Τι μας έρχεται στο μυαλό, με το που ακούμε τη λέξη «Γερμανία»; Μια κοινωνία «μονομπλόκ» με ισχυρή πειθαρχία που ζει μέσα στην αφθονία και στην ευημερία. Μια παραγωγική μηχανή που πρωτοστατεί στην Ευρώπη, και η οποία συχνά χαρακτηρίζεται ως ατμομηχανή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μια
χώρα πρότυπο, όσον αφορά τα οικονομικά της και τις κοινωνικές υπηρεσίες που
προσφέρει στους πολίτες της. Μια χώρα δίχως έντονα πολιτικά προβλήματα, που
ακολουθεί μια σταθερή πορεία με ελάχιστες αποκλίσεις. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά
από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όχι μόνο η εικόνα αλλά και η
πραγματικότητα πίσω από τη λέξη «Γερμανία», έχει αρχίσει να μεταβάλλεται
αισθητά.
Και
μάλιστα «επί τα χείρω». Ίσως ο χαρακτηρισμός του Economist, ότι η Γερμανία
είναι πλέον ένα «failed state», δηλαδή ένα αποτυχημένο κράτος, να είναι
υπερβολικός, όμως τα προβλήματα είναι σημαντικά και δείχνουν ότι έχουν αρχίσει
να λαμβάνουν μια δυσεπίλυτη διάσταση.Ο πόλεμος στην Ουκρανία, αποκάλυψε την
πλήρη ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από το Κρεμλίνο.
Η
βιαστική απεξάρτηση από τον άνθρακα στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, η πάγια
αποστροφή των Γερμανών πολιτικών προς την ατομική ενέργεια κάτω από το σύνθημα
των Οικολόγων - Πρασίνων ήδη από τη δεκαετία του ’80, «Atomkraft Νein, danke»
και η παντελής έλλειψη επαρκών και σταθερών εναλλακτικών πηγών ενέργειας, ήταν
για πολλούς αναλυτές το πρώτο σήμα, ότι κάτι δεν πάει καλά.
Με
αποτέλεσμα την εκτόξευση του κόστους βιομηχανικής παραγωγής, που έχει οδηγήσει
τον δείκτη επιχειρηματικής εμπιστοσύνης του Ifo στα επίπεδα του καλοκαιριού του
2020, όταν η γερμανική παραγωγική μηχανή είχε παραλύσει λόγω των επιπτώσεων από
την πανδημία στο σύνολο όχι μόνο της γερμανικής και της ευρωπαϊκής, αλλά και
της παγκόσμιας οικονομίας.
Το
δεύτερο σήμα ήρθε στο φως ήδη από τα τέλη του 2023, όταν το Κέντρο Ευρωπαϊκών
Οικονομικών Ερευνών (ZEW) και το Ίδρυμα Grube, είχαν κάνει για πρώτη φορά αναφορά
στο «κρυφό και σιωπηρό», όπως το είχαν χαρακτηρίσει, ομοσπονδιακό χρέος της
Γερμανίας, το οποίο είχαν υπολογίσει στα 100 δισ. ευρώ.
Η
έκθεση είχε ακολουθήσει την απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου
της Καρλσρούης τον Νοέμβριο του 2023, σύμφωνα με την οποία είχε καταγγελθεί ως
αντισυνταγματική η «απάτη» της κυβέρνησης του τρικομματικού συνασπισμού,
σχετικά με την παράκαμψη του «φρένου χρέους».
Αλλά
και την απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο είχε κρίνει
αντισυνταγματική τη διοχέτευση στο Ταμείο για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό
κονδυλίων ύψους 60 δισ. ευρώ, τα οποία προέρχονταν από έκτακτο δανεισμό για την
αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας.
Η
φιλοσοφία πίσω από το «φρένο χρέους» το λεγόμενο «Schuldenbremse» ή και «black
zero», που είχε υιοθετηθεί το 2009, επί καγκελαρίας Μέρκελ που περιορίζει το
δημόσιο έλλειμμα στο 0,35% του ΑΕΠ είναι βαθιά ριζωμένη στον «οικονομική ηθική»
του γερμανικού λαού και στην προτεσταντική αντίληψη του για τον χριστιανικό,
επιχειρηματικό και κοινωνικό βίο.
Το προβλεπόμενο έλλειμμα για το 2024, εκτιμάται στο 1,9% του γερμανικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Σε αυτήν την εκτίμηση θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τις εκθέσεις των κορυφαίων οικονομικών ινστιτούτων της Γερμανίας, όπως είναι το IfW, το Ifo και το DIW, σύμφωνα με τις οποίες οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας θα είναι στο 0,1% για το 2024, στο +0,8% για το 2025 και στο +1,3% για το 2026.
Η υπέρβαση του «φρένου χρέους», αποτελεί ένα
χτύπημα κάτω από τη ζώνη όχι μόνο για τη γερμανική κυβέρνηση, αλλά για το
σύνολο της γερμανικής κοινωνίας, που συνειδητοποιεί ότι ο ακρογωνιαίος
οικονομικός λίθος της τελευταίας 15ετίας, μετακινείται από τη θέση του. Που
σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.
Το
τρίτο και ίσως πιο χειροπιαστό σήμα, είναι αυτό που εκπέμπει η γερμανική
αυτοκινητοβιομηχανία. Το κλείσιμο εργοστασίων, οι περικοπές θέσεων απασχόλησης,
η αδυναμία συμμετοχής της γερμανικής παραγωγής στο παγκόσμιο οικοσύστημα
καινοτομίας και ψηφιακού μετασχηματισμού, δημιουργούν ένα παραγωγικό κενό, το
οποίο δύσκολα θα αναπληρωθεί.
Η
γερμανική παραγωγή, έπεσε θύμα των υπερβολικών ρυθμίσεων, του ασφυκτικού
κανονιστικού πλαισίου και της απουσίας αναπτυξιακής προοπτικής, που κυριαρχεί
στο σύνολο τα Ευρώπης. Όσον αφορά τις αυτοκινητοβιομηχανίες, η αναμενόμενη
επιβολή δασμών επί των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ που θα επιβάλει ο
Λευκός Οίκος, μαζί με την αδυναμία ανταγωνισμού απέναντι στα ηλεκτροκίνητα κινεζικά
αυτοκίνητα, είναι πιθανό να προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερη οικονομική
ασφυξία.
Σε
όλα τα ανωτέρω θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τις απαιτούμενες δημόσιες
επενδύσεις στον χώρο των υποδομών και των ψηφιακών διασυνδέσεων, τις αμυντικές
δαπάνες που θα πρέπει να αυξηθούν στα 80
δισ. ευρώ μέχρι το 2028 και τις μαζικές επενδύσεις στον χώρο της καινοτομίας.
Επομένως, η Γερμανία θα πρέπει να ξαναδεί τα πράγματα από την αρχή, εάν θέλει
να ξαναβρεί τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με τους αναλυτές το «επενδυτικό κενό» της Γερμανίας σήμερα υπερβαίνει το μισό τρισεκατομμύριο ευρώ. Ναι, αλλά ο δείκτης DAX του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης, δεν φαίνεται να ανησυχεί, θα μπορούσε να διερωτηθεί ο καθένας. Ο DAX από την αρχή του χρόνου μέχρι σήμερα έχει εμφανίσει άνοδο της τάξης του +15,5%.
Έχει καταγράψει υψηλό έτους στις 19.674,68 μονάδες, «απειλώντας» το
ψυχολογικό όριο των 20.000 μονάδων. Και μάλιστα έκλεισε με άνοδο την περασμένη
Παρασκευή, παρά την υποχώρηση του ευρωπαϊκού ΡΜΙ στις 48,1 μονάδες, χαμηλότερα
δηλαδή από το όριο των 50 μονάδων που αποτελούν το μεταίχμιο ανάμεσα στην
ανάπτυξη και στην ύφεση.
Το
P/E (δείκτης κερδοφορίας ως προς την τιμή της μετοχής) του DAX βρίσκεται στο
19,8. Η αύξηση του κύκλου εργασιών των εταιρειών που συμμετέχουν στον DAX σε
ετήσια βάση, υπολογίζεται στο +5% κατά τη διάρκεια της προηγούμενη 3τίας. Όμως,
η κερδοφορία μειώθηκε κατά -7,0% και πάλι σε ετήσια βάση, σαν αποτέλεσμα της
απουσίας παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.
Οι
επενδυτικοί οίκοι που επενδύουν στο γερμανικό χρηματιστήριο μέσω του «Global X
DAX Germany ETF», είναι θετικοί όσον αφορά την πορεία του DAX μέσα στο επόμενο
12μηνο. Από τους 42 αναλυτές που συμμετείχαν σε πρόσφατη έρευνα, οι 35 έδωσαν
αγοραστικό σήμα και οι 7 έδωσαν σήμα διακράτησης. Η διακύμανση των αποδόσεων
των τιμών - στόχων, που έχουν τεθεί από τους χρηματιστηριακούς αναλυτές
ξεκινάει από το -9% μέχρι +36,6%, με τη μέση εκτιμώμενη απόδοση να βρίσκεται
στο +14,8%.
Παρόμοιες εκτιμήσεις δίνουν και οι αναλυτές που παρακολουθούν το «DAXXF: iShares Core DAX UCITS ETF (DE)». Οι πιο ακραίες εκτιμήσεις τους προβλέπουν άνοδο κατά +37%, πτώση κατά -9,7%, με τη μέση εκτιμώμενη απόδοση να τοποθετείται στο +15%.Παρατηρούμε ότι η ευφορία των αγορών, δεν συμμερίζεται τις ανησυχίες για την πραγματική οικονομία της Γερμανίας. Ανησυχίες, που όμως διογκώνονται και από τις πολιτικές εξελίξεις και τις εκλογές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου