Η
Ελλάδα βρίσκεται σε αγώνα ταχύτητας ή μάλλον στο κατώτατο σημείο όσον αφορά την
πώληση των περιουσιακών της στοιχείων. Εκτός
από τις τεράστιες περικοπές που έχουν επιβληθεί στην ελληνική κυβέρνηση
επανειλημμένα από την υπογραφή του πρώτου πακέτου βοήθειας.
Και τις απάνθρωπες
εισφορές που υποχρεώνονται οι Έλληνες πολίτες να καταβάλουν, η Ελλάδα έχει
δεσμευτεί για ευρείες ιδιωτικοποιήσεις, πολύ μεγαλύτερες από ό,τι στο παρελθόν.
Στην
ουσία, από το καλοκαίρι του 2015, η κυβέρνηση της Ελλάδας έχει από πολλές
απόψεις χάσει τον έλεγχο δημόσιων πόρων της χώρας, όπως αεροδρομίων, δρόμων,
νοσοκομείων και πολλών άλλων. Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ
συμφώνησε να παραιτηθεί από τον αποκλειστικό έλεγχο των δημόσιων πόρων της
Ελλάδας.
Οι
πιστωτές της Ελλάδας, ιδίως η Γερμανία, απαίτησαν ως προϋπόθεση για τη λήψη της
ενίσχυσης την πώληση εθνικών περιουσιακών στοιχείων αξίας ύψους 40
δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα χρησιμεύσουν για την επιστροφή του χρέους.
Όπως
είναι γνωστό, κατά τη διάρκεια της εκλογικής του εκστρατείας, ο ΣΥΡΙΖΑ
υποσχέθηκε ότι θα αρνηθεί την ιδιωτικοποίηση ελληνικών υποδομών. «Κράτος χωρίς
περιουσιακά στοιχεία χάνει την κυριαρχία του, γίνεται προτεκτοράτο και αυτή
είναι η κατάσταση της Ελλάδας σήμερα», λέει η Ελένη Πορτάλιου, η οποία ήταν
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015.
«Η
συμφωνία ιδιωτικοποιήσεων είναι αντίθετη με τη βασικότερη αρχή της δημοκρατίας.
Αν δεν έχουμε περιουσιακά στοιχεία και δεν έχουμε έλεγχο του ποιος αγοράζει τη
χώρα μας, δεν είμαστε παρά αποικία της Γερμανίας». Ο ρόλος του Ταμείου για την
Ανάπτυξη Περιουσιακών Στοιχείων της Ελλάδας είναι να πουλήσει αυτά τα
περιουσιακά στοιχεία
Από
το 2011, όταν υπογράφηκε η συμφωνία του πρώτου πακέτου βοήθειας μεταξύ της ΕΕ
και της ελληνικής κυβέρνησης, ζητήθηκε από την Ελλάδα να ιδιωτικοποιήσει
περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποτελούσαν στο παρελθόν δημόσια ιδιοκτησία
προκειμένου να χρηματοδοτήσει την εξόφληση του χρέους.
Έτσι,
στο πλαίσιο της πρώτης συμφωνίας με τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η
Ελλάδα συμφώνησε να δημιουργήσει ένα ταμείο για την πώληση εθνικών περιουσιακών
στοιχείων που ονομάζεται Ταμείο για την Ανάπτυξη Περιουσιακών Στοιχείων της
Ελλάδας, ο ρόλος του οποίου είναι η πώληση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων με
σκοπό την αποπληρωμή του χρέους.
Σε αυτό το Ταμείο διατέθηκαν σημαντικά για την
ελληνική κυβέρνηση περιουσιακά στοιχεία - 35 λιμάνια, ο Διεθνής Αερολιμένας
Αθηνών, ο Οργανισμός Εθνικών Σιδηροδρόμων και άλλα. Από την έναρξή της, η
πολιτική ιδιωτικοποίησης συνάντησε αντίσταση.
Το
2014, χιλιάδες διαδήλωσαν κατά της πώλησης κτιρίων της Ακρόπολης [sic], τα
οποία προοριζόταν για ιδιωτικοποίηση. «Το γεγονός ότι η κυβέρνηση βιάζεται τόσο
πολύ να πουλήσει αυτά τα περιουσιακά στοιχεία εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον
πραγματικό σκοπό αυτής της κίνησης», δήλωσε ο Νίκος Xυδάκης, κοινωνικός
ακτιβιστής.
«Σκοπός της πώλησης είναι η αποπληρωμή του χρέους, ή μήπως κάποιος
ενδιαφέρεται για την ίδια την πώληση;». Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε στις
εκλογές για την ηγεσία της κυβέρνησης το 2015 με την υπόσχεση να αντιταχθεί σε
οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση υποδομών.
Την
ίδια στιγμή, ο υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, είχε δηλώσει ότι το
κόμμα του αντιτίθεται στη μείωση του δημόσιου τομέα σε περιόδους κρίσης. «Δεν
είναι πολύ σοφό να πουλάς τα περιουσιακά σου στοιχεία σε μια περίοδο
οικονομικής κρίσης (...) είναι καλύτερο να επενδύεις σε αυτά, να αυξάνεται η
αξία τους και να τα χρησιμοποιήσεις για να ενθαρρύνεις την οικονομία», ανέφερε.
Μέχρι
την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν πουλήσει
περιουσιακά στοιχεία αξίας 7,3 δισ. ευρώ. Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ είχε υποσχεθεί να
σταματήσει το κύμα πωλήσεων, αλλά από την άνοδό του στην εξουσία, ειδικά μετά
την υπογραφή της συμφωνίας με τους πιστωτές το καλοκαίρι του 2015, σημειώθηκε
αύξηση των ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα.
Παρά
την αντίθεση πολλών κοινωνικών κινημάτων στην Ελλάδα, το σχέδιο των
ιδιωτικοποιήσεων επεκτάθηκε σημαντικά το καλοκαίρι του 2015, με την υπογραφή
της τελευταίας συμφωνίας διάσωσης.
Ο
Βόλφγκανγκ Σόιμπλε , ο γερμανός Υπουργός Οικονομικών, γνωστός για τις
ασυμβίβαστες θέσεις του όσον αφορά το χρέος της Ελλάδας, ζήτησε μια τεράστια
διεύρυνση των ιδιωτικοποιήσεων και μεταβίβαση της ευθύνης επ' αυτού σε ένα
εξωτερικό όργανο με έδρα τις Βρυξέλλες.
Έτσι, σύμφωνα με το όραμα του Σόιμπλε,
τα ελληνικά εθνικά περιουσιακά στοιχεία αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ θα πωληθούν
από ένα εξωτερικό από την ελληνική κυβέρνηση σώμα.
Στην
πρόταση αυτή αντιτάχθηκε η ελληνική κυβέρνηση, αλλά ο συμβιβασμός που τελικά
επιτεύχθηκε δεν απείχε πολύ από αυτή. Βάσει της συμφωνίας, η οποία αποτέλεσε
προϋπόθεση για τη λήψη βοήθειας από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Θα
δημιουργηθεί ένα ταμείο υπό τον κοινό έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης και του
ESM (European Stability Mechanism), οργάνου της ΕΕ που δημιουργήθηκε κατά τη
διάρκεια της οικονομικής κρίσης για την εφαρμογή της πολιτικής βοήθειας.
Το
ίδρυμα, γνωστό ως HCAP [Hellenic Corporation of Assets and Participations -
Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας], περιλαμβάνει στην ουσία όλα τα
δημόσια περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας, εκτός των φυσικών βιοτόπων της.
Το
ταμείο μπορεί να πουλήσει τα ποσοστά ιδιοκτησίας του ελληνικού κράτους σε όλα
τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία που κρίνει κατάλληλα, σε τιμή που καθορίζει το
ίδιο αυτόνομα. Έτσι, δόθηκε το πράσινο φως για την πώληση όλων των περιουσιακών
στοιχείων του ελληνικού κράτους, ανεξαιρέτως, σε όποιους πληρώνουν την
υψηλότερη τιμή.
Ο
δημόσιος τομέας, ο οποίος βρίσκεται υπό τον έλεγχο των κυβερνήσεων στις
δημοκρατικές χώρες, αποτελεί σημαντικό εργαλείο στα χέρια τους για τη
διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής.
Η
ικανότητα του κράτους να ωθεί την οικονομία σε περιόδους κρίσης, μέσω άμεσων
επενδύσεων, γίνεται συχνά μέσω εταιρειών που βρίσκονται στην ιδιοκτησία της.
Επίσης, η κυριότητά της επί της παροχής βασικών υπηρεσιών εξασφαλίζει τη
δυνατότητα πρόσβασης όλων των πολιτών σε βασικές υπηρεσίες όπως το νερό, η
ιατρική περίθαλψη, οι συγκοινωνίες κλπ.
Όταν
ο έλεγχος επί βασικών υπηρεσιών στην Ελλάδα βρίσκεται στα χέρια ιδιωτικών
εταιρειών, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι ελληνικές, η κυβέρνηση δεν
έχει τη δυνατότητα να χαράξει με αποτελεσματικό τρόπο το κοινωνικοοικονομικό
πρόγραμμα της χώρας, το οποίο παραμένει εξαρτώμενο από το έλεος των οικονομικών
συμφερόντων της μιας ή της άλλης εταιρείας.
Επίσης,
γερμανοί πολιτικοί πρότειναν στην ελληνική κυβέρνηση να πουλήσει τμήματα της
επικράτειάς της σε ιδιωτικές εταιρείες για την αποπληρωμή του χρέους. «Όποιος
χρεοκοπεί πρέπει να πουλάει τα πάντα για να αποπληρώσει το χρέος», δήλωσε ο
Josef Schlerman, μέλος του κόμματος της Μέρκελ.
Επίσης,
η εφημερίδα Bild πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση να πουλήσει ολόκληρα νησιά
της επικράτειάς της σε δημοσίευμα με τίτλο «Χρειάζονται περισσότερα χρήματα; Ας
πουλήσουν οι Έλληνες νησιά!».
Και
σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, η δομή ελέγχου του ταμείου ιδιωτικοποίησης σχεδόν
αποκλείει πλήρως τη δυνατότητα των ελλήνων πολιτών να έχουν τον έλεγχο της
πολιτικής πώλησης των δημόσιων πόρων της χώρας τους.
Το
διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας αποτελείται από πέντε μέλη – τρεις Έλληνες
και δύο εκπροσώπους του ESM. Η δομή αυτή υποτίθεται ότι θα επέτρεπε τον έλεγχο
της Ελλάδας όσον αφορά την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, με την εποπτεία των
ευρωπαϊκών θεσμών.
Στην
πράξη όμως, ένας από τους εκπροσώπους του ESM τελεί πρόεδρος του διοικητικού
συμβουλίου και η ελληνική κυβέρνηση είναι δεσμευμένη να λάβει την έγκριση της
ΕΕ πριν διορίσει τους αντιπροσώπους της. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ο
έλεγχος της ΕΕ επί των ελληνικών ιδιωτικοποιήσεων.
Σύμφωνα
με τον ιδρυτικό νόμο της εταιρείας, η διάρκεια ζωής της HCAP είναι 99 έτη.
Έτσι, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα συνεχίσουν να έχουν τον έλεγχο των δημόσιων
περιουσιακών στοιχείων της Ελλάδας μέχρι το 2114.
Επομένως,
είναι δυνατόν να πει κανείς ότι από πολλές απόψεις η ΕΕ έχει δηλώσει κυριότητα
επί του δημόσιου τομέα της Ελλάδας πέραν της περιόδου ζωής των αναγνωστών αυτού
του άρθρου.Η
όλη διαδικασία έγινε με τρόπο που έρχεται σε αντίθεση με τις βασικές αρχές της
δημοκρατίας.
Ο
νόμος ψηφίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο ως μέρος του κειμένου του νόμου που
όριζε τους όρους της σύμβασης διάσωσης, έκτασης εκατοντάδων σελίδων. Επιπλέον,
το κείμενο του νόμου δημοσιεύθηκε μόλις δύο ημέρες πριν από την ψηφοφορία, με
αποτέλεσμα μόνο λίγοι να καταφέρουν να εμβαθύνουν διαβάζοντάς το - σίγουρα όχι
ο ελληνικός λαός.
Έτσι,
με αυτή την αστραπιαία κίνηση, εγκρίθηκε το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα στην
Ελλάδα και η οικειοποίησή του από ευρωπαίους αξιωματούχους στις Βρυξέλλες. Δείγμα
των συνεπειών αυτής της κίνησης αποτελεί η ιδιωτικοποίηση 14 ελληνικών
αεροδρομίων που ξεκίνησε λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας το καλοκαίρι του
2015.
Μεταξύ
των 14 αεροδρομίων περιλαμβάνονται τα αεροδρόμια της Θεσσαλονίκης, της Μυκόνου
και της Ρόδου, που πουλήθηκαν έναντι 1,23 δισ. ευρώ στην γερμανική εταιρεία
Fraport, η οποία έχει τη διαχείριση του αεροδρομίου της Φρανκφούρτης.Η HCAP
πούλησε τα 14 ελληνικά αεροδρόμια στην γερμανική εταιρεία σε τιμή που απέχει
πολύ από την αγοραία αξία τους.
Έτσι,
η εταιρεία Fraport αναμένεται να αποκομίσει κέρδη 22 δισ. ευρώ κατά τα 40
χρόνια που ισχύει η σύμβαση λειτουργίας των αεροδρομίων. Οι υπεύθυνοι για την
ιδιωτικοποίηση των αεροδρομίων εξήγησαν ότι το αστείο ποσό των 1,23
δισεκατομμυρίων δολαρίων καθορίστηκε σε συνάρτηση με την «ανάγκη να
μεταβιβασθούν άμεσα χρηματικά ποσά για την αποπληρωμή του χρέους».
Το
αεροδρόμιο της Αθήνας [Ελληνικό] πουλήθηκε πριν από έναν χρόνο στην εταιρεία
συμμετοχών Lamda, πίσω από την οποία βρίσκονται επενδυτές από την Κίνα και τις
χώρες του Περσικού Κόλπου. Σε αυτό το
πλαίσιο, ένα ελληνικό σατιρικό περιοδικό έγραψε: «Ανήκει καθόλου η Ελλάδα στους
Έλληνες;»
«Το
κίνημα που αντιτίθεται στην τάση της ιδιωτικοποίησης αντιμετωπίζει μεγάλες
προκλήσεις», λέει η Ελένη Πορτάλιου. «Βρίσκεται αντιμέτωπο με τα ευρωπαϊκά
θεσμικά όργανα που επιμένουν στην εφαρμογή νεοφιλελεύθερης πολιτικής, το κόμμα
του ΣΥΡΙΖΑ και την ελληνική ολιγαρχία που επωφελείται από τις
ιδιωτικοποιήσεις».
Οι προσπάθειες αντίστασης στις ιδιωτικοποιήσεις μειώνονται
με την πάροδο του χρόνου, καθώς η δυνατότητα παρεμπόδισης αυτής της κίνησης
είναι πολύ περιορισμένη. Οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται πλέον στην Αθήνα – και
επομένως είναι αμφίβολο αν οι διαδηλώσεις στην Ελλάδα μπορούν να τις αποτρέψουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου