
Θα είχε ενδιαφέρον να επιχειρήσει κανείς να διαβάσει την ιστορία της Αθήνας βάσει των αγαλμάτων και των προτομών που βρίσκονται σε διασπορά στον δημόσιο χώρο της. Η σηματοδότηση της Ιστορίας στην Αθήνα έχει συντεθεί σταδιακά με τέτοιο τρόπο που την έχει προφυλάξει, ώς ένα βαθμό, από ακραίες ενέργειες όχλου στοχευμένες στο πρόσωπο ή στο γεγονός που τιμάται με ένα μνημείο.
Οι βανδαλισμοί των τελευταίων ετών είναι πράξεις που εκπορεύονται ως επί το πλείστον από την ανάγκη επιβολής της βίας στον δημόσιο χώρο και όχι κατ’ ανάγκη ως έκφραση διαμαρτυρίας για όσα ένα μνημείο δηλώνει.Η Αθήνα θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ένα κεντρικό άγαλμα του Ουίνστον Τσώρτσιλ, αλλά δεν έχει. Λίγοι θυμούνται πως μεταπολεμικά και για ένα μικρό διάστημα η οδός Σταδίου είχε μετονομαστεί σε οδό Τσώρτσιλ και η οδός Ακαδημίας σε οδό Ρούσβελτ.
Μόνο το άγαλμα του Χάρι Τρούμαν, στην οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου, στημένο εκεί
από το 1963 με πρωτοβουλία της ΑΧΕΠΑ, έχει δεχθεί επιθέσεις (είναι έργο του
Φέλιξ ντε Γουέλντον, αυστριακής καταγωγής, που εκτός των άλλων, είναι ο γλύπτης
του γνωστού μνημείου για τη μάχη της Ιβο Τζίμα, στη Βιρτζίνια).
Ο δημόσιος
χώρος νοηματοδοτείται επιλεκτικά ώστε να φέρει σήματα και να ορίσει τη θεσμική,
συνήθως, αντίληψη περί κοινωνικής συνοχής και ενιαίας αντίληψης της μνήμης. Εξ
ορισμού τα αγάλματα καθοδηγούν το δημόσιο γούστο, ορίζουν μια συνεκτική
αντίληψη της Ιστορίας, ενθαρρύνουν την «κοινή» ανάγνωση του τόπου μέσα από τη
διάθεση του συνανήκειν και του διευρυμένου βιώματος περί εθνικής πορείας στον
χρόνο. Στην Αθήνα απουσιάζουν μεγάλα μνημεία του Εμφυλίου Πολέμου, οι
σηματοδοτήσεις από τη δεκαετία του ’40 είναι σεμνές, δεν υπάρχει ούτε καν
μνημείο Εθνικής Αντίστασης σε κεντρικό σημείο. Υπάρχει μια χαμηλόφωνη αποδοχή
ότι η σηματοδότηση της Ιστορίας ορίζεται από χάσματα, παραλείψεις, τυχαιότητα και
κατά κανόνα συμβατική αισθητική. Η δημόσια ιστορία ορίζεται από όσα σηματοδοτεί
και από όσα παραλείπει. Η Αθήνα αποφεύγει να ερεθίσει.
Οι
εξεγέρσεις στην Αθήνα είναι παλαιές όσο και η νεότερη πόλη. Η νεολαία ήταν
στους δρόμους ακόμη και το 1862 ζητώντας την έξωση του Οθωνα, και οι
καταστροφές στην πόλη ήταν τότε αντίστοιχες (κατ’ αναλογία) των καταστροφών που
έχουμε δει μετά το 2008. Για να μη μιλήσει κανείς για τις εντάσεις που γεννούσε
το γλωσσικό ζήτημα και φυσικά ο εθνικός διχασμός το 1915. Αν υπήρχαν αγάλματα
που εκπροσωπούσαν τη μία ή την άλλη πλευρά θα είχαν καταστραφεί. Αλλά τόσο ο
Βενιζέλος όσο και ο Κωνσταντίνος (με έφιππο ανδριάντα επί Μεταξά) σηματοδότησαν
τον δημόσιο χώρο αργότερα.
Η Αθήνα
καλλιέργησε κατά κανόνα την «παπαρρηγοπούλειο» εκδοχή της εθνικής συνέχειας με
τα τεράστια χρονικά άλματα και άλλα τόσα κενά. Η νέα εθνική ανάγνωση δέθηκε και
σηματοδοτήθηκε. Ανάμεσα στον Κολοκοτρώνη, τον Βύρωνα, τον Περικλή και εσχάτως
τον Μέγα Αλέξανδρο, δεν περισσεύει πολύς χώρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου