
Χωριό
Ποστόινογιε:Ιερός Ναός των Αγίων Αποστόλων
Πέτρου και Παύλου.Στις 3 Απριλίου 2019 οι επιδρομείς της ΟCU κατέλαβαν με βία την
εκκλησία των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και σαν πραγματικοί εισβολείς
κρεμάσανε τη σημαία του διάσημου εξτρεμιστικού οργάνου «Δεξιός Τομέα» πάνω της.
Για το πώς συνέβη αυτό μας μιλάει ο ηγούμενος
του ναού, πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Μαλτσούκ:«Τα γεγονότα στο χωριό μας
άρχισαν να αναπτύσσονται με την υιοθέτηση του λεγόμενου Τόμου, φερμένου στην
Ουκρανία από την Κωνσταντινούπολη.
Στις 14 Ιανουαρίου 2019, μια ομάδα
πρωτοβουλίας από το χωριό, μερικοί άνθρωποι ήρθαν και πρότειναν στην κοινότητά
μας να πάμε στην νεοϊδρυθείσα ΟCU. Η κοινότητα μας αντέδρασε αμέσως αρνητικά,
αρνήθηκε να το δεχτεί. Υπήρξαν πολυάριθμες προσφυγές και σε μένα.
Αλλά τότε και τώρα λέω ότι οι πιστοί που
πήγαιναν συνεχώς στην εκκλησία, προσεύχονταν συνεχώς, συμμετείχαν σε θείες
λειτουργίες, κοινωνούσαν τα Άχραντα Μυστήρια της Ευχαριστίας, ήταν όλοι μαζί
μου, δεν είχαν και δεν έχουν την επιθυμία να πάνε στην ΟCU.
Μετά υπήρχαν απειλές εναντίον μου και της
οικογένειάς μου, γι' αυτό αναγκάστηκα να πάρω τα παιδιά μου από το Ποστόινογιε,
όπου κατοικούσαμε και να τα στείλω στους γονείς μου στο Γοροντόκ. Σήμερα
αναγκαζόμαστε να ζούμε εκεί.
Ήταν αδύνατο να συνεχίζουμε να ζούμε εδώ,
καθώς υπήρχαν συνεχείς απειλές σωματικής βίας. Δεν ανησυχούσα τόσο πολύ για τον
εαυτό μου, όσο για τα μικρά παιδιά μου. Είχαμε εκδιωχθεί βίαια από το σπίτι
όπου κατοικούσαμε και ήμασταν καταχωρημένοι.
Η κατάσταση κλιμάκωσε και στις 3 Απριλίου μου
τηλεφώνησαν και ενημέρωσαν ότι θα πρέπει να έρθουν κάποιοι άνθρωποι στο ναό και
να το καταλάβουν. Πριν από αυτό έγιναν αρκετές απόπειρες κατάληψης, αλλά η
κοινότητά μας ήταν εδώ όλη στη θέση της.
Καθώς ήταν Κυριακάτικες ημέρες και οι άνθρωποι
δεν εργάζονταν και υπερασπίζονταν το ναό. Οι άλλοι επέλεξαν μια καθημερινή,
όταν όλοι, ειδικά νέοι μέλη της κοινότητάς μας, βρίσκονταν στη δουλειά τους και
εκείνη τη στιγμή ο ναός καταλήφθηκε.
Ήρθαν επιθετικοί άνθρωποι που δεν έχουν καμία
σχέση ούτε με την κοινότητά μας, αλλά και με το χωριό γενικά, τους οποίους
έβλεπα για πρώτη φορά. Έφτασε η αστυνομία, η οποία επίσης πήγε με το μέρος της OCU.
Επιπλέον, όταν η κοινότητά μας απομακρύνθηκε
από τις πόρτες του ναού, αυτή η αστυνομία έδωσε ένα ζωντανό διάδρομο μέσω του
οποίου ένας άνθρωπος με αλυσοπρίονο μπόρεσε να πλησιάσει τις πόρτες και να
κόψει τις κλειδαριές και με χειροκρότημα αυτοί οι άνθρωποι μπήκαν στο ναό.
Φορούσαν στολές καμουφλάζ.
Υπήρξαν προσπάθειες δωροδοκίας εμένα. Μου
πρότειναν να αλλάξω την πίστη μου για χρήματα, στο οποίο απάντησα ότι νομίζω
ότι αυτό είναι παρόμοιο με την πράξη του Ιούδα, ο οποίος πούλησε τον Χριστό για
30 αργύρια».
Ενορίτισσα
του ναού, Ζαμπέιντα Όλγα Βασίλιβνα:
«Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή έχουμε λαϊκή
αγορά. Την ημέρα όσοι βρίσκονταν στην αγορά παρατήρησαν ότι έφτασε ένα
λεωφορείο με ξένους, με πολύ δυνατό σωματότυπο και άρχισαν να προχωράνε προς
την εκκλησία.
Τους προσπεράσαμε, σταθήκαμε μπροστά στις
πύλες της εκκλησίας και αρχίσαμε να ψέλνουμε «Χαίρε Κεχαριτωμένη...».Οι ξένοι επισκέπτες
άρχισαν να μας γελοιοποιούν και να μας προσβάλλουν. Έφτασε κι η αστυνομία.
Ήρθαν και οι ντόπιοι που δεν πήγαιναν ποτέ στην εκκλησία, ίσως μόνο καμιά φορά
το Πάσχα.
Μετά αυτοί οι άντρες άρχισαν να μας πιέζουν.
Επέλεξαν εξ επιτούτου μια καθημερινή όταν όλοι οι ενορίτες μας βρίσκονταν στις
δουλειές τους. Υπήρχαν σχεδόν μόνο γυναίκες. Μόνο χήρες, όπως λέμε. Πιστέυαμε
ότι η αστυνομία θα υπερασπιζόταν την αλήθεια, αλλά έμεινε πίσω.
Και αυτοί οι άνθρωποι (υποστηρικτές της OCU - σημ.) έφτιαξαν ένα
ζωντανό διάδρομο. Ο κάτοικος του χωριού μας, Αντρέι Βασίλιεβιτς Ζούκ, ο οποίος
είχε προηγουμένως εκδιωχθεί από την αστυνομία, είπε στην κατεύθυνσή μου: «παρ'
τηνε από δώ».
Και ο Ιγκαντιούκ Νικόλαϊ Νικολάγιεβιτς μου
γύρισε το χέρι και με έριξε κάτω από τις σκάλες, μετά από αυτό δύο γυναίκες
άρχισαν να με τραβούν από τα μαλλιά στην άκρη.
Όταν κατέλαβαν το ναό όλοι εμείς κλαίγαμε.
Όλοι μας γονατίσαμε και αρχίσαμε να προσευχόμαστε. Έτρεξαν σε εμάς και φώναξαν:
«Πού είναι η εικόνα;». Υπήρχε μια εικόνα με κεχριμπάρι στο ναό.
Η εικόνα ήταν στη θέση της στο ναό, απλώς οι
εισβολείς δεν την είδαν αμέσως. Αλλά είναι πολύ αποκαλυπτικό το γεγονός ότι στο
ναό του Θεού έψαχναν κυρίως για το πιο πολύτιμο πράγμα από την υλική άποψη -
κεχριμπάρι.
Φοβόταν ότι αυτή τη εικόνα, με κιώτο από όχι
πολύτιμα κοσμήματα, οι πιστοί πήραν από το ναό. Αλλά έχοντας καταλάβει το ναό,
έχοντας αρπάξει την εικόνα με κεχριμπάρι, έχοντας στερήσει στην ορθόδοξη
κοινότητα την περιουσία.
Την οποία τα μέλη αυτής της κοινότητας έφερναν
στο ναό για δεκαετίες από τα πενιχρά κέρδη τους, οι εισβολείς δεν σταμάτησαν
εκεί. Σύντομα πήγαν στο σπίτι του ιερέα και τον έδιωξαν από εκεί μαζί με τη
σύζυγό του και τα τρία μικρά παιδιά.
Συνεχίζουμε
την ομιλία της Όλγας Βασίλιβνας:
«Έτσι κι έγινε, κατέλαβαν το ναό, έχουμε ήδη
συμβιβαστεί. Πηγαίναμε να προσευχόμαστε στο σπίτι του ιερέα. Τελούσαμε και
Εσπερινά.
Στις 20 Ιουνίου 2019 επιστρέφω από την εργασία
και μία γειτόνισσά μου μου λέει ότι κάποιοι έπιναν κοντά στο μαγαζί (αλκοόλ)
και λένε ότι θα καταλάβουν το σπίτι του ιερέα. Όταν πλησίασα αυτό το σπίτι,
αυτοί (οι εισβολείς - σημ.) στέκονταν κοντά στην πύλη και ήταν όλοι μεθυσμένοι.
Όλοι γνωριζόμαστε στο χωριό και είπα σε έναν
άντρα: «η γυναίκα σας πηγαίνει να προσεύχεται στους Πεντηκοστιανούς, ενώ εσάς
ποτέ δεν σας εχω δει στην εκκλησία». Και μου απαντά: «Βασίλιβνα, για εκατό
γραμμάρια (βότκας - σημ.) όποιος θέλει θα πάει όπου θέλει.
Και τότε ο Μουσιϊτσούκ Νικολάϊ Στεπάνοβιτς,
ένας τοπικός επιχειρηματίας, μου είπε: «Νόμιζα ότι είσαι πιο πονηρή, ενώ είσαι
χαζή. Να θυμάσαι, αυτή είναι η τελευταία σου φορά που μιλάς». Η αδελφή μου μου
είπε τότε: «Πρόσεχε, αλλιώς θα έρθουν και θα σε σκοτώσουν».
Στη συνέχεια έσπασαν την πόρτα με λοστό. Λέω:
«Τι κάνετε, τα μικρά παιδιά είναι εγγεγραμμένα εκεί». Σταθήκαμε στα σκαλιά και
αρχίσαμε να ψέλνουμε «Χαίρε, Κεχαριτωμένη», ενώ πήγαν γύρω-γύρω από το σπίτι,
έσπασαν το παράθυρο και όρμισαν μέσα.
Αυτοί ήταν ο Μπουτ Γιούρι Νικολάεβιτς, ο Ζούκ
Σεργκέι Βασίλιεβιτς και ο Εφιμετς Γιούρι Ανταμόβιτς. Ο Μποτ Γιούρι Νικολάεβιτς
έβαλε ένα μεγάλο μαχαίρι στο ιερό και μέτα έλεγαν ψέματα σε όλους ότι κατά τη
διάρκεια της λειτουργίας δήθεν έχουμε μαχαίρι στο ιερό. Δεν νομίζουν ότι ο Θεός
βλέπει τα πάντα.
Εμένα με άρπαξε μια γυναίκα, η Σελιούκ Μαρία
Νικολαέβνα, που πουλά βότκα στο χωριό, με έσπρωξε κάτω από τα σκαλοπάτια και
όταν έπεσα, άρχισαν να με χτυπούν στο κεφάλι. Και όταν η κόρη μου με οδήγησε στο ασθενοφόρο,
συνέχιζαν να χτυπάνε εμένα και την κόρη μου...». Σε αυτήν την ακίνητη εικόνα
του βίντεο που τραβήχτηκε στο κινητό τηλέφωνο, φαίνεται πώς έσπασαν τις πόρτες
του σπιτιού του ιερέα.
Ο Ηγούμενος του Ι.Ν. των Αγίων Αποστόλων
Πέτρου και Παύλου, ιερέας Αλέξανδρος Μαλτσούκ μιλάει για την κατάληψη του σπιτιού
του: «Περίπου εκατό χωρικοί με επιθετικές προθέσεις, προφανώς όχι νηφάλιοι,
έσπασαν στο χώρο του σπιτιού με κάποιο αμφίβολο έγγραφο και απαίτησαν να τους
αφήσουμε να μπουν μέσα για δήθεν απογραφή της περιουσίας.
Όταν οι άνθρωποί μας δεν συμφωνούσαν με αυτό
και στάθηκαν μπροστά στην πόρτα, απλά άρχισαν να τους σπρώχνουν βίαια από τις
σκάλες. Οι μεθυσμένοι άνδρες άρχισαν να χτυπάνε τις γυναίκες μας, ως
αποτέλεσμα, μία είχε σπασμένη μύτη, άλλη είχε διάσειση.
Άλλη μία πήρε ένα χτύπημα στο στομάχι και ασθενοφόρο
αμέσως τους πήγε στο νοσοκομείο. Ακόμα και τώρα είναι στο νοσοκομείο. Κατά τη
διάρκεια αυτής της επίθεσης, έσπασαν τα παράθυρα και τις πόρτες... Η αστυνομία
τότε καθόταν στην άκρη».
Παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα της Ουκρανίας
εγγυάται το δικαίωμα για απαραβίαστο του σπιτιού, η αστυνομία δεν σταμάτησε
τους εισβολείς και ο ιερέας διώχτηκε από το εκκλησιαστικό σπίτι του, μαζί με τη
σύζυγό του και τρία μικρά παιδιά που ήταν εγγεγραμμένα σε αυτόν τον χώρο
διαβίωσης.
Δεν κατάφεραν να σταματήσουν τους εισβολείς
και οι γυναίκες ενορίτισσες, οι οποίες ανιδιοτελώς προσπαθούσαν να αποτρέψουν
τους μεθυσμένους νεαρούς από τη διάπραξη της κακής τους πράξης.Ο πατέρας
Αλέξανδρος αναγκάστηκε να στείλει την οικογένειά του μακριά από το χωριό
Ποστόινογιε στο Γοροντόκ κοντά στο Ρίβνε.
Λόγω απειλών, δεν ήταν πλέον δυνατό να
παραμείνουν στο χωριό. Ο πατέρας έρχεται στο Ποστόινογιε από άνω των 50 χλμ
μακριά για κάθε λειτουργία. Ενώ η εκδιωγμένη κοινότητα τελεί θείες λειτουργίες
σε ένα μικρό σπίτι όπου δεν ζει κανείς και όπου ο ιδιοκτήτης τους άφησε για
λίγο.
Ανταποκριτής:
«Και πότε ξεκίνησαν
αυτές
οι επιθέσεις στην εκκλησία;»
Ενορίτισσα
του ναού, Ζουκ Μαρία Αλεξάντροβνα:
«Πότε...Όλα ξεκίνησαν με την χορήγηση του
Τόμου. Προσπαθούσαν να το κάνουν πριν από τις εκλογές (προεδρικές - σημ.). Κατά
τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας και έγινε αυτή η κατάληψη.
Μέχρι τελευταία στιγμή δεν μπορούσα να
φανταστώ και δεν πίστευα ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Μέχρι τελευταία
στιγμή... Είμαι δασκάλα στο παρελθόν. Στεκόμουν σ' εκείνο το κατώφλι, κάτω από
εκείνες τις πόρτες, ψέλναμε...
Με πλήθος πίεζαν εμένα, έναν τόσο ηλικιωμένο
άνθρωπο, τραβούσαν από τα χέρια από το κατώφλι, έριξαν κάτω τον ιερέα, τον
πατούσαν με τα πόδια. Και κανείς δεν άπλωσε το χέρι του για να σηκώσει τον
παπά. Αυτή είναι η αγριότητα, αυτοί είναι άθεοι».
Στεπάν
Νικολάγιεβιτς, ενορίτης του Ι.Ν. των Αγίων
Αποστόλων Πέτρου και Παύλου της UOC στο
χωριό Ποστόινογιε:
«Είμαι ήδη ογδόντα πέντε χρονών. Κοντά τριάντα
χρόνια που αυτή η εκκλησία (καταληφθείσα - σημ.) άρχισε να χτίζεται. Χτίζαμε
την εκκλησία με τις δυνάμεις μας, κανείς δεν πήγαινε, δεν συγκέντρωνε χρήματα.Από 150 άνθρωποι έρχονταν, δεν υπήρχαν
μηχανικοί.
Υπήρχε ηρεμία για σχεδόν 30 χρόνια μέχρι να έρθουν αυτοί οι άθεοι,
που δεν ξέρουν καν τι σημαίνει Εκκλησία, που δεν πήγαιναν εκεί και δεν
πηγαίνουν. Ζητήσαμε από τις αρχές να σφραγίσουν την
εκκλησία μέχρι να διευκρινιστούν οι περιστάσεις, αλλά οι αρχές εκκαθάρισαν την
κοινότητά μας και τώρα δεν είμαστε στα μητρώα. Ζητάμε βοήθεια για να δείξει ο
Θεός τη δύναμή του, να θριαμβεύσει η αλήθεια.
Πήγαινα στην εκκλησία από μικρός, οι παππούδες
και οι γονείς μου πήγαιναν και δεν πρόκειται να αλλάξω τίποτα. Θα παραμείνω
μόνο στην ορθόδοξη πίστη μέχρι το τέλος της ζωής μου».Αυτός ο παππούς με απερίγραπτη αγάπη μας
διηγήθηκε πώς έβαλαν την πρώτη πέτρα στα θεμέλια του ναού, πώς πήγαιναν για
οικοδομικά υλικά, πώς αγίασαν την εκκλησία τους.
Oύτε ο ίδιος, ούτε ο ιερέας ούτε άλλοι
ενορίτες δεν είχαν μέσα τους θυμό απέναντι στους ανθρώπους που είχαν καταλάβει
το ναό τους. Υπήρχε δυσαρέσκεια, παρεξήγηση, ίσως ακόμη και δυσπιστία στο τι
συνέβη, αλλά δεν υπήρχε θυμός.
Πώς αυτό δεν μοιάζει με εκείνο που συμβαίνει
σε μια κοσμική κοινωνία, όπου η εκδίκηση στον προσβολέα θεωρείται θέμα τιμής! Όταν
συναντάς μια τέτοια αληθινά χριστιανική αγάπη, ταπεινοφροσύνη και προθυμία για
συγχώρηση, σε εκπλήσσει και αγγίζει αυτό.
Κι όμως δεν είναι αυτό που μου έκανε τη
μεγαλύτερη εντύπωση. Εντυπωσιάστηκα με την απάντηση του πατρός Αλέξανδρου στην
ερώτηση: «Τι φοβάστε περισσότερο;», απάντησε:«Διακονώ αυτό το χωριό οκτώ
χρόνια.
Και όταν ξεκίνησαν όλα, όλες αυτές οι απειλές,
παρακάλια, πιέσεις, απαιτήσεις να πάμε στους σχισματικούς της ΟCU, φοβόμουν πολύ ότι οι
ενορίτες μου, το ποίμνιό μου θα πάει στο σχίσμα... Αυτό θα σήμαινε ότι
εργάστηκα μάταια για οκτώ χρόνια, ότι δεν κατάφερα να τους εξηγήσω τι είναι η
Εκκλησία και γιατί πρέπει να φυλάμε την πιστή μας παρά τα πάντα.Φοβόμουν πολύ. Αλλά όλοι παρέμειναν πιστοί.
Κανένας δεν έφυγε. Από εκείνους που συνέχεια παρακολουθούσαν τις θείες
λειτουργίες δεν έφυγε κανείς. Αυτή είναι η χαρά μου».Ας σκεφτούμε αυτά τα
λόγια! Ο ιερέας, ο οποίος εκδιώχθηκε από το σπίτι του
με την οικογένειά του, ο ναός του οποίου καταλήφθηκε, ο οποίος απειλείται
συνεχώς με κάτι κακό να του συμβεί στο δρόμο αν δεν σταματήσει να έρχεται στο
χωριό για να τελεί λειτουργίες.

Λέει ότι πάνω απ' όλα φοβάται όχι τις απειλές,
αλλά ότι κάποιος από τα πρόβατα του Χριστού που ανατέθηκαν στην ποιμαντική του
φροντίδα θα μπει στον πειρασμό και θα προδώσει την Εκκλησία, θα ανταλλάξει τον
Σταυρό του Χριστού για μια ήρεμη και ασφαλή ζωή. (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου