06 Φεβρουαρίου, 2014

(6 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ) † ΑΓΙΟΣ ΦΩΤΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ


Ο Μέγας Φώτιος έζησε κατά τους χρόνους που βασίλευσαν οι αυτοκράτορες Μιχαήλ (842 – 867 μ.χ.), υιός του Θεοφίλου, Βασίλειος α’ ο Μακεδών (867 – 886 μ.χ.) και ο Λέων στ’ ο Σοφός (886 – 912 μ.χ.), υιός του Βασιλείου. Γεννήθηκε περί το 810 μ.χ. στην Κωνσταντινούπολη από ευσεβή και επιφανή οικογένεια, που αγωνίσθηκε για την τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων. Οι γονείς του ονομάζονταν Σέργιος και Ειρήνη και καταδιώχθηκαν επί του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεοφίλου (829 – 842 μ.χ.).Ο Άγιος Σέργιος, του οποίου τη μνήμη τιμά η Εκκλησιά στις 13 Μαΐου, ήταν αδελφός του πατριάρχου Ταρασίου (784 – 806 μ.χ.) και περιπομπεύθηκε δέσμιος από το λαιμό ανά τις οδούς της Κωνσταντινουπόλεως, στερήθηκε την περιουσία του και εξορίσθηκε μετά της συζύγου του και των παιδιών του σε τόπο άνυδρο, όπου από τις ταλαιπωρίες πέθανε ως ομολογητής. Ο ιερός Φώτιος διέπρεψε πρώτα στα ανώτατα πολιτικά αξιώματα.

Όταν με εντολή του αυτοκράτορα απομακρύνθηκε βιαίως από τον πατριαρχικό θρόνο ο πατριάρχης Ιγνάτιος, ανήλθε σε αυτόν, το έτος 858 μ.χ., ο ιερός Φώτιος, ο οποίος διακρινόταν για την αγιότητα του βίου του και την τεράστια μόρφωση του. Η χειροτονία του εις επίσκοπο έγινε την ημέρα των Χριστουγέννων του έτους 858 μ.χ. υπό των επισκόπων Συρακουσών Γρηγορίου του ασβεστά, Γορτύνης Βασιλείου και Απαμείας Ευλαμπίου. Προηγουμένως βέβαια εκάρη μοναχός και ακολούθως έλαβε κατά τάξη τους βαθμούς της ιεροσύνης. Ο ιερός Φώτιος με συνοδικά γράμματα ανακοίνωσε, κατά τα καθιερωμένα, τα της εκλογής του στους πατριάρχες της ανατολής και τόνισε την αποκατάσταση της ειρήνης στην εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. αλλά πριν ακόμα προλάβει να την παγιώσει επήλθε ρήξη μεταξύ των ακραίων πολιτικών και των οπαδών του πατριάρχη Ιγνατίου, των «Ιγνατιανών». Οι «Ιγνατιανοί» συγκεντρώθηκαν στο ναό της αγίας Ειρήνης, αφόρισαν τον ιερό Φώτιο και ανακήρυξαν πατριάρχη τον Ιγνάτιο. 

Ο άγιος Φώτιος συγκάλεσε σύνοδο στο ναό των αγίων Αποστόλων για την αντιμετώπιση του ανακύψαντος ζητήματος.Η Σύνοδος καταδίκασε ως αντικανονικές τις ενέργειες των «Ιγνατιανών» και τόνισε ότι ο Ιγνάτιος, αφού παραιτήθηκε από τον θρόνο, δεν ήταν πλέον Πατριάρχης και ότι εάν διεκδικούσε και πάλι την επιστροφή του στον πατριαρχικό θρόνο, τότε αυτόματα θα υφίστατο την ποινή τής καθαιρέσεως και του αφορισμού. Ο μεγάλος αυτός πατέρας τής Εκκλησιάς ιερούργησε, ως άλλος Aπόστολος Παύλος, το Ευαγγέλιο. Αγωνίσθηκε για την αναζωπύρωση της ιεραποστολικής συνειδήσεως, που περιφρουρεί την πνευματική ανεξαρτησία και αυτονομία των ορθοδόξων λαών από εισαγωγές εθίμων ξένων προς την ιδιοσυγκρασία τους, με σκοπό την αλλοίωση της ταυτότητος και τής πνευματικής τους ζωής. Διότι γνώριζε ότι μέγιστος εχθρός ενός λαού είναι απώλεια της αυτοσυνειδησίας του, φθορά της πολιτισμικής του ιδιοπροσωπίας και αλλοίωση του ήθους του.

Ο ιερός Φώτιος γνώριζε την ιεραποστολική δραστηριότητα του ιερού Χρυσοστόμου, αφού  αναφέρεται πολλές φορές στο έργο αυτό και μάλιστα επηρεάστηκε από αυτή στο θέμα της χρήσεως των επιτόπιων γλωσσών και των μοναχών ως ιεραποστόλων. Επί ημερών του εκχριστιανίσθηκε το  έθνος των Βουλγάρων, το οποίο μυσταγώγησε προς την αμώμητη πίστη του Χριστού και το αναγέννησε με το λουτρό του θείου Βαπτίσματος.  ιερός Φώτιος διεξήγαγε μεγάλους και επιτυχείς αγώνες υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως εναντίων των Μανιχαίων, των Εικονομάχων και άλλων αιρετικών και επανέφερε στους κόλπους της Καθολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας πολλούς από αυτούς. «Άπαντα μεν τα ανθρώπινα συγκαταρρεί τω χρόν και αφανίζεται.  Αρετή δε και χρόνου και παθών και αυτού του θανάτου περιγίνεται· ει δε ακριβέστερον ιδοις, τω χρόν και τω θανάτ μάλλον ναζη κα θάλλει και το οικειον κλέος και την ευπρέπειαν, εναποσβεσθέντος αυτος του φθόνου, λαμπρότερόν τε κα θαυμασιώτερον αναδείκνυται».

λόγος αυτός, απόσταγμα της βαθιάς πίστεως και της κατά Θεόν σοφίας του Ισαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Ομολογητού, «μυρίαις αρεταις εξανθήσαντος κα πάσ γνώσει διαλάμψαντος», πληρέστατα εφαρμόζεται σε αυτόν τον ειπόντα, τον οποίο η αδιάφθορη συνείδηση της Εκκλησίας και του Γένους, ομολόγησαν αυτόν Άγιο και Ισαπόστολο «τοις ουρανίοις αδύτοις αγκατοικιζόμενον», ως «αοίδιμον μν τοις διωγμοις, δεδοξασμένον δ τοις θανάτοις». Το θεολογικό του έργο δικαίωνε τους αγώνες της Εκκλησίας, βεβαίωνε την Ορθόδοξη πίστη και ενέπνεε την Εκκλησιαστική συνείδηση για την συνεχή εγρήγορση του λου εκκλησιαστικού Σώματος. Υπό την έννοια αυτή η εκκλησιαστική συνείδηση διέκρινε στο πρόσωπό του τον υπέρμαχο της Ορθοδόξου πίστεως και τον εκφραστή του αυθεντικού φρονήματος της Εκκλησίας. Σε οιονδήποτε στάδιο του βίου και αν παρακολουθήσουμε τον ιερό Φώτιο, είτε στην βιβλιοθήκη, επιδιδόμενο σε μελέτες, είτε ως καθηγητή της φιλοσοφίας στο πρώτο Πανεπιστήμιο της Μεσαιωνικής Ευρώπης της Μαγναύρας. 

Σε μία εποχή που Δύση ήταν ακόμη βυθισμένη στο τέλμα των σκοτεινών αιώνων, είτε υπουργούντα σε αξιώματα μεγάλα και περιφανή της Πολιτείας, είτε κοσμούτα τον αγιότατο Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, είτε εξασκούμενο στην ελεημοσύνη και τη φιλανθρωπία, είτε υφιστάμενο την παραγνώριση των ανθρώπων και τις σκληρές στερήσεις δυο εξοριών, παντού αναγνωρίζουμε τον μαχόμενο υπρ τής αληθούς Ορθοδόξου πίστεως, της «αποστολικής τε και πατρικής παραδόσεως» και «της προγονικής ευσεβείας», η οποία αποτελεί και το περιεχόμενο της πατερικής διδασκαλίας αυτού.  ζωνταν ρθόδοξη πίστη, κατ τν ερ Πατέρα, πίστη τς ληθείας, εναι ρχ τς Χριστιανικς μας υποστάσεως κα πιβάλλει τν συνεχ προσπάθεια γι τ «νακεφαλαιώσασθαι τ πάντα ν Χριστ, τ π τος ορανος κα τ π τς γς», γι τν πραγμάτωση τς «καινς κτίσεως», πο πιτυγχάνεται μ τ δυναμικ γεφύρωση, σύνδεση κα λληλοπεριχώρηση το θείου κα νθρώπινου στοιχείου. 

Χριστς νώνει στ πρόσωπό Του τ θεία μ τν νθρώπινη φύση. Ατ σημαίνει τι θεότητα κα νθρωπότητα χουν ν Χριστ να κοιν τρόπο πάρξεως κα ατς τρόπος εναι νότητα, λληλοπεριχώρηση τν προσώπων, κοινωνία τς γάπης. νωση τς θείας μ τν νθρώπινη φύση στ πρόσωπο το Χριστο δν εναι μία φηρημένη ρχή. Φανερώνεται σ μς, πως φανερώνεται πάντοτε φύση: μόνο ς τρόπος πάρξεως, δηλαδ ς δυνατότητα ζως. Εναι δυνατότητα ν ζήσουμε, ν πληρωθε πύθμενη δίψα γι ζω πο βασανίζει τν παρξή μας, ν ζήσουμε λες τς δυνατότητες τς ζως νικώντας τν ναπηρία κα τν θάνατο τς τεμαχισμένης πάρξεως. ρκε ν ποδεχθε νθρωπος τν μαρτία κα ποτυχία του κα ν ζήσει τν κένωση το Χριστο, τ ζω το Θεο

ληθιν Χριστιανικ ζω εναι γέφυρα πο συνδέει τν οραν μ τν γ, συνεχς πηδαλιούχηση το πορθμείου κείνου, τ ποο, πως λέγει ερς Φώτιος, ρχεται π τν οραν κα «διαπορθμεύει μν τν κεθεν γαθοειδ κα θείαν εμένειαν» κα Χάρη. Ατ κριβς εναι τ ληθιν θος τς ρθοδοξίας: ναγέννηση, νωση, μετοχ κα κοινωνία μ τν Χριστ δι το γίου Πνεύματος. Τ ρθόδοξο, λοιπόν, θος, πο εναι κοινωνία το προσώπου μ τν Θε Πατέρα ν Χριστ δι το γίου Πνεύματος κα γιασμς το λου νθρώπου στν δ τς θεώσεως ρχίζει ν πάρχει μόνο ταν χουμε ς προϋπόθεση τν ρθ πίστη, τν ρθοδοξία. Γι’ ατ οδέποτε γιος νέχθηκε ποιαδήποτε παρασιώπηση παραφθορ τς λήθειας. Γράφει χαρακτηριστικ ερς Φώτιος πρς τν Πάπα Νικόλαο: «τ οκουμενικας κα κοινας τυπωθέντα ψήφοις πσι προσήκει φυλάττεσθαι». 

Διότι, δι τς πιμελος φυλάξεως τς διδασκαλίας τν Οκουμενικν Συνόδων, «πσα καινοτομία κα αρεσις πελαύνεται· τ δ τς ρθοδοξίας κήρατον κα ρχαιοπαράδοτον φρόνημα τας εσεβούντων ψυχας ες δίστακτον σεβασμιότητα καθιδρύνεται». τσι μία γενεά, μετ φόβου Θεο, παραδίδει στν περχόμενη τ τς πίστεως πολύτιμα κεφάλαια πο λαβε, μ πλήρη συναίσθηση τι κα περχόμενη θ διατηρήσει λώβητη τν πίστη. Σ μία μιλία του γιος ξαίρει τ σπουδαιότητα τς συνεχιζόμενης νελλειπς διαδοχς: «Πρ τς βδόμης Συνόδου, σχε πρ ταύτης  

Πρώτη πολλν ν μέρει τς πράξεις μιμήσασθαι. 

Δευτέρα τν Πρώτην πογραμμν κα τύπον δέξατο, 

τς δ Τρίτης ατ μετ τν πρώτην πρξε παράδειγμα, να δ κα 

Τετάρτην ταυτας πλούτει μιμήσασθαι κα τας φεξς πρχον α προλαβοσαι διδάσκαλοι». 

παρίθμηση δ τν Συνόδων δν εναι συμπτωματική. Γι τν γιο, τν τς πλανος γνώσεως κανόνα, τ παρελθόν, παράδοση, τ γενόμενα στ γιο Σμα τς κκλησίας το Χριστο δν ποτελον πλ στορικ γεγονότα. Μλλον ποτελον πόδειγμα, τύπο γι τ μέλλον το Κυριακο Σώματος. Γι’ ατ κα δν πιμένει μόνο στν στορικ παράδοση μετάδοση, οτε μόνο γι τν κληρονομικ χαρακτρα τς διδασκαλίας, λλ πρ παντς γι τν πληρότητα τς λήθειας, γι τν ταυτότητα κα τν συνέχεια τς καθολικς μπειρίας τς κκλησίας, γι τ ζωή της μέσα στ χάρη, γι τ παρν μέσα στ ποο κατοικε δη τ μέλλον, γι τ μυστήριο τς πίστεως. νότητα, γιότητα κα καθολικότητα τς κκλησίας συμπληρώνονται κα καταξιώνονται μ τν ποστολικότητά της. Στν ρχιερατικ προσευχ το ησο γιασμς κα καθολικ νότητα τς κκλησίας συνδέονται μεσα μ τν ποστολικότητα: «να κόσμος πιστεύσ, τι Σύ με πέστειλας». 

τσι ποστολικότητα γίνεται ντολογικ γνώρισμα τς κκλησίας, πο κφράζει κα τ λλα γνωρίσματά της.  κκλησία εναι ποστολική, γιατί συνεχίζει τν ποστολ το Χριστο κα τν ποστόλων Του μέσα στν κόσμο. στορικς σύνδεσμός της μ τος ποστόλους κα βεβαίωση το συνδέσμου ατο μ τν ναγωγ τν κατ τόπους κκλησιν κα τν πισκόπων στος γίους ποστόλους ποτελον τ ξωτερικ τεκμήρια τς ποστολικς διότητας κα διαδοχς. Τ θικ δ ατημα τς ποστολικότητας τς κκλησίας εναι ποχρέωση γι πιστότητα στν ποστολικ παράδοσή της, ποία ξασφαλίζει τν ταυτότητα κα νότητα το ζντος Σώματος. «Τοτο γρ τν ποστόλων τ κήρυγμα, τοτο τν Οκουμενικν Συνόδων τ φρόνημα». 

γωνιζόμενος γιος Φώτιος πρ «τς πίστεως μν τν Χριστιανν…, τς χράντου κα ελικρινος λατρείας, κα τν περ ατν μυστηρίων», στν γκύκλιο πιστολή του, τ 867 μ.Χ., πο πευθυνόταν πρς τος κατ νατολς πισκόπους κα Πατριάρχες, στρέφεται στν καταπολέμηση τς αρέσεως, «κατ πάσης αρέσεως», πο ποτελε τν νότητα κα τν κεραιότητα τς ρθοδοξίας κα συγχρόνως καλε λους ν εναι γρυπνοι ναντίων κάθε δυσέβειας.  Μέγας Φώτιος, γνωρίζοντας τι κάθε κτροπ π τν ληθ πίστη χει ς συνέπεια τν κπτωση π τν πνευματικότητα, κατακρίνει «τ τς γνώμης ρρωστηκς κα στήρικτον» κα καταδικάζει, ς «μαρτίαν πρς θάνατον», κάθε κτροπ π τν ρθοδοξία κα τν «τν παραδοθέντων θέτησιν» «καταφρόνησιν» π κείνους πο «κατ τν δίων ποιμένων περήφανον ναλαμβάνουν φρόνημα, κεθεν δ κατ το κοινο Ποιμένος κα Δεσπότου παρατείνουν τν πόνοιαν».

π τς βάσεως ατς ντέκρουσε χι μόνο τος εκονομάχους λλ κα τς παπικς ξιώσεις κα τ γερμανοφραγκικ δόγμα το filioque, τ ποο διασαλεύει τν κοινωνία τν γιοπνευματικν προϋποθέσεων κα νεργειν κα δν χει θέση μέσα στν κοινωνία το Σώματος τς κκλησίας κα τς κοινότητος τν δελφν. Γι’ ατ κα Σύνοδος, ποία συνλθε τν ούλιο Αγουστο το 867 μ.Χ. στν Κωνσταντινούπολη, καθαίρεσε τν Πάπα Νικόλαο γι τς ντικανονικές του νέργειες, ν ποδοκίμασε τ διδασκαλία το filioque κα τ ρωμαϊκ θιμα. Μάλιστα γκύκλιος πιστολ το ερο Φωτίου γι τ θέματα ατά, μετ τ συνοδικ κατοχύρωση το περιεχομένου της, κατέστη να σταθερ πλέον κριτήριο γι τν ξιολόγηση τν σχέσεων νατολς κα Δύσεως. δολοφονία το ατοκράτορα Μιχαλ το Γ’, στς 24 Σεπτεμβρίου 867 μ.Χ., π τν Βασίλειο Α’ τν Μακεδόνα, συνοδεύτηκε κα μ κρίση στν κκλησία.

νέος ατοκράτορας τάχθηκε πρ τς προσεγγίσεως Κωνσταντινουπόλεως κα Ρώμης κα ναζήτησε ρείσματα στούς «γνατιανούς». ερς Φώτιος πρξε τ θμα ατς τς νέας πολιτικς σκοπιμότητας το ατοκράτορα, ποος κθρόνισε τν γιο Φώτιο κα ποκατέστησε στν θρόνο τν Πατριάρχη γνάτιο, στς 23 Νοεμβρίου 867 μ.Χ. Σύνοδος το τους 869 μ.Χ., πο συνλθε στν Κωνσταντινούπολη, στ να τς γίας Σοφίας, ναθεμάτισε τν γιο Φώτιο, σοι δ πίσκοποι χειροτονήθηκαν π ατν παρέμεναν πιστο σ ατν καθαιρέθηκαν κα σοι π τος μοναχος λαϊκος παρέμειναν παδοί του φορίσθηκαν.  ερς Φώτιος καθ’ λη τν διαδικασία κα παρ τν προκλητικ στάση τν ντιπροσώπων το Πάπα τήρησε σιγή, τος πέδειξε ν μετανοήσουν κα ρνήθηκε ν δεχθε τν ντικανονικ ποινή. 

Στ συνέχεια ξορίστηκε κα ποβλήθηκε σ ποικίλες κα πολλαπλς στερήσεις κα κακουχίες. πακολούθησε βέβαια συμφιλίωση τν δύο Πατριαρχν, Φωτίου κα γνατίου, λλ θάνατος το γνατίου, στς 23 κτωβρίου το 877 μ.Χ., πέτρεψε τν ποκατάσταση το ερο Φωτίου στν πατριαρχικ θρόνο μέχρι τ τος 886 μ.Χ. κατ τν ποο ξαναγκάστηκε σ παραίτηση π τ διαδεχθέντα τν ατοκράτορα Βασίλειο δευτερότοκο υἱὸ το Λέοντα ΣΤ’ τν Σοφό.  γιος Φώτιος κοιμήθηκε σίως τ τος 891 μ.Χ. ντας ξόριστος στν ερ μον τν ρμενιανν, πως λλοτε θεος κα ερς Χρυσόστομος στ Κόμανα το Πόντου. 

Τ ερ κα πάντιμο σκήνωμα το γίου κα Μεγάλου Φωτίου ναποτέθηκε στν λεγόμενη μον τς ρημίας ρεμίας, πο ταν κοντ στν Χαλκηδόνα. Παλιότερα Σύναξή του τελετο στ Προφητεο, δηλαδ στ να το Τιμίου Προδρόμου κα Βαπτιστο ωάννου, πο βρισκόταν στ μον τς ρημίας, ν τώρα τελεται στν ερ πατριαρχικ μον τς γίας Τριάδος στ νσο Χάλκη, που δρύθηκε κα Θεολογικ Σχολ .

Δεν υπάρχουν σχόλια: