Έζησε μια ιδιαίτερα δύσκολη παιδική ηλικία.Ενώ κατέστη ιδιαίτερα δημοφιλής λόγω της σημαντικής προσφοράς στον προσφυγικό Πατρινό λαό, αλλά και για τη βοήθεια που προσέφερε στους πένητες και περιθωριακούς πολίτες της εποχής. Σήμερα έχει προταθεί η αγιοποίηση του. Ο Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1877, στο χωριό Γρανίτσα Γορτυνίας. Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος και η Βασιλική Παρασκευοπούλου, την οποία και έχασε στην ηλικία των 3 ετών.
Ο πατέρας του ήταν γεωργός και κτηνοτρόφος της περιοχής και λόγω αδυναμίας του να εργάζεται και να παρέχει τα απαραίτητα στην οικογένειά του, παντρεύτηκε ξανά. Η μητριά όμως του Γεωργίου, του φερόταν βάναυσα πολλές φορές, με αποτέλεσμα τόσο η φτώχεια και η ανέχεια, όσο και η κακομεταχείριση, να πλαισιώνουν μια δύσκολη παιδική ηλικία.
Ο Γεώργιος από την παιδική του ηλικία ήταν ιδιαίτερα εργατικός, ενώ ταυτόχρονα έδειχνε ιδιαίτερη έφεση στα γράμματα, με αποτέλεσμα να πρωτεύσει στο Δημοτικό σχολείο της περιοχής. Περνώντας την ηλικία των 12 ετών, λόγω των έντονων οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του, υποχρεώνεται να εργάζεται σε διάφορες δουλειές για αποκομίσει τα προς το ζην.
Ο ίδιος όμως επιθυμεί να φοιτήσει στο σχολείο, τη στιγμή που ήδη είχε αρχίσει να δείχνει κλίση προς την εκκλησιαστική ζωή που θα ακολουθούσε, θέλοντας να γίνει μοναχός. Έτσι θέλοντας να συνδυάσει και τις δύο ιδιότητες εισάγεται στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κερνίτσης ως υποτακτικός, ενώ την ίδια στιγμή επιδίδεται στη μελέτη των γραμμάτων, τόσο των εκκλησιαστικών, όσο και της θύραδεν παιδείας.
Τρία έτη παρέμεινε εκεί και εισάγεται στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου υπήρχε και Σχολαρχείο, έτσι ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη γραμματική και πνευματική του πρόοδο, ενώ πλέον γίνεται και δόκιμος μοναχός. Η άφιξή του έγινε με περιπετειώδη τρόπο καθώς αναγκάστηκε να ταξιδέψει από το Μοναστήρι στην Κέρνιτσα ως το Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα, περπατώντας μέσα στο κρύο, με αποτέλεσμα να ασθενήσει σοβαρά πριν φτάσει στον προορισμό του.
Έτσι με νέα οδοιπορία πηγαίνει στη Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας, που είχε επίσης σχολαρχείο. Εκεί τον υποδέχθηκαν και τον περιέβαλαν με ιδιαίτερη αγάπη. Στο σχολαρχείο της Μονής ο δόκιμος μοναχός Γεώργιος αρίστευσε, αλλά λόγω των επιδόσεών του και της διαγωγής του, έστρεψε σε βάρος του πολλούς μοναχούς μέσα στη Μονή, με αποτέλεσμα, να συκοφαντηθεί.Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι να αποκαλυφθούν οι ραδιουργίες σε βάρος του.
Τότε, όταν πλέον καθάρισε το όνομά του, αποφάσισε να φύγει από το Μοναστήρι και οδηγήθηκε σε νέα Μονή, λίγο έξω από την Πάτρα, τη Μονή Γηροκομείου.Σε μια πόλη που δέσποζε η μορφή του Μητροπολίτου Ιεροθέου Μητρόπουλου. Έτσι το 1897 έφτασε στη μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Γηροκομείου, στην οποία και έμεινε ως το τέλος της ζωής του, το 1899 στρατεύτηκε και πλεόν εισέλθε στο ιερατικό σχήμα.
Διορίζεται καθηγητής στο Α΄ Ελληνικό
Σχολείο Ερμουπόλεως Σύρου, οπού και
παρέμεινε για λίγο, διότι επέστρεψε στη
Μονή Γηροκομείου.
Εκλέγεται ηγούμενος, ενώ η πρώτη του
ενέργεια είναι να μετατραπεί σε ιδιόρρυθμος.
Το 1932 ίδρυσε νηπιαγωγείο, το 1934 ίδρυσε τη Νυκτερική σχολή αναλφαβήτων καθώς και εκκλησιαστική κατασκήνωση.Το 1948 ίδρυσε σχολή χειροτεχνίας. Η εκκλησιαστική προσφορά του επίσης σημαντική. Το 1923 ίδρυσε και οργάνωσε τα κατηχητικά της πόλεως της Πάτρας, το 1934 ίδρυσε εκκλησιαστική κατασκήνωση
Το 1944 η φήμη του για τις ικανότητές του, αλλά και για την προσωπικότητά του η οποία ξεπερνούσε τα αυστηρά θρησκευτικά και πολιτειακά σύνορα.Τον φέρνουν επικεφαλής επιτροπής η οποία προσπάθησε να συμφιλιώσει τους ηγέτες Ε.Α.Μ. - Ε.Λ.Α.Σ. Επιτυχία του θεωρήθηκε η αποτροπή σφαγών και διωγμών στην ευρύτερη περιοχή των Πατρών.
Το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε ονομαζόταν
«Ευσεβεις μελέται» και πραγματευόταν
υπομνηματισμούς πάνω σε Κυριακά
ευαγγελικά αναγνώσματα.
«Επίκαιρα προβλήματα» πραγμαρευόμενα
καθημερινά ζητήματα υπό το φως των ιερών
κανόνων.
ονομάζεται «Ερμηνευτική επιστασία
επί της θείας Λειτουργίας».
ΛΕΧΘΕΝΤΑ ΤΟΥ ΝΥΝ ΑΓΙΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΕΔΕΣΣΗΣ
ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 70 ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ
ΚΑΙ ΝΥΝ ΑΓΙΟ ΓΕΡΒΑΣΙΟ
Ἑδραῖος καί ἀμετακίνητος
(Ἀρχιμ. π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος)
«Τί ἐξήλθετε εἰς τήν ἔρημον θεάσασθαι;
κάλαμον ὑπό ἀνέμου σαλευόμενον;» (Ματθ. ια΄, 7)
Ὄχι. Δέν ἦτο «κάλαμος» ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Ἀτρόμητος, ἄκαμπτος, ἀλύγιστος ἦτο. Δέν ὑπεχώρησεν οὐδέ ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Ἡρώδου. Ἀπεκεφαλίσθη, ἀλλά δέν ἐκλονίσθη. Ἔπεσε μαχόμενος ὑπέρ τῆς Ἀληθείας, ἀλλά δέν ἐλυγίσθη.
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἦτο τό ἴνδαλμα τοῦ πρό ὀλίγου καιροῦ κοιμηθέντος ἐν Κυρίῳ ἀοιδίμου Ἀρχιμανδρίτου π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου. Ἡ ἀγγελική ζωή καί ἡ ὑπεράνθρωπος δρᾶσις τοῦ ἐνδόξου Προφήτου ἐνεθουσίαζον τόν ἁγνόν Ἱερομόναχον, π. Γερβάσιον. Ἡ μορφή τοῦ λέοντος τῆς Ἐρήμου τοῦ Ἰορδάνου τόν ἠλέκτριζεν.
Ἀπεσπάσθη ὁ ἀείμνηστος ἀπό τούς βράχους τῆς Γορτυνίας καί ἔμεινε διά βίου παντός βράχος. Βράχος εἰς τήν ἠθικήν ζωήν. Ἠγωνίζετο ἕως γήρατος νά μείνῃ πιστός εἰς τά παραγγέλματα τοῦ Κυρίου. Ἁγνός, ὅπως ἐξῆλθεν ἐκ τῆς κοιλίας τῆς μητρός του. Καθαρός, ὅπως μᾶς θέλει ὁ Καθαρός Κύριος. Ἠθικός ἐν τῇ στενῇ καί εὐρυτέρᾳ ἐννοίᾳ.
Πιστός εἰς τόν Θεόν. Μαθητής τοῦ Κυρίου ἐκλεκτός, Χριστιανός ζωντανός. Εὐθύς ἐν παντί. Ἀγωνιστής διά νά γίνῃ «τέλειος καί ὁλόκληρος ἐν μηδενί λειπόμενος» (Ἰωάν. α΄, 4). Συμφέροντα δέν τόν ἐλύγιζον. Ὅ,τι θέλει ὁ Θεός ἦτο Νόμος δι’ αὐτόν. Ἔπεσαν ἐπ’ αὐτοῦ αἱ θλίψεις καί αἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς καί δέν τόν παρέσυρον.
«Ὠκοδόμησε τήν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπί τήν πέτραν καί κατέβη ἡ βροχή καί ἦλθον οἱ ποταμοί καί ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι καί προσέπεσον τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καί οὐκ ἔπεσε· τεθεμελίωτο γάρ ἐπί τήν πέτραν» (Ματθ. Ζ΄, 24-25). Βράχος ἀμετακίνητος καί εἰς τό ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ. Ὁ ἀοίδιμος Πατήρ μιμητής τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, τῶν παλαιοτέρων καί μεταγενεστέρων Πατέρων, ἐν οἷς καί ὁ Ἱερομάρτυς, Ἐθνομάρτυς καί Ἰσαπόστολος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἤξευρε νά ζῇ καί νά διδάσκῃ τήν Εὐαγγελικήν Ἀλήθειαν ἀνόθευτον, καθαράν καί ἀπηλλαγμένην ἀκόμη καί τῆς μορφῆς τῆς λογοτεχνίας. «Ὁ λόγος καί τό κήρυγμα οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις» (Α΄ Κορ. β, 4). Ἀλήθειαν καί μόνον Ἀλήθειαν ἐκήρυττεν.
Ἕν τόν ἐνδιέφερεν: ἡ μετάδοσις τῆς σωζούσης Ἀληθείας. Δέν ἐνέβλεπεν εἰς πρόσωπον ἀνθρώπου. Δέν ἐκολάκευεν. Δέν εἱλίσσετο. Ἤξευρε νά κηρύσσῃ τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν ἀδιαφορῶν διά τάς συνεπείας, τάς ὁποίας θά εἶχεν ἐπ’ αὐτοῦ ἡ παρρησία.
Οἱ Λόγοι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «εἰ ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἄν ἤμην» (Γαλ. α΄, 10) ἦσαν νόμος ἀπαράβατος δι’ αὐτόν. Ἀηδίαζεν ἀπό τούς ἑλιγμούς. Ἠγανάκτει ἀπό τήν σκοπιμότητα. Ἁγνός ἄνθρωπος μεθυσμένος ἀπό τόν πνευματικόν οἶνον τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἤθελε νά ποτίζῃ ἀπό τό ἴδιον ποτόν καί τούς Χριστιανούς του.
«Κατά σκοπόν ἐδίωκεν ἐπί τό βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» (Φιλ. γ΄, 14). Ἀπόστολος Χριστοῦ ἐνδιαφέρον εἶχεν ἕν: νά φωτίσῃ, νά διδάξῃ, νά βοηθήσῃ εἰς τήν σωτηρίαν τῶν ἀθανάτων ψυχῶν τῶν ἀκροατῶν του. Οὔτε οἱ ἰσχυροί τῆς ἡμέρας, οὔτε τά ρεύματα τῆς ἐποχῆς τόν παρέσυραν. Ὡμίλει ἀκριβῶς, ὅπως θά ὡμίλει ἕνας Κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου τῆς χρυσῆς Πατερικῆς ἐποχῆς.
Ὁ τεχνικός καί τεχνητός πολιτισμός δέν τόν ἐπηρέαζεν. Ἀπεσταλμένος Θεοῦ, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐξήγγειλεν. Καί τί ἐκέρδισε μέ τήν ἀκαμψίαν αὐτήν θά εἴπουν ἴσως οἱ κατ’ ὄψιν κρίνοντες; Τί ἐκέρδισεν; Ἔμεινεν εἰς τό περιθώριον! Πλάνη οἰκτρά! Ὁ Ἱερεύς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου εἰς τό περιθώριον; Ὁ Λειτουργός τοῦ Φρικτοῦ Μυστηρίου, τῆς Ἀναιμάκτου Μυσταγωγίας, εἰς τό περιθώριον;
Ὁ ἁπτόμενος τοῦ Θείου Σώματος ἄνθρωπος εἰς τό περιθώριον; Ὁ βιβλικός ἀνήρ π. Γερβάσιος εἰς τό περιθώριον; Μεγίστη ἀφροσύνη νά παραδεχθῶμεν ἕν τοιοῦτο πρᾶγμα. Ὁ Πατήρ Γερβάσιος ζῶν ἔτι ἐδοκίμασε χαράν, ἱκανοποίησιν, ἀγαλλίασιν, τιμήν, τήν ὁποίαν δέν ἐδοκίμασαν ἄλλοι ἀξιωματοῦχοι.
Βράχος ἐπάνω εἰς τόν βράχον τῶν αἰώνων ἠσθάνετο βαθυτάτην ἱκανοποίησιν, ὅταν ἔβλεπεν, ὅτι «πολλά τά τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἤ τῆς ἐχούσης τόν ἄνδρα» (Γαλ. δ΄, 27), ὅτι ὡς Ἱερομόναχος περιεστοιχίζετο ἀπό ἀναρίθμητα τέκνα, τά ἄσματα δέ τῶν ἀθώων παιδίων ἦσαν δι’ αὐτόν ἀγγελικά ἄσματα.
Μόνον ὅποιος ἀντελήφθη τί σημαίνει Ἀπόστολος Χριστοῦ εἶναι εἰς θέσιν νά ἀντιληφθῇ, ὅτι εὐτυχέστερος ἄνθρωπος εἰς τόν κόσμον δέν ὑπάρχει ἀπό «τόν ἀνεπαίσχυντον ἐργάτην τοῦ Εὐαγγελίου» (Β΄Τιμ. β΄, 15).
Οἱ κόποι, οἱ μόχθοι, οἱ διωγμοί, αἱ περιφρονήσεις, αἱ στερήσεις καί ὁ θάνατος ἀκόμη ὁ μαρτυρικός ἀποτελοῦν παράσημα, δόξαν, μεγαλεῖα, τιμήν, ἀνυπολόγιστα ἀγαθά. Ἐκέρδισεν ὁ π. Γερβάσιος εἰς τόν κόσμον αὐτόν. Ἐκέρδισε καί τήν αἰωνιότητα. Ἐκέρδισε τό πᾶν. Ἀγωνιστής τῆς Ἀληθείας θά λάβῃ τόν στέφανον τῆς Ἀληθείας. «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀπ. β΄, 10).
Θά λάβῃ ἀπό τόν Κύριον τό δίκαιον ὄφλημα, ἀπό τόν Ἐξαποστείλαντα αὐτόν τόν μισθόν τῆς ἐργασίας. «Ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ» (Α΄Τιμ. ε΄, 18). Ἐκέρδισεν «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α΄ Κορ. β΄, 9).
Ἐκέρδισεν καί ἡ κοινωνία ἀπό τό πέρασμα τοῦ μακαριστοῦ ἀνδρός ἀπό τόν κόσμον αὐτόν. Μυριάδες ψυχῶν ὠφελήθησαν ἀπό τήν Διδασκαλίαν του. Μυριάδες προβάτων τοῦ Χριστοῦ ἐδροσίσθησαν ἀπό τό ὕδωρ τό ζῶν, τό ὁποῖον ἔδιδε καί ἐπί τῆς κλίνης ἀκόμη. Μυριάδες ἀπολωλότων εὗρον διά τοῦ π. Γερβασίου τόν Καλόν Ποιμένα.
Πλήθη πολλά ἔτρεχον πρός αὐτόν καί εὕρισκον «ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς αὐτῶν», διότι οὗτος τούς ὡδήγει εἰς τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτήν. Καί μόνον ὁ ἀριθμός τοῦ πλήθους, τό ὁποῖον παρηκολούθησεν ἐν πολλῇ συγκινήσει καί βαθεῖ πόνῳ τήν ἐξόδιον αὐτοῦ Ἀκολουθίαν, μαρτυρεῖ τό τί προσέφερεν ὁ ἀποστολικός ἀνήρ εἰς τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα.
Ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἔδιδεν ἔλαιον πρός τροφήν καί φωτισμόν εἰς κύματα εὐσεβοῦς Λαοῦ τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν καί μακράν αὐτῆς. Μόνον ὁ Καρδιογνώστης Κύριος γνωρίζει ἀκριβῶς τό μέγεθος τῆς προσφορᾶς τοῦ π. Γερβασίου. Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ ἀείμνηστος Λειτουργός Αὐτοῦ. Ἐκοιμήθη. «Ἀναπαύεται ἐκ τῶν κόπων αὐτοῦ» (Ἰωάν. Ιδ΄, 13).
Μένει ὅμως τό παράδειγμά του, ἡ ἁγία του ζωή καί ἡ καρποφόρος δρᾶσις του. Μένουν μεταξύ τῶν γνωρίμων αὐτοῦ ἡ ἀσκητική μορφή του, ὁ δυναμικός του χαρακτήρ, ἡ ἀκεραιότης καί ἡ ἀκαμψία _. Μένει εἰς τούς Κληρικούς καί Λαϊκούς τό παράδειγμα τῆς εὐλαβείας, τῆς ὀρθοπραξίας καί Ὀρθοδοξίας.
Καί ἔχομεν ἀνάγκην, τήν σημερινήν ἐποχήν μάλιστα, τοιούτων ἀνδρῶν, τοιούτων Μορφῶν, τοιούτων ἑδραίων καί ἀμετακινήτων. Εἰς τήν γενεάν μας, εἰς τήν ὁποίαν ἡ ἐπάρατος σκοπιμότης κλείει τά στόματα, αἱ ὑλιστικαί θεωρίαι καί πεποιθήσεις ξηραίνουν τά ἄνθη τῆς Πίστεως καί τῆς Ἁγιότητος, χρειάζονται εὐθαρσεῖς Πατέρες Γερβάσιοι.
Ἄς εὐχηθῶμεν, ὅπως ὁ Κύριος καί Ἰδιοκτήτης τοῦ Θείου Ἀμπελῶνος, τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἀναστήσῃ μιμητάς τοῦ μακαριστοῦ Πατρός. Ἄς δεηθῶμεν «τοῦ Κυρίου τοῦ θερισμοῦ, ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τόν θερισμόν αὐτοῦ» (Ματθ. Θ΄, 38). Φαίνεται ὅτι ἰσχύει γιά τά πνευματικά, ὅ, τι ἰσχύει καί γιά ὅλα τά θέματα, ὅτι οἱ ἅγιοι γνωρίζουν καλύτερα τούς ἁγίους!!
κενόν κατέλιπε. Η μνήμη του ας είναι,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου