02 Απριλίου, 2016

ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΨΥΧΗΣ Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ;

 

Στην πρώτη περίοδο της νέας διακυβέρνησης, πέρασαν έξι μήνες άγονων διαπραγματεύσεων για να καταλήξει τελικά η κυβέρνηση σε συμβιβασμό με τους πιστωτές χειρότερο από αυτόν που θα μπορούσε να πετύχει στο ξεκίνημά της θητείας της, αφού κατά το χρονικό διάστημα της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης, όλοι οι οικονομικοί δείκτες επιδεινώθηκαν και κυρίως η είσπραξη των δημόσιων εσόδων, με αποτέλεσμα να μεγαλώσει το δημοσιονομικό κενό που κλήθηκε να το καλύψει η χώρα με νέα μέτρα.

Το τρίτο μνημόνιο θα ήταν βέβαια αναπόφευκτο σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν η συγκυβέρνηση Συριζα-Ανελ κατέληγε σε συμφωνία στην αρχή της θητείας της, όμως αν είχε συμβιβασθεί εξαρχής οι στόχοι που θα καλούνταν να καλύψει θα ήταν λιγότερο δύσκολοι και τα μέτρα που θα ακολουθούσαν θα ήταν λιγότερο επώδυνα από αυτά που καλείται εδώ και καιρό να πάρει στην δεύτερη περίοδο της θητείας της από τον Σεπτέμβρη του 2015.

Κατάφερε ωστόσο η κυβέρνηση με την πολύμηνη καθυστέρηση στη διαπραγμάτευση της πρώτης περιόδου, να διαμορφώσει συνθήκες που διευκόλυναν την αποδοχή από το εκλογικό σώμα της μεγάλης υποχώρησής της από τις αρχικές θέσεις της, να σώσει τα προσχήματα και την «αριστερή ψυχή» της και να ξανακερδίσει τις εκλογές, αναβαπτιζόμενη πολιτικά και αντλώντας την πολιτική νομιμοποίηση που χρειάζονταν για να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις ενός νέου μνημονίου και των σκληρών μέτρων που αυτό συνεπάγεται.

Στη συνέχεια, υποτίθεται πως ο αρχικός σχεδιασμός της νέας κυβερνητικής περιόδου ήταν να καταλήξει η συγκυβέρνηση σε συμφωνία με τους δανειστές ως προς τον τρόπο υλοποίησης του νέου μνημονίου και να ολοκληρωθεί η λήψη των απαιτούμενων μέτρων το αργότερο μέσα στον Φλεβάρη που πέρασε, για να δημιουργηθούν από το δεύτερο τρίμηνο του έτους οι προϋποθέσεις για βελτίωση του οικονομικού κλίματος που θα οδηγούσε στην σταδιακή ανάκαμψη από το τρίτο τρίμηνο του 2016, αλλά και για να ανοίξει η συζήτηση για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.

Υστερα από την εμπειρία της διαπραγμάτευσης της πρώτης κυβερνητικής περιόδου, το ερώτημα που τίθεται και στην παρούσα φάση με ανοικτό ακόμη το θέμα της συμφωνίας, είναι αν αυτή τη φορά ο χρόνος λειτουργεί υπέρ μας ή εναντίον μας. Αν δηλαδή η καθυστέρηση θα βοηθήσει στο να υποχωρήσουν οι δανειστές και να πετύχουμε καλύτερη συμφωνία ως προς τα μέτρα ή αν θα φτάσουμε πάλι στο «και πέντε» όπως τον Ιούλιο του 2015 και υπό την απειλή της διακοπής της χρηματοδότησης (που για τον προσεχή Ιούνιο θα είναι επιτακτική ανάγκη) οδηγηθούμε ξανά σε ένα δυσμενέστερο συμβιβασμό. 

Κάνοντας μία αναδρομή στην διαπραγμάτευση της πρώτης θητείας της κυβέρνησης εύκολα καταλαβαίνουμε ότι και αυτή τη φορά ο χρόνος δουλεύει σε βάρος μας. Αυτό όμως σε ό,τι αφορά το συμφέρον της οικονομίας και της χώρας, γιατί αν κάνουμε την αποτίμηση σε σχέση με τις πολιτικές συνέπειες που καρπώθηκε η συγκυβέρνηση από την καθυστέρηση της προηγούμενης περιόδου. 

Μπορούμε να πούμε ότι εν τέλει ο χρόνος ήταν με το μέρος της, αφού υποχρεώθηκε να συμβιβασθεί υπό καθεστώς κατάρρευσης της χώρας και να καταγραφεί αυτό όχι ως συνειδητή ιδεολογική της επιλογή και υποχώρηση αλλά ως αναγκαστική και υπεύθυνη εθνική στάση προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή και κατάφερε, παρά τις δυσμενείς συνθήκες να κερδίσει ξανά τις εκλογές.

Ισως λοιπόν η κυβέρνηση να εκτιμούσε εξαρχής και στην παρούσα φάση ότι ο χρόνος δεν είναι θα σε βάρος της και να επεδίωκε να συμβιβασθεί αφού ωριμάσει στην κοινή γνώμη η ανάγκη για τη λήψη των επώδυνων μέτρων και αφού πλησιάσουμε και πάλι κοντά στο σημείο να απειλείται η χώρα με διακοπή της χρηματοδότησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: