27 Δεκεμβρίου, 2019

ΤΟ ΑΓΙΟ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟ


Μέ­χρι τά μέ­σα το 4ου α­ώ­να κ­κλη­σί­α ­όρ­τα­ζε μα­ζί τή Γέν­νη­ση καί τήν Βά­πτι­ση το Χρι­στο στίς 6 ­α­νου­α­ρί­ου, μέ τό ­νο­μα ­πι­φά­νεια. Στό τέ­λος το 4ου α­ώ­να (386 μ.Χ.).Πρ­τος ­γιος ­ω­άν­νης Χρυ­σό­στο­μος μι­λ γιά τά Χρι­στού­γεν­να, χα­ρα­κτη­ρί­ζον­τάς τα ς «μη­τρό­πο­λιν πα­σν τν ­ορ­τν» καί ­να­φέ­ρει ­τι:

Από τό 376 μ.Χ. ­γι­νε γνω­στή α­τή ­ορ­τή ξε­χω­ρι­στά στίς κ­κλη­σί­ες τς ­να­το­λς.­τσι δι­α­μορ­φώ­θη­κε τό «Δω­δε­κα­ή­με­ρο», δη­λα­δή τό χρο­νι­κό δι­ά­στη­μα ­πό ­τίς 25 Δε­κεμ­βρί­ου ­ως τήν 6η ­α­νου­α­ρί­ου, κα­τά τό ­πο­ο ­ορ­τά­ζου­με τά Χρι­στού­γεν­να (25 Δεκ.­), τήν Πε­ρι­το­μή (1 ­αν.) καί τήν Βά­πτι­ση (6 ­αν.)

Πα­ρα­μο­νή Χρι­στου­γέν­νων  Με­γά­λες ­ρες Χρι­στου­γέν­νων
Σύμ­φω­να μέ τό τυ­πι­κό τν ­κο­λου­θι­ν τς κ­κλη­σί­ας μας, ν  πα­ρα­μο­νή τν Χρι­στου­γέν­νων τύ­χει Σάβ­βα­το  Κυ­ρια­κή,  ­κο­λου­θί­α τν Με­γά­λων ­ρν ψάλ­λε­ται τήν Πα­ρα­σκευ­ή.Ο «­ρες» ε­ναι ­κο­λου­θί­ες τς ­κκλη­σί­ας μας, πού ψάλ­λον­ται σέ συγ­κε­κρι­μέ­νες ­ρες τς ­μέ­ρας (γι’ α­τό λέ­γον­ται καί ­ρες), σύμ­φω­να μέ τόν βυ­ζαν­τι­νό τρό­πο με­τρή­σε­ως το χρό­νου, πού ν­τι­στοι­χε ς ­ξς:

Πρώ­τη
-(Α)
­ρα: πε­ρί­που 6-7 τό πρω­ί,

Τρί­τη-(Γ):9 τό πρω­ί,

­κτη-(ΣΤ):12 τό με­ση­μέ­ρι,

­νά­τη-(Θ):3 τό ­πό­γευ­μα.

Κά­θε 
­ρα ­χει τό θέ­μα της:

Α΄-Τό φς τς ­μέ­ρας καί τό φς το Χρι­στο,

Γ΄- κά­θο­δος το
 ­γί­ου Πνεύ­μα­τος (Πεν­τη­κο­στή),

ΣΤ΄-
­ρα Σταύ­ρω­σης το Κυ­ρί­ου,

Θ΄-
­ρα θα­νά­του το Κυ­ρί­ου. 

Πε­ρι­λαμ­βά­νουν κα­θη­με­ρι­νά: τρε
ς ψαλ­μούς, ­να τρο­πά­ριο μέ θε­ο­το­κί­ο, προ­κεί­με­νο ­ρας, τρι­σά­γιο, τρο­πά­ρια καί μιά ε­χή σχε­τι­κή μέ τό θέ­μα. Ψάλ­λον­ται βα­σι­κά στά μο­να­στή­ρια. Στίς με­γά­λες γι­ορ­τές (Μ. Πα­ρα­σκευ­ή, Χρι­στού­γεν­να, Θε­ο­φά­νεια) λ­λά­ζουν ν­τε­λς μορ­φή καί ­πι­μη­κύ­νον­ται.Ο ψαλ­μοί ε­ναι ­νά­λο­γοι τν ­ορ­τν, ­πάρ­χουν πε­ρισ­σό­τε­ρα ­πί­και­ρα τρο­πά­ρια, ­πάρ­χουν ­να­γνώ­σμα­τα ­πό τήν Πα­λαι­ά καί τήν Και­νή Δι­α­θή­κη. Γι’ α­τό ­νο­μά­ζον­ται καί Με­γά­λες ­ρες.

Ο
 Με­γά­λες ­ρες τν Χρι­στου­γέν­νων 

μς προ­ε­τοι­μά­ζουν γιά τό γε­γο­νός τς Γεν­νή­σε­ως το Κυ­ρί­ου καί πε­ρι­λαμ­βά­νουν πολ­λές προ­φη­τε­ες, ­πο­στο­λι­κά καί ε­αγ­γε­λι­κά ­να­γνώ­σμα­τα πού ­να­φέ­ρον­ται στό γε­γο­νός τς Σαρ­κώ­σε­ως το Χρι­στοΔύ­ο τρο­πά­ρια ε­ναι κοι­νά γιά ­λες τίς ­ρες: Τό τρο­πά­ριο «­πε­γρά­φε­το πο­τέ.­.­.» πού μι­λ γιά τήν ­πο­γρα­φή καί τά πρό καί κα­τά τή Γέν­νη­ση γε­γο­νό­τα, καί τό προ­ε­όρ­τιο Κον­τά­κιο « Παρ­θέ­νος σή­με­ρον τόν προ­αι­ώ­νιον Λό­γον.­.­.­»:

«
­πε­γρά­φε­το πο­τέ, σύν τ πρε­σβύ­τ ­ω­σήφ, ς κ σπέρ­μα­τος Δαυ­δ, ν Βη­θλε­έμ  Μα­ριάμ, κυ­ο­φο­ρο­σα τήν ­σπο­ρον κυ­ο­φο­ρί­αν. ­πέ­στη  δέ και­ρός  τς γεν­νή­σε­ως, καί τό­πος ν ο­δείς τ κα­τα­λύ­μα­τι. λ­λ’ ς τερ­πνόν πα­λά­τιον, τό Σπή­λαι­ον τ Βα­σι­λί­δι ­δεί­κνυ­το. Χρι­στός γεν­ν­ται, τήν πρίν πε­σο­σαν, ­να­στή­σων ε­κό­να».

«
 Παρ­θέ­νος σή­με­ρον, τόν προ­αι­ώ­νιον Λό­γον, ν Σπη­λαί­ ρ­χε­ται, ­πο­τε­κεν ­πορ­ρή­τως.Χό­ρευ­ε  ο­κου­μέ­νη ­κου­τι­σθε­σα, δό­ξα­σον με­τά γ­γέ­λων καί τν Ποι­μέ­νων, βου­λη­θέν­τα ­πο­φθ­ναι, παι­δί­ον νέ­ον, τόν πρό α­ώ­νων Θε­όν».

Βρι­σκό­μα­στε στήν πα­ρα­μο­νή τ
ς ­ορ­τς, γι’ α­τό καί τά τρο­πά­ρια ε­ναι προ­ε­όρ­τια, μς προ­ε­τοι­μά­ζουν νά δε­χτο­με τό με­γά­λο Μυ­στή­ριο τς Σαρ­κώ­σε­ως, ­πο­κα­λύ­πτον­τάς μας τό βά­θος τν γε­γο­νό­των καί τή ση­μα­σί­α τους γιά τή ζω­ή μας, ­πως τό πα­ρα­κά­τω τρο­πά­ριο τς Α΄­ρας:

«Βη­θλε­έμ 
­τοι­μά­ζου, ε­τρε­πι­ζέ­σθω  Φάτ­νη, τό Σπή­λαι­ον δε­χέ­σθω,  ­λή­θεια λ­θεν,  σκιά πα­ρέ­δρα­με. Καί Θε­ός ν­θρώ­ποις, κ Παρ­θέ­νου πε­φα­νέ­ρω­ται, μορ­φω­θείς τό κα­θ’ ­μς, καί θε­ώ­σας τό πρόσ­λημ­μα. Διό ­δάμ ­να­νε­ο­ται σύν τ Ε­α, κρά­ζον­τες, ­πί γς ε­δο­κί­α ­πε­φά­νη, σ­σαι τό γέ­νος ­μν».

Πα­ρου­σιά­ζει 
­μως καί τήν ν­θρώ­πι­νη δυ­σκο­λί­α νά κα­τα­νο­η­θε α­τό τό με­γά­λο, ­ξαί­σιο θα­μα πού κα­τε­βά­ζει τόν Θε­ό στή γ:«Τά­δε λέ­γει ­ω­σήφ πρός τήν Παρ­θέ­νον. Μα­ρί­α, τί τό δρ­μα το­το,  ν σοί τε­θέ­α­μαι; ­πο­ρ καί ­ξί­στα­μαι, καί τόν νον κα­τα­πλήτ­το­μαι! Λά­θρα τοί­νυν ­π’ ­μο, γε­νο ν τά­χει. Μα­ρί­α, τί τό δρ­μα το­το,  ν σοί τε­θέ­α­μαι; ν­τί τι­μς α­σχύ­νην.ν­τ’ ε­φρο­σύ­νης, τήν λύ­πην. 

ν­τί το ­παι­νε­σθαι, τόν ψό­γον μοι προ­σή­γα­γες. Οκ ­τι φέ­ρω λοι­πόν, τό ­νει­δος ν­θρώ­πων. ­πό γάρ ­ε­ρέ­ων κ το να­ος ­μεμ­πτον Κυ­ρί­ου σέ πα­ρέ­λα­βον. Καί τί τό ­ρώ­με­νον;» (Δο­ξα­στι­κό Α΄ ­ρας)

­μως  πί­στη,  ­ρευ­να τς πί­στε­ως καί  Χά­ρη το Θε­ο μς βο­η­θον νά ­πεγ­κλω­βι­στο­με ­πό τή στε­νή δι­α­δι­κα­σί­α τν λο­γι­κν δι­ερ­γα­σι­ν καί νά ­νοι­χτο­με στό θα­μα:«­Ίω­σήφ, ε­πέ ­μν, πς κ τν ­γί­ων ν πα­ρέ­λα­βες Κό­ρην, γ­κυ­ον φέ­ρεις ν Βη­θλε­έμ; ­γώ φη­σί, τούς Προ­φή­τας ­ρευ­νή­σας, καί χρη­μα­τι­σθείς ­πό γ­γέ­λου, πέ­πει­σμαι, ­τι:

Θε­όν γεν­νή­σει  Μα­ρί­α ­νερ­μη­νεύ­τως. Ο ες προ­σκύ­νη­σιν, Μά­γοι ξ ­να­το­λν ­ξου­σι, σύν δώ­ροις τι­μί­οις λα­τρεύ­ον­τες.  σαρ­κω­θείς δι’ ­μς, Κύ­ρι­ε, δό­ξα σοι». (Δο­ξα­στι­κό Γ΄­ρας) Α­τό τό ­νοιγ­μα μς βο­η­θ νά κα­τα­νο­ή­σου­με ­τι ­χου­με κι ­μες θέ­ση μέ­σα σ’ α­τό τό θα­μα, μς ­δη­γε νά βρο­με τόν τρό­πο νά ­τοι­μα­στο­με γιά νά γί­νου­με ­ξιοι προ­σκυ­νη­τές το θεί­ου Βρέ­φους: νά γί­νου­με «μη­τέ­ρα καί ­δελ­φοί Του», ­πως γρά­φει  ­γιος Συ­με­ών  Νέ­ος Θε­ο­λό­γος:

«Δε
­τε πι­στοί ­παρ­θ­μεν ν­θέ­ως, καί κα­τί­δω­μεν συγ­κα­τά­βα­σιν θε­ϊ­κήν ­νω­θεν, ν Βη­θλε­έμ πρός ­μς μ­φα­νς. Καί νον κα­θαρ­θέν­τες, τ βί­ προ­σε­νέγ­κω­μεν, ­ρε­τάς ν­τί μύ­ρου, προ­ευ­τρε­πί­ζον­τες πι­στς, τν Γε­νε­θλί­ων τάς ε­σό­δους, ­πί τν ψυ­χι­κν θη­σαυ­ρι­σμά­των, κρά­ζον­τες. ν ­ψί­στοις δό­ξα, Θε­ τ ν Τριά­δι, δι’ ο ν ν­θρώ­ποις ε­δο­κί­α ­πε­φά­νη, τόν ­δάμ ­κλυ­τρώ­σα­σθαι, τς ρ­χε­γό­νου ­ρς ς Φι­λάν­θρω­πος» (Τρο­πά­ριο ΣΤ΄ ­ρας).

Μ’ α
­τόν τόν τρό­πο βι­ώ­νου­με τόν λει­τουρ­γι­κό χρό­νο τς κ­κλη­σί­ας μας. Ζο­με τό πα­ρελ­θόν ς πα­ρόν.  χρό­νος τς κ­κλη­σί­ας μας ε­ναι ­νια­ίος: πα­ρελ­θόν, πα­ρόν καί μέλ­λον ε­ναι ­νω­μέ­να ν Χρι­στ. Τό δο­ξα­στι­κό τς Θ΄ ­ρας μς ε­σά­γει σ’ α­τήν τήν βι­ω­μα­τι­κή δι­ά­στα­ση τν Χρι­στου­γέν­νων:

«Σή­με­ρον γεν­ν
­ται κ Παρ­θέ­νου,  δρα­κί τήν π­σαν ­χων κτί­σιν. Ρά­κει κα­θά­περ βρο­τός σπαρ­γα­νο­ται,  τ ο­σί­ ­να­φής. Θε­ός ν φάτ­ν ­να­κλί­νε­ται,  στε­ρε­ώ­σας τούς ο­ρα­νούς πά­λαι κα­τ’ ρ­χάς. κ μα­ζν γά­λα τρέ­φε­ται,  ν τ ­ρή­μ Μάν­να μ­βρί­σας τ Λα­. Μά­γους προ­σκα­λε­ται,  Νυμ­φί­ος τς κ­κλη­σί­ας. Δ­ρα τού­των α­ρει,  Υ­ός τς Παρ­θέ­νου. Προ­σκυ­νο­μέν σου τήν Γέν­ναν Χρι­στέ. Δε­ξον ­μν καί τά θε­ά σου Θε­ο­φά­νεια».

26 Δε­κεμ­βρί­ου – Σύ­να­ξη Θε­ο­τό­κου
Στήν λει­τουρ­γι­κή ζω­ή τς κ­κλη­σί­ας μας συ­ναν­το­με τόν ­ρο «Σύ­να­ξις». Με­τά ­πό με­γά­λες ­ορ­τές τν ση­μαν­τι­κν προ­σώ­πων το σχε­δί­ου τς Θεί­ας Ο­κο­νο­μί­ας (Χρι­στός, Πα­να­γί­α).Τήν ­πο­μέ­νη ­μέ­ρα  κ­κλη­σί­α μας τι­μ μέ τήν «σύ­να­ξη» τό πρό­σω­πο  τά πρό­σω­πα πού ­πούρ­γη­σαν (δη­λα­δή ­πη­ρέ­τη­σαν, ­παι­ξαν κύ­ριο ρό­λο στό γε­γο­νός) τό μυ­στή­ριο.

Έτσι 
­χου­με:

-25 Μαρ­τί­ου: Ε­αγ­γε­λι­σμός

–26 Μαρ­τί­ου: Σύ­να­ξις 
ρ­χαγ­γέ­λου Γα­βρι­ήλ,

-25 Δε­κεμ­βρί­ου: Χρι­στού­γεν­να

–26 Δε­κεμ­βρί­ου: Σύ­να­ξις 
­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου,

-6 
­α­νου­α­ρί­ου: Βά­πτι­ση

 –7 
­α­νου­α­ρί­ου: Σύ­να­ξις ­ω­άν­νου Προ­δρό­μου,

-Κυ­ρια­κή Πεν­τη­κο­στ
ς

 –Δευ­τέ­ρα 
­γί­ου Πνεύ­μα­τος,

-8 Σε­πτεμ­βρί­ου: Γέν­νη­σις Θε­ο­τό­κου

–9 Σε­πτεμ­βρί­ου: Σύ­να­ξις Θε­ο­πα­τό­ρων 
­ω­α­κείμ καί ν­νης.

Τήν 
­πο­μέ­νη τν Χρι­στου­γέν­νων  κ­κλη­σί­α μας τε­λε τήν «Σύ­να­ξιν τς ‘Υ­πε­ρα­γί­ας Δε­σποί­νης ­μν Θε­ο­τό­κου». Τό συ­να­ξά­ρι τς ­μέ­ρας δι­η­γε­ται καί «Πε­ρί τς ες Α­γυ­πτον φυ­γς τς ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου»:­ταν  ­ρώ­δης π­ρε τήν ­πό­φα­ση νά θα­να­τω­θον ­λα τά παι­διά τς πε­ρι­ο­χς Βη­θλε­έμ ­πό δύ­ο χρο­νν καί κά­τω, μ­φα­νί­στη­κε σέ ­νει­ρο στόν ­ω­σήφ γ­γε­λος Κυ­ρί­ου καί το ε­πε:

«Σή­κω, πά­ρε τό Παι­δί καί τήν μη­τέ­ρα Του καί φ­γε καί πή­γαι­νε στήν Α­γυ­πτο καί με­νε ­κε μέ­χρι νά σο π πά­λι τί θά κά­νεις».­φυ­γε, λοι­πόν, καί π­γε στήν Α­γυ­πτο  Θε­ο­τό­κος μα­ζί μέ τό Θε­ο Βρέ­φος καί τόν ­ω­σήφ ­φ’ ­νός μέν γιά νά κ­πλη­ρω­θε  προ­φη­τεί­α πού ­λε­γε «κά­λε­σα τόν Υ­ό μου ­πό τήν Α­γυ­πτο» καί ­φ’ ­τέ­ρου γιά νά κλεί­σει τά στό­μα­τα τν α­ρε­τι­κν.


Α­τό ση­μαί­νει τό ­ξς: ­άν δέν ­φευ­γε θά συλ­λαμ­βα­νό­ταν τό Βρέ­φος καί  θά φο­νευ­ό­ταν, ­πό­τε θά μ­πο­δι­ζό­ταν  σω­τη­ρί­α το ν­θρω­πί­νου γέ­νους.Ή, ­άν σω­ζό­ταν γιά νά πραγ­μα­το­ποι­η­θε τό σχέ­διο τς σω­τη­ρί­ας, τό­τε πολ­λοί θά ­σχυ­ρί­ζον­ταν ­τι  Χρι­στός γεν­νή­θη­κε κα­τά φαν­τα­σί­αν καί δέν π­ρε πραγ­μα­τι­κά ν­θρώ­πι­νη σάρ­κα.

Δι­ό­τι, θά 
­λε­γαν, ν ­ταν πραγ­μα­τι­κά ν­θρω­πος (μέ σάρ­κα ­πως ­μες) δέν μπο­ρο­σε πα­ρά νά θα­να­τω­θε μέ ξ­φος, πργ­μα πού τό ­σχυ­ρί­στη­καν μερ­ι­κοί α­ρε­τι­κοί πα­ρό­τι δέν στη­ρί­χτη­καν σέ συγ­κε­κρι­μέ­να ­πι­χει­ρή­μα­τα. Γι’ α­τούς, λοι­πόν, τούς δύ­ο λό­γους ­φυ­γε καί π­γε στήν Α­γυ­πτο. 

­πί πλέ­ον ­μως καί γιά νά συν­τρί­ψει τά ε­δω­λα πού ­ταν ­κε.Μέ τόν τρό­πο α­τό, ­πο­φεύ­γον­τας, δη­λα­δή, τή σφα­γή ­πό τόν ­ρώ­δη καί ­πι­στρέ­φον­τας ρ­γό­τε­ρα, ­μελ­λε νά σώ­σει ­λό­κλη­ρη τήν ο­κου­μέ­νη μέ τή Σταύ­ρω­σή Του.Ο ­κο­λου­θί­ες τς ­μέ­ρας ε­ναι πα­νο­μοι­ό­τυ­πες μέ τν Χρι­στου­γέν­νων, ­ν, πρίν πό τό Συ­να­ξά­ρι,  Ο­κος τς ­ορ­τς μς πα­ρου­σιά­ζει θε­ο­λο­γι­κό­τα­τα τό με­γά­λο μυ­στή­ριο τς ­ει­παρ­θε­νί­ας τς Θε­ο­τό­κου:

«Τόν ­γε­ώρ­γη­τον βό­τρυν βλα­στή­σα­σα,  μυ­στι­κή μ­πε­λος ς ­πί κλά­δων, γ­κά­λαις ­βά­στα­ζε, καί ­λε­γε: Σύ ε καρ­πός μου, σύ ε  ζω­ή μου. ­φ’ ο ­γνων, ­τι καί  ­μην ε­μί, σύ μου Θε­ός.Τήν γάρ σφρα­γ­δα τς Παρ­θε­νί­ας μου ­ρ­σα ­κα­τά­λυ­τον, κη­ρύτ­τω σε ­τρε­πτον Λό­γον, σάρ­κα γε­νό­με­νον. Οκ ο­δα σπο­ράν, ο­δά σε λύ­την τς φθο­ρς. ­γνή γάρ ε­μι, σο προ­σελ­θόν­τος ξ ­μος γάρ ε­ρες, ­λι­πες μή­τραν ­μήν. Διά το­το συγ­χο­ρεύ­ει π­σα κτί­σις βο­­σά μοι, Χα­ρε  Κε­χα­ρι­τω­μέ­νη».

Κυ­ρια­κή με­τά τήν Χρι­στο
 Γέν­νη­σιν
Σύμ­φω­να μέ τό τυ­πι­κό τς κ­κλη­σί­ας μας  πρώ­τη Κυ­ρια­κή 
με­τά τά Χρι­στού­γεν­να τι­μ­ται μέ ­δι­αί­τε­ρη ­κο­λου­θί­α πού 
ψάλ­λε­ται ­πό 26 ­ως καί 31 Δε­κεμ­βρί­ου­να­λό­γως τς 
­μέ­ρας πού τυ­χαί­νουν τά Χρι­στού­γεν­να.

Τό κον­τά­κιο καί 
 Ο­κος τς ­ορ­τς μς πλη­ρο­φο­ρον γιά τά θε­ο­λο­γι­κά καί ­στο­ρι­κά δε­δο­μέ­να τς ­ορ­τς:«Ε­φρο­σύ­νης σή­με­ρον, Δαυ­δ πλη­ρο­ται  θε­ος, ­ω­σήφ τε α­νε­σιν, σύν ­α­κώ­β προ­σφέ­ρει. Στέ­φος γάρ τ συγ­γε­νεί­ Χρι­στο λα­βόν­τες, χαί­ρου­σι, καί τόν ­φρά­στως ν γ τε­χθέν­τα, ­νυ­μνο­σι καί βο­­σιν, Ο­κτίρ­μον σ­ζε τούς σέ γε­ραί­ρον­τας».«­πορ­ρή­τ βου­λ, τί­κτε­ται σαρ­κί  ­σαρ­κος.  

Πε­ρι­γρά­φε­ται νν σώ­μα­τι,  ­πε­ρί­γρα­πτος, καί σώ­ζει ­τρέ­πτως τάς μ­φω ο­σί­ας. ρ­χήν λαμ­βά­νει  φύ­σει ­ναρ­χος, καί μό­νος ­πέρ­χρο­νος, ­ρ­ται βρέ­φος,  ­περ­τέ­λει­ος, φέ­ρε­ται χερ­σίν,  φέ­ρων τά σύμ­παν­τα. Διό τούς τού­του συγ­γε­νεί­ σε­μνυ­νο­μέ­νους, ς Θε­ός στέ­φει τ ­αυ­το το­κε­τ. Ος δο­ξά­ζον­τες πί­στει, ­σι­γή­τως κ­βο­­μεν: Ο­κτίρ­μων σ­ζε τούς σέ γε­ραί­ρον­τας».

Τό Συ­να­ξά­ρι τ
ς ­ορ­τς μς ­νη­με­ρώ­νει ­τι τε­λο­με:
«Μνή­μη τν ­γί­ων καί δι­καί­ων Θε­ο­πα­τό­ρων, ­ω­σήφ το Μνή­στο­ρος τς ­γί­ας Παρ­θέ­νου Δε­σποί­νης ­μν Θε­ο­τό­κου, ­α­κώ­βου το ­δελ­φο το Κυ­ρί­ου, καί Δαυ­δ το Προ­φή­του καί Βα­σι­λέ­ως»,­ν ­κο­λου­θον τά δί­στι­χα πού ε­ναι ­φι­ε­ρω­μέ­να στούς τι­μω­μέ­νους ν­τι­στοί­χως:

«Τι­μ
 ­ω­σήφ Μνή­στο­ρα τς Παρ­θέ­νου,
ς ­κλε­γέν­τα φύ­λα­κα ταύ­της μό­νον.
Σύ τέ­το­κας πας, λ­λ’ ­δελ­φός Κυ­ρί­ου,
Το πάν­τα τε­κτή­ναν­τος ν λό­γ Μά­καρ.
­γώ τί φή­σω, μαρ­τυ­ρον­τος Κυ­ρί­ου,
Τόν Δαυ­δ ε­ρον, ς ­μαυ­το καρ­δί­αν;»

Τό 
­πέ­ρο­χο δο­ξα­στι­κό τν α­νων μς μι­λ γιά τήν κ­πλή­ρω­ση τς προ­φη­τεί­ας το προ­φή­τη ­ω­ήλ πού σκι­ω­δς ­να­φε­ρό­ταν στά γε­γο­νό­τα τς ­ναν­θρω­πή­σε­ως: Α­μα καί πρ, καί ­τμί­δα κα­πνο, τέ­ρα­τα γς,  προ­ε­δεν ­ω­ήλ. Α­μα τήν Σάρ­κω­σιν, πρ τήν Θε­ό­τη­τα, ­τμί­δα κα­πνο, τό Πνε­μα τό ­γιον, τό ­πελ­θόν τ Παρ­θέ­ν, καί κό­σμον ε­ω­διά­σαν. Μέ­γα τό μυ­στή­ριον, τς σς ­ναν­θρω­πή­σε­ως, Κύ­ρι­ε δό­ξα σοι».

29 Δε­κεμ­βρί­ου:Α­τή τήν ­μέ­ρα  κ­κλη­σί­α μας τι­μ 
τήν «Μνή­μη τν ­γί­ων Νη­πί­ων, τν ­πό ρώ­δου 
­ναι­ρε­θέν­των, χι­λιά­δων δε­κα­τεσ­σά­ρων».

Τό δί­στι­χο το
 Συ­να­ξα­ρί­ου ­να­φέ­ρει:
«Διά ξί­φους ­ω­ρα μη­τέ­ρων Βρέ­φη, ­νε­λεν ­χθρός το βρε­φο­πλά­στου Βρέ­φους». Δη­λα­δή: «Μέ ξ­φος σκό­τω­σε νε­ο­γέν­νη­τα βρέ­φη μη­τέ­ρων,  ­χθρός το (θεί­ου) Βρέ­φους, πού ε­ναι  Πλά­στης τν βρε­φν».Τό ­πό­μνη­μα το Συ­να­ξα­ρί­ου μς ­ξη­γε ­τι  ­ρώ­δης σκέ­φτη­κε πώς ν σκό­τω­νε ­λα τά παι­διά τς ­λι­κί­ας πού ­ξα­κρί­βω­σε ­π’ τούς Μά­γους, δέν θά γλί­τω­νε  μελ­λον­τι­κός Βα­σι­λιάς, ο­τε θά ­πι­βου­λευ­ό­ταν τόν θρό­νο του.

λ­λά μά­ται­α κό­πια­σε  πα­ρά­φρο­νας, δι­ό­τι δέν μπο­ρο­σε νά κα­τα­λά­βει ­τι τή βου­λή (τό θέ­λη­μα) το Θε­ο  ν­θρω­πος δέν μπο­ρε νά τό μ­πο­δί­σει.­τσι σ’ ­κε­να μέν (τά βρέ­φη) προ­ξέ­νη­σε τήν Βα­σι­λεί­α τν Ο­ρα­νν, στόν ­αυ­τό του δέ «κό­λα­σιν α­ώ­νιον». Μ’ α­τό τόν τρό­πο  ­ρώ­δης ­δω­σε στήν κ­κλη­σί­α τούς πρώ­τους Μάρ­τυ­ρες, ­πως το­νί­ζουν τά τρο­πά­ρια τς ­μέ­ρας:

Τ
 ­χράν­τ σου τό­κ, Χρι­στέ  Θε­ός, πρώ­τη θυ­σί­α γέ­γο­νε τά Νή­πια. ­ρώ­δης γάρ χει­ρώ­σα­σθαι, σέ τόν ­χεί­ρω­τον βου­λη­θείς, ­γνό­η­σε μαρ­τύ­ρων προ­σά­γων σοι χο­ρόν. Διό σε ­κε­τεύ­ο­μεν τόν ­ναν­θρω­πή­σαν­τα, σ­σαι τάς ψυ­χάς ­μν.

Μά­γοι 
κ Περ­σί­δος φθά­σαν­τες, ες ­ε­ρου­σα­λήμ, τόν ­ρώ­δην ­τά­ρα­ξαν. Καί μα­νείς  δεί­λαι­ος, τά Νή­πια κα­τέ­σφατ­τεν. ς βό­τρυ­ες δέ, Χρι­στ προ­σή­χθη­σαν, ε καί μη­τρώ­ων μα­ζν ­σπά­σθη­σαν, ο Νε­ο­μάρ­τυ­ρες, τόν ­ρώ­δην πλή­ξαν­τες. Διό Χρι­στόν, πί­στει ­κε­τεύ­ου­σιν, ες τό σω­θ­ναι ­μς.

 
­α­νου­α­ρί­ου:Τ Α΄ το μη­νός ­α­νου­α­ρί­ου ­ορ­τά­ζο­μεν τήν κα­τά σάρ­κα Πε­ρι­το­μή το Κυ­ρί­ου καί Θε­ο καί Σω­τ­ρος ­μν ­η­σο Χρι­στο. Ο στί­χοι ­να­φέ­ρουν:Χρι­στο πε­ρι­τμη­θέν­τος, ­τμή­θη Νό­μος. Καί το Νό­μου τμη­θέν­τος, ε­σή­χθη Χά­ρις.


Τό Συ­να­ξά­ρι μς πλη­ρο­φο­ρε ­τι τήν κα­τά σάρ­κα πε­ρι­το­μή  Κύ­ριος τήν κα­τα­δέ­χτη­κε σύμ­φω­να μέ τήν σχε­τι­κή δι­ά­τα­ξη το νό­μου τς Πα­λαι­ς Δι­α­θή­κης.Στό­χος Του ­ταν νά τη­ρή­σει τόν Μω­σα­ϊ­κό νό­μο, λ­λά καί νά τόν ξε­πε­ρά­σει προ­χω­ρών­τας στήν κ­πλή­ρω­ση το συμ­βο­λι­σμο τς Πε­ρι­το­μς.

 Πε­ρι­το­μή ­ταν τύ­πος, προ­τύ­πω­ση το Βα­πτί­σμα­τος, τς «πνευ­μα­τι­κς καί ­χει­ρο­ποί­η­της πε­ρι­το­μς». Α­τό κ­φρά­ζουν καί τά τρο­πά­ρια τς ­ορ­τς:«Συγ­κα­τα­βαί­νων  Σω­τήρ, τ γέ­νει τν ν­θρώ­πων, κα­τε­δέ­ξα­το σπαρ­γά­νων πε­ρι­βο­λήν. 

Ο
κ ­βδε­λύ­ξα­το σαρ­κός τήν πε­ρι­το­μήν,  ­κτα­ή­με­ρος κα­τά τήν Μη­τέ­ρα,  ­ναρ­χος κα­τά τόν Πα­τέ­ρα. Α­τ πι­στοί βο­ή­σω­μεν, Σύ ε  Θε­ός ­μν, ­λέ­η­σον ­μς».­κό­μη μς κά­νουν γνω­στό ­τι ­κεί­νη τήν ­μέ­ρα, τήν ­γδο­η ­πό τή γέν­νη­ση, π­ρε τό ­νο­μά Του τό Βρέ­φος καί ­νο­μά­στη­κε ­η­σος.

 κ­κλη­σί­α μας, κα­τ’ ­να­λο­γί­αν, ­χει ε­δι­κή ­κο­λου­θί­α μέ τήν ­ποί­α δί­νει τό ­νο­μα στό νε­ο­γέν­νη­το βρέ­φος τήν ­γδο­η ­μέ­ρα ­πό τήν γέν­νη­σή του. ε­χή α­τς τς ­κο­λου­θί­ας μνη­μο­νεύ­ει τήν Πε­ρι­το­μή το Κυ­ρί­ου, ­φο α­τή ­γι­νε  τύ­πος καί  ­δη­γός καί γιά τά ­νο­μα­στή­ρια τν Χρι­στια­νν καί τήν «τύ­πω­σιν το Σταυ­ρο ν τ καρ­δί­ καί τ δι­α­νοί­ α­τν».

«Δε
­τε το Δε­σπό­του τά ν­δο­ξα, Χρι­στο ­νο­μα­στή­ρια, ν ­γι­ό­τη­τι πα­νη­γυ­ρί­σω­μεν. ­η­σος γάρ θε­ο­πρε­πς, ­νη­γό­ρευ­ται σή­με­ρον».­τσι ε­ναι φα­νε­ρό ­τι δέν ­σχύ­ει α­τό πού νο­μί­ζουν πολ­λοί, ­τι τό Βά­πτι­σμα γί­νε­ται γιά νά δο­θε τό ­νο­μα.Τό ­γιο Βά­πτι­σμα ε­ναι τό Μυ­στή­ριο πού μς κα­θα­ρί­ζει καί μς «φυ­τεύ­ει» στήν κ­κλη­σί­α γιά νά γί­νου­με μέ­λη Χρι­στο. Τό ­πο­λυ­τί­κιο τς ­ορ­τς συ­νο­ψί­ζει θε­ο­λο­γι­κό­τα­τα:

«Μορ­φήν 
­ναλ­λοι­ώ­τως ν­θρω­πί­νην προ­σέ­λα­βες, Θε­ός ν κα­τ’ ο­σί­αν, πο­λυ­εύ­σπλαγ­χνε Κύ­ρι­ε. Καί Νό­μον κ­πλη­ρν, πε­ρι­το­μήν, θε­λή­σει κα­τα­δέ­χ σαρ­κι­κήν, ­πως παύ­σς τά σκι­ώ­δη, καί πε­ρι­έ­λς τό κά­λυμ­μα τν πα­θν ­μν.

Δό­ξα τ ­γα­θό­τη­τι τ σ, δό­ξα τ ε­σπλαγ­χνί­ σου, δό­ξα τ ­νεκ­φρά­στ Λό­γε συγ­κα­τα­βά­σει σου».Τήν πρώ­τη ­μέ­ρα το ­τους, λό­γ τς μνή­μης το Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου, τε­λε­ται  Θεί­α Λει­τουρ­γί­α το Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου.

Πα­ρα­μο­νή Θε­ο­φα­νεί­ων (5 
­α­νου­α­ρί­ου)
Α­τή τήν ­μέ­ρα τη­ρο­με α­στη­ρή νη­στεί­α (χω­ρίς λά­δι) ς προ­ε­τοι­μα­σί­α γιά τήν με­γά­λη ­ορ­τή τν Θε­ο­φα­νεί­ων. Τήν πα­ρα­μο­νή τς ­ορ­τς τν Θε­ο­φα­νεί­ων ψάλ­λον­ται ο Με­γά­λες ­ρες τς ­ορ­τς, ν­τί­στοι­χες μέ τν Χρι­στου­γέν­νων. 

Σύμ­φω­να μέ τό Τυ­πι­κό, ν τά Θε­ο­φά­νεια τύ­χουν Κυ­ρια­κή  Δευ­τέ­ρα, ο ­ρες ψάλ­λον­ται τήν Πα­ρα­σκευ­ή τό πρω­ί χω­ρίς Θεί­α Λει­τουρ­γί­α.ν τύ­χουν ­πό Τρί­τη ­ως Σάβ­βα­το, ο ­ρες ψάλ­λον­ται τήν πα­ρα­μο­νή, μα­ζί μέ τόν ­σπε­ρι­νό τς ­ορ­τς καί τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α το Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου.

Ο
 Με­γά­λες ­ρες τν Θε­ο­φα­νεί­ων πε­ρι­λαμ­βά­νουν ­να­γνώ­σμα­τα καί τρο­πά­ρια σχε­τι­κά μέ τήν ­ορ­τή. Κοι­νά τρο­πά­ρια ­λων τν ­ρν ε­ναι τό Κον­τά­κιο καί τό «­πε­στρέ­φε­το πο­τέ» (κα­τά τό «­πε­γρά­φε­το πο­τέ» τν Χρι­στου­γέν­νων):

«­πε­στρέ­φε­το πο­τέ,  ­ορ­δά­νης πο­τα­μός, τ μη­λω­τ ­λι­σαι­έ, ­να­λη­φθέν­τος ­λιού, καί δι­­ρε­το τά ­δα­τα ν­θεν καί ν­θεν. Καί γέ­γο­νεν α­τ ξη­ρά ­δός  ­γρά, ες τύ­πον ­λη­θς το Βα­πτί­σμα­τος, δι’ ο ­μες τήν ρέ­ου­σαν, το βί­ου δι­α­πε­ρ­μεν δι­ά­βα­σιν. Χρι­στός ­φά­νη, ν ­ορ­δά­ν­γιά­σαι τά ­δα­τα».

«
ν τος ρεί­θροις σή­με­ρον το ­ορ­δά­νου, γε­γο­νώς  Κύ­ριος, τ ­ω­άν­ν κ­βο­: Μή δει­λιά­σς βα­πτί­σαι με, σ­σαι γάρ ­κω, ­δάμ τόν πρω­τό­πλα­στον».
Τά πε­ρισ­σό­τε­ρα τρο­πά­ρια ­να­φέ­ρον­ται στό Βά­πτι­σμα το Κυ­ρί­ου ς ρ­χή καί βά­ση το δι­κο μας βα­πτί­σμα­τος.  Κύ­ριος μέ τήν Βά­πτι­σή Του ρ­χε­ται νά σώ­σει τό ν­θρώ­πι­νο γέ­νος ­δάμ τόν πρω­τό­πλα­στον»­), νά φω­τί­σει τή ζω­ή μας.

"­τε πρός Α­τόν ρ­χό­με­νος  Πρό­δρο­μος, τόν Κύ­ριον τς δό­ξης, ­βό­α θε­ω­ρν:­δε,  λυ­τρού­με­νος τόν κό­σμον πα­ρα­γέ­γο­νεν κ φθο­ρς. ­δε, ρύ­ε­ται ­μς κ θλί­ψε­ως. ­δού,  ­μαρ­τη­μά­των ­φε­σιν χα­ρι­ζό­με­νος, ­πί γς κ Παρ­θέ­νου ­γνς ­λή­λυ­θε δι’ ­λε­ον, καί ν­τί δού­λων, υ­ούς Θε­ο ρ­γά­ζε­ται, ν­τί δέ σκό­τους φω­τί­ζει τό ν­θρώ­πι­νον, διά το ­δα­τος το Θεί­ου Βα­πτι­σμο α­το. Λοι­πόν δε­τε συμ­φώ­νως α­τόν δο­ξο­λο­γή­σω­μεν, σύν Πα­τρί καί ­γί­ Πνεύ­μα­τι".

Μέ­γας ­για­σμός
Με­τά τίς ­ρες καί τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α το Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου (­ταν τε­λε­ται)  με­τά τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α τς πα­ρα­μο­νς τν Θε­ο­φα­νεί­ων, πρίν τήν ­πό­λυ­ση, γί­νε­ται  ­κο­λου­θί­α το Με­γά­λου ­για­σμοΕ­ναι  ­δια ­κο­λου­θί­α πού τε­λε­ται καί τήν ­μέ­ρα τν Θε­ο­φα­νεί­ων, λ­λά γιά πρα­κτι­κούς λό­γους τε­λε­ται καί τήν πα­ρα­μο­νή γιά νά ρ­χί­σουν ο ­ε­ρες νά ­γιά­ζουν τά σπί­τια. Δέν ε­ναι λοι­πόν Μι­κρός ­για­σμός, λ­λά  Μέ­γας ­για­σμός τν Θε­ο­φα­νεί­ων.

 μό­νη μ­φα­νής δι­α­φο­ρά ε­ναι ­τι τό πρ­το ­π’ τά τρί­α μέ­ρη τς ε­χς το Με­γά­λου ­για­σμο δι­α­βά­ζε­ται μυ­στι­κς τήν πα­ρα­μο­νή  κ­φώ­νως τήν ­μέ­ρα τς ­ορ­τς.  Μέ­γας ­για­σμός γί­νε­ται μό­νο α­τές τίς ­μέ­ρες καί θε­ω­ρε­ται ­νώ­τε­ρος ­π’ τόν μη­νια­ο Μι­κρό ­για­σμό, δέν πρέ­πει ­μως νά ­περ­βάλ­λου­με δί­νον­τάς του τήν ­δια ­ξί­α μέ τήν Θεί­α Κοι­νω­νί­α. 

Τόν Με­γά­λο ­για­σμό τόν πί­νου­με πρίν τό ν­τί­δω­ρο (γι’ α­τό τε­λε­ται πρίν τήν ­πό­λυ­ση).Μπο­ρο­με νά τόν κρα­το­με ­πως ­να­φέ­ρει καί  ε­χή: «­χοι­εν α­τό πρός κα­θα­ρι­σμόν ψυ­χν καί σω­μά­των, πρός ­α­τρεί­αν πα­θν, πρός ­για­σμόν ο­κων, πρός π­σαν ­φέ­λειαν ­πι­τή­δει­ον».

Τό ρ­μα «­χω» χρη­σι­μο­ποι­ε­ται σέ ε­κτι­κή δη­λώ­νον­τας ­τι μπο­ρον «νά τό ­χουν»  κα­λύ­τε­ρα «ε­θε νά τό ­χουν πρός.­.­.­».­πο­μέ­νως μπο­ρε νά φυ­λάσ­σε­ται, ­μως μέ ­δι­αί­τε­ρη ε­λά­βεια, σέ ε­δι­κό χ­ρο καί μέ μ­φα­νή ν­δει­ξη ­τι πρό­κει­ται πε­ρί Με­γά­λου ­για­σμο.

 ­πο­ψη ­τι δέν φυ­λάσ­σε­ται ­πάρ­χει γιά λό­γους ­σφα­λεί­ας καί προ­έρ­χε­ται ­π’ τήν ­προ­σε­ξί­α πολ­λν Χρι­στια­νν πού μπο­ρε νά τό με­τα­χει­ρι­στον μέ ­σέ­βεια  ­κό­μη καί γιά ν­τί­χρι­στες χρή­σεις (μά­για κ.λπ.­).Τό κα­λύ­τε­ρο ε­ναι νά ρω­τ­με τόν πνευ­μα­τι­κό μας γιά τό θέ­μα, κι ν δέν ­χου­με πνευ­μα­τι­κό, ε­ναι μί­α κα­λή ε­και­ρί­α νά ­πο­κτή­σου­με!

Με­τά τόν Με­γά­λο ­για­σμό ε­σερ­χό­με­νοι στό να­ό και ψάλ­λου­με:
«­νυ­μνή­σω­μεν ο πι­στοί, τς πε­ρί ­μς το Θε­ο ο­κο­νο­μί­ας τό μέ­γε­θος. ν γάρ τ ­μν πα­ρα­πτώ­μα­τι, γε­νό­με­νος ν­θρω­πος, τήν ­μν κά­θαρ­σιν κα­θαί­ρε­ται ν τ ­ορ­δά­ν μό­νος κα­θα­ρός καί ­κή­ρα­τος, ­γιά­ζων ­μέ καί τά ­δα­τα καί τάς κε­φα­λάς τν δρα­κόν­των, συν­τρί­βων ­πί το ­δα­τος. ν­τλή­σω­μεν ον ­δωρ, με­τ’ ε­φρο­σύ­νης ­δελ­φοί.  γάρ χά­ρις το Πνεύ­μα­τος, τος πι­στς ν­τλο­σιν, ­ο­ρά­τως ­πι­δί­δο­ται, πα­ρά Χρι­στο το Θε­ο, καί Σω­τ­ρος τν ψυ­χν ­μν».

­α­νου­α­ρί­ου:Η ­μέ­ρα τν Θε­ο­φα­νεί­ων ε­ναι λαμ­πρό­τα­τη καί πα­νη­γυ­ρι­κή. «Σή­με­ρον τν ­δά­των ­γι­ά­ζε­ται  φύ­σις.­.­.­», ψάλ­λει  κ­κλη­σί­α μας καί πραγ­μα­τι­κά, τά πο­τά­μια, ο λί­μνες, ο θά­λασ­σες τς πα­τρί­δας μας ε­ναι ­γι­α­σμέ­να! Ε­ναι  γι­ορ­τή κα­τά τήν ­ποί­α – πε­ρισ­σό­τε­ρο ­πό κά­θε λ­λη – νι­ώ­θου­με τήν συμ­με­το­χή τς κτί­σης-φύ­σης καί τήν λάμ­πρυν­σή της ­πό τό φς τς Τρι­ση­λί­ου θε­ό­τη­τος.

«Σή­με­ρον  κτί­σις φω­τί­ζε­ται, σή­με­ρον τά πάν­τα ε­φραί­νον­ται, τά ο­ρά­νια ­μα καί τά ­πί­γεια. γ­γε­λοι καί ν­θρω­ποι συμ­μί­γνυν­ται. ­που γάρ Βα­σι­λέ­ως πα­ρου­σί­α, καί  τά­ξις πα­ρα­γί­νε­ται. Δρά­μω­μεν τοί­νυν ­πί τόν ­ω­άν­νην, πς βα­πτί­ζει Κο­ρυ­φήν, ­χει­ρο­ποί­η­τον καί ­να­μάρ­τη­τον».

Τά πάν­τα συμ­με­τέ­χουν καί ­γι­ά­ζον­ται:«Κύ­ρι­ε, πλη­ρ­σαι βου­λό­με­νος,  ­ρι­σας ­π’ α­­νος, ­πό πά­σης τς κτί­σε­ως, λει­τουρ­γούς το μυ­στη­ρί­ου σου ­λα­βες.κ τν γ­γέ­λων τόν Γα­βρι­ήλ, κ τν ν­θρώ­πων τήν Παρ­θέ­νον, κ τν ο­ρα­νν τόν ­στέ­ρα, καί κ τν ­δά­των τόν ­ορ­δά­νην. ν  τό ­νό­μη­μα το κό­σμου ­ξεί­λη­ψας, Σω­τήρ ­μν δό­ξα σοι».

 ­δια  κτί­ση μς ­δη­γε πρός τόν Δη­μι­ουρ­γό:
«Ό­τε τ ­πι­φα­νεί­ σου ­φώ­τι­σας τά σύμ­παν­τα, τό­τε  λ­μυ­ρά τς ­πι­στί­ας θά­λασ­σα ­φυ­γε, καί  ­ορ­δά­νης κά­τω ρέ­ων ­στρά­φη, πρός ο­ρα­νόν ­νυ­ψν ­μς. λ­λά τ ­ψει τν θεί­ων ν­το­λν σου, συν­τή­ρη­σον Χρι­στέ  Θε­ός, πρε­σβεί­αις τς Θε­ο­τό­κου, καί ­λέ­η­σον ­μς».

«­πε­φά­νης σή­με­ρον τ ο­κου­μέ­ν καί τό φς σου,
 Κύ­ρι­ε, ­ση­μει­ώ­θη ­φ’ ­μς, ν ­πι­γνώ­σει ­μνον­τάς σε. 
λ­θες, ­φά­νης, τό Φς τό ­πρό­σι­τον».

ΚΑΛΕΣ ΕΟΡΤΕΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!

Π.ΒΟΙΩΤΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια: