26 Ιουλίου, 2025

ΤΟ ΝΕΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ

Σε φάση δοκιμασίας μακράς διάρκειας εισέρχονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά την ανάληψη πρωτοβουλιών από την κυβέρνηση για την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, παρά τις προειδοποιήσεις και τις απειλές της Άγκυρας.

Τώρα αναμένεται να δοκιμαστούν επί του πεδίου οι σημαντικές επιλογές της κυβέρνησης, με τις οποίες εστάλη το μήνυμα στην Τουρκία αλλά και στη Λιβύη ότι θα ασκήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα, αγνοώντας το «βέτο» που επιχειρεί να θέσει η Άγκυρα.

Για την κυβέρνηση, σε μια περίοδο που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε λεπτή ισορροπία, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις προόδου στο μείζον θέμα της οριοθέτησης της ΑΟΖ και με την Τουρκία να εκλαμβάνει κάθε προσπάθεια άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων ως «προκλητική μονομερή» ενέργεια, η επιλογή συγκεκριμένων κινήσεων αποτελούσε μονόδρομο.

Με τη δημοσιοποίηση του χάρτη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, που ακόμη πάντως δεν έχει ολοκληρωθεί ως διαδικασία, αλλά αποτυπώνει τις απώτατες δυνητικές θαλάσσιες ζώνες της χώρας βάσει του Δικαίου της Θάλασσας, την προκήρυξη διαγωνισμού για την αδειοδότηση των δύο οικοπέδων νότια της Κρήτης (που αμφισβητούν ευθέως τη λιβυκή προέκταση του Τουρκο-Λιβυκού Μνημονίου), αλλά και με το Θαλάσσιο Πάρκο των Νοτιοανατολικών Κυκλάδων, η Αθήνα κάνει βήματα κατοχύρωσης των κυριαρχικών δικαιωμάτων τα οποία αμφισβητούνται από το τουρκικό Δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» αλλά και από τη Λιβύη.

Η κυβέρνηση, με τις κινήσεις αυτές, απευθύνεται και στο εσωτερικό, αποκρούοντας την κριτική που δέχεται από την αντιπολίτευση αλλά και από τους κ. Κ. Καραμανλή και Α. Σαμαρά για «υποχωρητικότητα» έναντι της Τουρκίας, υπενθυμίζοντας ότι κατά τη διάρκεια της δικής τους πρωθυπουργίας πραγματοποιούνταν συναντήσεις με την Τουρκία και κυριάρχησε το δόγμα της «ακινησίας», που επιδείνωσε την ισορροπία εις βάρος της Ελλάδας και άφησε το πεδίο ανοιχτό για τη διεύρυνση των διεκδικήσεων της Άγκυρας.

Βεβαίως, πολλές από τις εξαγγελίες της κυβέρνησης παραμένουν ακόμη σε θεωρητικό επίπεδο, και ήδη οι αντιδράσεις της Τουρκίας προϊδεάζουν για την κλιμάκωση που πιθανότατα θα προκληθεί εφόσον ξεκινήσει η επί του πεδίου υλοποίηση των εξαγγελιών αυτών.

Στο μοναδικό ζήτημα που έχει τεθεί επί του πεδίου, την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης–Κύπρου, η δυναμική αντίδραση της Τουρκίας,η οποία με την αποστολή πολεμικών πλοίων απείλησε ακόμη και με θερμό επεισόδιο, έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να μπλοκάρει το έργο των ερευνών.

Με τρόπο που όχι μόνο ακυρώνει την άσκηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων ακόμη και οριακά εκτός των χωρικών υδάτων των 6ν.μ. της Κάσου, αλλά αμφισβητεί στην πράξη την Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ και επιχειρεί να επιβάλει το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο.

Για την Αθήνα, παρά τις υπόλοιπες θετικές κινήσεις που γίνονται, το θέμα του καλωδίου θα είναι το «μέτρο» με το οποίο θα αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα και η αποφασιστικότητα αυτής της πολιτικής, ως απάντηση στην προσπάθεια της Τουρκίας να επιβάλει καθεστώς «φινλανδοποίησης» σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

Τις προσεχείς ημέρες αναμένεται η δημοσιοποίηση εκ μέρους της Τουρκίας των δικών της θαλάσσιων πάρκων, οπότε και θα διαπιστωθεί εάν θα χρησιμοποιήσει αυτόν τον περιβαλλοντικό μηχανισμό ώστε να προωθήσει τις θεωρίες των «γκρίζων ζωνών», θεσπίζοντας πάρκα σε περιοχές ελληνικών βραχονησίδων ή σε ελληνικές θαλάσσιες ζώνες τις οποίες αμφισβητεί.

Καθώς η ολοκλήρωση της διαδικασίας θεσμοθέτησης του Ελληνικού Θαλάσσιου Πάρκου Νοτιοανατολικών Κυκλάδων θα απαιτήσει διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών και στη συνέχεια θα χρειαστεί ικανός χρόνος μέχρι την υλοποίηση των δράσεων που προβλέπονται, προσφέρεται ένα χρονικό περιθώριο ώστε να εκτονωθεί η τρέχουσα ένταση ,εφόσον η Τουρκία δεν αποφασίσει να «τραβήξει το σχοινί».

Αλλά και στο θέμα των οικοπέδων νοτίως της Κρήτης, η Ελλάδα, ίσως για πρώτη φορά, έχει επιβάλει ένα ισχυρό τετελεσμένο απέναντι στη Λιβύη, ορίζοντας μονομερώς και βάσει των απώτατων επιδιώξεών της, τη μέση γραμμή, η οποία αποτέλεσε και το όριο των οικοπέδων που προσφέρθηκαν στον διαγωνισμό και για τα οποία έχει ήδη επιδείξει ενδιαφέρον η αμερικανική Chevron.

Η Λιβύη διαμαρτυρήθηκε για αυτήν την ελληνική κίνηση και, με την καθοδήγηση της Τουρκίας, κατέθεσε ρηματική διακοίνωση, η οποία περιγράφει μονομερώς τα εξωτερικά όρια της λιβυκής ΑΟΖ, στη βάση του Τουρκο-Λιβυκού Μνημονίου, επιχειρώντας να σφετεριστεί πολύ μεγάλο τμήμα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Πέραν των δηλώσεων και των ρηματικών διακοινώσεων, η επί του πεδίου υλοποίηση μιας συμφωνίας με την Chevron θα πάρει μήνες, πιθανόν και χρόνια και έτσι απομακρύνει το ενδεχόμενο ανάληψης δράσης από τη Λιβύη (σε συνεργασία φυσικά με την Τουρκία).

Αυτό δεν αποκλείει, όμως, το ενδεχόμενο η Άγκυρα, προκειμένου να προστατεύσει το ίδιο το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο και να προσφέρει «υπηρεσίες» στη Λιβύη, να σχεδιάσει κινήσεις αμφισβήτησης της ελληνικής μέσης γραμμής σε περιοχές νότια της Κρήτης.

Αυτό δεν θα είναι εύκολο εγχείρημα, καθώς θα πληγούν συμφέροντα των αμερικανικών πετρελαϊκών εταιριών, αλλά και γιατί θα υπονομεύσει την προσπάθεια της Λιβύης να προσελκύσει ξένους επενδυτές για την εκμετάλλευση των μεγάλων αποθεμάτων της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Η κυβέρνηση, με τις κινήσεις αυτές, επιχειρεί επίσης να ανατρέψει την ερμηνεία που δίνει η Άγκυρα στη Διακήρυξη των Αθηνών, την οποία εκλαμβάνει ως μονομερή προκλητική ενέργεια κάθε προσπάθεια της Ελλάδας για άσκηση των νόμιμων κυριαρχικών δικαιωμάτων της.

Καθώς οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, πέραν των «ήρεμων νερών», έχουν περιέλθει σε τέλμα, το ενδιαφέρον θα είναι πλέον η διαχείριση αυτών των αντιπαραθέσεων επί των χαρτών των Θαλάσσιων Χωροταξικών Σχεδιασμών, των Θαλάσσιων Πάρκων καθώς και των οικοπέδων νοτίως της Κρήτης.

Μέχρις ότου, τον Σεπτέμβριο, συναντηθούν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης και ο κ. Τ. Ερντογάν, καθώς μέχρι τώρα δεν κατέστη δυνατή η πραγματοποίηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που αρχικά είχε προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο.

Το κλίμα που έχει διαμορφωθεί διεθνώς,με την Τουρκία να θεωρεί ότι η ανάδειξη του γεωπολιτικού ρόλου της λόγω Ουκρανικού και Συριακού, αλλά και η ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος της έναντι της Ε.Ε. λόγω της αμυντικής βιομηχανίας της, της προσφέρουν στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της Ελλάδας και από την άλλη οι «κόκκινες γραμμές» τις οποίες καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να υπερβεί, δημιουργούν ένα εξαιρετικά ευαίσθητο περιβάλλον και δεν φαίνεται να υπάρχουν διέξοδοι διαφυγής.

Η ελληνική κυβέρνηση, πάντως, δεν έχει άλλον δρόμο από αυτόν της προώθησης της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, με μικρά βήματα κάθε φορά, τα οποία θα απονομιμοποιούν την πρόκληση έντασης από την Τουρκία. Και αυτό είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο στοίχημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: