Λίγο πριν εκπνεύσει το
2015 ο Γερμανός Μάνφρεντ Βέμπερ, αρχηγός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ)
και αναπληρωτής πρόεδρος των Χριστιανοκοινωνιστών του CSU, φρόντισε να δυναμιτίσει το ήδη βεβαρημένο
εορταστικό κλίμα.
Με μια δήλωση που μόνο
ως απαράδεκτη και «πολιτική αλητεία» μπορεί να χαρακτηριστεί, πρότεινε εμμέσως
πλην σαφώς, με τη γνωστή του εμπάθεια, την αποπομπή της χώρας μας από τη Ζώνη
Σένγκεν. Ο λαλίστατος κ. Βέμπερ, που εκφράζει τις πιο ακραίες προτεσταντικής
ηθικής θέσεις της ευρωπαϊκής Δεξιάς, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Frankfurter
Allgemeine
Zeitung
τόνισε,
μεταξύ άλλων, ότι «η Ελλάδα δεν προστατεύει τα σύνορα της σύμφωνα με όσα
ορίζει η ισχύουσα Συνθήκη του Σένγκεν και κατά συνέπεια παραβιάζει το ευρωπαϊκό
δίκαιο».
Επανέφερε δε το θέμα
της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης από τη Frontex όταν μια χώρα δεν
μπορεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της και αν τελικά δεν υπάρχει αποτέλεσμα η
χώρα στην οποία εστιάζεται το πρόβλημα να τίθεται εκτός χώρου Σένγκεν. Ο κ.
Βέμπερ, ωστόσο, δεν είναι ο μόνος που έχει αυτή την άποψη για το προσφυγικό -
μεταναστευτικό ζήτημα, όπως και για την παρουσία της χώρας μας τόσο στη Σένγκεν
όσο και στην Ευρωζώνη και την EE.
Η ακραία και ουσιαστικά
αντιευρωπαϊκή ρητορική του τον βγάζει μπροστά, αλλά οι πραγματικοί εμπνευστές
των σχεδίων υπονόμευσης της ελληνικής κυβέρνησης, κατά συνέπεια και της Ελλάδας,
είναι αυτοί που όντως ασκούν την εξουσία στο παραπαίον ευρωπαϊκό οικοδόμημα:
το δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε. Η έξαρση του προσφυγικού ζητήματος και η
αντιμετώπιση του αποτελεί ένα ακόμη επεισόδιο στη λειτουργία της «γερμανικής
Ευρώπης».
Το τέλος του κοινωνικού
κράτους. Πρώτα υπογράφουμε και μετά θα δούμε πώς
θα εφαρμοστεί... Κάπως έτσι σκέφτηκαν και λειτούργησαν στην Ευρώπη των «12»
το μακρινό 1986, όταν υπογράφηκε η Κοινή Ευρωπαϊκή Πράξη πριν την επικυρώσουν
τα κοινοβούλια των κρατών-μελών ή τα δημοψηφίσματα.
Ήταν η προεδρία του Ζακ
Ντελόρ που έστρεψε την Ευρώπη προς τις αγορές, με αποκορύφωμα την υπογραφή της
Συνθήκης του Μάαστριχτ, που άλλαξε τον ήδη αλλοιωμένο χαρακτήρα του εγχειρήματος
της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Η γερμανική επανένωση και η κοινωνία δύο
ταχυτήτων από τη μια θα οδηγήσουν στο «γερμανικό θαύμα» κι από την άλλη θα
αποτελέσουν το πείραμα για την υπόλοιπη Ευρώπη και την κυριαρχία της
Γερμανίας και του γερμανικού μοντέλου.
Όταν ξέσπασε η παρούσα
κρίση στην Ευρώπη, αποδόθηκε αβασάνιστα από το γερμανο-ευρωπαϊκό ιερατείο στα
δημοσιονομικά ελλείμματα και στην κρίση ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης στην
παγκόσμια αγορά. Και η λύση βρέθηκε πολύ εύκολα: πολιτικές λιτότητας και εσωτερικής
υποτίμησης. «Η ιδέα ήταν απλή», όπως πολύ εύστοχα έγραφε ο νυν υπουργός
Οικονομίας, Γιώργος Σταθάκης, πριν από δύο χρόνια, στην αυγή του 2014:
«Η Ευρώπη είναι ένα
άθροισμα εθνικών οικονομιών με διαφοροποιημένες επιδόσεις στα δημόσια
οικονομικά και στρεβλώσεις στο ύφος των μισθών και των τιμών των αγαθών και
υπηρεσιών. Εάν, λοιπόν, κάθε εθνική οικονομία εξισορροπήσει τα δημόσια οικονομικά
της και ταυτόχρονα αποκτήσει ευελιξία στις αγορές εργασίας και απελευθερώσει
πλήρως την οικονομία της, τότε αυτές οι προσαρμογές θα διασφαλίσουν τη
μακροχρόνια βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος».
Όμως, όπως τονίζει ο
υπουργός, «η ιδέα αυτή αποτελεί πλήρη αντιστροφή της ιδέας της συγκρότησης
της Ευρώπης ως ενιαίας οικονομίας, όπου οι εθνικές οικονομίες αποτελούν
τμήματα της, αλλά ως δυναμική υπερβαίνει το άθροισμα τους». Ουσιαστικά,
με την αποδοχή αυτή της λύσης το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό εγχείρημα, που είχε ως
βάση του το κοινωνικό κράτος, έφτανε στο τέλος του. Και το ευρώ, που, δυστυχώς,
η επαγγελλόμενη σωτηρία του έγινε η ναυαρχίδα των πολιτικών, έχει γίνει μέρος
του προβλήματος και όχι της λύσης.
Η ΝΔ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ
ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΗΣ. Παρά την αντίδραση στελεχών της Νέας
Δημοκρατίας για τις δηλώσεις του Μάνφρεντ Βέμπερ, θεωρούμε ότι το κόμμα της
αξιωματικής αντιπολίτευσης, ακόμα και σε αυτή τη μεταβατική για το ίδιο κατάσταση
λόγω των εκλογών για τον νέο αρχηγό του, οφείλει να προχωρήσει σε ένα επίσημο,
δυναμικό διάβημα. Να ζητήσει από τους ευρωβουλευτές της να αποχωρήσουν, έστω
και προσωρινά, από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και ταυτόχρονα να διεκδικήσουν
την αποπομπή του κ. Βέμπερ από την ηγεσία του.
Το Βατερλό του
ελληνικού πειράματος. Έχουν ξοδευτεί τόνοι μελανιού στην
ανάλυση του ατελέσφορου του ελληνικού προγράμματος τα τελευταία πεντέμισι
χρόνια. Το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παραδέχτηκε, όχι μόνο μία φορά,
τη λάθος συνταγή και ουσιαστικά την αποτυχία στο ελληνικό πρόγραμμα δημοσιονομικής
προσαρμογής. Πέρα από την ύπαρξη μιας ιδιόμορφης διελκυστίνδας που μπορεί
κανείς να διαπιστώσει μεταξύ Ευρώπης και ΔΝΤ, είναι μια παραδοχή πάνω σε πραγματική
βάση και σε δεδομένα που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης.
Ακόμη και οι οπαδοί των
πιο νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που επιρρίπτουν τις ευθύνες αποκλειστικά στην
ελληνική πλευρά, αναγνωρίζουν τις εσωτερικές αδυναμίες του προγράμματος -
εξαιρούνται κάποιοι ντόπιοι... Ταλιμπάν «νεομεταρρυθμιστές» της κακιάς ώρας.
Σε ένα εξαιρετικό άρθρο με τίτλο.«Ποια Ευρώπη θέλουμε»
ο Serge Halimi της Le Monde Diplomatique συγκρίνει την ακαμψία του
Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με αυτή του Ρεϊμόν Πουανκαρέ στον Μεσοπόλεμο μετά την
υπογραφή της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Το δόγμα από την εποχή του Κλεμανσό, ότι
«η Γερμανία θα πληρώσει», που αποτέλεσε το καθρεφτάκι και τις χάντρες για τους
Γάλλους καταθέτες, ενυλώνεται στις σημερινές συνθήκες με το «η Ελλάδα θα
πληρώσει» για τους Γερμανούς και τους λοιπούς Ευρωπαίους καταθέτες.
Η ταπείνωση της
Ελλάδας, όπως επισημαίνει ο Halimi, κατά το δόγμα Σόιμπλε, θα παραδειγματίσει
και τους άλλους άτακτους. «Θα τους θυμίζει», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το
«θεώρημα Γιούνκερ», που μόλις τέσσερις μέρες μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στη Ελλάδα
δήλωνε ότι «δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατική επιλογή ενάντια στις Ευρωπαϊκές
Συνθήκες»\ Ο Πουανκαρέ όμως έχασε τις εκλογές...
Ο στραγγαλισμός της
ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, στο όνομα της εξυγίανσης της και της
συμμόρφωσης της στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, που καμία σχέση δεν έχει με τις
ιδρυτικές αρχές της Ενωμένης Ευρώπης, αποτελεί το τρανό παράδειγμα της
παταγώδους αποτυχίας της γερμανικής εμπνεύσεως συνταγής. Ο ερχομός του 2016
ανησυχεί ακόμη και τους Γερμανούς βιομηχάνους. Ο Ούλριχ Γκρίλο, πρόεδρος του
Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων (BDI), δήλωσε ότι «το ερχόμενο έτος θα είναι
κρίσιμο για την Ευρώπη» και πως ανησυχεί «πολύ για το μέλλον της Ευρωπαϊκής
Ένωσης».
Ο Ιταλός πρωθυπουργός,
Ματέο Ρέντσι, ο οποίος σταδιακά κλιμακώνει την κριτική του απέναντι στη στάση
της Γερμανίας, των δορυφόρων της και των χωρών του Βορρά, δήλωσε στην
καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου πριν από το τέλος της χρονιάς, κρούοντας τον
κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της Ευρώπης, ότι «απο-κλειστικά και μόνο με
λιτότητα μια ήπειρος πεθαίνει»] Δεν έχουμε παρά ' να προσυπογράψουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου