Ολόκληρη η Παλαιστίνη, από τις δύο πλευρές του Ιορδάνη ποταμού κα ι η χερσόνησος του Σινά, είναι για τον χριστιανικό κόσμο «οι Άγιοι Τόποι», στους οποίους πραγματοποιήθηκαν όλα τα μεγάλα θρησκευτικά και ιστορικά γεγονότα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Εδώ έλαβε χώρα η Ενανθρώπηση του-Υιού και Λόγου του Θεού-, και ιδρύθηκε η πρώτη Εκκλησία.
Μέσα στον χώρο αυτό αναπτύχθηκε ο Ιουδαϊσμός και εδώ πρωτοκηρύχθηκε και εδραιώθηκε ο Χριστιανισμός. Επίσης, εδώ έζησαν και έδρασαν Προφήτες, Πατριάρχες και βασιλείς απεσταλμένοι του Θεού.Τα γεγονότα αυτά της Θεοφάνειας, όπως συνέβησαν και περιγράφονται στην Ιερά Βίβλο, είναι συνδεδεμένα με συγκεκριμένους γεωγραφικούς χώρους, με αληθινές ονομασίες τοποθεσιών, ποταμών, βουνών, πεδιάδων, χαραδρών και γενικά με τοπογραφικούς χώρους ιδιαίτερα σημαντικούς.
Είναι ιστορικά
αποδεδειγμένο πως κατά τους πρώτους αιώνες οι Χριστιανοί αγωνίστηκαν σκληρά για
την επιβίωση τους. Η μεγάλη αλλαγή επήλθε στις αρχές του 4ου αιώνα με τον
θρίαμβο του-Χριστιανισμού και την τελική αναγνώριση του- ως τη μόνη και επίσημη
θρησκεία τού-νεοσύστατου τότε βυζαντινού κράτους αλλά και της αυτοκρατορικής
αυλής.
Τότε, ολόκληρη η
Παλαιστίνη ανακηρύχθηκε επίσημα ως Αγία Γη και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μέγας
Κωνσταντίνος έδωσε εντολή, διαθέτοντας τα απαιτούμενα μέσα και χρήματα, για την
ίδρυση των πρώτων μεγαλοπρεπών ναών στους Ιερούς Τόπους, όπως του Γολγοθά, του
Παναγίου Τάφου του Κυρίου, της Ανάληψης στο όρος των Ελαιών, του Σπηλαίου της
Γεννήσεως στη Βηθλεέμ και του χώρου Μαμβρή στη Χεβρώνα.
Ο ερχομός της Αγίας Ελένης, μητέρα του Μ. Κωνσταντίνου, στην Αγία Γη και η ανέγερση των πρώτων αυτών χριστιανικών ναών, άνοιξαν τον δρόμο για την αναγνώριση και την ταύτιση πολυάριθμων άλλων τόπων που συνδέονταν με τα γεγονότα της Αγίας Γραφής. Κατά τους 4ο, 5ο και 6ο αιώνες, αυτοκράτορες του Βυζαντίου-, Πατριάρχες και επίσκοποι, απλοί μοναχοί και πιστοί προσκυνητές άρχισαν να συρρέουν στην Παλαιστίνη για να επισκεφθούν και να προσκυνήσουν τα Θεοβάδιστα Χώματα (βλ. Ιεραποδημία).
Σκοπός τους ήταν να
επισκεφτούν όλους τους πιθανούς χώρους των θρησκευτικών συμβάντων, τους τάφους
των Προφητών και των βασιλέων της Παλαιάς Διαθήκης, τα χωριά από όπου- πέρασε
ο Χριστός και οι μαθητές Του-, για να αντλήσουν ευλογία και πνευματική δύναμη.
Πάνω στους χώρους αυτούς κτίστηκαν και άλλοι ναοί και μοναστήρια, που αμέσως μετατράπηκαν σε μεγάλα προσκυνηματικά κέντρα. Στα χρόνια της βυζαντινής ακμής (325-640 μ.Χ.), ολόκληρη η χώρα γέμισε με εκκλησίες και ιερά προσκυνήματα. Οι Πέρσες εισβολείς κατέστρεψαν και ερήμωσαν τα περισσότερα μοναστήρια, ενώ έκαψαν τις εκκλησίες και τα προσκυνήματα.
Η αραβική κατάκτηση, που- επακολούθησε λίγα χρόνια μετά την περσική εισβολή, επιδείνωσε την κατάσταση.Ο αριθμός των Χριστιανών της Παλαιστίνης ελαττώθηκε αισθητά. Ο μοναχισμός της ερήμου εξαφανίστηκε, εκτός από λίγα μοναστήρια, που συνέχισαν την ιστορία του-ς παρά τις πολλές αντιξοότητες. Προς το τέλος τού 10ου αιώνα, λίγα μόνο προσκυ-νήματα είχαν μείνει άθικτα και ενεργά στα χέρια των Χριστιανών, τα οποία ήσαν και τα σπουδαιότερα.
Η έμπρακτη και αποφασιστική επέμβαση των Βυζαντινών αυτοκρατόρων καθώς και η επίμονη παρουσία ηρώων μοναχών τής ορθοδόξου Πίστεως συντέλεσαν στη διατήρηση της χριστιανικότητας και της ιερότητας αυτών των χώρων.Η κατάκτηση των Σταυροφόρων και η επαναφορά τής Παλαιστίνης στη χριστιανική κυριαρχία, βελτίωσε προσωρινά την κατάσταση. Τα 700 χρόνια που ακολούθησαν από την απομάκρυνση των Σταυροφόρων μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, χαρακτηρίζονται ως τα δυσκολότερα και σκοτεινότερα της ιστορίας.
Οι Μαμελοϋκοι, και αργότερα οι Οθωμανοί Τούρκοι, εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση και μετέτρεψαν τους Ιερούς χώρους σε «εμπόρευμα», που το εκποιούσαν σε όσους τους έδιναν τα περισσότερα. Η άθλια αυτή κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα.Το 1857 υπεγράφη η περίφημη «Συνθήκη των προσκυνημάτων». Η συμφωνία αυτή καθορίζει την κυριαρχία και τα δικαιώματα κάθε Κοινότητας, διευθετώντας τις μεταξύ του-ς σχέσεις. Σήμερα, οι τόποι των Αγίων Προσκυνημάτων είναι κέντρα συμφιλίωσης και αμοιβαίας μεταξύ των διαφόρων εθνοτήτων χριστιανικής αγάπης.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ
Στην ιστορία των
προσκυνημάτων της Αγίας Γης, το ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο παίζει, αναμφίβολα,
πρωτεύοντα ρόλο. Η σύσταση του- ανάγεται αυτήν την ημέρα της Πεντηκοστής, τη
γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας του Χριστού. Σύμφωνα με μαρτυρίες αποστολικών
συγγραφέων, ο πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων υπήρξε Ιάκωβος ο
Αδελφόθεος, που συστηματοποίησε τη Θεία Λατρεία στο «υπερώον» της Αγίας Σιών.
Συνέταξε στα ελληνικά την πρώτη Θεία Λειτουργία και συνέβαλε σημαντικά στην Αποστολική Σύνοδο, που συνήλθε στα Ιεροσόλυμα περί το 50- 51 μ.Χ., και η οποία διακήρυξε την αυτοτέλεια του Χριστιανισμού και την ελευθερία του εκ του μωσαϊκού Νόμου.Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. είχε τραγικές επιπτώσεις. Το 251 μ.Χ. στο διωγμό των Χριστιανών επί Δεκίου, αλλά και στους διωγμούς που επακολούθησαν έως το 313 μ.Χ., ο Χριστιανισμός προσέφερε πλήθος μαρτύρων.
Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. τα Ιεροσόλυμα συγκεντρώνουν την προσοχή των βυζαντινών αυτοκρατόρων και η Εκκλησία ξαναβρίσκει την παλιά αίγλη και ακτινοβολία της με την εύρεση του- Τιμίου Σταυρού από την Αγία Ελένη και την ίδρυση μεγαλοπρεπών ναών στα Πανάγια προσκυνήματα.Η ανοικοδόμηση του Ναού της Αναστάσεως και των υπολοίπων ιερών κτισμάτων στον Γολγοθά και στο σημείο εύρεσης, αναδεικνύουν την Ιερουσαλήμ σε Παν-χριστιανικό κέντρο.
Ενδιαφέρον έδειξε και
ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, ο οποίος με τους νικηφόρους πολέμους του εξεδίωξε
τους Πέρσες, ύψωσε τον Τίμιο Σταυρό και προχώρησε στην ανοικοδόμηση των ιερών
κτισμάτων. Περίφημη και συστηματική, εξάλλου, υπήρξε η γνωστή θεολογική
διδασκαλία Ιωάννου του Δαμασκηνού, που- καταγόταν από τα μέρη εκείνα.
Το 1099 μ.Χ. οι Σταυροφόροι μπαίνουν στην Ιερουσαλήμ. Οι Έλληνες μοναχοί παραγκωνίζονται. Τον 14ο αιώνα Φραγκισκανοί μοναχοί κατορθώνουν να διεισδύσουν στα ιερά προσκυνήματα.Η παρακμή του-Βυζαντίου και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από του-ς Οθωμανούς το 1453, δυσχεραίνει περισσότερο τη θέση του αγώνα κόπασε στα μέσα μόλις του 19ου αιώνα με την υπογραφή τής «Συνθήκης των Προσκυνημάτων» (Status Quo). Όλο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, το Πατριαρχείο εισήλθε σε μια λαμπρή περίοδο ανασυγκρότησης και αναγέννησης.
Ο ορθόδοξος χριστιανικός κόσμος, με επικεφαλής το ελεύθερο πλέον Ελληνικό Κράτος, συνέβαλε με δωρεές και πολλαπλές χρηματικές βοήθειες σε αυτόν τον αγώνα της αναδημιουργίας. Εξάλλου μοναχοί, δωρητές και μέλη του Πατριαρχείου αγόρασαν εκτάσεις, έκτισαν εκκλησίες, ανακαίνισαν και επανίδρυσαν τα ερειπωμένα μοναστήρια, δημιουργώντας έτσι την απαραίτητη οικονομική βάση για την υπόσταση του Πατριαρχείου.
Σήμερα, με τις ευθύνες που το περιβάλλουν, με τη μακρόχρονη ιστορία του και την τεράστια κληρονομιά του, υψώνεται φωτεινό και υπερήφανο σε όλο τον χριστιανικό κόσμο, γνωρίζοντας πως πρέπει να συνεχίσει και στο μέλλον τον άγιο και ιερό προορισμό του. (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου