Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Ἱερώνυμε,
Ἡ τοπική Ἐκκλησία τῆς Κερκύρας, τῶν Παξῶν καί τῶν Διαποντίων Νήσων, ὁ ἐπίσκοπός της, ὁ κλῆρος, οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές, οἱ ἄρχοντες καί ὁ λαός, σᾶς ὑποδέχονται σήμερα ὄχι μόνο ὡς τόν Προκαθήμενο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί ὡς τέκνα ἀγαπητά σας, ὡς «συγκοινωνοί ἐν τῇ θλίψει καί βασιλείᾳ καί ὑπομονῇ ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ» (Ἀποκ. 1,9). Περιποιεῖ ἰδιαιτέρα τιμή γιά τόν τόπο μας καί εἶναι μεγάλη ἡ χαρά μας διότι ἔρχεστε ἐπισήμως στό νησί τοῦ Ἁγίου καί Θαυματουργοῦ Σπυρίδωνος, γιά πρώτη φορά μετά τήν ἐκλογή σας στόν πρῶτο θρόνο τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἰς διαδοχήν τοῦ μακαριστοῦ μας πνευματικοῦ πατρός Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, τοῦ θεοπροβλήτου καί λαοφιλοῦς, ὁ ὁποῖος πολλά εἰργάσθη ὄχι μόνο γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί γιά τήν πατρίδα μας. Γιά τήν πίστη μας ὅμως ὁ χρόνος δέν σταματᾶ στό παρελθόν. Κάθε διαδοχή γίνεται «καιρός εὐπρόσδεκτος» (Β’ Κορ. 6,2) καί κάθε πρόσωπο ἔχει τά δικά του χαρίσματα, τά ὁποῖα καί τό ἴδιο διαθέτει καί μοιράζεται ἐπ’ ἀγαθῷ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ὁ κάθε ἕνας μας καλεῖται μέ σεβασμό νά παραδειγματιστεῖ, νά μιμηθῆ καί νά συμπορευθῆ μέ τό διακονοῦν πρόσωπο, συναγωνιζόμενος «τόν καλόν ἀγῶνα» (Β’ Τιμ. 4,7) .
Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σᾶς ἀνέδειξε Ἀρχιεπίσκοπο σέ μία ἐποχή μεγάλης κρίσεως, ὄχι μόνον οἰκονομικῆς, ἀλλά, κυρίως, ἠθικῆς καί πνευματικῆς. Καθώς διαπιστώνουμε καί βιώνουμε ὁλοένα καί περισσότερο τίς συνέπειες αὐτῆς τῆς κρίσεως, ἔχουμε τήν αἴσθηση ὅτι «τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπε Ἀρχιερεύς» (Ἑβρ. 7, 26). Τό ταπεινό σας φρόνημα, ἡ ἀγάπη πού διακονεῖ καί δέν ἐξουσιάζει, ἡ κατανόηση τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία δείχνει στίς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ καί τῆς κοινωνίας, οἱ ὁραματισμοί ἀνακουφίσεως τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου, τούς ὁποίους ἀγωνίζεσθε νά ὑλοποιήσετε, ἡ πραότητα καί ἡ μακροθυμία σας δείχνουν σέ ὅλους μας ἕναν δύσβατο δρόμο.
Γιά κάποιους αὐτός ὁ δρόμος, ἐκτός ἀπό στενός καί τεθλιμμένος, ἴσως φαίνεται βραχυπρόθεσμα νά μήν ἀνταποκρίνεται στό θυμικό τῆς καθημερινότητος, πού ζητᾶ ἄμεσες ἀντιδράσεις, κριτική καί ἀπόρριψη, ἀλλά μακροπρόθεσμα ἐλπίζουμε ὅτι θά ἀποδειχθῆ ὁ πλέον ὠφέλιμος, διότι διαφυλάττει τήν ἑνότητα καί ὁμόνοια τοῦ λαοῦ μας μας, καί, παράλληλα, δείχνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀκολουθώντας τήν μακραίωνη παράδοση τῆς συναλληλίας καί τῆς συμπορεύσεως, στηρίζει τήν κοινωνία, ἀκόμη καί στήν φανέρωση τῶν μεγάλων ἀποτυχιῶν της, γιά τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι συνυπεύθυνη, διότι ἐγκαίρως ἔκρουε τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου, καί διά λόγων καί διά ἔργων. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ παρά νά συμπάσχει μέ τά παιδιά της. Καί στήν δύσκολη πραγματικότητα τήν ὁποία ὅλοι βιώνουμε, ἐσεῖς χαράξατε αὐτόν τόν δρόμο: διά τοῦ περισσεύματος ἤ τοῦ ὑστερήματος τῆς Ἐκκλησίας νά γίνεται πράξη ὁ ἀποστολικός λόγος: «χαίρειν μετά χαιρόντων καί κλαίειν μετά κλαιόντων. Τό αὐτό εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες. Μή τά ὑψηλά φρονοῦντες, ἀλλά τοῖς ταπεινοῖς συνεπαγόμενοι» (Ρωμ. 12, 15-16).
Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς σᾶς διαβεβαιώνουμε σήμερα πού σᾶς ἔχουμε κοντά μας: Ναί, εἴμαστε συγκοινωνοί σας στήν θλίψη γιά τήν κρίση πού διέρχεται ὁ λαός μας, ἡ ὁποία φανεροῦται στό ζῆν, ἀλλά ἔχει τίς ρίζες της στόν ἀλλότριο τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι καί πράττειν, στήν ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν παράδοσή μας στήν πλεονεξία, στήν περιφρόνηση τῆς νηστείας καί τήν υἱοθέτηση τῆς φιληδονίας ὡς δικαιωματικῆς στάσεως ζωῆς, στήν ἄρνηση τῆς μεταμορφωτικῆς δυνάμεως τῆς πίστεως καί στήν πεποίθηση «ἐπί τῆ γνώσει τῆ φυσιούσῃ» (Α’ Κορ. 8,1).
Εἴμαστε συγκοινωνοί σας στήν ὑπομονή τήν ὁποία πρῶτος ἐσεῖς, ὡς Προκαθήμενος δείχνετε, στίς κάθε λογῆς ἀνοίκειες ἐπιθέσεις κατά τῆς Ἐκκλησίας. Στήν ἀπαξίωση τῆς παρουσίας της στήν κοινωνία. Στήν ἀπόδοση σ’ αὐτήν τῆς εὐθύνης νά λειτουργεῖ μόνον ὡς ὑποκατάστατο τοῦ κράτους στόν τομέα τῆς προνοίας, χωρίς ὅμως νά ἔχει δικαίωμα νά ἐκφράζεται γιά τό ἀρρωστημένο ἦθος, τό ὁποῖο ὁδήγησε στήν κρίση. Στήν σύνδεσή της μέ ἰδεοληψίες ὅτι ὑπάρχει δῆθεν γιά νά καθηλώνει τούς ἀνθρώπους στό παρελθόν, σέ μία ἐποχή πού οἱ κάθε λογῆς νεωτεριστές διακηρύσσουν «τόν θάνατο τοῦ Θεοῦ». Στόν θόρυβο μέ τόν ὁποῖο οἱ ἔχοντες καί κατέχοντες τήν ἰδεολογική ἐξουσία ζητοῦν τήν ὁριστική ἀποκοπή τῆς νεολαίας μας ἀπό ὁποιαδήποτε ἐπαφή μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη, μέ τήν περιφρόνηση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, μέ τήν ἄρνηση ἀκόμη καί τῆς παρουσίας τῶν συμβόλων στήν παιδεία καί τήν δημόσια ζωή, ἀλλά καί τήν εἰρωνική ἀντιμετώπιση ὅσων ζητοῦν νά παραμείνουν πιστοί στίς ἀξίες πού μᾶς βοήθησαν νά παραμείνουμε πνευματικά ἐλεύθεροι.
Εἴμαστε συγκοινωνοί σας στόν ἀγώνα σας γιά νά διακηρυχθῆ τό μήνυμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Στήν μαρτυρία τοῦ ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ κόσμου μας. Ὅπου δέν θά ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα σέ «Ἰουδαῖο καί Ἕλληνα, δοῦλο καί ἐλεύθερο, ἄρσεν καί θῆλυ» (Γαλ. 3, 28). Γιά μία κοινωνία ὅπου δέν θά ἐπιβάλλεται διά τοῦ φόβου ἡ ἰσότητα, ἀλλά διά τῆς ἀγάπης θά καλλιεργοῦνται οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά παύουν νά ἐκμεταλλεύονται τόν πλησίον καί νά ἀνίστανται ἀπό τόν θάνατο τόν ὁποῖο καθημερινά βιώνουμε ἐντόνως, τόσο βιολογικά, ὅσο καί κοινωνικά καί πνευματικά. Καί εἶναι ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Ἀγάπη τά μηνύματα τῆς πίστεώς μας, τά ὁποῖα καί ἐμεῖς ἐδῶ στό νησί μας ἀγωνιζόμαστε νά διακηρύξουμε, σταυρούμενοι καί ἀναλισκόμενοι ὑπέρ τοῦ ποιμνίου μας.
Καί δέν θά μπορούσαμε νά κάνουμε ἀλλιῶς, παρά νά εἴμαστε συγκοινωνοί σας, Μακαριώτατε, διότι αὐτή εἶναι ἡ παραγγελία τοῦ μεγάλου μας Ἀγίου καί προστάτου τῆς νήσου καί τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τοῦ θαυματουργοῦ Σπυρίδωνος. Ὁ Ἄγιός μας, πού ἀπό τό 1456 φιλοξενεῖται στήν Κέρκυρα, δοκίμασε τήν θλίψη τοῦ λαοῦ του, τήν φτώχεια, τήν ἀκαταστασία, τόν πνευματικό λιμό, τίς ἐπιδρομές τῶν βαρβαρικῶν φύλων, δοκίμασε ἀκόμη τήν λύμη τῶν αἱρέσεων καί τῆς περιφρονήσεως τῆς ἀληθείας, ἀλλά καί ἄφησε παρακαταθήκη τόν ἀγώνα του ὑπέρ τῆς πίστεως. Καί στήν θεωρία καί στήν πράξη ἀναλώθηκε γιά τήν ἀκεραιότητα τοῦ δόγματος, ἔγινε τύπος τῆς προσευχῆς καί τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, τό ὑπόδειγμα τοῦ ἤθους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ πού φανεροῦται στήν ἀγάπη, ἐνῶ, καί μετά θάνατον, ἐξακολουθεῖ νά μαρτυρῆ περί τῆς Ἀναστάσεως μέ τό σεπτό του σκήνωμα, τό ὁποῖο παραμένει ἀδιαλώβητο, γιά νά θυμίζει στόν καθέναν προσκυνητή του ὅτι «ζῆ Κύριος» (Βασ. Δ 2, 2)’ καί νά πιστοῦται «τήν κοινήν ἀνάστασιν, ψυχῶν καί σωμάτων».
Αὐτοῦ τοῦ μεγάλου Ἀγίου, πού τόν ἀποδέχεται ὄχι μόνο ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλά καί ὁ χριστιανικός κόσμος τῆς Δύσεως, προσκυνητής ἤρθατε κι ἐσεῖς Μακαριώτατε. Γιά νά προστεῖτε τῶν ἀκολουθιῶν τῆς πανηγύρεως, τήν ὁποία ἡ παράδοση τοῦ τόπου ἔχει ὁρίσει νά τελεῖται στήν ἀκμή τοῦ θέρους, ὥστε ὄχι μόνον ὁ λαός τοῦ νησιοῦ μας, ἀλλά καί οἱ κάθε λογῆς καί προσκυνητές καί περιηγητές, νά διαπιστώνουμε ὅτι χάρις στά ἱερά καί τά ὅσια τῆς πίστεώς μας, χάρις στίς μορφές τῶν Ἁγίων μας καί τήν ζωντανή σχέση τῆς λαϊκῆς εὐσεβείας μαζί τους, διασώθηκε ἐλεύθερος ὁ τόπος μας καί νά μήν ἀποκάμουμε στήν ἐποχή τῆς συγχρόνου κρίσεως, διότι μόνο στήν πίστη ὑπάρχει ἐλπίδα.
Σᾶς ὑποδέχονται σήμερα, Μακαριώτατε, σύμπας ὁ ἱερός κλῆρος, οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές μας, οἱ ἄρχοντες ἀλλά καί τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἐδῶ στήν Κέρκυρα, ἕνα νησί ἁγίων καί παραδόσεων, τίς ὁποῖες ἀγωνιζόμαστε νά διακρατήσουμε εἰς πεῖσμα τῶν καιρῶν, πού διαμορφώνουν ἕνα μονότροπο ἦθος, αὐτό τῆς παγκοσμιοποιήσεως. Δεν λειτουργοῦμε φοβικά, Μακαριώτατε, οὔτε δαιμονοποιοῦμε τήν πρόοδο καί τά ὅποια θετικά βήματα ὁ κόσμος πραγματοποιεῖ, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἔρθουν κοντά ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Οἱ Ἄγιοί μας, ὅμως, καί οἱ παραδόσεις μας, μᾶς διδάσκουν ὅτι γιά νά οἰκειωθῆ κανείς τήν πρόοδο τοῦ κόσμου, χρειάζεται νά γνωρίζη καί νά διαφυλάττη αὐτό πού ὁ ἴδιος εἶναι, γιά νά ἔρθη τελικά σέ γόνιμο διάλογο μέ τό «εἶναι» τοῦ ἄλλου, ὄχι γιά νά χωριστῆ ἤ νά τόν πολεμήση, ἀλλά γιά νά συνυπάρξη. Μόνο ἡ διατήρηση τοῦ πνευματικοῦ μας ἤθους θά μᾶς κρατήση ἀληθινά ἐλευθέρους καί δέν θά ἐπιτρέψη τήν ἀλλοτρίωση καί στήν πίστη.
Ὡς εὖ παρέστητε, Μακαριώτατε. Σᾶς εὐχαριστοῦμε ὁλοθέρμως γιά τήν ἀγάπη σας καί τήν ἀποδοχή τῆς προσκλήσεώς μας. Ὡς ἔνδειξη καί τῆς δικῆς μας ἀγάπης θά θέλαμε νά ἀποδεχθῆτε καί τό συμβολικό αὐτό δῶρο, μία ἀρχιερατική στολή, τήν ὁποία ὅταν θά τήν ἐνδύεσθε, θά γνωρίζουμε ὅτι θά μνημονεύετε στό ἐπίγειο θυσιαστήριο τήν τοπική Ἐκκλησία τῆς Κερκύρας, τόν ἐπίσκοπό της, τόν ἱερό κλῆρο, τούς μοναχούς καί τίς μοναχές, τούς ἄρχοντες καί τόν λαό της, καί θά εἴμεθα βέβαιοι ὅτι Κύριος ὁ Θεός, διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου καί θαυματουργοῦ Σπυρίδωνος, θά ἀντικαταπέμπη στόν καθέναν μας «τήν χάριν καί τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀμήν.
Κέρκυρα, 10 Αὐγούστου 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου