23 Μαΐου, 2011

Ο ΛΑΟΣ ΠΕΙΝΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΑ Πολυδάπανη επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Καβάλα σε περίοδο πτώχευσης.

Λάβαμε το παρόν κείμενο στο e – mail μας και σας το παραθέτουμε αυτούσιο.

Θέλουμε βέβαια να σας υπενθυμίσουμε πως ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος έχει παγώσει από διετίας και επ’ αόριστον όλες τις επίσημες επισκέψεις του, που έπρεπε να είχε κάνει βάσει Πρωτοκόλλου, μετά την Εκλογή του, στα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, λόγω Οικονομικής κρίσης, σεβόμενος και συμπάσχων στο πρόβλημα του Ελληνικού Λαού.

______________________________________________

image

Καλά δεν ήξερε, δεν ρώταγε; Οι τοπικές εφημερίδες στην Καβάλα και στην Κομοτηνή έχουν στηλιτεύσει εδώ και αρκετό καιρός με άρθρα και ανταποκρίσεις τους το υπέρογκο κόστος της επίσημης επίσκεψης του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου στην Καβάλα σε περίοδο οικονομικής κρίσης για τον Ελληνικό λαό. Αρκεί μόνο ν' αναφερθεί ότι ένα δείπνο προς τιμή του Πρωθιεράρχη της Ορθοδοξίας ίσως υπερβεί το εξωφρενικό ποσό για την εποχή των 3.000 Ευρώ. Σύμφωνα με τον τοπικό τύπο στο εν λόγω δείπνο πρόκειται να προσφερθεί στον κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος έφτασε στην μακεδονική πόλη για να κηρύξει την έναρξη Διαχριστιανικού Συνεδρίου για τον Απόστολο Παύλο, ψαρόσουπα μεσογειακή με φαγκρί ή συναγρίδα, φιλέτο σολομού, κακαβιά με χριστόψαρο και φιλέτο γλώσσας με κρέμα λάιμ και σπαράγγια, συνοδεία κρασιού από 19-26 ευρώ την φιάλη. Επίσης, οι διοργανωτές του Συνεδρίου αναμένεται να σερβίρουν στον Οικουμενικό Πατριάρχη και τους 70 συνδαιτυμόνες του γαρίδες ποσέ και να τον ...γλυκάνουν με μηλόπιτα με κρέμα μαστίχας, με μους γιαούρτι με ανανά. Η προκλητική αυτή... περιποίηση σε χαλεπούς καιρούς για τον Έλληνα φορολογούμενο ελάχιστα φαίνεται να απασχόλησε τόσο τους οικοδεσπότες όσο και τον... υψηλό φιλοξενούμενο.

Οι αυλικοί του Παναγιώτατου Πατριάρχη δεν μπαίνουν στον κόπο να διαβάσουν όλες τις εφημερίδες; Δεν λαμβάνουν υπ' όψιν την λαϊκή δυσαρέσκεια και τις κρίσιμες στιγμές που διέρχεται η Ελλάδα; Δεν... πήρε κάτι το αυτί τους; Μήπως, πάλι, οι συνεργάτες του κ. Βαρθολομαίου απαξιούν να τον ενημερώσουν για τέτοιου είδους θέματα; Ο ίδιος, άραγε, δεν προβληματίζεται με τα γκουρμέ γεύματα και τις... φανταχτερές φροντίδες; Η πρόκληση, πάντων, των Ελλήνων πολιτών σε εποχές πτώχευσης και ανεργίας με λουκούλλεια δείπνα, σε καμία περίπτωση δε συνάδει με το χριστιανικό ήθος και την αγιορείτικη λιτότητα. Και είναι να απορεί κανείς πως ο κ. Βαρθολομαίος, ο αποκαλούμενος ως «Πράσινος» Πατριάρχης από τα Διεθνή Μέσα Ενημέρωσης για τις ευαισθησίες του για το περιβάλλον, δεν δείχνει παρόμοια ευαισθησία και για τα κοινωνικά ζητήματα. Στο χορό των... αρμυρών οικονομικά απολαύσεων - όπως αναφέρουν τοπικά δημοσιεύματα και ο Αντιπεριφερειάρχης Καβάλας, Αρχέλαος Γρανάς, ο οποίος κατά την εφημερίδα «ΧΡΟΝΟΣ», έδωσε το τελικό «ΟΚ» για τις... λουξάτες περιποιήσεις.

Επιβουλές κατά του Πατριαρχείου

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, από την πλευρά του, συνέχισε απτόητος το πρόγραμμα του. Προεξήρχε σε Πατριαρχικό Συλλείτουργο στο Βαπτιστήριο της Αγίας Λυδίας στους Φιλίππους της Καβάλας, όπου μεταξύ άλλων συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Καβάλας Προκόπιος, Σάμου Ευσέβιος, Γουμεννίσης Δημήτριος και Δράμας Παύλος. Αμέσως μετά, τέλεσε αγιασμό στις όχθες του ποταμού Ζυγάκτη, όπου βαπτίστηκε η Αγία Λυδία. Νωρίτερα, στην διάρκεια δείπνου που παρέθεσε προς τιμήν του το ΤΕΙ Καβάλας, άφησε αιχμές κατά εκείνων που επιβουλεύονται το θεσμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. «Υπήρχαν και υπάρχουν τόσες επιβουλές εναντίον αυτού του θεσμού. Από πολλές πηγές και πολλές προελεύσεις. Όχι πάντοτε και απαραιτήτως αλλόθρησκες και εχθρικές προελεύσεις», τόνισε με έμφαση ο Παναγιώτατος, στέλνοντας, ίσως, με αυτό τον τρόπο μήνυμα με πολλαπλούς αποδέκτες. Εκκλησιαστικοί κύκλοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι με αυτή την φράση ο Οικουμενικός Πατριάρχης «φωτογραφίζει».

Το Πατριαρχείο Μόσχας και το Πατριαρχείο Ρουμανίας, το οποίο το τελευταίο διάστημα έχει προβεί σε εχθρικές ενέργειες σε Ευρώπη και Αμερική κατά του Φαναριού.

Του Εμμανουήλ Μάνου

ΟΙ Μ.Κ.Ο. ΚΑΙ ΟΙ ΗΓΕΤΕΣ ΤΟΥΣ.

image

Οι διεθνείς ΜΚΟ, που πολλαπλασιάστηκαν με την πάροδο του χρόνου, για να προωθήσουν και εφαρμόσουν αυτό το νέο δόγμα, έχουν τουλάχιστον τρία χαρακτηριστικά που δυσχεραίνουν τον (πραγματικά) δημοκρατικό έλεγχο τους αλλά και τις καθιστούν επικίνδυνα εργαλεία, εφόσον είναι σε θέση να παρακάμπτουν τον γνήσιο τρόπο έκφρασης της δημοκρατικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων.Το πρώτο χαρακτηριστικό αφορά τους πολλούς και ποικίλους τρόπους με χους οποίους αυτές οι ΜΚΟ, οι ηγέτες τους και τα συνεργαζόμενα ακαδημαϊκά ινστιτούτα και κέντρα ερευνών μπορούν να συντονίζουν τη δράση τους, να αλληλοβοηθιούνται στην ανεύρεση νέων πόρων, να μεταφέρουν (σχεδόν απαρατήρητα) σημαντικού ύψους ποσά για την πραγμάτωση των σκοπών τους ή, μάλλον, θα λέγαμε, να διευκολύνουν την πραγμάτωση των βασικών τους σκοπών με άκρα μυστικότητα, καθότι σπανίως και μετά δυσκολίας μπορεί κανείς να μάθει τα ακριβή ποσά που λαμβάνουν και πώς αυτά δαπανούνται. Έτσι, οι πληροφορίες φέρουν, επί παραδείγματι, το ΕΛΙΑΜΕΠ να λαμβάνει περίπου το 25% των ετήσιων εισοδημάτων του από τα υπουργεία Εξωτερικών και Αμύνης και να έχει εφέτος συνολικό προϋπολογισμό της τάξης του ενός εκατομμυρίου ευρώ! Ουδείς όμως γνωρίζει τη συνδρομή καθενός χορηγού, αλλά ούτε και πως δαπανούνται τα έσοδα στη πράξη. Αυτή η μυστικότητα είναι, κατ' αρχάς, δυσεξήγητη όταν τα χρήματα προέρχονται από το κράτος και, κατά τη γνώμη μου, καθίσταται λίαν απαράδεκτη για δυο λόγους.

Πρώτον: Πώς μπορεί να γίνεται ανεκτή μια τέτοια κρατική γενναιοδωρία σε περιόδους μεγάλων οικονομικών κρίσεων όπως αυτή που διανύει σήμερα η χώρα μας; Όταν συνταξιούχοι και άλλα μέλη των κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων βλέπουν τα μισθάριά τους να μειώνονται σε σημείο που καθιστά την επιβίωση τους αδύνατη, πώς μπορεί κανείς να δικαιολογήσει μυστικές επιδοτήσεις, όπως αυτές που γίνονται προς ορισμένες ΜΚΟ;

Δεύτερον: Πώς δικαιολογείται αυτή η άκρα μυστικότητα σε μια εποχή που οι κυβερνήσεις ιδίως η παρούσα προσποιούνται ότι πιστεύουν στη δημοκρατική διαφάνεια; Μήπως η διακηρυσσόμενη αυτή πίστη αποτελεί ένα ακόμη μέρος του παιχνιδιού που παίζει ο σύγχρονος πολιτικός κόσμος; Αναπάντητο, επίσης, παραμένει το ερώτημα εάν μέρος αυτών των χρημάτων προέρχονται από τα περιβόητα «μυστικά κονδύλια» που στον προϋπολογισμό του υπουργείου Εξωτερικών για το έτος 2011 αυξήθηκαν φυσικά, και πάλι χωρίς καμία εξήγηση από 18 εκ. ευρώ για το 2010 σε 34 εκ. για το 2011, όταν (σχεδόν) όλες οι άλλες δαπάνες, περιλαμβανομένων των «αποζημιώσεων» για «επιπλέον και αναγκαία ανελαστικά έξοδα» των διπλωματικών υπαλλήλων που υπηρετούν στο εξωτερικό, έχουν περικοπεί κατά τρόπο δραστικό. Το ποσό των 34 εκ. ευρώ δεν είναι, σημειωτέον, το τελικό ποσό με το οποίο θα επιβαρυνθεί ο Έλληνας φορολογούμενος. Διότι η μελέτη προηγούμενων κρατικών προϋπολογισμών αποδεικνύει ότι τα ποσά που προβλέπονται στον προϋπολογισμό σχεδόν πάντα ο απολογισμός (που δημοσιοποιείται δύο χρόνια αργότερα) τα ανεβάζει σχεδόν στον διπλάσιο αριθμό! Έτσι, σχεδόν όλοι οι προϋπολογισμοί της κυρίας Μπακογιάννη προέβλεπαν για τα μυστικά της κονδύλια ποσό της τάξεως των 25 εκ. ευρώ ετησίως, το οποίο, στους απολογισμούς, δυο χρόνια αργότερα, κατέληγε να είναι περίπου 45+ εκ. ευρώ. Ως εκ τούτου, είναι μάλλον μεγάλες οι πιθανότητες τα μυστικά κονδύλια του κ. Δρούτσα να αγγίξουν τελικά το ποσό των 65+ εκ. ευρώ.

Το πρόβλημα όμως δεν σταματά εκεί, μια και υπάρχουν και άλλα μυστικά κονδύλια, π.χ. τα μεγαλύτερα κονδύλια που διαθέτει με απόλυτη μυστικότητα το γραφείο του πρωθυπουργού, τα οποία μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για «εξωτερικούς σκοπούς», όπως είναι η πληρωμή μυστικών συμβούλων. Αινιγματικό, τέλος, παραμένει το γεγονός ότι, ενώ αυτές οι πρακτικές έχουν στηριχθεί με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο λεπτομερών και επανειλημμένων επερωτήσεων στη Βουλή. Οφείλουμε να συνοδεύσουμε τις ανωτέρω παρατηρήσεις με τέσσερα ακόμη σχόλια. Το πρώτο αφορά τη σφοδρότητα των επιθέσεων που εξαπολύονται εναντίον όσων τολμούν να θέσουν ακόμη και απλές ερωτήσεις για τον τρόπο λειτουργίας αυτών των οργανώσεων, για την απόδοση λογαριασμών και σε ποιον γίνεται κάτι τέτοιο, για τον τρόπο επιλογής συνεργατών, αλλά και απόρριψης άλλων, εξίσου ικανών. Έτσι, πόσο τυχαίο μπορεί να είναι το γεγονός ότι η εφημερίδα που διευθύνεται από ανώτερο στέλεχος του ΕΛΙΑΜΕΠ φιλοξενεί άρθρα τα οποία επιτίθενται ακατάπαυστα σε όσους διατυπώνουν τις ανωτέρω εύλογες απορίες για αυτή την τόσο μυστική αλλά και πολιτικά ανέλεγκτη οργάνωση που ασκεί τόσο σαφή επιρροή στη δια-μόρφωση της εξωτερικής μας πολιτικής;

Δεύτερον: Πώς είναι δυνατόν να διατίθενται τέτοια ποσά σε «άγνωστα πρόσωπα», για «άγνωστους σκοπούς», «χωρίς απόδοση λογαριασμού»; Μήπως, αυτός ο τρόπος πληρωμής σημαίνει, επίσης, ότι τα καταβαλλόμενα ποσά δεν φορολογούνται; Για να θέσουμε και διαφορετικά αυτή τη σκέψη: θα ήταν άραγε ανεδαφικός ο ισχυρισμός ότι η συγκεκριμένη μυστικότητα καθιστά, prima facie τουλάχιστον, πειστική την υποψία ότι ο θεσμός των μυστικών κονδυλίων διευκολύνει την πιθανότητα εξαπάτησης του κράτους τραγελαφικό και απαράδεκτο αποτέλεσμα, τη στιγμή που η διαχείριση των πόρων του υπουργείου Εξωτερικών από τον υπουργό, λόγω των διαφόρων περικοπών που ανηγγέλθησαν πρόσφατα, έχει αφήσει πολλούς διπλωμάτες μας που υπηρετούν στο εξωτερικό σε κατάσταση πραγματικής απόγνωσης, Ας επανέλθουμε, όμως, στις διόλου λιτοδίαιτες ΜΚΟ και ας επικεντρωθούμε στην ελάχιστη δημοσιότητα που δίνεται στο ουσιαστικό μέγεθος της αμερικανικής επιρροής στα δημοσιευόμενα κείμενα τους, τα οποία εμμέσως επηρεάζουν ή μπορούν να επηρεάσουν τη διαμόρφωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η διεξοδική αποτίμηση αυτού" του φαινομένου είναι, εκ των πραγμάτων, αδύνατη, μια και ουδέποτε διατυπώνονται γραπτώς και δη προς τους περισσότερους συνεργάτες- οδηγίες ή και «ιδέες» περί «επιθυμητοί σκοπών». Από την άλλη πλευρά, ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης θα εκπλαγεί διαβάζοντας στο 58ο τεύχος του περιοδικού Άρδην λίστες με τα ονόματα, τις δραστηριότητες, αλλά και το βαθμό επαγγελματικής επιτυχίας των ατόμων που επανδρώνουν αυτές τις οργανώσεις.

Διερωτάται, λοιπόν, κανείς:

Μόνο η ερασιτεχνική ιδεολογική ταύτιση συνδέει όλες αυτές τις οργανώσεις, τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες, τους διαπρεπείς ιδιώτες ή και τις κρατικές υπηρεσίες που σπεύδουν να προσφέρουν τον οβολό τους ή και το χρόνο τους για την πραγμάτωση των επιδιωκόμενων σκοπών; Έστω και αν ποτέ δεν απαντηθεί, το ερώτημα αυτό πρέπει να τεθεί. Τρίτον: Σε αυτό το ετερόκλιτο σύνολο υποστηρικτών σημαντικός, αλλά και μάλλον δυσεξήγητος, είναι ο ρόλος ορισμένων ιδιωτών οι οποίοι κατέχουν ιδιαίτερα σημαίνουσες θέσεις στο εσωτερικό των οργανώσεων. Έτσι, παρατηρούμε ότι μερικοί συνδέονται με σιωνιστικές οργανώσεις, ενώ άλλοι διακρίνονται για τη φανατική τους αφοσίωση στις δεδηλωμένες φιλοδοξίες ορισμένων κρατών, όπως π.χ. της Πολωνίας, του Ισραήλ ή της Τουρκίας.

Οι πολιτικές θέσεις και πρωτοβουλίες της Μεγάλης Βρετανίας και σημαντικής μερίδας του Τύπου της (όπως π.χ. των Times του Λονδίνου) είναι επίσης αφοσιωμένες στην προαγωγή των συμφερόντων της Αμερικής ή της Τουρκίας σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε είναι δύσκολο για κάποιον πραγματικά αμερόληπτο παρατηρητή να τις χαρακτηρίσει ως πειστικές ή να θεωρήσει ότι υπηρετούν πράγματι ευρωπαϊκά και όχι αμερικανικά συμφέροντα. Τέταρτον: Λόγω των ανωτέρω, δεν θα ήταν ίσως υπερβολή να διερωτηθεί κανείς αν, με αυτά τα συμφέροντα κατά νου, «στρατολογούνται» όσοι θα συνδεθούν με τις εν λόγω ΜΚΟ για να υπηρετήσουν εν καιρώ υπό μία από τις εξής τέσσερις ιδιότητες: (α) ηγέτες ή ιθύνοντες· (β) ερευνητές ή ακαδημαϊκοί συνεργάτες· (γ) «οικονομικοί σύνδεσμοι», πάντα εις άγραν νέων χορηγούν, συμφωνά με τη δοκιμασμένη αμερικανική παράδοση του «private fundraising (δ) «δημοσιογράφοι», η χρησιμότητα των οποίων σχετίζεται με το γεγονός ότι, αφ' ενός, μπορούν να συμβάλλουν στην ευρύτερη δημόσια διάδοση πληροφοριών και, αφ' ετέρου, μπορούν να «φιλοξενήσουν» στα ΜΜΕ τους, όπως προαναφέρθηκε, δημόσιες «λεκτικές δολοφονίες χαρακτήρων» εναντίον όσων τολμούν να ασκούν κριτική.

Η συντονισμένη προσπάθεια των ατόμων που ανήκουν στις πρώτες δύο κατηγορίες (και η μυστική στήριξη που λαμβάνουν από τις κυβερνήσεις) έχει ως συνέπεια οι διεθνείς (κυρίως) ΜΚΟ να διαχειρίζονται τεράστια ποσά τα οποία λαμβάνουν ως επιδοτήσεις ή χορηγίες από δεκάδες πηγές. Το πόσο πολυποίκιλες αλλά και εκτεταμένες είναι αυτές οι πηγές προκύπτει από μια απλή εξέταση των ιστοσελίδων όπου αναφέρονται συγκεκριμένα ονόματα (όχι όμως ποσά), μεταξύ των οποίων βρίσκουμε συχνά και ελληνικά ιδρύματα (τα οποία, στην πράξη, έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό και έτσι παραμένουν ανέλεγκτα από το ελληνικό κράτος ή τα ελληνικά ΜΜΕ), όπως είναι το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου ή το Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης. Aλλά και εταιρείες (π.χ· η Εταιρεία Τσιμέντων «Τιτάν»), ελληνικές τράπεζες (όπως η Εθνική), το ίδιο το ΕΛΙΑΜΕΠ και, κατά καιρούς, διάφορα ελληνικά υπουργεία, πέραν των μόνιμων χορηγών δηλαδή των υπουργείων Εξωτερικών και Αμύνης, όπως είναι λ.χ. τα υπουργεία Οικονομικών, Πολιτισμού κ.λπ. Θα έπρεπε, ενδεχομένως, να αναφερθεί αυτή η «γενναιοδωρία» του ελληνικού κράτους κατά την επόμενη μεγάλη συγκέντρωση έξω από τη Βουλή, όπου θα διαμαρτύρονται Έλληνες πολίτες που είτε χάνουν τη δουλειά τους είτε βλέπουν το μισθό τους να μειώνεται σε ελεεινό επίπεδο. Εν τω μεταξύ, όμως, θα χρειαστεί να αρκεστούμε στη διαταγή που εξέδωσε πρόσφατα ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών να ελεγχθούν οι 600 περίπου ΜΚΟ που έχουν ιδρυθεί από το 1997 μέχρι σήμερα και εισέπραξαν από το δημόσιο το ποσό των 68 εκατομμυρίων ευρώ μεταξύ των ετών 1996 και 2004.

Η προσπάθεια να μπει κάποια τάξη σε αυτόν τον σκοτεινό τομέα απασχόλησε τη Βουλή πρόσφατα, αλλά στον απλό πολίτη δεν εμπνέει και πολλή εμπιστοσύνη η απόφαση να διατηρηθεί μια ομάδα εργασίας του υπουργείου Εξωτερικών που είναι επιφορτισμένη με την αξιολόγηση των προγραμμάτων, δεδομένης της στενότατης, και όχι σε όλα τα κόμματα και όλους τους πολίτες αρεστής, σχέσης με το ΕΛΙΑΜΕΠ, του οποίου οι εργασίες και οι κρατικές επιδοτήσεις θα έπρεπε, κάποια στιγμή, να ανατεθούν σε μια πραγματικά ανεξάρτητη επιτροπή ελέγχου.  Όπως λοιπόν και αν τις εξετάσει κανείς, αυτές οι διεθνείς (και συνδεόμενες με το κράτος) ΜΚΟ έχουν μεταβληθεί σε σύγχρονες Λερναίες Ύδρες με πολυάριθμα κεφάλια και πλοκάμια, τα οποία απαιτούν χρόνο για να μελετηθούν από ειδικούς ερευνητές. Ακριβώς αυτό το είδος «βυζαντινής» οργάνωσης έχει επιτρέψει στις εν λόγω ΜΚΟ να υλοποιήσουν σε μεγάλο βαθμό τους μη δημοκρατικά αποφασισμένους σκοπούς τους, αδιαφορώντας πλήρως για το γεγονός ότι οι πολίτες των διαφόρων κρατών δεν γνωρίζουν πόσα από τα δικά τους χρήματα δαπανώνται και πώς.

Το περιοδικό Άρδην, το οποίο κατά καιρούς έχει δώσει στη δημοσιότητα εκπληκτικά στοιχεία, παρατηρεί, έτσι, ότι «όσο οι Έλληνες πολίτες καθεύδουν ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια, από την εποχή της ανόδου της κυβέρνησης Σημίτη, αυτή η στρατηγική διείσδυσης και ελέγχου έχει κάνει τεράστια άλματα. Κατ' αρχάς έχει μεταστρέψει την ίδια την επίσημη πολιτική της Ελλάδας από τον "ευρωπαϊσμό" στον "ευρωατλαντισμό". Πράγματι, αν στο παρελθόν το όραμα του "εκσυγχρονισμού" ήταν ο ευρωπαϊσμός, τώρα, όπως διακήρυξε στην Καθημερινή ο Θεόδωρος Κουλουμπής [Αμερικανός και Έλληνας υπήκοος, σημερινός αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ], "πρέπει να επιλέξουμε τον ευρωατλαντισμό", και η ελληνική κυβέρνηση, καθώς και η αξιωματική αντιπολίτευση μοιάζουν να εφαρμόζουν απαρέγκλιτα αυτήν τη στρατηγική. Γι' αυτό και η μεταστροφή, από το Ελσίνκι και μετά, στο ζήτημα της ένταξης της Τουρκίας στην EE, η εγκατάλειψη της Γιουγκοσλαβίας στην τύχη της, η στροφή προς το Ισραήλ, στη διένεξη με τους Άραβες, και τόσα άλλα που καθημερινά παρακολουθούμε». Οι σύγχρονες ΜΚΟ, λοιπόν, αλληλοσυνδέονται όχι μόνο λόγω του ότι έχουν τους ίδιους χορηγούς, τους ίδιους ιθύνοντες, αλλά και λόγω της ταύτισης που παρουσιάζουν ως προς τους απωτέρους στόχους τους και, επίσης, λόγο) του γεγονότος ότι, στο μίνιμουμ, συντελούν στο μετασχηματισμό ή και στην ολοκληρωτική μεταβολή των παραδοσιακών μας τοποθετήσεων, της φιλοσοφίας μας και του εθνικού αισθήματος του «ανήκειν» εν αγνοία της μέγιστης πλειονότητας του λαού.

Το νέο αυτό ιησουίτικο τάγμα, όπως και το αδιαμφισβήτητα διακεκριμένο «πρωτότυπο», στοχεύει σημαίνοντα πρόσωπα της κοινωνίας και είναι λίαν πιθανό να τα εκπαιδεύει ή να τα χρησιμοποιεί για την προώθηση των σκοπών του. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε επί πόσο χρόνο ακόμη θα συνεχιστεί αυτό στο μέλλον. Η ιστορία, όμως, μας θυμίζει πως ο λαός, ήδη από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, καταφέρνει ενίοτε να αναχαιτίσει τις δραστηριότητες αυτού του είδους. Αναμένουμε λοιπόν τις αποφάσεις του ελληνικού Κοινοβουλίου, και για μετά βλέπουμε...

Για την Αντιγραφή:

Voiotosp.blogspot.com