Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: Η υπόθεση «Βατοπέδι» παραμένει ανοιχτή
- Παναγιότατε, η πλειονότητα του ελληνικού λαού, όπως καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, έχει αρνητικές εντυπώσεις γύρω από τη στάση του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου κ. Εφραίμ στο χειρισμό της γνωστής υπόθεσης με τις ανταλλαγές ακινήτων του Δημοσίου. Εκτιμάτε ότι αυτή η υπόθεση θα έχει γενικότερο αντίκτυπο στην εικόνα της Εκκλησίας και ειδικότερα για το μοναχισμό στην Αθωνική Πολιτεία;
Πολλάκις εις την Ιστορίαν της Εκκλησίας, του μοναχισμού και του Αγίου Ορους εσημειώθησαν πολλοί θόρυβοι και ταραχαί, φθόνω και συνεργεία του πονηρού. Τούτο είναι στοιχείον οφειλόμενον εις την ανθρωπίνην αδυναμίαν και τονίζει την ανθρωπίνην πλευράν του θεανθρωπίνου οργανισμού της Εκκλησίας. Ουχ ήττον, εις το τέλος η Χάρις του Αγίου Πνεύματος επεμβαίνει ποικιλοτρόπως και γίνεται γαλήνη μεγάλη, τόσον εις τον ευρύτερον μοναχικόν, αγιορειτικόν και εκκλησιαστικόν χώρον, όσον και εις τας συνειδήσεις των πιστών. Εχομεν σχετικήν πείραν υπερβαίνουσαν τας δύο χιλιετίας. Προσευχόμεθα εκτενώς περί της συγκεκριμένης υποθέσεως.
- Πριν η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου καλέσει τον ηγούμενο της μονής Βατοπεδίου κ. Εφραίμ για εξηγήσεις στο Φανάρι, υπήρξαν πολλοί που στάθηκαν επικριτικά εναντίον του Πατριαρχείου, υποστηρίζοντες ότι άργησε να παρέμβει. Η παραίτηση του κ. Εφραίμ από τις διοικητικές και διαχειριστικές ευθύνες της ηγουμενίας του, «άχρι καιρού», σημαίνει ότι αν οι εξελίξεις στη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης είναι αρνητικές για τον ηγούμενο, το Φανάρι -στο πλαίσιο της πνευματικής δικαιοδοσίας του επί του Αγίου Ορους- θα επανεξετάσει τη στάση του;
Η Εκκλησία ουδέποτε αποφασίζει εν βία, ούτε κατά τας απαιτήσεις των μέσων ενημερώσεως. Παρακολουθεί και εξετάζει τας υποθέσεις μετά πολλής προσοχής, ακριβολογεί, συμβουλεύεται την πείραν της και την ανάλογον πρακτικήν των Αγίων Πατέρων και αποφασίζει με γνώμονα το γενικότερον εκκλησιαστικόν συμφέρον και την οικοδομήν του σώματος των πιστών. Κάποτε η λογική του κόσμου και η κρίσις του απέχουν από εκείνην της Εκκλησίας. Η εκκλησιαστική ευθύνη μάς υποχρεώνει να κρίνωμεν τας υποθέσεις πάντοτε με «νουν Χριστού», με πνεύμα συνέσεως και αγάπης προς οιονδήποτε «πταίστην» ή φερόμενον ως «πταίστην», και ως «λόγον αποδώσοντες» εις τον Δίκαιον Κριτήν των πάντων. Η συγκεκριμένη υπόθεσις ασφαλώς παραμένει ανοικτή.
- Με αφορμή τον αντίκτυπο της υπόθεσης της μονής Βατοπεδίου, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν οι σχέσεις Πολιτείας - Εκκλησίας. Εκτιμάτε ότι θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση της βάσης των σχέσεών τους;
Δεν επιθυμούμεν να εισέλθωμεν εις θέμα που αφορά την αδελφήν Εκκλησίαν της Ελλάδος.
- Κατά την τελευταία επίσκεψή σας στην Ελλάδα, είχατε για άλλη μία φορά την ευκαιρία να επισημάνετε το πολύ καλό επίπεδο των σχέσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Εκκλησία της Ελλάδος. Τα «σύννεφα» που υπήρχαν στις μεταξύ τους σχέσεις στο πρόσφατο παρελθόν έχουν, οριστικά, απομακρυνθεί;
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον είναι η Μήτηρ Εκκλησία του όλου Γένους και η Εκκλησία της Ελλάδος είναι προσφιλεστάτη θυγατέρα, η οποία κατέστη αδελφή κατά την τιμήν, διά της υπό του πρώτου ανακηρύξεως του Αυτοκεφάλου της το 1850. Αμφότεραι αι Εκκλησίαι είναι θεανθρώπινοι και ουχί απλώς θείοι οργανισμοί. Κατά το ανθρώπινον στοιχείον των, λοιπόν, έλαβον πείραν πόνου και πικρίας κατά καιρούς. Αλλωστε, εις το ίδιον το εν και το αυτό ανθρώπινον σώμα ημών έχομεν συχνά κρίσεις λειτουργιών και συγκρούσεις συστημάτων, αι οποίαι δοκιμάζουν την υγείαν. Εις το Σώμα της Εκκλησίας, όπως αντιλαμβάνεσθε και από την απάντησιν εις την πρώτην ερώτησίν σας, συμβαίνουν και λυπηρά, αλλ' εις τέλος έρχεται η πνοή του Παρακλήτου και απομακρύνει τα σύννεφα και γίνεται ευδία και έρχεται η ειρήνη και η χαρά και η θεοβράβευτος ομόνοια. Τόσον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, όσον και η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος, έχομεν αταλάντευτον προσανατολισμόν προς μίαν αρίστην εν αγάπη και εν ειλικρινεία καρδίας συμπόρευσιν, συνεργασίαν, συνδιακονίαν του εκκλησιαστικού σώματος και συμμαρτυρίαν της εν ημίν ελπίδος προς τον δοκιμαζόμενον και διψώντα τον Θεόν και την δικαιοσύνην Του κόσμον. Εχομεν κοινόν πόθον και κοινήν επιθυμίαν να χωρήσωμεν εις τα πρόσω «τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι», εν «παροξυσμώ αγάπης».
Ο διάλογος με το Βατικανό
- Ο διάλογος μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που εγκαινιάστηκε από την εποχή του αοιδίμου Πατριάρχη Αθηναγόρα και συνεχίστηκε επί πατριαρχίας Δημητρίου, δείχνει να αποκτά -με αργά, αλλά σταθερά βήματα- μία νέα δυναμική τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν ωστόσο αρκετοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία που βλέπουν με σκεπτικισμό τα βήματα προσέγγισης με το Βατικανό.
Ο Διάλογος με την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν αποτελεί κοινήν επιθυμίαν και κοινήν απόφασιν όλων των επί μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Βάσει αυτής της κοινής επιθυμίας και αποφάσεως προχωρούμεν. Με δυσκολίας βεβαίως εκατέρωθεν και προβλήματα, αλλά και με πίστιν και ελπίδα και αγάπην. Το ότι υπάρχουν «διαλογοσκεπτικισταί» ή και υπεράγαν εσωστρεφείς εις τους κόλπους των τέκνων της Εκκλησίας το γνωρίζομεν. Τους βεβαιούμεν ότι γνωρίζομεν και εκτιμώμεν πλήρως τον θησαυρόν τον οποίον έχομεν, όπως γνωρίζομεν και την υποχρέωσιν την οποίαν έχομεν, του θησαυρού αυτού να καταστήσωμεν κοινωνούς και τους εν τη Δύσει αδελφούς χριστιανούς. Το όνομα της Εκκλησίας είναι όνομα ενότητος και όχι χωρισμού και διαστάσεων. Και την ενότητα αυτήν, εν αληθεία και αγάπη πάντοτε, έχομεν ιεράν υποχρέωσιν να οικοδομώμεν, προς δόξαν Θεού. Δεν είμεθα ενδοτικοί εις τα της πίστεως, αλλά μεταδοτικοί. Ούτως εδιδάχθημεν υπό των Αγίων Πατέρων και επί της γραμμής των ιστάμεθα.
- Παναγιότατε, στην εισηγητική σας ομιλία, στη Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών που συγκαλέσατε στις αρχές Οκτωβρίου στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρατε ως μία από τις αιτίες της έλλειψης ενότητας που εμφανίζεται, ενίοτε, στην Ορθοδοξία, την ταύτιση της λειτουργίας των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών με τα εκάστοτε εθνικά συμφέροντα. Ο Ορθόδοξος κόσμος είναι έτοιμος να αναθεωρήσει την πολιτική του εθνοφυλετισμού;
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον είναι εκείνο το οποίον είχε την πρωτοβουλίαν να καταδικάση, και μάλιστα διά Μείζονος και Υπερτελούς Συνόδου, τον εθνοφυλετισμόν ως αίρεσιν και ως τοιούτον τον αντιλαμβάνεται και τον απορρίπτει πάντοτε. Η Εκκλησία, ο νέος Ισραήλ είναι ο λαός της Χάριτος, μέσα εις τον οποίον «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ», αλλά οι πάντες είναι «εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ. 3, 28). Αυτό πιστεύομεν και συμφώνως προς αυτό πολιτευόμεθα με συνέπειαν. Αν υπάρχουν παραφωνίαι, αυταί θα πρέπει να αναζητηθούν αλλού και εκεί να απευθυνθή η σχετική ερώτησις.
- Η πρακτική της Τουρκίας να μην αναγνωρίζει τη νομική υπόσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου αλλά και τις βασικές αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που δεν απολαμβάνει το Φανάρι και η ελληνική μειονότητα στη χώρα, έχει καταδικαστεί, επανειλημμένα, από τη διεθνή κοινότητα, χωρίς, ωστόσο, να υπάρξει αλλαγή αυτής της στάσης. Γι' αυτόν το λόγο, άλλωστε, έχετε εκφράσει πολλές φορές την απογοήτευσή σας. Συνεχίζετε όμως τον αγώνα σας...
Υπάρχουν προβλήματα πάντοτε, αλλά υπάρχουν και ελπιδοφόρα σημεία εις τον ορίζοντα. Είμεθα αυτοί που είμεθα και ζώμεν εις την γην των πατέρων μας. Ουδέν των δικαιωμάτων μας έχομεν απεμπολήσει, ούτε και προτιθέμεθα να λησμονήσωμεν ή να απεμπολήσωμεν. Συνεχίζομεν τον αγώνα μας με πίστιν, ελπίδα και αγάπην. Υπάρχομεν ελπίζοντες, πιστεύοντες και αγωνιζόμενοι, υπό την κραταιάν σκέπην του Χριστού και της αγάπης της Θεοτόκου. Και μόνοι, και μετά πολλών...
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στην πρώτη συνέντευξή του μετά το θόρυβο γύρω από το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, απαντά σε όσους επέκριναν το Φανάρι ότι άργησε να πάρει θέση στο ζήτημα, επισημαίνοντας ότι η Εκκλησία δεν αποφασίζει «ούτε με τη βία, ούτε με τις απαιτήσεις των ΜΜΕ», ενώ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο επανεξέτασης της θέσης του σ' ό,τι αφορά τον ηγούμενο της μονής κ. Εφραίμ. Ο κ. Βαρθολομαίος αναγνωρίζει ότι υπάρχουν «διαλογοσκεπτικιστές» που βλέπουν με επιφύλαξη το διάλογο Ορθοδόξων - Ρωμαιοκαθολικών, τονίζει πως «δεν είμαστε ενδοτικοί στην πίστη, αλλά μεταδοτικοί» και στέλνει μήνυμα σε όσους θέτουν ζητήματα εθνοφυλετισμού στην Εκκλησία, σημειώνοντας ότι «οι παραφωνίες» πρέπει να αναζητηθούν μακριά από το Φανάρι, που τον έχει καταδικάσει. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι το Πατριαρχείο θα συνεχίσει τον αγώνα του για την αναγνώριση των δικαιωμάτων του στην Τουρκία, «μόνοι και μετά πολλών...», όπως τονίζει.
Πηγή: ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ 15/2/2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου