Με το διάταγμα του
αυτοκράτορα Καίσαρα Αυγούστου να απογραφεί όλος ο πληθυσμός που ήταν
κάτω από την Ρωμαϊκή κυριαρχία, ο Ιωσήφ και η εγκυμονούσα
Μαριάμ έπρεπε να απογραφούν στον τόπο της καταγωγής τους, στη Βηθλεέμ
της Ιουδαίας. «Εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι
πάσαν την οικουμένην»(Λουκ. β'1). Έτσι ύστερα από ένα κουραστικό ταξίδι,
φθάνουν στη Βηθλεέμ. «Ανέβη δε και ο Ιωσήφ από της Γαλιλαίας, εκ πόλεως
Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαυίδ ήτις καλείται Βηθλεέμ, δια
το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαυίδ» (Λουκ. β'4).
Λόγω της πληθώρας
των απογραφομένων, δε βρίσκουν πουθενά κατάλυμα. «Ουκ ην αυτοίς τόπος
εν τω καταλύματι»(Λουκ. β'6). Μόνο σ' ένα σταύλο βρήκαν λίγο χώρο για
την παραμονή τους. Εκεί θέλησε να γεννηθεί ο φιλάνθρωπος και ταπεινός
Κύριος, ο Λυτρωτής του κόσμου, όπου και τον σπαργάνωσε η Θεοτόκος
σε μια φάτνη των ζώων για να ζεσταθεί. «Εκεί επλήσθησαν αι ημέραι του
τεκείν αυτήν, και έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν
αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη»(Λουκ. β' 6-7). Εκεί τον προσκύνησαν
και οι ποιμένες.
Η
περιτομή του Κυρίου
Σε οκτώ μέρες από τη
γέννηση, η Παρθένος και ο Ιωσήφ έκαναν, σύμφωνα με το νόμο, την περιτομή
του παιδιού και του έδωσαν το όνομα «Ιησούς». «Και ότε επλήσθησαν ημέραι
οκτώ του περιτεμείν το παιδίον, και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς,
το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι αυτόν εν τη κοιλία»
(Λουκ. Β'21). Η Εκκλησία μας εορτάζει το γεγονός αυτό στις 1 Ιανουαρίου.
Ο
σαραντισμός της Θεοτόκου με τον Ιησού
Σαράντα μέρες μετά
τη γέννησή Του, ο Ιησούς σύμφωνα με τον Ιουδαϊκό νόμο οδηγείται
για πρώτη φορά στα Ιεροσόλυμα, στο ναό του Θεού, για να σαραντίσει.
Η Παρθένος εδώ συναντά τον πρεσβύτη Συμεών, που παρακαλούσε το Θεό
να μην πεθάνει πριν δει το Μεσσία: «Νυν, απολύεις τον δούλόν σου, Δέσποτα,
κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν
σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν
εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ». Τώρα, Κύριε, ας πεθάνω, γιατί είδα
με τα μάτια μου τον Σωτήρα μας, ανέκραξε.
Μετά κοιτάζει τη Θεοτόκο
και της λέγει:«Ούτος κείται εις πτώσιν
και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον»(Λουκ.
β' 34). (Αυτός θα γίνει αιτία να πέσουν και να σηκωθούν πολλοί στο Ισραήλ
και θα προκαλέσει διχογνωμία). Και συνεχίζει για την Παναγία: «Και
σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία»(Λουκ. β'35). (και σένα
την ψυχή σου θα την διαπεράσει πόνος οξύς, σα σπαθιά), υπονοώντας
τη σταύρωση του Γιού της.
Η Εκκλησία μας εορτάζει το γεγονός με
την εορτή της Υπαπαντής, στις 2 Φεβρουαρίου: «η Υπαπαντή του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού, εν η εδέξατο Αυτόν εις τας αγκάλας αυτού ο Δίκαιος
Συμεών»
Η
προσκύνηση των Μάγων
Μετά τη γέννηση του
Ιησού και τον σαραντισμό, η Θεοτόκος με τον Ιωσήφ παρέμειναν
στη Βηθλεέμ. Στο διάστημα αυτό, «μάγοι από ανατολών παρεγένοντο
εις Ιεροσόλυμα»(Ματθ. β'1). Μετά την προσκύνηση του Κυρίου, οι Μάγοι
επιστρέφουν στην πατρίδα τους, γιατί άγγελος Κυρίου τους ειδοποίησε
να φύγουν από άλλο δρόμο και να μη πάνε στον Ηρώδη, που ήθελε να σκοτώσει
τον Ιησού. «Και χρηματισθέντες κατ'; όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην,
δι' άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών»(Ματθ. β' 12).
Η
φυγή στην Αίγυπτο
Πριν ο Ηρώδης διατάξει
τη σφαγή των νηπίων «από διετούς και κατωτέρω, κατά τον χρόνον, ον ηκρίβωσε
παρά των μάγων»(Ματθ. β' 16), άγγελος Κυρίου παρουσιάζεται «κατ' όναρ»
στον Ιωσήφ και του λέγει: «Να πάρεις το παιδί και τη μητέρα Του και να
φύγεις στην Αίγυπτο. Να μείνεις εκεί, έως ότου θα σε ενημερώσω. Ο Ηρώδης
θέλει να σκοτώσει το παιδί». «Παράλαβε το παιδίον και την μητέρα
αύτού και φεύγε εις Αίγυπτον, και ίσθι εκεί, έως αν είπω σοι. Μέλλει
γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό»(Ματθ. β' 13). Πράγματι,
ο Ιωσήφ ξύπνησε αμέσως τη Θεοτόκο και έφυγαν μέσα στο σκοτάδι σαν
πρόσφυγες.
Έφτασαν στην Αίγυπτο
και έμειναν εκεί μέχρι το θάνατο του Ηρώδη: «Ο δε εγερθείς παρέλαβε
το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον,
και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου»(Ματθ. β' 14-15). Σήμερα στο παλαιό
Κάιρο, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται το σπήλαιο
με το πηγάδι, όπου έμεινε η αγία οικογένεια κατά τη διάρκεια της διαμονής
της στην Αίγυπτο. Μετά το θάνατο του Ηρώδη και ύστερα από ειδοποίηση
του αγγέλου η αγία οικογένεια επέστρεψε «εις γην Ισραήλ», όπου εγκαταστάθηκε
και πάλι στη Ναζαρέτ: «Και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ,
όπως πληρωθή το ρηθέν δια των προφητών, ότι Ναζωραίος κληθήσεται»(Ματθ.
β'23).
Εδώ ο γέροντας Ιωσήφ
εργαζόταν ως ξυλουργός και από μικρός ο Ιησούς τον βοηθούσε,
ενώ παράλληλα «ηύξανε και εκραταιούτο πνεύματι»(Λουκ. β'40).
Ο
Ιησούς δωδεκάχρονος στα Ιεροσόλυμα
Η Παρθένος και ο Ιωσήφ,
ως καλοί Ιουδαίοι, ανέβαιναν μια φορά το χρόνο στα Ιεροσόλυμα,
για να προσκυνήσουν στο ναό. Όταν ο Ιησούς έγινε δώδεκα χρόνων, τον
πήραν μαζί τους, σύμφωνα με τα Ιουδαϊκά έθιμα: «Και επορεύοντο οι
γονείς αυτού κατ' έτος εις Ιερουσαλήμ τη εορτή του Πάσχα και ότε εγένετο
ετών δώδεκα αναβάντων αυτών εις Ιεροσόλυμα κατά το έθος της εορτής...» (Λουκ.
β'41-42). Εκεί στο Ναό παρέμεινε ο μικρός Ιησούς, διαφεύγοντας από
την προσοχή των γονέων του, όπου συνέβη το θαυμαστό γεγονός της διδασκαλίας
του δωδεκάχρονου Ιησού προς τους διδασκάλους και ο διάλογός Του με
την Παναγία μητέρα Του: «Παιδί μου, γιατί μας έκανες έτσι;
Να που ο
πατέρας σου κι εγώ με πόνο σε αναζητούσαμε. Και είπε προς αυτούς:
Γιατί με αναζητούσατε; Δε γνωρίζατε ότι στο σπίτι του Πατέρα μου
πρέπει να είμαι;» (Λουκ. β 48-49). Και η Θεοτόκος, συνεχίζει το κείμενο
του ευαγγελιστή Λουκά, «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία
αυτής» Και ο Ιησούς «κατέβη μετ' αυτών και ήλθεν εις Ναζαρέτ, και ην
υποτασσόμενος αυτοίς»(Λουκ. β' 51).
Στον
γάμο της Κανά
Η Θεοτόκος ακολούθησε
τον Ιησού σ' όλες τις ευαγγελικές Του οδοιπορίες κατά τη διάρκεια της
δημόσιας ζωής Του,μετά τη βάπτισή Του. Είναι όμως πάντοτε η σιωπηλή
παρουσία που κινείται με υπακοή και πλήρη εμπιστοσύνη στον Θεάνθρωπο
Κύριο και Υιό της. Τελευταίοι λόγοι της Παναγίας παρουσιάζονται
στα Ευαγγέλια στον γάμο της Κανά: «γάμος εγένετο εν Κανά της Γαλιλαίας
και ην η μήτηρ του Ιησού εκεί.»(Ίω. β 1). Και επειδή έλειψε το κρασί
«λέγει η μήτηρ του Ιησού προς αυτόν· οίνον ουκ έχουσι. Λέγει αυτή ο Ιησούς·
τι εμοί και συ γύναι;
Ούπω ηκει η ώρα μου.
Λέγει η μήτηρ αυτού τοις διακόνοις· ο,τι αν λέγη υμίν, ποιήσατε» (Ίω.
β 3-5). Η Παναγία μας κατάλαβε ότι τα λόγια αυτά του Χριστού δεν ήταν
άρνηση, γι' αυτό συμβούλεψε τους υπηρέτες «να κάνετε ο,τι σας πει».
Και μετά από λίγο συνέβη η θαυμαστή μετατροπή του νερού σε κρασί,
το πρώτο θαύμα της δημόσιας ζωής του Κυρίου μας. Αυτή η τελευταία
φράση της Παναγίας μας θεωρείται η Διαθήκη της Θεοτόκου', η παρακαταθήκη
της για όλους τους χριστιανούς όλων των αιώνων. «Μετά τούτο κατέβη
εις Καπερναούμ αυτός και η μήτηρ αυτού και οι αδελφοί αυτού και οι μαθηταί
αυτού, και εκεί έμειναν ου πολλάς ημέρας » (Ίω. β 12).
Από τότε η Θεοτόκος
στα Ευαγγέλια είναι η σιωπηλή παρουσία που ακολουθεί, συμπορεύεται
και συμπάσχει με τον Χριστό.
Σταυρός
και Ανάσταση
Ευρισκόμενη κάτω απ'
τον Σταυρό, πάνω στο Γολγοθά, αισθάνεται σαν να τη διαπερνά ρομφαία,
κατά την προφητεία του αγίου Συμεώντου Θεοδόχου. Ουσιαστικά
δεν συμπαρίσταται μόνο στο δράμα πάνω στο Γολγοθά, αλλά συμμετέχει
στον πόνο του Γιου της και Θεού της. Διπλός ο πόνος και η πίκρα. «Ειστήκεισαν
δε παρά τω Σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού,
Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή»(Ιω. ιθ' 25).Σιωπηλή ακούει
να της λέει ο Γιός της: «Γύναι, ίδε ο υιός σου» και να της δείχνει τον αγαπημένο
του μαθητή Ιωάννη. Και να λέει στο μαθητή του: «Ιδού η μήτηρ σου».
Και από την ώρα εκείνη, «έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια» ( Ιω. ιθ'26-27).
Δηλαδή πήρε την Παναγία στο σπίτι του, για να την προστατέψει σαν μητέρα
του.Την επομένη του Σαββάτου προς την Κυριακή η Παναγία μαζί με τις
άλλες μυροφόρες γυναίκες πήγαν στον τάφο του Ιησού να Τον αλείψουν
με αρώματα. Μόλις έφτασαν στον τάφο, είδαν τον άγγελο Κυρίου και το
κενό μνήμα και πρώτη άκουσε το χαρμόσυνο γεγονός της Ανάστασης:
«Και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις
δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθαμβήθησαν.
Ο δε λέγει αυταίς, μη
εκθαμβείσθε. Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν, τον εσταυρωμένον. ηγέρθη,
ουκ έστιν ώδε. ίδε ο τόπος, όπου έθηκαν αυτόν»(Μαρκ. ιστ' 5-6). Όταν
επέστρεφαν από τον τάφο, πρώτη τον άντίκρυσε και τον προσκύνησε, καθώς
φανερώθηκε ο Κύριος λέγοντας τον πρώτο λόγο Του μετά την Ανάσταση:
«Χαίρετε»!
Η
Παναγία κοντά στους Αποστόλους και την Πεντηκοστή
Από τις πράξεις των Αποστόλων
γνωρίζουμε ότι η Παναγία παρέμεινε κοντά τους μέχρι την ημέρα της
Πεντηκοστής: «Πάντες ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή
και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού»(Πραξ. α' 14).
Και κατόπιν βέβαια, σύμφωνα με την αποστολική παράδοση, η Θεοτόκος
από το σπίτι της στη Γεθσημανή, πάντοτε στήριζε, συμβούλευε και προσευχόταν
για την πρώτη Έκκλησία και τους αγίους αποστόλους που ευαγγελίζονταν
την οικουμένη.
Η
ηλικία της Θεοτόκου, σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρες
Η Παναγία όταν μπήκε
στο Ναό ήταν τριών ετών· έμεινε στο ιερό δώδεκα χρόνια,δεκαπέντε
ετών· τρεις μήνες αφού βγήκε από το ιερό μέχρι τον Ευαγγελισμό και
εννέα μήνες κυοφορία, δεκαέξη ετών γεννά τον Χριστό. Έζησε με
τον Χριστό τριάντα δύο χρόνους,άρα σαρανταοκτώ ετών ζει την Σταύρωση,
την Ανάσταση και την Ανάληψή Του. Έζησε μετά απ' την Πεντηκοστή άλλα
έντεκα χρόνια και εκοιμήθη στη Γεθσημανή, σε ηλικία πενήντα εννέα ετών.
ΑΥΡΙΟ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου