08 Μαρτίου, 2025

ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ: Η ΕΥΡΩΠΗ ΠΗΡΕ ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΗΣ

Η πρωτοφανής στα πολιτικά και διπλωματικά χρονικά αντιπαράθεση Τραμπ – Ζελένσκι στο Λευκό Οίκο την 28η Φεβρουαρίου 2025 πυροδότησε μια σειρά από πολιτικές κινήσεις με πρωτοβουλία των ευρωπαϊκών δυνάμεων για την αντιμετώπιση του ουκρανικού ζητήματος.

Η έναρξη έγινε με τη Σύνοδο στο Λονδίνο, την Κυριακή 2 Μαρτίου, η οποία παρήγαγε τη «συμμαχία των πρόθυμων» για υποστήριξη της Ουκρανίας, χωρίς όμως συγκεκριμένο σχέδιο και κύριο σημείο ότι η Ουκρανία δεν είναι μόνη της.

Την σκυτάλη πήρε η Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία με το έκτακτο Ειδικό Συμβούλιο Κορυφής της 6ης Μαρτίου, εξέπεμψε δύο ισχυρά μηνύματα τόσο προς τις ΗΠΑ όσο και στη Ρωσία, πρώτον ότι η Ευρώπη αρχίζει τον επανεξοπλισμό της και δεύτερον ότι υπάρχει και άλλο πλαίσιο λύσεως εκτός αυτού που προωθούν μονομερώς οι ΗΠΑ και η Ρωσία.

Για τον επανεξοπλισμό της η ΕΕ, υπό την πίεση των ΗΠΑ και ειδικότερα του προέδρου Τραμπ, έκανε ένα πολύ σημαντικό βήμα υιοθετώντας μια χρηματοδότηση ύψους 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων τα 150 θα προέρχονται από δάνεια, από τα οποία θα επωφεληθούν όλες οι χώρες ανεξαρτήτως του ύψους των αμυντικών τους δαπανών, κάτι που καλύπτει την Ελλάδα αλλά και άλλες χώρες με υψηλές αμυντικές επενδύσεις.

Επίσης, στα συμπεράσματα του Συμβουλίου προσδιορίσθηκε με σαφήνεια η απειλή της Ρωσίας και της Λευκορωσίας, την οποία χαρακτηρίσθηκε και ως υπαρξιακή, αλλά και η αναγκαιότητα αντιμετωπίσεως των απειλών στα υπόλοιπα σύνορα της ΕΕ, κάτι που ικανοποιεί την Ελλάδα και την Κύπρο οι όποιες αποτελούν στόχο της αναθεωρητικής στρατηγικής της Τουρκίας.

Η ενίσχυση του εξοπλισμού της η ΕΕ, θεωρείται ότι συμβάλει στην παγκόσμια και περιφερειακή ασφάλεια και είναι συμπληρωματική στην ασφάλεια και άμυνα που προσφέρει το ΝΑΤΟ στις χώρες μέλη του, αποτελώντας το θεμέλιο της συλλογικής τους αμύνης.

Επίσης, τονίζεται η σημασία της συνεργασίας με χώρες οι οποίες δεν είναι μέλη της ΕΕ με παρόμοιο όμως τρόπο σκέψεως (like-minded non-EU partners), ανοίγοντας το παράθυρο συνεργασίας τόσο με το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και με την Τουρκία, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι θα ληφθούν υπόψη οι πολιτικές ασφαλείας και αμύνης συγκεκριμένων χωρών μελών, αλλά και τα συμφέροντα του συνόλου μελών της Ενώσεως. Πρακτικά φωτογραφίζει τις ανησυχίες της Ελλάδος και της Κύπρου σε σχέση με την Τουρκία.

Η χρηματοδότηση θα κατευθυνθεί κατά προτεραιότητα σε πεδία μέσων και δυνατοτήτων τα οποία έχουν αναδειχθεί ως κρίσιμα και αποφασιστικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία και σε στενή συνάφεια με αυτά που έχουν προκύψει από τη συνεργασία με το ΝΑΤΟ, δηλαδή:

Αντιαεροπορική και αντιβληματική άμυνα, συστήματα πυροβολικού συμπεριλαμβανόμενων και δυνατοτήτων βαθέως πλήγματος, πύραυλοι και πυρομαχικά, drones και anti-drones συστήματα και στρατηγικούς συντελεστές ισχύος, όπως οι διαστημικές εφαρμογές (επικοινωνίες, επιτήρηση, κτλ), η προστασία κρισίμων υποδομών, οι πληροφορίες, οι μεταφορές, οι κυβερνοεπιχειρήσεις, η Τεχνητή Νοημοσύνη και ο ηλεκτρονικός πόλεμος.

Αναμφισβήτητα η ιεράρχηση αυτή είναι ουσιαστική καθώς φωτογραφίζει τα πεδία στα οποία υστερεί δραματικά η ευρωπαϊκή άμυνα και δεν της επιτρέπουν ανεξάρτητη, αποφασιστική και απομακρυσμένη δράση, χωρίς τη συνδρομή των ΗΠΑ. Η απόφαση αυτή είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια, όμως ο δρόμος προς τη Στρατηγική Αυτονομία και ο απογαλακτισμός από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, είναι μακρύς, δύσκολος και επίπονος. 

Με αυτή την κίνηση η Ευρώπη αρχίζει να καλύπτει τη μια διάσταση των πόρων που απαιτούνται για την ανάπτυξη της στρατιωτικής ισχύος, την οικονομική, ωστόσο θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα και προς τη δεύτερη, αυτή του ανθρώπινου δυναμικού. Θα πρέπει να πεισθούν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες να καταβάλουν το τίμημα για την ασφάλεια τους, στελεχώνοντας τις ένοπλες δυνάμεις που θα μεγεθυνθούν, πράγμα δύσκολο και με υψηλό πολιτικό ρίσκο.

Στη συνέχεια πρέπει να ενισχυθούν και να αυτονομηθούν οι δομές διοικήσεως και ελέγχου των ευρωπαϊκών δυνάμεων και παράλληλα η πολιτική και στρατηγική διαδικασία λήψεως των αποφάσεων για την αποδοτική και αποτελεσματική χρησιμοποίηση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής ισχύος, ώστε να καταστεί ικανή να ενεργήσει αυτόνομα έξω από το ΝΑΤΟ ή και σε ισότιμη συνεργασία με αυτή των ΗΠΑ ή και άλλων δυνάμεων, σε περιφερειακό ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τέλος, για να καταστούν αυτά εφικτά πρέπει να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο, όπως αυτό έχει διατυπωθεί στο Άρθρο 42 της Συνθήκης της Λισαβόνας, ώστε να μεταπέσει η Ευρώπη από μια Κοινή σε μια Ενιαία Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας. Χρειάζεται όπως είναι αντιληπτό για όλα αυτά τόλμη, αποφασιστικότητα, τιτάνια προσπάθεια και ανάλωση τεράστιου πολιτικού κεφαλαίου, με αβέβαιο αποτέλεσμα καθώς η Ευρώπη αποτελείται από ισχυρά εθνικά κράτη με βαθειά ιστορία και συνείδηση. Όμως το πρώτο αποφασιστικό βήμα έχει γίνει.

Σε ό,τι αφορά στην Ουκρανία δεν κατέστη δυνατή η επίτευξη της ομοφωνίας λόγω της αρνητικής στάσεως της Ουγγαρίας. Κατόπιν αυτού εξεδόθη ανακοίνωση των 26, η οποία περιέγραψε τους άξονες και τους στόχους της πολιτικής της ΕΕ έναντι του Ουκρανικού ζητήματος.

Πρώτον, η Ουκρανία πρέπει να παραμείνει μια χώρα ανεξάρτητη, κυρίαρχη, με εδαφική ακεραιότητα εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων και δικαίωμα αυτοδιαθέσεως σύμφωνα με τις προβλέψεις του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και του διεθνούς δικαίου.

Δεύτερον, ο τερματισμός του πολέμου θα επιτευχθεί με μια στρατηγική «ειρήνης δια της ισχύος», δηλαδή, μέσα από μια ειρηνευτική διαδικασία, με την Ουκρανία ισχυρή στρατιωτικά πριν, κατά και μετά τις διαπραγματεύσεις.

Τρίτον, στην ειρηνευτική διαδικασία η Ουκρανία θα είναι παρούσα στο τραπέζι, αλλά και η Ευρώπη αν ανακύψουν και συζητηθούν ζητήματα της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας, ενώ η εκεχειρία ή η κατάπαυση του πυρός πρέπει να είναι μέρος της διαδικασίας.

Τέταρτον, η όποια συμφωνία ειρήνης, πρέπει να συνοδεύεται από ισχυρές και αξιόπιστες εγγυήσεις οι οποίες θα συμβάλουν στην αποτροπή μελλοντικής ρωσικής επιθέσεως.

Η ΕΕ διατυπώνει ένα ολοκληρωμένο πολιτικό πλαίσιο για την επίλυση του Ουκρανικού θέματος, κάτι το οποίο απουσίαζε από τη Σύνοδο του Λονδίνου. Υποστηρίζει κάθε πρωτοβουλία προς τον τερματισμό του πολέμου και την επίτευξη ειρήνης και στην παρούσα φάση τέτοια είναι μόνο η διμερής πρωτοβουλία ΗΠΑ – Ρωσίας, την οποία επιχειρεί να διευρύνει με συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων και να τη θέσει σε θεσμική βάση.

Οι ευρωπαϊκές προβλέψεις που παρουσιάζονται στο κείμενο είναι εναρμονισμένες με τις αρχές και τους κανόνες της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής ασφαλείας και του διεθνούς δικαίου, χωρίς να αντιστρατεύονται τους αμερικανικούς άξονες, οι οποίοι χρειάζονται εντατική και ευέλικτη διπλωματική προσαρμογή, σε σχέση με τις αρχικές μονολιθικές διατυπώσεις τους.

Ειδικότερα, στο θέμα των εγγυήσεων ασφαλείας, που έχει προκαλέσει και την εντονότατη τριβή μεταξύ των ΗΠΑ και της Ουκρανίας, διατυπώνει ένα πολύ ευέλικτο σχήμα προτείνοντας ως κυρίαρχη εγγύηση αυτή των ισχυρών ουκρανικών ένοπλων δυνάμεων, ικανών να υποστηρίξουν της ασφάλεια της χώρας τους.

Η ευρωπαϊκή συμμετοχή στις εγγυήσεις ασφαλείας, η οποία έχει προκαλέσει ενστάσεις και έχει εισπράξει την άρνηση της Ρωσίας, αφήνεται ανοικτή ως αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων και με συμμετοχή όχι μόνο δυνάμεων της ΕΕ, αλλά και άλλων μη μελών της, αλλά και χωρών του ΝΑΤΟ, ανοίγοντας στην ουσία την πόρτα της συμμετοχής για τη Βρετανία και την Τουρκία, με ανάλογες προβλέψεις όπως παραπάνω για να διασκεδάσει τους προβληματισμούς της Ελλάδος και της Κύπρου.

Η ΕΕ θα συνεχίσει την οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία, όμως υπάρχει το ερωτηματικό αν θα μπορέσει να καλύψει το κενό των ΗΠΑ. Η απάντηση είναι σίγουρα αρνητική. Όμως η ΕΕ έχει διαμορφώσει ένα πολιτικό και στρατηγικό πλαίσιο ικανό να ρυμουλκήσει τις ΗΠΑ, πλησιέστερα προς τις θέσεις της Ουκρανίας και της Ευρώπης, ασχέτως αν η Ουκρανία υπογράψει τη συμφωνία με τις ΗΠΑ για την εκμετάλλευση των σπανίων γαιών.

Σε περίπτωση αρνήσεως των ΗΠΑ να προσεγγίσουν το ευρωπαϊκό πλαίσιο, υπάρχει η δυνατότητα μέσω κάποιας χώρας (Βρετανία και Γαλλία είναι μόνιμα μέλη του ΣΑ ΟΗΕ ή και άλλες), να έλθει προς συζήτηση στο ΣΑ ΟΗΕ, όπου οι ΗΠΑ αλλά και η Ρωσία θα αναγκασθούν να τοποθετηθούν, ασχέτως αν ασκήσουν στο τέλος του δικαίωμα της αρνησικυρίας (βέτο).

Παρότι πληροφορίες φέρουν ότι η Σύνοδος αναλώθηκε κατά το μείζον με τη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής αμύνης και ελάχιστα με το ζήτημα της Ουκρανίας, κάποιος ανέφερε μόνο για 15 λεπτά, η ΕΕ έχει διαμορφώσει ένα εξαιρετικό πολιτικό-στρατηγικό πλαίσιο, το οποίο θα πρέπει να υποστηριχθεί σταθερά από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, να το δουν σοβαρά τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία και είναι σίγουρο ότι θα προσελκύσει το ενδιαφέρον και ενδεχομένως την υποστήριξη και της Κίνας, αλλά και άλλων χωρών. 

Σε κάθε περίπτωση η ΕΕ τοποθετείται πολιτικά και είναι πολύ δύσκολο κάποιος να αποφύγει αυτή τη συζήτηση σε αυτό το πεδίο. Στο έκτακτο Ειδικό Συμβούλιο Κορυφής της 6ης Μαρτίου, η Ευρώπη έδειξε χαρακτήρα, πήρε το όπλο της και έδωσε ώθηση σε δύο σημαντικά ζητήματα για την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια, τον επανεξοπλισμό της και την επίλυση του Ουκρανικού. Το μείζον ερώτημα είναι θα συνεχίσει ή θα αναδιπλωθεί στις πρώτες δυσχέρειες;

Δεν υπάρχουν σχόλια: