24 Σεπτεμβρίου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 
ΠΛΗΘΥΣΜΟΙ

Θρησκεία εις την Ελλάδα η κυριεύουσα είναι η Μωαμεθανική, πλέον εκτεταμένη είναι η Ανατολική, ευρίσκονται και Εβραίοι εις ταις πόλεις, και μάλιστα εις τη Σαλονίκη, είναι και Αρμένιοι, εις ταις πόλεις της Θράκης μάλιστα, και Δυτικοί εις την Kωνσταντινούπολι, και εις μερικαίς άλλαις παραθαλάσσιαις πόλεις, και εις μερικά νησιά.

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ

Μια σειρά γεγονότων, άλλοτε μεμονωμένων και άλλοτε επαναλαμβανόμενων, άφησαν τα σημάδια τους στην δημογραφία της Βαλκανικής χερσονήσου και της Μικράς Ασίας στους χρόνους της οθωμανικής διακυβέρνησης. ’λλα πολιτικά, άλλα κοινωνικά και οικονομικά, βοήθησαν ή εμπόδισαν τους πληθυσμούς των πόλεων, της υπαίθρου, της ενδοχώρας ή των παραθαλάσσιων περιοχών να δημιουργήσουν, να εργασθούν, να ευημερεύσουν, να αυξηθούν.

Εξωτερικές πολιτικές συγκυρίες

Η Μικρά Ασία και η Βαλκανική χερσόνησος, από το 13ο αιώνα ήδη, γνώρισαν επάλληλους κυριάρχους. Καθώς η κυριαρχία των Οθωμανών στην ηπειρωτική χώρα αμφισβητούνταν ακόμη και ως το 19ο αιώνα, οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών βρίσκονταν άλλοτε στο επίκεντρο και άλλοτε στην περιφέρεια πολεμικών συγκρούσεων, οι οποίες πάντοτε αποτελούσαν απειλή για τη ζωή τους και τις περιουσίες τους. Μπροστά στον κίνδυνο αυτό, άλλοι από τους κατοίκους αναζητούσαν σωτηρία σε γειτονικές περιοχές και άλλοι σε μακρύτερες. Μόνο στην περίπτωση που κάποια πόλη ή περιοχή παραδινόταν, όπως συνέβη με την πόλη των Ιωαννίνων, της Ρόδου ή το Χάνδακα της Κρήτης, οι κάτοικοι όχι μόνο δεν κινδύνευαν, αλλά οι νέοι κυρίαρχοι εγγυώνταν για τη ζωή τους και τους παρείχαν προνόμια.

ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΙ

Στις γενικές αρχές του Κορανίου απαγορευόταν η δια της βίας επιβολή της θρησκείας σε πληθυσμούς που παραδόθηκαν σε μουσουλμάνους. Οι Οθωμανοί κατά την κατάκτηση περιοχών, όταν οι κάτοικοί τους επέλεγαν την άνευ όρων παράδοση, τους παραχωρούσαν προνόμια και αρκετές ελευθερίες, ενώ παράλληλα τους εγγυώνταν και την ασφάλεια της ζωής τους. Ο υποχρεωτικός εξισλαμισμός, άλλωστε, μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων θα αποτελούσε καταστροφή για το κράτος, καθώς οι μη μουσουλμάνοι πλήρωναν μεγαλύτερους φόρους και αποτελούσαν τη βάση της κρατικής οργάνωσης. 

Επίσης, η διοικητική δομή είχε βασιστεί στο θεσμό του παιδομαζώματος και της εκπαίδευσης παιδιών μη μουσουλμάνων, τα οποία προορίζονταν για τα ανώτερα αξιώματα. Ωστόσο, στους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας στη Βαλκανική χερσόνησο και τη Μικρά Ασία υπήρχαν περιπτώσεις εξισλαμισμών, οι οποίοι άλλοτε ήταν συνέπεια εξαναγκασμού και άλλοτε οικειοθελούς προσχώρησης στη θρησκεία του κυριάρχου. 

Ο ασπασμός της μουσουλμανικής θρησκείας αφενός απέκοπτε το νεοφώτιστο από τον κοινωνικό του περίγυρο, αφετέρου όμως του επέτρεπε να αποκτήσει αξιώματα και ισχύ στα πλαίσια ενός μουσουλμανικού κράτους. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν περιπτώσεις μαζικών εξισλαμισμών, όπως συνέβη στην περίπτωση της Κρήτης, μετά την οθωμανική κατάκτηση στα τέλη του 17ου αιώνα, και της Βοσνίας από το 15ο αιώνα. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών πιθανόν θεώρησαν ότι η αλλαγή θρησκείας θα είχε γι' αυτούς οφέλη πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά.

ΕΠΙΔΗΜΙΕΣ

Την εικόνα των πολέμων, των μετακινήσεων και της αυξομείωσης των πληθυσμών για οικονομικούς ή πολιτικούς λόγους συμπλήρωναν από το 16ο αιώνα οι συνέπειες των επιδημικών κυμάτων που σάρωναν κατά διαστήματα περιοχές της Βαλκανικής χερσονήσου, την Κωνσταντινούπολη και τα μικρασιατικά παράλια. Η Πόλη, η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα και η Σμύρνη είναι μερικά παραδείγματα πόλεων που επανειλημμένα δέχτηκαν καταστρεπτικά για τον πληθυσμό τους κύματα πανώλης. Την ασθένεια τη μετέφεραν καραβάνια και πλοία από την Ανατολή, ενώ το 18ο αιώνα ήταν ενδημική ασθένεια της Ανατολίας. 

Συχνά, οι συνέπειες των κυμάτων αυτών ήταν καταστροφικές, σε βαθμό που να εξαφανίζουν το μισό πληθυσμό των πόλεων. Η οθωμανική πολιτική δεν προέβλεπε την προστασία για την πρόληψη της ασθένειας. Σε λίγες περιπτώσεις δημιουργήθηκαν λαζαρέτα και νοσοκομεία για αρρώστους, που δεν ήταν όμως αποτελεσματικά. 

Οι ευρωπαϊκές χώρες, που γειτόνευαν είτε διά ξηράς, όπως η Αψβουργική Μοναρχία είτε διά θαλάσσης, όπως η Βενετία και η Γαλλία, έχτισαν λαζαρέτα και έκλειναν τα σύνορά τους και τα λιμάνια κάθε φορά που εκδηλωνόταν η ασθένεια στην αυτοκρατορία. Παρόλα αυτά, η αντιμετώπιση της πιο καταστρεπτικής αρρώστιας ως το 19ο αιώνα ήταν πολύ δύσκολη και ξεπερνούσε σύνορα και ηπείρους.

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ζούσαν πληθυσμιακές ομάδες, οι οποίες συγκροτούσαν ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό. Κάθε κατάκτηση της αυτοκρατορίας, εμπλούτιζε το ανθρώπινο δυναμικό της με νέες ομάδες ανθρώπων. Φυσικές ανακατατάξεις, πόλεμοι, επιδημίες, καταπιέσεις και αυθαιρεσίες ωθούσαν τους ανθρώπους στην αλλαγή τόπου εγκατάστασης. Την πορεία τους στο χρόνο προσδιόριζε το θρησκευτικό και διοικητικό πλαίσιο οργάνωσης της αυτοκρατορίας, τη θρησκευτική όμως διαφοροποίηση των αρχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ακολούθησε η εθνοπολιτισμική και η εθνική στα τέλη της οθωμανικής ιστορίας.

Μουσουλμάνοι

Οι πληθυσμοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διακρίνονταν σε δύο κατηγορίες: τους πιστούς, δηλαδή τους μουσουλμάνους, και τους απίστους. Ως το 1512-20 οι πιστοί αποτελούσαν τη μειοψηφία στην αυτοκρατορία, καθώς υπό οθωμανική κυριαρχία βρίσκονταν τα εδάφη της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας. Μετά την προσάρτηση όμως της Αιγύπτου και των αραβικών χωρών από τον Σελίμ Α' οι πιστοί πέρασαν στην πλειοψηφία. Οι πιστοί, οι οποίοι ήταν υπήκοοι με πλήρη δικαιώματα, ήταν σε πλεονεκτική θέση έναντι των απίστων. Είχαν το δικαίωμα και τη δυνατότητα να ανέλθουν σ' όλες τις διοικητικές θέσεις, είχαν πλήρη δικαιώματα ενώπιον του νόμου, μπορούσαν να προσέλθουν ως μάρτυρες στα δικαστήρια και η μαρτυρία τους βάρυνε περισσότερο σε σχέση με ενός απίστου. 

Παράλληλα βέβαια είχαν και υποχρεώσεις, όπως τη συμμετοχή στις εκστρατείες του σουλτάνου και την καταβολή φόρων. Ο μουσουλμανικός πληθυσμός αυξανόταν και ανανεωνόταν συνεχώς, καθώς διάφορα τουρκικά φύλα έφταναν στο χώρο της Μικράς Ασίας από την Ανατολή, και κάποιες πληθυσμιακές ομάδες, άλλοτε με τη βία άλλοτε οικειοθελώς, στρέφονταν στο μωαμεθανισμό με χαρακτηριστική την περίπτωση της Βοσνίας και της Κρήτης. Στο χώρο της Βαλκανικής εγκαταστάθηκαν το 15ο αιώνα τα πρώτα οθωμανικά στρατεύματα καθώς και ομάδες τουρκικών φύλων, τα οποία εποίκησαν ερημωμένες περιοχές. 

Οι πιστοί υπάγονταν στο μουσουλμανικό millet, το οποίο είχε επικεφαλής τον αρχηγό των μουσουλμάνων ιερέων, τον seyh'ul Islam. Στις μικρές κοινωνίες των χωριών ή των πόλεων ο ερμηνευτής του μουσουλμανικού νόμου, ο καδής, ο οποίος εκτελούσε χρέη δικαστού ήταν σημαίνον πρόσωπο, όπως και ο νομοδιδάσκαλος, ο μουφτής. Από τη θρησκευτική ομάδα των πιστών προερχόταν η πλειοψηφία των γαιοκτημόνων, των μεγαλεμπόρων και των αξιωματούχων του κράτους, τουλάχιστον ως το 17ο αιώνα.

Χριστιανοί

Η στάση του μουσουλμανικού στοιχείου απέναντι στους χριστιανούς και εβραίους ήταν θετική και ανεκτική. Το Κοράνι, θεωρώντας ότι οι πιστοί των θρησκειών αυτών ανήκουν στους λαούς της Βίβλου, όπως και οι μουσουλμάνοι, δίδασκε την ανοχή απέναντί τους. Οι χριστιανοί και οι εβραίοι είχαν το δικαίωμα στη πίστη τους, ήταν όμως υποχρεωμένοι να πληρώνουν επιπλέον φόρους, καθώς ανήκαν στη κατηγορία των ζιμμήδων, των απίστων. Μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες μπορούσαν να ακολουθήσουν στρατιωτική ή διοικητική σταδιοδρομία. 

Εκτός από τον κεφαλικό φόρο που κατέβαλλαν, οι χριστιανοί υπάγονταν και στη διαδικασία του παιδομαζώματος, η οποία επέτρεπε σε απογόνους τους να ανέλθουν ως τα ανώτερα στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα. Οι χριστιανοί αποτελούσαν, από τα μέσα του 16ου αιώνα, τη δεύτερη σε μέγεθος πληθυσμιακή ομάδα της αυτοκρατορίας. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θεωρήθηκε ο υπεύθυνος του millet των χριστιανών και είχε εκκλησιαστικές και νομικές δικαιοδοσίες επάνω τους. 

Από το 18ο αιώνα, το χριστιανικό στοιχείο και ιδιαίτερα κάποιες εύπορες ομάδες του, γνώρισαν οικονομική και πολιτική άνοδο και αναμίχθηκαν στη συγκέντρωση φόρων, στο εμπόριο και στη διοίκηση περιοχών, όπως οι Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης αποτέλεσε το συνδετικό παράγοντα των χριστιανών ως το 19ο αιώνα, η εμφάνιση όμως των εθνικισμών άλλαξε τις ισορροπίες.

Εβραίοι

Οι Εβραίοι αποτελούσαν μια μεγάλη εθνοπολιτισμική ομάδα στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο σύνολό τους δε συγκροτούσαν μία ενιαία ομάδα και καθώς προέρχονταν από διαφορετικές περιοχές της Ευρώπης, είχαν αναπτύξει ιδιαιτερότητες στη γλώσσα και τη νοοτροπία. Μετά τους διωγμούς και την έξοδό τους από την Ισπανία, το 1492, οι Σεφαρδίτες Εβραίοι έγιναν δεκτοί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, την Κωνσταντινούπολη και άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, όπου ήρθαν σε επαφή με τους Ρωμανιώτες, τους ντόπιους Εβραίους. 

Οι διωγμοί που ακολούθησαν σε χώρες της Ευρώπης και τη Ρωσία, έφεραν στο χώρο της αυτοκρατορίας πολλούς γερμανόφωνους Εβραίους, τους Ασκεναζίμ. Το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού, το οποίο ως τα τέλη του 16ου αιώνα γνώρισε μεγάλη οικονομική δύναμη, υπαγόταν στην εξουσία και τον έλεγχο του επικεφαλής του millet, τον Haham basi. 

Η οικονομική τους ευρωστία ως το 17ο αιώνα, τους επέτρεπε να αναμιγνύονται στη διοίκηση και ν' αναλαμβάνουν σημαντικές θέσεις. Από το 18ο αιώνα όμως, η αναπτυσσόμενη μισαλλοδοξία των πληθυσμών της αυτοκρατορίας και οι νέες δυνατότητες, που προσέφεραν οι χώρες της δυτικής Ευρώπης, τους ώθησαν σε νέα μετανάστευση προς τα δυτικά.

Αρμένιοι

Παράλληλα με τα millet των χριστιανών, των εβραίων και των μουσουλμάνων ιδιαίτερο millet συγκροτούσαν οι Αρμένιοι, οι οποίοι ακολουθούσαν σε μεγάλο βαθμό το μονοφυσιτισμό και δεν μπορούσαν να υπαχθούν σε κανένα από τα υπόλοιπα millet. Αρχηγός του millet ορίστηκε το 1461 ο Horaghim, ο οποίος ήταν αρμένιος επίσκοπος στην Προύσα. Ο αρμενικός πληθυσμός της αυτοκρατορίας, συγκεντρωνόταν στα αστικά κέντρα και κυρίως στην Κωνσταντινούπολη. 

Ως το 17ο αιώνα οι Αρμένιοι γνώρισαν οικονομική ακμή, ασχολούνταν με το εμπόριο και την ενοικίαση φόρων ή ασκούσαν διάφορα επαγγέλματα. Καθώς ήταν κάτοικοι αστικών κέντρων εξαιρούνταν από το παιδομάζωμα. Στην ίδια θρησκευτική κατηγορία ανήκαν και όλοι εκείνοι οι ξένοι, δυτικοευρωπαίοι, καθολικοί και προτεστάντες ή οπαδοί άλλων θρησκευτικών ομάδων και αιρετικοί, που δεν μπορούσαν να υπαχθούν σε κανένα από τα άλλα τρία millet.

Αρβανίτες

Οι εθνοπολιτισμικές ομάδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν μπορούσαν πάντα να καταταγούν σε ένα και μόνο millet, καθώς κάποια τμήματά τους ασπάστηκαν διαφορετικές θρησκείες ή δόγματα. Η περίπτωση των Αρβανιτών έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο ως προς την εσωτερική ανομοιομορφία σε θέματα θρησκείας, αλλά και ως προς την κινητικότητα και τη διασπορά τους στο χώρο. Κάποιες αρβανίτικες φάρες στο νότο της Αλβανίας ακολούθησαν το ορθόδοξο δόγμα, κάποιες άλλες στο βόρειο τμήμα τον καθολικισμό, ενώ ένα τρίτο κομμάτι τους το μωαμεθανισμό. 

Το άγονο έδαφος της πατρίδας τους, οι πόλεμοι κατά των Οθωμανών, ως το 14ο αιώνα, και οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες της Βαλκανικής επέτρεψαν σε πληθυσμιακές ομάδες να κινηθούν προς νότο και προς τα νησιά του Αιγαίου, από το 15ο αιώνα, αλλά σε μεγαλύτερα κύματα από τα τέλη του 16ου αιώνα και κυρίως το 17ο. 

Στον τόπο εγκατάστασής τους ασχολήθηκαν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, ενώ κατά καιρούς υπηρέτησαν ως μισθοφόροι τοπικών ηγεμόνων. Το 18ο και 19ο αιώνα, με την ανάπτυξη της εθνικιστικής ιδεολογίας στους πληθυσμούς της αυτοκρατορίας, ένα τμήμα τους απέκτησε ελληνική συνείδηση και συμμετείχε στην Επανάσταση του 1821.

Νομάδες

Δίπλα στον κόσμο των ανθρώπων των αγροτικών περιοχών και των αστικών κέντρων, ένα δικό τους, ξεχωριστό κόσμο συγκροτούσαν στα ορεινά της Βαλκανικής νομαδικοί και ημινομαδικοί πληθυσμοί, οι οποίοι ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία. Η επαγγελματική αυτή ενασχόληση τους επέβαλλε τη συνεχή μετακίνηση σε μεγάλες αποστάσεις από τα ορεινά στα πεδινά, γεγονός που συνεπαγόταν τη γνώση των περασμάτων και των ορεινών διαδρομών. Νομαδικοί πληθυσμοί, όπως οι Βλάχοι του Μετσόβου, διορίζονταν συχνά τοποτηρητές στενών περασμάτων, πάνω στα βουνά. 

Οι άνθρωποι αυτοί, καθώς γνώριζαν τους δρόμους προς βορρά, από το 18ο αιώνα, με την ανάπτυξη του εμπορίου, αποτέλεσαν τους οδηγούς των καραβανιών που κατευθύνονταν προς την κεντρική Ευρώπη. Εκτός από τους κτηνοτρόφους νομάδες, στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κινούνταν διάφορες επαγγελματικές ομάδες σε μορφή μπουλουκιών. Πολύ γνωστοί είναι οι χτίστες της Ηπείρου. Στο χώρο της Μικράς Ασίας, πολλές τουρκικές ομάδες διατήρησαν το νομαδικό τους χαρακτήρα και αποτέλεσαν εστία επαναστατικών κινήσεων, όπως συνέβη στις αρχές του 16ου αιώνα με την επανάσταση των τσελαλήδων.

Στις περιπλανώμενες επαγγελματικές ομάδες ανήκαν και οι Τσιγγάνοι, οι οποίοι ασκούσαν διάφορα επαγγέλματα, όπως του μουσικού και του γυρολόγου, του πεταλωτή, του σιδερά. Αποτελούσαν την εθνοπολιτισμική ομάδα, που διατήρησε την αυτονομία της και δεν αφομοιώθηκε από τον κοινωνικό περίγυρο των αγροτικών και κτηνοτροφικών πληθυσμών.

Πληθυσμοί και κράτος

Στη διάρκεια της διακυβέρνησης της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας από τους Οθωμανούς, συντελέστηκαν σημαντικές αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεσή τους, οι οποίες δεν οφείλονταν μόνο στις μετακινήσεις πληθυσμών, που προκάλεσε ο πόλεμος, αλλά και στην πολιτική του κράτους. Στόχος του οθωμανικού κράτους ήταν η εξασφάλιση της παραγωγής, η αύξηση του πληθυσμού και η ευνομία. Για την επίτευξη των στόχων αυτών λήφθηκαν μέτρα και κάποια απ' αυτά θεσμοθετήθηκαν.

Εκτοπίσεις πληθυσμών

Για αρκετά συνηθισμένη τακτική των Οθωμανών, προκειμένου να απαλλάξουν μία περιοχή από ταραχοποιά στοιχεία και να εποικήσουν κάποια άλλη με μειωμένη πληθυσμιακή πυκνότητα, ήταν το surgun, ο εκτοπισμός των πληθυσμών. Οι μετακινήσεις αυτές άλλοτε ήταν αναγκαστικές και κατόπιν εντολής από την Πύλη, άλλοτε ήταν επιλογή των ίδιων των πληθυσμών. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η οθωμανική ηγεσία επιθυμούσε την εξασφάλιση για τους υπηκόους της μεγάλων και εύφορων εκτάσεων, προκειμένου να συντηρήσει τους σπαχήδες που κατείχαν τιμάρια κι οι οποίοι αποτελούσαν το στρατό της αυτοκρατορίας. 

Μεγάλες ομάδες ανθρώπων, κυρίως νομάδες, όπως οι Γιουρούκοι της Μικράς Ασίας, μεταφέρθηκαν στα μέσα του 14ου αιώνα, κατόπιν σουλτανικής διαταγής, στην περιοχή των Γιαννιτσών και του Στρυμόνα, η οποία είχε ερημωθεί κατά την περίοδο της κατάκτησης. Αντίστοιχα, στην περιοχή της Θράκης εγκαταστάθηκαν τα πρώτα τουρκομανικά φύλα, που έφτασαν το 14ο αιώνα αμέσως μετά την κατάκτηση. Η περιοχή της Λάρισας, επίσης, εποικίστηκε με στρατό που έφτασε με επικεφαλής το δερβίση Χασάν Μπαμπά. Με τον τρόπο αυτό, περιοχές χωρίς γηγενή μουσουλμανικό πληθυσμό ή ερημωμένες από τους πολέμους εποικίστηκαν, συχνά σε τέτοιο βαθμό, ώστε κατά πλειοψηφία να κατοικούνται από μουσουλμάνους.

Παιδομάζωμα

Το 14ο αιώνα, κατά την εποχή της προέλασης των οθωμανικών στρατευμάτων, ο Μωάμεθ Β' εφάρμοσε το μέτρο της στρατολόγησης παιδιών από τις περιοχές που έλεγχε, για την ενίσχυση του στρατού και της προσωπικής του φρουράς. Tο μέτρο του devsirme ή παιδομαζώματος απευθυνόταν σε χριστιανικούς πληθυσμούς πεδινών περιοχών. Καθ' όλη τη διάρκεια του 16ου αλλά και του 17ου αιώνα οι υπάλληλοι του κράτους επέλεγαν αγόρια χωρικών ηλικίας 10-18 ετών. Για την επιλογή των παιδιών έπρεπε να τηρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις, με βασικότερη τη σωματική και πνευματική υγεία του παιδιού. 

Παράλληλα, έπρεπε να ζουν και οι δύο γονείς του, να μην είναι παντρεμένο και να μην προέρχεται από πληθυσμούς με ειδικά προνόμια και υποχρεώσεις. Aπό το μέτρο εξαιρούνταν κάτοικοι πόλεων και μουσουλμάνοι. Kατά περιόδους, βέβαια, υπήρχαν εξαιρέσεις, για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους. Τα παιδιά του παιδομαζώματος αποτελούσαν για το σουλτάνο, μετά από κατάλληλη και μακροχρόνια εκπαίδευση, τους πιο πιστούς υπηκόους του, στους οποίους είχε δικαίωμα ζωής και θανάτου, αλλά και τον πιο ικανό στρατό όχι μόνο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και σ' όλη την Ευρώπη.

Συντεχνίες

Στα πλαίσια της οθωμανικής πόλης, οι εργαζόμενοι στο εμπόριο και τη μεταποίηση ήταν αυστηρά οργανωμένοι στο σύστημα των συντεχνιών, οι οποίες είχαν συγκεκριμένη εσωτερική ιεράρχηση και κανόνες λειτουργίας, που αφορούσαν στην παραγωγή. Οι κανόνες τηρούνταν με αυστηρότητα και στόχος τους ήταν ο έλεγχος τόσο της ποιότητας όσο και της ποσότητας της παραγωγής. Η είσοδος στις συντεχνίες γινόταν σε πολύ μικρή ηλικία και για αρκετά χρόνια οι εκπαιδευόμενοι ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν όλες τις δουλειές του εργαστηρίου, οι οποίες πολύ λίγη σχέση είχαν με το επάγγελμα στο οποίο ασκούνταν. 

Τα τσιράκια αυτά, όπως ονομάζονταν τα μαθητευόμενα παιδιά, ζούσαν σε άθλιες συνθήκες και συνήθως διέμεναν μέσα στο εργαστήριο. Όταν περνούσαν στο στάδιο του κάλφα είχαν κάποια προνόμια και εργάζονταν πάνω στο επάγγελμά τους. Στόχος τους ήταν πάντα να ανέλθουν στο βαθμό του μάστορα, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο και χρονοβόρο. Καθώς ο αριθμός των μαστόρων σε μία συντεχνία ήταν περιορισμένος, μάστορας μπορούσε να γίνει κάποιος μόνο όταν πέθαινε κάποιος άλλος και χήρευε η θέση. Μία συνηθισμένη μέθοδος ανέλιξης στον ανώτερο βαθμό ήταν ο γάμος με κόρη ή με χήρα μάστορα.

Κινητικότητα πληθυσμών

Στη διάρκεια της κυριαρχίας των Οθωμανών στο χώρο της Ανατολίας, της Μικράς Ασίας και της Βαλκανικής, οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών γνώρισαν περιόδους αναστάτωσης, ηρεμίας, ευνομίας και αυθαιρεσίας, καθώς και κύματα επιδημιών και φυσικών καταστροφών. Η εναλλαγή των συνθηκών διαβίωσης συνέτεινε στην περιοδική ή μόνιμη μετακίνηση ανθρώπων και ομάδων σε περιοχές της ηπειρωτικής ενδοχώρας, του νησιωτικού χώρου ή σε χώρες του εξωτερικού. 
______________________

Αύριο η συνέχεια.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: