Με τα τύμπανα του πολέμου να χτυπούν στη Μέση Ανατολή και τις αγορές να αναρωτιούνται ακόμη αν η "Μαύρη Δευτέρα" ήταν σύμπτωση ή μήνυμα, ο προβληματισμός για την ανάπτυξη και της Ελλάδας το 2024 γίνεται όλο και πιο έντονος.
Μπορεί η Ελλάδα να μην συνδέεται ευθέως με τις εστίες αβεβαιότητας που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο παγκόσμιο οικονομικό σκηνικό, αλλά αν η νευρικότητα που επικρατεί συνεχιστεί, μοιραία θα επηρεάσει και τον στόχο για ανάπτυξη 2,5% για φέτος, που φαίνεται ότι δεν συμμερίζονται ούτε οι διεθνείς οργανισμοί που παρακολουθούν πολύ στενά την οικονομία.
Το βέβαιο είναι ότι ακόμη και οι πιο απαισιόδοξοι θέλουν την Ελλάδα να συνεχίσει τη σύγκλιση με την Ε.Ε. και το 2024. Οι κίνδυνοι είναι κυρίως εξωγενείς, αλλά και ενδογενείς και έρχονται να ενισχυθούν το δεύτερο εξάμηνο του χρόνου, οπότε η Ευρωζώνη ανέμενε να επιταχύνει την ανάκαμψή της.
Στο εσωτερικό της χώρας η μεγαλύτερη πρόκληση είναι όχι τόσο να εισπραχθούν τα 3,6 δισ. της δόσης που έχει αιτηθεί η Ελλάδα όσο το να υλοποιηθεί χωρίς καθυστερήσεις το πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, που φτάνει φέτος για πρώτη φορά τα 12 δισ. ευρώ και προϋποθέτει την απορρόφηση κοινοτικών πόρων ύψους 10 δισ. ευρώ (ποσό-ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα) και να προχωρήσουν έργα συνολικού ύψους 8 δισ. ευρώ.
Καθυστερήσεις και αστοχίες δεν έχουν χώρο, καθώς μένουν πια μόνο δύο χρόνια για να αξιοποιηθούν τα 23 δισ. από το ΤΑΑ, το οποίο θα συνεχιστεί μεν, αλλά σε μια σαφώς περιορισμένη μορφή και μόνο για να χρηματοδοτήσει την πράσινη μετάβαση της Ε.Ε. Από εκεί και πέρα, η προσπάθεια επικεντρώνεται στο να προχωρήσουν άμεσα βασικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα καταστήσουν την Ελλάδα διεθνή επενδυτικό προορισμό.
Ο κίνδυνος του πληθωρισμού
Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η επανάκαμψη των πληθωριστικών πιέσεων. Ήδη η Κυβέρνηση έχει δρομολογήσει την επιδότηση των τιμολογίων του ηλεκτρικού τουλάχιστον τον Ιούλιο και τον Αύγουστο με χρήματα από τη φορολόγηση των "ουρανοκατέβατων" κερδών των παρόχων ενέργειας. Την ίδια ώρα, παρά κάποια πρώτα δείγματα μείωσης των τιμών των τροφίμων, οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, συμπιέζοντας την ιδιωτική κατανάλωση, ειδικά για χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Η συγκράτηση της ιδιωτικής κατανάλωσης θα έχει συνέπειες και στο ΑΕΠ. Αν μάλιστα επανέλθει και ο πληθωρισμός της ενέργειας, το κλίμα της υποχώρησης των τιμών θα αναστραφεί και οι τιμές θα αρχίσουν να αυξάνονται και πάλι, ενώ οι καταναλωτές ήδη έχουν βιώσει τρία χρόνια υψηλού πληθωρισμού.
Βαρόμετρο για την ιδιωτική κατανάλωση θα αποτελέσουν οι εισπράξεις από τον κρίσιμο τομέα του τουρισμού. Παρότι οι ταξιδιωτικοί πράκτορες αναμένουν για το 2024 νέο ρεκόρ εσόδων στα 20,5 δισ. ευρώ από 19,45 δισ. ευρώ το 2023, υπάρχουν επαγγελματίες του κλάδου της εστίασης οι οποίοι παραδέχονται μεν τη μεγάλη κίνηση, αλλά με χαμηλότερες δαπάνες από τους ξένους επισκέπτες.
Το σύννεφο της ύφεσης
Αμερική ή και Ευρώπη; Το ερώτημα των αγορών αν και οι δύο μεγάλες οικονομικές οντότητες περάσουν σε ύφεση, θα απαντηθεί μόνο στην πράξη. Οι ΗΠΑ έχουν τη διέξοδο να τονώσουν την ανάπτυξή τους μέσω της μεγέθυνσης του ελλείμματός τους. Η Ευρωζώνη, από την άλλη, είναι πιο περιορισμένη και επιπλέον έχει να εφαρμόσει μια νέα περιοριστική δημοσιονομική πολιτική που αποφασίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο.
Ωστόσο η αρνητική ανάπτυξη της Γερμανίας το β' τρίμηνο και η οριακή ανάπτυξη πέριξ του 1% για τη Γαλλία και την Ιταλία δεν στέλνουν θετικά μηνύματα. Στο μεταξύ η Ελλάδα πλήρωσε ήδη την οικονομική επιβράδυνση της Ευρωζώνης το πρώτο εξάμηνο του χρόνου αυξάνοντας το εμπορικό της έλλειμμα κατά 10%, αφού μειώθηκαν σημαντικά οι εξαγωγές της κατά 4,1%.
Ανησυχία για τα επιτόκια
Ένας ακόμη παράγοντας που προκαλεί ανησυχία εντοπίζεται στην ταχύτητα με την οποία θα ανασταλεί η νομισματική σύσφιξη που έχει επιβάλει η ΕΚΤ από τα μέσα του 2023, αυξάνοντας τα επιτόκια και μειώνοντας τη ρευστότητα προς την πραγματική οικονομία. Τον Σεπτέμβριο η Κεντρική Τράπεζα του δολαρίου αναμένεται να προχωρήσει σε μια πρώτη μείωση επιτοκίων κατά 0,50%.
Η ΕΚΤ έχοντας κάνει ήδη μια μείωση 0,25% θα είναι δύσκολο να μείνει αδιάφορη, αφού η κούρσα της μείωσης των επιτοκίων θα πυροδοτήσει και έναν μίνι νομισματικό πόλεμο, που κανείς δεν θα θέλει να χάσει. Ειδικά η Ευρώπη, η οποία βρίσκεται σε μειονεκτική θέση λόγω της υστέρησης της ανταγωνιστικότητάς της απέναντι στις ΗΠΑ και την Κίνα.
Από την άλλη, ο ιδιότυπος πληθωρισμός που βιώνει η Ελλάδα και η Ευρώπη, που αφορά κυρίως την έλλειψη προσφοράς και όχι την υπερβάλλουσα ζήτηση, απαιτεί προσοχή, καθώς η νομισματική πολιτική που ασκείται δεν είναι 100% αποτελεσματική. Μια παρατεταμένη περίοδος υψηλών επιτοκίων, με πολύ προσεκτικές (έως και συντηρητικές) κινήσεις για το υπόλοιπο του 2024 και το 2025 μπορεί να αναστείλει περισσότερο την ανάκαμψη της Ευρωζώνης και να επηρεάσει στην Ελλάδα τις άμεσες ξένες επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία ως γνωστόν παράγει το 67% του ΑΕΠ της χώρας.
Η Μέση Ανατολή
Σε όλα αυτά προστίθεται και η ένταση που κλιμακώνεται κάθε μέρα στη Μέση Ανατολή, η οποία προμηνύει αρνητικές εξελίξεις για όλο τον κόσμο. Αν το Ιράν κλείσει τα στενά του Ορμούζ, οι τιμές του πετρελαίου, που σήμερα βρίσκονται σε χαμηλά διετίας (78,9 δολάρια το βαρέλι) λόγω της προσδοκίας για ύφεση στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη, μπορεί να αυξηθούν στα επίπεδα όπου είχαν βρεθεί μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ένας περιφερειακός πόλεμος ο οποίος θα περιλαμβάνει και το Ιράν μπορεί να οδηγήσει σε εξέγερση τον αραβικό κόσμο, με άγνωστες συνέπειες. Οι ΗΠΑ έχουν μεν σπεύσει στην περιοχή με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, αλλά το είδος και η έκταση που μπορεί να πάρει ένας τέτοιος πόλεμος είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Εδώ το αποτέλεσμα της ανάπτυξης θα κριθεί από τις κινήσεις των δύο μερών και φυσικά από τη διάρκεια των εχθροπραξιών των αντίπαλων πλευρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου