09 Σεπτεμβρίου, 2018

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΕΥΡΩ-ΣΑΝΙΔΑ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

 

Τα μεγάλα οικονομικά ανοίγματα, οι μεγάλες επενδύσεις που έγιναν επί διακυβέρνησης Ερντογάν και γενικά ο τρόπος που συμπεριφέρθηκε το τουρκικό οικονομικό σύστημα την τελευταία 15ετία έχει δημιουργήσει ένα σωσίβιο για τη σημερινή κρίση. 

Η διασύνδεση της τουρκικής με την ευρωπαϊκή οικονομία είναι τέτοια που εκ των πραγμάτων ένας αριθμός ισχυρών ευρωπαϊκών χωρών είναι αναγκασμένες να προστρέξουν προς στήριξη της Τουρκίας.

Όσο κι αν φαίνεται παράξενο και παράδοξο για πολλούς στην Κύπρο, το ευρώ μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις εάν η τουρκική οικονομία δεν στηριχθεί. 

Κι αυτό το έχουν αντιληφθεί έγκαιρα αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, με πρώτη τη Γερμανία.Η ευρωτουρκική ατζέντα στο επόμενο διάστημα θα κινηθεί πάνω σε καθαρά οικονομικούς όρους. 

Θα διαφανεί μέσα από τις επόμενες συναντήσεις σε διμερές και πολυμερές επίπεδο προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν τα πράγματα λαμβάνοντας υπόψη την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων αλλά και την εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία.

Είναι ωστόσο εμφανές ότι από ευρωπαϊκής πλευράς επιδίωξη είναι ο διάλογος με την Τουρκία να περιοριστεί στο παρόν στάδιο στα πλαίσια των οικονομικών ζητημάτων. Κι αυτό για δύο κυρίως λόγους:

1.Η Τουρκία δεν έδειξε και είναι άγνωστο εάν θα δείξει πραγματική διάθεση για μεταρρυθμίσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκτιμάται πως τέτοιες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες επηρεάζουν απευθείας την παντοκρατορία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο ως απίθανο να προωθηθούν. 

Ένας διάλογος μπορεί να αναπτυχθεί στα πλαίσια των ευρωτουρκικών ενταξιακών διαπραγματεύσεων αλλά στο να αναμένονται ριζοσπαστικές αλλαγές σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εκτός συζήτησης σήμερα. 

Ιδιαίτερα εάν λάβει κανείς υπόψη ότι ο μόλις πρόσφατα ευρισκόμενος στο Κιργιστάν είχε απαιτήσει από άλλους ηγέτες να εφαρμόσουν ανάλογες με δικές του πρακτικές εναντίον Γκιουλενιστών.

2. Η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της μπαίνει σε μια προεκλογική περίοδο. Οι προσεχείς ευρωεκλογές είναι ένα ζήτημα που θα επηρεάσει τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας και για χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και ευρύτερα η κεντρική Ευρώπη με έναν αρκετά σημαντικό πληθυσμό Τούρκων τότε όλα μετράνε. 

Η διατήρηση χαμηλών τόνων και το να μην επιτραπεί στον Ερντογάν να επανέλθει με τη γνωστή του πολεμική ρητορική είναι ένα ζητούμενο αυτή την περίοδο. Η Άνγκελα Μέρκελ το τελευταίο πράγμα που θα θέλει να δει τους επόμενους μήνες είναι την Τουρκία να μπαίνει στις ευρωεκλογές. 

Ούτε και βεβαίως θέλει να προκαλέσει εκείνες τις αναταράξεις που θα βγάλει κερδισμένους τους «Τούρκους» υποψήφιους στα γερμανικά ψηφοδέλτια ή τους ακροδεξιούς που θα σπεύσουν να εκμεταλλευθούν την όλη κατάσταση. 

Και όπως είδαμε πριν 2-3 χρόνια ο Ερντογάν δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο ενδοιασμό να αναμιχθεί στις εκλογές άλλης χώρας.Η ρεαλιστική προσέγγιση της μη αλλαγής σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι ευρωεκλογές οδηγούν τον διάλογο ΕΕ-ευρωπαϊκών χωρών με την Τουρκία σε καθαρά οικονομικά ζητήματα. 

Μια πιο καθαρή εικόνα θα έχουμε αργότερα αυτό τον μήνα όταν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα βρεθεί στο Βερολίνο για συνομιλίες με την Άνγκελα Μέρκελ. 

Εκεί θα διαφανεί η πορεία των πραγμάτων και ποιοι είναι οι στόχοι του Τούρκου Προέδρου. Γιατί δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο Ερντογάν είναι εξ εκείνων των ηγετών που λέει τι κάνει ή τι θα κάνει. Δεν κρύβει τις επιδιώξεις του ανεξαρτήτως του αν αρέσουν ή όχι.

Ανησυχίες της ΕΚΤ
Ένα πρόσφατο δημοσίευμα των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» αποτυπώνει πάρα πολύ καλά την οικονομική σχέση που υπάρχει μεταξύ Τουρκίας και Ευρωζώνης και πως η πτώση της τουρκικής λίρας μπορεί να προκαλέσει αναταράξεις στο ευρώ. 

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε από την πρώτη στιγμή εκφράσει την ανησυχία της για τις εξελίξεις στην τουρκική οικονομία λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση ορισμένων από τους μεγαλύτερους δανειστές από τη ζώνη του ευρώ προς την Τουρκία. Μεταξύ αυτών η ισπανική BBVA, η ιταλική UniCredit και η γαλλική BNP Paribas.

Το τουρκικό νόμισμα έδειχνε τάσεις αποδυνάμωσης καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και όχι λόγω των τελευταίων γεγονότων με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι απώλειες της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου κατά 35% το 2018 είναι ένα δείγμα της κατάστασης που επικρατεί. 

Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας -που είναι τμήμα της ΕΚΤ και ο οποίος παρακολουθεί τις δραστηριότητες των μεγάλων τραπεζών της περιοχής- το τελευταίο δίμηνο παρακολουθεί πάρα πολύ στενά τις σχέσεις μεταξύ των Ευρωπαίων δανειστών με την Τουρκία.

Αν και δεν θεωρείται ακόμη η κατάσταση κρίσιμη. Ωστόσο, η BBVA της Ισπανίας, η UniCredit της Ιταλίας και η BNP Paribas της Γαλλίας, όλες με σημαντικές επιχειρήσεις στην Τουρκία, εκτιμάται ότι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες.

Κύρια ανησυχία της ΕΚΤ να μην ξεκινήσει, λόγω της αδυναμίας της τουρκικής λίρας, η αθέτηση πληρωμής των δανείων σε ξένο νόμισμα, τα οποία αποτελούν περίπου το 40% των περιουσιακών στοιχείων του τουρκικού τραπεζικού τομέα. 

Να σημειώσουμε εδώ ότι οι μεγάλες επενδύσεις στην Τουρκία στηρίχθηκαν πάνω σε δάνεια που είχαν γίνει σε ξένο νόμισμα, κυρίως ευρώ. Κάτι που δημιουργεί μια άμεση εξάρτηση μεταξύ τουρκικής λίρας/τουρκικής οικονομίας και ευρώ. 

Επίσης, η διαφορά της λίρας έναντι του δολαρίου έχει εκθέσει τις τοπικές τράπεζες λόγω της κλίμακας δανεισμού σε ξένο νόμισμα στην Τουρκία. Αναλυτές της Goldman Sachs ανέφεραν σε ένα πρόσφατο σημείωμά τους ότι η υποτίμηση της λίρας στο TL7,1 έναντι του δολαρίου «θα μπορούσε να διαβρώσει σε μεγάλο βαθμό το επιπλέον κεφάλαιο των τραπεζών».

Σύμφωνα με τις διασυνοριακές τραπεζικές στατιστικές της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, τοπικοί δανειστές, συμπεριλαμβανομένων ξένων θυγατρικών, έχουν αξιώσεις σε δολάρια αξίας $148 δισεκατομμυρίων, από $36 δισ. το 2006 και αξιώσεις σε ευρώ αξίας $110 δισ.

Οι οφειλές των ισπανικών τραπεζών από Τούρκους δανειολήπτες ανέρχονται στα 82,3 δισεκατομμύρια δολάρια, στις γαλλικές τράπεζες το ποσό είναι 38,4 δισεκατομμύρια δολάρια και στις ιταλικές 17 δισεκατομμύρια δολάρια. 

Τα ποσά αυτά αφορούν ένα μείγμα τοπικών και ξένων νομισμάτων. Οι τουρκικές θυγατρικές των τραπεζών τείνουν να δανείζουν σε τοπικό νόμισμα. Κατά την περσινή χρονιά η Τουρκία είχε λάβει σχεδόν 4,5 δισ. δολάρια σε επενδύσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σημειώνοντας μια αύξηση της τάξης του 64,3% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Οικονομικών στις αρχές του τρέχοντος έτους. 

Όσον αφορά στις επενδύσεις σε μετοχές, η άμεση εισροή από χώρες της ΕΕ ήταν της τάξης του 70% επί του συνόλου, και ήταν της τάξης των 6,6 δισ. δολαρίων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του τουρκικού ΥΠΟΙΚ, στις κορυφαίες πηγές εισροής κεφαλαίων συγκαταλέγονται η Ολλανδία με $1,64 δισ., η Αυστρία με $306 εκατ. και η Γερμανία με $241 εκατομμύρια. 

Την ίδια περίοδο, ο τομέας χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης έλαβε το υψηλότερο ποσό διεθνών κεφαλαίων, με 1,43 δισεκατομμύρια δολάρια, ακολουθούμενος από τον τομέα των μεταφορών επικοινωνιών αποθήκευσης, με 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια. 

Ο τομέας της μεταποίησης και ο τομέας της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας φυσικού αερίου ύδρευσης έλαβαν εισροή 1,11 δισ. δολαρίων και εισροή 933 εκατ. δολαρίων, αντίστοιχα.

Υπάρχουν αμφιβολίες για την ευρωπαϊκή στροφή
Εσχάτως η Τουρκία προσπαθεί να επανέλθει σε μια ευρωπαϊκή πορεία επιστρέφοντας στις ράγες των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Και για να πείσει ότι αυτές είναι οι προθέσεις της, την περασμένη εβδομάδα, επαναλειτούργησε η Ομάδα Δράσης για τις Μεταρρυθμίσεις. 

Η ομάδα αυτή, αποτελούμενη από τους βασικότερους υπουργούς της κυβέρνησης Ερντογάν, εμφανίστηκε αποφασισμένη να επισπεύσει τις πολιτικές, νομικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την ένταξη στην ΕΕ.

Η ομάδα αυτή, την οποία αποτελούν οι υπουργοί Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Οικονομικών συστάθηκε πριν από τέσσερα χρόνια και είχε να συναντηθεί από τον Φεβρουάριο του 2015. Στο μεσοδιάστημα οι σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση που κινούνται σήμερα οι σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το ερώτημα είναι μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτή η ευρωπαϊκή στροφή της Τουρκίας. Πρώτο μέλημα της Άγκυρας είναι να αλλάξει την εξωτερική της εικόνα και η ευρωπαϊκή στροφή βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση. Κάτι που γίνεται αποδεκτό και μέσα από τον φιλοκυβερνητικό τουρκικό Τύπο.

Από την άλλη η θετική ανταπόκριση από μέρους της ΕΕ σ’ αυτές τις κινήσεις της Τουρκίας δεν εξυπακούεται και εισιτήριο δωρεάν εισόδου. Υπάρχουν ουκ ολίγα πολιτικά και νομικά εμπόδια τα οποία θα πρέπει να ξεπεραστούν προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία προς τα εμπρός. 

Ειδικότερα αυτά τα εμπόδια αφορούν στην κατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία έκφρασης.Σημαντικές αλλαγές δεν αναμένονται να υπάρξουν από πλευράς Τουρκίας.

Ιδιαίτερα από την ώρα που η κυβέρνηση της χώρας συνεχίζει τις διώξεις κατά όσων εμπλέκονται στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.

Ένας πρώην πρέσβης ο Σελίμ Κουνεράλπ, με εμπλοκή στις ευρωτουρκικές σχέσεις δεν έχει ακόμα πειστεί ότι η κυβέρνηση της Τουρκίας είναι ειλικρινής με την αναβίωση της Ομάδας Δράσης για τις Μεταρρυθμίσεις. 

Σε δηλώσεις του στο Αλ-Μόνιτορ ο Κουνεράλπ διερωτήθηκε γιατί αυτή η ομάδα συναντάτε τώρα ενώ είχε τρία χρόνια να ξανασυνεδριάσει. Σημειώνοντας πως το τι πρέπει να κάνει η Τουρκία είναι πολύ ξεκάθαρο, αρκεί κάποιος να διαβάσει την Έκθεση Προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η εν λόγω Ομάδα έχει αποφασίσει ότι θα επανέλθει σε νέα συνεδρία τον Δεκέμβριο. Πρώτον εάν πραγματοποιηθεί η συνεδρία και δεύτερο τι βήματα θα γίνουν στο μεσοδιάστημα θα είναι ένα δείγμα για το εάν έγινε ή όχι ευρωπαϊκή στροφή από μέρους της Τουρκίας.

Οι ΑΞΕ έναν χρόνο πριν την κρίση
Από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, οι καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) στην Τουρκία ανήλθαν σε 9,82 δισ. δολάρια, σε σύγκριση με 10,85 δισ. δολάρια ΑΞΕ την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους - με πτώση 9,5%.

Στην Τουρκία ιδρύθηκαν συνολικά 5.145 νέες ξένες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων 55 υποκαταστημάτων, ενώ 187 εγχώριες εταιρείες επωφελήθηκαν από ξένους συμμετέχοντες την περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2017.

Από τον Νοέμβριο, περισσότερες από 58.000 εταιρείες με διεθνές κεφάλαιο λειτουργούν στην Τουρκία, εκ των οποίων το 38% συνδέεται με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σχεδόν 22.000 από αυτές τις εταιρείες δραστηριοποιούνται στον τομέα λιανικού και χονδρικού εμπορίου. Οι άλλοι κύριοι τομείς περιλαμβάνουν τη μίσθωση ακινήτων και τις επιχειρηματικές δραστηριότητες με 9.492 επιχειρήσεις και την παραγωγή με 6.956 εταιρείες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: