Σεβ.
Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Γιατί δέν
ὑπέγραψα τό κείµενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν
κόσµον».
Ἔχουν
δηµοσιευθῆ διάφορα σχόλια σχετικά µέ τήν στάση πού τήρησα ὡς πρός τό κείµενο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας µέ τίτλο: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσµον». Ἄλλοι γράφουν ὅτι δέν τό ὑπέγραψα, ἄλλοι ὅτι τό ὑπέγραψα µέ ἐπιφυλάξεις καί ἄλλοι ὅτι τό ὑπέγραψα. Μέ τήν δήλωσή µου αὐτή ἐπιβεβαιώνω ὅτι πράγµατι δέν ὑπέγραψα αὐτό τό κείµενο, καί ἐπί πλέον ἐξέφρασα τίς ἐπιφυλάξεις µου γιά τά κείµενα «Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσµῳ» καί «Τό Μυστήριον τοῦ Γάµου καί τά κωλύµατα αὐτοῦ», σέ συγκεκριµένα σηµεῖα, τά ὁποῖα ἀνέπτυξα κατά τίς Συνεδριάσεις.
Εἰδικά γιά τό πρῶτο κείµενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσµον» θέλω νά πῶ ὅτι ὄντως δέν τό ὑπέγραψα µετά ἀπό βαθειά σκέψη, ἔχοντας θεολογικά κριτήρια. ∆έν εἶναι καιρός ἀκόµη νά ἀναπτύξω ὅλα τά ἱστορικά καί θεολογικά ἐπιχειρήµατά µου, πράγµα τό ὁποῖο θά τό κάνω ὅταν ἀναλύσω γενικότερα ὅλες τίς διαδικασίες καί τήν ἀτµόσφαιρα πού διέγνωσα κατά τήν διεξαγωγή τῶν Συνεδριῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου. Ἐδῶ θά ἀναφέρω ἐπιγραµµατικά µερικούς εἰδικούς λόγους.
1.Θεωρῶ ὅτι δέν πέρασαν ὅλες οἱ ὁµόφωνες ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὄχι µόνον ὡς πρός τήν φράση «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία γνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁµολογιῶν καί Κοινοτήτων» ἀλλά καί σέ τέσσερεις -
πέντε ἄλλες
περιπτώσεις.Ἐπέλεξα ἀπό τήν ἀρχή νά ἀποδεχθῶ τήν συµµετοχή µου στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο ὡς µέλος τῆς ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀνέµενα ὅµως τίς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαΐου 2016 προκειµένου νά ἀποφασίσω τελικῶς γιά τό ἄν θά παραστῶ. Ὅταν διεπίστωσα ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας ἦταν σηµαντικές καί ὁµόφωνες κατέληξα στό νά συµµετάσχω στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο προκειµένου νά τίς ὑποστηρίξω.
2.Προβληµατιζόµουν ἀπό τήν ἀρχή µέ τήν ὅλη δοµή καί σκέψη τοῦ κειµένου, διότι προῆλθε ἀπό τήν συνένωση δύο διαφορετικῶν κειµένων, ἀλλά µέχρι τέλους ἤλπιζα στίς διορθώσεις του, µέ τίς προτάσεις καί τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν.Ὅµως τελικά παρατήρησα ὅτι οἱ διορθώσεις πού προτάθηκαν ἀπό τίς Ἐκκλησίες δέν πέρασαν ὅλες στό κείµενο γιά διαφόρους λόγους.
Ὁ Μητροπολίτης Περγάµου, ὁ ὁποῖος, προφανῶς ὡς Σύµβουλος, µέ τήν προτροπή τοῦ Πατριάρχου ἦταν τελικός ἀξιολογητής τῶν προτάσεων ἤ τίς ἀπέρριπτε ἤ τίς διόρθωνε ἤ τίς υἱοθετοῦσε καί γινόταν ἀποδεκτή ἡ ἀξιολόγησή του ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς
Κωνσταντινουπόλεως καί τίς ἄλλες Ἐκκλησίες.Ἔτσι, τό κείµενο κατά τήν ἄποψή µου δέν ἦταν ὥριµο γιά νά ἐκδοθῆ ἀπό τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, ἀφοῦ µέχρι τήν τελευταία στιγµή, πρίν τήν ὑπογραφή του, διορθωνόταν καί ἐπεξεργαζόταν, ἀκόµη καί στήν µετάφρασή του στίς τρεῖς ἄλλες γλῶσσες, γαλλικά, ἀγγλικά καί ρωσικά. Αὐτός ἦταν ὁ λόγος πού µερικές Ἐκκλησίες ἀπό τήν ἀρχή ζήτησαν τήν ἀπόσυρση τοῦ κειµένου γιά περαιτέρω ἐπεξεργασία.
Ἐπίσης, τό κείµενο εἶναι περισσότερο διπλωµατικό καί ὁ καθένας µπορεῖ νά τό χρησιµοποιήση κατά τίς προτιµήσεις του. Ὅπως ὑποστήριξα στήν Συνεδρίαση τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, τό κείµενο δέν ἔχει αὐστηρή ἐκκλησιολογική βάση, καί τό θέµα τί εἶναι Ἐκκλησία καί ποιά εἶναι τά µέλη της ἦταν ἕνα ἀπό τά 100 σχεδόν θέµατα πού εἶχαν προταθῆ γιά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο. Αλλά ἐν τῷ µεταξύ ἐξέπεσε, µέ τήν προοπτική νά γίνη εὐρύτερη συζήτηση καί διάλογος καί µετά νά ἀποφασισθῆ σχετικῶς. Ἔπρεπε, ἑποµένως, πρῶτα νά συζητηθῆ καί ὁρισθῆ τί εἶναι Ἐκκλησία καί ποιά εἶναι τά µέλη της καί ἔπειτα νά καθορισθῆ ἡ θέση τῶν ἑτεροδόξων.
Ἐπίσης, ἐάν ὑπέγραφα τό κείµενο αὐτό, στήν πράξη θά ἀρνιόµουν ὅλα ὅσα κατά καιρούς ἔχω γράψει σέ θέµατα ἐκκλησιολογίας ἐπί τῇ βάσει τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτό δέν µποροῦσα νά τό πράξω.
3.∆έν εἶναι δυνατόν νά κατανοηθῆ πλήρως τό γιατί ἀρνήθηκα τήν ὑπογραφή µου, ἐάν δέν δώσω καί µερικές πληροφορίες γιατί οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἄλλαξαν ἐκείνη τήν στιγµή τήν ὁµόφωνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς γνωστόν ἡ ἀρχική ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Μαΐου 2016 ἦταν ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησίας γνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁµολογιῶν καί Κοινοτήτων», καί αὐτή τροποποιήθηκε µέ τήν πρόταση «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνοµασίαν ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁµολογιῶν». Ἡ διαφορά µεταξύ τῶν δύο φράσεων εἶναι ἐµφανής.
Τήν Παρασκευή πού συζητεῖτο τό συγκεκριµένο κείµενο ἡ συζήτηση ἔφθασε σέ ἀδιέξοδο στήν ἕκτη παράγραφο, ὅπου γινόταν λόγος γιά τήν ὀνοµασία τῶν Ἑτεροδόξων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρουµανίας πρότεινε νά λέγωνται «Ὁµολογίες καί Ἑτερόδοξες Κοινότητες». Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου πρότεινε νά λέγωνται «Ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες». Καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πρότεινε νά λέγωνται «Χριστιανικές Ὁµολογίες καί Κοινότητες». Ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρουµανίας ἀπέσυρε τήν πρότασή της, γινόταν συζήτηση µεταξύ τῆς προτάσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, πού γινόταν ἀποδεκτή ἀπό ἄλλες Ἐκκλησίες, καί τῆς προτάσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Σέ εἰδική σύσκεψη τῆς ἀντιπροσωπείας µας τήν Παρασκευή τό µεσηµέρι ἀποφασίσθηκε νά παραµείνουµε σταθεροί στήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας καί νά προταθοῦν ἐναλλακτικές λύσεις, ἤτοι νά γραφῆ «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία γνωρίζει τήν ὕπαρξιν ἑτεροδόξων» ἤ «ἄλλων Χριστιανῶν» ἤ «µή Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν». Ἐπειδή δέν γίνονταν ἀποδεκτές οἱ προτάσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ Οἰκουµενικός Πατριάρχης στήν ἀπογευµατινή Συνεδρίαση τῆς Παρασκευῆς πρότεινε
δηµοσίως νά γίνη συνάντηση µεταξύ τοῦ Μητροπολίτου Περγάµου καί ἐµοῦ προκειµένου νά βρεθῆ λύση.
Ὁ Μητροπολίτης Περγάµου δέν φάνηκε διατεθειµένος γιά κάτι τέτοιο καί ἐγώ δήλωσα ὅτι δέν εἶναι θέµα προσωπικό γιά νά ἀναλάβω τέτοια εὐθύνη, ἀλλά εἶναι θέµα ὅλης τῆς ἀντιπροσωπείας. Τότε ὁ Οἰκουµενικός Πατριάρχης πρότεινε στόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν νά βρεθῆ ὁπωσδήποτε λύση.
Τό Σάββατο τό πρωΐ πρίν τήν Συνεδρίαση, ἡ ἀντιπροσωπεία µας συναντήθηκε γιά νά ἀποφασίση σχετικῶς. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυµος, φερόµενος δηµοκρατικά, ἀνέφερε ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς συγκεκριµένες λύσεις. Ἡ πρώτη νά παραµείνουµε στήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας ἡ δεύτερη νά καταθέσουµε µιά νέα πρόταση, γιά τήν ὁποία δέν γνωρίζω πῶς προέκυψε καί ποιός τήν πρότεινε, ἤτοι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνοµασίαν ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁµολογιῶν» µέ τό ἰδιαίτερο σκεπτικό καί ἡ τρίτη νά δεχθοῦµε τήν πρόταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, πού ἔκανε λόγο γιά «ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες».
Ἔγινε συζήτηση καί ψηφοφορία µεταξύ τῶν µελῶν τῆς ἀντιπροσωπείας µας πάνω στίς τρεῖς προτάσεις. Προσωπικά ὑποστήριξα τήν πρώτη πρόταση µέ τίς ἐναλλακτικές της διατυπώσεις πού ἀναφέρθησαν προηγουµένως, ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι παρόντες ἐψήφισαν τήν δεύτερη νέα πρόταση. Θεώρησα ὅτι αὐτή ἡ πρόταση δέν ἦταν ἡ πλέον ἐνδεδειγµένη ἀπό πλευρᾶς ἱστορικῆς καί θεολογικῆς καί δήλωσα ἀµέσως ἐνώπιον ὅλων τῶν παρόντων ὅτι δέν θά ὑπογράψω τό κείµενο αὐτό, ἐάν κατατεθῆ αὐτή ἡ πρόταση, χάριν ὅµως τῆς ἑνότητος θά ἐπέχω ἀπό τήν περαιτέρω συζήτηση. Ἑποµένως, δέν θά µποροῦσα καί γιά τόν λόγο αὐτό νά ὑπογράψω τό κείµενο.
4.Ἕνας ἀκόµη λόγος, πού δέν εἶναι βέβαια καί οὐσιαστικός, ἀλλά ἔχει ἕνα εἰδικό βάρος εἶναι ὅτι ἀσκήθηκε ἔντονη λεκτική κριτική πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ἀπόφασή της. Βέβαια, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυµος ἀπέρριψε µέ πολύ σηµαντικό λόγο τήν ὑβριστική αὐτή τοποθέτηση. Τελικά, ὅµως, ἡ ἀντίδραση αὐτή ἔπαιξε ἕναν ψυχολογικό ρόλο στήν διαµόρφωση τῆς ἄλλης πρότασης. Τοὐλάχιστον ἐγώ προσωπικά δέχθηκα σοβαρή πίεση καί ὑβριστική ἀντιµετώπιση ἀπό Ἱεράρχες γιά τήν στάση µου,
πληροφορήθηκα δέ ὅτι πιέσεις δέχθηκαν καί ἄλλοι Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας µας.
Καί ἐπειδή πάντοτε ἐνεργῶ µέ ψυχραιµία, νηφιαλιότητα καί ἐλευθερία, δέν µποροῦσα νά ἀποδεχθῶ τέτοιες ὑβριστικές πρακτικές. Αὐτοί εἶναι οἱ βασικότεροι λόγοι πού µέ ἔκαναν ἐνσυνειδήτως καί θεολογικῶς νά ἀρνηθῶ τήν ὑπογραφή µου. Βέβαια, στό τελικό κείµενο πού δηµοσιεύθηκε χρησιµοποιήθηκε καί τό ὄνοµά µου ὡς δῆθεν ὑπογράψαντα τό κείµενο, προφανῶς διότι ἤµουν µέλος τῆς ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Αὐτά εἶναι µερικά στοιχεῖα ἀπό ὅσα ἔγιναν γιά τό θέµα αὐτό. Περισσότερα θά γράψω ἀργότερα, ὅταν θά ἀναλύσω καί τήν προβληµατική – ἀπό πλευρᾶς ἱστορίας καί θεολογίας– τῆς τελικῆς πρότασης πού ὑπέβαλε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί πέρασε στό ἐπίσηµο κείµενο.
Καί ἐπειδή πάντοτε ἐνεργῶ µέ ψυχραιµία, νηφιαλιότητα καί ἐλευθερία, δέν µποροῦσα νά ἀποδεχθῶ τέτοιες ὑβριστικές πρακτικές. Αὐτοί εἶναι οἱ βασικότεροι λόγοι πού µέ ἔκαναν ἐνσυνειδήτως καί θεολογικῶς νά ἀρνηθῶ τήν ὑπογραφή µου. Βέβαια, στό τελικό κείµενο πού δηµοσιεύθηκε χρησιµοποιήθηκε καί τό ὄνοµά µου ὡς δῆθεν ὑπογράψαντα τό κείµενο, προφανῶς διότι ἤµουν µέλος τῆς ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Αὐτά εἶναι µερικά στοιχεῖα ἀπό ὅσα ἔγιναν γιά τό θέµα αὐτό. Περισσότερα θά γράψω ἀργότερα, ὅταν θά ἀναλύσω καί τήν προβληµατική – ἀπό πλευρᾶς ἱστορίας καί θεολογίας– τῆς τελικῆς πρότασης πού ὑπέβαλε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί πέρασε στό ἐπίσηµο κείµενο.
Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΟΡΦΟΥ
Ὑπόμνημα
Πρὸς τὴν ἐν Κρήτῃ Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀναφορικῶς πρὸς τὴν εἰδικὴν
Συνεδρίαν αὐτῆς ἐπὶ τοῦ θέματος
«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον»
Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,
Οἰκουμενικὲ Πατριάρχα Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαῖε
καὶ Πρόεδρε τῆς Ἁγίας ταύτης Συνόδου,
Οἰκουμενικὲ Πατριάρχα Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαῖε
καὶ Πρόεδρε τῆς Ἁγίας ταύτης Συνόδου,
Ἅγιοι
Προκαθήμενοι τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἀναφορικῶς πρὸς τὸ θέμα τῆς παρούσης Συνόδου, «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον», εὐχαριστοῦμεν ἐκ βαθέων τὴν πατρικὴν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ Πρόνοιαν, ἡ ὁποία ἀξιώνει ἡμᾶς νὰ καταθέσωμεν ἐνώπιον Ὑμῶν ἐμπειρίας ἁγίων ἀνθρώπων, ὡς πρὸς τὸ τί εἶναι Ἐκκλησία, καὶ πῶς ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται εἰς τὴν Θεολογίαν τῆς ἐμπειρίας καὶ εἰς τὴν ἁγιοπνευματικὴν ἐμπειρίαν μεγάλων θεολόγων τοῦ συγχρόνου Ὀρθοδόξου κόσμου, ἀνεγνωρισμένου κύρους.
Καὶ ταῦτα, καθόσον, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, ἀληθὴς καὶ ἀπλανὴς θεολόγος εἶναι ὁ τῶν παθῶν διὰ τῆς πράξεως,
ἤτοι τῆς τηρήσεως τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν,
καθαρθείς, φωτισθεὶς διὰ τῆς Τριαδικῆς ἐλλάμψεως
καὶ κατὰ χάριν
θεωθεὶς διὰ τῆς καθαρᾶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι προσευχῆς. «Διὰ πολιτείας, ἄνελθε διὰ καθάρσεως, κτῆσαι τὸ καθαρόν. Βούλει θεολόγος γενέσθαι ποτέ, καὶ τῆς θεότητος ἄξιος; τὰς ἐντολὰς φύλασσε διὰ τῶν προσταγμάτων ὅδευσον πρᾶξις γὰρ ἐπίβασις
θεωρίας ἐκ τοῦ σώματος τῇ ψυχῇ φιλοπόνησον», κατὰ τὸν μέγαν ἐν θεολογίᾳ Γρηγόριον τὸν Ναζιανζηνόν.
Κατὰ δὲ τὴν ἀπόφανσιν τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Νείλου τοῦ Ἀσκητοῦ, «Εἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς καί, εἰ ἀληθῶς προσεύξῃ, θεολόγος εἶ.». Καταθέτομεν λοιπὸν ἐν συνεχείᾳ τὰς ἐν λόγῳ θεολογικὰς ἐμπειρίας, ὡς πρὸς τὸ ἀνωτέρω θέμα, παραθέτοντες καταρχὴν σχετικὰ ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βαρυσημάντου ἔργου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ὅπως κατέγραψε καὶ ἐξέδωκεν αὐτὰς ὁ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀδελφὸς καὶ συλλειτουργός, Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος.
Κατὰ δὲ τὴν ἀπόφανσιν τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Νείλου τοῦ Ἀσκητοῦ, «Εἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς καί, εἰ ἀληθῶς προσεύξῃ, θεολόγος εἶ.». Καταθέτομεν λοιπὸν ἐν συνεχείᾳ τὰς ἐν λόγῳ θεολογικὰς ἐμπειρίας, ὡς πρὸς τὸ ἀνωτέρω θέμα, παραθέτοντες καταρχὴν σχετικὰ ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βαρυσημάντου ἔργου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ὅπως κατέγραψε καὶ ἐξέδωκεν αὐτὰς ὁ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀδελφὸς καὶ συλλειτουργός, Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος.
α.«Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι βαπτίζονται καὶ χρίονται, ὅσοι κοινωνοῦν τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουν νοερὰ προσευχὴ στὴν καρδιά... Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι ἔχουν λάβει
τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.».
β.«Ὁ Χριστὸς σώζει τοὺς ἀνθρώπους
διὰ τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ μὲ ὁποιονδήποτε ἄλλο τρόπο Ἐκεῖνος
γνωρίζει, ἀλλὰ ἐμεῖς γνωρίζουμε τὸν τρόπο ποὺ σώζεται κανείς, ἤτοι διὰ τῶν
Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας
καὶ τῆς Ὀρθοδόξου εὐσεβείας, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση, ἤ, ὅπως ἀλλοιῶς λέγεται, πράξη καὶ θεωρία.
Ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὴ σωστικὴ Χάρη σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὅταν σώζεται κανεὶς ἐκτὸς τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας,
αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς σώζει αὐτόν. Ἐὰν αὐτὸς εἶναι μέλος ἑτερόδοξο, τότε σώζεται διότι τὸν σώζει ὁ Χριστὸς καὶ ὄχι ἡ ''παραφυάς'', στὴν ὁποία ἀνήκει, διότι μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία ποὺ σώζει, δηλαδὴ ὁ Χριστός.».
γ.«Ὅπου δὲν ὑπάρχει τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ἀποφανθεῖ περὶ τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων.
Κατὰ τοὺς Πατέρας, τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα οὐδέποτε χωρίζεται ἀπὸ τὴν πνευματικότητα... Τὸ κριτήριο τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους εἶναι τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ἐνῶ γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους εἶναι ἡ ἀποστολικὴ διαδοχή.
Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν ἀρκεῖ νὰ ἀνάγουμε τὴν χειροτονία στοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε Ὀρθόδοξο Δόγμα...Ὅπου ὑπάρχει ὀρθὴ διδασκαλία, ὑπάρχει καὶ ὀρθὴ πράξη. Ὀρθοδοξία σημαίνει ὀρθὴ δόξα καὶ ὀρθὴ πράξη.».
Κατὰ τοὺς Πατέρας, τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα οὐδέποτε χωρίζεται ἀπὸ τὴν πνευματικότητα... Τὸ κριτήριο τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους εἶναι τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ἐνῶ γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους εἶναι ἡ ἀποστολικὴ διαδοχή.
Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν ἀρκεῖ νὰ ἀνάγουμε τὴν χειροτονία στοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε Ὀρθόδοξο Δόγμα...Ὅπου ὑπάρχει ὀρθὴ διδασκαλία, ὑπάρχει καὶ ὀρθὴ πράξη. Ὀρθοδοξία σημαίνει ὀρθὴ δόξα καὶ ὀρθὴ πράξη.».
δ.«Ὑπάρχει μία
ταυτότητα μεταξὺ Ὀρθοδόξου
Θεολογίας καὶ Μυστηρίων.»
ε.«Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, εἶναι τὸ κατοικητήριο τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ. Δὲν μποροῦμε νὰ ξεχωρίσουμε τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, οὔτε καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν Χριστό. Στὸν Παπισμὸ καὶ Προτεσταντισμὸ γίνεται σαφὴς διάκριση μεταξὺ τοῦ Σώματος καὶ τῆς Ἐκκλησίας...
Αὐτὸ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἀδύνατον.»
στ.«Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁρατὴ καὶ ἀόρατη... Οἱ ἅγιοι γνωρίζουν ἐκ πείρας τὴ συνύπαρξη ὁρατοῦ καὶ ἀοράτου στοιχείου τῆς Ἐκκλησίας 11 . Ἡ ἐμφάνιση πολλῶν ἁγίων σὲ ζῶντα θεούμενα μέλη τῆς Ἐκκλησίας δείχνει αὐτὴ τὴν πραγματικότητα.
Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀληθινὴ γνώση τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία ἔχουν ὅσοι ἔχουν
προσωπικὴ ἐμπειρία.».
Ταῦτα, μεταξὺ πολλῶν ἄλλων
παρεμφερῶν, καταθέτει καὶ μαρτυρεῖ τὸ γνήσιον
τέκνον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ αὐθεντικὸς συνεχιστὴς τῆς ἀληθοῦς πατερικῆς παραδόσεως, μακαριστὸς
πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Ρωμανίδης, καὶ ἐπιμένει νὰ παραπέμπει εἰς τὴν προσωπικὴν ἐμπειρίαν τῶν ἁγίων Πατέρων. Εἰς τὴν προσωπικὴν ἡμῶν ζωήν, Παναγιώτατε καὶ ἅγιοι ἀρχιερεῖς, ἀνεζητήσαμεν τοιούτους θεοφόρους
Πατέρας καὶ Μητέρας. Καὶ ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς «ὑπερεκπερισσοῦ ὧν ᾐτούμεθα ἢ ἐνοοῦμεν» (πρβλ. Ἐφεσ. 3, 20), καὶ ἠξίωσεν ἡμᾶς νὰ
γνωρίσωμεν ἐκ τοῦ σύνεγγυς
καὶ νὰ
συναναστραφῶμεν μετὰ γνησίων ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ.
Δύο ἐξ αὐτῶν ὑπῆρξαν οἱ ὅσιοι
Γέροντες Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης καὶ Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης,
τὴν ἁγιότητα τῶν ὁποίων ἀνεκήρυξε προσφάτως τὸ Σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον. Παραθέτω ἐν συνεχείᾳ χαρακτηριστικὰ ἀποσπάσματα ἐκ τῆς διδασκαλίας τῶν θεοφόρων τούτων ἀνδρῶν ἀναφορικῶς πρὸς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν
θέμα, καὶ μάλιστα τὸ θέμα τοῦ μετὰ τῶν ἑτεροδόξων διαλόγου, τοῦ τρόπου προσεγγίσεως τούτων καὶ τῆς εὐθύνης ἡμῶν ἔναντι αὐτῶν.
Ὁ ὅσιος Πορφύριος ἔλεγεν εἰς πνευματικὰ αὐτοῦ τέκνα.«Ἐσεῖς θὰ κρατήσετε (στοὺς διαλόγους μὲ τοὺς παπικοὺς) καὶ θὰ ἀκολουθήσετε τὴν Ὀρθόδοξη θέση. Ἂν τώρα αὐτοὶ (οἱ παπικοὶ) θέλουν νὰ ἔρθουν μαζί μας, οὔτε μποροῦμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ πρέπει νὰ τοὺς ἐμποδίσουμε νὰ ἔλθουν...Μὴ φοβᾶστε. Οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν νὰ ὑποτάξει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ θὰ ἔλθει ἡμέρα, ποὺ ὁ διάλογος θὰ ματαιωθεῖ· τίποτε δὲν πρόκειται νὰ γίνει· ἄλλωστε τοὺς Οὐνίτες, αὐτὸ τὸν δούρειο ἵππο, εἶναι φῶς φανάρι ὅτι τοὺς ἐνδιαφέρει νὰ ἀναγνωρίσουν οἱ Ὀρθόδοξοι κεφαλὴν τὸν Πάπα καὶ τίποτε περισσότερο.».
Ὁ ὅσιος Πορφύριος ἔλεγεν εἰς πνευματικὰ αὐτοῦ τέκνα.«Ἐσεῖς θὰ κρατήσετε (στοὺς διαλόγους μὲ τοὺς παπικοὺς) καὶ θὰ ἀκολουθήσετε τὴν Ὀρθόδοξη θέση. Ἂν τώρα αὐτοὶ (οἱ παπικοὶ) θέλουν νὰ ἔρθουν μαζί μας, οὔτε μποροῦμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ πρέπει νὰ τοὺς ἐμποδίσουμε νὰ ἔλθουν...Μὴ φοβᾶστε. Οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν νὰ ὑποτάξει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ θὰ ἔλθει ἡμέρα, ποὺ ὁ διάλογος θὰ ματαιωθεῖ· τίποτε δὲν πρόκειται νὰ γίνει· ἄλλωστε τοὺς Οὐνίτες, αὐτὸ τὸν δούρειο ἵππο, εἶναι φῶς φανάρι ὅτι τοὺς ἐνδιαφέρει νὰ ἀναγνωρίσουν οἱ Ὀρθόδοξοι κεφαλὴν τὸν Πάπα καὶ τίποτε περισσότερο.».
Ὁ δὲ ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ὑπαγορεύει τὰ ἑξῆς βαρυσήμαντα:«Πολλοὶ ἅγιοι Μάρτυρες, ὅταν δὲν ἤξεραν τὸ δόγμα, ἔλεγαν: ‘‘Πιστεύω ὅ,τι θέσπισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες.’’ Ἂν κάποιος
τὸ ἔλεγε αὐτό, μαρτυροῦσε. Δὲν ἤξερε δηλαδὴ νὰ φέρη ἀποδείξεις στοὺς διῶκτες γιὰ τὴν πίστη
του καὶ νὰ τοὺς πείση, ἀλλὰ εἶχε ἐμπιστοσύνη στοὺς Ἁγίους Πατέρες. Σκεφτόταν; ‘‘Πῶς νὰ μὴν ἔχω ἐμπιστοσύνη στοὺς Ἁγίους Πατέρες; Αὐτοὶ ἦταν καὶ πιὸ ἔμπειροι καὶ ἐνάρετοι καὶ ἅγιοι. Πῶς ἐγὼ νὰ δεχθῶ μία ἀνοησία; Πῶς νὰ ἀνεχθῶ νὰ βρίζη ἕνας τοὺς Ἁγίους
Πατέρες;’’
Νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὴν παράδοση. Σήμερα, δυστυχῶς, μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκὴ εὐγένεια καὶ πᾶνε νὰ δείξουν τὸν καλό. Θέλουν νὰ δείξουν ἀνωτερότητα καὶ τελικὰ πᾶνε νὰ προσκυνήσουν τὸν διάβολο μὲ τὰ δύο κέρατα. ‘‘Μία θρησκεία,’’ σοῦ λένε, ‘‘νὰ ὑπάρχη’’, καὶ τὰ ἰσοπεδώνουν ὅλα.Ἦρθαν καὶ σ’ ἐμένα μερικοὶ καὶ μοῦ εἶπαν: ‘‘ Ὅσοι πιστεύουμε στὸν Χριστό, νὰ κάνουμε μία θρησκεία.’’ ‘‘Τώρα εἶναι σάν νὰ μοῦ λέτε’’, τοὺς εἶπα, ‘‘χρυσὸ καὶ μπακίρι, χρυσὸ τόσα καράτια καὶ τόσα ποὺ τὰ ξεχώρισαν, νὰ τὰ μαζέψουμε πάλι καὶ νὰ τὰ κάνουμε ἕνα. Εἶναι σωστὸ νὰ τὰ ἀνακατέψουμε πάλι;
Ρωτῆστε ἕναν χρυσοχόο: «Κάνει νὰ ἀνακατέψουμε τὴν σαβούρα μὲ τὸν χρυσό;»Ἔγινε τόσος ἀγώνας, γιὰ νὰ λαμπικάρη τὸ δόγμα.’’ Οἱ Ἅγιοι Πατέρες κάτι ἤξεραν καὶ ἀπαγόρευσαν τὶς σχέσεις μὲ αἱρετικό. Σήμερα λένε: ‘‘Ὄχι μόνο μὲ αἱρετικό, ἀλλὰ καὶ μὲ Βουδδιστὴ καὶ μὲ πυρολάτρη καὶ μὲ δαιμονολάτρη νὰ συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νὰ βρίσκωνται στὶς συμπροσευχές τους καὶ στὰ συνέδρια καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μία παρουσία.’’ Τί παρουσία; Τὰ λύνουν ὅλα μὲ τὴν λογική καὶ δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα. Τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ πνευματικά θέματα μποροῦν νὰ μποῦν στὴν Κοινή Ἀγορά.».
Νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὴν παράδοση. Σήμερα, δυστυχῶς, μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκὴ εὐγένεια καὶ πᾶνε νὰ δείξουν τὸν καλό. Θέλουν νὰ δείξουν ἀνωτερότητα καὶ τελικὰ πᾶνε νὰ προσκυνήσουν τὸν διάβολο μὲ τὰ δύο κέρατα. ‘‘Μία θρησκεία,’’ σοῦ λένε, ‘‘νὰ ὑπάρχη’’, καὶ τὰ ἰσοπεδώνουν ὅλα.Ἦρθαν καὶ σ’ ἐμένα μερικοὶ καὶ μοῦ εἶπαν: ‘‘ Ὅσοι πιστεύουμε στὸν Χριστό, νὰ κάνουμε μία θρησκεία.’’ ‘‘Τώρα εἶναι σάν νὰ μοῦ λέτε’’, τοὺς εἶπα, ‘‘χρυσὸ καὶ μπακίρι, χρυσὸ τόσα καράτια καὶ τόσα ποὺ τὰ ξεχώρισαν, νὰ τὰ μαζέψουμε πάλι καὶ νὰ τὰ κάνουμε ἕνα. Εἶναι σωστὸ νὰ τὰ ἀνακατέψουμε πάλι;
Ρωτῆστε ἕναν χρυσοχόο: «Κάνει νὰ ἀνακατέψουμε τὴν σαβούρα μὲ τὸν χρυσό;»Ἔγινε τόσος ἀγώνας, γιὰ νὰ λαμπικάρη τὸ δόγμα.’’ Οἱ Ἅγιοι Πατέρες κάτι ἤξεραν καὶ ἀπαγόρευσαν τὶς σχέσεις μὲ αἱρετικό. Σήμερα λένε: ‘‘Ὄχι μόνο μὲ αἱρετικό, ἀλλὰ καὶ μὲ Βουδδιστὴ καὶ μὲ πυρολάτρη καὶ μὲ δαιμονολάτρη νὰ συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νὰ βρίσκωνται στὶς συμπροσευχές τους καὶ στὰ συνέδρια καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μία παρουσία.’’ Τί παρουσία; Τὰ λύνουν ὅλα μὲ τὴν λογική καὶ δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα. Τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ πνευματικά θέματα μποροῦν νὰ μποῦν στὴν Κοινή Ἀγορά.».
«Αὐτό, ποὺ ἐπιβάλλεται σὲ κάθε Ὀρθόδοξο, εἶναι νὰ βάζη τὴν καλὴ ἀνησυχία καὶ στοὺς ἑτεροδόξους,
νὰ καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη, γιὰ νὰ μὴν ἀναπαύουν ψεύτικα τὸν λογισμό τους, καὶ στερηθοῦν καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ζωὴ τὶς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας
καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ στερηθοῦν τὶς περισσότερες καὶ αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ.».Ἕτερος
σύγχρονος ὅσιος, μετὰ τοῦ ὁποίου ἠξιώθημεν νὰ συνδεθῶμεν πνευματικῶς, ὑπῆρξεν ὁ ἁγίας μνήμης Γέρων Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης, ὁ «μὲ συγχωρεῖτε».
Τὸ προσφάτως ἐκδοθὲν βιβλίον περὶ τῆς ἁγίας αὐτοῦ βιοτῆς16, ἀναφέρει καὶ τὸ ἑξῆς χαρακτηριστικὸν περιστατικόν, τὸ ὁποῖον θεωροῦμεν ὅτι ἀφορᾶ καὶ εἰς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα τῆς Συνόδου καὶ ἐνέχει ἰδιαιτέραν ποιμαντικὴν ἀξίαν.
Τὸ παραθέτομεν ἐν συνεχείᾳ:
Τὸ προσφάτως ἐκδοθὲν βιβλίον περὶ τῆς ἁγίας αὐτοῦ βιοτῆς16, ἀναφέρει καὶ τὸ ἑξῆς χαρακτηριστικὸν περιστατικόν, τὸ ὁποῖον θεωροῦμεν ὅτι ἀφορᾶ καὶ εἰς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα τῆς Συνόδου καὶ ἐνέχει ἰδιαιτέραν ποιμαντικὴν ἀξίαν.
Τὸ παραθέτομεν ἐν συνεχείᾳ:
«Ὅταν ἔμεινε γιὰ διανυκτέρευση στὸ Μοναστήρι ἕνας παπικός, ὁ Γέροντας τοῦ φέρθηκε μὲ ἀγάπη. Ὁ ἐπισκέπτης ἦταν καλοπροαίρετος καὶ εἶχε πολλὲς ἀπορίες. Ὁ Γέροντας τοῦ ἐξηγοῦσε μὲ καλωσύνη καὶ πραότητα. Τότε τὸ Μοναστήρι
δὲν εἶχε τὴν μεγάλη τράπεζα ποὺ ἔχει τώρα, καὶ ἔτρωγαν ὅλοι μαζὶ (μοναχοί, κληρικοί, λαϊκοὶ) σὲ μιὰ μικρὴ τράπεζα (τραπεζαρία) στὸ ἰσόγειο, δίπλα στὴ βρύση. Εἶχαν
προπορευθῆ ὅλοι οἱ ἄλλοι. Κάθησαν στὴν τράπεζα καὶ περίμεναν τὸν Γέροντα. Ὅταν μπῆκε ὁ Γέροντας μέσα, ὅλοι σηκώθηκαν ἀπὸ σεβασμὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ γίνη ἡ συνηθισμένη προσευχὴ τῆς τράπεζας. Ὁ Γέροντας κάθησε, εἶπε καὶ στοὺς ἄλλους νὰ καθήσουν, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ ἄρχισε νὰ τρώη.
Ὁ παπικὸς ἦταν πιστός. Παίρνει τὸν λόγο καὶ λέει στὸν Γέροντα: ‘‘Γέροντα, δὲν θὰ κάνωμε προσευχή;’’ Καὶ ὁ Γέροντας ἤρεμα τοῦ ἀπαντᾶ:
‘‘Καλύτερα νὰ κάνωμε σιωπή.’’ Καὶ συνέχισε τὸ φαγητό του. Ἂς κατανοήσουν τὸ πνεῦμα τοῦ ἁγίου
Γέροντος ὅσοι ἐπιμένουν
στὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους.». Ἄλλος
σύγχρονος θεοφόρος πατήρ, τὸν ὁποῖον ἠξιώθημεν νὰ γνωρίσωμεν κατὰ τὴν νεότητα ἡμῶν, εἶναι ὁ τότε ἐφημέριος τοῦ Λεπροκομείου (Νοσοκομείου Λοιμωδῶν Νόσων) Ἀθηνῶν, ἀείμνηστος Γέρων Εὐμένιος
Σαριδάκης, γέννημα τῆς ἁγιοτόκου
νήσου Κρήτης - ἥτις καὶ φιλοξενεῖ τὴν Σύνοδον
ταύτην-, πνευματικὸν τέκνον τοῦ ὁσίου Νικηφόρου τοῦ Λεπροῦ.
Παραθέτομεν ἐν συνεχείᾳ θαυμαστὸν γεγονός, τὸ ὁποῖον συνέβη εἰς τὸν Γέροντα
Εὐμένιον καὶ σχετίζεται ἀμέσως πρὸς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα, ὅπως τοῦτο καταγράφεται εἰς ἡμέτερον, προσφάτως ἐκδοθὲν πόνημα. Τοῦ περιστατικοῦ τούτου ἤμην αὐτήκοος (ἐκ τοῦ Γέροντος Εὐμενίου) μάρτυς. Ἀλλ᾽ ἐπειδή, κατὰ τὸ Κυριακὸν λόγιον, «ἐπὶ στόματος
δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθῇ πᾶν ῥῆμα» (Ματθ.
18, 16), εἰς τὸ ὡς ἄνω βιβλίον καταγράφομεν τοῦτο κατὰ τὴν
συμμαρτυρίαν τοῦ πνευματικοῦ ἡμῶν ἀδελφοῦ, μοναχοῦ Ἱεροθέου. «Ὁ Γέροντάς
μας, π. Εὐμένιος Σαριδάκης, προσευχόταν
κάποτε γιὰ τὸν διάβολο.
Τὸν σταμάτησε ὅμως ὁ Θεός, λέγοντάς του ὅτι ἡ προσευχὴ αὐτὴ εἶναι ἀτελέσφορη, ὡς πρὸς τὸ ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα.
Κάποτε, ὁ Γέροντας μοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ὅτι μνημόνευσε στὴν Πρόθεση τὸν Εὐρωπαῖο γνωστὸ ἀνθρωπιστὴ Ραοὺλ Φολλερώ, παπικὸ στὸ δόγμα, ἐπειδὴ εἶχε εὐεργετήσει τὸ Λεπροκομεῖο καὶ ἦταν πολὺ καλὸς ἄνθρωπος. Τότε, ἄγγελος Κυρίου τοῦ πέταξε τὴ μερίδα ἀπὸ τὸ ἅγιο Δισκάριο τρεῖς φορές. Τὴν τρίτη φορά, τοῦ ἐμφανίσθηκε λέγοντάς του ὅτι ἐκεῖ (στὴν Πρόθεση) ἔχουν θέση μόνο τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦ ἐξήγησε ὅτι στὸ κομβοσχοίνι του μπορεῖ νὰ βάλει προσευχόμενος τοὺς πάντες, αἱρετικούς, ἑτεροθρήσκους, φονιάδες, ἐγκληματίες, ἀσελγεῖς, τὸ πλήρωμα ὅλης τῆς οἰκουμένης, ζῶντες καὶ κεκοιμημένους.
Κάποτε, ὁ Γέροντας μοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ὅτι μνημόνευσε στὴν Πρόθεση τὸν Εὐρωπαῖο γνωστὸ ἀνθρωπιστὴ Ραοὺλ Φολλερώ, παπικὸ στὸ δόγμα, ἐπειδὴ εἶχε εὐεργετήσει τὸ Λεπροκομεῖο καὶ ἦταν πολὺ καλὸς ἄνθρωπος. Τότε, ἄγγελος Κυρίου τοῦ πέταξε τὴ μερίδα ἀπὸ τὸ ἅγιο Δισκάριο τρεῖς φορές. Τὴν τρίτη φορά, τοῦ ἐμφανίσθηκε λέγοντάς του ὅτι ἐκεῖ (στὴν Πρόθεση) ἔχουν θέση μόνο τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦ ἐξήγησε ὅτι στὸ κομβοσχοίνι του μπορεῖ νὰ βάλει προσευχόμενος τοὺς πάντες, αἱρετικούς, ἑτεροθρήσκους, φονιάδες, ἐγκληματίες, ἀσελγεῖς, τὸ πλήρωμα ὅλης τῆς οἰκουμένης, ζῶντες καὶ κεκοιμημένους.
Στὴν εὐχαριστιακὴ Ἀναφορὰ ὅμως, μόνο τοὺς Ὀρθοδόξους, γιατὶ αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὰ μέλη τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.». Συχνῶς πυκνῶς παραπέμπομεν εἰς τὴν θεόπνευστον ρῆσιν τοῦ ἁγίου
Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, «Διὰ δὲ τῶν
μυστηρίων καὶ ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται, σῶμα οὖσα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους... Σημαίνεται δὲ ἡ Ἐκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις, οὐχ ὡς ἐν
συμβόλοις, ἀλλ᾽ ὡς ἐν καρδίᾳ μέλη…Οὐ γὰρ ὀνόματος ἐνταῦθα
κοινωνία μόνον, ἢ ἀναλογία ὁμοιότητος, ἀλλὰ πράγματος
ταυτότης.».
Ἰδού,
λοιπόν, ἡ προσωπικὴ ἐμπειρία τοῦ συγχρόνου ἁγίου πατρὸς Εὐμενίου Σαριδάκη - εἰς τὴν ἁγιότητα τοῦ ὁποίου ἀνεφέρθη ἐνθέρμως ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης εἰς τὸν Προλογικὸν Χαιρετισμὸν Ἑορτολογίου
τῆς Μητροπόλεως Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας (ἔτους-2014) -,τί καταθέτει εἰς ἡμᾶς τοὺς
περισπουδάστους, μετὰ βροντώδους ἁπλότητος καὶ ἐκπληκτικῆς ἀκριβείας, ἐπικυροῦσα κατὰ πάντα τοὺς θεολογικωτάτους λόγους τοῦ Καβάσιλα. Ὅτι δηλαδὴ «ἡ Ἐκκλησία
σημαίνεται ἐν τοῖς
μυστηρίοις», εἰς τὴν ἱερὰν Πρόθεσιν τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Καὶ τὸ ἀξιοπρόσεκτον εἶναι ὅτι ἄγγελος Κυρίου ἀπεκάλυψε τὴν μεγίστην ταύτην, προικοδοτηθεῖσαν εἰς ἡμᾶς, ἀλήθειαν, περὶ τοῦ τί ἐστὶ δηλονότι Ἐκκλησία, ποῖα τὰ μέλη αὐτῆς καὶ τίς ἡ ἡμετέρα εὐθύνη πρὸς τὰ μὴ ἀποτελοῦντα μέλη αὐτῆς. Τέλος, παραθέτομεν βαρυσήμαντον κείμενον ἐπιστολῆς τοῦ μεγάλου καὶ συγχρόνου ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, ἱδρυτοῦ τῆς ἐν Ἔσσεξ Ἀγγλίας Πατριαρχικῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. «Ἐδῶ ὅμως θέλω νὰ πῶ καὶ λίγα λόγια γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι μιὰ σημαντικὴ μερίδα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου κλίνει σήμερα νὰ ἀποδεχθεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπικίνδυνες αἱρέσεις (Σ.Ε.: ὁ Γέρων ἐννοεῖ ἐνταῦθα τὸν Οἰκουμενιστικὸν Συγκρητισμόν).
Αὐτὴ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ διαπίστωση ὅτι δῆθεν στὶς ἡμέρες μας δὲν ὑπάρχει οὔτε μιὰ ἐκκλησία ποὺ νὰ ἔχει διαφυλάξει πλήρως τὴν ἀλήθεια τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ ὅτι καμιὰ ἐκκλησία δὲν κατέχει σὲ ἀπόλυτο βαθμὸ τὴ γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς ἁγίας, χαρισματικῆς χριστιανικῆς ζωῆς σὲ ἠθικὸ καὶ ἀσκητικὸ ἐπίπεδο ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες, ποὺ ἀποκαλοῦνται χριστιανικές, ἔχουν ἴση χάρη, καὶ γι’ αὐτὸ ὀφείλει νὰ ἐπέλθει ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν μὲ βάση κάποιον κοινὸ γιὰ ὅλες παρονομαστή.
Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ συχνὰ ἐρωτήματα, ποὺ τυχαίνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε, εἶναι τὸ ἐρώτημα ποιός σώζεται καὶ ποιός ὄχι. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ συνήθως σκέπτονται ὅτι σώζεται ὄχι μόνο ὁ Ὀρθόδοξος (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) ἢ μόνο ὁ Καθολικὸς (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν), ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἐνάρετοι ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστό. Ἡ ἄποψη αὐτὴ πέρασε ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες καὶ στοὺς πιστοὺς τῶν ὑπολοίπων ἐκκλησιῶν. Ὑπάρχουν πολλοὶ μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, ποὺ ὑποστηρίζουν τὴν ἄποψη αὐτή.
Μερικοὶ μάλιστα σκέπτονται ὅτι οὔτε μιὰ ἀπὸ τὶς ὑπάρχουσες ἐκκλησίες δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος, γιατὶ ἡ κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς κατὰ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο βαθμὸ ἔχει παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Οἱ ἴδιοι πάντοτε πιστεύουν ὅτι μόνο τώρα, στὰ τέλη τῶν αἰώνων, συνέλαβαν πλήρως τὸ πνεῦμα τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ μέχρι τώρα ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος, στὴ ροὴ τόσων αἰώνων, βρισκόταν σὲ πλάνη. Λένε ὅτι τώρα ἦρθε ὁ καιρός, ποὺ πρέπει νὰ ἑνωθοῦν ὅλα τὰ διχασμένα μέρη σὲ μιὰ παγκόσμια καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.
Αὐτή, σύμφωνα μὲ τοὺς ἴδιους, θὰ κατέχει τὴν πλήρη ἀλήθεια ἀπὸ ὅλες τὶς ἀπόψεις, ἂν κατὰ τὴν (παραπάνω) ἕνωση γίνει ἀποδεκτὸ μόνο ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελεῖ κοινὸ χαρακτηριστικὸ γιὰ ὅλες τὶς ἐκκλησίες. Ἄλλοι πάλι, φαινόμενο ἀκόμη χειρότερο, διαλογίζονται στὶς καρδιές τους γιὰ κάποιο εἶδος ὑψηλοῦ μυστικισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀντιλήψεως τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ὥστε... δὲν θέλω οὔτε νὰ ἀναφερθῶ περισσότερο σὲ ὅλα αὐτά. Ἐπιθυμῶ μόνο κλείνοντας τὸ θέμα αὐτὸ νὰ πῶ παρενθετικὰ ὅτι πολὺ θὰ ἤθελα (καὶ γι’ αὐτὸ προσεύχομαι στὸν Θεὸ) ἐσεῖς νὰ μὴ πλανηθεῖτε μὲ ὅλα αὐτά,.
Αλλὰ νὰ πιστεύετε ἀκράδαντα μὲ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸν νοῦ ὅτι ὑπάρχει πάνω στὴ γῆ ἐκείνη ἡ Μία, Μοναδικὴ καὶ Ἀληθινὴ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Κύριος. Ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ διατηρεῖ ἁλώβητη καὶ ἀκέραιη τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ (καὶ ὄχι ξεχωριστὰ μέλη της), κατέχει τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος καὶ εἶναι ἀλάθητη. Ἐκεῖνο ποὺ γιὰ μερικοὺς δὲν φαίνεται νὰ εἶναι πλήρης διδασκαλία, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ δυνατότητα γιὰ ἐπιστημονικὴ ἐπεξεργασία ποὺ προσφέρει ὁ ἀπεριόριστος καὶ ἀνεξάντλητος πλοῦτος της.
Αὐτὸ ὅμως δὲν συγκρούεται καθόλου μὲ ὅ,τι εἴπαμε παραπάνω γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς γνώσεως.Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαβε τὴν τελική της μορφὴ ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀλλαγή. Ὅλη ἡ μετέπειτα ἐπιστημονικὴ ἐργασία πρέπει ἀπαραίτητα νὰ συμφωνεῖ μὲ ὅ,τι ἤδη δόθηκε στὴ θεία ἀποκάλυψη καὶ διατυπώθηκε στὴ διδαχὴ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴ χάρη. Τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος, μπορεῖ νὰ κατέχει μόνο ἡ μία καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία.
Ὅλες ὅμως οἱ ἄλλες ἐκκλησίες διαθέτουν χάρη ἐξαιτίας τῆς πίστεως στὸν Χριστό, ὄχι ὅμως στὴν πληρότητα. Μποροῦμε νὰ πιστεύουμε ὅτι καὶ στὶς ἡμέρες μας ἀκόμη ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ κατὰ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἴσοι μὲ τοὺς μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀρχαίων χρόνων (τὸ λέω σὲ σχέση μὲ ὅ,τι ἔτυχε νὰ ἀκούσω γιὰ μερικοὺς ἀνθρώπους στὴ Ρωσία), γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ‘‘χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας’’.Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὅποιος ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν πίστη αὐτή, δὲν θὰ σταθεῖ.».
Καὶ τὸ ἀξιοπρόσεκτον εἶναι ὅτι ἄγγελος Κυρίου ἀπεκάλυψε τὴν μεγίστην ταύτην, προικοδοτηθεῖσαν εἰς ἡμᾶς, ἀλήθειαν, περὶ τοῦ τί ἐστὶ δηλονότι Ἐκκλησία, ποῖα τὰ μέλη αὐτῆς καὶ τίς ἡ ἡμετέρα εὐθύνη πρὸς τὰ μὴ ἀποτελοῦντα μέλη αὐτῆς. Τέλος, παραθέτομεν βαρυσήμαντον κείμενον ἐπιστολῆς τοῦ μεγάλου καὶ συγχρόνου ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, ἱδρυτοῦ τῆς ἐν Ἔσσεξ Ἀγγλίας Πατριαρχικῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. «Ἐδῶ ὅμως θέλω νὰ πῶ καὶ λίγα λόγια γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι μιὰ σημαντικὴ μερίδα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου κλίνει σήμερα νὰ ἀποδεχθεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπικίνδυνες αἱρέσεις (Σ.Ε.: ὁ Γέρων ἐννοεῖ ἐνταῦθα τὸν Οἰκουμενιστικὸν Συγκρητισμόν).
Αὐτὴ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ διαπίστωση ὅτι δῆθεν στὶς ἡμέρες μας δὲν ὑπάρχει οὔτε μιὰ ἐκκλησία ποὺ νὰ ἔχει διαφυλάξει πλήρως τὴν ἀλήθεια τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ ὅτι καμιὰ ἐκκλησία δὲν κατέχει σὲ ἀπόλυτο βαθμὸ τὴ γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς ἁγίας, χαρισματικῆς χριστιανικῆς ζωῆς σὲ ἠθικὸ καὶ ἀσκητικὸ ἐπίπεδο ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες, ποὺ ἀποκαλοῦνται χριστιανικές, ἔχουν ἴση χάρη, καὶ γι’ αὐτὸ ὀφείλει νὰ ἐπέλθει ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν μὲ βάση κάποιον κοινὸ γιὰ ὅλες παρονομαστή.
Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ συχνὰ ἐρωτήματα, ποὺ τυχαίνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε, εἶναι τὸ ἐρώτημα ποιός σώζεται καὶ ποιός ὄχι. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ συνήθως σκέπτονται ὅτι σώζεται ὄχι μόνο ὁ Ὀρθόδοξος (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) ἢ μόνο ὁ Καθολικὸς (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν), ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἐνάρετοι ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστό. Ἡ ἄποψη αὐτὴ πέρασε ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες καὶ στοὺς πιστοὺς τῶν ὑπολοίπων ἐκκλησιῶν. Ὑπάρχουν πολλοὶ μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, ποὺ ὑποστηρίζουν τὴν ἄποψη αὐτή.
Μερικοὶ μάλιστα σκέπτονται ὅτι οὔτε μιὰ ἀπὸ τὶς ὑπάρχουσες ἐκκλησίες δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος, γιατὶ ἡ κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς κατὰ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο βαθμὸ ἔχει παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Οἱ ἴδιοι πάντοτε πιστεύουν ὅτι μόνο τώρα, στὰ τέλη τῶν αἰώνων, συνέλαβαν πλήρως τὸ πνεῦμα τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ μέχρι τώρα ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος, στὴ ροὴ τόσων αἰώνων, βρισκόταν σὲ πλάνη. Λένε ὅτι τώρα ἦρθε ὁ καιρός, ποὺ πρέπει νὰ ἑνωθοῦν ὅλα τὰ διχασμένα μέρη σὲ μιὰ παγκόσμια καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.
Αὐτή, σύμφωνα μὲ τοὺς ἴδιους, θὰ κατέχει τὴν πλήρη ἀλήθεια ἀπὸ ὅλες τὶς ἀπόψεις, ἂν κατὰ τὴν (παραπάνω) ἕνωση γίνει ἀποδεκτὸ μόνο ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελεῖ κοινὸ χαρακτηριστικὸ γιὰ ὅλες τὶς ἐκκλησίες. Ἄλλοι πάλι, φαινόμενο ἀκόμη χειρότερο, διαλογίζονται στὶς καρδιές τους γιὰ κάποιο εἶδος ὑψηλοῦ μυστικισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀντιλήψεως τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ὥστε... δὲν θέλω οὔτε νὰ ἀναφερθῶ περισσότερο σὲ ὅλα αὐτά. Ἐπιθυμῶ μόνο κλείνοντας τὸ θέμα αὐτὸ νὰ πῶ παρενθετικὰ ὅτι πολὺ θὰ ἤθελα (καὶ γι’ αὐτὸ προσεύχομαι στὸν Θεὸ) ἐσεῖς νὰ μὴ πλανηθεῖτε μὲ ὅλα αὐτά,.
Αλλὰ νὰ πιστεύετε ἀκράδαντα μὲ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸν νοῦ ὅτι ὑπάρχει πάνω στὴ γῆ ἐκείνη ἡ Μία, Μοναδικὴ καὶ Ἀληθινὴ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Κύριος. Ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ διατηρεῖ ἁλώβητη καὶ ἀκέραιη τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ (καὶ ὄχι ξεχωριστὰ μέλη της), κατέχει τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος καὶ εἶναι ἀλάθητη. Ἐκεῖνο ποὺ γιὰ μερικοὺς δὲν φαίνεται νὰ εἶναι πλήρης διδασκαλία, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ δυνατότητα γιὰ ἐπιστημονικὴ ἐπεξεργασία ποὺ προσφέρει ὁ ἀπεριόριστος καὶ ἀνεξάντλητος πλοῦτος της.
Αὐτὸ ὅμως δὲν συγκρούεται καθόλου μὲ ὅ,τι εἴπαμε παραπάνω γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς γνώσεως.Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαβε τὴν τελική της μορφὴ ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀλλαγή. Ὅλη ἡ μετέπειτα ἐπιστημονικὴ ἐργασία πρέπει ἀπαραίτητα νὰ συμφωνεῖ μὲ ὅ,τι ἤδη δόθηκε στὴ θεία ἀποκάλυψη καὶ διατυπώθηκε στὴ διδαχὴ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴ χάρη. Τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος, μπορεῖ νὰ κατέχει μόνο ἡ μία καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία.
Ὅλες ὅμως οἱ ἄλλες ἐκκλησίες διαθέτουν χάρη ἐξαιτίας τῆς πίστεως στὸν Χριστό, ὄχι ὅμως στὴν πληρότητα. Μποροῦμε νὰ πιστεύουμε ὅτι καὶ στὶς ἡμέρες μας ἀκόμη ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ κατὰ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἴσοι μὲ τοὺς μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀρχαίων χρόνων (τὸ λέω σὲ σχέση μὲ ὅ,τι ἔτυχε νὰ ἀκούσω γιὰ μερικοὺς ἀνθρώπους στὴ Ρωσία), γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ‘‘χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας’’.Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὅποιος ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν πίστη αὐτή, δὲν θὰ σταθεῖ.».
Παναγιώτατε, ἅγιοι Προκαθήμενοι, ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα τῇ ἀληθείᾳ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι», πρέπει νὰ λάβωμεν σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν τὴν θεολογικὴν καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἐμπειρίαν αὐτῶν. Καί, μία Σύνοδος, ὡς ἡ παροῦσα, ἡ ὁποία θέλει νὰ εἶναι ἁγία καὶ Μεγάλη, πρέπει ἀναντιρρήτως νὰ λάβει ὑπ᾽ ὄψιν τοὺς ἁγίους καὶ μεγάλους τῆς Πίστεως ἡμῶν. Αἱ ἀποφάσεις μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου, ἔστω καὶ Διορθοδόξου ἕνεκα κραυγαλέων ἀπουσιῶν, ταπεινῶς φρονοῦμεν ὅτι θὰ τύχωσιν ἀποδοχῆς ὑπὸ κλήρου καὶ λαοῦ εἰς τὸ μέτρον ὅπου εἰς ταύτας ὑπάρχει συμφωνία οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἀγγέλων καὶ ἁγίων καὶ ἀνθρώπων.
Ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα τῇ ἀληθείᾳ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι», πρέπει νὰ λάβωμεν σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν τὴν θεολογικὴν καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἐμπειρίαν αὐτῶν. Καί, μία Σύνοδος, ὡς ἡ παροῦσα, ἡ ὁποία θέλει νὰ εἶναι ἁγία καὶ Μεγάλη, πρέπει ἀναντιρρήτως νὰ λάβει ὑπ᾽ ὄψιν τοὺς ἁγίους καὶ μεγάλους τῆς Πίστεως ἡμῶν. Αἱ ἀποφάσεις μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου, ἔστω καὶ Διορθοδόξου ἕνεκα κραυγαλέων ἀπουσιῶν, ταπεινῶς φρονοῦμεν ὅτι θὰ τύχωσιν ἀποδοχῆς ὑπὸ κλήρου καὶ λαοῦ εἰς τὸ μέτρον ὅπου εἰς ταύτας ὑπάρχει συμφωνία οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἀγγέλων καὶ ἁγίων καὶ ἀνθρώπων.
Οἱ
χρησιμοποιούμενοι ὅροι εἰς τὰς ἀποφάσεις
μιᾶς τοσοῦτον ἱστορικῆς καὶ σημαινούσης Συνόδου, πρέπει νὰ διακρίνωνται διὰ τὴν θεόθεν σοφίαν καὶ τὴν κρυσταλλίνην αὐτῶν θεολογικὴν σαφήνειαν. Αἱ Οἰκουμενικαὶ καὶ Τοπικαὶ Σύνοδοι οὕτω ἀπεφαίνοντο,
δογματίζουσαι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, κατὰ τὸ ἀποστολικόν, «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν» (Πράξ. 15, 28). Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποτελοῦσι τεχνικοὺς ὅρους ἢ νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα διπλωματικῆς ἀβρότητος αἰ ἀποφάσεις
μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου.
Μόνον οὕτω θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ συντελέσωσιν εἰς τὴν τῆς Ἐκκλησίας ἑνότητα καὶ νὰ ἀποτελέσωσι σημεῖον ἀσφαλοῦς θεολογικῆς ἀναφορᾶς εἰς τοὺς μεταγενεστέρους. Διὰ νὰ μὴν ταλαιπωρήσω λοιπὸν Ὑμᾶς μετὰ ἡμετέρων λόγων, προέκρινα νὰ παραθέσω Ὑμῖν τὴν φωτίζουσαν καὶ συνετίζουσαν ἐπὶ τοῦ πρὸς ἐξέτασιν θέματος ἁγιοπνευματικὴν ἐμπειρίαν συγχρόνων ἁγίων μορφῶν τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.
Μόνον οὕτω θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ συντελέσωσιν εἰς τὴν τῆς Ἐκκλησίας ἑνότητα καὶ νὰ ἀποτελέσωσι σημεῖον ἀσφαλοῦς θεολογικῆς ἀναφορᾶς εἰς τοὺς μεταγενεστέρους. Διὰ νὰ μὴν ταλαιπωρήσω λοιπὸν Ὑμᾶς μετὰ ἡμετέρων λόγων, προέκρινα νὰ παραθέσω Ὑμῖν τὴν φωτίζουσαν καὶ συνετίζουσαν ἐπὶ τοῦ πρὸς ἐξέτασιν θέματος ἁγιοπνευματικὴν ἐμπειρίαν συγχρόνων ἁγίων μορφῶν τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.
Αἰτούμενοι τὰς Ὑμετέρας εὐχάς, διατελοῦμεν
Μετὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφικῆς ἀγάπης
Ὁ
Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος
Ἐν
Κολυμπαρίῳ Κισάμου τῆς Κρήτης, τῇ 24ῃ.06.2016.
Σημειώσεις
1.Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ, Λόγος Κ´. Περὶ δόγματος καὶ καταστάσεως ἐπισκόπων, PG35, 1080Β.
2.Νείλου τοῦ Σιναΐτου, Λόγος Περὶ Προσευχῆς, κεφ. Ξ´, PG79, 1180Β.
3.Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου (ἐπιμ.), Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου
Καθολικῆς Ἐκκλησίας
κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, τόμ. Β´ (Τριαδικὸς Θεός, Δημιουργία-Πτώση-Ἐνανθρώπηση-Ἐκκλησία-Μετὰ θάνατον ζωή), (ἐκδ.) Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίου Θεοτόκου (Πελαγίας), Ἀθήνα 2011
(ἐφεξῆς,
ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ).
4.Ὅπ. ἀν., σ. 271.
5.Ὅπ. ἀν., σ. 268.
6.Τὴν μεγάλην
ταύτην ἀλήθειαν ἐκφράζει ἀκριβῶς τὸ ἀρχαῖον ἀπολυτίκιον εἰς ἁγίους ἱερομάρτυρας ἐπισκόπους: «Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων
διάδοχος τῶν Ἀποστόλων
γενόμενος».
7.ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ, σ. 268.
8.Ὅπ. ἀν., σ. 267.
9.Νὰ ἐνθυμηθῶμεν ἐνταῦθα τὴν συχνὴν ἀναφορὰν τοῦ μεγάλου συγχρόνου ὁσίου Πορφυρίου τοῦ
Καυσοκαλυβίτου εἰς τὴν «ἐπίγειον ἄκτιστον Ἐκκλησίαν». Βλ. λ.χ.Γέροντος(Ὁσίου)
Πορφυρίου, Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν, (ἐκδ.) Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ἀττικῆς 2002,
σσ. 162-163.
10.ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ, σ. 266.
11.Εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἁγιογραφίαν, ἐπὶ
παραδείγματι, εἰς τὰς εἰκόνας τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου, τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου κ.ἄ., ὁμοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων συναπεικονίζονται καὶ ἄγγελοι, «τὰ οὐράνια συμμίγνυται τοῖς ἐπιγείοις».
12.ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ, σ. 266.
13.Γέροντος (Ὁσίου) Πορφυρίου, Ἀνθολόγιο
Συμβουλῶν, (ἐκδ.) Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ἀττικῆς, 2002,
σσ. 229, 290.
14.Ὁσίου
Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου,
Λόγοι, Α´. Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, (ἐκδ.) Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Βασιλικὰ
Θεσσαλονίκης 2006, σ. 347.
15.Ὁσίου
Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου,
Ἐπιστολές, (ἐκδ.) Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Βασιλικὰ Θεσσαλονίκης 82008, σσ. 149-150.
16.Ὁ Γέρων Ἰάκωβος. Διηγήσεις-Νουθεσίες-Μαρτυρίες [Ὀρθόδοξο Βίωμα, 4], (ἐκδ.) Ἑνωμένη Ρωμῃοσύνη, Θεσσαλονίκη 2016.
17.Ὅπ. ἀν., σσ. 110-111.
18.Βλ. Σίμωνος μοναχοῦ, Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Λεπρός, τῆς καρτερίας ἀθλητὴς ὁ λαμπρός, Ἀθήνα 2013.
19.Νεοφύτου, Μητροπολίτου Μόρφου, Ὁ ἅγιος Νικηφόρος ὁ λεπρὸς καὶ ὁ Γέροντας Εὐμένιος Σαριδάκης, (ἐκδ.) Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι (Ἀττικῆς) 2016.
20.Ὅπ. ἀν., σσ. 87-88.
21.Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας, PG150, 452CD.
22.Ἀρχιμανδρίτου
Σωφρονίου, Ἀγώνας Θεογνωσίας, Ἐπιστολὴ 11, (ἐκδ.) Ἱερὰ
Σταυροπηγιακὴ καὶ
Πατριαρχικὴ Μονὴ Τιμίου
Προδρόμου, Ἔσσεξ Αγγλίας 2004, σσ. 160-162.
Τομέας Ενημέρωσης: Voiotosp.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου