Τους μήνες μετά την υπογραφή της εμπορικής συμφωνίας Βρετανίας και Ε.Ε. για τις μετά το Brexit συναλλαγές, η πανδημία συγκάλυψε το μέγεθος της οικονομικής ζημίας που προκάλεσε στη βρετανική οικονομία η έξοδος από την Ε.Ε. Καθώς, όμως, παρατείνεται η πανδημία, αρχίζει να γίνεται αισθητό το κόστος και οι ψηφοφόροι το αντιλαμβάνονται.
Το Brexit έχει αποβεί
εις βάρος της οικονομικής ανάπτυξης της Βρετανίας. Είχε ως αποτέλεσμα να
αυξηθεί η γραφειοκρατία στις εμπορικές σχέσεις της με τις μεγαλύτερες και
πλησιέστερες αγορές και να χαθεί μια μεγάλη δεξαμενή από εργατικά χέρια
προερχόμενα από την Ε.Ε., στα οποία βασίζονταν, πάντως, πολλές από τις
επιχειρήσεις της χώρας. Ο συνδυασμός οδήγησε σε μεγάλες ελλείψεις στην
εφοδιαστική αλυσίδα, στην εκτόξευση του πληθωρισμού και στη πτώση του εμπορίου.
Ο πρωθυπουργός
χαιρέτισε την υπογραφή της εμπορικής συμφωνίας με την Ε.Ε. πριν από
σχεδόν ένα χρόνο, χαρακτηρίζοντάς την τη στιγμή που η Βρετανία ανακτά τον
έλεγχο της μοίρας της. Αν ίσχυε αυτό, τότε οι ψηφοφόροι είναι όλο και πιο
δυσαρεστημένοι με τα αποτελέσματα. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Savanta Comres,
σήμερα η πλειονότητα των Βρετανών θα ψήφιζε υπέρ της επανένταξης στην Ε.Ε.,
συμπεριλαμβανομένου και ενός 10% όσων ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης στο
δημοψήφισμα του 2016. Τον Ιούνιο μόλις το 49% ήθελε να αντιστρέψει το Brexit.
Τις τελευταίες ημέρες
παραιτήθηκε ο Ντέιβιντ Φροστ, στενός συνεργάτης του Μπόρις Τζόνσον στη
διαπραγμάτευση για το Brexit, όντας ο τρίτος υπουργός που εγκαταλείπει την
κυβέρνηση. Στην επιστολή παραίτησής του, ο Φροστ καλεί τον Τζόνσον να
χρησιμοποιήσει το Brexit για να μετατρέψει τη Βρετανία σε μια «οικονομία
επιχειρηματική, με χαμηλούς φόρους και ελαφρές ρυθμίσεις».
Εκφράζει, ωστόσο, την
απογοήτευσή του για την κατεύθυνση που έχει πάρει ο πρωθυπουργός. Προδίδει,
έτσι, και την απογοήτευση όσων είδαν το Brexit ως μοναδική ευκαιρία της ζωής
τους για να περιορίσουν τις ρυθμίσεις της κυβέρνησης. Ενα χρόνο μετά την
υπογραφή της εμπορικής συμφωνίας, ας δούμε τον αντίκτυπο του Brexit στις
επιχειρήσεις και στην οικονομία, και ας συγκρίνουμε τα αποτελέσματα με τις
προβλέψεις των αναλυτών.
Μεγάλη απώλεια για τη Βρετανία είναι και η ξαφνική εξαφάνιση πολλών
εργατικών χεριών – Το 2020 έφυγαν από τη χώρα 200.000 Ευρωπαίοι. Οι
εμπορικές σχέσεις της Βρετανίας με την Ε.Ε. έχουν μειωθεί από τη στιγμή που η
χώρα έφυγε από την Ε.Ε. και οι επιχειρήσεις έχουν πληγεί από τη γραφειοκρατία
και τους ελέγχους.
Μέχρι τον Οκτώβριο το
εμπόριο προϊόντων με την Ε.Ε. ήταν κατά 15,7% μειωμένο σε σύγκριση με αυτό που
θα ήταν εάν η Βρετανία είχε παραμείνει μέλος της Ε.Ε. και της τελωνειακής
ένωσης. Αυτό εκτιμά ανεξάρτητη δεξαμενή σκέψης με το όνομα Κέντρο Ευρωπαϊκών
Μεταρρυθμίσεων (CER), που παράλληλα επισημαίνει ότι το ποσοστό αυτό υπερβαίνει
κατά πολύ τις άλλοτε προβλέψεις της βρετανικής κυβέρνησης από το 2018 για
μείωση των εμπορικών συναλλαγών μόνον κατά 10%.
Επιπλέον, τα στοιχεία
ίσως να μην αντικατοπτρίζουν πλέον το μέγεθος της δυνητικής ζημίας καθώς η
Βρετανία δεν έχει ακόμη θέσει σε εφαρμογή πολλούς από τους συνοριακούς
ελέγχους, τους οποίους όφειλε να έχει επιβάλει έως το 2022. Από τον Ιανουάριο
οι εισαγωγές από την Ε.Ε. θα πρέπει να συνοδεύονται αυτομάτως από δηλώσεις των
τελωνείων, ενώ τα τρόφιμα θα υπόκεινται σε πρόσθετους ελέγχους, αρχής γενομένης
από το καλοκαίρι. Η Βρετανία έχει σημειώσει πολύ περιορισμένη πρόοδο σε ό,τι
αφορά την υπογραφή εμπορικών συμφωνιών πέραν όσων είχε ως μέλος της Ε.Ε.
Σε ό,τι αφορά την
ανάπτυξη, προτού ακόμη ολοκληρώσει η Βρετανία την απόσχισή της από την Ε.Ε.,
στο τέλος του περασμένου έτους, το Brexit είχε μειώσει το μέγεθος της
βρετανικής οικονομίας κατά περίπου 1,5%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γραφείου
Δημοσιονομικής Ευθύνης (OBR).
Αυτό οφειλόταν κυρίως
στην πτώση των επενδύσεων των επιχειρήσεων και στη μεταφορά δραστηριοτήτων στην
Ε.Ε. ενόψει των δασμών και των ελέγχων. Σύμφωνα πάντα με το OBR, όταν τεθεί σε
εφαρμογή εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε., η μείωση του εμπορίου λόγω Brexit θα
έχει ως αποτέλεσμα να επέλθει μείωση του βρετανικού ΑΕΠ κατά 4% μακροπρόθεσμα.
Οπως τονίζει ο Τζον Σπρίνγκφορντ, αναπληρωτής διευθυντής του CER, «μια απώλεια 4% με 5% από το ΑΕΠ είναι μεγάλη υπόθεση» και μάλιστα τη στιγμή «που οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο υιοθετούν πολιτικές για να αυξήσουν το ΑΕΠ των χωρών τους κατά 5%».
Και μία ακόμη μεγάλη απώλεια για τη Βρετανία είναι η ξαφνική εξαφάνιση πολλών εργατικών χεριών. Το 2020 έφυγαν από τη χώρα 200.000 Ευρωπαίοι, καθώς τους ανάγκασαν οι αυστηροί κανόνες περί μετανάστευσης και η βαθύτατη οικονομική κρίση, που ήταν και η χειρότερη των τελευταίων τριών αιώνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου