02 Αυγούστου, 2020

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (Β΄ΜΕΡΟΣ)

Ουδείς προστρέχων επί σοί κατησχυμμένος
 από σού εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε,
 αλλ' αιτείται την χάριν και λαμβάνει τό δώρημα, 
πρός τό συμφέρον τής αιτήσεως.
Η μονή είχε ιδρυθεί από τη Βασίλισσα – Μοναχή Υπομονή Δούκαινα Κομνηνή σαν παραλαύριο του Μοναστηριού Αγίας Τριάδας Μετεώρων η δε εικόνα αποτελεί το μόνο σωζόμενο κειμήλιο μετά την πυρπόλησή της από τους Τούρκους.

Η εικόνα, σύμφωνα με το έθιμο μεταφέρεται από την Μονή του Μεγ. Μετεώρου και εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα ένα μήνα κάθε χρόνο (6 Αυγούστου – 6 Σεπτεμβρίου) στη Λοξάδα και τα Κανάλια Καρδίτσας. Η Θεοτόκος Υψηλοτέρας ήταν το ομώνυμο μοναστήρι των Μετεώρων που αποκαλούνταν και Μονή των Καλλιγράφων.

Όπου στο τέλος του 14ου και αρχή του 15ου αιώνα, ήκμασε σχολή βιβλιογράφων και τιμώνταν τα εισόδεια της Θεοτόκου.Στην διαλυμένη Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου (τοποθεσία «Νέγκρι» δίπλα στον ομώνυμο παραπόταμο Ασπροποτάμου), υπήρχε πριν την πυρπόληση της από τους Γερμανούς.

Εικόνα της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας με εγχάρακτη αφιέρωση που μεταξύ άλλων ανέφερε:«Η παρούσα εικών, γαλακτοτροφούσα επικαλουμένη, από Βενετίας ηνέχθη εν έτεσιν 1761… ήτις εστίν παλαιοτάτη των Γότθων ιστορία…»Ανάλογες είναι και οι εικόνες της Παναγιάς Βυτουμά και Σταγιάδων.

Λαογραφικά του Δεκαπενταυγούστου
O Καθηγητής Μιχάλης Μερακλής χαρίζει τις γνώσεις σε όλους τους Έλληνες, Κυπρίους ομογενείς και αποδήμους αδελφούς μας όσον αφορά τον Δεκαπενταυγουστο και  αναφέρει: Ο Γεώργιος Μέγας, στό βιβλίο του γιά τα λατρευτικά έθιμα (βασικό γιά ζητήματα τού θρησκευτικού εορτολογίου στή λαϊκή εκδοχή τους).

Αφού σημειώσει ότι οι μεγαλύτερες γιορτές τού Αυγούστου είναι τής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (στίς 6 τού μηνός) καί της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, κάνει στή συνέχεια τήν εξής παρατήρηση: «Αλλά οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές δέν παρουσιάζουν πάντοτε τό μεγαλύτερο λαογραφικό ενδιαφέρον».Καί ειδικά γιά τή γιορτή τού Δεκαπενταύγουστου γράφει:

«Αν εξαιρέσουμε τόν Επιτάφιο τής Παναγίας, όπου σε μερικούς τόπους, όπως στην Πάτμο, την Κασσιόπη της Κέρκυρας κ.ά., στολίζεται με λουλούδια και περιφέρεται, ενώ οι πιστοί ακολουθούν με αναμμένα κεριά, και τα κατά τόπους πανηγύρια και τις λιτανείες της 15ης Αυγούστου, δεν έχουμε ν’ αναφέρουμε 

Αλα ιδιαίτερα της ημέρας αυτής». Προσθέτει ωστόσο κάτι, που πρέπει να δεχθούμε ότι ανάγεται πλέον στο παρελθόν, παρά τη χρήση του παροντικού χρόνου (η πρώτη έκδοση του βιβλίου έγινε το 1956, πριν, λοιπόν, από μισόν αιώνα σχεδόν): «Σε μερικούς μόνο τόπους συνηθίζουν να κάνουν τότε τα συμβόλαια οι τσελιγκάδες με τους πιστικούς (βοσκούς), ν’ απαλλάσσονται οι υπηρέτες από κάθε εργασία και να παρέχεται απολυσιό, 

Δηλαδή ελευθερία να μπαίνουν στ’ αμπέλια και τους κήπους».Ο Στίλπων Κυριακίδης δημοσιεύοντας, για να διευκολύνει τους συλλογείς λαογραφικού υλικού, τα «Ερωτήματα διά τήν λαϊκήν λατρείαν», σημείωνε για τον Δεκαπενταύγουστο:

«1.Πανηγύρεις καί τά κατ’ αυτάς. Απαρχαί μέλιτος. 

2.Παραδόσεις σχετικαί περί ευρέσεως εικόνων 
τής Παναγίας (εντός θάμνων, επί δένδρων,
τοποθέτησις επί αμάξης συρομένης υπό αδαμάστων
 βοών, ίνα ευρεθή ο τόπος πρός ίδρυσιν τής εικόνος κ.τ.λ.) 

3.Εναρξις σφαγής χοίρων».

Πανηγύρια – Θυσίες – Προσφορές
Τελικά συγκροτείται λοιπόν ένα σύνολο εκδηλώσεων. Αναμφισβήτητα η πιο διαδεδομένη και ενεργότατη, έως σήμερα είναι αυτή των πανηγυριών, τα οποία άλλωστε συνιστούν μιαν από τις πιο αυθεντικές μαρτυρίες τής ελληνικής (και νεοελληνικής) νοοτροπίας.

Γιατί συνδυάζουν με τρόπον ιδιάζοντα το θρησκευτικό με το κοσμικό βίωμα.Τα θρησκευτικά πανηγύρια είναι καθαρές λαϊκές εκδηλώσεις μίας διπλής χαράς, τροφοδοτούμενης απ’ τη θρησκευτική πίστη και μιαν ενδοκοσμική αγαλλίαση, όπως αυτή εκπηγάζει από τη δεδομένη ελληνική εξωστρέφεια. 

Αυτό τον ιδιάζοντα συγκερασμό τής μιας και τής άλλης χαράς, του sacrum και του profanum, εκφράζει με τρόπο σχεδόν συμβολικό και η θυσία, που αποτελεί στοιχείο (και μάλιστα κεντρικό) της γιορτής του Δεκαπενταύγουστου σε πολλά μέρη.

Ο Γεώργιος Αικατερινίδης αναφέρει τουλάχιστον είκοσι παραδείγματα (απ’ την Καππαδοκία και την ‘Ίμβρο παλιότερα, από τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Εύβοια και τις Σποράδες, την Πελοπόννησο, τα Δωδεκάνησα) ήδη αυτή η διάχυση υποδηλώνει τη μεγάλη διάδοση που πρέπει να είχε – και εξακολουθεί να έχει ως ένα σημαντικό βαθμό – η τέλεση ζωοθυσίας. 

Μία κατά βάση μεταφυσική ενέργεια, όπως είναι η θυσία, με μυστικιστικό βάθος, εξελίσσεται στις πλείστες από τις περιπτώσεις εν προκειμένω σε αφορμή και πρόκληση για μιαν ευφρόσυνη ξεφάντωση. Ο Δημήτριος Λουκάτος μιλάει για «τα μεγάλα πανηγύρια» της ημέρας, «τα χαρούμενα και καλοκαιρινά, με τα ελεύθερα φαγοπότια». 

Εντυπωσιάζει το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις θυσιάζονταν μεγάλα ζώα (βόδια κατεξοχήν) κάποτε μάλιστα και σε μεγάλο αριθμό, δέκα ή δεκαπέντε, όπως στην Ίμβρο ή την Κύμη (όπου τα έβραζαν σε 101 καζάνια!).Για την περιφορά του επιταφίου της Παναγίας (ανάλογα προς τη νεκρική πομπή, που αναφέρει το συναξάρι της) δίνω ένα παλαιότερο παράδειγμα από την Ικαρία:

«Στον Καμαρόκαμπο είναι ένα ξωκκλήσι, η Κοίμηση τής Παναγίας. Εκεί είναι ο επιτάφιος τής Παναγίας, μικρός, μικρότερος από μέτρο. Κάθε χρόνο, την παραμονή της Κοίμησης τής Παναγίας, το δεκαπενταύγουστο, ο ψάλτης τού καταφυγιού παίρνει τον επιτάφιο και τον πηγαίνει στην εκκλησία, στην Αγία Τριάδα. 

Το βράδυ από νωρίς χτυπούνε οι καμπάνες, γυναίκες και κορίτσια στολίζουνε τον επιτάφιο με λουλούδια, τον ραίνε με λεβάντες, κι όλη τη νύχτα γίνεται αγρυπνία, ψέλνουνε της Παναγίας τα γράμματα και διαβάζουνε προσευχές. 

Ξημερώματα, τις αυγές, χτυπούνε οι καμπάνες και με ψαλμουδιές κι όλοι με τα αναμμένα κεριά πάνε τον επιτάφιο στον Κακαρόκαμπο και αφού διαβάσουνε την λειτουργία, τον αφήνουνε στο ξωκκλήσι τής Παναγίας ως το χρόνο» .Η προσφορά των απαρχών (ο όρος δηλώνει ότι πρωτοβγαίνει από κάθε προϊόν) στις ανώτερες εκείνες δυνάμεις, που επιτηρούν και ρυθμίζουν τα ανθρώπινα.

Είναι μία πανάρχαια και καθολική συνήθεια βασισμένη προφανώς στην πρωτογενή αρχή τού dontoles (δεδηλωμένης εμπιστοσύνης) που διέπει και αυτές τις σχέσεις λατρείας τού ανθρώπου προς την υπέρτερη δύναμη ή το θείο. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι πολλές φορές αυτή η και δεισιδαιμονικά προσδιοριζόμενη αρχή (αν δεν ανταποδώσω στο θείο το καλό που μού έκανε ή θα μού κάνει, αυτό θα με τιμωρήσει).

Παραβλέπεται ως προς τον ειδικό ντετερμινισμό της, αντ’ αυτού γνωρίζει ένα άπλωμα φιλάνθρωπης φροντίδας, η οποία έτσι στρέφεται προς τα εδώ, προς τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Πολύ όμορφα το εκφράζει αυτό μία μαρτυρία από τη Θράκη: 

«Όταν πρωτόβγαινε οπωρικό, δροσιές (αγγουράκια), κουκιά φρέσκα ή άλλο τι, πριν να ‘τρωγαν οι ίδιοι, τα ‘βρέχανε, γι να δροσισθούνε οι ψυχές, κι ύστερα τα μοίραζαν στη γειτονιά». Κι ακόμα: «Την πρώτη ζυμωσιά απ’ το νέο στάρι η νοικοκυρά ζύμωνε δέκα, είκοσι μικρές πίτες, την μία πήγαινε στη βρύση, την έβρεχε και την μοίραζε σ’ όσους βρίσκουνταν εκεί ή την έριχναν στο πηγάδι.

Τις άλλες έδινε στη γειτονιά και στα συγγενικά σπίτια». Ειδικότερα ως προς τις απαρχές του μελιού, που το «τρυγούσαν» κατά κανόνα τον Αύγουστο, έχουμε π.χ. την ακόλουθη μαρτυρία, για ανάλογα ανθρωπιστικά – κοινωνικά μεταπλασμένη χειρονομία: 

Όταν μετά τον τρυγητό γυρίζουν στα σπίτια τους, οι μελισσουργοί αφήνουν σε μία πέτρα μιαν πίτα, που παίρνει ο πρώτος διαβάτης που θα περάσει από κει. Σαν συναντήσουν κανένα άνθρωπο στο δρόμο τους οι μελισσουργοί, όταν γυρίζουν στα σπίτια τους μετά τον τρυγητό, τού προσφέρουν μέλι και ο δεχόμενος το δώρον αυτό εύχεται: «Και του χρόνου, να τες χιλιάσεις» (εννοείται τις κυψέλες).

Η Κοίμηση της Θεοτόκου
Αλλά η γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, επειδή ακριβώς είναι μεγάλη γιορτή, ασκεί και μιαν ακτινοβολία γύρω της, ώστε να σχηματίζεται ένας «εορταστικός κύκλος», όπως τονίζει ο Δημήτρης Λουκάτος, μάλιστα «καθαρά ελληνικός και ορθόδοξος». 

Αρχίζει με τις καθημερινές «Παρακλήσεις» από την πρώτη του μηνός, κορυφώνεται ασφαλώς στις δεκαπέντε και εκτείνεται ως τις 23, με την Απόδοση ή τα «Αντίμερα – Εννιάμερα» της Παναγίας. Σ’ αυτό το συνεχές παρεμβάλλεται η Μεταμόρφωση τού Σωτήρος, ημέρα, βέβαια, όχι της Παναγίας αλλά του Γυιού της, με τον οποίο ωστόσο έχει καλλιεργηθεί, στη λαϊκή ευσέβεια και φαντασία, μία τρυφερή σχέση. 

Αλλά είναι η έκτη του Αυγούστου και μία αντίστιξη στην περισυλλογή και σοβαρότητα τουλάχιστον εκείνων των χριστιανών, που νηστεύουν κιόλας ολόκληρο το πρώτο δεκαπενθήμερο (και αν η νηστεία είναι ένα είδος καθαρμού, τότε εννοούμε, γιατί ο Μέγας ονομάζει «νηστευτικό έθιμο» και τον καθαρισμό των χάλκινων αγγείων, με τον οποίον ασχολούνται οι γυναίκες τις ημέρες εκείνες.

Ο καθαρμός έπρεπε να επεκτείνεται και στα πράγματα, αφού όλα όσα καταλαμβάνουν χώρο μέσα στον χρόνο, υπόκεινται στη μοίρα του να ρυπαίνονται και να μιαίνονται): η Μεταμόρφωση τού Σωτήρος είναι μία «μέρα χαρούμενη, που επιτρέπει και τη διακοπή τής νηστείας τού Δεκαπενταύγουστου, με ψάρι και σκορδαλιά». 

Είναι και η κατ’ εξοχήν ημέρα προσφοράς απαρχών των σταφυλιών// προσφοράς απαρχών των σταφυλιών// την κράτηση στη μνήμη τους και οι ποιητές: Τής Μεταμορφώσεως. «Ένα πανέρι με μαύρα σταφύλια έξω απ’ την εκκλησιά, πώς μοσχοβολούσαν!» .

Ο εκκλησιαστικός όρος «απόδοσις» της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, που σημαίνει τη μετά οκτώ ημέρες κανονικήν επανάληψη μίας γιορτής, για το λαϊκό γλωσσικό αίσθημα σχεδόν δεν σημαίνει τίποτα// έτσι, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε, «ο λαός θυμήθηκε το εννιάμερο μνημόσυνο που κάνει στους δικούς του τούς νεκρούς, και θεώρησε την Απόδοση ένα ανθρώπινο μνημόσυνο («τής Παναγίας τα νιάμερα»)».

Αυτή η quasi εξανθρώπιση της Παναγίας (ιδιαίτερα, αλλά όχι και αποκλειστικά) παραπέμπει με τον τρόπο της στην ιδιαίτερη προσέγγιση που πραγματοποιεί συνήθως ο «Έλληνας στα θεϊκά και μεταφυσικά, μικραίνοντας ως το βαθμό μίας στενής οικειότητας την (αβυσσαλέα σε άλλους) απόσταση που χωρίζει το εδώ απ’ το επέκεινα. 

‘Έτσι δεν είναι ο θεός κάποιος Deus absconditus// αυτός ο κόσμος με το συναίσθημά του, την εξωστρέφεια και την κοινωνικοποιητική φορά του έχει σχεδόν καταργήσει το «μη μού άπτου» – αγγίζει τον Θεό». Αυτό ισχύει, όπως είπα, σε υπέρτερο βαθμό για την Παναγία. 

Γι’ αυτό και η γιορτή της και το σχεδόν παντού αξεχώριστο απ’ αυτή πανηγύρι της τελούνται σε μέγα πλήθος τόπων, στις «αναρρίθμητες σε βουνά και σε νησιά εκκλησίες τής «Παναγίας τού Δεκαπενταύγουστου»».Συντέλεσε σ’ αυτή την εξοικείωση και η βαθύτερη ανάγκη παραδοχής τής γυναικείας οντότητας ως πηγής γονιμότητας και μητρότητας (και η παρθένος Μαρία γέννησε παιδί).

Αλλά και του κόσμου των συναισθημάτων, ιδίως εκείνων που συσχετίζονται με τη μητρότητα και δένουν με τη μοναδικότητα τής σχέσης μητέρας – παιδιού. Εδώ φαίνεται πως έδωσε έμφαση και η χριστιανική διδασκαλία και πράξη. Η Παναγία δεν είναι η Μεγάλη Θεά τής γονιμότητας, αλλά το καταφύγιο των οδυνωμένων, η Μεγάλη Δύναμη τού ελέους, η Μητέρα των παιδιών.

Όπου επιζητεί την απαλλαγή τους, χωρίς να εξετάζει τον βαθμό τής ενοχής τους.Οπωσδήποτε είναι ανθρωπολογικά κατανοητό ότι, παρά την ιστορική αλληλοδιαδοχή θρησκειών, μία νοητή αλλά και ρεαλιστικά υπαρκτή γραμμή συνδέει τις μορφές αυτής τής γυναικείας οντότητας. 

Από την εξαιρετικά πλούσια βιβλιογραφία αναφέρω μία πρόσφατη εργασία, που εξετάζει «την επίδραση των θρησκειών της Μητέρας Θεάς στη διαμόρφωση της Μαριαλογίας, η οποία αφενός διατήρησε και αφετέρου ανέπτυξε ορισμένες από τις ευγενέστερες ιδέες της αρχαίας θρησκείας».

Η ποίηση του Δεκαπενταύγουστου
Η λαογραφία είναι από τις επιστήμες εκείνες (τουλάχιστον όταν, εκτός από κοινωνιολογική επιστήμη Sozialwissenschaft, παραμένει, συνδυαστικά, και επιστήμη τού πνεύματος Geisteswissenschaft), που μπορούν να συνδιαπλέκουν στις θεωρήσεις τους λ.χ. το θρησκευτικό φαινόμενο με την ανθρωπολογία αλλά και με την ποίηση. 

Στην περίπτωση της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου η συνδιαπλοκή με την τελευταία γίνεται αφ’ εαυτής, αφού επί δεκατέσσαρες ημέρες ψάλλονται στις εκκλησίες κείμενα (τού Μεγάλου και τού Μικρού Παρακλητικού Κανονός) «εκ των καλλίστων της Εκκλησίας», όπως τα αξιολογούσε ο Παπαδιαμάντης. 

Τη Μεγάλη Παράκληση έγραψε ο βασιλιάς Θεόδωρος Λάσκαρης, εξόριστος από τη Βασιλεύουσα απ’ τούς Λατίνους. «Ο ατυχής εκείνος βασιλεύς, γράφει ο Παπαδιαμάντης, ευγλώττως εκχέει τα παραπονά του προς την μόνην πολιούχον αυτής και προστάτιδα». 

Αλλά η ατομική περίπτωση μπορεί πολύ εύκολα να γενικευθεί, φράσεις όπως αυτές τού ποιητή βασιλιά μπαίνουν στο στόμα κάθε «απηλπισμένου» που ζητάει κάποιαν ελπίδα: «Προς τσινά καταφύγω άλλην, Αγνή; Πού προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι; Πού πορευθώ; Εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι και επί σε θαρρών κατέφυγον…». Απόδειξη ότι ο Παπαδιαμάντης ενέταξε τα στοιχεία αυτά στον έξοχο «Ρεμβασμόν τού Δεκαπευνταύγουστου».

Όπου ο «πάντοθεν πολεμούμενος» (από χωρισμούς, θανάτους αδίστακτους τοκογλύφους) Φραγκούλας ζητεί ενδυνάμωση μέσα από τα κείμενα αυτά. Άλλωστε η μικρή παράκληση ψάλλεται «εν πάση περιστάσει, καί ψυχής θλίψει». 

Σύμφωνα με μία λαϊκή παράδοση, που τη μνημονεύει και ο Παπαδιαμάντης, στην έσχατη κρίση, και «πρό τής φρικτής αποφάσεως τού αδεκάστου δικαστού», η γεμάτη από ευσπλαγχνία Μητέρα και Παρθένος θα υψώσει την τελευταία στιγμή τα χέρια σε ικεσία προς τον γιό της, επικαλούμενη τη συγκατάβασή Του για τούς αμαρτωλούς. 

Η καθαρότητα και η αγνότητα του είναι της, θα μπορούσαμε να πούμε, αδυνατεί να εννοήσει την αμαρτία// το μόνο που η Παναγία μπορεί να εννοήσει είναι ο πόνος των αμαρτωλών. ‘Έτσι συμβαίνει με κάθε αθώο. Η αθωότητα, που φύσει αδυνατεί να συμμετέχει στο κακό, αδυνατεί να μη συμμετέχει στη θλίψη όσων πληρώνουν, έστω, για την κακότητά τους. 

Η Παναγία δεν είναι μόνο εκείνη, όπου «παρθενεύει ο τόκος» (στό κάτω κάτω παρθένες μητέρες γνωρίζουν καί άλλες λατρείες), αλλά και αυτή που φύλαξε και στην ωριμότητά της μία παρεθνική παιδικότητα. Θα έλεγα ότι η παρθενία εδώ μεταβάλλεται σε σύμβολο τής παιδικής αθωότητας, που παραμένει άφθαρτη και μετά την παιδικότητα. 

Εύστοχα πρόσεξε ο καθηγητής Λουκάτος στην ορθόδοξη εικονογραφία τής Κοιμήσεως το θέμα της «φασκιωμένης βρεφικής ψυχής τής Παναγίας», που την κρατάει μάλιστα, – μέσα σε μία βαθιά υποβλητική νοηματική σύλληψη, – ο γιός της, ο Ιησούς!

Η Θεοτόκος Μαρία
Κορυφαία εορτή για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό. Ευκαιρία ολόθυμης έκφρασης τιμής και σεβασμού στο ιερό Της πρόσωπο, αφού η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου.

Η Παναγία εν δόξη και οι Προφήτες μέσα 16ου αιώνα, 87×68εκ. άγνωστος Κρητικός ζωγράφος «Δύο επιγράμματα γραμμένα πιθανότατα από τον Ιωάννη Μούρμουρη» Στην εικόνα παριστάνεται σε χρυσό βάθος μετάλλιο με την Παναγία εν δόξη, καθισμένη σε χερουβείμ και περιβαλλόμενη από τα σύμβολα των ευαγγελιστών. 

Στο κάτω μέρος βρίσκονται δώδεκα προφήτες, ολόσωμοι και σε δύο ομάδες. Είναι ελαφρά στραμμένοι προς το κέντρο και κρατούν τα σύμβολα των προεικονίσεων της Παναγίας και ειλητά με τις προφητείες τους. Στις δύο άκρες εικονίζονται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο αφιερωτής της εικόνας, που φοράει το τυπικό βενετικό μαύρο ένδυμα και σκούφο. 

Από τα δύο επιγράμματα που είναι γραμμένα στην εικόνα, φαίνεται ότι ο αφιερωτής της εικόνας είναι ο Ιωάννης Μούρμουρης, ο οποίος παρακαλεί τον ομώνυμό του άγιο και τους Προφήτες να μεσιτεύσουν στην Παναγία για τη σωτηρία του. Στην παράσταση αυτή συνδυάζεται το θέμα «Άνωθεν οι Προφήται» με την Δέηση.

Στην εικόνα παριστάνεται σε χρυσό βάθος μετάλλιο με την Παναγία εν δόξη, καθισμένη σε χερουβείμ και περιβαλλόμενη από τα σύμβολα των ευαγγελιστών. Στο κάτω μέρος βρίσκονται δώδεκα προφήτες, ολόσωμοι και σε δύο ομάδες. Είναι ελαφρά στραμμένοι προς το κέντρο και κρατούν τα σύμβολα των προεικονίσεων της Παναγίας και ειλητά με τις προφητείες τους. 

Στις δύο άκρες εικονίζονται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο αφιερωτής της εικόνας, που φοράει το τυπικό βενετικό μαύρο ένδυμα και σκούφο. Από τα δύο επιγράμματα που είναι γραμμένα στην εικόνα, φαίνεται ότι ο αφιερωτής της εικόνας είναι ο Ιωάννης Μούρμουρης, ο οποίος παρακαλεί τον ομώνυμό του άγιο και τους Προφήτες να μεσιτεύσουν στην Παναγία για τη σωτηρία του. 

Στην παράσταση αυτή συνδυάζεται το θέμα «Άνωθεν οι Προφήται» με την Δέηση. Το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου αποτελεί, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία μας, μέρος του απερινοήτου μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Μετά τον Τριαδικό Θεό, Αυτή κατέστη το κύριο πρόσωπο, το οποίο συνέβαλε ουσιαστικά στην υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. 

Εκλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, αμέτρητων γενεών, ως η καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, προκειμένου να γίνει Θεοτόκος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως για την υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός έδωσε τον Υιό του τον μονογενή και η ανθρωπότητα έδωσε την Παναγία. 

Στο ιερό πρόσωπο Εκείνης έγινε η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου. Μέσα στο πάναγνο σώμα Εκείνης έγινε η μεγάλη καταλλαγή (Εφεσ.2:16) και από αυτό ξεκίνησε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, η αναδημιουργία και η θέωση του πεπτωκότος ανθρώπου. 

Το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, στο οποίο αποκαταστάθηκε η ανθρώπινη φύση στην αρχαία προπτωτική της μορφή και ωραιότητα, υπήρξε η Θεοτόκος. Με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Ευαγγελισμό (Λουκ.1: 35), καθαρίστηκε από τον ρύπο του προπατορικού αμαρτήματος, τον οποίο έφερε και Αυτή εκούσα, ως μέτοχος της ανθρώπινης φύσεως, καθιστώντας 

Την πλέον άμωμη κηλίδος ώστε, να δεχτεί στα αγνά σπλάχνα Της το «πυρ της θεότητος » και να μην καεί. Από τότε έγινε η «Κεχαριτωμένη», η αγιοτέρα ύπαρξη μετά τον Τριαδικό Θεό. Στο πρόσωπό Της έγινε η απαρχή της λυτρώσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου.

Η συμβολή της Παναγίας μας κατά τη διάρκεια του επί γης απολυτρωτικού έργου του Χριστού υπήρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχώς πλάι στον Λυτρωτή μας, από τη Γέννηση ως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Δοκίμασε, ως μητέρα, τις πίκρες των παθημάτων του Θείου Γιου της, με αποκορύφωμα εκείνη του σταυρικού θανάτου Του. 

Ένοιωσε κοντά Του την αγωνία Εκείνου για την υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου . Σύμφωνα επίσης με την αρχέγονη παράδοση της Εκκλησία μας Αυτή ήταν που εμψύχωνε τους διωκόμενους πρώτους χριστιανούς της νεαράς Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.

Ο Αύγουστος και ιδιαίτερα το πρώτο δεκαπενθήμερο του, είναι αφιερωμένο στην Παναγία μας. Οι Ορθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινά στις ακολουθίες των υπέροχων Παρακλητικών Κανόνων, νηστεύουμε, εξομολογούμαστε, κοινωνούμε.

Τρέχουμε με δάκρυα στα μάτια να εναποθέσουμε σε Αυτή τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής μας, Την παρακαλούμε με ζέση ψυχής να ελαφρώσει τον βαρύ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ακράδαντα πως η γλυκιά Θεομάνα και μετά την σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει να αγαπά και να νοιάζεται για μας τους ανθρώπους. 

Μέσα στη μεγάλη καρδιά Της υπάρχει χώρος για τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους αμαρτωλούς και ασεβείς , ακόμα και για τους υβριστές Της! Η μακάρια θέση Της κοντά στον Υιό Της και Θεό μας Ιησού Χριστό, της δίνει την ευχέρεια να προσεύχεται για τον καθένα μας, για κάθε μας πρόβλημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: