03 Αυγούστου, 2020

43 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ


Σαράντα τρια χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου III. Ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας γεννήθηκε το 1913 στην Παναγιά της Επαρχίας Πάφου. Διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος της ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου από το 1950 μέχρι και τον θάνατό του, στις 3 Αυγούστου του 1977.

Στις 3 Αυγούστου το 1977 απεβίωσε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’. O Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1913 στο χωριό Άνω Παναγιά της Πάφου. Γονείς του ήταν ο Χριστόδουλος Μούσκος και η Ελένη Αθανασίου. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Μονή Κύκκου όπου και προσελήφθη ως δόκιμος.Στις 7 Αυγούστου 1938 χειροτονήθηκε Διάκονος και μετονομάστηκε από Μιχάλης σε Μακάριος. Τον ίδιο χρόνο στάληκε ως υπότροφος της Μονής Κύκκου στην Αθήνα για θεολογικές σπουδές στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. 

Αφού απεφοίτησε το 1942 από τη Θεολογική Σχολή, ενεγράφη στη Νομική Σχολή όπου παρακολουθούσε μαθήματα μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη Γερμανική κατοχή οπότε και επέστρεψε στην Κύπρο για μικρό χρονικό διάστημα. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, χειροτονήθηκε σε Πρεσβύτερο και σε Αρχιμανδρίτη στις 13 Ιανουαρίου 1946 στο ναό της Αγίας Ειρήνης, όπου υπηρέτησε για πέντε χρόνια ως Διάκονος με το Μητροπολίτη Αργυροκάστου Παντελεήμονα και προϊστάμενος του ναού Αγίας Παρασκευής στον Πειραιά.

Την ίδια χρονιά, του δόθηκε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για περαιτέρω θεολογικές σπουδές. Παρακολούθησε για δυο χρόνια μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης με ειδίκευση στην Κοινωνιολογία της θρησκείας. Στις 8 Απριλίου 1948 εκλέγηκε Μητροπολίτης Κιτίου και στις 13 Ιουνίου χειροτονήθηκε σε Επίσκοπο. 

Η δράση του ως Μητροπολίτη Κιτίου ήταν καθ’ όλα γόνιμη, αφού ανακαίνισε τη Μητρόπολη στη Λάρνακα, βελτίωσε την οικονομική κατάσταση του κλήρου, ίδρυσε Φιλόπτωχες Αδελφότητες και αναπτέρωσε το ηθικό του εξουθενημένου λαού.  Ως Πρόεδρος του Γραφείου Εθναρχίας, πήγε το 1949 στην Ελλάδα όπου είχε συνομιλίες με τον Βασιλιά, τον Πρωθυπουργό και άλλους επισήμους, για το Κυπριακό πρόβλημα. 

Μετά από εισήγησή του, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου οργάνωσε στις 15 Ιανουαρίου 1950 Παγκύπριο Δημοψήφισμα κατά το οποίο 97% του Ελληνικού Κυπριακού πληθυσμού ψήφισαν υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Στις 20 Οκτωβρίου 1950 εκλέγηκε Αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης, σε διαδοχή του Μακαρίου Β΄. 

Αμέσως μετά την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου, ίδρυσε την Παγκύπρια Εθνική Οργάνωση Νεολαίας. Αργότερα επισκέφτηκε και πάλι την Αθήνα, όπου προσπάθησε να πείσει την Ελληνική Κυβέρνηση να προσφύγει στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό ζήτημα. Επιστρέφοντας στην Κύπρο υπέβαλε διαμαρτυρία στην Επιτροπή μη αυτοκυβερνωμένων εδαφών των Ηνωμένων Εθνών για την παράλειψη της Μ. Βρετανίας να υποβάλει έκθεση για την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο.

Τον Οκτώβριο του 1952 πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου συγκροτείτο η Ζ΄ Σύνοδος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, για να προωθήσει το Κυπριακό ζήτημα στο διεθνές πεδίο. Ερχόμενος πίσω στην Κύπρο απηύθυνε επιστολή στον Κυβερνήτη ζητώντας του την προώθηση της εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης. 

Η απάντηση του Κυβερνήτη ήταν αρνητική και ο Αρχιεπίσκοπος επέκρινε την πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας στην Κύπρο. Τον Αύγουστο του 1953 απηύθυνε αίτηση προς το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ για να περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της Η΄ Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού θέμα εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του Κυπριακού λαού. 

Στις 9 Μαρτίου 1956 εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες, αφού οι συνομιλίες που είχε με τον Κυβερνήτη για το μέλλον της Κύπρου δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Αφού αφέθηκε ελεύθερος, μετά από ένα περίπου χρόνο, η Βρετανική Κυβέρνηση τον κάλεσε στο Λονδίνο, όπου και υπογράφηκε η Συμφωνία του Λονδίνου, που ήταν η συνέχεια της Συμφωνίας της Ζυρίχης. 

Με τις Συμφωνίες αυτές η Κύπρος θα ανακηρυσσόταν ανεξάρτητη Δημοκρατία.Στις 16 Αυγούστου του 1960 η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία και ο Μακάριος ανέλαβε καθήκοντα προέδρου, αφού κέρδισε τις εκλογές στις 13 Δεκεμβρίου 1959, με ποσοστό 66.29% Το Φεβρουάριο του 1968 ο Μακάριος επανεκλέγηκε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας

Στις 8 Μαρτίου 1970 έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του Μακαρίου, ο οποίος επέβαινε ελικοπτέρου, που θα τον μετέφερε στην ιερά Μονή Μαχαιρά για το μνημόσυνο του Υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου.  Ο Μακάριος δεν έπαθε τίποτε, αλλά τραυματίσθηκε ο χειριστής του ελικοπτέρου, ο οποίος κατόρθωσε να το προσγειώσει σε οικόπεδο κοντά στην Αρχιεπισκοπή. 

Μεγάλη σημασία έδιδε επίσης ο Μακάριος και στα θρησκευτικά του καθήκοντα ως προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά και ως ηγετική φυσιογνωμία στο χώρο της Ορθοδοξίας. Έτσι, το Μάρτιο του 1971 μετέβη στην Κένυα, όπου κατέθεσε το θεμέλιο λίθο της Ιερατικής Σχολής.

Η οποία περατώθηκε το 1974 με δαπάνες της Αρχιεπισκοπής. Κατά την επίσκεψη του στην Κένυα προέβη σε ομαδικές βαπτίσεις πέντε χιλιάδων ιθαγενών περίπου.Το Φεβρουάριο του 1973 ο Μακάριος επανεξελέγη για τρίτη φορά Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Την 7ην Μαρτίου του ιδίου έτους οι τρεις Μητροπολίτες της Κύπρου αποφάσισαν «την καθαίρεσιν του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ από του Επισκοπικού και κληρικού καθόλου αξιώματος και την επαναφοράν τούτου εις την τάξιν των λαϊκών», διότι δεν ανταποκρίθη εις την απαίτησίν των να παραιτηθεί του Προεδρικού αξιώματος. Η πράξη αυτή των τριών Μητροπολιτών καταδικάσθηκε από το λαό και δεν αναγνωρίσθηκε από τους Αρχηγούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών. 

Από της 5ης μέχρι της 14ης Ιουλίου 1973 συνήλθε στη Λευκωσία Μείζων και Υπερτελής Σύνοδος. Η οποία, αφού εκήρυξε αντικανονικήν και, κατ’ ακολουθίαν, άκυρον, ανυπόστατον και ανενέργητον την απόφαση των τριών Μητροπολιτών, εκάλεσεν αυτούς εις επάνοδον εις την μετά του Αρχιεπισκόπου προτέραν κανονικήν σχέσιν και κοινωνίαν και εν συνεχεία καθήρεσεν αυτούς, επειδή παρήκουσαν στις υποδείξεις και προτροπάς αυτής.

Την 15ην Ιουλίου του 1974 το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών διενήργησε πραξικόπημα για την ανατροπή του Μακαρίου. Ο Μακαριώτατος, διασωθείς ως εκ θαύματος, αναχώρησε την επομένη, μέσω Μάλτας, στη Βρετανία και από εκεί στις Ηνωμένες Πολιτείας Αμερικής, όπου και μίλησε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας. 

Την 20ην Ιουλίου του ιδίου έτους, η Τουρκία χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το πραξικόπημα, εισέβαλε στην Κύπρο και κατέλαβε το 36% περίπου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκδίωξε το 28% περίπου των Ελληνοκυπρίων από τις πατρογονικές τους εστίες, σκότωσε αμάχους και προκάλεσε τεράστιες καταστροφές.Απεβίωσε στις 3 Αυγούστου του 1977.

Ο Μακάριος ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων της Βοστώνης και της Αθήνας, των Νομικών Σχολών των Πανεπιστημίων Κεράλα των Ινδιών, Θεσσαλονίκης, Μπογκοτά της Κολομβίας και Μάλτας και της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών. Επίσης τιμήθηκε με τα ανώτερα παράσημα των πλείστων Εκκλησιών και Κρατών και με τα χρυσά μετάλλια Ελληνικών και ξένων Δήμων.

Ας θυμηθούμε σήμερα την τελευταία 
προφητική ομιλία του Εθνάρχη Μακάριου

Στις 20 Ιουλίου του 1977, ο τότε πρόεδρος της 
Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’, 
εξεφώνησε την κύρια ομιλία στο παγκύπριο συλλαλητήριο 
καταδίκης της τουρκικής εισβολής.


Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ,
Η μνήμη μαύρων επετείων και αποφράδων ημερών πήρε σήμερα έκφραση και μορφή παγκυπρίου συναγερμού και παλλαϊκού συλλαλητηρίου, για καταδίκη της προδοσίας και των εγκλημάτων, που έγιναν εις βάρος σου από σκοτεινές δυνάμεις. Αποτελεί το σημερινό συλλαλητήριο έντονη καταδίκη του Ιουλιανού προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής που επακολούθησε. 

Και, πολύ περισσότερο, αποτελεί η παλλαϊκή αυτή συγκέντρωση διαδήλωση της ακλονήτου αποφάσεώς σου για αντίσταση κατά του εισβολέα και για συνέχιση του αγώνα μέχρι τη δικαίωση.Τρία χρόνια πέρασαν από την ημέρα του εγκληματικού εκείνου πραξικοπήματος και της επιδρομής του τουρκικού Αττίλα. Ο πόνος από τη μεγάλη συμφορά και η αγωνία για το μέλλον έγιναν έκτοτε καθημερινά βιώματά σου. Επί τρία χρόνια υποφέρεις και βασανίζεσαι.

Παρά ταύτα, στέκεις όρθιος και όρθιος πάντα θα παραμένεις επί των αγωνιστικών επάλξεων. Υπερήφανος για σένα, υπερήφανος για το προνόμιο να είμαι ο εκλελεγμένος ηγέτης σου, σού απευθύνω τον χαιρετισμό της αγάπης μου.  Χαιρετίζω με αισθήματα τιμής και θαυμασμού το αδούλωτο φρόνημά σου και το αγωνιστικό πνεύμα σου. Θαυμάζω τη μεγαλοσύνη σου, που μετριέται με της καρδιάς το πύρωμα και με το σθένος στις πολλές δοκιμασίες, στις οποίες άντεξες και δεν ελύγισες, ήρωα και μεγαλομάρτυρα Κυπριακέ λαέ.

Με πολλή χαρά χαιρετίζω, επίσης, και καλωσορίζω στην Κύπρο τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνο Παπακωνσταντίνου, ο οποίος με την ομιλία του στη συγκέντρωσή μας διερμήνευσε όχι μονάχα τα προσωπικά αισθήματά του, αλλά και τα αισθήματα της αγάπης και της αλληλεγγύης όλων των αντιπροσώπων του Έθνους. 

Η φωνή του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων σ’ αυτόν τον χώρο ήταν η φωνή της Ελλάδος, που μετέδιδε μήνυμα αλληλεγγύης στον αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού. Είμεθα ευγνώμονες για την πολύτιμη αυτή συμπαράσταση. Ευχαριστίες εκφράζω και προς όλους τους εκπροσώπους ελληνικών και διεθνών οργανώσεων και επιτροπών, που με την εδώ παρουσία τους και τις συμμετοχές του λαού μας διαδηλώνουν την αλληλεγγύη τους στον αγώνα μας, 

Ο οποίος πρέπει να είναι αγώνας όλων εκείνων, που πιστεύουν στα ιδεώδη της ελευθερίας και της δημοκρατίας.Τα ιδεώδη αυτά καταπατούνται καταφώρως στην Κύπρο, όπου μια φρικτή τραγωδία εκτυλίσσεται και επί τρία χρόνια συνεχίζεται με άγνωστον ακόμα τον επίλογό της. Πρόλογος αυτής της τραγωδίας ήταν το αντεθνικό πραξικόπημα της ελληνικής χούντας. 

Η προδοσία της δικτατορικής κυβερνήσεως των Αθηνών έπληξε, τον Ιούλιο του 1974, στο πρόσωπο της Κύπρου ολόκληρο τον Ελληνισμό. Η Κύπρος υπήρξε, βέβαια, το μεγάλο θύμα αυτής της προδοσίας. Γιατί αυτή υπέστη την τουρκική εισβολή.

Η οποία και συνεχίζεται με τη βίαιη κατοχή προγονικών εδαφών μας και με τον εκτοπισμό χιλιάδων Ελλήνων Κυπρίων από τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Αλλά και ο Ελληνισμός στο σύνολό του συμπάσχει και αισθάνεται την καταστροφή σαν δική του απώλεια. Γιατί κοινή ήταν πάντα η μοίρα των Ελλήνων.  

Μετά την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, η υπό την Προεδρία του κ. Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ελληνική Κυβέρνηση και όλος ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδος, εκφράζοντας το πανελλήνιο αίσθημα, προσφέρουν πολύπλευρη βοήθεια και συμπαράσταση στον αγωνιζόμενο για φυσική και εθνική επιβίωση Κυπριακό Ελληνισμό.

Αυτή η πανελλήνια αλληλεγγύη παραμένει το σημαντικότερο έρεισμα του σκληρού αγώνα μας για δικαίωση και είναι η αλληλεγγύη αυτή η φυσική έκφραση των μονίμων και αναλλοίωτων δεσμών, που για χιλιάδες χρόνια συνδέουν τον Ελληνισμό της Κύπρου με τον Ελληνισμό της Ελλάδος. Και είναι οι δεσμοί αυτοί για μας του Έλληνες Κυπρίους φύτρα ζωής, ρίζες που τροφοδοτούν και συντηρούν την εθνική ύπαρξη και υπόστασή μας. 

Από τη συμπαράσταση της Ελλάδος και την αλληλεγγύη των φιλελευθέρων λαών αντλούμε δύναμη και θάρρος για να συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέχρι την αποκατάσταση των καταπατουμένων δικαίων μας.Ο αγώνας μας θα συνεχισθεί. Τα τρία χρόνια, που πέρασαν απέδειξαν, ότι ο λαός μας δεν κάμπτεται και δεν λυγίζει κάτω από οποιεσδήποτε δυσκολίες και αντιξοότητες, επί τρία χρόνια ζούμε καθημερινά ένα μεγάλο δράμα. 

Τάφοι και σταυροί, που πάνω τους σκύβουν και θρηνούν μαυροντυμένες μάνες, αγνοούμενοι, που αγωνιούμε για την τύχη τους, εγκλωβισμένοι, που ανησυχούμε για τη διαβίωσή τους, κατοχή εδαφών μας, ξερίζωμα αδελφών μας, βεβήλωση των ιερών μας αποτελούν πτυχές του μεγάλου κυπριακού δράματος.

Αναρίθμητα δεινά και συμφορές, ερείπια και καταστροφές επέφερε στην Κύπρο ο Τουρκικός Αττίλας. Αντιμετωπίσαμε κίνδυνο φυσικού και εθνικού αφανισμού. Και πολλοί πιθανώς νόμισαν ότι με την επέλαση του Τούρκου εισβολέα έφθανε το τέλος του Κυπριακού Ελληνισμού. Απέδειξε, όμως, ο λαός μας, ότι διαθέτει πλούτο αρετής, δυναμισμό και ζωτικότητα. Και θα ζει εις τους αιώνες και ποτέ δεν θα χαθεί. 

Γιατί δεν χάνονται οι λαοί, που θέλουν να ζήσουν και αγωνίζονται να ζήσουν.Οι θλιβερές επέτειοι της προδοσίας και της εισβολής κεντρίζουν έντονα τη σκέψη, που με οδύνη στρέφεται στις σκλαβωμένες περιοχές της νήσου μας και η θύμησή τους είναι προσκλητήριο σε αγώνα για το ξεσκλάβωμά τους. Δεν ξεχνούμε τα σκλαβωμένα χωριά και τις πόλεις μας.

Δεν ξεχνούμε τους σκλαβωμένους τόπους, που πάνω τους είναι κτισμένοι βωμοί και εστίες μας και μέσα τους είναι θαμμένοι γονιοί και πρόγονοί μας.Αντιστασιακό πνεύμα και αγωνιστική πορεία είναι η επιταγή των δύο μαύρων επετείων, που έχουν συνδεθεί με τα αίτια και τα αιτιατά του εθνικού μας δράματος. 

Αλλά ποια ήταν η εξέλιξη του δράματος της Κύπρου στα τρία χρόνια, που μας πέρασαν, και ποιες οι προοπτικές για λύση του; Ποια, με άλλα λόγια, ήταν μέχρι τώρα η πορεία του Κυπριακού προβλήματος; Απογοητευτική είναι η απάντηση. Ουδεμία απολύτως πρόοδος εσημειώθη. Αλλεπάλληλοι κύκλοι διακοινοτικών συνομιλιών προσέκρουσαν στην τουρκική αδιαλλαξία και δεν κατέληξαν σε κανένα θετικό αποτέλεσμα. 

Ο χρόνος των συνομιλιών χρησιμοποιείται από τουρκικής πλευράς για την άνετη παγίωση τετελεσμένων γεγονότων και για τη συγκάλυψη διχοτομικών σχεδίων. Και έχω τη γνώμη, ότι δεν πρέπει να επαναληφθούν οι συνομιλίες, αν η τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν είναι έτοιμη να υποβάλει σαφείς προτάσεις για όλες τις πτυχές του προβλήματος. Διαφορετικά, θα συνεχισθεί η τουρκική παρελκυστική πολιτική και άκαρπες θα είναι οι συνομιλίες. 

Αν οι συνομιλίες δεν επαναληφθούν, ποια θα είναι η άμεση ενέργειά μας; Θα προσφύγουμε ξανά στα Ηνωμένα Έθνη. Δεν αναμένουμε, βέβαια, από τα ψηφίσματα του Διεθνούς Οργανισμού άμεση ή αυτόματη λύση του προβλήματός μας αλλά και δεν πρέπει να υποτιμούμε την αξία των ψηφισμάτων. Η προσφυγή μας στα Ηνωμένα Έθνη είναι και ενέργεια για την περαιτέρω διεθνοποίηση του Κυπριακού. 

Το πρόβλημά μας πρέπει μέχρι τη λύση του να προβάλλεται στο διεθνές προσκήνιο και να φωτίζεται συνεχώς από διεθνείς προβολείς. Διαφορετικά θα ξεχασθεί, η διεθνής κοινή γνώμη δεν θα ασχολείται με αυτό και η Τουρκία θα παραμένει ανενόχλητη στη συνέχιση της εγκληματικής επιδρομής της. Τεραστία είναι η σημασία της διεθνούς κοινής γνώμης, την οποίαν η Τουρκία δεν μπορεί επ’ άπειρον να περιφρονεί και να εμπαίζει χωρίς δυσάρεστες γι’ αυτήν συνέπειες. 

Υπό την πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης η Τουρκία θα αντιληφθεί - αν ακόμα δεν αντελήφθη - ότι η εκκρεμότητα του Κυπριακού δεν εξυπηρετεί, ούτε βραχυπροθέσμως, ούτε μακροπροθέσμως τα συμφέροντά της και όχι μονάχα στα Ηνωμένα Έθνη.Αλλά και σε όλα τα διεθνή βήματα πρέπει να ακούεται η φωνή του δικαίου μας και οι καταγγελίες μας κατά της Τουρκίας για την επιδρομή της στην Κύπρο και τα πολλά εγκλήματα σε βάρος του λαού μας.

Από αρκετού καιρού γίνεται λόγος για μια ευρύτερη διεθνή διάσκεψη επί του Κυπριακού προβλήματος. Η Κυπριακή Κυβέρνηση ήταν εξαρχής σύμφωνη για μια τέτοια διάσκεψη και στη νέα προσφυγή μας στα Ηνωμένα Έθνη θα προβάλουμε έντονα το αίτημα και θα ζητήσουμε απόφαση για την σύγκληση διεθνούς διασκέψεως.

Η οποία θα ασχοληθεί με τη εξεύρεση λύσεως του Κυπριακού. Πιστεύω, πως τέτοια διάσκεψη μπορεί να μεθοδεύσει και να προωθήσει λύση του προβλήματος. Πιθανώς, όμως, το αίτημά μας αυτό να προσκρούσει στην αρνητική στάση της Τουρκίας ή και μερικών άλλων χωρών. Γι’ αυτό και απαιτείται από τώρα η κατάλληλη προεργασία, για να έχει δυνατότητες επιτυχίας η προσπάθειά μας για διεθνή διάσκεψη.

Γίνεται λόγος και περί μεσολαβητικών προσπαθειών και περί προσφοράς καλών υπηρεσιών εκ μέρους χωρών που έχουν επιρροή επί της Τουρκίας και δυνατότητες πιέσεώς της. Η θέση μας στο θέμα των μεσολαβήσεων και της προσφοράς καλών υπηρεσιών ήταν πάντα πολύ σαφής. 

Δεχόμεθα προσφορά βοηθείας οποιασδήποτε προελεύσεως και οποιασδήποτε μορφής, εφ’ όσον η προσφορά γίνεται χωρίς όρους και ανταλλάγματα, που υποθηκεύουν το μέλλον μας και εφ’ όσον το πρόβλημά μας δεν εκτροχιάζεται έξω από τα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών.Αλλά, συγχρόνως, πρέπει να τονίσω ότι:

Η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει περιθώρια άλλων υποχωρήσεων, γιατί έκαμε ήδη πολλές και έφθασε σε όρια, που δεν μπορεί να υπερβεί και, επομένως, οι πολιτικές συνταγές ή συμβουλές περί αμοιβαίων υποχωρήσεων δεν πρέπει να απευθύνονται προς τους Έλληνες Κυπρίους. 

Υποχωρήσεις πρέπει να ζητούνται μονάχα από την τουρκική πλευρά, αν υποχώρηση μπορεί να ονομασθεί στην περίπτωση αυτή η επιστροφή κατακτηθέντων διά στρατιωτικής βίας. Η πολιτική αστάθεια και τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας δεν πρέπει επίσης να χρησιμοποιούνται σαν επιχειρήματα δικαιολογητικά της τουρκικής αδιαλλαξίας. Η Κύπρος δεν μπορεί να είναι θύμα των χρονίων εσωτερικών ανωμαλιών και προβλημάτων της Τουρκίας. 

Το μεγάλο, όμως, ερώτημα είναι τι θα κάνουμε και πώς θα αντιδράσουμε, αν ούτε τα Ηνωμένα Έθνη ούτε οι συνομιλίες ούτε οι μεσολαβήσεις μπορούν να προωθήσουν αποτελεσματικά το πρόβλημά μας προς τη λύση του.Μερικοί συμβουλεύουν να δείξουμε περισσότερο ρεαλισμό για να βρεθεί συμβιβασμός επικαλούμενοι το επιχείρημα, ότι με την πάροδο του χρόνου σταθεροποιούνται τα τετελεσμένα γεγονότα και οι ευκαιρίες χάνονται. 

Ορθόν το επιχείρημα ότι ο χρόνος συμβάλλει στην παγίωση της ντε φάκτο καταστάσεως. Αλλά δεν παρουσιάσθηκε μέχρι τώρα ευκαιρία για συμβιβασμό και συμπεφωνημένη λύση του προβλήματος. Είμαστε υπέρ του συμβιβασμού. Αλλά συμβιβασμός δεν σημαίνει βέβαια την εκ μέρους μας αποδοχή των τετελεσμένων γεγονότων. 

Πρέπει, ακόμα, να προσθέσω, ότι σε εθνικά προβλήμαηττοπάθεια. Είμαστε ρεαλιστές, ώστε να βλέπουμε στις διαστάσεις της τη σκληρή πραγματικότητα και να μην την παραγνωρίζουμε. Ουδέποτε, όμως, θα την αναγνωρίσουμε και θα τη νομιμοποιήσουμε με την υπογραφή μας. 

Ακούμε συχνά την απειλή, ότι αν δεν αναγνωρίσουμε τις νέες πραγματικότητες, που δημιούργησε η τουρκική εισβολή, για να στηριχθεί πάνω σ’ αυτές ένας συμβιβασμός, τότε η Τουρκοκρατουμένη περιοχή, που είναι σήμερα είδος προτεκτοράτου της Τουρκίας, θα ανακηρυχθεί μονομερώς σε χωριστό ανεξάρτητο τουρκοκυπριακό κράτος. Δεν αποκλείουμε αυτό το ενδεχόμενο. 

Αλλά και πάλιν δεν θα ενδώσουμε και δεν θα απεμπολήσουμε τα δίκαια και τα δικαιώματά μας και ο αγώνας, ο μακροχρόνιος αγώνας, θα είναι εθνική ανάγκη και επιταγή για να βρούμε δικαίωση.Πιστεύει, πιθανώς, η Τουρκία, ότι η πάροδος του χρόνου και οι πολλές δυσκολίες θα μας απογοητεύσουν, ώστε να εγκαταλείψουμε τον αγώνα και να υποταχθούμε τελικά στη μοίρα μας. Αυτό δεν θα γίνει ποτέ! 

Αγωνιστές, ανυπότακτοι θα είμαστε όσα χρόνια και να περάσουν, όσες δυσκολίες και να συναντήσουμε. Η αγωνιστική σημαία μας ουδέποτε θα υποσταλεί. Ερωτήματα και σκεπτικισμό γεννά ίσως σε μερικούς η ιδέα για μακροχρόνιο αγώνα. Και άλλοι, ίσως, να τον θεωρούν απλή κενολογία και συνθηματολογία. 

Αυτοί είναι οι ολιγόπιστοι και ηττοπαθείς. Πίστη απαρασάλευτη στη νίκη του δικαίου μας, πίστη σταθερή στο μέλλον μας και απόφαση ακλόνητη να μην ενδώσουμε στη βία αποτελούν την αφετηρία και την προϋπόθεση αυτού του αγώνα. Ως προς τα μέσα και τον τρόπο της διεξαγωγής του, δεν νομίζω, πως πρέπει να μιλήσω αναλυτικά και να πω πολλά.

Λέγω μονάχα ότι ο μακροχρόνιος αγώνας – υπαγόρευση ανάγκης και όχι εκλογή μας – θα πάρει σταδιακά πολλές μορφές. Η σύμπνοια Αθηνών και Λευκωσίας, η σταθερότητα πολιτικής γραμμής, η αμυντική θωράκισή μας αποτελούν τα βάθρα για τη διεξαγωγή αυτού του αγώνα. 

Η προσπάθεια ανακάμψεως της οικονομίας μας, σε συνδυασμό με τη δικαιοτέρα κατανομή των οικονομικών βαρών, αποτελεί επίσης σοβαρό υπόβαθρο και στερέωση του μακροχρονίου αγώνα.Πρώτα, όμως, απ’ όλα απαιτείται ισχυρό και αρραγές εσωτερικό μέτωπο, που να το διασφαλίζει η ενότητα του λαού μας. Θα έλεγα, πως αυτή η ενότητα υπάρχει. Και μικρά είναι τα ρήγματα του εσωτερικού μετώπου. 

Υπάρχουν, βέβαια, μερικά αμετανόητα στοιχεία. Αλλά ούτε ΕΟΚΑ Β' ούτε τυχόν ΕΟΚΑ Γ' έχουν δυνατότητες οργανώσεως και δράσεως. Για κάθε, όμως, ενδεχόμενο, λαός και Κυβέρνηση θα επαγρυπνούν, γιατί δευτέρα προδοσία θα επιφέρει την τελική καταστροφή μας.Ο αγώνας μας δεν στρέφεται κατά των Τουρκοκυπρίων. Είναι και αυτοί θύματα της Τουρκικής εισβολής και δεν είναι αντίδικοί μας. 

Αντίδικός μας είναι η Τουρκία. Αυτή είναι ο εισβολέας που θέλουμε να διώξουμε, για να λυτρωθούμε Έλληνες και Τούρκοι της Κύπρου. Για τις τυχόν διαφορές μας με τους συνοίκους Τούρκους εύκολα βρίσκουμε διευθέτηση, αν λείψουν οι ξένες επεμβάσεις. Ουδέποτε ήταν πρόθεσή μας να στερήσουμε τους Τουρκοκυπρίους από τα δικαιώματά τους ως ίσων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ισοπολιτεία, ισονομία και ίσες ευκαιρίες για όλους τους κατοίκους της Κύπρου, που την θέλουμε ανεξάρτητη, κυρίαρχη, ενιαία, ακέραιη, αδέσμευτη και χωρίς ξένους στρατούς, είναι η σταθερή επιδίωξη και ο σκοπός του σημερινού αγώνα μας.

Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ,δραματική ήταν η πορεία σου στα τρία χρόνια από το προδοτικό πραξικόπημα και την Τουρκική εισβολή. Στην απέραντη συμφορά σου έδειξες σθένος αταλάντευτο και δύναμη ψυχής ακατάβλητη. Με πίστη και καρτερία, με αντοχή και εγκαρτέρηση, με θάρρος και αποφασιστικότητα αντιμετώπισες τις εθνικές περιπέτειες και τις σκληρές ταλαιπωρίες, τις καταστροφές και τα ερείπια, που προκάλεσε ο Αττίλας και παρέμεινες όρθιος. 

Αντιμετώπισες τη συμφορά σου με ορθία την ψυχή, με κατακόρυφο το φρόνημα, με ψηλά το μέτωπο. Οι επιπτώσεις της προδοσίας εξακολουθούν ακόμα να πιέζουν την ψυχή και την καρδιά σου. Αλλά δεν κάμπτεσαι και δεν γονατίζεις. Δεν πτοείσαι και δεν υποκύπτεις.Δεν προσκυνάς και δεν παραδίδεσαι. 

Το σημερινό συλλαλητήριό σου είναι έκφραση του αγωνιστικού παλμού σου και πολύβοη διακήρυξη της αδαμάστου θελήσεώς σου να συνεχίσεις την αντίσταση, να συνεχίσεις τον αγώνα, ανεξαρτήτως χρόνου και ανεξαρτήτως θυσιών, μέχρι της φυγής του Τούρκου επιδρομέα από τα χώματά σου, μέχρι της νίκης του δικαίου σου.Και το δίκαιο σου θα νικήσει.

ΖΗΤΩ Ο ΑΔΟΥΛΩΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΛΑΟΣ!

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑ 
ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ
 ΣΤΟ ΘΡΟΝΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Τομέας Ενημέρωσης: Voiotosp.blogspot.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια: