19 Φεβρουαρίου, 2015

Η ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

 
 
Ο ταπεινός «εργάτης»συμπλήρωσε
Επτά χρόνια στον θρόνο!
Ευχαριστώ τον Θεό και τους αρχιερείς».Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του τότε μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερωνύμου στο άκουσμα της απόφασης της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος που τον εξέλεξε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος στις 7 Φεβρουαρίου 2008. 

Επτά χρόνια μετά, ο Αρχιεπίσκοπος συνεχίζει να υλοποιεί τις δεσμεύσεις του ενθρονιστήριου λόγου του. Συνεχίζει με δύναμη ψυχής να βρίσκεται δίπλα στον άνθρωπο που υποφέρει και στους νέους «που ασφυκτιούν από έλλειψη πνευματικού οξυγόνου». Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος γεννήθηκε στα Οινόφυτα Βοιωτίας στις 30 Μαρτίου 1938.

Ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας του Τάσου και της Δήμητρας Λιάπη. Διάχυτη και αδιαμφισβήτητη είναι η αγάπη του για την ιδιαίτερη πατρίδα του και τους κατοίκους της. Εκεί έκανε τις πρώτες δυνατές και ουσιαστικές φιλίες, που κρατούν ακόμη. Θυμάται με νοσταλγία τα παιδικά χρόνια του και τις ξεχωριστές εκδρομές που έκαναν στο Κάστρο και στον Ασωπό ποταμό. Στη Βοιωτία γνώρισε τον πνευματικό καθοδηγητή του, τότε αρχιμανδρίτη και μετέπειτα μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Νικόδημο Γραικό.

Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε φορά που επισκέπτεται την περιφέρεια της Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας εκατοντάδες πιστοί τον πλησιάζουν για να μιλήσουν μαζί του, να πάρουν την ευχή του αλλά και να του εξομολογηθούν προβλήματα, ανησυχίες και ζητήματα που τους απασχολούν. Βλέπουν στο πρόσωπο του τον πνευματικό πατέρα τους, τον δικό τους άνθρωπο, τον φίλο, τον συγγενή, τον πιστό ποιμενάρχη που συνεχίζει να τους αγαπά και να τους στηρίζει. Αλλά και ο ίδιος, πάντα καλοπροαίρετα, με ευχάριστη διάθεση και χαμόγελο δέχεται και συζητά με όλους. Εκεί νιώθει ότι τον αγαπούν και τους το ανταποδίδει.

Σπούδασε Αρχαιολογία και Θεολογία στην Αθήνα και στη συνέχεια πραγματοποίησε βυζαντινές σπουδές σε Αυστρία και Γερμανία. Η Αρχαιολογία αποτελεί πάντα κάτι που τον γοητεύει. Ακόμη και σήμερα, όταν επισκέπτεται αρχαιολογικούς χώρους και βυζαντινά μνημεία, δεν αρκείται στην τυπική σύντομη πληροφόρηση, αλλά ενδιαφέρεται να μάθει με λεπτομέρειες όσο περισσότερα μπορεί. Ζητά από τους υπευθύνους να του διευκρινίσουν και να του λύσουν κάθε απορία.

Και μάλιστα δεν είναι λίγες οι φορές που καταθέτει και ο ίδιος τις γνώσεις και την εμπειρία του παρουσιάζοντας σημαντικές ιστορικές πληροφορίες. Εργάστηκε, άλλωστε, ως πανεπιστημιακός βοηθός στην Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, δίπλα στον σπουδαιότερο ερευνητή της ελληνικής αρχιτεκτονικής Αναστάσιο Ορλάνδο, ο οποίος υπήρξε και ένας από τους θεμελιωτές της επιστήμης της Βυζαντινής Τέχνης στην Ελλάδα.

Επίσης, εργάστηκε ως φιλόλογος στο Λεόντειο Λύκειο της Νέας Σμύρνης, στο 9ο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αθηνών καθώς και στο Γυμνάσιο Αυλώνα. «Νέος που δεν δίσταζε να πει τη γνώμη του με θάρρος και σθένος». Ετσι χαρακτηρίζουν οι μαθητές του τον τότε καθηγητή Φιλολογίας της Λεοντείου Σχολής Ιωάννη Λιάπη. Συγκινημένοι, θεωρούν ότι έχει μείνει πιστός στις απόψεις του, σεμνός και ταπεινός. Συζητούσαν μαζί του πολλές ώρες εντός και εκτός σχολείου και θυμούνται ότι είχε απάντηση σε κάθε ερώτημα τους, όσο δύσκολο κι αν ήταν. 

Ποτέ δεν απέφευγε ερωτήματα και μπορούσε να τεκμηριώσει αυτό που έλεγε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη των λόγων του, με αυτοσυγκράτηση και μέτρο. Ήταν όμως και ο αγαπημένος τους την ώρα των ελέγχων. Όλοι οι μαθητές θυμούνται ότι είχαν υψηλή βαθμολογία στα μαθήματα του, όχι μόνο επειδή ο ίδιος δεν αδικούσε κανέναν, αλλά γιατί είχε καταφέρει να μεταδώσει στους μαθητές τις γνώσεις και την αγάπη για μελέτη. 

Ήταν στο πλευρό τους σε κάθε δυσκολία και, όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τον χώρο της εκπαίδευσης και να γίνει κληρικός, το ανακοίνωσε ο ίδιος στους μαθητές του, στον προαύλιο χώρο του σχολείου. Σήμερα, όταν επισκέπτεται σχολεία, ξυπνάει μέσα του ο καθηγητής που με αγάπη φροντίζει τους μαθητές». Εγκαταλείποντας την ακαδημαϊκή καριέρα του, εντάχθηκε στον ορθόδοξο κλήρο. 

Χειροτονήθηκε διάκονος στις 3 Δεκεμβρίου 1967 από τον μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Νικόδημο, στη Θήβα, λαμβάνοντας το όνομα Ιερώνυμος προς τιμήν του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου Α'. Στις 10 του ίδιου μήνα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στην πόλη της Λιβαδειάς, όπου έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη.

ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΣΕ ΜΟΝΕΣ: Από την ημέρα της χειροτονίας του έως και το 1978 υπηρέτησε ως πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μη­τροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας και διετέλεσε ηγούμενος των Ιερών Μονών Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά (1971-1977) και Οσίου Λουκά Βοιωτίας (1977-1981). Το διάστημα των ετών 1978-1981 υπήρξε γραμματέας και κατόπιν αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Πνευματικός πατέρας και καθοδηγητής του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου ο μακαριστός Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας Νικόδημος Γραικός. Ήταν ο άνθρωπος που αποφάσισε, αν  και ακόμη είχε δυνάμεις και αποθέματα προσφοράς να παραιτηθεί από τη θέση του μητροπολίτη, θεωρώντας ότι για το καλό της Εκκλησίας θα ήταν σωστό να τον διαδεχθεί ο πνευματικός υϊός του Ιερώνυμος παρέχοντάς του έτσι την ευκαιρία να αξιοποιήσει τα δικά του τάλαντα, τα σπουδαία προσόντα που του έχει προσφέρει ο Θεός.

«Ό,τι έκανα ήταν για το συμφέρον της Εκκλησίας» δήλωνε λακωνικά σε όσους εξέφραζαν την απορία τους για την ενέργεια του αυτή.  Ο μακαριστός Νικόδημος του είχε διδάξει ότι η ζωή παίρνει ιδιαίτερο νόημα όταν βοηθάμε μυστικά τους συνανθρώπους μας όσο και όπως μπορούμε. Η εις επίσκοπον χειροτονία του πραγματοποιήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1981 στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ.

Ο Αρχιεπίσκοπος δεν έχει πάψει να τιμά τον μακαριστό μητροπολίτη Θηβών και επισημαίνει ότι θα έπρεπε να αποτελεί πρότυπο μίμησης. Θυμάται ότι τις τελευταίες ημέρες τον είχε καλέσει κοντά του και του ζήτησε να μοιράσει τα προσωπικά αντικείμενα του στους φτωχούς και το σπίτι του, που το είχε φτιάξει με δικό του κόπο, να το δωρίσει στο σωματείο των κωφαλάλων.

Η ΜΕΛΙΝΑ: Στα τέλη του 1986 έφτασε από τη Βενετία το ιερό λείψανο του οσίου Λουκά στο ομώνυμο μοναστήρι στις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα, κοντά στην αρχαία Στειρίδα. Πολλοί επισκέπτες από την Ελλάδα - και όχι μόνο- βρίσκονταν εκεί για τις ακολουθίες. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία όμως ζήτησε να πάρουν το ιερό λείψανο και να φύγουν από το μοναστήρι, το οποίο, όπως τους είπαν, επιβάλλεται να παραμείνει κλειστό, για να αποφευχθούν τυχόν ζημιές. Τότε ξεκίνησαν οι εντάσεις.

Αρχές του 1987 ο Ιερώνυμος, τότε μητροπολίτης Θηβών, επισκέφθηκε τη Μελίνα Μερκούρη, που ήταν υπουργός Πολιτισμού, για να της ζητήσει να παρέμβει, ώστε να μπορούν πλέον να λειτουργούν κανονικά στον Όσιο Λουκά. Η ίδια δέχτηκε με προθυμία τον μητροπολίτη και ενδιαφέρθηκε να μάθει τις λεπτομέρειες του προβλήματος.

Οι αρχαιολόγοι που βρίσκονταν στη συνάντηση επέμεναν ότι τα κεριά και οι επισκέψεις των πιστών θα καταστρέψουν το βυζαντινό μνημείο, το οποίο αποτελεί και το σπουδαιότερο προσκύνημα του 11ου αιώνα. Ο Αρχιεπίσκοπος κατέθεσε στη Μελίνα Μερκούρη τον προβληματισμό του και την ανησυχία του και, γνωρίζοντας ότι η ίδια ήταν ένας άνθρωπος της τέχνης και των γραμμάτων, της ζήτησε να βάλει τον εαυτό της στη θέση τους λέγοντας:

«Σκεφτείτε πως έχει συντηρηθεί και έχει ανακατασκευαστεί το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και εσείς θέλετε να ανεβάσετε μια αρχαία τραγωδία, για παράδειγμα τη "Μήδεια", αλλά κάποιοι δεν σας αφήνουν, διότι, όπως λένε, πατώντας στο θέατρο, θα το καταστρέψετε, τι θα κάνατε;». Χωρίς δεύτερη σκέψη, η Μελίνα Μερκούρη συμφώνησε με τον κ. Ιερώνυμο και έδωσε αμέσως εντολή να ανοίξει η Ιερά Μονή.

Μια δύσκολη περίοδος για τον Αρχιεπίσκοπο ήταν λίγο πριν από τις Αρχιεπισκοπικές Εκλογές του 1998.Τότε τον συκοφάντησαν για οικονομικά θέματα. Απογοητευμένος αλλά αισιόδοξος, με δύναμη προσευχήθηκε στον όσιο Λουκά, για να αποκατασταθεί η αδικία και έτσι έγινε. Αυτό ήταν ένα πρώτο σημάδι από τον όσιο Λουκά.

Δέκα χρόνια μετά οι Αρχιεπισκοπικές Εκλογές του 2008 ορίστηκαν για τις 7 Φεβρουαρίου και αυτό ήταν το δεύτερο σημάδι, γιατί εκείνη την ημέρα η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του οσίου Λουκά του Στειριώτη. Γι' αυτό και ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος έχει πει χαρακτηριστικά: «Χρωστάω την εκλογή μου στον όσιο Λουκά».

Η κλασική μουσική, το μπαλκόνι της Πλάκας και το αναμμένο φως: Ακούει κλασική μουσική, μελετά και διαβάζει καθημερινά, ενώ ξεκουράζεται και κοιμάται πολύ λίγο. Το  φως του δωματίου του παραμένει ανοιχτό σχεδόν όλο το βράδυ ξεκουράζεται για λίγο και συνεχίζει το διάβασμα.

Του αρέσει να κάθεται στο μπαλκόνι της Αρχιεπισκοπής και να θαυμάζει την Ακρόπολη, την Πλάκα, τα γραφικά σοκάκια της Αθήνας και τους ανθρώπους της. Δίπλα του βρίσκονται συνεργάτες και άνθρωποι που γνωρίζει χρόνια και τον στήριξαν με την αγάπη τους και τον σεβασμό τους. Όταν βρίσκει λίγο ελεύθερο χρόνο, επισκέπτεται την ιδιαίτερη πατρίδα του και τους αγαπημένους συγγενείς του.

Σημαντική ένδειξη, βέβαια, της μετριοφροσύνης, της σεμνότητας, της συνέπειας και της απλότητας του χαρακτήρος του είναι το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, ­επτά χρόνια μετά την εκλογή του, υπάρχουν άνθρωποι σε σημαντικές θέσεις της Αρχιεπισκοπής και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος που βρίσκονται εκεί πολύ πριν από την εκλογή του, διότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος λειτουργεί αξιοκρατικά, με αγάπη και σεβασμό προς τον συνάνθρωπο.

«Δεν θα μας συγχωρήσουν ποτέ όσοι πεινάνε, αν δεν συνεργαστούμε όλοι μας για να τους βοηθήσουμε»: Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ έχει καθημερινά ραντεβού από νωρίς το πρωί έως αργά το βράδυ.

Δεν αρνείται να δεχτεί όποιον ζη­τήσει να τον δει. Πολιτικοί, διπλωμάτες, επιστήμονες, ακαδημαϊκοί, άποροι, ασθε­νείς, νέοι, παιδιά θα επισκεφθούν τον Αρ­χιεπίσκοπο, για να ζητήσουν τη στήριξή του και την προσευχή του, και ο ίδιος δεν θα αρνηθεί να συναντήσει κανέναν, θα κάνει ό,τι μπορεί είτε επικοινωνώντας ο ίδιος άμεσα με αρμόδιους φορείς είτε επι­στρατεύοντας τους συνεργάτες του για να λυθεί όποιο ζήτημα.

Επισκέπτεται νοσηλευτικά ιδρύματα και κοινωνικές υπηρεσίες χωρίς συνοδεία δημοσιογράφων και τηλεοπτικών δικτύ­ων. Είναι γεγονός, εξάλλου, ότι καθημερι­νά γίνονται πολλές κινήσεις του Αρχιεπι­σκόπου πνευματικής και κοινωνικής μέ­ριμνας, που δεν δημοσιοποιούνται, αφού δεν είναι αυτός ο σκοπός και ο στόχος. Αφουγκράζεται τον παλμό της επο­χής, τις ανησυχίες των πιστών και προ­σπαθεί να βρίσκεται στο πλευρό όσων έχουν ανάγκη. Κύριο μέλημα του να ανακουφίζονται από τον πόνο όσοι υπο­φέρουν.

«Σκοπός της Εκκλησίας, άλλω­στε», όπως ο ίδιος πολλές φορές έχει το­νίσει, «είναι να στέκεται δίπλα στον άν­θρωπο που έχει ανάγκη». Προσπαθεί και επιδιώκει με κάθε τρόπο να προσφέρει τις δυνάμεις της Εκκλησίας προς το κοι­νό συμφέρον και διεκδικεί τη συνεργα­σία με κράτος και Πολιτεία, για να μπο­ρέσει να επιτύχει το κοινό καλό.

«Δεν θα μας συγχωρήσουν όσοι πεινάνε, αν δεν συνεργαστούμε για να τους βοηθήσου­με» έχει δηλώσει και διαθέτει τις δυνά­μεις της Εκκλησίας προς αξιοποίηση με μόνο γνώμονα τον άνθρωπο.


Δεν υπάρχουν σχόλια: