22 Ιουνίου, 2025

ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΘΕΛΕΙΣ ΑΛΕΞΗ ΜΠΟΡΕΙΣ;

Όταν πριν δυο χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας αποχωρούσε από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνοντας έτσι την ευθύνη για την εκλογική συντριβή του κόμματός του από την Νέα Δημοκρατία, οι δυο εσωτερικές κριτικές που δεχόταν διακατεχόντουσαν από μια μεγάλη διαφορά αλλά και από μια μεγάλη ομοιότητα.

Η μια, η πιο «συντηρητική», έλεγε πως ο ΣΥΡΙΖΑ πλήρωσε το γεγονός πως αν και επί των κυβερνητικών ημερών του ξεκίνησε μια μεγάλη στροφή προς το κέντρο, αυτή έμεινε μισή με αποτέλεσμα να χάσει τις εκλογές του 2019 και πως αν έστω και καθυστερημένα την ολοκλήρωνε ως αξιωματική αντιπολίτευση, οι εκλογές του 2023 δεν θα συνιστούσαν αυτό το πατατράκ.

Η άλλη κριτική, η πιο «αριστερόστροφη», έβλεπε τα πράγματα εκ διαμέτρου αντίθετα: το πρόβλημα με την ήττα του 2019 δεν ήταν πως η στροφή προς το κέντρο έμεινε μισή αλλά πως ξεκίνησε και πως αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να έχει αξιώσεις νίκης το 2023 θα έπρεπε να επιστρέψει στις αριστερές του ρίζες – δεν το έκανε (λέει αυτή η κριτική) και συνετρίβη.

Αν και ως προς το περιεχόμενο οι δυο αυτές εκτιμήσεις είναι η μέρα και η νύχτα, η ομοιότητά τους έγκειται σε μια αντικειμενική διαπίστωση: ο Τσίπρας εδραίωσε στον δημόσιο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ μια ατέρμονη γενικολογία που σε εποχές πόλωσης δεν μπορεί να νικήσει. Και οι δυο κριτικές, από τη δική τους σκοπιά η καθε μία, του αποδίδουν έλλειψη συγκεκριμένης πρότασης.

Βέβαια, έχοντας περάσει πλέον δυο χρόνια και με τον ΣΥΡΙΖΑ να διασπάται, να ξαναδιασπάται και εν τέλει τα κομμάτια του να μοιάζουν με χαμένη υπόθεση, μπορεί κανείς να δώσει ένα δίκιο στις… γενικόλογες διαθέσεις του Τσίπρα: μόνο έτσι θα μπορούσε να μείνει ενωμένο αυτό το χαωτικό κόμμα όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων. Αυτή η ετεροχρονισμένη «δικαίωση» του Τσίπρα ωστόσο, δεν τον απαλλάσει από το πολιτικό ερώτημα που παραμένει: τι ακριβώς πρεσβεύει πολιτικά ο πάλαι ποτέ αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στον δημόσιο διάλογο;

Η μεγάλη επιστροφή του μοιάζει θέμα χρόνου, οι εκτιμήσεις πως σύντομα θα παραιτηθεί από βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και θα ιδρύσει νέο κόμμα αναμένεται να επιβεβαιωθούν και επικοινωνιακά η κίνηση μόνο αδιάφορη δεν είναι: δυνητικά πρόκειται για μια εξέλιξη που θα απαλλάξει την πολιτική σκηνή της χώρας από τη στατική συνθήκη μιας κυβέρνησης που δεν έχει αντίπαλο και δεν απειλείται από τίποτα και από κανέναν ακόμα και στις κρίσεις της.

Όμως η επικοινωνία είναι ένα περιορισμένης δυναμικής πολιτικό καύσιμο: σου δίνει μια κάποια ώθηση αλλά δεν σε πάει και πολύ μακριά – και ειδικά αν η μιντιακή υπεροπλία του αντιπάλου σου είναι ασύγκριτη. Για τον Τσίπρα, η μεγάλη εικόνα παραμένει: μπορεί να αποτελέσει αληθινό πόλο εν δυνάμει εξουσίας; Μέχρι στιγμής, ούτε καν ολόκληρη η Κεντροαριστερά δεν το έχει καταφέρει σε αυτά τα τελευταία χρόνια της ηγεμονίας της Νέας Δημοκρατίας – κάτι που πάντως, δεν ισχύει ακριβώς για τα κόμματα δεξιότερα της κυβέρνησης.

Μιλώντας με αμιγώς πολιτικούς όρους, το ενδιαφέρον για το κόμμα Τσίπρα είναι αυτό και μόνο αυτό: ποιο θα είναι το πρόγραμμά του; Για την ακρίβεια, θα είναι ταυτόχρονα τόσο πειστικό και τόσο διακριτό από το κυβερνητικό ώστε να κοντράρει την Νέα Δημοκρατία και σε επίπεδο περιεχομένου και σε επίπεδο εκλογών.

Ποια είναι η μικρή λεπτομέρεια αναφορικά με αυτές τις δυο προϋποθέσεις; Ότι αν και εκ πρώτης όψεως, ακόμα και αν η πρώτη προϋπόθεση υλοποιηθεί, η δεύτερη παραμένει και πάλι δύσκολη με τόση μεγάλη διαφορά για την Νέα Δημοκρατία, στην πραγματικότητα αυτό ακριβώς είναι το μαξιλαράκι ασφαλείας για τον Τσίπρα σε αυτή την νέα προσπάθεια. 

Ας είμαστε ειλικρινείς: οι προσδοκίες για τον Αλέξη Τσίπρα δεν θα είναι τόσο μεγάλες ώστε να σπάσει με μόλις μια εκλογική κάθοδο την παντοκρατορία της Νέας Δημοκρατίας. Από την άλλη, η ώθηση της επιστροφής θα του δώσει με συντηρητικές εκτιμήσεις ένα ποσοστό 8% με 10%. Ποσοστό μικρό για να αμφισβητήσει τον Μητσοτάκη μεν, μεγάλο για να μπορούμε να μιλάμε για δυναμικό come back: ο πήχης της Κεντροαριστεράς είναι εύκολο να ξεπεραστεί από τον Τσίπρα. Το μεγάλο κόλπο δεν θα είναι οι επόμενες αλλά οι μεθεπόμενες εκλογές.

Ας φανταστούμε ένα υποθετικό σενάριο: το 2027 η Νέα Δημοκρατία βγαίνει κυβέρνηση για τρίτη φορά ελλείψει ουσιαστικού αντιπάλου, το τέρας της ακροδεξιάς συνεχίζει την ανοδική του πορεία και ταυτόχρονα, ο Τσίπρας επιστρέφει με ένα (ας πούμε) 9% ως αρχηγός κόμματος στη Βουλή. Με ένα πολιτικό σκηνικό εδραιωμένο στα (ακρο)δεξιά, ο Τσίπρας θα έχει μπροστά του μια τετραετία για να λειτουργήσει συσπειρωτικά εντός ενός χώρου που πάσχει από πολυδιασπάσεις.

Κρίσεις ηγεσίας και βλέπει τους αιώνιους αντιπάλους του όχι απλά να κάνουν κουμάντο αλλά και να μετατοπίζουν απελπιστικά την αντζέντα προς τη μεριά τους. Πόσο δύσκολο θα είναι να μετατραπεί στον αυτονόητο πόλο αναφοράς του χώρου του; Μάλλον ελάχιστα. Θα είναι τόσο ανέφικτο να μετατραπεί σε αληθινό διεκδικητή της εξουσίας; Θα δείξει αλλά ανέφικτο δεν το λες…

Δεν υπάρχουν σχόλια: