώσαμε με επιτυχία τρίμηνα έντοκα γραμμάτια με επιτόκιο 3,85% έναντι 4,1%, την τελευταία φορά, με σημαντική κάλυψη και προερχόμενη άνω του 60% από αγοραστές εκτός Ελλάδας. Tο δεύτερο μεγάλο θέμα, το οποίο συζητήθηκε, τόσο χθες, στο Eurogroup, όσο και σήμερα, στο Ecofin, είναι η προσπάθεια της E.E. και της Ευρωζώνης, να βρεθεί μια συνολική λύση για το θέμα της σταθερότητας του συστήματος. Εδώ, είναι σαφές ότι υπάρχουν δύο ζητήματα τα οποία συνδέονται.

Είναι η ενίσχυση της  ανταγωνιστικότητας, συνολικά για την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., αλλά και για κάθε χώρα, και ταυτόχρονα, τα θέματα που αφορούν στη διαχείριση των δημόσιων υλικών, αλλά και στα εργαλεία εκείνα,  για να αποφευχθούν κρίσεις, όπως αυτές που είχαμε με την Ελλάδα, με την Ιρλανδία ή με κάποια άλλη χώρα.Εδώ, λοιπόν, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι απολύτως σαφής. Την έχει αποτυπώσει, καταρχάς, ο Πρωθυπουργός στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, την επανέλαβα και εγώ, χθες.

Ως προς το  Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει μια επίσημη πρόταση στο τραπέζι, η γενική κατεύθυνση στην οποία κινείται η δημόσια συζήτηση είναι μια κατεύθυνση με την οποία εμείς συμπορευόμαστε. Θεωρούμε ότι, σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, έχουμε ενσωματώσει στις πολιτικές μας, ήδη, αρκετά από τα ζητήματα που τίθενται στο δημόσιο διάλογο, όχι όλα, όμως μερικά ζητήματα θέλουνε μεγάλη συζήτηση, γιατί η κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητές της και αυτές, βεβαίως, πρέπει να προσεχθούν.

Σε δεύτερο επίπεδο, είναι το ζήτημα του συνολικού πακέτου για την σταθερότητα του Ευρώ. Εδώ, επαναλάβαμε την πάγια θέση μας. Η θέση μας είναι ότι στην τελική συμφωνία, πρέπει να υπάρξει μια μεγαλύτερη χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού ως το 2013, μεγαλύτερη ευελιξία σε αυτόν τον μηχανισμό, έτσι ώστε να μπορεί να παρεμβαίνει στη πρωτογενή και δευτερογενή αγορά και να φτάνει με  τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην επαναγορά χρέους, σε όσες χώρες ενδιαφέρονται, με καλύτερους όρους δανεισμού - γιατί είναι σαφές  ότι οι σημερινοί όροι,  όπως συμφωνήθηκαν, για να αποφευχθούν ζητήματα ηθικού κινδύνου τότε, μπορούν να βάλουν σε κίνδυνο το ζήτημα της μεσοπρόθεσμης βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους,  άρα τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού.

Και βέβαια, υπάρχει το ζήτημα της επιμήκυνσης του προγράμματος των 110 δισ., το οποίο, επί της αρχής, έχει συμφωνηθεί και θα αποτελέσει μέρος του συνολικού πακέτου. Να σημειώσω ότι, χθες, υπήρξε μια πρώτη απόφαση όσον αφορά στον ευρωπαϊκό μηχανισμό μετά το 2013, και είναι θετικό το σύνολο των χωρών της Ευρωζώνης να έχουν εκείνα τα μέσα, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τυχόν προβλήματα.

Έχουμε, όμως, ακόμη, πολύ δουλειά μπροστά μας, μέχρι τη Σύνοδο του Μαρτίου, για να καταλήξουμε σε ένα συνολικό πακέτο, να δώσουμε μια συνολική απάντηση και να συμφωνήσουν όλες οι χώρες. Οι προκλήσεις είναι μεγάλες, δεν πρέπει απλώς να φτάσουμε τις προσδοκίες, αλλά να τις υπερβούμε. Γιατί είναι σημαντικό να δοθεί μια πειστική απάντηση. Βεβαίως, κάθε χώρα αναλαμβάνει τις δικές της υποχρεώσεις, όπως έχει κάνει η Ελλάδα με το δικό της το πρόγραμμα και έχει μια συνολική απάντηση σε επίπεδο Ευρωζώνης.

Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, είπατε ότι θα μπορεί να παρεμβαίνει στη πρωτογενή και δευτερογενή αγορά και να αγοράζει ομόλογα από τις χώρες οι οποίες έχουν πρόβλημα…

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Είπα ένα από τα ζητήματα που βρίσκονται στο δημόσιο διάλογο και εμείς το στηρίζουμε είναι η δυνατότητα επαναγοράς χρέους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτή η επαναγορά για τους ομολογιούχους θα είναι εθελουσία ή θα είναι …

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, γιατί είναι μια συζήτηση σε εξέλιξη. Ας αρκεστούμε στις επικεφαλίδες, αυτή τη στιγμή, διότι η υπερβολική δημόσια συζήτηση για τις λεπτομέρειες, καμιά φορά, τείνει να ακυρώσει και τις όποιες αποφάσεις μπορούν να παρθούν. Αλλά, είναι προφανές ότι μιλάμε για εθελουσία και όχι για εξαναγκαστική.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, σε σχέση με την επιμήκυνση ποιος είναι ο στόχος που βάζουμε; Να είναι ανάλογος του χρόνου αυτού της Ιρλανδίας ή δεν έχουμε;

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Κοιτάξτε, είναι προφανές ότι για λόγους που δεν χρειάζεται  να εξηγήσω, οποιαδήποτε απόφαση παρθεί, θα αφορά και στις δύο χώρες που είναι σε μηχανισμό στήριξης, παρά το γεγονός ότι οι δύο μηχανισμοί είναι διαφορετικοί. Άρα, λοιπόν, μιλάμε για εναρμόνιση με την Ιρλανδία. Από εκεί και πέρα, θα δούμε ποιο είναι το καλύτερο που μπορούμε να πετύχουμε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δηλαδή έντεκα χρόνια είναι της Ιρλανδίας, αν δεν κάνω λάθος;

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Ναι, της Ιρλανδίας είναι έντεκα χρόνια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εμείς είμαστε πέντε.

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Βεβαίως, όπως ξέρετε, έχουν πέσει στο τραπέζι και άλλες ιδέες. Δεν μπορώ να πω, αυτή τη στιγμή, ότι αυτές οι ιδέες, για ακόμη μεγαλύτερη επιμήκυνση, συγκεντρώνουν, αν θέλετε, μια πλειοψηφία. Υπάρχουν και άλλες ιδέες πάνω στο τραπέζι για μεγαλύτερη περίοδο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, μπορείτε να μας πείτε για την ελληνική κυβέρνηση ποια από τα αφορούντα  σενάρια επαναγοράς. Μπορείτε να μας πείτε πολύ συγκεκριμένα ποιος;

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Νομίζω πως έβαλα τα βασικά κεφάλαια και τους βασικούς στόχους, τους οποίους θα θέλαμε να πετύχουμε. Είμαστε, όμως, σε μια διαπραγμάτευση. Άρα, εφόσον είμαστε σε μια διαπραγμάτευση, θα μου επιτρέψετε να μείνω σε αυτά τα βασικά  κεφάλαια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχουν μηχανισμοί που αυτό το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων που είναι και πρωτόγνωρο και με το χρονικό όριο και με το ποσό να εξασφαλίζουν κάποια διαφάνεια και κάποια αποτελεσματικότητα;

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Αναφέρεστε στο ζήτημα, το οποίο συγκεντρώνει πολλή συζήτηση τις τελευταίες ημέρες. Νομίζω ότι είναι χρήσιμο να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Κατ’ αρχήν, η συζήτηση για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου δεν είναι μια συζήτηση που άρχισε χθες. Είναι μια συζήτηση που η κυβέρνηση έχει βάλει στο τραπέζι, εδώ και αρκετό καιρό.

Υπάρχουν αποφάσεις συγκεκριμένων κυβερνητικών οργάνων. Να σημειώσω τις αποφάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής για την δημιουργία θεσμικών μηχανισμών, όπως είναι μια Γενική Γραμματεία που θα κάνει το συντονισμό. Για τη δημιουργία επενδυτικών σχημάτων, στα οποία θα μπορούν να εντάσσονται τα ακίνητα του Δημοσίου, που είναι προς αξιοποίηση.

Να σημειώσω τον κατάλογο των δέκα πρώτων ακινήτων, που έχουν δημοσιευθεί. Να σημειώσω τη δημιουργία της «Ελληνικόν ΑΕ» και, βεβαίως, να θυμίσω και το πλαίσιο, το οποίο πάντα βάζουμε.

Δεν μιλάμε για πώληση δημόσιας γης. Ουδείς πουλάει τους αιγιαλούς μας, τα βουνά και τις ραχούλες. Μιλάμε για αξιοποίηση, η οποία φέρνει έσοδα στο Δημόσιο, αλλά, το πιο σημαντικό απ’ όλα, λειτουργεί και αναπτυξιακά. Και εδώ, βρίσκω εξαιρετικά ανεύθυνη τη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, η οποία δια στόματος του Προέδρου της, του κ. Σαμαρά, είχε μιλήσει σε δημόσια εκδήλωση για έσοδα 50 δισ. μέσα σε δύο χρόνια. Δηλαδή πότε; Μέσα στο πλαίσιο του μνημονίου.

Να γίνει, δηλαδή  αυτός ο στόχος, «μνημονιακός» στόχος, όταν εμείς μιλούμε για μια μεγαλύτερη περίοδο και για έναν στόχο, ο οποίος είναι ενδεικτικός. Να θυμίσω τις αναφορές στενών συμβούλων του κ. Σαμαρά, που μιλούν για την πώληση 90-100 δισ. ακίνητης περιουσίας. Άρα, λοιπόν, έχουμε μια κυβέρνηση, η οποία, με στόχο και σταθερά βήματα, έχοντας πάρει ήδη αποφάσεις, πηγαίνει και στο επόμενο βήμα. Βάζει ένα μεσοπρόθεσμο στόχο που ξεπερνά το πρόγραμμα, γιατί είναι δική της απόφαση, κανενός άλλου.

Βάζει έναν τέτοιο στόχο, για να δώσουμε στους Έλληνες πολίτες μια λύση, η οποία μειώνει το δυσβάσταχτο δημόσιο χρέος. Μια λύση που είναι αναπτυξιακή. Μια λύση που φέρνει έσοδα στο Δημόσιο. Άρα, μια λύση που, κατά κανέναν τρόπο, δεν έχει να κάνει με οποιοδήποτε τρόπο εκποίησης δημόσιας περιουσίας.

Αυτή η συζήτηση, λοιπόν, πρέπει να γίνει και να γίνει συντεταγμένα. Είναι προφανές ότι υπήρξαν χειρισμοί της τρόικας, για τους οποίους η κυβέρνηση εκφράστηκε με σαφέστατο τρόπο. Είναι προφανές ότι το επικοινωνιακό μοντέλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε, μέχρι τώρα, δεν μπορεί να συνεχιστεί. Τις αποφάσεις τις ανακοινώνει η ελληνική κυβέρνηση και είναι αποφάσεις που αφορούν στην ελληνική κυβέρνηση. Το περιεχόμενο αυτών των αποφάσεων δεν το καθορίζει κανένας άλλος, εκτός από την ελληνική κυβέρνηση.

Ευχαριστώ πολύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: