02 Αυγούστου, 2012

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ.


Κατά την εορτή της 15ης Αυγούστου τιμούμε το θάνατο της Αειπάρθενου Μαρίας. Ό οποίος συνέβη κατά την παράδοση 15 Αυγούστου στα Ιεροσόλυμα. Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου καθιερώθηκε επίσημα κατά τον 6ο αιώνα. Πρώτος ο αυτοκράτορας Μαρκιανός (450-457) έκτισε Ναό της Θεοτόκου στη Γεσθημανή, όπου κατά την παράδοση είχε ταφεί. Το 460 απαντάται η εορτή της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου και ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος (582-602) όρισε επίσημα ως ημέρα της εορτής της Κοιμήσεως Θεοτόκου, όπως μαρτυρεί ο ιστορικός της Εκκλησίας Νικηφόρος • Κάλλιστος. "Τάττει δε Μαυρίκιος• ου πολλώ ύστερον την της Θεομήτορος κοίμησιν κατά την πεντεκαιδεκάτην του Αυγούστου μηνός".(Νικ. Καλλίστου, ΙΖ.28 και Βασ. Στεφανίδου, Εκκλησ. Ιστορία, σελ. 290).

Υπάρχει βέβαια και η παράδοση, ότι ο θάνατος της Παναγίας έγινε στην Έφεσο και ότι η εορτή αυτή υπήρχε στην Ανατολική Εκκλησία από τον Γ αιώνα, όπως μαρτυρείται στα απόκρυφα συγγράμματα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. Η επίσημη ανακήρυξη της εορτής τοποθετείται από την Γ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου, όπου από'τον Δ' αιώνα υπήρχε ναός της Θεοτόκου και παρουσιαζόταν ο τάφος της. Οι γνώμες αυτές όμως είναι αμφισβητήσιμες. Προ της εορτής της Θεοτόκου απαντάται νηστεία ακαθορίστου διαρκείας από τόν ζ' αιώνα. Ο Αναστάσιος Σιναίτης λέει, ότι "καταρχήν η νηστεία της Παναγίας ήταν ενωμένη με τη νηστεία των Αγίων Αποστόλων, αλλά δι' οικονομίαν εξεκόπη υπό των αγίων Πατέρων δια τας κατά το θέρος επιδημίας ίσως. 

Είτα δε απ' αρχής Αυγούστου διετάξαντο νηστεύειν άχρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και πάλιν διαλυειν"., (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα θείων και ιερών κανόνων, Δ' σελ. 580-584). Ο Θεόδωρος Στουδίτης τον Η' αιώνα αναφερών τις τρεις παραδεδεγμένες νηστείες του Πάσχα, των Χριστουγέννων και των Αγίων Αποστόλων, ομιλεί και για τέταρτη νηστεία της Θεοτόκου.Ο Βασ. Στεφανίδης λέει: "Πάντως η νηστεία της Θεοτόκου' αναφέρεται ημίσειαν εκατονταετηρίδα βραδύτερον υπό του Ρώμης Νικολάου Α' (865 ή 866) εν τω προς τους Βουλγάρους επιστολή αυτού. Η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είχε την νηστείαν ταύτην και επομένως γράφων ο Νικόλαος περί αυτής εις τους Βουλγάρους συνεμορφώθη προς τα εν τη Ανατολή ισχύοντα (Βασ. Στεφανίδου, Εκκλησ. Ιστορία σελ. 295). 

Τη νηστεία της Θεοτόκου τη βρίσκουμε και στον Τόμο Ενώσεως, που εκδόθηκε το έτος 920 και σχετίζεται με το ζήτημα του 3ου γάμου του Λέοντος νου Σοφού. Ορίζει ο Τόμος: "Τρις του ενιαυτού μόνον αξιωθήσεται (τρίγαμος) της απολαύσεως (της Θ. Κοινωνίας)- άπαξ μεν εν τω σωτηρίω του Χριστού και Θεού ημών Αναστάσει, δεύτερον δε εν τη Κοιμήσει της αχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και τρίτον εν τη γενεθλίω ημέρα Χριστού του Θεού ημών, δια το και εν ταύταις προηγεισθαι νηστείαν και το εκ ταύτης όφελος". (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα κ.λ.π. σελ. 8). Ο Θεόδωρος Βάλσαμων μας πληροφορεί, ότι μόνο η νηστεία του Πάσχα ήταν απαρασάλευτη, ενώ οι άλλες αμφισβητούνταν. "Καντεύθεν και διενίστανται την του Αυγούστου νηστείαν υπό μικρόψυχων τινών σχεδιάζεσθαι, δια τας συμπίπτουσας νόσους ενίοτε περί τα τέλη Ιουλίου μηνός και περί τον Αύγουστον, ότε μέσος ο σείριος ίσταται κατά κεφαλής κηριτρεφέων (δυστυχών) ανθρώπων και την ζώνην ανατρέχει του λέοντος". (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα, Δ, 577). Στηρίζει δε ο Βάλσαμων τη νηστεία σε παλαιά συνήθεια•

"Δια τοι τούτο το κατά μέλιτταν φίλεργον εκ τε τούτων πάντων και εξ ετέρων γραφικών παραδόσεων ανθολογήσας τα χρησιμώτερα και την αληθή διδασκαλίαν αποσεμνύνοντα, αναδιδάσκω υμάς ουκ εν πειθοίς σοφίας ελληνικής, αλλ'εν πνεύματι δυνάμεως αρχιερατικής τελειοποιούσης τα ηλιτόμηνα (τα ασθενή) και αγιαζούσης τα αμβλωθρίδια (τα εξαμβλώματα, τα αμαρτωλά), ότι μετά νηστειών εορτάζειν οφείλομεν ου μόνον την κοσμοσωτήριον του Κυρίου Ανάστασιν. αλλά και τας ρηθείσας τεσσάρας εορτάς, των αγίων Αποστόλων, φημί, της Μεταμορφώσεως, της Κοιμήσεως της αγίας Θεοτόκου και των Γενεθλίων του Χριστού και Θεού ημών". (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα, Δ, 567).

Επειδή ο Βάλσαμων δεν έχει άλλη δικαιολογία της νηστείας του Δεκαπενταύγουστου καταφεύγει στον παραλληλισμό της χριστιανικής εορτής με την εορτή της Σκηνοπηγίας των Ισραηλιτών". Της Σκηνοπηγίας την εορτήν ποίος τις είκη μη είναι μηνύτριαν της κοσμοσωτηρίου εορτής της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου: Πάντως ουδείς. Διότι όντως η θεία αυτής γαστήρ εχρημάτισεν ουρανομήτηρ σκηνή και θεοδόχου ' ανάκτορον. Σκηνή επουράνιος και έμψυχος κιβωτός κατά τον υμνογράφον. λέγων δε ο Θεός προς τον Μωϋσήν "τη 15η ημέρα του μηνός του εβδόμου εορτή Σκηνής, επτά ημέραι τω Κυρίω-- ταύτην την εορτήν υποτυποί!". 

Τέλος απαντώντας ο Βάλσαμων στην 55η ερώτηση του Αλεξανδρείας Μάρκου, αποταθέντος προς αυτόν το 1203 για το αν η νηστεία αυτή είναι απαραίτητη, απαντά ότι η νηστεία της Παναγίας ήταν επταήμερη, όπως και της Μεταμορφώσεως, με την οποία συνδέθηκε "το Δεκαπενταύγουστον" (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα, Δ, 488). Η εκκλησία της Αντιοχείας είχε μόνο μία ημέρα νηστείας, της παραμονής, όπως είχε καθορίσει και η Δ. Εκκλησία από τον Β' αιώνα δια της συνελθούσης το έτος 813 Συνόδου της Μογουντίας (Ν. Καλογερά, Χρ. Αρχαιολ.', σελ. 240-241).Κατά την νηστεία του Δεκαπενταύγουστου έχουμε κατάλυση ιχθύος μόνο την ημέρα της Μεταμορφώσεως. Ήδη η κατάλυση ιχθύος είχε επικρατήσει από την εποχή του Λέοντος του . Σοφού. Υπήρχε όμως και κρεοφαγία. Το Τυπικό του Αγ. Σάββα έχει κατάλυση "εις πάντα". 

Αλλά το "εις πάντα" δεν σημαίνει οπωσδήποτε κρεοφαγία για τους μοναχούς. Το κρέας επιτρέπεται στους λαϊκούς 'τοις δε μοναχοίς μηδέποτε". Αυτοί φθάνουν μέχρι το τυρί και τα αυγά. Από όσες ιστορικές μαρτυρίες παραθέσαμε δεν φαίνεται, ότι η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου είναι θεμελιωμένη σε Τοπική ή Οικουμενική Σύνοδο. Η Πατριαρχική Σύνοδος του έτους 1087 επί Πατριάρχου Νικολάου του Γραμματικού έδωσε απάντηση εξ αφορμής ερωτήσεως μοναχών "ει χρη την εν τω Αυγούστω νηστείαν νηστεύειν". Άρα υπήρχε αυτή την εποχή ασάφεια και αμφιβολία. Η Σύνοδος του 1087 έδωσε μία διπλωματική απάντηση. "Ην η νηστεία (αύτη) πρότερον εν τω καιρώ τούτω (δηλ. τον Αύγουστο), μετετέθη δε δια το μη περιπίπτειν ταις κατά τον καιρόν τούτον γινομέναις εθνικαίς νηστείαις. 

Πλην και έτι πολλοί των ανθρώπων ταύτην την νηστείαν νηστεύουσι". Φυσικά δεν είναι ικανοποιητική η απάντηση. Ο Θεόδωρος Βάλσαμων ερμηνεύοντας αυτή την "απόκρισιν" μας πληροφορεί, ότι η συζήτηση του θέματος επαναλήφθηκε "ενώπιον του κραταιού και αγίου βασιλέως (Μανουήλ Κομνηνού) κατά παρουσίαν του αγιωτάτου εκείνου Πατριάρχου κυρού Λουκά (Χρυσοβέργη, 1156-1169) και των παρευρεθέντων Αρχιερέων". Η Σύνοδος έναντι των αμφισβητιών της νηστείας διετύπωσε "ότι η νηστεία του Αυγούστου είναι απαραίτητος". Και προς ενίσχυση της αποφάσεως μεταχειρίσθηκε τον Τόμο της Ενώσεως που διαλαμβάνει, για τους τριγάμους την ωφελιμότητα της νηστείας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η Σύνοδος αναγνώρισε την άγραφη εκκλησιαστική παράδοση. Επομένως επίσημα η νηστεία καθιερώθηκε τον ιβ' αιώνα.

Το Πηδάλιο αναφερόμενο στις μεγάλες νηστείες λέει: "Δια να πληρώσωμεν δε τον περί νηστειών λόγον και τούτο ενταύθα προσθέτομεν, ότι τας τρεις νηστείας, των Χριστού Γεννών, των αγίων Αποστόλων και του Αυγούστου, επικυρούν ακόμη και Συμεών ο Θεσσαλονίκης (ιε' αιών) και αι απ' αρχής διατάξεις και τα κοινά τυπικά των Ιεροσολυμιτών και Στουδιτών και πάντα τα ίδια τυπικά των βασιλικών μονών του Αγ. Όρους.... Εν ταύταις ουν ταις νηστείας Τρίτην μεν και Πέμπτην γίνεται κατάλυσις εις έλαιον και οίνον και εν αυταίς, ει τύχοι αλληλούια ήτοι αδοξολόγητος άγιος, γίνεται εν τη ενάτη μονοφαγία και ξηροφαγία, ει δε τύχοι δοξολογούμενος άγιος, γίνεται διφαγία".(Πηδάλιον, σελ. 104).

Από όλες τις ιστορικές μαρτυρίες που παραθέσαμε το γενικό συμπέρασμα είναι,ότι οι νηστείες επεκράτησαν πρώτα στα Μοναστήρια και "εθεραπεύοντο υπό των μοναχών" και απ' εκεί άρχισαν να εισέρχονται στην πράξη των Χριστιανών "εν τω κόσμω" και την δωδέκατη εκατονταετηρίδα οριστικά επεκράτησαν μεταξύ των Ορθοδόξων λαϊκών και μοναχών, όπως μαρτυρεί η Εκκλησιαστική Ιστορία. Επομένως έχει όλη την ευχέρεια, η Διοικούσα Εκκλησία να αναθεωρήσει το θεσμό της νηστείας, τις διατάξεις εκείνες που αφορούν στους μοναχούς και να διαρρυθμίσει τις επικρατούσες νηστείες προς τα σημερινά δεδομένα και προς γενικό όφελος των πιστών της Εκκλησίας μελών. 

Η νομοθέτηση θα αποβλέπει στη διάπλαση "κοινωνίας νέας, εχούσης ευγενείς και εθνικός προαιρέσεις" κατά τον Κων. Παπαρηγόπουλο (Ιστορία του Ελλην. Έθνους, 1867, τομ. Γ, σελ. 418-419). Μία ανακαίνιση των τυπικών. πραγμάτων και διατάξεων της Εκκλησίας θα σημαίνει ειλικρινέστερη προσέγγιση προς τους σημερινούς πιστούς.

Π. ΒΟΙΩΤΟΣ 

Δεν υπάρχουν σχόλια: