28 Αυγούστου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.



ΔΙΑΔΟΧΟΙ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ Ο Ιουστινιανός A΄(527-565) κληροδότησε στους διαδόχους του εκτός από ένα καλύτερα οργανωμένο κράτος και αρκετά προβλήματα. Σε διάρκεια σαράντα πέντε  χρόνων (565-610) ανέβηκαν στον θρόνο οι αυτοκράτορες Ιουστίνος Β' (565-578), Τιβέριος (578-582), Μαυρίκιος (582-602) και Φωκάς (602-610). Η περίοδος που ακολούθησε το θάνατο του Ιουστινιανού σημαδεύτηκε από την προσπάθεια για τη διατήρηση των τεράστιων εδαφικών εκτάσεων που η αυτοκρατορία είχε αποκτήσει. Η Ιταλία, που ο Ιουστινιανός είχε κατορθώσει ύστερα από μεγάλο αγώνα να κατακτήσει, πέρασε στα χέρια των Λογγοβάρδων. 

Η εμφάνιση νέων εχθρών στο προσκήνιο, τόσο στην Ανατολή όσο και στα Βαλκάνια, και η αντιμετώπισή τους αποτέλεσε ωστόσο πρόσθετο κίνδυνο και το κύριο μέλημα των αυτοκρατόρων όχι μόνο από το 565 μέχρι το 610 αλλά και μέχρι το τέλος του 7ου και τις αρχές του 8ου αιώνα. Χαρακτηριστικό ακόμη της περιόδου αυτής ήταν το γεγονός ότι η αυτοκρατορία περιορίστηκε σε ένα τμήμα που πληθυσμιακά, γλωσσικά και πολιτισμικά παρουσίαζε μεγάλη ομοιογένεια, παράγοντας που γινόταν ολοένα και περισσότερο αισθητός καθώς η ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός αποκτούσαν μεγαλύτερη σημασία και κυριαρχούσαν στο βυζαντινό χώρο. 

Υπάρχει η άποψη ότι ο Ιουστινιανός είχε εξασθενήσει οικονομικά το κράτος με αποτέλεσμα να χαθούν μετά το θάνατό του πολλά από τα εδάφη που ο αυτοκράτορας με κόπο είχε κατακτήσει. Ωστόσο, στον αντίποδα αυτής της θεωρίας βρίσκονται οι ιστορικοί που υποστηρίζουν ότι η ιστορική πορεία του Βυζαντίου και οι αλλαγές που επήλθαν οφείλονταν στην εμφάνιση νέων λαών. Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση το γεγονός ότι το Βυζάντιο κατόρθωσε τελικά να τους αντιμετωπίσει και να επικρατήσει, έστω και με απώλειες, φανερώνει ότι ο Ιουστινιανός παρέδωσε στους διαδόχους του ένα κράτος αρκετά ακμαίο.

ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Β΄ Το σημαντικότερο γεγονός της βασιλείας του Ιουστίνου Β' ήταν η αλλαγή στην πορεία της εξωτερικής πολιτικής του σε σχέση με την πολιτική του  Ιουστινιανού για την παλινόρθωση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το κράτος άρχισε να βάλλεται σχεδόν σε όλα τα μέτωπα. Ο Ιουστίνος αποφάσισε τη διακοπή της μεγάλης χρηματικής εισφοράς στους Πέρσες για την εξαγορά της ειρήνης. Έτσι ξεκίνησε το 572 ένας πόλεμος που κράτησε μέχρι το 591. Οι διαφορές των Βυζαντινών με τους Πέρσες αφορούσαν και πάλι την Αρμενία και τις γύρω περιοχές. Η κατάσταση κλιμακώθηκε στα ανατολικά σύνορα, βελτιώθηκε ελάχιστα την περίοδο του Τιβέριου (578-582) και έληξε με τη σύναψη ειρήνης την εποχή του Μαυρίκιου (582-602).

Παράλληλα στην Ιταλία, που με τόσο κόπο είχε κατακτήσει ο Ιουστινιανός, άρχισαν να εισέρχονται οι Λογγοβάρδοι. Οι Λογγοβάρδοι, γερμανικός λαός, ζούσαν στην περιοχή του Δούναβη. Κάτω από την πίεση των Αβάρων μετακινήθηκαν το 568 και άρχισαν να εγκαθίστανται στο μεγαλύτερο μέρος της Ιταλίας με εξαίρεση ορισμένες περιοχές, όπως η Ραβέννα. Έτσι ένα νέο κράτος, αυτό των Αβάρων, συγκροτήθηκε στην περιοχή του Δούναβη στα σύνορα με τη βυζαντινή αυτοκρατορία αποτελώντας νέο εχθρό για το κράτος.

Όταν η υγεία του Ιουστίνου χειροτέρεψε, και ύστερα από συμβουλή της γυναίκας του Σοφίας, υιοθέτησε και όρισε ως καίσαρα και διάδοχό του έναν ικανό στρατηγό, τον Τιβέριο. Ο Τιβέριος απέμεινε μονοκράτορας από το 578 μέχρι το 582. Στην Ιταλία οι κατακτήσεις των Λογγοβάρδων προχωρούσαν ενώ στην Περσία ο Τιβέριος κατόρθωσε να κάνει κάποιες θετικές ενέργειες. Σε ό,τι αφορά στα Βαλκάνια, αρχή των αβαροσλαβικών επιδρομών πρέπει να θεωρηθεί η κάταληψη του Σιρμίου από τους Αβάρους. Οι 'Αβαροι παρέσυραν μαζί τους στις επιδρομές και Σλάβους, φύλα που είχαν μετακινηθεί κοντά στο Δούναβη, και αποτελούσαν τους νέους εχθρούς στα βόρεια σύνορα του Βυζαντίου. Ο Τιβέριος κατόρθωσε να συνάψει ειρήνη με τους Αβάρους πληρώνοντας μεγάλη χρηματική εισφορά.

ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ (578 – 602) Όταν ο Μαυρίκιος ανέβηκε στο θρόνο η αυτοκρατορία δεχόταν επιθέσεις σε όλα τα μέτωπα. Ο αυτοκράτορας αναδείχτηκε ικανός στρατηγός. Ο  πόλεμος με τους Πέρσες που είχε ξεκινήσει το 572 έληξε με τη νίκη του Μαυρίκιου. Η νίκη επισφραγίστηκε με την ειρήνη του 591, που υπογράφτηκε με το Χοσρόη Β'. Οι όροι ήταν ευνοϊκοί για το Βυζάντιο, το οποίο πήρε την Αρμενία καθώς και άλλες περιοχές που είχαν καταλάβει οι Πέρσες, ενώ σταματούσε η χρηματική εισφορά προς τους τελευταίους.
  
Έτσι ο Μαυρίκιος μπόρεσε να στραφεί απερίσπαστος στο βόρειο μέτωπο του Βυζαντίου και στον πόλεμο με τους Αβάρους. Για μια περίπου δεκαετία οι 'Αβαροι όχι μόνο έκαναν επιδρομές στη εδάφη της αυτοκρατορίας αλλά έφτασαν να πολιορκήσουν μαζί με τους Σλάβους τη Θεσσαλονίκη το 597. Τα γεγονότα διασώζει το αγιολογικό κείμενο με τα θαύματα του αγίου Δημητρίου, που αποδίδει τη σωτηρία της πόλεως σε θαύμα του πολιούχου της. Τελικά ο αυτοκράτορας κατόρθωσε να απωθήσει τόσο τους Αβάρους όσο και τους Σλάβους πέρα από το Δούναβη και με τη συνθήκη του 600 όρισε το Δούναβη ως όριο μεταξύ Αβάρων και Βυζαντινών.

Παράλληλα, ο Μαυρίκιος συνέβαλε στην προσπάθεια για τη στρατιωτικοποίηση της διοίκησης του Βυζαντίου, που είχε ήδη αρχίσει από παλιότερα. Είναι η περίοδος που αναφέρονται για πρώτη φορά τα εξαρχάτα της Ραβέννας στην Iταλία και της Αφρικής. Ο Μαυρίκιος με σκοπό να ενισχύσει την άμυνα των βυζαντινών περιοχών της Ιταλίας, και της Αφρικής, τις μετέτρεψε σε εξαρχάτα, με διοικητή τον έξαρχο, πρόσωπο με μεγάλη πολιτική και στρατιωτική εξουσία. Τα δύο εξαρχάτα μπορούν να θεωρηθούν ως πρόδρομοι των θεμάτων της Μεσοβυζαντινής εποχής. Ο ρόλος τους παρέμεινε σημαντικός για τη διατήρηση των βυζαντινών κτήσεων στην Ιταλία και στην Αφρική. Οι κτήσεις της Ισπανίας την περίοδο αυτή χάθηκαν οριστικά περνώντας και πάλι στα χέρια των Βησιγότθων.

Γύρω στο 600 φάνηκε ότι ο Μαυρίκιος είχε κατορθώσει να σταθεροποιήσει την κατάσταση στα σύνορα της αυτοκρατορίας. Η τύχη της έμμελε να αλλάξει για άλλη μια φορά, όταν ο εκατόνταρχος Φωκάς, εκφράζοντας την άποψη του στρατού που είχε κουραστεί από τους μακροχρόνιους αγώνες, επαναστάτησε και ανέβηκε στο θρόνο.

ΦΩΚΑΣ (602 – 610) Ο Φωκάς ανέβηκε στο βυζαντινό θρόνο μετά από επανάσταση. Ανέτρεψε το Μαυρίκιο, τον οποίο και δολοφόνησε όπως και τα πέντε παιδιά του.  Αυτοκράτορας ανακηρύχθηκε το 602 και βασίλεψε ως το 610. Οι αδυναμίες της βασιλείας του Φωκά προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα στα εσωτερικά του κράτους. Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκαν οι 'Αβαροι και οι Σλάβοι κάνοντας σφοδρές επιδρομές στο Βυζάντιο. Το ίδιο συνέβη και με τους Πέρσες. Ο βασιλιάς Χοσρόης Β', τον οποίο ο Μαυρίκιος είχε βοηθήσει να ανακτήσει το θρόνο του, εισέβαλε στο βυζαντινό έδαφος. 

Κατέλαβε τη Μεσοποταμία, την Αρμενία και την Καππαδοκία και έκανε επιδρομές μέχρι τη Συρία, την Παλαιστίνη αλλά και στη Μικρά Ασία, αποκομίζοντας λάφυρα και αιχμαλώτους. Ο Φωκάς αντιμετώπιζε από την πλευρά του προβλήματα με την τρομοκρατία. Έτσι η αγανάκτηση του λαού ήταν γενική μπροστά στην επιδείνωση της κατάστασης και τον κίνδυνο στον οποίο είχε περιέλθει η αυτοκρατορία. Οι συγκλητικοί στην Πρωτεύουσα ανέλαβαν την πρωτοβουλία να αναζητήσουν βοήθεια στο πρόσωπο του Ηρακλείου, εξάρχου της Αφρικής. Η απόφαση που πάρθηκε ήταν για την εκτέλεση συντονισμένης επιχείρισης χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων. Ο στόλος που στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη βρισκόταν κάτω από τις διαταγές του γιου του Ηρακλείου. Η αντίσταση του Φωκά υπήρξε μικρή. Ο Ηράκλειος ανέβηκε το 610 στο θρόνο και ο Φωκάς δολοφονήθηκε.

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ ΕΧΘΡΟΙ Nέοι εχθροί εμφανίστηκαν στο ιστορικό προσκήνιο μετά τον 6ο αιώνα και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο, καθώς επηρέασαν την τύχη της βυζαντινής  αυτοκρατορίας. Πρόκειται για τους Αβάρους και τους Σλάβους, η παρουσία των οποίων μεταβλήθηκε από παροδική σε μόνιμη και ταυτόχρονα οι επιθέσεις τους μέσα στην αυτοκρατορία, ακόμη και μέχρι την ίδια την Πρωτεύουσα, αποτελούν δηλωτικά στοιχεία του βαθμού επικινδυνότητας που είχαν για το Βυζάντιο.

ΑΒΑΡΟΙ Οι 'Αβαροι ήταν λαός ασιατικός. Ήταν καλά οργανωμένοι κάτω από έναν αρχηγό, το χαγάνο, και διέθεταν σημαντική στρατιωτική πείρα  καθώς ήταν λαός πολεμικός. Όταν στα μέσα του 6ου αιώνα νικήθηκαν από τουρκικά φύλα, στράφηκαν και μετακινήθηκαν δυτικά και βόρεια της Μαύρης Θάλασσας. Όταν έφτασαν βόρεια του Δούναβη, εκμεταλλεύτηκαν τις αντιθέσεις των γερμανικών φύλων της περιοχής. Παρέχοντας τη βοήθειά τους στους Λογγοβάρδους εγκαταστάθηκαν στην περιοχή ιδρύοντας ισχυρό κράτος. 

Παράλληλα, οι Λογγοβάρδοι κάτω από την πίεση των Αβάρων μετακινήθηκαν στην Ιταλία. Έτσι οι 'Αβαροι άρχισαν να αποτελούν νέο κίνδυνο για τα βόρεια σύνορα του Βυζαντίου, καθώς ξεκίνησαν επιδρομές και λεηλασίες στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, παρασύροντας μαζί τους και σλαβικά φύλα που βρίσκονταν στην περιοχή. Αρχή των αβαροσλαβικών επιδρομών πρέπει να θεωρηθεί η κάταληψη του Σιρμίου (στη νοτιοδυτική βαλκανική) το 582.

ΣΛΑΒΟΙ Οι Σλάβοι ανήκαν στην ινδοευρωπαϊκή ομάδα των λαών. Η κοιτίδα τους ήταν στην ανατολική Ευρώπη και κάποιες ομάδες σιγά σιγά μετακινήθηκαν νοτιότερα στην περιοχή βόρεια του Δούναβη. Επρόκειτο για φύλα που δε διέθεταν ιδιαίτερη πολιτική και κοινωνική συγκρότηση και είχαν πρωτόγονο τρόπο ζωής. Ζούσαν σε μικρές ομάδες και κάθε ομάδα είχε έναν αρχηγό με περιορισμένη εξουσία. 

Οι πηγές από τον 6ο αιώνα χρησιμοποιούν διάφορα ονόματα όπως Σκλαυηνοί, Σλαυινοί, Σκλαβίνοι, Σκλάβοι και αργότερα Σθλάβοι, Σθλαβηνοί, Σθλαβίνοι. Την εποχή του Ιουστινιανού A΄(527-565) εκτελούσαν άτακτες επιδρομές. Αργότερα, όταν παρακινήθηκαν από τους Αβάρους, άρχισαν όχι μόνο να οργανώνονται αλλά και να κατασκευάζουν πλοία. Εκτελούσαν οργανωμένες επιδρομές μαζί με τους Αβάρους στις βόρειες περιοχές της αυτοκρατορίας αλλά και νοτιότερα.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Η κρίση που αντιμετώπισε το ρωμαϊκό κράτος κατά τον 3ο αιώνα οδήγησε σε αλλαγές που σηματοδότησαν το πέρασμα από την υστερορωμαϊκή στη  βυζαντινή αυτοκρατορία. Ένας από τους καίριους τομείς που έπρεπε να αναδιοργανωθούν και εξυγιανθούν για να ξεπεραστεί η κρίση ήταν τα οικονομικά του κράτους. Οι μεταρρυθμίσεις των πρώτων αυτοκρατόρων στους τομείς της οικονομικής διοίκησης και δημοσιονομίας στόχευαν στη σταθεροποίηση της οικονομίας. Στο ίδιο αποσκοπούσε και ο παρεμβατισμός του κράτους στις αγροτικές σχέσεις και τις αστικές οικονομικές δραστηριότητες, που αποτέλεσε βασικό χαρακτηριστικό της Πρώιμης Bυζαντινής οικονομίας.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Η κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τον 3ο αιώνα δεν άφησε ανεπηρέαστο το ζωτικό τομέα της οικονομίας. Για να ξεπεραστεί η δύσκολη περίοδος και να τελεσφορήσουν οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα των αυτοκρατόρων έπρεπε πρώτα να αναδιοργανωθεί η οικονομική διοίκηση. Η νέα οργάνωση έγινε με βάση το συγκεντρωτικό χαρακτήρα της εξουσίας που εγκαθιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη και έθεσε τα θεμέλια για το σταδιακό πέρασμα από την υστερορωμαϊκή στη βυζαντινή αυτοκρατορία και στο χώρο της οικονομίας. Όλες οι οικονομικές δραστηριότητες εξαρτήθηκαν από δύο κρατικές υπηρεσίες με διευρυμένες αρμοδιότητες: την κεντρική και την επαρχική οικονομική υπηρεσία.

ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Oι κεντρικές οικονομικές υπηρεσίες κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο διακρίνονταν στην Yπηρεσία των θείων θησαυρών και την Yπηρεσία της ιδικής περιουσίας. O κόμης των θείων θησαυρών (comes sacrarum largitionum), προϊστάμενος της πρώτης υπηρεσίας, είχε διευρυμένες οικονομικές αρμοδιότητες: διαχειρίζονταν το δημόσιο θησαυρό και ήλεγχε τις εμπορικές δραστηριότητες σε όλη την αυτοκρατορική επικράτεια εκτός από την Kωνσταντινούπολη, που ήταν στη δικαιοδοσία του επάρχου της πόλεως. 

Επίσης, σε αυτούς υπάγονταν τα μεταλλεία και τα νομισματοκοπεία. Στο ταμείο των θείων θησαυρών έφταναν χρήματα από φόρους, ορυχεία και κρατικά συστήματα (συντεχνίες), ενώ διενεργούσαν πληρωμές στο στρατό και τους υπαλλήλους του κράτους. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι κόμητες επενέβαιναν στην επίλυση φορολογικών υποθέσεων.H διοίκηση των γαιών του θρόνου, και μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα των προσωπικών γαιών του αυτοκράτορα, ανήκε στην Υπηρεσία της ιδικής περιουσίας υπό την εποπτεία του κόμη της ιδικής περιουσίας. 

Η ιδική περιουσία ασχολούνταν με τις δωρεές γης προς το θρόνο και την ενσωμάτωση των κατά καιρούς δημευόμενων γαιών. Επίσης, έλεγχε την εκμίσθωση των αυτοκρατορικών γαιών και ασκούσε την εποπτεία των παλατιών και των αυτοκρατορικών δασών. O αυτοκράτορας Aναστάσιος A' (491-518) διέσπασε την Yπηρεσία της ιδικής περιουσίας με τη δημιουργία νέας οικονομικής υπηρεσίας που ασχολούνταν αποκλειστικά με τη διαχείριση και φροντίδα της οικογενειακής περιουσίας του αυτοκράτορα, την Υπηρεσία της ιδικής κτήσεως.

 Και οι τρεις υπηρεσίες είχαν αντιπροσώπους στις επαρχίες για την καλύτερη λειτουργία τους. H παραπάνω οικονομική οργάνωση διατηρήθηκε ως τον 6ο αιώνα. Tότε τέθηκαν από τον Iουστινιανό A' (527-565) οι βάσεις μιας λιγότερο συγκεντρωτικής οργάνωσης που μορφοποιήθηκε στα χρόνια των Ισαύρων αυτοκρατόρων.

ΕΠΑΡΧΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ Κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, ξεχωριστή οικονομική υπηρεσία στην άμεση δικαιοδοσία του επάρχου του πραιτωρίου αποτελούσε η άρκα (arca praefectoria). Είχε υπό την εποπτεία της τη διαχείριση της αννώνας, φόρου που σχετιζόταν με τη μισθοδοσία των πολιτικών υπαλλήλων και του στρατεύματος. Επίσης, είχε την ευθύνη για τη λεγόμενη εσθήτα, το φόρο για την προμήθεια στρατιωτικής ενδυμασίας και ό,τι αφορούσε στην εξαγορά του.

 Στον 6ο αιώνα η επαρχική υπηρεσία ήταν χωρισμένη σε τρία τμήματα, το στρατιωτικό, τη γενική και την ιδική τράπεζα. Το στρατιωτικό είχε στην αρμοδιότητά του τη μισθοδοσία του στρατεύματος. Η γενική τράπεζα διαχειριζόταν τους έκτακτους φόρους και τα διάφορα πρόστιμα, ενώ η ιδική ήταν υπεύθυνη για τους τακτικούς φόρους.

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΑ Η λεγόμενη κρίση του ρωμαϊκού κράτους κατά τον 3ο αιώνα οδήγησε σε ουσιαστικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της αυτοκρατορίας, που  συντέλεσαν σταδιακά στο πέρασμα από τη ρωμαϊκή στη βυζαντινή περίοδο της ιστορίας της. Απαραίτητη για την εξουδετέρωση της οικονομικής κρίσης θεωρήθηκε η αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών και η οργάνωσή τους σε νέα βάση.

Οι νομισματικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού (284-305) αποτέλεσαν τα θεμέλια του πρώιμου βυζαντινού οικονομικού συστήματος που εισήγαγε ο Μέγας Κωνσταντίνος (324-337). Η οικονομική πολιτική και η κίνηση των συναλλαγών κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο μαρτυρούν τη σταδιακή επικράτηση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομική ζωή της αυτοκρατορίας προκειμένου να καλυφθούν οι μεγάλες κρατικές ανάγκες.

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Κατά τη διάρκεια της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου, ανάλογα με τις ανάγκες του κρατικού προϋπολογισμού, ο βυζαντινός αυτοκράτορας εξέδιδε κάθε  χρόνο τη λεγόμενη θεία δηληγατίωνα, με την οποία καθόριζε το ύψος των φορολογικών υποχρεώσεων κάθε επαρχότητας. Oι έπαρχοι (οι κυβερνήτες των επαρχιών) και οι υπεύθυνοι κάθε περιοχής συνέλεγαν τους φόρους και παρέδιδαν εκείνους που καταβάλλονταν σε είδος στις κατά τόπους αποθήκες, τους δε χρηματικούς φόρους στα επαρχιακά ταμεία.

Tο φορολογικό σύστημα που εφαρμόστηκε στην πρώιμη βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν εκείνο που εισήγαγε ο Διοκλητιανός (284-305) για να θεραπεύσει την οικονομική κρίση του 3ου αιώνα. Δύο φορολογικές μονάδες αποτελούσαν τη βάση του συστήματος αυτού και αποτιμούσαν τη γη, την ανθρώπινη εργασία και την εργατική δύναμη των ζώων: ο ζυγός (jugum) για τη γη και η κεφαλή (caput) για τους ανθρώπους και τα ζώα (αντίστοιχα). 

Το λεγόμενο συρο-ρωμαϊκό εγχειρίδιο, νομικό και φορολογικό κείμενο του 5ου αιώνα, μας πληροφορεί ότι ο ζυγός αντανακλούσε τόσο την έκταση, όσο και την ποιότητα της φορολογούμενης γης. Ο ζυγός και η κεφαλή ήταν μονάδες φορολογικά ισοδύναμες και το άθροισμά τους έδινε το σύνολο των φορολογικών υποχρεώσεων μιας περιοχής.Το φορολογικό αυτό σύστημα ίσχυσε σε όλη την Πρώιμη Βυζαντινή εποχή. Οι πολιτικές και διοικητικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν κατά τη μετάβαση στην επόμενη περίοδο επέβαλαν και ανάλογη τροποποίηση του φορολογικού συστήματος. 
 ____________________________ 

Αύριο η συνέχεια με την ενότητα ΑΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ
   

Δεν υπάρχουν σχόλια: