Η αρχή του τέλους ή απλά το τέλος της πρώτης φάσης; Αυτό είναι ένα από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την διεθνή επιστημονική κοινότητα σχετικά με την πανδημία κορονοϊού τώρα που στην Ευρώπη τουλάχιστον φαίνεται να υποχωρεί το πρώτο κύμα. Οι απαντήσεις των επιστημόνων στο ερώτημα δεν χωρούν πολλές παρερμηνείες και δεύτερες αναγνώσεις και αυτό ισχύει και για τη χώρα μας, παρά την θετική εικόνα που παρουσιάζει σήμερα.
Το καλοκαίρι και η χαλάρωση των μέτρων μπορεί να δημιουργεί την ψευδαίσθηση της επιστροφής στην κανονικότητα, το τέλος αυτού όμως ίσως να μας προσγειώσει απότομα. Η πιθανότητα εμφάνισης ενός δεύτερος κύματος εξάπλωσης του κορονοϊού από το φθινόπωρο, ήταν μεταξύ των βασικών ζητήματα.
Επί των οποίων τοποθετήθηκαν μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπ.Υγείας στο πλαίσιο ανοιχτής συζήτησης που διοργάνωσε το Γραφείο Εκπροσώπησης της Ταϊβάν στην Ελλάδα με αντικείμενο την ανταλλαγή απόψεων για την επιτυχή αντιμετώπιση της πανδημίας στις δύο χώρες. Η HuffPost ήταν το μόνο Μέσο Ενημέρωσης που είχε προσκληθεί να παρακολουθήσει τη συζήτηση.
Ο Σεπτέμβρης πρέπει να μας βρει έτοιμους
«Αυτή τη στιγμή η εικόνα στην Ελλάδα είναι πολύ καλή. Ο αριθμός μετάδοσης του ιού είναι πολύ χαμηλός, στο 0.40. Αντιμετωπίζουμε όμως έναν νέο ιό και είναι πολλά ακόμη αυτά που δεν γνωρίζουμε. Η επιτροπή παρακολουθεί στενά όλα τα δεδομένα και από τον Σεπτέμβριο πρέπει να είμαστε έτοιμοι για ένα νέο κύμα ασθενών.
Απαιτείται προληπτική δράση», ανέφερε
ο κ.Χαράλαμπος Γώγος, καθ. Παθολογίας με ειδίκευση στην ανοσολογία - λοιμώξεις /
σύνδρομο σήψης στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πάτρα και μέλος της
Επιτροπής.
Bέβαια,
ήδη όπως ανέφερε έχει γίνει πολλή δουλειά: οι
πολίτες, έχουν εμπεδώσει ποια είναι τα μέτρα προφύλαξης, στον τομέα της Υγείας
το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό προσωπικό έχει ήδη αποκτήσει εμπειρία, ο
αριθμός των ΜΕΘ σχεδόν διπλασιάστηκε φθάνοντας τις 1.000 και φυσικά έχουμε
μεριμνήσει για νοσοκομεία αναφοράς.
Επίσης, όπως εκτίμησε τον επόμενο χρόνο η εξάπλωση του ιού θα κυμανθεί πιθανότατα σε χαμηλότερα επίπεδα. Δεν υπάρχει όμως περιθώριο για εφησυχασμό παρά μόνο ανάγκη για διαρκή επαγρύπνηση και προετοιμασία για παν ενδεχόμενο.
«Δεν
είμαστε στην αρχή του τέλους. Είμαστε απλά στο τέλος του πρώτου κύματος. Το
πρόβλημα μπορεί να επανέλθει από το φθινόπωρο οπότε θα
έχουμε και την εμφάνιση της γρίπης και γενικότερα θα έχουμε
ασθενείς που θα παρουσιάζουν αναπνευστικά προβλήματα» επεσήμανε
με τη σειρά της κ.Άννα Παπά-Κονιδάρη καθ. Μικροβιολογίας, στο
Ιατρικό Τμήμα της Σχολής Επιστημών Υγείας στο ΑΠΘ, πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας
Ιολογίας, μέλος της Επιτροπής.
Ο σχεδιασμός
για τον χειρισμό της κατάστασης που θα διαμορφωθεί από το φθινόπωρο είναι
κρίσιμη σημασίας ενώ η ίδια στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα «της
έγκαιρης διάγνωσης των ασθενών με την διενέργεια τεστ την περίοδο που θα έχουμε
και έξαρση ασθενειών με συμπτώματα που σχετίζονται με το αναπνευστικό»ενώ
τόνισε πως πολλά θα εξαρτηθούν, πέραν από το θέμα του καλού
σχεδιασμού, και στις «εξελίξεις που θα έχουμε από την επιστημονική
κοινότητα σε ό,τι αφορά τις νέες πληροφορίες για την συμπεριφορά του
ιού, τα πιθανά νέα φάρμακα, την πορεία ανάπτυξης εμβολίων».
Xωρίς γενικό
lockdown;
Στο ερώτημα
της HuffPost για το εάν ένα δεύτερο γενικό lockdown σε όλη τη χώρα είναι
πιθανό, εφόσον έχουμε σημαντική αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων μετά
και την χαλάρωση των μέτρων η απάντηση του κ.Γώγου ήταν αρνητική.
«Δεν
νομίζω πως θα έχουμε ξανά ένα γενικό lockdown όπως
αυτό που είχαμε μέχρι τώρα. Η στενή παρακολούθηση, η ιχνηλάτηση των επαφών, η
διενέργεια πολλών τεστ θα μας δώσουν τη δυνατότητα να επικεντρωθούμε σε
εξάρσεις σε τοπικό επίπεδο», ανέφερε,
δείχνοντας πως η λογική φαίνεται να είναι τα «τοπικά lockdown» ή
γενικότερα η επιλεκτική επιβολή περιοριστικών μέτρων ανάλογα πάντα με τις
εξελίξεις.
Το σενάριο του διευρυμένου lockdown δεν προκρίνεται πλέον παρά το γεγονόςπως, όπως επεσήμαναν όλοι οι ομιλητές, αυτό που έκανε την Ελλάδα ένα success story στην αντιμετώπισης της πανδημίας -και σήμερα είναι μεταξύ των έξι ευρωπαϊκών χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις- ήταν η άμεση λήψη των μέτρων. «Το ότι εφαρμόσαμε τα μέτρα πριν καταγραφεί ο πρώτος θάνατος, ήταν πολύ σημαντικό. Χώρες όπως η π.χ. η Ισπανία και η Ιταλία δεν το έκαναν.
Η επιτυχία, λοιπόν μίας χώρας στην αντιμετώπιση των εξάπλωσης
του ιού δεν συνδέεται μόνο με τον αριθμό των κρουσμάτων που
εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και από τον αριθμό των τεστ που διενεργούνται», επεσήμανε
ο κ. Δημήτριος Παρασκευής, επίσης μέλος της Επιτροπής και
αναπληρωτής καθ. Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής, στο Εργαστήριο Υγιεινής
Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ.
Η σπαζοκεφαλιά των «εισαγόμενων»
κρουσμάτων και η θωράκιση των νησιών
Πριν το φθινόπωρο βέβαια έχουμε μπροστά μας το καλοκαίρι και την λογική ανησυχία που πολλοί εκφράζουν για το «άνοιγμα» της Ελλάδας σε τουρίστες από το εξωτερικό ενώ αναμφίβολα οι εξελίξεις του καλοκαιριού μπορεί να διαμορφώσουν ως έναν βαθμό την κατάσταση που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε το φθινόπωρο, με τις πρόσθετες ιδιαιτερότητες που ήδη επισημάνθηκαν.
Ήδη ο αρμόδιός υπουργός Τουρισμού, Χάρης Θεοχάρης προχώρησε σε σχετικές ανακοινώσεις επ’ αυτού και θα υπάρξει και περαιτέρω εξειδίκευση. Ο προβληματισμός βέβαια παραμένει και ήδη πολλές χώρες προσπαθούν να βρουν τρόπους ελέγχου των εισαγόμενων κρουσμάτων, με πρώτη ειδικά το τελευταίο διάστημα, την Κίνα.
Όπως επεσήμανε ο κ.Παρασκευής, ο έλεγχος αυτών των κρουσμάτων αυτών είναι το ζητούμενο και φυσικά προς αυτή την κατεύθυνση βοηθά η λήψη ταξιδιωτικού ιστορικού όσων εισέρχονται στη χώρα και η εξαντλητική ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων.
«Και εμείς πρέπει
να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι, έτοιμη για την εφαρμογή στοχευμένων
μέτρων», είπε ο καθηγητής ενώ αναφέρθηκε και στις πολύ καλές
επιδόσεις της Ταϊβάν σε αυτό το «μέτωπο» κάνοντας ειδική αναφορά στην
χρήση ψηφιακών εφαρμογών και γενικότερα της τεχνολογίας.
Για παράδειγμα στην Ταϊβάν, οι χώροι στους οποίους κινήθηκε ένα επιβεβαιωμένο κρούσμα εντοπίζονται με τη βοήθεια του GPS στα κινητά ενώ διεθνώς αναπτύσσονται πολλές εφαρμογές για να βοηθήσουν στον εντοπισμό επαφών φορέων και άρα πιθανών κρουσμάτων.
Μια πρώτη γραμμή άμυνας είναι φυσικά αυτή στην οποία αναφέρθηκε ο κ.Γώγος, δηλαδή η διαφορετική αντιμετώπιση τουριστών από χώρες που παρουσιάζουν ανάλογη εικόνα με την Ελλάδα από αυτή άλλων χωρών όπως π.χ. η Ισπανία ή η Ιταλία.
Με δεδομένο
βέβαια πως τα νησιά αποτελούν πολύ ειδική περίπτωση καθώς
πέραν των μεγάλων δεν διαθέτουν νοσοκομεία, ο κ.Παρασκευής ανέφερε, πως πέραν
της θερμομέτρησης και της λήψης ιστορικού η διενέργεια τεστ για για τα
νησιά είναι επίσης ένα μέτρο που συζητείται στην επιτροπή στο πλαίσιο
και της κατάρτισης των αναλυτικών πρωτοκόλλων που αφορούν τον τρόπο
χειρισμού κρουσμάτων σε αυτά.
Η επιστήμονας που επιβεβαίωσε το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα και η σημασία των τεστ. Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε πως και στην Ελλάδα το πρώτο κρούσμα κορονοϊού ήταν εισαγόμενο κάτι που μας υπενθύμισε η κ.Παπά η οποία ήταν η πρώτη επιστήμονας στη χώρα μας που επιβεβαίωσε το πρώτο θετικό αποτέλεσμα σε τεστ.
Όπως
αφηγήθηκε, στις 26 Φεβρουαρίου και ενώ ήταν σε εξέλιξη
ημερίδα της Ελληνικής Εταιρείας Ιολογίας στην οποία είναι πρόεδρος και
μάλιστα με θέμα τον νέο κορονοϊό, την ενημέρωσαν από το
διαγνωστικό εργαστήριο που διευθύνει πως μάλλον είχαν το πρώτο θετικό δείγμα.
«Είδα
την ένδειξη της μεθόδου PCR και επιβεβαίωσα πως όντως το δείγμα ήταν θετικό. Το
πρώτο στην Ελλάδα. Ακολούθως ενημέρωσα τον
κ.Τσιόδρα, ενημερώθηκε ο ΕΟΔΥ και λίγο αργότερα επιβεβαίωνα την είδηση στον
υπ.Υγείας, τον κ.Κικίλια», αναφέρει η κ.Παπά
διευκρινίζοντας πως φυσικά αναφέρεται στην 38χρονη γυναίκα που είχε ταξιδέψει
στην Ιταλία.
Ακολούθησε
η ιχνηλάτηση των επαφών και όλα τα αποτελέσματα ήταν αρνητικά
εκτός από του γιου της που νοσηλεύτηκε όπως και η μητέρα ενώ όπως επισημαίνει η
κ.Παπά το παιδί «αν και εμφανιζόταν για καιρό θετικός στα τεστ, ήταν
ασυμπτωματικός», προσθέτοντας στο σημείο αυτό το πόσο σημαντική
είναι η διενέργεια αυξημένου αριθμού διαγνωστικών τεστ για την
αναχαίτιση της εξάπλωσης της νόσου.
Ελλάδα,
Ταϊβάν - Δυο πολύ διαφορετικά secess stories
Το θέμα
της εξαντλητικής ιχνηλάτησης και της διενέργειας πολλών τεστ ήταν
επίσης ένα από τα θέματα που επισημάνθηκαν σε τοποθετήσεις συμμετεχόντων κατά
την ανταλλαγή εμπειριών για τον τρόπο που η Ταϊβάν και η
Ελλάδα αντιμετώπισαν την πανδημία.
Ο απολογισμός και για τις δύο χώρες είναι θετικός, ωστόσο οι δύο χώρες δεν έλαβαν τα ίδια μέτρα. Όπως ανέφερε στον χαιρετισμό του ο επικεφαλής του Γραφείου Εκπροσώπησης της Ταϊβάν στην Ελλάδα, κ.Σέρμαν Κούο, η χώρα του έδρασε άμεσα σε προληπτικό επίπεδο και σήμερα, πέντε μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας αριθμεί περί τα 400 κρούσματα και μόλις επτά θανάτους.
Αυτό σε ένα πληθυσμό 23εκατ. πολιτών, σε μια χώρα που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 81 μιλίων από την Κίνα από και προς την οποία εκτελούνταν μέχρι τον Δεκέμβριο του 2019, 600 με 700 πτήσεις εβδομαδιαίως και μάλιστα εξαιτίας χωρίς να είναι καν μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Η έστω παρατηρητής αφού η Κίνα μπλοκάρει τη συμμετοχής της γεγονός που στερεί την χώρα από την άμεση πρόσβαση σε πλήθος επιστημονικών δεδομένων κρίσιμων για την αντιμετώπισης της πανδημίας.
Ο κ. Κούο μάλιστα επανέλαβε το αίτημα της χώρας για πρόσβαση στον ΠΟΥ τονίζοντας το αυτονόητο: δεν είναι απλά ένα θέμα διπλωματίας και πολιτικής, είναι θέμα προστασίας ανθρώπινων ζωών και της Δημόσιας Υγείας. Έχοντας πάρει όμως ένα ένα σκληρό μάθημα από την επιδημία του SARS , η Ταϊβάν δεν έχασε λεπτό.
Προχώρησε σε άμεση αυστηροποίηση των συνοριακών ελέγχων μέχρι που στη συνέχεια απαγορεύσαμε τελείως την είσοδο στη χώρα επισκεπτών από Κίνα, Χονγκ Κονγκ, Μακάο. Ωστόσο, όπως επεσήμανε ο Τσανγκ Τσουάν Τσαν, πρύτανης της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Εθνικού Πανεπιστημίου της Ταϊβάν η χώρα πήγε σε ένα γενικό lockdown.
«Εστιάσαμε στην εξαντλητική ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων με την χρήση νέων τεχνολογιών (εντοπισμός μέσω κινητού τηλεφώνου των χώρων στους οποίους κινήθηκαν οι φορείς) ενώ η χρήση μάσκας δεν χρειάστηκε καν να επιβληθεί στους πολίτες.
Γνωρίζαμε
ήδη πολύ καλά, λόγω του SARS πως απαιτείται κυρίως σε ΜΜΜ και γενικότερα
εσωτερικούς χώρους και στο σημείο αυτό ακολουθήσαμε και πολύ
διαφορετική προσέγγιση από τις αρχικές τοποθετήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού
Υγείας και όπως φάνηκε εκ των υστέρων, με τις συστάσεις και του
αμερικανικού ΚΕΕΛΠΝΟ (CDC) είχαμε δίκιο. Τώρα στις ΗΠΑ τις
φοράνε παντού».
Μέτρα
βέβαια σαν αυτά που υιοθετήθηκαν στην Ελλάδα επί σχεδόν ενάμιση μήνα δεν
εφαρμόστηκαν. Ωστόσο, ο ο κ. Τσαν
εστιάζοντας στις ιδιαιτερότητες που παερουσιάζει η κάθε χώρα, επεσήμανε
πως η επιβολή μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης ήταν κρίσιμης σημασίας για
την εξέλιξη της εξάπλωσης του ιού στη χώρα κάνοντας μάλιστα ειδική,
θετική αναφορά στην απόφαση να κλείσουν τα σχολεία.
Ένας έλληνας στην Ταϊβάν:Εδώ δεν έχει blame game. Όλοι είναι υπεύθυνοι Την δική του εμπειρία από τη ζωή στην Ταϊβάν, εν καιρώ πανδημίας κατέθεσε και ο έλληνας πλαστικός χειρουργός ο οποίος ζει και εργάζεται στη χώρα, δρ. Μάριος Παπαδάκης. Μάλιστα γράφει και ένα βιβλίο βασιζόμενο στην εμπειρία του.
«Οι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την επιτυχή αντιμετώπιση της επιδημίας στην Ταϊβάν είναι πολλοί. Δεν μπορώ να αναφέρω μόνο έναν» ωστόσο «το θέμα της μεγάλης πειθαρχίας των πολιτών στα μέτρα ήταν εντυπωσιακή.
Η χρήση
μάσκας δεν είχε γίνει ακόμη υποχρεωτική στα ΜΜΜ και όμως όταν πήγαινα να ανέβω
σε λεωφορείο χωρίς αυτή και με έβλεπε ο οδηγός μου έλεγε πως δεν μπορώ να
επιβιβαστώ», λέει ο κ.Παπαδάκης.
Αυτή όμως
δεν είναι μόνη διαφορά που εντοπίζει σε θέματα κουλτούρας μεταξύ των δύο λαών
επισημαίνοντας τον παράγοντα της ατομικής ευθύνης: «Στην Ελλάδα γίνεται
λόγος για θεωρίες συνωμοσίας, έχουμε ένα blame game όλοι ψάχνουν να βρουν τον
ποιος είναι υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει. Αντιθέτως εδώ όλοι είναι υπεύθυνοι
και ο καθένας για τον εαυτό του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου