
Στην Ευρώπη, η λέξη «μεταρρύθμιση» έχει χάσει το νόημά της. Πλέον χρησιμοποιείται ως βιτρίνα για να προωθηθεί η πιο παλιά πολιτική τέχνη: η υπεράσπιση προνομίων. Όταν οι Βρυξέλλες μιλούν για «εναρμονισμό», συνήθως εννοούν καρτελοποίηση.
Μια πολιτική διαδικασία όπου τα κράτη - μέλη και τα οργανωμένα συμφέροντα - συνδικάτα, γραφειοκρατίες, επιχειρηματικά λόμπι - ενώνονται για να εμποδίσουν τη μεταρρύθμιση, να καταπνίξουν την καινοτομία και να διασφαλίσουν ότι τίποτα ουσιαστικό δεν αλλάζει.
Η ΕΕ δεν φοβάται την ανισότητα. Φοβάται τη διαφοροποίηση. Φοβάται μήπως κάποιο κράτος - μέλος επιχειρήσει μια τολμηρή πολιτική και αποδείξει ότι οι υπόλοιποι κάνουν λάθος. Γι’ αυτό το ευρωπαϊκό σύστημα ευνοεί την εξίσωση προς τα κάτω. Όχι, περισσότερη ελευθερία, αλλά περισσότερους κανόνες. Όχι ανταγωνισμό, αλλά ελεγχόμενη ομοιομορφία.
Πάρτε για παράδειγμα την περιβόητη οδηγία για τους αυτοαπασχολούμενους. Αντί να αντιμετωπίζει την ευελιξία της gig economy ως ευκαιρία, τη δαιμονοποιεί. Στο όνομα της «κοινωνικής προστασίας», επιβάλλει περιορισμούς που στην πράξη αποκλείουν την Uber, την Bolt και κάθε άλλη καινοτόμα υπηρεσία. Ποιοι επωφελούνται; Τα ταξί, τα τοπικά μονοπώλια, τα συνδικάτα.
Το ίδιο ισχύει και στην εταιρική φορολογία. Η ευρωπαϊκή συναίνεση για ελάχιστο εταιρικό φόρο 15% παρουσιάστηκε ως πρόοδος. Στην πραγματικότητα είναι μια συμφωνία μη επιθετικότητας: οι κυβερνήσεις δεσμεύονται να μην ανταγωνίζονται μεταξύ τους με χαμηλότερους φόρους. Είναι ένα επίσημο φορολογικό καρτέλ, με τις μικρότερες χώρες που διατηρούν ανταγωνιστικά φορολογικά καθεστώτα είναι οι μεγάλοι χαμένοι.
Το πιο προκλητικό παράδειγμα, όμως, παραμένει η οδηγία Μπολκεστάιν. Η απόπειρα απελευθέρωσης των υπηρεσιών εντός ΕΕ προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις από το συνδικαλιστικό κατεστημένο της Δυτικής Ευρώπης. Οι Γάλλοι εργαζόμενοι δεν ήθελαν Πολωνούς υδραυλικούς. Όχι γιατί δεν ήταν καλοί, αλλά γιατί ήταν ανταγωνιστικοί.
Το αποτέλεσμα; Η οδηγία αποδυναμώθηκε, η αγορά ουδέποτε απελευθερώθηκε πραγματικά και η ΕΕ συνέχισε να πουλά ψευδαισθήσεις ελευθερίας. Και κάπου εδώ αξίζει να δούμε την αντίθεση με το αμερικανικό μοντέλο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με όλα τα προβλήματά τους, βασίζονται στον θεμελιώδη πυλώνα της ομοσπονδιακής διακυβέρνησης: διαφορετικές πολιτείες έχουν το δικαίωμα να δοκιμάσουν διαφορετικές πολιτικές. Η Φλόριντα δεν είναι Καλιφόρνια. Το Τέξας δεν είναι Νέα Υόρκη. Κάποιες επιλογές πετυχαίνουν, άλλες αποτυγχάνουν - αλλά όλες προσφέρουν δεδομένα, εμπειρία, καινοτομία.
Όπως έγραψε ο Αμερικανός ανώτατος δικαστής Louis Brandeis: «μια και μόνη θαρραλέα Πολιτεία μπορεί, εάν το επιλέξουν οι πολίτες της, να λειτουργήσει ως εργαστήριο και να δοκιμάσει νέους κοινωνικούς και οικονομικούς πειραματισμούς χωρίς να διακινδυνεύει το σύνολο της χώρας». Αυτό είναι το περιβόητο «εργαστήριο δημοκρατίας» που αποτελεί ένα από τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των ΗΠΑ.
Η ιδέα ότι η πολιτική δεν πρέπει να είναι ένα κλειστό σύστημα, αλλά μια ανοιχτή αγορά ιδεών με ανταγωνισμό ακόμα και εντός συνόρων. Η ευρωπαϊκή ρυθμιστική εναρμόνιση, αντίθετα, είναι ένα εργαστήριο αποστείρωσης. Ό,τι δεν εγκρίνεται από το Κολέγιο των Επιτρόπων αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Αν δεν συμμορφώνεται με την επίσημη αφήγηση, αποκλείεται.
Αν η Ευρώπη θέλει να αναγεννηθεί, πρέπει να εμπιστευτεί τη διαφοροποίηση. Να επιτρέψει σε κράτη - μέλη να δοκιμάσουν νέες πολιτικές, ακόμη κι αν συγκρούονται με τα ιερά και τα όσια των Βρυξελλών. Να δώσει χώρο στην αποτυχία, γιατί χωρίς αποτυχία δεν υπάρχει πρόοδος.
Η πραγματική ενοποίηση δεν επιβάλλεται από τα πάνω. Προκύπτει από την ελεύθερη συνεργασία εκείνων που επιλέγουν να συντονιστούν επειδή βλέπουν όφελος, όχι επειδή υποχρεώνονται. Όσο η ΕΕ λειτουργεί ως μηχανισμός αποτροπής του ανταγωνισμού, δεν μεταρρυθμίζεται. Απλώς ανακυκλώνει τη στασιμότητα. Με πιο ακριβά λόγια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου