Ως τον υπ'αριθμόν ένα κίνδυνο για τις οικονομίες της Δύσης χαρακτηρίζει τη μεγάλη εκτόξευση των κρατικών χρεών ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, Σπύρος Παπαθανασίου, σε συνέντευξή του στο Liberal.
Ο
κ. Παπαθανασίου εξηγεί πώς η αποδολαριοποίηση συνιστά ευκαιρία, ώστε να
αναδειχθεί η αξία του ευρώ, τι πρέπει να αλλάξει στην ελληνική οικονομία και
ποιοι είναι οι καταλύτες και οι κίνδυνοι για το Χρηματιστήριο Αθηνών. Παράλληλα,
υπογραμμίζει ποια assets είναι ελκυστικά αυτή την περίοδο, με δεδομένη την
ισχυρή μεταβλητότητα που υπάρχει στις αγορές.
Συνέντευξη στον Χρήστο Θ.
Παναγόπουλο
Κύριε Παπαθανασίου, πώς
διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή το διεθνές οικονομικό κλίμα;
Αυτό
που με ανησυχεί είναι ότι σε πολλές μεγάλες οικονομίες της Δύσης, έχει εκδηλωθεί
μια μεγάλη εκτόξευση των κρατικών χρεών. Δηλαδή οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η
Ισπανία, το Βέλγιο, η Ιταλία, η Γαλλία το δημόσιο χρέος είναι κοντά και
κάποιες φορές ξεπερνάει το 100% του ΑΕΠ. Υπάρχουν, δηλαδή και περιπτώσεις που
είναι και 120 και 130%. Ενώ στην περίπτωση της Ιαπωνίας είναι κοντά στο 250%.
Μαζί με τα χρέη μεγαλώνουν και τα ελλείμματα.
Από
την άλλη πλευρά, θεωρούμε ότι οι κεντρικές τράπεζες με διάφορες πολιτικές
μπορεί να το αναχαιτίσουν. Δηλαδή μπορούν να συντηρούν καταστάσεις υπερχρέωσης
είτε τυπώνοντας χρήμα είτε παρεμβαίνοντας στις αγορές.
Είναι
σημαντικό ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατέχει σημαντικό ποσό, νομίζω 30%,
του χρέους της Ευρώπης, η Fed γύρω στο
20%,. Αυτά τα ποσοστά ανεβαίνουν. Αυτό το πράγμα οδηγεί στο
ότι μακροχρόνια επιτόκια δανεισμού που προσφέρουν οι αγορές στα
κράτη αυξάνονται αργά αλλά σταθερά.
Οι
αποδόσεις για τα 20ετή και 30ετή ομόλογα κινούνται σε υψηλές περιοχές. Τι
σημαίνει αυτό; σημαίνει ότι οι επενδυτές έχουν μια καχυποψία, γενικά για το
αξιόχρεο των χρεωμένων κρατών.
Φοβάστε μια διεθνή κρίση με φόντο
τα ομόλογα και το χρέος των ΗΠΑ;
Στις
ΗΠΑ είχαμε, πρόσφατα, την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από τη Moody’s. Το δημόσιο
χρέος ξεπερνά τα 36 τρισ. δολάρια, δηλαδή, πάνω από τα 120% του ΑΕΠ. Άρα οι αγορές
τείνουν να προεξοφλήσουν ότι η δημοσιονομική κρίση είναι αναπόφευκτη και ίσως
και η ύφεση. Και αυτό το βλέπουμε και στις αποδόσεις των δεκαετών και
τριακονταετών ομολόγων στην Αμερική, που ξεπέρασαν το 5%.
Και
βέβαια η υποχώρηση του δολαρίου. Άρα, βλέπουμε ότι οι αγορές συνεχίζουν να
κινούνται σε ένα περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας και αυτό το περιβάλλον δεν
δείχνει να είναι ευνοϊκό για υλοποίηση σημαντικών επενδυτικών σχεδίων.
Το δολάριο το βλέπουμε να
υποχωρεί ενώ, ταυτόχρονα, η αποδολαριοποίηση επιταχύνεται. Θα βλέπατε μείωση
της επιρροής του δολαρίου, διεθνώς; Είμαστε κοντά σε έναν παγκόσμιο νομισματικό
«πόλεμο»;
Είναι
ξεκάθαρο ότι με αυτά που γίνονται, το δολάριο έχει μειωθεί πάνω από 10% και
δείχνει μια ανατίμηση του ευρώ. Αυτό δείχνει ότι το δολάριο φαίνεται να χάνει
την ελκυστικότητά του ως διεθνές νόμισμα για εμπορικές συναλλαγές και
αποθεματοποίηση αξιών. Άρα στον τομέα της κίνησης κεφαλαίων ευνοείται η στροφή
σε αποταμιεύσεις σε ευρώ αλλά και ελβετικά φράγκα. Βλέπουμε τη σχέση χρέους
προς ΑΕΠ σε αυτά.
Βλέπουμε
ότι η αγορά μετοχικών αξιών στις ΗΠΑ θα δεχθεί πιέσεις του πληθωρισμού και της
αδυναμίας μείωσης των επιτοκίων. Παρατηρούμε την ομολογιακή αγορά στο 4,5%-5%.
Αυτό σημαίνει ότι είναι μία - όπως λέει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος,
Γιάννης Στουρνάρας - ευκαιρία για το ευρώ να αναδειχθεί παραπάνω και να δείξει
την αξία του.
Ποια assets θα προτείνατε σε κάποιον
επενδυτή που θέλει να παίξει «άμυνα» απέναντι στην αβεβαιότητα και τις
γεωπολιτικές εντάσεις;
Καταρχάς,
ο κίνδυνος μετράται στατιστικά με αυτό που ονομάζουμε volatility. Μετράται μέσω τυπικής απόκλισης, μέσω
διακύμανσης. Όσο μεγαλύτερη διακύμανση έχει η μεταβλητότητα, τόσο
μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος. Άρα, όταν μιλάμε για volatility, μιλάμε για υψηλές συνθήκες κινδύνου.
Προσωπικά,
θα απέφευγα, σε πρώτη φάση, τις δολαριακές τοποθετήσεις γιατί ενέχουν τον
κίνδυνο του δολαρίου και θα κοιτούσα μετοχές οι οποίες έχουν πολύ καλά
θεμελιώδη στοιχεία. Από εκεί και πέρα, θα κοιτούσα σε κάποιο βαθμό και την αγορά
ομολόγων. Άρα, μετοχές και ομόλογα, υψηλής ποιότητας.
Ποιοι είναι, κατά την άποψή σας,
οι καταλύτες και ποιοι οι κίνδυνοι για το Χρηματιστήριο Αθηνών;
Το
ελληνικό χρηματιστήριο ευνοείται από τη στροφή επενδυτικών κεφαλαίων προς την
Ευρώπη, με το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχει ένα ρυθμό μεγέθυνσης 0,3%. Τόσο
οι επενδυτικοί οίκοι όσο και η Κομισιόν εκτιμούν ότι αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ
για το 2025 θα φτάσει στο 2,3%, λόγω της επενδυτικής «έκρηξης» που
θα προκύψει από την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Βέβαια,
έχουμε και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που προβληματίζει: είδαμε ότι και
οίκος Fitch αναβάθμισε σε
θετικές τις προοπτικές του ελληνικού χρέους. Το πρωτογενές έλλειμμα του πρώτου
τετραμήνου είναι πάνω από 5 δισ. ευρώ, τα αποτελέσματα του α’ τριμήνου του 2025
είναι ελπιδοφόρα, με κερδοφορία να καταγράφει ρεκόρ.
Άρα
ουσιαστικά, εμείς, παρότι το δημόσιο χρέος είναι υψηλό, είμαστε σε μια
προσπάθεια τακτοποίησης αυτών, άρα σε μια αντίστροφη πορεία από ό,τι είναι οι
άλλες χώρες, εκείνες των οποίων ουσιαστικά εκτινάσσονται τα χρέη τους ενώ εμείς
προσπαθούμε να τακτοποιήσουμε.
Φυσικά,
όμως, το ελληνικό χρηματιστήριο, επειδή είναι μικρό, συγχρονίζεται με τις
διεθνείς αγορές. Είδαμε ότι οι θετικές επιδόσεις των τραπεζών για το πρώτο
τρίμηνο ήταν καταλυτικής σημασίας γιατί βελτίωσαν τη κερδοφορία τους με
αυξημένο προμηθειακό εισόδημα, το οποίο αντιστάθμισε τη μείωση των καθαρών
τόκων που καταγράφηκε.
Καλές
ήταν και οι επιδόσεις των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας, μη εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων και αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων. Βλέπουμε, δηλαδή, ότι οι
επενδυτικοί οίκοι, όπως η UBS και
άλλοι, αναβαθμίζουν τις τιμές - στόχο των ελληνικών τραπεζών. ‘Άρα, επί της
ουσίας, το κλίμα δείχνει να είναι θετικό, αλλά ό,τι και να γίνει δεν μπορούμε
να ξεφύγουμε από την τάση που μας δίνεται από τις διεθνείς αγορές. Μην ξεχνάμε
ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της κεφαλαιοποίησης του χρηματιστηρίου το κατέχουν
ξένοι. Άρα, επηρεαζόμαστε ευθέως από την κατάσταση που επικρατεί στο εξωτερικό.
Παρά το μπαράζ επενδύσεων που
έχουμε στην Ελλάδα, το κενό από την Ευρώπη παραμένει μεγάλο. Πώς θα καλυφθεί;
Ποιες είναι οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, για να γίνει η χώρα μας πιο
ελκυστικός επενδυτικός προορισμός;
Είναι
πάρα πολλά αυτά και νομίζω ότι είναι ευκαιρία από το πολιτικό προσωπικό να
συνδράμει σε αυτά. ‘Έχουμε θέμα ανταγωνιστικότητας. Έχουμε θέμα
παραγωγικότητας. Έχουμε θέμα εξωστρέφειας που. αν και έχει αυξηθεί. θέλουμε
ακόμα περισσότερο. Έχουμε θέμα μικρών επιχειρήσεων, που αν δούμε την έκθεση
Πισσαρίδη. λέει ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις είναι αυτές που προσφέρουν.
Έχουμε θέμα με τη Δικαιοσύνη, δηλαδή με τους ρυθμούς της απονομής της. Και
έχουμε πρόβλημα με τη γραφειοκρατία και τον δημόσιο τομέα που παρά τις
προσπάθειες παραμένει όχι όσο θα έπρεπε παραγωγικός.
Άρα, είναι πολλά πράγματα που πρέπει να κάνουμε και φυσικά θα πρέπει να υπάρχει κι ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον, το οποίο θέλουν όλοι οι επενδυτές, προκειμένου να μπορούν να επενδύσουν. Το χρέος μειώνεται, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται και το spread των ελληνικών ομολόγων. Τι θα μπορούσε να χαλάσει το success story της ελληνικής οικονομίας και του χρηματιστηρίου;
Κατ’
αρχάς έχουν γίνει αρκετά πράγματα γι αυτό βλέπουμε αρκετές φορές οι αποδόσεις
των ελληνικών ομολόγων να είναι χαμηλότερες από ότι της Ιταλίας και κοντά στη
Γαλλία. Αυτό σημαίνει μια προσπάθεια δημοσιονομικού και γενικότερα μαζέματος
της οικονομίας.
Ουσιαστικά,
βλέπουμε ότι δημιουργούνται πλεονάσματα τα οποία αποπληρώνουν πρόωρα κάποιες
μνημονιακές υποχρεώσεις. Αυτό που θα μπορούσε να χαλάσει τα πάντα είναι μια
χαλάρωση, που ουσιαστικά θα δημιουργήσει αμφιβολία στους επενδυτές και συν τοις
άλλοις, θα πρέπει, καλό είναι να προσθέσει - με οποιονδήποτε τρόπο και κυρίως
με επενδύσεις - χρήματα στην αγορά.
Ουσιαστικά, όλα αυτά τα πλεονάσματα προέρχονται από την αγορά. Είναι κάποια χρήματα που λείπουν από την αγορά και καλό θα ήταν να μπουν αυτά τα χρήματα εκεί, προκειμένου να υπάρχει μεγαλύτερη ρευστότητα. Αντίθετα, η χαλάρωση θα ήταν καταστροφική για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, τη στιγμή που δείχνει σιγά - σιγά να επανέρχεται η εμπιστοσύνη προς αυτή και αντίστοιχα στην ελληνική αγορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου