Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Μάνης κ. Χρυσοστόμου του Γ΄
Πολλοί ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἁπλοί
καί ἄσημοι. Ὑπάρχουν ὄμως καί οἱ ὀνομαστοί καί ἐπίσημοι. Ὅλους τούς ἀγκαλιάζει καί
τιμᾶ ἡ μήτηρ Ἐκκλησία.
Εἰδικότερα, οἱ ἅγιοι Κωνσταντῖνος καί Ἑλένη,
ἀποτελοῦν ξεχωριστές μορφές πού ἡ μέν ἱστορία τόν Κωνσταντῖνο τόν ὠνόμασε
μέγαν, ἡ δέ Ἐκκλησία καί τούς δύο, υἱόν καί μητέρα, κατέταξε στό ἁγιολόγιο αὐτῆς
καί μάλιστα μέ τόν τίτλον «ἰσαποστόλους».
•Ἀλλά γιά νά κατανοήσουμε καί
προσεγγίσουμε βαθύτερα τίς μεγάλες αὐτές προσωπικότητες, εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη
νά γνωρίζουμε ἐπαρκῶς τό ἱστορικό ὑπόβαθρο, τίς ἱστορικές συνθῆκες, τά ἰδεολογικοφιλοσοφικά
ρεύματα καί τίς πολιτικοκοινωνικές καταστάσεις τῶν χρόνων πού ἔζησαν καί ἔδρασαν.
Δέν μποροῦμε νά τούς καταλάβουμε, ἄν
δέν τούς θεωρήσουμε στήν ἐποχή τους. Καί πράγματι εὐρισκόμεθα στά ὅρια δύο
κόσμων, τοῦ ἀρχαίου καί τοῦ νέου, τοῦ εἰδωλολατρικοῦ καί τοῦ χριστιανικοῦ. Ἡ Ἐκκλησία μόλις ἐξήρχετο ἀπό τίς
κατακόμβες.
Οἱ διωγμοί ἦσαν νωποί. Ἡ μανία τῶν διωκτῶν εἶχε μεταβάλλει σέ ἐρείπια
τούς οἴκους τῆς χριστιανικῆς λατρείας. Τό αἶμα ἑκατομμυρίων μαρτύρων ἔρεε ὄχι
μόνον στό Κολοσσαῖο, ἀλλά σ΄ὅλους τούς τόπους τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Ὡστόσο ἔρχεται ἡ καλή ἀλλοίωση, ἡ ἐσωτερική
ἀλλοίωση πού συντελεῖται στόν Μέγα Κωνσταντῖνο. Καί τοιούτου εἴδους πνευματικές
ἀλλοιώσεις δέν συντελοῦνται κάθε μέρα.
Ὁ Θεός τόν ἀξιώνει νά γίνει ὁ πρῶτος
χριστιανός αὐτοκράτωρ! Ὁ Κωνσταντῖνος εἶναι ἀληθές ὅτι καί ὅταν
ἀκόμη ἦταν εἰδωλολάτρης, ἀντίκρυζε τούς χριστιανούς μέ βλέμμα συμπαθείας καί ἐκτίμησης.
Τίς εὐνοϊκές αὐτές διαθέσεις τίς ἐπῆρε
ὡς πολύτιμη κληρονομιά ἰδιαίτερα ἀπό τήν μητέρα του τήν Ἁγία Ἑλένη. Νέος στήν ἡλικία
ὁ Κωνσταντῖνος ὑποχρεώθηκε νά μείνει ἕνα χρονικό διάστημα στήν αὐλή τοῦ αὐτοκράτορος
Διοκλητιανοῦ.
Συχνά ἔβλεπε τούς τρομερούς διωγμούς
κατά τῶν χριστιανῶν καί ἡ εὐγενής ψυχή του δοκίμαζε ἀγανάκτηση καί ἀποτροπιασμό. Ἀπό τό ἄλλο μέρος τό ἡρωϊκό φρόνημα
καί ἡ ὁμολογία τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως, γέμιζε τό εἶναι του μέ θαυμασμό καί
συγκίνηση.
Αὐτές οἱ πνευματικές ζυμώσεις
συντελούνταν στόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ Κωνσταντίνου ὅταν τά ρωμαϊκά στρατεύματα
τόν ἀνακήρυξαν Καίσαρα στό δυτικό μέρος τῆς αὐτοκρατορίας.
Πλήν ὅμως σέ λίγο χρονικό διάστημα
βρέθηκε στήν ἀνάγκη νά δεχθεῖ τόν πόλεμο τόν ὁποῖο τοῦ κήρυξε ὁ Μαξέντιος. Τότε ἀκριβῶς ἕνα μεγάλο γεγονός ἦλθε
νά δώσει ἀποφασιστική στροφή στή ζωή του, ἀλλά καί σέ ὁλόκληρη τήν ἱστορία.
Στή κρίσιμη στιγμή ἔξω ἀπό τήν Ρώμη,
πρό τῆς μάχης, ὁ Κωνσταντίνος μέ ἔκπληξη καί φόβο βλέπει στόν οὐρανό, λαμπρό
καί φωτεινό Σταυρό μέ τήν ἐπιγραφή «Ἐν τούτῳ νίκα».
Ὁ Κωνσταντῖνος νίκησε καί κυρίευσε τή
Ρώμη. Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη ὁ γενναῖος αὐτοκράτωρ πλησίασε περισσότερο τόν
Χριστό καί τήν διδασκαλία Του. Ἡ ἐπίδραση τῆς ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου
τοῦ Χριστοῦ, ὑπῆρξε γιά τήν ζωή του ἐξαιρετικά εὐεργετική καί φανερή.
•Ἔτσι ἡ πρώτη του μεγάλη πράξη, πού ἀπετέλεσε
ἀληθινό σταθμό στήν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ ἦταν τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων (313
μ.χ.).
Οἱ ἀπάνθρωποι καί σκληροί διωγμοί κατά
τῶν χριστιανῶν πού κράτησαν τρεῖς ὁλόκληρους αἰῶνες σταμάτησαν.
Οἱ χριστιανοί μποροῦσαν πλέον νά χαροῦν τήν
πλήρη ἐλευθερία.
Οἱ φυλακισμένοι καί ἐξόριστοι ὁμολογητές
τῆς πίστεως ἐλευθερώθηκαν.
Οἱ διῶκτες ὑποχρεώθηκαν νά ἐπιστρέψουν
τίς περιουσίες πού ἥρπασαν ἀπό τούς Χριστιανούς.
Καθιερώθηκε πλέον ἡ γενική ἀρχή τῆς ἀνεξιθρησκείας.
Μία δεύτερη μεγάλη πράξη τοῦ Μεγάλου
Κωνσταντίνου εἶναι ἡ ἀπόφαση καί ἡ σύγκληση τῆς Α΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Νίκαια
τῆς Βιθυνίας τό 325 μ.χ.
Η ὁποία καί κατεδίκασε τήν φοβερή ἐκείνη
αἴρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ἔπειτα ἄλλη πράξη του εἶναι ἡ νομοθεσία του. Μέ αὐτήν κατήργησε τήν θεοποίηση τῶν ἡγεμόνων
καί καθιέρωσε τόν ἑορτασμό καί τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς σ΄ὅλη τήν αὐτοκρατορία.
Κατήργησε
τίς μονομαχίες καί τίς ἄλλες σκληρότατες ἀκόλαστες τελετές τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἐξέδωκε σειρά διαταγμάτων γιά νά ἐξυψώσει
ἠθικῶς τήν οἰκογένεια. Κατήργησε τήν ἔκθεση καί πώληση τῶν νηπίων καί διεκήρυξε
ὅτι ἡ δουλεία εἶναι ἀντίθετη πρός τήν ἰσότητα τῶν ἀνθρώπων.
Ἀκόμη μετέφερε τήν πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας
ἀπό τήν Ρώμη στή «νέα Ρώμη», τήν Κωνσταντινούπολη, πού ἐγκαινιάσθηκε ἐπίσημα τήν
11η
Μαΐου τοῦ ἔτους 330μ.χ., πρωτεύουσα πού ἔμελλε νά διαδραματίσει ἐπί
χίλια ἔτη ἀξιολογώτατο ρόλο τοῦ ὅλου ἑλληνικοῦ καί χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ.
Ἔπειτα ἀπέδωσε τήν πρέπουσα τιμή στούς
μάρτυρες καί ὁμολογητές τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό τό
γεγονός πού ἀναφέρει ὁ βιογράφος του Εὐσέβιος, ὅτι:
Καλοῦσε συχνά στά ἀνάκτορα ἕναν
κληρικό ὁμολογητή τῆς ἁγίας χριστιανικῆς πίστεως τοῦ ὁποίου τόν ἕναν ὀφθαλμό εἶχαν
βγάλει μέ σκληρότητα οἱ διῶκτες του κατά τόν τελευταῖο διωγμό καί ὁ Κωνσταντῖνος
τόν ἐνηγκαλίζετο καί τόν ἀσπαζόταν.
Ἀλλά καί ὅπως πάλι γράφει ὁ ἴδιος ἱστορικός
στήν Α΄Οἰκουμενική
Σύνοδο, «βλέποντας ὁ Μ. Κωνσταντῖνος τούς Ἐπισκόπους, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους,
γηρασμένοι πιά, εἶχαν πάνω στό σῶμα τους τά σημάδια τῶν βασανιστηρίων ἀπό τούς
διωγμούς, τούς φιλοῦσε τό χέρι καί τά τραύματά τους, γιατί πίστευε πώς ἔτσι ἐλάμβανε
μεγάλη εὐλογία».
Ἐπιπροσθέτως, συνείργησε στήν ἵδρυση
φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων, βοήθησε τήν ὀργάνωση ἱεραποστολῶν καί ἀνέλαβε μαζί μέ
τήν μητέρα του, τήν Ἁγία Ἑλένη, τήν ἀνοικοδόμηση πολυάριθμων ἱερῶν ναῶν.
•Εἰδικότερα, ἡ ἁγία Ἑλένη, ἀξιώθηκε ὕστερα
ἀπό μεγάλες καί πολλές προσπάθειες ἀλλά καί θαυματουργικές θεῖες ἐπεμβάσεις, νά
εὔρει τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ Χριστοῦ στά Ἰερσόλυμα καί νά ἔχουμε καί ἐμεῖς σήμερα
τό "πανσεβάσμιον
ξύλον" καί ἱερόν σύμβολον εἰς προσκύνησιν.
Εἶναι ἐξόχως χαρακτηριστικόν ὅτι ἡ εἰκόνα
τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης, δείχνει τούς ἰσαποστόλους καί τούς δύο μαζί
νά κρατοῦν τόν Σταυρόν.
Αὐτός, τῷ ὄντι, ὁ Σταυρός ἦταν ἡ
δύναμή τους καί Αὐτόν εὐλαβοῦντο.Ὁ μέν Μέγας Κωνσταντῖνος τόν εἶδε, ἡ δέ ἁγία Ἑλένη
τόν εὗρε.
•Ἀλλά ἐκεῖνο ὅμως πού τόν ἐξυψώνει ἀκόμη
περισσότερο εἶναι τά χριστιανικά καί ἅγια τέλη τῆς ζωῆς του.
Ὅταν αἰσθάνθηκε τό τέλος νά πλησιάζει
προσῆλθε στήν ἐξομολόγηση, ζήτησε συγχώρηση ἀπό τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους
του καί μέ θερμή πίστη προχώρησε πρός τό Ἅγιον Βάπτισμα.
Ἐκάλεσε, λοιπόν, τούς Ἐπισκόπους ἐκεῖ
στή Νικομήδεια ὅπου βρισκόταν, τούς ἀνεκοίνωσε τήν ἱερή του ἐπιθυμία νά
προσέλθει στό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καί τούς εἶπε μεταξύ ἄλλων:
«Ἀπό πολλά χρόνια διψοῦσα καί ποθοῦσα
νά ἀξιωθῶ καί ἐγώ τῆς σωτηρίας τήν ὁποία δίδει ὁ Θεός.
Ὁ καιρός πού τόσο ἤλπιζα ἦλθε. Ὥρα
εἶναι νά ἀπολαύσω καί ἐγώ τήν σφραγίδα τῆς ἀθανασίας, νά λάβω τήν σφραγίδα τῆς
σωτηρίας, τό ἅγιον βάπτισμα.
Εἴχα τόν πόθον νά βαπτισθῶ στά ρεῖθρα
τοῦ Ἰορδάνου, ὅπου ὁ Σωτήρ ἡμῶν ἐβαπτίσθη γιά νά προτυπώσει τό δικό μας
βάπτισμα.
Ἀλλά ὁ Θεός ὁ ὁποῖος γνωρίζει καί
κανονίζει ὅλα πρός τό συμφέρον μας, μέ ἀξιώνει ἐδῶ νά λάβω τό ἅγιον Βάπτισμα».
Βαπτίσθηκε καί στίς ὑπόλοιπες ἡμέρες τῆς
ζωῆς του δέν φόρεσε πλέον τήν αὐτοκρατορική πορφύρα ἀλλά ἔφερε τόν λευκότατο
χιτῶνα τοῦ βαπτίσματος.
Γεμᾶτος ἀγαλλίαση ἀκούσθηκε νά λέγει:«Νῦν
ἀληθεῖ λόγῳ μακάριον οἶδ΄ἐμαυτόν, νῦν τῆς ἀθανάτου ζωῆς πεφᾶνθαι ἄξιον, νῦν
θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα»!
Παρέδωκε τό πνεῦμα του στόν Κύριο 21
Μαϊου τοῦ ἔτους 337 μ.χ., ἐνῶ ἡ σεβάσμια μητέρα του ἁγία Ἑλένη τό 328μ.χ.Δικαίως τούς τιμοῦμε ὡς
Ἰσαποστόλους καί πάνυ εὐλαβῶς πάντοτε ἑορτάζουμε τήν μνήμη τους.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Μάνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου