18 Απριλίου, 2025

Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Α΄ΜΕΡΟΣ

Το θέμα έχει σήμερα σχέση με την Σταύρωση και την Ανάσταση τού Χριστού μας, όχι μονάχα γιατί ευρισκόμαστε στην εποχή εκείνη πού έχει τάξει η Εκκλησία μας για τις ψυχές όλων των Χριστιανών νά στρέφονται και νά προετοιμάζονται και νά συμμετέχουν στα Πάθη τού Χριστού μας, αλλά και γιατί ακριβώς η Σταύρωση και η Ανάσταση είναι το επίκεντρο, είναι ο πυρήνας τής καταφάσεως τού Χριστιανισμού και τού αντιλόγου εις τον Χριστιανισμό.

Γιατί αν η Σταύρωση και η Ανάσταση τού Χριστού μας είναι αλήθεια, τότε όλα εκείνα τα οποία πιστεύαμε, όλα εκείνα στα οποία έχουμε προσκολληθεί, όλα εκείνα τα οποία ακολουθούμε και πού είναι ξένα ή αντίθετα προς τον Χριστό και προς το Ευαγγέλιό Του είναι είδωλα πού πρέπει να γκρεμισθούν. Γι΄ αυτό και με τόση μανία και με τέτοιο πείσμα έχουν εγερθεί τόσες πολλές αντιρρήσεις, έχουν παρουσιασθεί τόσο πολλά επιχειρήματα για να πείσουν τον καθένα ότι η Ανάσταση τού Χριστού δεν έγινε.

Γιατί αν η Ανάσταση τού Χριστού, έγινε, τότε ο Χριστός είναι: ο Θεός, τότε όλα όσα λέει: ο Χριστός, όλα όσα λέει το Ευαγγέλιο είναι αλήθεια και θα πρέπει να πεθάνουμε για όλα όσα έχουμε ζήσει: που είναι αντίθετα και ξένα προς τον Χριστό και να ξαναζήσουμε μια νέα ζωή σύμφωνη με όλα όσα είπε ο Χριστός και εξακολουθεί να πρεσβεύει και να βιώνει η Εκκλησία. Τα επιχειρήματα τα οποία υψώνονται για να αμφισβητήσουν την Ανάσταση τού Χριστού μπορούμε να τα κατατάξουμε σε τρείς μεγάλες κατηγορίες:

Η μιά είναι ότι ο Κύριος δεν απέθανε επάνω στον Σταυρό και συνεπώς αφού δεν απέθανε και δεν ανεστήθη.Η δεύτερη κατηγορία επιχειρημάτων κατά της Αναστάσεως, είναι η αμφισβήτηση για τις εμφανίσεις που ρητά περιγράφουν τα Ευαγγέλια ότι συνέβησαν μετά την ανάσταση τού Χριστού.Και η Τρίτη, περιστρέφεται γύρω από το γεγονός ότι ευρέθηκε κενός ο Τάφος Του.

Το εάν ο Χριστός απέθανε πάνω στον Σταυρό ασφαλώς είναι θέμα πού έχει απόλυτη συνάφεια με την επιστήμη τής Ιατρικής γιατί αυτή είναι εκείνη η οποία μελετάει τη φύση και τις συνέπειες όλων των σωματικών κακώσεων και η οποία μελετάει όλες τις εκδηλώσεις οι οποίες σχετίζονται με την βαθμιαία κατάρρευση των ζωτικών λειτουργιών τού σώματος και με την διαπίστωση ότι οι συνθήκες πλέον για την επιβίωση τού οργανισμού είναι εξαντλημένες και ότι ο θάνατος έχει επέλθει.

Αξίζει λοιπόν την προσοχή μας ότι αυτή η αμφισβήτηση - ότι ο Χριστός δεν απέθανε πάνω στον Σταυρό - δεν παρουσιάσθηκε ποτέ κατά το διάστημα τής γενεάς των ανθρώπων πού έζησαν όταν συνέβη η Σταύρωσις τού Χριστού, δεν παρουσιάσθηκε ούτε και κατά την εποχή των διωγμών, δεν παρουσιάσθηκε κατά την εποχή των μεγάλων αιρέσεων, οι οποίες αμφισβήτησαν και την θεότητα τού Χριστού και την Ανάστασή Του, δεν παρουσιάσθηκε παρά μόνον στον 17ον αιώνα.

Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό γιατί απλούστατα τότε μονάχα είχαν τελείως εκλείψει οι άνθρωποι πού είτε οι ίδιοι είχαν παρακολουθήσει, είτε είχε φθάσει μέχρις αυτούς μιά ζωντανή περιγραφή τού μαρτυρίου τής Σταυρώσεως. Εάν και σήμερα είχαμε ανθρώπους, και ευτυχώς πού δεν έχουμε, πού είχαν παρακολουθήσει την Σταύρωση δεν θα είχε - όπως θα δούμε σε λίγο  παρουσιασθεί μιά τέτοια αμφισβήτηση με αξιώσεις λογικής ισορροπίας.

Είναι βέβαιο το ερώτημα αυτό, εάν ο Χριστός απέθανε επάνω στον Σταυρό, συνυφασμένο με τον τρόπο με τον οποίο πεθαίνει ο άνθρωπος όταν σταυρώνεται. Μιά κοινή διαδεδομένη αντίληψη είναι ότι ο θάνατος επάνω στον Σταυρό παρουσιάζεται από τον πόνο και την αιμορραγία πού δημιουργούν τα καρφιά πού έχουν τρυπήσει τα χέρια και τα πόδια τού εσταυρωμένου.

Όπως θα δούμε, αυτά δεν είναι παρά απλώς ένα μικρό συμπλήρωμα πολύ βασανιστικό, όπως θα αναπτύξουμε, αλλά όχι με πρωτεύοντα ρόλο στην πρόκληση τού θανάτου. Ο θάνατος τού Σταυρού, ο θάνατος τού Χριστού επάνω στον Σταυρό, βεβαίως είχε και αυτό και πολλά άλλα προδιαθετικά αίτια.

Ανάμεσα σ΄ αυτά θα αναφέρουμε τα κτυπήματα πού δέχθηκε ο Κύριός μας, τον οποίον «εράπιζον, εκολάφιζον, έτυπτον, έδερον», λέει το Ευαγγέλιο οι βάρβαροι στρατιώται τής Ρωμ. Αυτοκρατορίας, με όλη την δύναμη η οποία τούς χαρακτήριζε και την τραχύτητα με την οποία ήταν συνηθισμένοι νά κάνουν τα μαρτύριά τους την εποχή εκείνη.

Αλλά βεβαίως, ενώ γνωρίζουμε ότι ένα ισχυρό κτύπημα στο πρόσωπο ενός απροστάτευτου ανθρώπου από έναν τραχύ στρατιώτη μπορεί πραγματικά νά τον φέρει σε κατάσταση αφασίας ή λιποθυμίας, αυτό θα το αντιπαρέλθουμε. Θα το αντιπαρέλθουμε για νά φθάσουμε σε μία φράση πού ίσως χωρίς πολλή προσοχή την ακούμε διότι σαν μετοχή απλώς τού αορίστου αναφέρεται μέσα στο Ευαγγέλιο, όταν μάς λέει το Ευαγγέλιο ότι «φραγγελώσας παρέδωσεν αυτόν...» (Μάρκ. ιε΄ 15).

Τι ήταν το φραγγέλιο; Ίσως νομίζουμε ότι το φραγγέλιο ήταν μία απλή μαστίγωσις. δεν είναι καθόλου έτσι. Αυτόν πού επρόκειτο νά υποστεί το φραγγέλιο τον έδεναν σε μιά κολώνα και ο ειδικός δήμιος πού εκτελούσε την φραγγέλωση έπαιρνε ένα μαστίγιο βαρύ το οποίο είχε πολλές λουρίδες στην άκρη του, πάνω στις λουρίδες ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι ή μικρά οστάρια, κότσια από αρνί και τις έφερνε με όση δύναμη είχε πάνω στην ράχη δεμένου ανθρώπου.

Πολύ σύντομα, απ΄ τα πρώτα κτυπήματα εξεσχίζετο το δέρμα τού ανθρώπου πού εδέχετο την φραγγέλωση και ύστερα από μερικά κτυπήματα ακόμη έφευγαν και κατεξεσχίζοντο τελείως οι σάρκες του και απεγυμνώνοντο τα κόκαλα τής ράχης. Αναφέρονται στην ιστορία αρκετές περιπτώσεις από ανθρώπους, πού απέθαναν την ώρα τής φραγγελώσεως. Σ΄ αυτήν τώρα την καταξεσχισμένη, καταματωμένη και καταπονεμένη ράχη, κουβάλησε ο Χριστός μας τον Σταυρό του, πού ήταν ξύλο βαρύτατο, έτσι ώστε νά μπορεί νά σηκώσει επάνω του το βάρος ενός ανθρώπου χωρίς νά λυγίσει.

Και είναι γνωστό αλλά και πάρα πολύ φυσικό νά το περιμένει κανείς ότι λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού, ήδη εξαντλημένος και με αιμορραγία πού τού είχε στοιχίσει απώλεια δυνάμεων, λύγισε κάτω από το βάρος τού Σταυρού αυτού και έπεσε, όπως λένε οι παραδόσεις, με το πρόσωπο πάνω στη γη, με το πρόσωπο, χωρίς καν νά μπορεί νά προστατεύσει το σώμα του απ΄ τις συνέπειες τής πτώσεως χάρις στο Σταυρό, τον οποίο ήταν αναγκασμένος νά κρατάει και πού έπεσε σαν βάρος από πάνω του.

Και ξέρουμε ότι για νά μην πεθάνει πριν φθάσει καν στο ύψος τού Γολγοθά, ανέθεσαν στον Σίμωνα τον Κυρηναίο νά κουβαλήσει αυτός για τον υπόλοιπο δρόμο τον Σταυρό. Ας προσθέσουμε ακόμη και για τα αγκάθια πού είχε ο στέφανος εκείνος που σε πολλά σημεία είχε τρυπήσει το κεφάλι Του και όλοι όσοι έχουν μιά πείρα από θάλαμο ατυχημάτων τού Νοσοκομείου, ξέρουνε πόσο ιδιαίτερη τάση έχουν νά αιμορραγούν τα τραύματα στο τριχωτό τής κεφαλής. Αυτό λοιπόν το έξαιμο σώμα, το καταπονημένο σώμα, καρφώθηκε επάνω στον Σταυρό.

Ας δούμε τώρα για το θέμα τού καρφώματος ακριβώς των άκρων πάνω στον Σταυρό. Από την παράδοση και από την κοινή εντύπωση πιστεύουμε ότι τα καρφιά πέρασαν τις παλάμες. Όμως από πειράματα πού έκανε ένας Γάλλος χειρουργός ο Barbet επάνω σε πτώματα, είδε ότι είναι αδύνατον ένα καρφί πού περνάει ανάμεσα στα κόκαλα τής παλάμης νά συγκρατήσει το ανθρώπινο σώμα, ακόμη και αν αυτό στηρίζεται με καρφιά από τα πόδια.

Κάτω από το βάρος αυτό, εάν περνούσαν από εκεί τα καρφιά, τα καρφιά θα έσχιζαν το δέρμα πού είναι στην πρόσθια και στην οπίσθια επιφάνεια τής παλάμης πέρα για πέρα ανάμεσα στα δάκτυλα και ο Εσταυρωμένος θα έπεφτε με το κεφάλι κάτω ενώ θα τον συγκρατούσαν μονάχα τα καρφιά με τα οποία ήταν καρφωμένα τα πόδια του.

Ο ίδιος χειρουργός έδειξε ότι το μόνο σημείο στα χέρια τού ανθρώπου πού μπορεί νά στηρίξει το σώμα, αν περάσει ένα καρφί απ΄ αυτό, είναι ο καρπός, και σε επανειλημμένα πειράματα πού έκανε έδειξε ότι σε όποιο σημείο τού καρπού και αν βάλουμε ένα καρφί, αυτό οδηγούμενο από τα οστά και τούς συνδέσμους πού βρίσκονται εδώ, θα περάσει από έναν ανατομικόν χώρον, γνωστό στους γιατρούς, πού λέγεται ο χώρος τού destot, ανάμεσα σε δύο οστάρια τού καρπού.

Και εκείνο πού είναι χαρακτηριστικό από μιά σειρά 12 παρομοίων πειραμάτων πού έκανε ο χειρουργός αυτός είναι δύο παρατηρήσεις του, ότι και στα 12 χέρια κανένα κόκαλο δεν τραυματίσθηκε ή δεν έσπασε από την ήλωση τού χεριού, για νά επιβεβαιωθεί αυτό πού λέει και με άλλη μιά ευκαιρία, όπως θυμάστε, το Ευαγγέλιο, ότι δεν θα συντριβή κανένα κόκαλο.

Και δεύτερον ότι ακριβώς από τον χώρο αυτό σε επαφή με το καρφί βρίσκεται ένα μεγάλο νεύρο τού χεριού, το μέσο νεύρο, το οποίο σε όλες τις κακώσεις πού θα υποστεί επάνω στον Σταυρό το χέρι τού Εσταυρωμένου θα βρίσκεται σε αδιάκοπη επαφή και τριβή και τραυματισμό από το καρφί. Τώρα το Τι σημαίνει νά δέχεται και ένα απλό, ελαφρό ερέθισμα ένα νεύρο, το έχουμε όλοι δοκιμάσει, όταν δεχθούμε σ΄ ένα σημείο εδώ στον αγκώνα μας, ένα κτύπημα.

Εκείνο το αφόρητο αίσθημα τής ηλεκτρικής εκκενώσεως και τής παραλύσεως πού δοκιμάζουμε και πού πραγματικά επαναστατεί όλο το είναι μας από το ελαφρό κίνημα.Ας σκεφθούμε λοιπόν ότι όλη την ώρα τής σταυρώσεως ένα πολλαπλάσιο ερέθισμα πόνου συνόδευε το μαρτύριο τής Σταυρώσεως. 

Επίσης για το καρφί πού θα περάσει από τα πόδια ευρέθηκε ότι κι αυτό πρέπει νά περάσει από ένα σημείο των ποδιών και δεν μπορεί παρά νά βρει διέξοδο εκεί, και αυτό είναι ανάμεσα στο δεύτερο και στο τρίτο μετατάρσιο. Όσα είπαμε μέχρι τώρα δεν είναι παρά ένα προανάκρουσμα, δεν είναι παρά μιά μικρή αρχή τού μαρτυρίου τής σταυρώσεως και ακόμη δεν μπήκαμε στο αίτιο πού φέρνει τον θάνατο.

Και αυτό το αίτιο πού φέρνει τον θάνατο έχει μεγάλη σημασία για την συζήτησή μας, για το αν δηλαδή ο Σταυρωμένος Χριστός απέθανε επάνω στον Σταυρό. Για νά αντιληφθούμε τον μηχανισμό τού θανάτου θα πρέπει νά υπενθυμίσουμε μερικά πράγματα. σε μερικές εικόνες παρουσιάζεται ότι οι δύο λησταί δεν είχαν καρφωθεί επάνω στον Σταυρό, αλλά είχαν δεθεί τα χέρια τους με σχοινί.

Καμία παράδοση δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο ότι συνέβη στους δύο ληστές πού σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό, αλλά το ότι αυτό απεικονίζεται, μαρτυρεί κάτι πού και πολλοί ιστορικοί περιγράφουν: ότι δηλαδή μπορεί νά σταυρωθεί και νά πεθάνει ένας άνθρωπος, αν έχει εξαρτηθεί επάνω στον σταυρό, όχι με καρφιά, αλλά απλώς αν έχουν δεθεί τα χέρια του επάνω στον Σταυρό.

Για νά το αποδείξουμε αυτό ακόμη καλύτερα δεν έχουμε παρά νά ανατρέξουμε σε μιά πειθαρχική ποινή πού συνήθιζαν νά εφαρμόζουν κατά την διάρκεια τού Πρώτου Παγκ. Πολέμου στον Γερμανικό Στρατό. Αυτή η ποινή ονομάζεται Aufbinden και συνίσταται στο ότι έδεναν αυτόν πού είχε τιμωρηθεί, έδεναν τα χέρια του ψηλά από έναν πάσσαλο, έτσι ώστε νά μην ακουμπούν τα πόδια του στη γη. Σύντομα το άτομο αυτό παρουσίαζε φαινόμενα ασφυξίας.

Οι αναπνευστικές του κινήσεις γινόντουσαν εξαιρετικά δύσκολες και εργώδεις. το αίμα του συγκεντρωνόταν με μεγάλη πίεση στο κεφάλι του, οι φλέβες του πριζόνταν, το κεφάλι του γινόταν όλο υπεραιμικό και ο άνθρωπος σύντομα έφθανε σε λιποθυμία και αν δεν έκοβαν, δεν προλάβαιναν νά κόψουν το σχοινί, μπορούσε και νά πεθάνει. 

Ας σημειώσουμε και το τραγικότατο ότι καθώς αναφέρεται από το ιστορικό τού Νταχάου ξαναθυμήθηκαν τότε και εκεί οι Γερμανοί αυτό το μαρτύριο και αναφέρονται αρκετές περιπτώσεις φρικιαστικές, όπου άνθρωποι απέθαναν και θανατώθηκαν με το μαρτύριο τού Aufbinden.

Μάλιστα αναφέρεται ότι κρεμούσαν και ένα μικρό βάρος στα πόδια όταν ήθελαν νά συντομεύσουν το μαρτύριο αυτό, πού το περιέγραφαν κατάδικοι πού βρισκόντουσαν δίπλα την ώρα τού μαρτυρίου αυτού, πού όταν φθάσει μέχρι τα τελικά του στάδια είναι αποτρόπαιο.

Το πρόσωπο τού ανθρώπου πραγματικά παραμορφώνεται όπως τού κρεμασμένου, ο θώρακάς του διατείνεται σε αφάνταστο βαθμό, το κοιλιακό τοίχωμα δημιουργεί μιά βαθιά κοιλότητα, ο άνθρωπος περιβρέχεται από ιδρώτα τόσο, πού όπως λένε οι μάρτυρες πού ήταν μπροστά, εδημιουργείτο μιά λίμνη μεγάλη από ιδρώτα κάτω από τα πόδια τού δυστυχισμένου αυτού καταδίκου.

Αποδεικνύεται λοιπόν ότι ο σταυρός φέρνει τον άνθρωπο σε μιά μεγάλη έλξη χάρις στο βάρος τού σώματος πού τραβάει το κορμί προς τα κάτω από τα χέρια, μιά μεγάλη έλξη των χεριών, των μυών, των βραχιόνων, τής ωμικής ζώνης και τού θωρακικού τοιχώματος. Αυτή η έλξις βαστάει τον θώρακα σε μία συνεχή αναγκαστική θέση εισπνοής καίτοι ο άνθρωπος δεν μπορεί νά εκτελέσει εκπνευστικές κινήσεις.

Και ξέρουμε ότι οι εκπνευστικές κινήσεις γίνονται παθητικά από τον θώρακά μας, ακριβώς χωρίς Καμία δύναμη, σαν μιά αυτόματη επάνοδο τού μεταμορφωμένου από την εισπνοή θώρακος με την οποία γεμίζει ο θώρακας με αέρα και έτσι μπορεί ο άνθρωπος και ανανεώνει τον αέρα στις κυψελίδες του και οξυγονώνει το αίμα του και μπορεί νά συνεχίζει και επιβιώνει.

Στην κατάσταση τής εξαρτήσεως και από τα χέρια, στην κατάσταση τής Σταυρώσεως, ο άνθρωπος βρίσκεται σ΄ ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο περιορισμό τής αναπνοής του σαν και εκείνο πού θα βρισκόταν εάν είχε δεθεί με ένα πολύ σφικτό θώρακα ή εάν είχε πλακώσει τον θώρακά του με ένα πολύ μεγάλο βάρος. Δεν μπορεί νά γεμίσει πάλι αέρα, ώστε ο θάνατος από την σταύρωση οφείλεται κυρίως σε ασφυξία.

Κατά δεύτερο λόγο, επειδή δημιουργείται αυτή η μεγάλη πίεση μέσα στον θώρακα είναι αδύνατο νά παροχετευθή, νά κατέβει προς την καρδιά, το αίμα πού βρίσκεται στο κεφάλι. Γι΄ αυτό και η μεγάλη συμφόρηση αίματος στο κεφάλι των ανθρώπων αυτών, των σταυρωμένων. Εάν δεν είχε κάποια άλλη διέξοδο, εάν δεν εύρισκε κάποια άλλη διέξοδο, για νά μπορέσει νά απαλλάξει το κεφάλι του από αυτήν την πληθώρα αίματος θα πέθαινε πάρα πολύ σύντομα πάνω στον σταυρό.

Όμως ο σταυρωμένος βρίσκει μιά διέξοδο. Και αυτή είναι να στηρίξει το κορμί του πιέζοντας τα πόδια του πάνω στα καρφιά με τα οποία είναι καρφωμένα. Έτσι ανυψώνεται λίγο ο θώρακας, σταματάει η εξάρτηση τού βάρους από τα χέρια και από τούς ώμους, ανακουφίζεται το θωρακικό τοίχωμα, μπορεί και αναπνέει πάλι, κατεβαίνει πάλι το αίμα από το κεφάλι και ο άνθρωπος συνέρχεται.

Όμως η κούραση, την οποία έχει δεν τού επιτρέπει νά καταβάλλει αυτήν την μυϊκή προσπάθεια, ώστε νά στηρίζει όλο το βάρος τού σώματός του από το καρφί το οποίο έχει περάσει από τα πόδια του. Έτσι εξαντλημένος ξαναπέφτει πάλι στην πρώτη θέση, για νά ξαναρχίσει πάλι η ασφυξία μέχρις ότου μετά από μιά διαδοχική σειρά από τέτοιες προσπάθειες εξαντληθεί, μείνει στην στάση τής εξαρτήσεως και πεθάνει από ασφυξία.

Πραγματικά είναι ένα σατανικό σχέδιο θανατώσεως ο σταυρός και γι΄ αυτό και οι Ρωμαίοι τόσο πολύ ικανοποιούντο, μέσα σε κείνη την βάρβαρη επιθυμία τους νά βλέπουν τον άνθρωπο νά βασανίζεται, από την θέα των σταυρωμένων ανθρώπων. Και γι΄ αυτό, επειδή ήταν τόσο άθλιος ο θάνατος, στην Ρωμαϊκή νομοθεσία αυτός ο θάνατος, ορίζεται νά χρησιμοποιείται μονάχα στους δούλους και στους προδότες. Ο Κικέρων, πού είχε παρακολουθήσει θάνατο επάνω στον σταυρό, τον ονομάζει: «Cruderissimum et deterimum Supplicium», δηλ. το πλέον φρικτό βασανιστήριο το οποίο είχε ποτέ παρακολουθήσει.

Τώρα σε περιπτώσεις όπου για κάποιο λόγο ήθελε ο επικεφαλής τού εκτελεστικού αποσπάσματος νά συντομεύσει την επέλευση τού θανάτου, Τι έκανε; με ένα ισχυρό κτύπημα, διέταζε νά σπάσουν οι κνήμες τού σταυρωμένου και έτσι, αφού πια βρισκόταν ο σταυρωμένος σε αδυναμία νά στηρίξει το βάρος τού σώματός του στα πόδια του και νά ανακουφίσει τον θώρακά του και νά μπορέσει νά αναπνεύσει, αναγκαζόταν πλέον νά εξαρτήσει όλο το βάρος, όπως είπαμε, τού κορμιού του από τα χέρια του και νά πεθάνει μέσα στην ασφυξία.

Και αυτό ήταν η ειδική χαριστική βολή την οποίαν επεφύλασσαν οι έμπειροι ρωμαίοι εκτελεσταί στους καταδικασμένους σε σταύρωση. Και γι΄ αυτό είδατε ότι τούς δύο ληστάς πού ζούσαν ακόμη τούς εξετέλεσαν με την χαριστική βολή αυτή, τούς έσπασαν τα πόδια. Όταν, λέει, επήγαν στον Χριστό, είδαν πώς είχε ήδη αποθάνει. Τώρα εδώ πρέπει νά προσέξουμε πολύ.

Είναι δυνατόν ένας αξιωματικός επικεφαλής τού εκτελεστικού αποσπάσματος, πού ασφαλώς είχε δει πολλές θανατώσεις με σταύρωση, είναι δυνατόν νά απατηθεί;Είναι δυνατόν εκείνη την ώρα νά βρίσκεται σε νεκροφάνεια το άτομο; Είναι πασίγνωστο ότι οι νεκροφάνειες δεν συνοδεύονται από άπνοια αλλά μονάχα από φαινομενική άπνοια.  

Εάν πραγματικά δεν γίνονται αναπνευστικές κινήσεις είναι αδύνατο νά ζήση ο άνθρωπος περισσότερο από 3-6 λεπτά, εφ΄ όσον το αίμα δεν οξυγονώνεται στους πνεύμονες. Είναι όμως δυνατόν νά γίνονται ανεπαίσθητες αναπνευστικές κινήσεις στον σταυρό, την ώρα πού για νά αναπνεύσει ο άνθρωπος, πρέπει νά κάνη μιά εργώδη προσπάθεια για νά κινήσει λίγα εκατοστά αέρος μέσα και έξω από τούς πνεύμονές του;

Είναι δυνατόν εκείνη την εργώδη προσπάθεια νά μην την αντιληφθεί εκείνος, ο οποίος θα πλήρωνε με την ζωή του, εάν ένας κατάδικος παρουσιαζόταν ότι δεν είχε πράγματι πεθάνει, ενώ ήταν καταδικασμένος σε θάνατο; Αλλά ίσως εδώ έμενε σε κάποιο πνεύμα, πού πεισματικά στέκει στην αμφιβολία, μία πεισματώδης άρνησις. Είναι δυνατόν;.

Ο Κεντυρίων ο εκατόνταρχος δεν αρκέσθηκε σ΄ αυτήν την πειστική γι΄ αυτόν απόδειξη, αλλά εξετέλεσε πάνω στο σταυρωμένο σώμα τού Χριστού μας, την άλλη, την κλασσική μορφή τής χαριστικής βολής, πού είχαν οι Ρωμαίοι για όλους τούς καταδίκους σε θάνατο, ασχέτως με τον τρόπο με τον οποίο θα εξετελήτο η θανάτωσις, δηλ. την λόγχηση τής πλευράς.

Αυτό πραγματικά είναι ένα θανάσιμο κτύπημα με όλη τη δύναμη πού ένας γυμνασμένος στρατιώτης μπορεί νά κτυπήσει σχεδόν εξ επαφής με την λόγχη που ήτο εις την άκρη τού δόρατός του, την κοφτερή εκείνη λόγχη νά κτυπήσει ένα σώμα, ο Ρωμαίος στρατιώτης έβαλε βαθιά στον θώρακα τού Χριστού μας την λόγχη του. Και δεν έβαλε απλώς την λόγχη αλλά ευθέως έρευσε ύδωρ και αίμα.

Τώρα ποια είναι η μεγάλη δογματική σημασία αυτού τού ύδατος και τού αίματος δεν θα το συζητήσουμε εδώ. Και δεν είναι θέμα πού αρμόζει σε μένα, ένα γιατρό, σαν ένα επιστήμονα των θετικών επιστημών πού πρέπει νά το αναλύσω. Όμως πρέπει νά πούμε ότι για νά τρέξει αίμα θα πρέπει ασφαλώς νά τρύπησε αυτή η λόγχη ή την καρδιά ή ένα μεγάλο αγγείο.Και νά πούμε ακόμη ότι εάν ο Χριστός μας ζούσε, από όπου και αν προήρχετο αυτό το αίμα.

Θα ήτανε μιά συνεχής ροή, ροή με σφύξεις, η οποία θα μαρτυρούσε την παρουσία τής ζωής.  Όμως μετά από εκείνη τη ροή ύδατος και αίματος δεν παρουσιάσθηκε πλέον τίποτε άλλο και ιδίως ένα τόσο μεγάλο τραύμα δεν προκάλεσε Καμία αντίδραση. Αντιθέτως επεβεβαίωσε η έλλειψις αυτή τής αντιδράσεως στον Κεντιρίωνα την ήδη υπάρχουσα βεβαιότητα ότι ο Χριστός απέθανε.

Δεν είναι λοιπόν δυνατή αυτή η νεκροφάνεια πάνω στον σταυρό, δεν είναι δυνατή η νεκροφάνεια μπροστά σ΄ ένα τόσο μεγάλο τραύμα, κατά το οποίο πρέπει νά σημειώσουμε ότι η είσοδος μιας λόγχης μέσα στον θώρακα, δεν προκάλεσε μονάχα την τρώση μεγάλων οργάνων τής κυκλοφορίας, όπως την καρδιά και των μεγάλων αγγείων, αλλά εξάπαντος προκάλεσε μιά κατάσταση πού την γνωρίζουν όσοι έχουν κάποια σχέση με την Ιατρική, τον πνευμοθώρακα, δηλ.... την είσοδο αέρος ατμοσφαιρικού έξω από τούς πνεύμονες, ένα φαινόμενο πού όπως γνωρίζουμε είναι ασυμβίβαστο με την επιβίωση.

Ένας ανοικτός πνευμοθώρακας δεν επιτρέπει την αναπνοή, ακόμη και αν ο άνθρωπος βρισκόταν στο κρεβάτι του. Ακόμη και αν δεν υπήρχε κανένας άλλος επιβαρυντικός παράγων για την αναπνοή του - όπως είδαμε ήταν πλέον ανύπαρκτη η αναπνοή του - ακόμη και αν δεν υπήρχε τίποτε άλλο, ένα τέτοιο μεγάλο τραύμα στον θώρακα θα είχε καταργήσει την ικανότητα τού αναπνευστικού συστήματος νά εκτελεί το έργο του και θα είχε θανατώσει μέσα σε λίγα λεπτά τον άνθρωπο αυτό.

Ας πούμε ακόμη και κάτι άλλο, ότι μετά από αυτή τη διαπίστωση τού θανάτου από τον Κεντιρίωνα δεν κατέβασαν αμέσως τον Χριστό από τον Σταυρό. Κατεβαίνει ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας από τον Γολγοθά πού ήταν παρών, μέχρι το πραιτόριο. Πάει, βρίσκει τον Πιλάτο και τού ζητεί το σώμα τού Χριστού.

Ο Πιλάτος εθαύμασε «ει ήδη απέθανε» για νά μάς έχει και μάς πληροφορημένους απόλυτα ότι όταν απέθανε και εκάλεσε τον Κεντιρίωνα, ο οποίος πλέον αυτήν την πεποίθησή του, δεν την επισφραγίζει μονάχα με το ότι έφυγε αφήνοντας τον Χριστό πεθαμένο, αλλά και με το ότι διαβεβαίωσε τον ηγεμόνα, ότι πράγματι απέθανε.

Και αφού λέει το διαβεβαίωσε τότε τρίτος δρόμος; - πρώτος τού Ιωσήφ προς τον Πιλάτο, δεύτερος τού αγγελιοφόρου προς τον Κεντιρίωνα, τού Κεντιρίωνα προς τον Πιλάτο, τρίτος δρόμος ξαναανεβαίνει ο Ιωσήφ φέρνοντας μαζί τού και την σινδόνη και τότε μονάχα γίνεται αυτή η αποκαθήλωση, πράγμα πού δίνει άνετο καιρό σε όλους αυτούς τούς μηχανισμούς τού θανάτου και εάν ακόμη, πράγμα λογικώς αδύνατον, θετικώς απαράδεκτον, και εάν ακόμη αυτοί οι μηχανισμοί δεν είχαν προκαλέσει τον θάνατο, νά τον προκαλέσουν στο διάστημα αυτό.

Και τώρα αρχίζει η διαδικασία τής ταφής, η οποία μάς λέει το ευαγγέλιο, έγινε από τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο και τούς άλλους πού ευρίσκοντο εκεί, καθώς ήταν έθος στους Ιουδαίους.Βρίσκουμε μέσα στο «ταλμούδ» όλη τη διαδικασία της ταφής, η οποία για νά αποτρέψει προφανώς το ενδεχόμενο τής νεκροφανείας περιείχε και το νά βάλουν επί 15΄ ένα φτερό μπροστά στα ρουθούνια τού πεθαμένου για νά βεβαιωθούν ότι δεν κουνάει η αναπνοή τού ανθρώπου αυτού το φτερό.

Και αφού τον ετοίμασαν, έβαλαν γύρω του την σινδόνη ή τα ωθόνια και τον εκάλυψαν από πάνω καθώς ήταν το έθιμο ακριβώς στους Ιουδαίους και πάνω σε όλα αυτά τα υφάσματα έρριψαν 32 κιλά - 100 λίτ. - από μείγμα τής σμύρνας και τής αλόης, δύο αρωματικών ουσιών, που καθώς ανακατεύονται παίρνουν ένα παχύρρευστο κολλώδες σχήμα με το οποίο διαποτίζουν κατά ένα τρόπο τελείως αεροστεγή - όταν μάλιστα ρίχνουν 32 κιλά - από όλες τις πλευρές το πτώμα πού περιβάλλεται από τα υφάσματα.

Ώστε εάν υποτεθεί ότι ένα υγιέστατο άτομο είχε περιτυλιχθεί με το σεντόνι από παντού και με τα οθόνια και είχε περιβραχεί το σεντόνι αυτό μ΄ αυτήν την κολλώδη και αδιαπέραστη ουσία, πού τόσο άφθονα έπεφτε επάνω του, θα είχε πεθάνει από ασφυξία.Ώστε και αν ξεχάσουμε όλες τις άλλες πολυάριθμες αιτίες, πού κάθε μιά από αυτές αρκεί νά προκαλέσει τον θάνατο, έχουμε τώρα εδώ, μέσα στον τάφο, μιά πρόσθετη αιτία θανάτου, που είναι η ασφυξία από την σμύρνα και την αλόη. Τον 18ον αιώνα, ο πρώτος πού παρουσίασε τα επιχειρήματα τής νεκροφανείας ήταν ο Venturino.

Εδέχθησαν οι ορθολογισταί ότι η σμύρνα και η αλόη αναζωογόνησαν με το άρωμά τους έναν άνθρωπο που βρισκότανε ασφαλώς κατατραυματισμένος, έξαιμος, αφυδατωμένος, ακίνητος, σε λιποθυμία, σε κωματώδη κατάσταση, αν δεν ήταν πεθαμένος, πράγμα αδιανόητον. Εάν η σμύρνα και η αλόη είχαν τέτοιο αποτέλεσμα, εμείς οι γιατροί αντί νά χρησιμοποιούμε χίλιες δυο μεθόδους, ενέργειες και εξετάσεις για νά σώσουμε τούς βαριά τραυματισμένους δεν είχαμε παρά νά τούς δώσουμε νά μυρίσουν σμύρνα και αλόη και αμέσως νά αναζωογονηθούν.

Η σμύρνα και η αλόη ήταν ένας πρόσθετος λόγος θανάτου, μιά πρόσθετη αιτία, ένα τελικό επιχείρημα για όλους εκείνους πού αμφιβάλλουν. Αλλά ας προεκτείνουμε με ένα πεισματικό και εωσφορικό τρόπο την αμφιβολία μας και πέρα από δω και ας πούμε ότι πραγματικά ήταν νεκροφάνεια και ας πούμε ότι πραγματικά δεν είχε πεθάνει ο Χριστός και ας πούμε πραγματικά ότι δεν παρουσιάσθηκε ανάστασις, αλλά ότι σηκώθηκε την Τρίτη ημέρα και άρχισε νά βαδίζει.

Πώς, μπόρεσε νά απαλλαγή απ΄ αυτόν τον σφικτό κλοιό των ενδυμάτων, των ρούχων, των υφασμάτων πού τον περιέβαλλον; Πώς μπόρεσε νά αποκυλήση τον βαρύ λίθο με τον οποίο εσφράγισε ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας τον τάφο, τον βαρύ λίθο, τον οποίο τρείς γυναίκες πηγαίνοντας την πρωία τής Κυριακής, διερωτώντο ποίος θα τις βοηθήσει νά τον κυλήσουν; 

(Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΑΥΡΙΟ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: