08 Ιουλίου, 2010

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ (5/7/2010).

ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΙΑ

ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Ανησυχία για την εκ μέρους των Ιεραρχών

της Κρήτης αποδοχή της τουρκικής πρότασης

για λήψη τουρκικής υπηκοότητας

Σεβασμιότατοι,

Με έντονη ανησυχία αντιμετωπίζουμε το ενδεχόμενο να λάβουν τουρκική υπηκοότητα οι Ιεράρχες της Εκκλησίας της Κρήτης, αποδεχόμενοι τη σχετική «προσφορά» της Τουρκίας. Η ανησυχία αυτή οφείλεται στην επίγνωση της Ιστορίας, η οποία μας διδάσκει ότι:

α) η Τουρκία δεν προσφέρει ποτέ τίποτα χωρίς σκοπιμότητα – δεν πρέπει λοιπόν να μας προβληματίσει το ότι φαίνεται τόσο «γενναιόδωρη» στην προκείμενη περίπτωση;

β) η Τουρκία επίσης δεν έπαψε ΠΟΤΕ να διεκδικεί την Κρήτη, και μάλιστα έντονα. Μέχρι τώρα διέθετε ως γέφυρα για τη Μεγαλόνησο τους ελληνόφωνους Τουρκοκρητικούς (στην πραγματικότητα απογόνους εξισλαμισμένων Ελλήνων, αλλά στην πράξη εκτουρκισμένων, ίσως και λόγω της δικής μας ολιγωρίας – όπως αφήνουμε ως χώρα να εκτουρκίζονται οι αδελφοί μας Έλληνες Πομάκοι της Θράκης), τώρα όμως επιχειρεί να αποχτήσει και δεύτερη γέφυρα, το να διοικείται η εν Κρήτη Ορθόδοξη Εκκλησία από Ιεράρχες που θα έχουν διπλή υπηκοότητα, ελληνική και τουρκική!...

Η εκτίμηση των συνεπειών από την αποδοχή της πρότασης αυτής, κατά την άποψή μας, είναι κάτι που υπερβαίνει τη σημερινή πραγματικότητα. Οι συνέπειες αυτές μπορεί να εκδηλωθούν στα προσεχή δέκα χρόνια, αλλά και στα προσεχή πενήντα ή εκατό χρόνια, όταν θα έχει ξεχαστεί ο τρόπος που ελήφθη η τουρκική υπηκοότητα και θα είναι ευκολότερο για τη γείτονα χώρα να διοχετεύσει στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια κοινότητα μύθους για δήθεν συνεχή τουρκική παρουσία στο νησί.

Εύκολα λοιπόν μπορεί κάποιος να υποψιαστεί ότι μεθοδεύεται η μετατροπή της Κρήτης σε Κύπρο. Οι παλιοί Κρητικοί γνώριζαν (και το είχαν αποτυπώσει σε τραγούδια και λαϊκές ρήσης, που δε θέλουμε να αναφέρουμε) ότι δεν πρέπει να πέφτουν σε παγίδες ανθρώπων που έχουν αποδειχτεί αφερέγγυοι, πολύ περισσότερο όταν είναι πλημμελώς καλυμμένες και συνεπώς ορατές.

Μην πέσετε λοιπόν, άγιοι Ιεράρχες, σε αυτή την παγίδα, γιατί είναι άγνωστο τι περιέχει – και μην ενεργήσετε, σας παρακαλούμε, ενάντια στη βούληση του ορθόδοξου κρητικού λαού, που (αν και επί του προκειμένου δεν ερωτήθηκε) είναι πάντα καχύποπτος με τις «γενναιοδωρίες» της γειτονικής μας χώρας.

Τα ανωτέρω τα γράφουμε με μεγάλη αγάπη και απεριόριστο σεβασμό, ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΚΡΙΤΙΚΗΣ Ή ΔΙΔΑΚΤΙΣΜΟΥ (πολλώ δε μάλιστα κακοπροαίρετου) προς την Ιεραρχία της Κρήτης, αλλά και πλήρη επίγνωση ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχουν εξουσιαστικοί θεσμοί και ένας λαϊκός κατοχυρώνεται θεσμικά να εκφράσει την άποψή του έναντι των αποφάσεων όχι μόνο ενός πατριάρχη (από την εκκλησιαστική ιστορία έχουμε αρκετά παραδείγματα απλών μοναχών, ακόμη και λαϊκών, που άσκησαν – καλοπροαίρετη και επιβεβλημένη – κριτική σε επισκόπους και πατριάρχες), αλλά ακόμη και μιας συνόδου.

Η υποστήριξη του αγίου Οικουμενικού μας Πατριαρχείου πρέπει αδιαμφισβήτητα να είναι ενεργός, αλλά να κινηθεί προς άλλες κατευθύνσεις. H αναγνώριση από πλευράς μας της οικουμενικότητας του Πατριαρχείου (σε αντίθεση με τις επιδιώξεις της Τουρκίας, που το θεωρεί αποκλειστικά τουρκικό ίδρυμα)  επιβάλλει  το λιγότερο την καταβολή κάθε δυνατής προσπάθειας, ώστε οι υπαγόμενοι στη δικαιοδοσία του Ιεράρχες να μπορούν να εκλεγούν στη θέση του Οικουμενικού Πατριάρχη χωρίς προϋποθέσεις.

Επ’ αυτού, επαναλαμβάνουμε τις ορθές επισημάνσεις του Ρεθεμνιώτη νομικού και ευσεβούς χριστιανού κ. Μανώλη Εγγλέζου Δεληγιαννάκη στο άρθρο του «Τούρκοι υπήκοοι οι Κρητικοί Ιεράρχες: Νίκη ή ήττα;». Γράφει: «Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Πατριαρχείο στην Πόλη είναι γνωστό: Δεν αναγνωρίζεται από το Τουρκικό κράτος η οικουμενικότητά του, θεωρείται ένα ίδρυμα που απευθύνεται σε ορθόδοξους Τούρκους, και ως εκ τούτου οι ιεράρχες του πρέπει να είναι Τούρκοι υπήκοοι. Η θέση αυτή της Τουρκίας παραβιάζει τη συνθήκη της Λωζάννης και στερεί από την οικουμενική ορθοδοξία τη δυνατότητα να διαχειριστεί τα του οίκου της όπως θα έπρεπε.

Γιατί, σε συνδυασμό με την εξάλειψη της Πολίτικης Ρωμιοσύνης, που συστηματικά επεδίωξε η Τουρκία, δεν υπάρχει παραγωγή νέων ντόπιων στελεχών για το Πατριαρχείο, και είναι ορατός ο δι’ ασφυξίας θάνατός του. Αυτά έχουν γίνει πια τετελεσμένα, ενώ δεν έπρεπε. Η ανοχή της Ελλαδικής πολιτείας σε κάθε Τούρκικη πρόκληση μας έχει φέρει εδώ, και η απουσία στήριξης του χειμαζομένου Πατριαρχείου το έχει φέρει σε δεινή θέση. Ο Πατριάρχης είναι με την πλάτη στον τοίχο κυριολεκτικά.

Ακόμα χειρότερα, η Τουρκία έχει πια εντάξει το Πατριαρχείο στις επιδιώξεις της εξωτερικής της πολιτικής, ως μέσο πίεσης προς την Ελλάδα και τους απανταχού συναισθηματικά δεμένους μ’ αυτό ορθοδόξους. Χρησιμοποιώντας την απόλυτη εξουσία που ασκεί απέναντι σ’ αυτό, θέλει να το χρησιμοποιεί ως όργανο της προς επιδίωξη των γεωπολιτικών της φιλοδοξιών.

Η είδηση ότι η Τουρκία δέχεται να πολιτογραφήσει τους Ιεράρχες των Εκκλησιών που υπάγονται απευθείας στο Πατριαρχείο έγινε δεκτή ποικιλοτρόπως. Το σίγουρο είναι ότι πάτησε πάνω στην αποδοχή  από όλους μας της θέσης της ότι το Πατριαρχείο είναι Τούρκικος θεσμός κι όχι οικουμενικός, κι ότι απευθύνεται σε Τούρκους υπηκόους.

Εδώ λοιπόν μετράμε μια πρώτη ήττα. Γιατί το Πατριαρχείο είναι Οικουμενικό, και για να ασκήσει τη δραστηριότητα του δεν πρέπει να περιορίζεται σε Τούρκους μόνο υπηκόους, και η Τουρκία έχει την υποχρέωση να αφήσει ακώλυτη τη δραστηριότητά του.

Αποδεχόμενοι λοιπόν την πρώτη ήττα, υπάρχουν τα εξής δεδομένα: Αφήνουμε το Πατριαρχείο να σβήσει ή το στηρίζουμε; Βέβαια, το δίλημμα δεν περιορίζεται εκεί. Έχει προταθεί να μετεγκατασταθεί στο Άγιον Όρος κηρυσσόμενο σε διωγμό, να ασκηθούν πιέσεις για την αποκατάσταση της Οικουμενικότητάς του κ.λ.π. Επιπλέον, η φυσική απάντηση ΄΄Το στηρίζουμε΄΄, πρέπει να εξελιχθεί παραπέρα και να δούμε τις προοπτικές της. Κι αυτές είναι ανάλογες με το συσχετισμό δυνάμεων και τη βούληση για αντίσταση στις Τουρκικές ορέξεις.

Έτσι, αν η πολιτική μας είναι πολιτική υποταγής και αποδοχής των τετελεσμένων της Τουρκίας, η στήριξη στο Πατριαρχείο θα είναι στήριξη σε ένα θεσμό που η Τουρκία θέλει να χρησιμοποιήσει για την εμπέδωση της κυριαρχίας της επί της Ελλάδας, την είσοδο της στην Ευρώπη κ.λ.π. […]

Σήμερα, στα δεδομένα που ήδη παρουσιάσαμε, προστίθεται και η δημιουργία από τους Τούρκους […] ενός κλίματος κοινού ελληνοτουρκικού παρελθόντος της Κρήτης.

Η απόπειρα δημιουργίας μιας κοινής ΄΄Κρητικής΄΄ ταυτότητας κοινής για Έλληνες και Τουρκοκρητικούς,  που στοχεύει ευθέως στην απόσπαση της Κρήτης από τον εθνικό κορμό. Αυτό γίνεται από πλευράς Τουρκίας μέσα σε ένα κλίμα νοσταλγικό και συναισθηματικό, με βιντεάκια στο διαδίκτυο, ενώ οι ντόπιοι συνοδοιπόροι τους ψελλίζουν το σύνθημα της αυτονομίας, μιλούν για δημοψηφίσματα το 2012 και καλλιεργούν το σχετικό κλίμα.

Σ΄ αυτό το πλαίσιο, οι Κρητικοί ιεράρχες πολιτογραφούνται Τούρκοι πολίτες και έπονται και οι Δωδεκανήσιοι. Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η ενέργεια αυτή γίνεται από τους Ιεράρχες με καλές προθέσεις και με συγκεκριμένο στόχο, αυτόν της διάσωσης και της διαιώνισης του Πατριαρχείου. Είναι το ίδιο πέρα από κάθε αμφιβολία ότι τους Τούρκους δεν τους έπιασε ξαφνικά άγχος για το ίδιο θέμα.

Είναι χρέος λοιπόν των Ιεραρχών να μην επιτρέψουν να τους εντάξουν οι Τούρκοι στις ευρύτερες επιδιώξεις τους στην περιοχή. Αλλά αυτό δε μπορούμε να το απαιτούμε από αυτούς μόνο. Πρέπει να έχουν όλους μας από πίσω, τόσο το λαό μας όσο και την επίσημη πολιτεία. Αλλιώς, οι καλές προθέσεις θα αποδειχθούν κερκόπορτα δίχως καλά καλά να το καταλάβουμε.»

Με ειλικρινή σεβασμό, αλλά και έντονη ανησυχία

Βραχνάκη Ειρήνη
Γιάνναρης Στράτος
Δασκαλάκης Μάρκος
Κανιολάκης Ιωάννης
Κοπανάκη Αναστασία
Κουκουράβα Ευαγγελή
Μαυρουδή Μαρία
Μιχελουδάκης Αντώνιος
Ρηγινιώτης Θεόδωρος

Κρήτες θεολόγοι

Η επιστολή απευθύνεται προς:

Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης, Ηράκλειο.

Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, Ηράκλειο.

Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Κρήτης, έδρες τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: