Η κατά
καιρούς ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και
τώρα η μεθοδευμένη εισπήδηση του Φαναρίου δημιουργεί πολλά ερωτηματικά αλλά
όπως λέει ο λαός μας ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι.
Ο κ.
Βαρθολομαίος όλο και πιο πολλά απαιτεί από την Εκκλησία της Ελλάδος
εκμεταλλευόμενος την ταπεινότητα και τους χαμηλούς τόνους του Αρχιεπισκόπου
κ.κ. Ιερωνύμου. Αυτά όμως δεν θα έπρεπε να τα εκλάβει ως αδυναμία.
Ήρθε όμως η
ώρα να συνειδητοποιήσει ο κ. Αρχοντώνης, ότι δεν υπάρχει ούτε συνδιοίκηση ούτε συνδιαχείριση με την Εκκλησία της
Ελλάδος.
Έχει
κουράσει και έχει γίνει γραφικός ο κ. Βαρθολομαίος, πότε με την «επιτροπεία»,
«Νέες Χώρες», πότε με τις εκλογές Αρχιερέων για την Βόρειο Ελλάδα, πότε με τις
προσωπικές επιστολές του στους 34 Βορειοελλαδίτες Μητροπολίτες όπως το 2003 και
τώρα με την ξεδιάντροπη και ανέντιμη εισπήδηση σε άλλη Αυτοκέφαλη Εκκλησία.
Έχει όμως
περάσει η εποχή που έπαιξε το θέατρο επί Χριστοδούλου με την διαγραφή του από
τα Δίπτυχα η οποία ήταν μια παράσταση με τις μαριονέτες του εκεί στην
Ιστανμπούλ ένα κακόγουστο καραγκιοζιλίκι όπου έκθεσαν ανεπανόρθωτα την Εκκλησία
καθώς και τον ίδιο τον πρωταγωνιστή.
Αυτά όμως
που προσπαθεί να περάσει ο
αυτολιβανιζόμενος κ. Βαρθολομαίος στην
Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος δεν θα το καταφέρει, αυτά τα έκανε δικτατορικό
τω τρόπω στον Αμερικής Ιάκωβο, στον Αμερικής Σπυρίδων, στον Ιεροσολύμων
Ειρηναίο, στον Θυαττείρων Μεθόδιο και σε άλλους Μητροπολίτες και Αρχιεπισκόπους
της Διασποράς για να τοποθετήσει άλλους δικούς του που γνωρίζουν πολύ καλά τα
λογιστικά!!!
Ως πονηρή
αλεπού που είναι ο κ. Αρχοντώνης επί εποχής Υπουργού Παιδείας κ. Μαριέττας
Γιαννάκου είχε ζητήσει και την δημιουργία Αυτοκέφαλης Εκκλησίας στα Δωδεκάνησα,
του το αρνήθηκε τότε η Υπουργός, το ξαναθυμήθηκε όμως τώρα και έχει αρχίσει
πάλι τις διαβουλεύσεις.
Το λεγόμενο
Οικουμενικό Πατριαρχείο που μόνο Οικουμενικό δεν είναι γιατί επιμένει σε ατραπούς όπως τώρα με τον
εισβολέα του κάποιον Αμορίου Νικηφόρο, όπου πριν ακόμα τα Ελληνικά Δικαστήρια
αποφασίσουν για το κληροδότημα Προμπονά και τον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου του
κτήματος, εισέβαλαν στις 2/3/2018 και ετέλεσαν άκουσον – άκουσον θυρανοίξια
χωρίς την άδεια της Εκκλησιαστικής Αρχής των Αθηνών.
Δεν είναι η
πρώτη φορά που προσπαθεί ο κ. Βαρθολομαίος να υφαρπάξει από μια άλλη Αδελφή
Εκκλησία χώρους που δεν του ανήκουν, άλλοτε με απειλές διατάζοντας λες και
πρόκειται περί ιδιοκτησίας του.
Το κάνει
όμως και στην Σερβία αυτό; και στην Βουλγαρία; και στην Ρουμανία; και στην
Ρωσία; και στα Ιεροσόλυμα; και στην Αλεξάνδρεια; και στην Αντιόχεια; ό χ
ι βέβαια μόνο εδώ κάνει μαγκιές.
Ποιος τον
ζει όμως όλο αυτό τον συφερτό στην Κωνσταντινούπολη; εμείς φυσικά, με τι ασχολούνται οι Επίσκοποί του; με τίποτα.
Το ποίμνιο
της Βασιλεύουσας είναι πολύ μικρό, οι περισσότεροι «άγιοι» του θρόνου περνούν
τις μέρες τους και τις νύχτες τους στην Αττική και φεύγουν μόνο για τις μεγάλες
εορτές και τις συνάξεις. Κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας τώρα;
Όμορφα
λόγια είναι να λέμε όπως τα χαρτιά ορίζουν. Ας αλλάξουν! Ας εκσυγχρονιστούν! Είναι
δυνατόν να θέλει ο Αρχιεπίσκοπος ή κάποιος Μητροπολίτης της Ελλάδος ή του
Εξωτερικού να επισκεφθεί το Άγιον Όρος και να ζητά την έγγραφη άδεια από τον
Βαρθολομαίο;
Προσπαθεί
με κάθε τρόπο την διάσπαση και τον διχασμό, διότι ο άνθρωπος πιστεύει στο
αυτολιβάνισμά του, αγνοώντας όμως τον Θεό. Το ξαναλέμε το Πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως είναι Οικουμενικό μόνο στα χαρτιά, αφού υπάρχουν τόσα Πατριαρχεία
όπου έχουμε προαναφέρει.
Είναι δυνατόν να υπάρχουν Μητροπόλεις στο Ελληνικό
έδαφος και να δίνουν λογαριασμό μόνο στο Φανάρι και να μην έχει ο Έλληνας
Αρχιεπίσκοπος κανένα λόγο για τα εκεί τεκταινόμενα;
Τα έργα και
τα λόγια κατά καιρούς του κ. Βαρθολομαίου, για την αδελφή Αυτοκέφαλη Εκκλησία
της Ελλάδος δεν συνάδουν με το κήρυγμα της αγάπης του Ιησού. Ας μην
εκμεταλλεύεται λοιπόν την ευγένεια του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος
κ.κ. Ιερωνύμου, διότι η υπομονή έχει και τα όριά της.
Ας
ξαναδιαβάσει ο κ. Βαρθολομαίος την Επιστολή*
του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Σεραφείμ που του είχε αποστείλει το 1992 και
ίσως έτσι θυμηθεί και καταλάβει ότι το πολύ αυτολιβάνισμα βλάπτει
Εάν όμως ο κ. Βαρθολομαίος συνεχίσει τις
εισπηδήσεις, στην εμμονή του περί της
ανύπαρκτης πράξεως του 1928, «Νέες Χώρες», περί γεμάτης φαρέτρας και τα
τοιαύτα, θα πρέπει η Ιεραρχία να ζητήσει από την Κυβέρνηση νέα Νομοθετική
ρύθμιση – Τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη του Νόμου 590/1977 περί της
Εκλογής των Μητροπολιτών Βορείου Ελλάδος χωρίς την ονομασία «Νέες Χώρες».
Καθώς και
την διαγραφή από τον Καταστατικό Χάρτη της πράξεως του 1928 όπου και αυτή είναι
ανυπόστατη. Για να τελειώνουμε μια για πάντα από το αδίστακτο Φανάρι.
Ο κ.
Αρχοντώνης με αυτό που έπραξε στις 2/3/2018 στο κτήμα Προμπονά διέπραξε
το βαρύ παράπτωμα της «εισπήδησης», της παρέμβασης δηλαδή
μιας ξένης Εκκλησιαστικής Αρχής στα εσωτερικά μιας άλλης Εκκλησίας, παράπτωμα
το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο.
Τέλος
λυπούμεθα που είναι και Κανονολόγος ο κ. Βαρθολομαίος, πρέπει όμως κάποιος να
βρεθεί να τον μαζέψει και να τον επαναφέρει στην τάξη, διότι η ασυδοσία του
έχει ξεπεράσει τα όρια!!!!
Π. ΒΟΙΩΤΟΣ
*Ολόκληρη
η Επιστολή του Μακαριστού
Αρχιεπισκόπου
Σεραφείμ
Παναγιότατε καί
Θειότατε Αρχιεπίσκοπε Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οικουμενικέ Πατριάρχα,
έν Χριστώ τώ Θεώ λίαν αγαπητέ καί περιπόθητε αδελφέ καί συλλειτουργέ της ημών
Μετριότητος, κ.κ. Βαρθολομαίε, τήν Ύμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα έν Κυρίω
κατασπαζόμενοι ύπερήδιστα προσαγορεύομεν.
Εις τας διεκκλησιαστικάς και
ειδικώτερον εις τας αφορώσας το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και την Εκκλησιάν της
Ελλάδος υποθέσεις, ίσχυον τα καθιερωμένα και συμπεφωνημένα, ίνα μη η υπέρβασις
ετέρωθεν των τεθεσπισμένων όρων ψυχράνη την αγάπην και διαταράξη τας αρμονικάς
των Εκκλησιών ημίν σχέσεις.
Προκειμένου δε περί των Ιερών
Μητροπόλεων και των Σεβ. Μητροπολιτών των βορείων και ακριτικών επαρχιών της
Ελλάδος, ενσωματωμένων εις τον κορμόν της χώρας ημών και της καθ' ημάς
φερωνύμου Αυτοκέφαλου Εκκλησίας, η πρότερον υφισταμένη σχέσις αυτών προς το
Οικουμενικόν Πατριαρχείον συνεπήγετο κυρίως τρία τινά.
α).το μνημόσυνον του ονόματος του
Οικουμενικού Πατριάρχου.
β).την ανακοίνωσιν Αυτώ ενδεχομένης
χηρείας και πληρώσεως ακολούθως Μητροπόλεως τινός. και
γ).την υποβολήν εκθέσεων των οικείων
Μητροπολιτών εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον. Πέραν των βασικών τούτων,
ουδεμία άλλη σχέσις ή αναφορά ίσχυσεν εν τη πράξει.
Πλην,
εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της
Ελλάδος πληροφορείται ότι η Υμετέρα Παναγιότης, από της αναρρήσεως αυτής εις
τον Οικουμενικόν θρόνον, ήρχισεν ανακινούσα, ως μη ώφειλε, και θίγουσα ζητήματα
απτόμενα του ελλαδικού χώρου, και κατ' εξοχήν αφορώντα εις την Εκκλησίαν της
Ελλάδος, καλώς δε και παγίως κείμενα, επί των όποιων όμως Αύτη μεθοδεύει
επεμβάσεις και μονομερείς ενεργείας και νέας ρυθμίσεις.
Περί
τινών εξ αυτών εξήγγειλε τοιαύτας προγραμματιζόμενας επεμβάσεις η Υμετέρα
Παναγιότης, κατά την πρόσφατον σύναξιν της Ιεραρχίας του Οικουμενικού θρόνου.
Η
δε κληθείσα και παραστάσα εις την σύναξιν ταύτην αντιπροσωπεία της Εκκλησίας
της Ελλάδος επεσήμανε, διά του Σεβ. Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου,
την ανάγκην συνεννοήσεως μετά της ιεράς ημών Συνόδου, χωρίς εν τούτοις να εύρη
ανταπόκρισιν ουδέ συναίνεσιν.
Κατόπιν τούτου η Ιερά Σύνοδος ημών έθεσεν επί τάπητος τα ανακύψαντα ζητήματα. Προάγεται δε, διά του παρόντος Συνοδικού Γράμματος, να έκθεση προς Υμάς τας ακολούθους ρητάς απόψεις αυτής, των οποίων παρακαλεί να λάβητε γνώσιν, προσωπικώς και συνοδικώς, και να προβληματισθήτε δεόντως.
Και συγκεκριμένως:
Α).Εξένισεν ημάς η ακουσθείσα απίθανος είδησις περί
μελετωμένης ανακλήσεως της από 4ης Σεπτεμβρίου 1928 Πατριαρχικής και Συνοδικής
Πράξεως, περί διοικητικής αφομοιώσεως των εν Ελλάδι Ι.Μητροπόλεων (των
λεγομένων Νέων Χωρών), διοικούμενων έκτοτε «επιτροπικώς», και κατά πάντα υπό
της Εκκλησίας της Ελλάδος επί εξηκονταπενταετίαν.
Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι ενιαία και αδιαίρετος. Η ονομασία «Νέαι Χώραι» ουδεμίαν σύγχρονον πραγματικότητα εκφράζει. Και ο όρος «επιτροπικώς»-ίνα μη είπωμεν σχήμα λόγου- θα εχαρακτηρίζετο παρ' ημών μόνον ως σχήμα και τρόπος εκχωρήσεως, χωρίς καμμίαν άλλην ουσιαστικήν προοπτικήν.
Απ' αρχής άλλως τε κατεφάνη η εθνική
αναγκαιότης, όπως ακολουθηθή η ισχύουσα κανονική επιταγή «τα εκκλησιαστικά τοις
πολιτικοίς είωθε συμμεταβάλλεσθαι».
Και αι περί ων ο λόγος επαρχίαι ηξίουν και
ανέμενον την οικείαν θέσιν εις την ελευθέραν ήδη Ελλάδα και εις το Συνταγμάτιον
της προ πολλού Αυτοκέφαλου Εκκλησίας της Ελλάδος.
Απορούμεν πώς σκέπτεται το Οικουμενικόν
Πατριαρχείον εν προκειμένω. Είναι δυνατόν ποτέ να διασπαστεί εκκλησιαστικώς το
ήμισυ της Ελλάδος;
Όταν εθνικοί κίνδυνοι απειλούν τας
βορείους και ανατολικάς ακριτικάς επαρχίας της χώρας, είναι αδιανόητον να
χαραχθούν κάτωθεν της επιμάχου Μακεδονίας τα όρια της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα
δικαιώσωμεν ημείς αυτοί τας διεκδικήσεις των Σκοπίων, αίτινες σημειωτέον
ήρχισαν από της εκκλησιαστικής χειραφετήσεως, διά να εξελιχθώσιν εις
γεωγραφικάς απαιτήσεις και αλλοίωσιν της Ιστορίας;
Περαιτέρω δε συν τοις άλλοις, δέον να
μη λησμονήται ότι η υπαγωγή των ειρημένων Μητροπόλεων εις την Εκκλησιάν της
Ελλάδος δεν υπήρξεν μονομερής ενέργεια και Πράξις του Πατριαρχείου, αλλά παρακληθείσα
«η πεφιλημένη αγιωτάτη Αδελφή Εκκλησία της Ελλάδος, προφρόνως απεδέξατο
(ταύτην) συναινούσης και κυρούσης και της έντιμου ελληνικής Πολιτείας, όπως
κατά την παράκλησιν της Μητρός Εκκλησίας αναλάβη την εντολήν ταύτην,
ενεργουμένην επί τοις εξής κυρωθείσιν εκκλησιαστικώς και πολιτικώς γενικοίς
όροις».
Ουδείς των όρων τούτων των
συμπεφωνημένων διέλαβε το παραμικρόν περί ενδεχομένης επιστροφής των
Μητροπόλεων, οψέποτε η ετέρα πλευρά ήθελε τυχόν προβάλη μονομερώς τοιούτο
ζήτημα.
Όθεν το «επιτροπικώς» παραμένει
μετέωρον και άνευ περιεχομένου, τοσούτω μάλλον καθόσον συνέπραξε και η Ελληνική
Πολιτεία εις την σύμβασιν ταύτην των δύο αδελφών Εκκλησιών (ουδεμία δε σύμβασις
αίρεται μονομερώς), αλλά και προηγήθη ταύτης διά νόμου (αριθμ. 3615/1928 Φ.Ε.Κ.
120 Α΄/11 Ιουλίου 1928), η δε πρωθύστερος δημοσιεύσις του Νόμου εν σχέσει προς
την Πατριαρχικήν Πράξιν καθιστά πρόδηλον την ύπαρξιν της υφισταμένης εθνικής
αναγκαιότητος, ήτις προυκάλεσεν ακολούθως και την Πράξιν.
Έχομεν περίπου επανάληψιν της
πρωθυστέρου ανακηρύξεως του Αυτοκέφαλου της Εκκλησίας της (Παλαιάς) Ελλάδος τω
1833, ενώ ο Συνοδικός Τόμος ανεγνώρισε ταύτην μετά εικοσαετίαν (1850).
Αι
διαβουλεύσεις των δυο μέρων δεν έλλειψαν και εις την μίαν και την άλλην
περίπτωσιν. Εδέησε πάντως και αι Νέαι λεγόμεναι Χώραι να ακολουθήσουν τας
παλαιάς κατά το αυτό μέτρον της αναγκαιότητος.
Οπωσδήποτε
δε και η επανειλημμένη μνεία και κατοχύρωσις της νέας εν Ελλάδι εκκλησιαστικής
ταύτης καταστάσεως, τόσον διά του Συντάγματος (άρθρον 3), όσον και διά των
αλληλοδιαδόχως εκδοθέντων Νόμων «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της
Ελλάδος» (βλ. Ν. 590/1977, άρθρον 1 παράγρ. 3) εμφαίνει σαφώς την σταθεράν
βούλησιν της Ελληνικής Πολιτείας επί του προκειμένου, ήτις είναι βέβαιον ότι
δεν δύναται ποτέ να στέρξη εις μεταβολήν του ισχύοντος καθεστώτος εις τας εν
λόγω Μητροπόλεις.
Β).Συναφές είναι το θέμα της μελετωμένης επισκέψεως της Υμετέρας Παναγιότητος, κατά το προσεχές έτος 1993, εις τας ειρημένας ενορίας.Η Εκκλησία της Ελλάδος αναμένει την ειθισμένην Πατριαρχικήν επίσκεψιν εις την Καθέδραν αυτής εν Αθήναις, όταν επιστή η κατά την ακολουθουμένην σειράν των πρεσβειών των Ορθοδόξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών ώρα. Και θα υποδεχθή την Υμετέραν Παναγιότητα μετά των προσηκουσών τιμών.
Εις το
σχετικόν δε πρόγραμμα δύναται να περιλάβη και επίσκεψιν ή επισκέψεις τινάς εις
την Βόρειον Ελλάδα. Θα έλθετε τότε ως υψηλός και σεπτός προσκεκλημένος της
Αυτοκεφάλου ημετέρας Εκκλησίας.
Αλλ' ως κυριαρχικώ δικαιώματι ερχόμενον - όπου
και ως προαναγγέλλεται- δεν θα δυνηθώμεν να σας υποδεχθώμεν. Και θα λυπηθώμεν
εξαιρέτως διά τον αμοιβαίον παραπικρασμόν, ενώ διακείμεθα προς Υμάς και το
Οικουμενικόν Πατριαρχείον μετ' αμειώτου τιμής και αγάπης και σεβασμού.
Γ).Δεν κατανοούμεν την ανάγκην, ουδέ την σκοπιμότητα της υπάρξεως εν Αθήναις «Γραφείου» του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όπως δε διαφαίνεται εκ των προειρημένων προγραμματισμών και σχεδίων της Υμετέρας Παναγιότητος, μια τοιαύτη ενταύθα παρουσία, διά της συστάσεως του εν λόγω «Γραφείου» (με ποίαν άραγε στελέχωσιν και εις ποίον επίπεδον αντιπροσώπων;) δεν θεωρούμε ότι θα είναι εποικοδομητική εάν μάλιστα επιχειρηθεί άνευ συναινέσεως της Ιεράς ημών Συνόδου (ως συναφής νόμος ορίζει και η εκκλησιαστική δεοντολογία και πράξις επιβάλλει).
Διά
τούτο παρακαλούμεν ίνα το γε νυν επέχητε. Οψέποτε δε παρακαμφθώσι και
εκλείψωσιν αι επιπροσθούσαι επιφυλάξεις, παρουσιασθώσι δ' ημίν εμφανώς αι προς
τούτο ειδικαί και ητιολογημέναι ανάγκαι του Πατριαρχείου, εστέ βέβαιοι ότι θα
συναντήσωσι την κατανόησιν και την συναντίληψην ημών.
Δ).Θα παρακαλέσωμεν εξ άλλου, όπως το Οικουμενικόν Πατριαρχείον αλληλογραφή μετά των Σεβ. Μητροπολιτών των εν Μακεδονία, Θράκη, Ηπείρω και Νήσοις Επαρχιών διά της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως άλλωστε συμβαίνει (κατά νόμον) και κατά την αντίστροφον περίπτωσιν της επικοινωνίας εκείνων προς Υμάς.
Η παράλειψις της τοιαύτης διαδικασίας δημιουργεί
παρεξηγήσεις. Δεν συνάδει προς την κανονικήν τάξιν και υπεμφαίνει παράκαμψιν
της Ιεράς Συνόδου ουχί άμοιρον σκοπιμότητος.
Ε).Το αυτό θα είπομεν και περί των αιτουμένων υπό του Πατριαρχείου στοιχείων των Μητροπόλεων και των Μητροπολιτών των ως είρηται Επαρχιών, προς καταχώρισιν εις το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον. Δεν είναι δυνατόν να εμφανίζονται δισυπόστατοι αι Μητροπόλεις και οι Μητροπολίται. Αι στήλαι των «Διπτύχων» (Εκκλησ. Ημερολόγιον) της Εκκλησίας της Ελλάδος διαλαμβάνουσι πλήρως περί των στοιχείων τούτων.
Το δε
Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ως και τα λοιπά Ομόδοξα Πατριαρχεία και αι
Αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι, εις συναφείς εκδόσεις αυτών, εάν και όπου περιλαμβάνωσι
πληροφοριακά στοιχεία εις διορθόδοξσν έκτασιν, ενδείκνυται να καταχωρίζωσι
ταύτα μετά της Ιεραρχίας των Ορθοδόξων Εκκλησιών εκάστων κεχωρισμένως.
Είπομεν δ' ανωτέρω ότι η Εκκλησία της
Ελλάδος είναι ήδη ενιαία και αδιαίρετος. Και αποτελεί απλήν ψευδαίσθησιν εικών της
Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου επηυξημένη μετά μελών αλλοτριωθέντων εξ
αυτού διά Πράξεων επισημοτάτων, εκκλησιαστικών και πολιτειακών, ισχυουσών και
παγίων.
Θεωρούμεν,
Παναγιώτατε, ότι ουδέν ήλλαξεν εν ταις ημέραις ημών ταύταις, ώστε η Υμετέρα
Πατριαρχία να έχη ανάγκην να επιβάλη νέας ρυθμίσεις εις τα άχρι τούδε καλώς
ισχύοντα.
Όθεν, του Κυρίου συνεργούντος, ας χωρήσωμεν ομού επί τον προκείμενον
ημίν αγώνα, σύμψυχοι, το εν φρονούντες. Και ο
Θεός της ειρήνης έσται μεθ΄ ημών».
Επί δε
τούτοις και αύθις την Υμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα κατασπαζόμενοι φιλήματι
αγαπητέ εν Χριστώ τω Θεώ και Σωτήρι ημών διατελούμεν.
† Ὁ Αθηνών ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πρόεδρος
-------------
1 9 9 2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου