21 Φεβρουαρίου, 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

 
 
(Λουκ. ιη΄, 10-14)
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερὸν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι.

Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ᾿ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ.  λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.


1.Σέ κενον πού γαπς, το μιλςρθαμε στήν κκλησία γιά νά προσευχηθομε. Κάθε νθρωπος πού πιστεύει στόν Κύριο μν ησο Χριστό, πιστεύει τι εναι σωτήρας καί λυτρωτής το κόσμου. Καί ταν ρχεται Κυριακή, καί χτυπάει καμπάνα, σκέπτεσαι τι πρέπει νά φήσει ,τι δουλειά καί νά κάνει, καί νά πάει στήν κκλησία γιά νά δοξολογήσει, νά δοξάσει καί νά τιμήσει τόν Κύριον ησον Χριστό, πού γινε νθρωπος γιά μς. Γιά τή σωτηρία μας.

ποιος δέν φροντίζει νά εχαριστήσει τόν Χριστό γιά κενα πού μς προσφέρει, σιγά-σιγά πίστη φεύγει πό τήν καρδιά του. Καί διαφορώντας νά πάει στήν κκλησία, νά δοξάσει τόν Χριστό, δικε καί βλάπτει τόν αυτό του. Τό σημερινό Εαγγέλιο μς λέει: Δύο νθρωποι πίστευαν καί ο δυό στόν Θεό. Καί πγαν στό ερό, στήν κκλησία δηλαδή, νά προσευχηθον.

ποιος πιστεύει στόν Χριστό, χει χρέος νά πηγαίνει στήν κκλησία νά προσεύχεται. Λέει νας γιος, γιος Αγουστνος: «γαπται, κενο πού πιστεύεται».

Εναι δυνατόν κάτι νά τό χεις στήν καρδιά σου, καί νά μήν τό γαπς;

Εναι δυνατόν ποτέ νά λές τι πιστεύω στόν Χριστό, νά σκέπτεσαι τι Χριστός εναι τό μεγαλύτερο πό λα, φο εναι Θεός τς δόξης, καί νά μήν τόν γαπς;

Εναι δυνατόν ποτέ, νά γαπς κάτι καί νά μήν τό λαχταρς;

Εναι δυνατόν νά μήν φωνάζεις γι' ατό;

Εναι δυνατόν νά μήν θέλεις νά νοίξεις τό στόμα σου καί νά δοξολογήσεις τό νομά του;

Εναι δυνατόν νά στέκεις διάφορος τήν ρα πού δοξάζεται καί μνεται τό νομά του;

μα στέκεις διάφορος, σημαίνει πώς δέν γαπς καί δέν πιστεύεις. Καί μα δέν γαπς καί δέν πιστεύεις, πς θά σωθες;

Λέει τό γιο Εαγγέλιο: « Θεός τόσο πολύ γάπησε τόν κόσμο στε δωκε τόν Υό ατο τόν μονογενή, τόν Κύριό μας ησο Χριστό, να πς πιστεύων ες ατόν, μή πόλλυται». στε κάθε νθρωπος πού θά πιστεύει σ’ ατόν, νά μήν χάνεται, νά μήν κινδυνεύει νά πάει στήν κόλαση, νά μήν κινδυνεύει νά χει πώλεια παντοτινή. 

Σύ πιστεύεις; Βλέπεις τήν πίστη σου νά κατακάθεται καί δέν σέ πιάνει τρόμος καί γωνία; Δέν σκέπτεσαι τί καλύτερο πρέπει νά κάνεις, γιά νά τήν ζωογονήσεις;  πρώτη νέργεια εναι: Πηγαίνω στήν κκλησία, νά π στόν Χριστό, «δόξα σοι Κύριε». Καί μετά νά σηκώσω χέρια καί καρδιά πρός τόν ορανό καί νά π

«Βοήθησέ με Θεέ μου, λέησέ με Θεέ μου, δυνάμωσέ με Θεέ μου, σ' ατό τόν δρόμο σου. Μή μέ φήνεις νά σο φύγω. Κράτα με, Χριστέ μου, κράτα με πό τό χέρι. Μή μέ φήνεις νά σο φύγω, τό ταπεινό πλάσμα σου, τό δημιούργημά σου».

ν ατά δέν θέλουμε νά τά πομε στόν Χριστό, καί δέν θέλουμε νά το ζητήσουμε δύναμη καί χάρη καί φωτισμό, γιά νά εμαστε κοντά του καί νά περπατμε στό δρόμο του, δέν πρέπει νά τό σκεφθομε μέσα μας, τι χουμε ρχίσει νά ποχριστιανιζόμαστε καί νά φεύγουμε πό κοντά του;

2.γάπα τόν Θεό καί θά χεις μισθό πολύ. Θά προσθέσουμε κάτι κόμη. λοι χουμε τύχει σέ μνημόσυνα. Γιατί κάνουμε μνημόσυνα; Πέθανε νας νθρωπος. Πγε στήν λλη ζωή. κε, εναι δυνατόν νά βρίσκεται στή Βασιλεία το Θεο, στόν Παράδεισο, ν κανε καλά ργα, ν πίστευε, ν γαποσε τόν Χριστό καί τήν κκλησία του. Εναι πάλι δυνατόν, ν κανε μαρτίες γνωστές γνωστες σέ μς, νά χει καταδικαστε καί νά ερίσκεται στήν κόλαση.

ρχόμαστε λοιπόν καί παρακαλομε τόν Χριστό, ο ερες καί λαός του, νά τόν συγχωρήσει, νά τόν λεήσει τόν κεκοιμημένο δολο του, καί νά τόν βάλλει στή Βασιλεία του. ν κάποιος ατά δέν τά πολυπιστεύει; ς ξεκινήσει τόν γώνα τς πίστης κολουθώντας τήν κοινή λογική, πού τί μς λέει; κόμα καί μία τος κατό νά πάρχει νδεχόμενο νά εναι λήθεια, τι πάρχει Παράδεισος καί κόλαση, δέν εναι βλάκας κενος πού δέν νδιαφέρεται γιά τήν σωτηρία του τήν αώνια;

Μιά τος κατό νά πάρχει τέτοια πιθανότητα. Εστε μως σίγουροι, τι δέν εναι κατό τος κατό ληθινό τι πάρχει; Ποιός σς τό βεβαίωσε ποτέ; λλά λέμε, κάνουμε τήν ποχώρηση... Μία τος κατό νά εναι ληθινά ατά πού διδάσκει Χριστός καί κκλησία, δέν σέ πιάνει δελφέ τρόμος; Μία τος κατό σέ πειλε κίνδυνος νά συγκρουστες καί νά σκοτωθες, δηγώντας τό ατοκίνητο σου στό δρόμο. Καί μως τί γωνία σέ πιάνει νά τό λέγξεις, νά τό διορθώσεις, γιά νά προφυλαχθες; τσι δέν κάνουμε λοι; Δέν τρέχουμε συνέχεια γιά λέγχους καί service; 

Γιά service το ατοκινήτου σου πηγαίνεις, γιά service τς ψυχς σου, γιατί δέν πς; Διαβάζουμε στά βιβλία τς κκλησίας μας: Κάποια φορά δύο νθρωποι ταν κουσαν τήν καμπάνα νά χτυπάει, γύρισαν πό τό λλο πλευρό. Γιά νά συνεχίσουν τόν πνο τους. λλά κείνη τήν στιγμή πέρασε νας γγελος, ποος βλέποντάς τους, επε: «Θεέ μου, σάν γαϊδούρια κοιμονται ο νθρωποι ατοί, μέρα Κυριακή».

Τί σημαίνει σάν γαϊδούρια; Σάν νθρωποι πού δέν χουν ασθηση. Ποιά εναι ασθηση; Νά σκεφθον ποιό εναι τό χρέος τους, πέναντι το Πατέρα τους το «ν τος ορανος». λλά ατοί διαφοροσαν σάν νά μήν χουν ψυχή. Εναι βαρύς λόγος «σάν γαϊδούρια;» Μήπως μως μς ξίζει καμιά φορά καί χειρότερος χαρακτηρισμός;

Δεύτερο παράδειγμα: Ξεκίνησε νας γιος καί πήγαινε γιά νά κάνει τό θέλημα το Θεο. λλά στό δρόμο σκόνταψε. Τήν παλαιότερη ποχή δέν εχαν παπούτσια. μα σκόνταβε τό πόδι στήν πέτρα, βγαζε αματα, τραυματιζόταν, πονοσε πολύ νθρωπος. Μέριασε λοιπόν γιος ατός, κατσε σέ μιά πέτρα καί ρχισε νά κλαίει. Τόσο πολύ πόνεσε.

Δίπλα του, φάνηκε νας γγελος καί το λέει:

-Γιατί κλας; πό τήν στιγμή πού ξεκίνησες νά κάνεις ατό τό καλό, ρχομαι πό πίσω σου καί μετράω τά βήματά σου. Γιά τό κάθε βμα πού κάνεις, περπατώντας γιά τό καλό, θά πάρεις μοιβή.

ρώτημα: πάρχει μεγαλύτερο καλό καί μεγαλύτερο χρέος στόν νθρωπο, πό τό νά τιμάει καί νά δοξάζει τόν σωτήρα καί Κύριό μας ησον Χριστόν καί τόν Πατέρα του τόν ναρχο, τόν δημιουργό λου το κόσμου καί δημιουργό μας; πάρχει μεγαλύτερο καλό;

Τό νά πς νά βοηθήσεις να συνάνθρωπό σου, πού γλύστρισε γιά παράδειγμα καί πεσε εναι σπουδαο πράγμα. Καί τρέχεις νά τόν βοηθήσεις, γιατί τσι το δείχνεις γάπη, καλωσύνη καί τιμή. Καί ο γγελοι σέ στεφανώνουν. Γιά ναν πλό νθρωπο κάνεις τό καλό καί χεις στέφανο.

στω καί ν νθρωπος ατός πού χει πέσει, θά δυσκολευόταν σως λίγο, λλά τελικά θά σηκωνόταν. Καί εναι μαρτία νά πες: «στον νά σηκωθε μοναχός του». λλά πρέπει νά λαχταρήσεις νά τόν βοηθήσεις. Ατή εναι δελφωσύνη. Ατή εναι γάπη. Ατή εναι κοινωνία. πικοινωνία τς καλωσύνης μέσα στόν κόσμο. λλά πολύ περισσότερο, ατά τά καθήκοντα, τς γάπης καί τς τιμς, πρέπει νά τά σκεπτόμαστε γιά τόν Θεό Πατέρα καί γιά τό Χριστό.

λοι ξέρουμε τίς δέκα ντολές. πρώτη ντολή λέει: «γώ εμι Κύριος Θεός σου». Καί «γαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ξ λης τς καρδίας σου, ξ λης τς σχύος σου, ξ λης τς δυνάμεώς σου, ξ λης τς διανοίας σου». Μέ λόκληρο τό εναι σου, πρέπει νά τόν γαπς τόν Θεό. χι σάν τελευταία πόθεση στή ζωή σου. Ατά μς λέει τό Εαγγέλιο, ατά χουμε χρέος νά κάνομε. Καί κάτι κόμη.

3.Σωστή στάση στήν κκλησία καί σωστή προσευχή Λέει τό εαγγελικό νάγνωσμα το τελώνη καί το φαρισαίου πού κούσαμε, τι πηγαίνοντας μέσα στήν κκλησία, χουμε μία ποχρέωση: Νά σκεπτόμαστε ληθινά χριστιανικά. πί παραδείγματι: νας, πηγαίνει στήν κκλησία καί λέει: «κόμα δέν τελείωσε; Θά ργήσει πολύ κόμη; Πάω νά φύγω». Γιατί; «Βαρέθηκα, κουράστηκα».

Κάνεις λάθος δελφέ. Γιά τίς δουλειές δέν κουράζεσαι. ν χεις να μουσαφίρη, δέν το λές ποτέ: «Μά κόμη δέν θά φύγεις; Μέχρι πότε θά κάθεσαι δ; Δέν τό κατάλαβες τι σέ βαρέθηκα; ντε στό καλό σου καί ξεφορτώσουμε χριστιανέ μου». Τό επε κανείς ποτέ; φθασε ποτέ, πιτρέψατε νά τό πομε, στή «γαϊδουριά» νά βγάλει πό τό σπίτι του νθρωπο γιατί τόν βαρέθηκε; Πς τότε μπαίνοντας στό σπίτι το Θεο, τόν οκο το Θεο, πού μς δέχεται Χριστός, φήνουμε τόν αυτό μας, νά ασθανθομε κουρασμένοι ν ργήσει να τέταρτο λειτουργία;

Τί πρέπει νά κάνομε; Μπαίνοντας μέσα στήν κκλησία χουμε ποχρέωση, νας νά στέκει κοντά στόν λλο. Νά εμαστε βοηθοί καί παρήγοροι. Λοιπόν. Μέσα στήν κκλησία πρέπει νά ασθανόμαστε χαρά. Λέει προφήτης Δαυδ: «Εφράνθην πί τος ερηκόσι μοι ες οκον Κυρίου πορευσόμεθα». ρθε νας νθρωπος, λέει, καί μέ γέμισε χαρά. Τί μο επε, λέτε; «λα νά πμε στήν κκλησία». Χοροπήδησε καρδιά μου. Εφράνθηκα πού κουσα «πρέπει νά πμε νά δοξάσουμε τόν Θεό».

λλά μέσα στήν κκλησία στεκόμαστε χοντας δυνεχς «νω τάς καρδίας». Στόν Χριστό, στόν ορανό. χι στόν αυτό μας. Οτε στό χρόνο μας, οτε στήν ρα. Οτε στίς δουλειές μας ξω. Γι' ατό λέμε: «Ο τά χερουβίμ μυστικς εκονίζοντες... πσαν τήν βιωτική ποθώμεθα μέριμναν». Μέσα στήν κκλησία, λλά καί σέ λη μας τή ζωή, πρέπει σάν χριστιανοί βαπτισμένοι, πού πιστεύουμε στό νομα το Κυρίου μας, νά εμαστε σάν τούς γγέλους, σάν τά χερουβίμ. διαίτερα μέσα στήν κκλησία.

, λοιπόν, δέν πρέπει νά φήνουμε τόν αυτό μας νά θυμόμαστε τά «ξω» πό τήν κκλησία, λλά μόνο τήν προσευχή. Καί προσευχόμενοι πρέπει νά τά λέμε τά λόγια μας σωστά. Τί σημαίνει ατό; φαρισαος καί προσευχόταν καί λεγε: «Κύριε, σέ εχαριστ. Δέν εμαι γώ σάν κι ατούς τούς παληανθρώπους, ρπαγας, δικος, μοιχός, πόρνος, σωτος, νήθικος. γώ εμαι καλός νθρωπος. Νηστεύω δυό φορές τήν βδομάδα. 

πό σα χω δίνω λεημοσύνες καί δωρεές στίς κκλησίες. Κάνω τό καλό. Καί προπαντός, Θεέ μου, δέν εμαι σάν κι ατό τόν παληάνθρωπο, τόν τελώνη, πού χω δίπλα μου ατή τήν στιγμή πού προσεύχομαι». , χι δά. μα κάνεις τέτοιες σκέψεις καί βλέπεις τόν αυτό σου καλό καί τόν διπλανό σου παληάνθρωπο, χεις γάπη; Χριστός μς δίδαξε τι λοι μας, εμαστε παιδιά το πουράνιου Πατέρα μας. 

Καί γι' ατό μς επε: «ταν προσευχόσαστε, νά λέτε: Πάτερ μν. Πατέρα μας. λων μας». Δέν χουμε δικαίωμα νά πομε «Πατέρα μου». ν τό πομε καμιά φορά, σχημα κάνομε. Πρέπει νά λέμε: «Πατέρα μας φο λοιπόν ατός πού στέκεται δίπλα σου, εναι δελφός σου, τόν δελφό σου κατηγορες; Τόν δελφό σου καταδικάζεις; Χαίρεις πού δελφός σου εναι κακός; Τί πρέπει νά κάνομε; Μόνο γωνία νά χομε, γιά τήν πορεία του καί γιά τήν σωτηρία του. Νά λέμε κόμη: « δελφός μου, δέν πηγαίνει καλά. Τί χω ποχρέωση νά κάνω;»

Γιατί ποιος δέν φροντίζει γιά τό καλό το δελφο του, λένε ο γιοι Πατέρες, «νθρωποκτόνος στί». Εναι φονις. Φονις πνευματικός. Δηλαδή κάτι χειρότερο πό τό φονιά τόν σωματικό.

4.Θεός θέλει νά το μοιάζουμε στήν καρδιά.  Τί χω ποχρέωση νά κάνω; ταν πεινάει δελφός σου, χεις ποχρέωση νά το δώσεις ψωμί. ταν διψάει νερό. ταν εναι γυμνός κενος καί σύ χεις δύο φορέματα, νά το δώσεις νά ντυθε. Καί ς μείνεις μέ να.

χεις ποχρέωση νά σταθες κοντά του. Στά σωματικά, στά πλά, στά πρόσκαιρα πού θά τόν βοηθήσουν στω γιά λίγο. Γιά μιά μέρα θά τόν βοηθήσεις ν το δώσεις λίγο φα. Γιά λίγες ρες ν το δώσεις να ποτήρι νερό. Γιά κάμποσο χρόνο, ταν τόν βοηθήσεις νά θεραπευθε πό κάποια ρρώστια.

λλά ν τόν βοηθήσεις γιά τήν ψυχή του, γιά νά πάει καλύτερα πνευματικά στή ζωή του, τόν βοηθς γιά πάντα. Γιά τήν αωνιότητα. πάρχει μεγαλύτερο καλό στόν κόσμο; Μεγαλύτερη εσπλαγχνία; Μεγαλύτερη λεημοσύνη; πό τό νά φροντίσεις νά βοηθήσεις ναν νθρωπο νά πάει στό δρόμο το Θεο;

Συμβούλευσέ τον. Δέν σέ κούει; Γονάτισε.  Φωνάζεις σέ κενον καί δέν σέ κούει; Φώναξε στό Θεό. Θεός κούει. Καί χει τρόπους νά διορθώσει τούς νθρώπους. Πές του: «Θεέ μου, διόρθωσέ τον. γώ τόν συμβουλεύω, δέν μέ κούει. νοιξε τήν καρδιά του. Ξεβούλωσε τά ατιά τς ψυχς του, νά θέλει νά κούσει τόν λόγο σου.

Ξεβούλωσέ του τα Θεέ μου, γιατί το τά βούλωσε μέ βουλοκέρι σατανς. Βάζοντάς του λογισμούς νά μήν προσέχει τά πουράνια. λλά νά χει τό νο του στά πίγεια». κατάκριση πού κανε φαρισαος, πειδή κφράζει κακία ψυχς, κάνει τόν νθρωπο νά μήν μοιάζει μέ τό Χριστό, λλά μέ τό διάβολο. Χριστός, θέλει νά χουμε γάπη καί καλωσύνη.

Καί τί επε γιά τόν τελώνη; Παράξενα λόγια. Στάθηκε τελώνης σέ μιά γωνιά, μέσα στήν κκλησία καί επε: « Θεός λάσθητί μοι τ μαρτωλ». Δηλαδή «λυπήσου με Θεέ μου, εμαι μαρτωλός». Καί Θεός, λυπήθηκε περισσότερο καί γάπησε περισσότερο τόν τελώνη πό τόν φαρισαο. Μά φαρισαος εχε το κόσμου τίς ρετές καί δέν κανε σχημα πράγματα.

Δέν εχε μως καλωσύνη καί γάπη. Θεός πού γινε νθρωπος πό καλωσύνη καί γάπη, γιά νά μς σώσει, θέλει πρτα νά το μοιάζουμε στήν καρδιά. Νά χουμε γάπη, καλωσύνη καί ταπείνωση. Νά λέμε πρτα πό λα: «Θεέ μου, γώ μπορε νά εμαι χειρότερος μαρτωλός το κόσμου.

Δέν κάνει νά χω μάτια νά βλέπω τίς μαρτίες τν λλων. Πρέπει νά βλέπω πρτα τίς δικές μου. Καί ν βλέπω κανενός λλου μαρτία, νά τό κάνω μόνο γιά νά τόν βοηθήσω νά γίνει καλύτερος. γώ κενον καί κενος μένα. Γιά νά πιαστομε πό τό χέρι καί νά ρθομε κοντά σου».

5.Προετοιμασία γιά τήν νάσταση. Μετά πό λίγες βδομάδες, ρχίζει μεγάλη Σαρακοστή πού εναι προπαρασκευή γιά τήν γία νάσταση. Τί σημαίνει νάσταση; Μήπως νάσταση σημαίνει μόνο μιά γιορτή, πού παίρνουμε να κερί στό χέρι μας καί λέμε: «Χριστός νέστη»; λλά γιατί κρατμε τό κερί; χουμε τό θιμο. Μά χει να νόημα τό θιμο. Δέν εναι πλς «τσι τό βρήκαμε».

Κρατμε τό κερί, πειδή νάσταση εναι τό φς. Πού μς νοίγει τά μάτια νά βλέπουμε τήν αώνια ζωή. φο Χριστός ναστήθηκε καί μες θά ναστηθομε. «Καί τος ν τος μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος». Καί πρέπει τήν μέρα πού θά ναστηθε Χριστός, κρατώντας τό κερί, μέ τό φς τς ναστάσεως πού μς λέει τι πάρχει νάσταση, τά μάτια μας νά εναι νοιχτά, καί τό φς τς ναστάσεως νά τό βλέπομε. Καί νά μπαίνει στήν καρδιά μας.

μα κρατμε τό κερί, χωρίς νά χουμε τά μάτια νοιχτά,  ψεύτικα τό κρατομε. Τζάμπα τό κρατομε. Νεκρά τό κρατομε. πό θιμο πλό τό κρατομε, χι πό οσία τς πίστεως. Γι' ατό παρακαλομε στήν προσευχή μας: «Καταξίωσέ μας Κύριε, νά φθάσουμε καί νά προσκυνήσουμε ξίως τήν γία σου νάσταση». ξίως.

Δηλαδή πως πρέπει. ναστημένοι καί μες πνευματικά. Φωτισμένοι. Μέ τά μάτια νοικτά. λευθερωμένοι πό τό κακό. πό τήν δουλεία τς μαρτίας. Γι' ατό, λόκληρη τήν Σαρακοστή, προετοιμαζόμαστε. Μέ νηστεία, μέ προσευχή, μέ κκλησιασμό, μέ ξομολόγηση, μέ τήν Θεία Κοινωνία, μέ τι καλύτερο μπορομε. 

Καί προπαντός, παρακολουθώντας τί μς διδάσκει γία μας κκλησία:

Μέ τήν παραβολή το τελώνου καί το φαρισαίου.

Μέ τήν παραβολή το σώτου υο.

Μέ τήν παραβολή τς Κρίσεως.

Μέ τήν διδασκαλία τς Κυριακς τς Τυρινς, πού θυμόμαστε πς διώχθη δάμ πό τόν Παράδεισο καί πς ξαναγυρίζουμε κε.

Μέ τήν Κυριακή τς ρθοδοξίας, τς Σταυροπροσκυνήσεως, τν Βαων. Πού λα μς προπαρασκευάζουν. Καί προπαντός μς προετοιμάζει βδομάδα μέ τά χραντα Πάθη. Γιά νά φτάσουμε νά καταλάβουμε καί νά προσκυνήσουμε ξίως τήν νάσταση το Χριστο.

Ζωντανοί πνευματικά, φωτισμένοι, γεμάτοι πό τήν χάρη το Χριστο, μέ τήν ξομολόγηση καί μέ τήν Θεία Κοινωνία. Καί μέ τήν νηστεία· πού εναι κατηγορία ναντίον τς ποδουλώσεως στά πάθη καί γώνας γιά τήν λευθερία το νθρώπου, γιά τή ζωή.

Λέει γιος ωάννης Χρυσόστομος: « νηστεία, γιά τό σμα εναι νηστεία καί στέρηση. Γιά τήν ψυχή εναι τροφή καί δύναμη». Καί πρέπει κάτι νά δίνουμε καί στήν ψυχή μας. Νά τήν τρέφουμε καί νά τήν δυναμώνομε. Τά λόγια ατά, δέν πρέπει νά μς κουράζουν. Νά μς λαφρώνουν πρέπει. 

Νά λαφρώσουμε πό τήν μαρτία μέ τήν χάρη το Χριστο. Νά ασθανθομε τόν Χριστό κοντά μας· γιά νά γίνει καρδιά μας νάλαφρη. Νά γεμίσει ερήνη καί χαρά. Καί μέ τό γλυκύτερο πράγμα στόν κόσμο πού εναι λπίδα τς αώνιας ζως.



Δεν υπάρχουν σχόλια: